"Κυριακή μετά τα Φώτα σήμερα, αγαπητοί. Ο Θεάνθρωπος Ιησούς, αφού τον βάπτισε ο Ιωάννης στον Ιορδάνη ποταμό και φανερώθηκε η Αγία Τριάδα, πήγε στην έρημο, που ήταν εκεί κοντά και νήστεψε σαράντα ημέρες και σαράντα νύχτες. Και ύστερα τον πείραξε ο Διάβολος, τον οποίο και νίκησε. Και ήρθαν οι Άγγελοι και Τον διακονούσαν. Και άρχισε δειλά-δειλά τη δημόσια δράση Του, το έργο Του το κοσμοσωτήριο.
Όταν άκουσε ότι ο Ιωάννης φυλακίστηκε από τον Ηρώδη Αντύπα, άφησε την Ιουδαία και πήγε στη Γαλιλαία. Στη συνέχεια άφησε και την πατρίδα Του τη Ναζαρέτ και πήγε στην Καπερναούμ, που ήταν κοντά στη θάλασσα της Γαλιλαίας, στα όρια των φυλών Ζαβουλών και Νεφθαλείμ. Και έκανε την Καπερναούμ δεύτερη πατρίδα Του. Όλοι έχουμε ανάγκη από μια πατρίδα -ακόμα κι ο Θεάνθρωπος-, ας την αγαπούμε κι ας τη φροντίζουμε.
Και καθώς πήγαινε στην Καπερναούμ και στη Γαλιλαία ο Ιησούς Χριστός, γράφει ο Ευαγγελιστής Ματθαίος (Κεφ.δ', 12-17), <<τότε πραγματοποιήθηκε και επαληθεύτηκε η προφητεία του Ησαϊου, που αιώνες πριν είχε πει "η γη του Ζαβουλών και η γη του Νεφθαλείμ", οι χώρες δηλαδή αυτές που είναι κοντά στη θάλασσα της Γαλιλαίας και εκτείνονται και πέρα από τον Ιορδάνη μέχρι την Περαία, δηλαδή η Γαλιλαία των Εθνών, "είδαν το φως το μέγα, το φως του Χριστού, ενώ εκάθηντο και ήσαν αιχμάλωτες στο σκοτάδι της ειδωλολατρίας, της ασεβείας και της πλάνης">>. Είδαν το "μέγα Φως", το φως του Κυρίου.
Κυριακή μετά τα Φώτα δηλαδή σήμερα και γι' αυτό αναφέρεται σ' αυτά τα ωραία το Ιερό και το Άγιο Ευαγγέλιο. Ο Χριστός έλαμψε ως "Φως μέγα" και στη Γαλιλαία αλλά και στην οικουμένη ολόκληρη.
Και άρχισε ο Ιησούς Χριστός το κήρυγμά Του το μέγα, λέγοντας ακριβώς τα ίδια τα λόγια του Ιωάννη του Βαπτιστού: "Μετανοείτε, ήγγικε γαρ η βασιλεία των ουρανών", για να βεβαιώσει με αυτό ότι ο Ιωάννης ήτο ο Πρόδρομος Του, η αρχή του Ευαγγελίου Του. Και αρχίζει ο Κύριος απ' τη μετάνοια. Μετάνοια είναι η αλλαγή του ανθρώπου, η αλλαγή της νοοτροπίας, η αλλαγή της ζωής, η στροφή και μεταστροφή στον βίο. Και μετάνοια είναι το ξύπνημα της αγάπης μέσα στην ψυχής μας, και το δώσιμό του όχι αλλού, ούτε στα είδωλα, ούτε στο σκοτάδι, ούτε στον
κάκιστο εαυτό μας, αλλά στον Ιησού Χριστό, στην πρώτη και στην υστερνή μας αγάπη. σε Κείνον που "εις τέλος μάς ηγάπησεν", και είναι το Άλφα και το Ωμέγα, η αρχή και το τέλος της ζωής μας. Τους έλεγε ακόμα ότι έφτασε η Βασιλεία του Θεού. Και η Βασιλεία του Θεού δεν ήταν υλική, όπως τη φαντάζονταν και την περίμεναν οι Ιουδαίοι, αλλά πνευματική. Η Βασιλεία του Θεού είναι ο Ίδιος ο Χριστός μας, γι' αυτό ας Τον αγαπήσουμε, ας μείνουμε κοντά Του, ας ζητούμε πάντοτε το φως Του το σωτήριον, και ας Τον νιώθουμε δικό μας. Και ας ξέρουμε ένα πράγμα: ότι εδώ είμαστε περαστικοί και πηγαίνουμε για τη Βασιλεία Του και τον Παράδεισό Του."
Σκέψεις
Περιμένοντας την εφημερίδα για ν' αντιγράψω το κείμενο του π.Ανανία, διαβάζω ξανά και ξανά το σημερινό Ευαγγελικό απόσπασμα της ημέρας, της Μετά των Φώτων Κυριακής, και θαυμάζω τον απλό τρόπο της περιγραφής, πόσο απαλά είναι γραμμένο. Κανένας ωμός ρεαλισμός, ούτε καν υπαινιγμός. Τον Ιωάννη τον φονεύει ο Ηρώδης και το μαθαίνει ο Χριστός. Πουθενά δεν μιλά για φόνο, ούτε λέει πόσο λυπήθηκε -που σαν άνθρωπος βεβαίως και θα λυπήθηκε σφόδρα ο Κύριος, μα δε μας το λέει για να μη μας βαρύνει. Ήταν και ξάδερφός Του, εκτός από Πόδρομός Του και Βαπτιστής Του. Τίποτα δε λέει για τους φονιάδες. Τίποτα. Μόνο φεύγει από την Ιουδαία στην οποία πέρασε τη ζωή Του μέχρι τα 30 Του χρόνια. Δεν έχει πλέον θέση εκεί. Πηγαίνει στη Γαλιλαία και μετά στην Καπερναούμ, έξω από τη Γαλιλαία, τη Γαλιλαία των εθνών, δηλαδή στον κόσμο όλο. Σ' εμάς έρχεται. Και ο κόσμος που ζούσε στα σκοτάδια, δηλαδή στο φόνο, -το σκοτάδι έχει κοινή ρίζα με το σκοτώνω, το έμαθα σήμερα αυτό συμπτωματικά-, λούζεται στο Φως καθώς ο Χριστός ανατέλλει την Αγάπη Του, δηλαδή τη ζωή, τη μόνη ζωή που δεν έχει σκοτάδια, φόνους, θάνατο. Εξάλλου, για τον Θεό δεν υπάρχουν νεκροί, μόνο ζώντες. Για μας υπάρχουν νεκροί, κι αν πιστεύουμε στην Ανάσταση παίρνουμε μια μικρή γεύση από το τι σημαίνει κοίμηση και τι αφύπνιση. Το προσωρινό της πρώτης και το αιώνιο της δεύτερης.
Όταν άκουσε ότι ο Ιωάννης φυλακίστηκε από τον Ηρώδη Αντύπα, άφησε την Ιουδαία και πήγε στη Γαλιλαία. Στη συνέχεια άφησε και την πατρίδα Του τη Ναζαρέτ και πήγε στην Καπερναούμ, που ήταν κοντά στη θάλασσα της Γαλιλαίας, στα όρια των φυλών Ζαβουλών και Νεφθαλείμ. Και έκανε την Καπερναούμ δεύτερη πατρίδα Του. Όλοι έχουμε ανάγκη από μια πατρίδα -ακόμα κι ο Θεάνθρωπος-, ας την αγαπούμε κι ας τη φροντίζουμε.
Και καθώς πήγαινε στην Καπερναούμ και στη Γαλιλαία ο Ιησούς Χριστός, γράφει ο Ευαγγελιστής Ματθαίος (Κεφ.δ', 12-17), <<τότε πραγματοποιήθηκε και επαληθεύτηκε η προφητεία του Ησαϊου, που αιώνες πριν είχε πει "η γη του Ζαβουλών και η γη του Νεφθαλείμ", οι χώρες δηλαδή αυτές που είναι κοντά στη θάλασσα της Γαλιλαίας και εκτείνονται και πέρα από τον Ιορδάνη μέχρι την Περαία, δηλαδή η Γαλιλαία των Εθνών, "είδαν το φως το μέγα, το φως του Χριστού, ενώ εκάθηντο και ήσαν αιχμάλωτες στο σκοτάδι της ειδωλολατρίας, της ασεβείας και της πλάνης">>. Είδαν το "μέγα Φως", το φως του Κυρίου.
Κυριακή μετά τα Φώτα δηλαδή σήμερα και γι' αυτό αναφέρεται σ' αυτά τα ωραία το Ιερό και το Άγιο Ευαγγέλιο. Ο Χριστός έλαμψε ως "Φως μέγα" και στη Γαλιλαία αλλά και στην οικουμένη ολόκληρη.
Και άρχισε ο Ιησούς Χριστός το κήρυγμά Του το μέγα, λέγοντας ακριβώς τα ίδια τα λόγια του Ιωάννη του Βαπτιστού: "Μετανοείτε, ήγγικε γαρ η βασιλεία των ουρανών", για να βεβαιώσει με αυτό ότι ο Ιωάννης ήτο ο Πρόδρομος Του, η αρχή του Ευαγγελίου Του. Και αρχίζει ο Κύριος απ' τη μετάνοια. Μετάνοια είναι η αλλαγή του ανθρώπου, η αλλαγή της νοοτροπίας, η αλλαγή της ζωής, η στροφή και μεταστροφή στον βίο. Και μετάνοια είναι το ξύπνημα της αγάπης μέσα στην ψυχής μας, και το δώσιμό του όχι αλλού, ούτε στα είδωλα, ούτε στο σκοτάδι, ούτε στον
κάκιστο εαυτό μας, αλλά στον Ιησού Χριστό, στην πρώτη και στην υστερνή μας αγάπη. σε Κείνον που "εις τέλος μάς ηγάπησεν", και είναι το Άλφα και το Ωμέγα, η αρχή και το τέλος της ζωής μας. Τους έλεγε ακόμα ότι έφτασε η Βασιλεία του Θεού. Και η Βασιλεία του Θεού δεν ήταν υλική, όπως τη φαντάζονταν και την περίμεναν οι Ιουδαίοι, αλλά πνευματική. Η Βασιλεία του Θεού είναι ο Ίδιος ο Χριστός μας, γι' αυτό ας Τον αγαπήσουμε, ας μείνουμε κοντά Του, ας ζητούμε πάντοτε το φως Του το σωτήριον, και ας Τον νιώθουμε δικό μας. Και ας ξέρουμε ένα πράγμα: ότι εδώ είμαστε περαστικοί και πηγαίνουμε για τη Βασιλεία Του και τον Παράδεισό Του."
Ο Θεάνθρωπος Ιησούς: το μέγα Φως του κόσμου, Εφημερίδα Πρώτο Θέμα, Του αρχιμανδρίτη Ανανία Κουστένη, στήλη Το κήρυγμα της Κυριακής
Το Ευαγγέλιο της ημέρας εδώ:
http://aerapatera.wordpress.com/2014/01/12/κυριακή-μετά-τα-φώτα-2/........................................................................................................................................................................................
Σκέψεις
Περιμένοντας την εφημερίδα για ν' αντιγράψω το κείμενο του π.Ανανία, διαβάζω ξανά και ξανά το σημερινό Ευαγγελικό απόσπασμα της ημέρας, της Μετά των Φώτων Κυριακής, και θαυμάζω τον απλό τρόπο της περιγραφής, πόσο απαλά είναι γραμμένο. Κανένας ωμός ρεαλισμός, ούτε καν υπαινιγμός. Τον Ιωάννη τον φονεύει ο Ηρώδης και το μαθαίνει ο Χριστός. Πουθενά δεν μιλά για φόνο, ούτε λέει πόσο λυπήθηκε -που σαν άνθρωπος βεβαίως και θα λυπήθηκε σφόδρα ο Κύριος, μα δε μας το λέει για να μη μας βαρύνει. Ήταν και ξάδερφός Του, εκτός από Πόδρομός Του και Βαπτιστής Του. Τίποτα δε λέει για τους φονιάδες. Τίποτα. Μόνο φεύγει από την Ιουδαία στην οποία πέρασε τη ζωή Του μέχρι τα 30 Του χρόνια. Δεν έχει πλέον θέση εκεί. Πηγαίνει στη Γαλιλαία και μετά στην Καπερναούμ, έξω από τη Γαλιλαία, τη Γαλιλαία των εθνών, δηλαδή στον κόσμο όλο. Σ' εμάς έρχεται. Και ο κόσμος που ζούσε στα σκοτάδια, δηλαδή στο φόνο, -το σκοτάδι έχει κοινή ρίζα με το σκοτώνω, το έμαθα σήμερα αυτό συμπτωματικά-, λούζεται στο Φως καθώς ο Χριστός ανατέλλει την Αγάπη Του, δηλαδή τη ζωή, τη μόνη ζωή που δεν έχει σκοτάδια, φόνους, θάνατο. Εξάλλου, για τον Θεό δεν υπάρχουν νεκροί, μόνο ζώντες. Για μας υπάρχουν νεκροί, κι αν πιστεύουμε στην Ανάσταση παίρνουμε μια μικρή γεύση από το τι σημαίνει κοίμηση και τι αφύπνιση. Το προσωρινό της πρώτης και το αιώνιο της δεύτερης.
Ίσω κάποιοι αναρωτηθούν, εδώ ο κόσμος καίγεται, σκάνδαλα, κλοπές, δραπετεύσεις εγκληματιών κι ένα σωρό άλλα, τι μας λες τώρα; Καταρχάς, δεν τα λέω εγώ. Κι επίσης, μέσα στο εκτυφλωτικό φως αυτής της Αγάπης όλα αυτά φωτίζονται κι η καρδιά παρηγοριέται που δεν είναι μόνη με το Χάρο και τις δείνες του.
Σαν τον Διομήδη κι εγώ ένα πράγμα λέω στον κάθε Μεγαλέξανδρο που νομίζει πως έχει εξουσία και δύναμη και με ρωτά τι να κάνει για χάρη μου: Μη μου κρύβεις τον Ήλιο, μη μου τον σκοτώνεις, μη με σκοτεινιάζεις... Άντε λίγο πιο πέρα σε παρακαλώ...
Επίλογος του Πωλ Ελλυάρ
Πώς ενώνονται όλα μυστικά και αναπάντεχα. Ανοίγω το μέηλ μου και διαβάζω το ποίημα του Πωλ Ελλυάρ που είχε την καλοσύνη να μου στείλει το news@e-poema.eu.
Μεγάλοι συνωμότες, δρόμοι χωρίς πεπρωμένο, διασταυρώνοντας το Χ των διστακτικών μου βημάτων, ψάθες γεμάτες πέτρες ή χιόνι, πηγάδια ανάλαφρα στον χώρο, ακτίνες απ' τη ρόδα των ταξιδιών, δρόμοι της αύρας και των καταιγίδων, δρόμοι αρρενωποί μες στους υγρούς κάμπους, δρόμοι θηλυκοί μες στις πόλεις, σπάγκοι μιας τρελής σβούρας, ο άνθρωπος, καθώς έγινε θαμώνας σας, χάνει την πορεία του κι αυτή την αρετή που τον καταδικάζει στους στόχους. Αψηφά την παρουσία του, παραιτείται απ' την εικόνα του κι ονειρεύεται ότι τ' αστέρια θα πορεύονται απ' αυτόν.
PAUL ÉLUARD |
Ποίημα από την Πρωτεύουσα της οδύνης (1926), μτφρ.: Ανέστης Μελιδώνης
|
No comments:
Post a Comment
Σχόλια