Η Εκκλησία μας γιορτάζει τη Σύναξη του Τιμίου και Ενδόξου Προφήτου Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου. Είναι η αρχαιότερη γιορτή της Εκκλησίας μας για τον άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο. Και ήλθε Θεόθεν. Ο Θεός φώτισε τους Πατέρες της Εκκλησίας και την όρισαν την επόμενη των Θεοφανείων, για να τιμήσουν τον άγιο Ιωάννη, που βάπτισε τον Χριστό μας. Είναι ο μεγαλύτερος άγιος της Εκκλησίας μας. Η Παναγία δε συγκρίνεται, βέβαια. "ο μείζων εν γεννητοίς γυναικών". Η φιλανθρωπία και η αγάπη του Χριστού ένσαρκη. Ο φίλος των αμαρτωλών. Ο κήρυξ της μετανοίας, η φιλέρημος τρυγών. Σ' όποια ερημιά κι αν είμαστε, και των πόλεων και των άλλων περιοχών, υπάρχει εκεί πάντοτε, να το ξέρουμε αυτό, ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος και μας συντροφεύει. Μας κάνει και μας κρατά την καλύτερη παρέα και συντροφιά.
Γι' αυτό, ο κυρ Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, ευρισκόμενος εδώ, στην πολύβουη Αθήνα της πλουτοκρατίας κλπ, ενθυμείτο περισσότερο τον άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο της Σκιάθου. Που τον έλεγαν Ασέληνο, θα 'ταν σε κάποιο σημείο που δεν το 'βλεπε ουτε ο ήλιος ούτε η σελήνη. Και του λέει σ' ένα ωραίο ποίημα με τον ίδιο τίτλο: (http://aerapatera.wordpress.com/2014/01/07/στον-πρόδρομο-τον-ασέληνον-αλέξανδρο/) Τι ωραία! Γι' αυτό δεν είμαστε μόνοι στην αγία μας Εκκλησία. Τυπικά μόνοι, μπορεί. Υπαρξιακά, όμως, όχι. Είναι κοντά μας ο Σαρκωθείς, κοντά μας η αγία Τριάς, πολλώ μάλλον η Παναγία, ο άη Γιάννης, οι απόστολοι, οι άγιοι, οι μάρτυρες, οι άγγελοι και οι αρχάγγελοι, τα πνεύματα και οι ψυχές των δικαίων. Και όσοι μας αγαπούν, όπου κι αν βρίσκονται επί της γης. Γι' αυτό δεν είμαστε καθόλου μόνοι. Μόνον να προσευχώμεθα και να τους επικαλούμεθα και είμεθα, όπως είπα και πριν, "εν ταις λαμπρότησι των αγίων" Ανάμεσα στους αγίους. Και με τους αγίους.
Την ίδια μέρα, 7 Ιανουαρίου πάντα, γιορτάζει και μετένυξις, η μεταφορά δηλαδή, της Τιμίας χειρός του αγίου Ιωάννου του Προδρόμου από την Αντιόχεια στην Κωνσταντινούπολη στα χρόνια του Κωνσταντίνου του Πορφυρογέννητου και του Ρωμανού του Β΄, του υιού του, Πορφυρογέννητου κι αυτού, τον 10ο αιώνα. Είχε ταφεί ο άγιος Ιωάννης στη Σεβαστή. Μια πόλη, εκεί κοντά, στην Αντιόχεια της Συρίας, στην Κιλικία της Μικράς Ασίας, είναι κοντά αυτά, κι επήγε ο ευαγγελιστής Λουκάς κι επήρε το χέρι του αγίου Ιωάννου του Προδρόμου. Τον αγαπούσε πολύ. Κι αυτός γράφει τα περισσότερα για τον άγιο Ιωάννη, που είναι η αρχή της ευαγγελικής ιστορίας, όπως και άλλοτε έχομε πει. Το πήρε και το πήγε στην πατρίδα του, την Αντιόχεια της Συρίας.
Τις Συριάδες Αθήναις, που προήλθε ο ιερός Χρυσόστομος και τόσοι άλλοι από εκεί. Κι εκεί το χεράκι του αγίου μας Ιωάννου του Προδρόμου έκανε πολλά και μεγάλα θαύματα. Ξεκλείδωνε ψυχές. Τις έφερνε στο Χριστό. Τις έβγαζε απ' την αμαρτία, δινοντας μετάνοια και χάρη. Και θαυματουργούσε παντοιοτρόως. Έβγαζε δαιμόνια, εθεράπευε αρρώστους, σήκωνε παράλυτους, κι έδινε, προπταντός, ψυχική και πνευματική υγέια.
Εκεί στα όρια της Αντιοχείας, λέει το ταπεινό και ιερό Συναξάριο της 7ης Ιανουρίου, ήτο κι ένας μεγάλος δράκοντας. Τον οποίο ο κόσμος εκεί ο απλός, οι ειδωλολάτραι, οι μη Χριστιανοί δηλαδή, του απένεμαν λατρεία. Τον είχαν θεό. Και του προσέφεραν κάθε χρόνο θυσία, με θύμα έναν άνθρωπο. Έριχναν κλήρο κι όποιος τύχαινε. Μια χρονιά έτυχε, λοιπόν, η κόρη ενός χριστιανού, να τη ρίξουν σοτν δράκοντα να την φάγη. Εκείνος στενοχωρήθηκε. Δεν ήξερε τι να κάνει. Παρακαλούσε, λοιπόν, τον Θεό, τον Χριστό μας, και τον άγιο Ιωάννη. Και την παραμονή αυτής της φοβερής και θεοστεγούς πράξεως, πήγε και προσκύνησε το χεράκι του αγίου και καθώς προσκυνούσε, δάγκωσε κι έκοψε, ή πήρε, μάλλον με το στόμα του τον αντίχειρα. Δεν τον καταλαβε κανείς.
Την άλλη μέρα, κρατώντας στο χεράκι του κρυφά τον αντίχειρα του μεγάλου Βαπτιστού, πήγε την κόρη του στο μέρος που ήρεχετο ο δράκων, για να τη φάει. Κι είχε μαζευτεί πολύς κόσμος από περιέργεια, -τι άχαρο θέαμα και τι σκληρή πράξη!- και περίμεναν όλη την ώρα που θα εγίνετο αυτό το κακό. Και καθώς ήρχετο ο δράκων και ορμούσε πάνω στο θύμα του, τρέχει μπροστά ο πατέρας κι ενώ είχε εκείνος ανοίξει το στόμα του να καταπιεί την κόρη, τού ρίχνει μέσα στο στόμα, σημάδεψε, και του ρίχνει τον αντίχειρα του Μεγάλου Προδρόμου. Και τι γίνεται; Εκείνος έσκασε κι εχάθη. Συγκινήθηκαν όλοι. Και περισσότερο ο πατέρας. Και πιο πολύ η κορούλα του. Χάρηκαν τόσο πολύ. Δόξασαν και ευχαρίστησαν τον Θεό και τον Μεγάλο Πρόδρομό Του, τον Χριστό μας, και τον μεγάλο Πρόδρομο. Πανηγύρισαν. Αλάλαξαν. Πολλοί ειδωλολάτραι έγιναν Χριστιανοί. Κι όλοι μαζί κι ο ευεργετηθείς πατέρας περισσότερο, πήραν πέτρες και φτιάξανε μια μεγάλη εκκλησία του αγίου Ιωάννου του Προδρόμου.
Είχαν μάθει τα θαύματα και οι αυτοκράτορες του Βυζαντίου και περισσότερο οι προονομασθέντες Κωνσταντίνος και Ρωμανός Πορφυρογέννητοι. Και θα ήθελαν να έχουν στην Κωνσταντινούπολη το χεράκι του αγίου Ιωάννου. Το είδε αυτό ο άγιος Ιωάννης, όλα τα βλέπει, και χάρηκε πολύ που τον ήθελαν και στην Βασιλεύουσα. Και τι να κάνει; Σ' έναν εσπερινό και καθώς έκαναν οι πατέρες στο ναό εκεί αγιασμό, στο ναό που ήταν το χεράκι του αγίου, τι να κάνει ο άγιος; Φωτίζει και σπρώχνει, θα λέγαμε, έναν διάκονο της Εκκλησιας της Αντιοχείας, τον Ιώβ, και τι κάνει; Καθώς ήταν όλοι εκεί σοτν αγιασμό προσηλωμένοι και προσευχόμενοι, πάει κι αρπάζει, λέει το Συναξάριο, αρπάζει το χέρι του αγίου, και το φέρνει στην Κωνσταντινούπολη. Υπάρχει και καλός αρπαγμός. Και καλή κλοπή.
Θυμίζει τον άγιο Μωυσή, τον Αιθίοπα, που μετάνιωσε που ήταν ληστής. Κι ήταν ασκητής στο βουνό και πήγαν εκεί κλέφτες, συνάδελφοί του πρώην, να τον κλέψουν. Και τι κάνει αυτός; Τους κλέβει, τους δένει, τους βάζει στον ώμο και τους πάει στο Κυριακό. Στην εκκλησία που πήγαιναν κάθε Κυριακή οι πατέρες, που συναζόντουσαν οι ασκηταί και οι λοιπόί. Και καθώς τον είδαν οι πατέρες, ήταν χειροδύναμος, και τους φέρνει και τους πετάει στη μέση στην εκκλησία, λέει: "Τι κάναν αυτοί;" "Ήρθαν να με κλέψουνε και τους έκλεψα", λέει. Και μόλις κατάλαβαν ποιος είναι αυτός, έμειναν κι αυτοί εκεί. Τους έκλεψε ο Χριστός.
Και τώρα ο άη Γιάννης ήθελε να πάει το χέρι του εκεί. Και πώς θα το κάνει; Βάνει τον άνθρωπο: "Άντε πήγαινε και κάνε το αυτό" Χε... Και όντως έφτασε το χεράκι του αγίου στη Σύναξή του. Στη χάρη του. 7 Ιανουαρίου. Έφθασε. Μυστικά έφθασε. Το 'φερε μυστικά ο άνθρωπος. Μην τον γνωρίσουν και τον τρέξουνε πίσω και του πάρουν το χέρι. Ήταν μεγάλος θησαυρός. "Την χείραν σου την αψαμένην την ακήρατον κορυφήν του Δεσπότου...", που λέει στην ένατη ώρα το δοξαστικό, και το έψαλλε ο Παπαδιαμάντης και εκοιμήθη με αυτό.
Το 'μαθαν οι αυτοκράτορες και βγήκαν. Προϋπάντησαν τον μεγάλο Βαπτιστή, έπεσαν κάτω στη γη, κλαίγανε, έκλαιγε ο κόσμος, ήταν μεγάλη, έτσι, εκδήλωση χαράς και ευγνωμοσύνης και υποδοχής για τον άγιο Ιωάννη, τον μείζονα των προφητών. Και τον πήραν στα χέρια τους. Στο χέρι τους οι αυτοκράτορες. Και πού το πήγαν; Στο παλάτι. Στο ναό του παλατίου. Κι εκεί: "ευχαριστούμε, άγιε Ιωάννη, που άκουσες, είδες την επιθυμία μας και άκουσες τη δέησή μας και μας ήρθες μόνος, κατ' αυτόν τον τρόπο." Και κάθε χρόνο, στις 7 Ιανουαρίου, όσο ήσαν αυτοκράτορες στην αθάνατη Κωνσταντινούπολή μας, γιόρταζαν την μετένεξη, την μεταφορά, δηλαδή, του αγίου Ιωάννου. Και είναι στο Μηναίο και το γιορτάζουμε κι εμείς. Τι όμορφο είναι! Τι καλό είναι!
Χρόνια πολλά σε όσους εορτάζουν. Άνδρες και γυναίκες, κληρικούς, μοναχούς. Κληρικοί, μοναχοί και λαϊκοί να 'χουν την ευχή του αγίου Ιωάννου. Κι εμείς τους ευχόμεθα έτη πολλά κι ευλογημένα. Και στους γνωστούς και στους αγνώστους όλους. Όλους. Και όσοι έχουν κοιμηθεί κι είχαν τ' όνομά του, ας έχουν την ανάπαυση του Χριστού. Όπως και όλοι εκείνοι που 'χουν ονόματα αγίων, κι έχουν απέλθει, το 'χουν ανάγκη εκείνοι να τους μνημονεύουνε.
Αρχιμανδρίτη Ανανία Κουστένη, Χειμερινό Συναξάρι, τόμος α΄, Ακτή, Λευκωσία 2008
No comments:
Post a Comment
Σχόλια