Labels

Friday, September 30, 2016

Τραγούδι του Αγίου Γρηγορίου, επισκόπου της Αρμενίας


Επί Διοκλητιανού, εκεί στην Αρμενία
έζησε ο Γρηγόριος. Ξέσπασε η μανία
του γδικιωμού επάνω του. Τον βασιλιά της χώρας
θανάτωσε ο πατέρας του, και το κακό της μπόρας
πλήρωσε ο Γρηγόριος απ' τον διάδοχό του.
Τι φταίει ο γιος, αν ο γονιός χρωστά λογαριασμό του
Δεν έχει νομοτέλεια η ηθική η πράξη 
όπως η βιολογική -κι αυτή κατά την τάξη
Μα ο Τιριδάτης θύμωσε, τον άγιο θα φωνάξει
με απειλές την πίστη του πασχίζει να αλλάξει
Ακλόνητος ο άγιος στην πίστη την αγία
σ' ένα πηγάδι θα βρεθεί με άγρια θηρία
και ιοβόλα ερπετά. Τον Δανιήλ ομοιάζει
στο λάκκο των λεόντων του. Κανένα δεν πειράζει
κι αυτόν όπως κι εκείνονα. Περνούνε τόσοι χρόνοι
μόνο με ψίχουλα ψωμιού καθώς χήρα ζυγώνει
και ρίχνει καθημερινά. Αυτά τα δεκαπέντε
χρόνια εκεί ο άγιος, μα που 'ναι ο Τιριδάτης;
Ο νους του πάει, σάλεψε. Ο άμοιρος σατράπης
τώρα τρώει τις σάρκες του και στο βουνό τους χοίρους
πάει και βόσκει σαν βοσκός που δεν κατέχει κλήρους
κι αξίωμα βασιλικό, στέμμα, δόξα δική του
Νύχτα ένας ουράνιος πάει στην αδερφή του
Αν το Γρηγόριο ευθύς δε βγάλει απ' το πηγάδι
δε θα σωθεί ο βασιλιάς και θα βρεθεί στον Άδη
της λέει κι αυτή τρέχοντας στους άρχοντες πηγαίνει
Η συνοδεία πάραυτα στο φρέαρ μεταβαίνει
Τον άγιο ακέραιο κι αλώβητο τον βγάζει
Δεν είχε πάθει τίποτα. Το φως που απαυγάζει
το ωραίο του το πρόσωπο τους κάνει και σαστίζουν
Μα εκεί που όλοι έκθαμβοι τον άγιο αντικρίζουν
αυτός θερμά προσεύχεται εις τον Θεό να δώσει
στον Τιριδάτη την υγειά, τους φρένας του να σώσει
Αυτό ποθεί γι' αναταμοιβή, κι ο βασιλέας γιάνει
Πιστεύει και βαπτίζεται και ύστερα τι κάνει
Επίσκοπο της χώρας του τον άγιο τον χρίζει
Ν' αμοίψει θέλει το καλό που του 'κάνε και χτίζει
και Εκκλησιίες πάμπολες . Των Αρμενίων όλων
γίνεται ο Γρηγόριος, ο φωτιστής, παρόλων
τόσων δεινών που τράβηξε. Κι ύστερα σύνεχίζει,
αφού Αρχιεπίσκοπο βασιλοπαίδι χρίζει,
στις γύρω χώρες να γυρνά και σ' όλους να κηρύττει
Σε γήρας έφθασε βαθύ, και επί τη αρρήτη
φιλανθρωπία του Θεού για την υπομονή του
που τόσα χρόνια πέρασε στο σκοτεινό πηγάδι
άστρο τον έκανε ο Θεός και ήλιο στο σκοτάδι



Εμπνευσμένο από το Φθινοπωρινό Συναξάρι του Αρχιμανδρίτη Ανανία Κουστένη, τόμος Α ΄, Ακτή, Λευκωσία 2008 

Sunday, September 25, 2016

Κυριακὴ Α᾽Λουκᾶ

 Αποτέλεσμα εικόνας για κυριακη α λουκα

(Λουκ. 5,1-11)

Τῷ καιρῷ ἐκείνω, ἑστὼς ὁ Ἰησοῦς 
1. παρὰ τὴν λίμνην Γεννησαρέτ, 
2. εἶδε δύο πλοῖα ἑστῶτα παρὰ τὴν λίμνην· οἱ δὲ ἁλιεῖς ἀποβάντες ἀπ’ αὐτῶν ἀπέπλυναν τὰ δίκτυα.
3. ἐμβὰς δὲ εἰς ἓν τῶν πλοίων, ὃ ἦν τοῦ Σίμωνος, ἠρώτησεν αὐτὸν ἀπὸ τῆς γῆς ἐπαναγαγεῖν ὀλίγον· καὶ καθίσας ἐδίδασκεν ἐκ τοῦ πλοίου τοὺς ὄχλους.
4. ὡς δὲ ἐπαύσατο λαλῶν, εἶπε πρὸς τὸν Σίμωνα· ἐπανάγαγε εἰς τὸ βάθος καὶ χαλάσατε τὰ δίκτυα ὑμῶν εἰς ἄγραν.
5. καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Σίμων εἶπεν αὐτῷ· ἐπιστάτα, δι’ ὅλης τῆς νυκτὸς κοπιάσαντες οὐδὲν ἐλάβομεν· ἐπὶ δὲ τῷ ῥήματί σου χαλάσω τὸ δίκτυον.
6. καὶ τοῦτο ποιήσαντες συνέκλεισαν πλῆθος ἰχθύων πολύ· διερρήγνυτο δὲ τὸ δίκτυον αὐτῶν. 
7. καὶ κατένευσαν τοῖς μετόχοις τοῖς ἐν τῷ ἑτέρῳ πλοίῳ τοῦ ἐλθόντας συλλαβέσθαι αὐτοῖς· καὶ ἦλθον καὶ ἔπλησαν ἀμφότερα τὰ πλοῖα, ὥστε βυθίζεσθαι αὐτά.
8. ἰδὼν δὲ Σίμων Πέτρος προσέπεσε τοῖς γόνασιν Ἰησοῦ λέγων· ἔξελθε ἀπ’ ἐμοῦ, ὅτι ἀνὴρ ἁμαρτωλός εἰμι, Κύριε. 
9. θάμβος γὰρ περιέσχεν αὐτὸν καὶ πάντας τοὺς σὺν αὐτῷ ἐπὶ τῇ ἄγρᾳ τῶν ἰχθύων ᾗ συνέλαβον, 
10. ὁμοίως δὲ καὶ Ἰάκωβον καὶ Ἰωάννην, υἱοὺς Ζεβεδαίου, οἳ ἦσαν κοινωνοὶ τῷ Σίμωνι. καὶ εἶπε πρὸς τὸν Σίμωνα ὁ Ἰησοῦς· μὴ φοβοῦ· ἀπὸ τοῦ νῦν ἀνθρώπους ἔσῃ ζωγρῶν.
11. καὶ καταγαγόντες τὰ πλοῖα ἐπὶ τὴν γῆν, ἀφέντες ἅπαντα ἠκολούθησαν αὐτῷ.

 


Friday, September 23, 2016

Τραγούδι της Αγίας Θέκλας



Η πρωτομάρτυς, ήτανε απ' τη Μικρά Ασία 
και από το Ικόνιο, η Θέκλα η αγία.
Το σπίτι της γειτόνευε με του Ονησιφόρου
που πήγε ο απόστολος ο Παύλος του αντιδώρου
της πίστεώς του την τροφή μια μέρα να κεράσει
Τρία, λοιπόν, μερόνυχτα ο Παύλος θα περάσει
κηρύττοντάς τους τον Χριστό, ο των εθνών σαγήνη
Και η ειδωλολάτρισα γειτόνισσα, θα μείνει
να κρυφακούει τα άγια, που μπαίνουν στην ψυχή της,
λόγια, που της αλλάζουνε όλη την ύπαρξή της
Τέταρτο δεν χρειάστηκε. Αφήνει τον μνηστήρα,
μάνα, πατέρα, είδωλα. "Απόφαση το πήρα"
λέει και τον ακολουθεί, μαθήτρια πιστή του
και χριστιανή βαφτίζεται με τη σεπτή ευχή του
Όταν στην Αντιόχεια, εκεί, της Πισιδίας
κάποιοι την καταδίδουνε, η χάρη της αγιάς
βγαίνει απ' τα μαρτύρια αλώβητη. Τη ρίχνει
μες στη φωτιά ο άρχοντας, όμως δε βλέπει ίχνη
από εγκαύματα φρικτά στο σώμα της επάνω
Θηρία φέρνει να τη φαν, αυτά κοιτάζουν άνω
και ούτε καν την ακουμπούν. Του διοικητή η χήρα
αν και ειδωλολάτρισσα, παίρνει η κακομοίρα
τη Θέκλα στο σπιτάκι της. Βλέπετε, η Τρυφαίνη
είχε χάσει τηνκόρη της, κι η Θέκλα, τής πηγαίνει
το νου στη Φαλκονύλλα της, και την κρατά κοντά της
σαν κόρη να μοιράζονται όλα τα υπάρχοντά της.
Το βράδυ μες στον ύπνο της, ήρθε η θυγατέρα
"Να πεις να κάνει προσευχή η χριστιανή, μητέρα,
να αλλάξει η ψυχούλα μου, να δροσιστεί λιγάκι"
παρακαλεί τη μάνα της και όλο το βραδάκι
θερμή θα κάνει προσευχή η Θέκλα στο Θεό της
κι η κόρη ξαναέρχεται στον ύπνο της μητρός της
Μιλά για τον Παράδεισο και τ' ουρανού τα κάλλη
και πόσο την βοήθησε η προσευχή. Πώς άλλη
λύση των παθημάτων της δεν είχε. Η αγία
τώρα τραβάει στο βουνό και ασκητεύει η θεία
για δυό κι εβδομήκοντα χρόνους, μέχρι την ώρα
όπου των ειδωλολατρών το μένος ωσάν μπόρα
πάλι ξεσπάει πάνω της. Πάνε να τη χαλάσουν
λεβέντες και παλίκαροι ζητούν να ατιμάσουν
τη σεβαστή γερόντισσα. "Γριά είμαι, παιδιά μου"
τους  λέει "συγχωρέστε με,καθίστε στον οντά μου
και όπου να 'ναι έρχομαι, δεν πρόκειται ν' αργήσω
Θα δείτε, περιμένετε, τίποτα 'γω δεν είμαι
Μα ο Θεός μου, σύντομα, πόσο μεγάλος είναι
θα δείτε, παλικάρια μου". Και σ' ένα βράχο πάει
έξω από το σπίτάκι της και τι παρακαλάει;
"Κάνε, Χριστέ, το βράχο σου στα δύο να ανοίξει
να μπω εγώ για να σωθώ κι ευθύς μετά να κλείσει"
Η πέτρα σχίζεται μεμιάς, η αγία μέσα μπαίνει,
και ξανακλείνει πάραυτα και η ψυχή της βγαίνει
Γλυτώνει και το χάλασμα και σ' ουρανούς πετάει
και ο Νυμφίος στοργικά στα χέρια την κρατάει





Εμπνευσμένο από το Φθινοπωρινό Συναξάρι του Αρχιμανδρίτη Ανανία Κουστένη, τόμος Α ΄, Ακτή, Λευκωσία 2008 





Ανθρωπισμός» αλά Βαλκανικά, υπό την αιγίδα του Σόρος του Γιώργου Ρακκά



Αρκούσε η δημοσιοποίηση μιας απόφασης από τον σύλλογο γονέων του 5ου Δημοτικού Συμβουλίου Ωραιοκάστρου, που αρνούνταν την τοποθέτηση παιδιών προσφύγων στο σχολείο τους για να φοιτήσουν σε ειδικές τάξεις μετά τις 2 μ.μ., για να ξεσπάσει μια πρωτοφανής υστερία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης καταγγελίας του «φασισμού» και του «ρατσισμού», που συνοδεύονταν από ιερεμιάδες για το προσφυγικό παρελθόν της περιοχής και το υπέρτατο ανθρωπιστικό καθήκον της Ελλάδας.
Επειδή είναι σαφές ότι το ζήτημα που δημιουργήθηκε στο Ωραιόκαστρο αποτελεί μόνο την απαρχή ενός κύκλου αντιπαραθέσεων σχετικά με τις τύχες των εγκλωβισμένων προσφύγων και μεταναστών στην χώρα μας, κρίνουμε σωστό να παρέμβουμε επί του συνόλου του ζητήματος προκειμένου να ξεκαθαρίσουμε μερικά πράγματα. Η αντιμετώπιση του προσφυγικού και μεταναστευτικού ζητήματος στη χώρα μας, δεν είναι, και δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί αποκλειστικά ως, ανθρωπιστικό ζήτημα. Πόσο μάλλον όταν ο αφηρημένος «ανθρωπισμός» έχει μεταβληθεί σε πρόσχημα της συστηματικής πολιτικής συγκεκριμένων κέντρων πολιτικής και οικονομικής εξουσίας –του Σόρος, ως εκπροσώπου του ευρωατλαντισμού, στο «πεδίο» της κατά τα άλλα ισλαμοφασιστικής Τουρκίας–, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που λειτούργησε ως άλλοθι στους βομβαρδισμούς της Σερβίας, στο Ιράκ, στην ίδια τη Συρία. Eίτε το θέλουμε είτε όχι, η πραγματικότητα του εγκλωβισμού δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων στην χώρα μας –με την προοπτική να καταστούν εκατοντάδες χιλιάδες, εφόσον η Τουρκία ξεκινήσει και πάλι να διοχετεύει πληθυσμούς στην Ελλάδα– κρίνει τη μελλοντική φυσιογνωμία της ελληνικής κοινωνίας. Ο συνδυασμός της δεινής δημογραφικής της κατάστασης, της χρεοκοπημένης οικονομίας της, καθώς και της εξαιρετικά ε υ α ί σ θ η τ η ς γεωπολιτικής θέσης της –δίπλα στην εστίατης μεγαλύτερης π ο λ ι τ ι σ τ ι κ ή ς α ν τ ι π α ρ ά θ ε σ η ς στον πλανήτη, εκείνην μεταξύ της Δύσης και του Ισλάμ– καθιστά διαφορετικό το διακύβευμα του μεταναστευτικού ζητήματος στον τόπο μας.
Η προοπτική της αναγκαστικής εγκατάστασης αρχικώς δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων, που προέρχονται από τον μουσουλμανικό κόσμο, απειλεί μεσοπρόθεσμα να μεσανατολικοποιήσει την Ελλάδα· δηλαδή, να την μεταβάλει σε κομμάτι του πολέμου των πολιτισμών, ρίχνοντάς την στη χοάνη των πολυπολιτισμικών συγκρούσεων. Από αυτήν την εξέλιξη δεν διακυβεύεται μόνον η εθνική ή πολιτιστική συνοχή, αλλά ταυτοχρόνως υπάρχει ο κίνδυνος για μια μεγάλη οπισθοδρόμηση στη χώρα μας σε σχέση με το επίπεδο εκδημοκρατισμού της κοινωνίας, της εκκοσμίκευσής της, της ισότητας των φύλων κ.ο.κ. Για να το κάνουμε λιανά: η θεαματική αναβάθμιση της μόνιμης παρουσίας μουσουλμανικών πληθυσμών στη χώρα μας θα θέσει αναπόφευκτα ζητήματα που ούτε έχουμε διανοηθεί ότι θα αντιμετωπίσουμε. Θα επιτρέψουμε, άραγε, ένα ολοένα και μεγαλύτερο κομμάτι της κοινωνίας μας να ρυθμίζει τον ατομικό και συλλογικό του βίο από τον θείο νόμο και τη σαρία; Θα δικάζουν οι μουφτήδες με βάση το ακραία σοβινιστικό οικογενειακό δίκαιο στα τζαμιά; Τα νεαρά κορίτσια θα πηγαίνουν στα σχολεία; Θα διδάσκεται άραγε σε αυτά η Αντιγόνη, ο Δαρβίνος ή ο… ευρωπαϊκός διαφωτισμός, ή μήπως θα εξαναγκαστούμε σε αυτολογοκρισία στο όνομα του δικαιώματος στη διαφορετικότητα; Και ο κατάλογος δεν έχει τέλος, αν κρίνουμε από τις ανάλογες εμπειρίες που γνωρίζουν σήμερα άλλες μεσογειακές ή ευρωπαϊκές κοινωνίες. Την ίδια στιγμή, η κοινωνική και πολιτιστική απορρύθμιση ανοίγει την πόρτα σε έξωθεν επεμβάσεις κατά το παραδεδομένο πλέον νεο- αποικιακό πρότυπο των τελευταίων χρόνων. Αυτό ήδη συνέβη στην Ελλάδα με αφορμή τη μεγάλη εισροή προσφύγων και μεταναστών και την ανθρωπιστική κρίση που δημιουργήθηκε: πλέον, κουμάντο κάνει ο ΟΗΕ, υπό την καθοδήγηση του… Σόρος, μυστικές υπηρεσίες δρουν ανεξέλεγκτα στα camps, η Τουρκία συνεχίζει να παίζει τον δουλεμπορικό της ρόλο, συνεπικουρούμενη από μαφίες της Κεντρικής Ασίας, ελληνικά κυκλώματα αισχροκέρδειας αλλά και τη νέα διαπλοκή πολλών ΜΚΟ που αναλαμβάνουν εργολαβίες αλληλεγγύης… υπερτιμολογώντας τις συχνά κάκιστες υπηρεσίες τους. Ήδη, δηλαδή, η χώρα μας τείνει να πάρει τον δρόμο μιας αποσύνθεσης αλά Βαλκανικά, όπως συνέβη στην πρώην Γιουγκοσλαβία κατά τη δεκαετία του 1990. Ο «ανθρωπισμός» τους, επομένως, δεν είναι τόσο άδολος όσο θέλουν να πιστεύουν όσοι άκριτα και αλόγιστα σκοπεύουν να τον υιοθετήσουν με αναφορές στην… προσφυγιά του 1922, την αγάπη του Χριστού για τον «Ξένο», την αλληλεγγύη ή και την αλληλοβοήθεια ως συστατικό στοιχείο μιας προοδευτικής ιδεολογίας. Οι κλαυθμοί και οι οδυρμοί, επομένως, η υστερία, το κυνήγι των εντός κι εκτός εισαγωγικών ρατσιστικών και φασιστικών μαγισσών λειτουργεί προς όφελος αυτής της εκστρατείας· και δευτερευόντως, επειδή ακριβώς όχι μόνο δεν απαντάει αλλά αρνείται τα προβλήματα που ανακύπτουν από τη φιλοξενία των εγκλωβισμένων πληθυσμών, καταλήγει να σπονσοράρει τον πραγματικό φασισμό, τη Χρυσή Αυγή, τη διολίσθηση μερίδας της ελληνικής κοινωνίας σε ρατσιστικά αντανακλαστικά: το παράδειγμα του Αγίου Παντελεήμονα Αχαρνών είναι πρόσφατο και έχει αποδείξει τον πραγματικό αντίκτυπο αυτής της ιδεοληπτικής στάσης απέναντι στο μεταναστευτικό ζήτημα. Θα πρέπει, επομένως, να κάνουμε μια βασική διάκριση, και πάνω σε αυτήν να αναπτύξουμε μια ολόκληρη πολιτική για τους πρόσφυγες και τους μετανάστες που έχουν εγκλωβιστεί στην χώρα μας: Είναι άλλο η φιλοξενία τους, με τους πιο ανθρώπινους όρους και άλλο η εγκατάστασή τους εντός της ελληνικής κοινωνίας. Το πρώτο, όντως, είναι υποχρέωση της ελληνικής πολιτείας και κοινωνίας – ταυτόχρονα με μια πολιτική που θα αποτρέψει να εξαπλωθούν και πάλι φαινόμενα Ειδομένης στον ελληνικό χώρο, με τα προβλήματα που τα συνοδεύουν. Το δεύτερο είναι μεθόδευση υπονόμευσης της ίδιας της χώρας και της φυσιογνωμίας της ελληνικής κοινωνίας, και πρέπει να αποφευχθεί πάση θυσία.
Η διάκριση αυτή ορίζει και ποια πολιτική αντιμετώπισης των εγκλωβισμένων προσφυγικών και μεταναστευτικών πληθυσμών θα πρέπει να ακολουθήσουμε: Όλοι οι πόροι, που τεχνηέντως διοχετεύονται από τα ξένα κέντρα στην προοπτική μόνιμης εγκατάστασης αυτών των ανθρώπων στην χώρα μας, θα πρέπει να ανακατευθυνθούν στη δημιουργία ολοκληρωμένων δομών προσωρινής φιλοξενίας, στις οποίες θα συγκεντρωθούν όλοι οι πρόσφυγες και μετανάστες. Δομών που να παρέχουν τις αναγκαίες εκπαιδευτικές και ιατροφαρμακευτικές υπηρεσίες και να διασφαλίζουν την αξιοπρεπή διαμονή αυτών των ανθρώπων για όσο χρειαστεί μέχρι να καταλαγιάσει ο πόλεμος στην Συρία, ή να βρεθεί μια δίκαιη διεθνής λύση για το πρόβλημά τους.

Με λίγα λόγια, θα πρέπει να απορρίψουμε την επιλογή της μόνιμης εγκατάστασης, ψύχραιμα και συντεταγμένα, επειδή ακριβώς θέλουμε να διαφυλάξουμε το –ήδη υπονομευμένο μέσα στις συνθήκες της κρίσης– επίπεδο ανεξαρτησίας της χώρας, εκδημοκρατισμού της κοινωνίας, προσωπικών ελευθεριών. Αντίθετα, πρέπει να σπεύσουμε σε μια ολοκληρωμένη πολιτική φιλοξενίας, διότι, πέραν της αναγκαιότητας να οργανωθεί η παρουσία των εγκλωβισμένων στη χώρα μας, αναγνωρίζουμε ότι η αλληλεγγύη και η ανθρωπιά είναι συστατικό στοιχείο της κοινωνίας μας και του πολιτισμού μας. Και δεν επιθυμούμε να το απολέσουμε.
Αυτή δεν είναι η δικαιότερη και σωστότερη πολιτικά λύση «μόνον» για το Ωραιόκαστρο. Πρέπει να καταστεί πανεθνική πολιτική για το μεταναστευτικό ζήτημα σε ολόκληρη την Ελλάδα. Για να αποφύγουμε την πολιτική και κοινωνική μηχανική που προσβλέπει στην αποδόμηση της κοινωνίας μας· και για να μην στρέφεται ο ανθρωπισμός εναντίον… του ελληνικού λαού και του μέλλοντός του.



https://www.facebook.com/koumstav/posts/1529280157097851

Wednesday, September 21, 2016

Τραγούδι του προφήτη Ιωνά


Στην πόλη Γηθ ή Ναζαρέτ, τον όγδοο αιώνα,
εκεί που σήμερα γυρνά το μάτι του κυκλώνα,
γεννήθηκε ο Ιωνάς, όνομα που σημαίνει
το περιστέρι. Ο Θεός εντέλλει να πηγαίνει
στη Νινευί, πρωτεύουσα του τότε βασιλείου
των Ασσυρίων. Μα αυτός, αντί για κει, σε πλοίου
πηγαίνει το κατάστρωμα να πάει Ισπανία
"Το ξέρω πως θα κλάψουνε, που τόση αμαρτία
έχει χορτάσει η Νηνευή και θα μετανοήσει,
και ξέρω ότι κι ο Θεός αυτούς θα συγχωρήσει.
Γι' αυτό κι εγώ δεν πρόκειται εκεί να τους κηρύξω
Τα ίδια και χειρότερα θα γίνουν και θα φρίξω
λίγο καιρό αργότερα, όταν θα τα ξεχάσουν.
Αν ο Θεός δεν τιμωρεί, εμένα θα με χάσουν"
Αυτά λοιπόν, ο Ιωνάς, λέει, και στο καράβι
μπαίνει, κι αυτό ξανοίγεται. "Γλύτωσα, κι ας ανάβει
τώρα φωτιά στη Νηνευί" μονολογεί και λέει
Πέφτει, λοιπόν, να κοιμηθεί, κι ενώ το πλοίο πλέει,
πιάνει φουρτούνα, χαλασμός, τα κύματα θηρία
αφού πολύ το ήθελε από την αμαρτία
ο Κύριος την πόλη του μ' αγάπη να τη σώσει
Μυαλό δεν είχε ο Ιωνάς, είχε ο Θεός. Θα δώσει
να βάλουν κλήρο για να δουν ποιος από όλους φταίει
Τρέχουν ξυπνούν τον Ιωνά. Τι έγινε; Τους λέει
Φταίχτη, ο κλήρος σ' έβγαλε. Αυτός καταλαβαίνει
Μία φωνούλα μέσα του, τού λέει τι συμβαίνει
Κάποιοι τη λεν συνείδηση, -ο μέγας δικαστής μας-
"Σε ρίχνουμε στη θάλασσά, είν' η απόφασή μας"
Τον ρίχνουν τότε στο νερό κι η θάλασσα μερώνει
Κήτος πελώριο έρχεται και τον κοντοζυγώνει
Τον καταπίνει, στην κοιλιά τρεις μέρες τον κρατάει
Ο Ιωνάς προσεύχεται κι ο νους του δε ρωτάει
τι θα συμβεί, τι μέλλεται και ο Θεός τι θέλει
Τώρα τον εμπιστεύεται, τίποτα δεν τον μέλλει
Την τρίτη μέρα τον ξερνά, έξω απ' την Παλαιστίνη,
το κήτος, τον προφήτη μας, κι αυτός σκηνή δε στήνει
Τρέχει ευθύς στη Νηνευί, κηρύττει τη μέτανοια
και μετανιώνουν όλοι τους. Σκουπίζουν στα φουστάνια
τα δάκρυά τους τα πικρά, νηστεύουνε τρεις μέρες
άνθρωποι και τα ζώα τους που ζουν κει στις ξέρες
Και έφυγε ο Ιωνάς σ' ερημικό τοπίο
Κάθισε και περίμενε να δει το τι. Το οποίο
σημαίνει: όταν ο Θεός συγχώρεσέ τους όλους,
πολύ στεναχωρέθηκε ο Ιωνάς. Τους θόλους
του ουρανού δεν κοίταζε. Είχε καημό μεγάλο
"Τι να σε κάνω, Ιωνά, που σ' ααγαώ; Τι άλλο;"
είπε ο Θεός κι ανέστησε κολοκυθιά σιμά του
να τον Φυλά απ' τον βοριά κι από την αντηλιά του
Ξύπνησε. Πόσο χάρηκε, δε λέγεται να πούμε
Μείγμα είναι ο άνθρωπος, γι' αυτό τον συγχωρούμε
Ένα σκουλήκι έρχεται, το κολοκύθι τρώει
ξεραίνετ' η κολοκυθιά, μα αυτό τον κατατρώει
απ' την αρχή τον Ιωνά. Λύπη θα του προσθέσει
Έτσι αυξάνετ' η ψυχή ωσότου να χωρέσει
τον Κύριο της, για δα αλλιώς, μικρή αν μείνει, πάει. 
Χωράει μόνο το κακό, κανέναν δε σχωρνάει.
"Εσύ, για μια κολοκυθιά, λυπήθηκες πια τόσο
και ούτε καν την φύτεψες. Για πες μου, εγώ πόσο,
ανθρώπους που τους έπλασα και αριθμούν μυριάδες
μαζί και με τα ζώα τους που 'ναι πόσες χιλιάδες
να λυπηθώ θα έπρεπε; Τώρα καταλαβαίνεις;"
είπε ο Θεός στον Ιωνά. "Κύριε, θα λαβαίνεις
μονάχα τη συγνώμη μου. Τώρα λέω να πάω  
στο Ισραήλ. Κηρύττοντας εκεί πια να γερνάω"
Συνέχισε ο Ιωνάς μέχρι τα γηρατειά του
Τον σπλαχνικό του Κύριο, είχε πάντα κοντά του.

   
Εμπνευσμένο από το Φθινοπωρινό Συναξάρι του Αρχιμανδρίτη Ανανία Κουστένη, τόμος Α ΄, Ακτή, Λευκωσία 2008 


Tuesday, September 20, 2016

«Παράδεισος και κόλαση» παραμύθι του Πάουλο Κοέλο



Ένας άνδρας, το άλογο και ο σκύλος του περπατούσαν σε ένα δάσος. Καθώς περνούσαν κάτω από ένα δένδρο έπεσε ένας κεραυνός και τους έκανε στάχτη! Όμως ο άνδρας δεν κατάλαβε ότι είχε εγκαταλείψει αυτόν τον κόσμο και συνέχισε την πορεία του με τα δύο του ζώα. Κάποιες φορές περνάει κάποιος χρόνος μέχρι να συνειδητοποιήσουν οι νεκροί την καινούργια κατάσταση. Ο δρόμος ήταν πολύ μακρύς και ανέβαιναν σε ένα λόφο. Ο ήλιος ήταν πολύ δυνατός και αυτοί ίδρωναν και διψούσαν. Σε μια στροφή του δρόμου είδαν μια πανέμορφη μαρμάρινη πύλη, που οδηγούσε σε μια πλατεία στρωμένη με πλάκες από χρυσάφι. Ο διαβάτης κατευθύνθηκε προς τον άνθρωπο που φύλαγε την είσοδο.

- «Καλημέρα».

- «Καλημέρα», απάντησε ο φύλακας.

- «Πώς λέγεται αυτό το τόσο όμορφο μέρος;».

- «Αυτός είναι ο παράδεισος».

- «Τι καλά που φτάσαμε στον παράδεισο, γιατί διψάμε».

- «Μπορείτε, κύριε, να μπείτε και να πιείτε όσο νερό θέλετε», είπε ο φύλακας και του έδειξε την πηγή.

- «Το άλογο και ο σκύλος μου διψούν επίσης».

- «Λυπάμαι πολύ», είπε ο φύλακας, «αλλά εδώ απαγορεύεται η είσοδος στα ζώα».



Ο άνδρας αρνήθηκε με μεγάλη δυσκολία, μια και διψούσε πολύ, αλλά δεν ήθελε να πιει μόνο αυτός. Ευχαρίστησε τον φύλακα και συνέχισε την πορεία του.

Αφού περπάτησαν για αρκετή ώρα στην ανηφοριά, εξαντλημένοι πλέον και οι τρεις έφτασαν σε ένα άλλο μέρος, η είσοδος του οποίου ξεχώριζε από μια παλιά πόρτα περικυκλωμένη από δέντρα. Στη σκιά ενός δέντρου καθόταν ένας άνδρας και είχε το κεφάλι του καλυμμένο με ένα καπέλο. Μάλλον κοιμόταν.

- «Καλημέρα», είπε ο διαβάτης. Ο άνδρας έγνεψε ως απάντηση με το κεφάλι του.

- «Διψάμε πολύ το άλογό μου, ο σκύλος μου κι εγώ».

- «Υπάρχει πηγή ανάμεσα σε εκείνα τα βράχια», είπε ο άνδρας δείχνοντας το μέρος. Μπορείτε να πιείτε όσο νερό θέλετε.



Ο άνδρας, το άλογο και ο σκύλος του πήγαν στην πηγή και έσβησαν τη δίψα τους. Ο διαβάτης γύρισε πίσω να ευχαριστήσει τον άνδρα.

- «Μπορείτε να ξανάρθετε όποτε θέλετε», του απάντησε εκείνος.

- «Επί τη ευκαιρία, πώς ονομάζεται αυτό το μέρος;», ρώτησε ο άνδρας.

- «Παράδεισος».

- «Παράδεισος; Μα ο φύλακας της μαρμάρινης εισόδου μού είπε ότι εκείνο το μέρος ήταν ο παράδεισος».

- «Εκείνο δεν ήταν ο παράδεισος, αλλά η κόλαση», απάντησε ο φύλακας. Ο διαβάτης έμεινε σαστισμένος.

- «Θα έπρεπε να τους απαγορεύσετε να χρησιμοποιούν το όνομά σας. Αυτή η λάθος πληροφορία μπορεί να προξενήσει μεγάλο μπέρδεμα», είπε ο διαβάτης.

- «Σε καμία περίπτωση», αντέτεινε ο άνδρας, «στην πραγματικότητα μας κάνουν μεγάλη χάρη, διότι εκεί παραμένουν όλοι όσοι είναι ικανοί να εγκαταλείψουν τους καλύτερους φίλους τους!»



Πάουλο Κέλο, Ο διάβολος και η δεσποινίδα Πριμ, Λιβάνης, Αθήνα 2001]

Monday, September 19, 2016

Η θάλασσα η μεγάλη και ευρύχωρος - Καλή βδομάδα!


Εσύ που είσαι η μεγάλη και ευρύχωρος 
η πολυπόθητη εσύ και μυριαγαπημένη
θάλασσα, πες μου, σε παρακαλώ, 
η περισσή σου χάρη είναι απ' το νερό;
Είναι απ' τον πλούτο που στα σπλάχνα σου φυλάττεις
ή από των ταξιδευτών το όνειρο που σεργιανάς;
Γιατί είσαι η μόνη αξιέραστος 
αιώνων και απανταχού της γης ανθρώπων;

Επί τη εορτή Σοφίας, Πίστεως, Αγάπης και Ελπίδος
ώρα ωσεί ογδόη εσπερινή 
κι ενώ ο ουρανός καθρεφτιζόταν στην υδάτινη μητέρα 
η μεγάλη και ευρύχωρος, απάντησε:
Όλες οι υποθέσεις σου ορθές
σαν τις προφάσεις της ζωής σου
Όμως το μυστικό μου μόλις στο φανέρωσα
όπως το φτου ξελεφτερία των παιδιών
που παίζουνε κρυφτό στις φτωχικές αλάνες
Είμαι καθρέφτης του ουρανού ως αξιέραστος
Αιώνες κι άνθρωποι με λάτρεψαν
γιατί βαθιά, πολύ βαθιά κι ειλικρινά
τον ουρανό ποθούσαν κι ας μην το 'ξεραν
Δεν ήμουνα εγώ και το νερό μου
Δεν ήμουν ούτε εγώ και ο πυθμένας μου
Ούτε ήμουν εγώ κι οι ταξιδιώτες
Μόνο ο ουρανός ήμουν ολάκερη
Γι' αυτόν, τοις πάσι έγινα τα πάντα. 

Κύριε, είπα τότε εγώ, 
δίδαξόν με τα δικά Σου δικαιώματά 
-όχι τα δικά μου
Απόρησα τελειώνοντας τα λόγια μου 
Γιατί μιλούσα στον Θεό
αφού συνομιλούσα με τη θάλασσα;
Τότε την είδα σ' όλο της το μεγαλείο
Σε αφτί του Υψίστου είχε μεταμορφωθεί.

Και πώς να σε χωρέσω θάλασσα, τη ρώτησα.
Θεέ μου, πες μου, πώς να σ' αγκαλιάσω;

Όταν τα δάκρυά σου γίνουν θάλασσα
απάντησε, σε στόμα τώρα μεταμορφωμένη,  
και η καρδιά σου από αγάπη για τον κόσμο
στα σημεία του ορίζοντα σκορπίσει,
θα ελεηθείς
Είναι αρκετό, αν θέλεις πράγματι να με χωρέσεις,
είπε, και το στόμα έγινε αίφνης πάλι θάλασσα
Η θάλασσα η μεγάλη και ευρύχωρος



Sunday, September 18, 2016

Κυριακὴ μετὰ τὴν Ὓψωσιν

Αποτέλεσμα εικόνας για κυριακη μετα την υψωσιν

(Μάρκ. 8,34-9,1)

Εἶπεν ὁ Κύριος· 
34. ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι. 
35. ὃς γὰρ ἂν θέλῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν· ὃς δ’ ἂν ἀπολέσει τὴν ἑαυτοῦ ψυχὴν ἕνεκεν ἐμοῦ καὶ τοῦ εὐαγγελίου, οὗτος σώσει αὐτήν.
36. τί γὰρ ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ; 
37. ἢ τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ; 
38. ὃς γὰρ ἐὰν ἐπαισχυνθῇ με καὶ τοὺς ἐμοὺς λόγους ἐν τῇ γενεᾷ ταύτῃ τῇ μοιχαλίδι καὶ ἁμαρτωλῷ, καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπαισχυνθήσεται αὐτὸν ὅταν ἔλθῃ ἐν τῇ δόξῃ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ μετὰ τῶν ἀγγέλων τῶν ἁγίων.
1. Καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι εἰσί τινες τῶν ὧδε ἑστηκότων, οἵτινες οὐ μὴ γεύσωνται θανάτου ἕως ἂν ἴδωσι τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ ἐληλυθυῖαν ἐν δυνάμει.





Friday, September 16, 2016

Τραγούδι της Αγίας Ευφημίας


Κόρη πανώρια, ξακουστή σ' όλη την Χαλκηδόνα
η Ευφημία ήτανε, στα χρόνια ηγεμόνα
που ως διώκτης έμεινε μέσα στην ιστορία, 
των χριστιανών, και αύξησε μαρτύρων τη χορεία,
αυτού που Διοκλητιανός καλούνταν και ποθούσε
να εξολοθρεύσει τους πστούς της εποχής που ζούσε
Τις διαταγές του βασιλιά, ο διοικητής του τόπου
τις εφαρμόζει και ζητά να φέρουν κι αυτήν όπου
κάποιοι την καταγγείλανε πως χριστιανή λογιέται
Παθαίνει μπρος στα κάλλη της, απ' έρωτα χτυπιέται
Την κολακεύει μάταια. Πού αλλαγής τα ίχνη;
Ένα καμίνι στη φωτιά πυρώνει και τη ρίχνει. 
Με το σημείο του Σταυρού, η Ευφημία μπαίνει
Ακέραια, αλώβητη, σε λίγο ξαναβγαίνει
Σαν τον Άη Γιώργη, σε τροχό πηγαίνουν να τη δέσουν
Το πάγκαλο το σώμα της θέλουν, αν το μπορέσουν,
κομμάτια να το κάνουνε για να φχαριστηθούνε
Τ' όργανο διαλύεται κι εκείνοι απορούνε
"Ποια είναι τούτη η δύναμη που δεν την πολεμούμε;"
Στο θηριοτροφείο τους αμέσως την πηγαίνουν
μα τα θηρία τη φιλούν κι όλα κοντά της μένουν 
Χαϊδεύουνε τα χέρια της, τα πόδια προσκυνούνε
Λιοντάρια γίνονται αρνιά και τίγρεις ημερούνε
Σαν τον Δανιήλ που έριξαν στον λάκκο των λεόντων
κι η Ευφημία γίνεται βοσκός άγριων όντων
Οι χριστιανοί οι θεατές υμνούν, δοξολογούνε
Οι ειδωλολάτρες έκπληκτοι, ναι, θα ξεκλειδωθούνε  
"Μα ειναι Μέγας ο Θεός" λένε, "της Ευφημίας
και του Χριστού το όνομα, άξιο κάθε μνείας!"
"Φέρτε και την αρκούδα μας" ο διοικητής προστάζει
"αυτή 'ναι η ελπίδα μου" λέει σαν να διστάζει
Το ζώο κοντοστέκεται βλέποντας την αγία
Εκείνη "σε παρακαλώ" λέει μ' ευαισθησία,
"έλα αμέσως να με φας, να πάω στον Χριστό μου,
μη μ' αρνηθείς τη χάρητα. Είναι το όνειρό μου"
Αυτο ζητάει η ψυχή που 'ναι ερωτευμένη
με τον Νυμφίο τ' ουρανού όπου την περιμένει
Και η αρκούδα τάχατες κάνει πως θα την φάει
και η ψυχή βγάζει φτερά κι ολόλευκη πετάει
Το λείψανό της άφθαρτο ως τώρα παραμένει
και το Πατριαρχείο μας για σπίτι έχει.  Μένει
εκεί στην Πόλη και παντού και κάποτε προστρέχει
σε όποιον τη χρειάζεται και σαν βροχούλα βρέχει
όλη τη χάρη τ' ουρανού, όπως πριν λίγα χρόνια
στον όσιο Παίσιο μες στων καιρών τα χιόνια
πήγε και του 'πε: "γέροντα, αν γνώριζα τη χάρη
του παραδείσου εν ζωή, δε θα 'λεγα να πάρει
γρήγορα την ψυχούλα μου ο Κύρης και Θεός μου,
μα βάσανα κι άλλα πολλά θα του 'λεγα Συ δωσ' μου
Γιατί δε βασανίστηκα πολύ ώστε ν' αξίζω
τόσα πλούτη στον κήπο Του που αιώνες πια γυρίζω. 

  
Εμπνευσμένο από το Φθινοπωρινό Συναξάρι του Αρχιμανδρίτη Ανανία Κουστένη, τόμος Α ΄, Ακτή, Λευκωσία 2008 

Thursday, September 15, 2016

Ἑορτὴ τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ - Μητρ. Σερβίων καὶ Κοζάνης κυρὸςΔιονύσιος

Ἡ ἑορτὴ τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ μᾶς ὁρίζει τὸ περιεχόμενο τοῦ λόγου. Ἀλλὰ τὸ πιὸ δύσκολο πάντα, καὶ μάλιστα στὸν καιρό μας, εἶναι νὰ ὁμιλήση κανεὶς γιὰ τὸ σταυρό.
Ὄχι γιὰ κάθε σταυρό, γιατὶ ὑπάρχουν πολλοὶ σταυροὶ στὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ γιὰ τὸ Σταυρὸ τοῦ Κυρίου. Γιατὶ ὁ Σταυρὸς τοῦ Κυρίου εἶναι χρέος, εἶναι ἀπάρνηση ἑαυτοῦ καὶ θυσία. Μὰ εἶναι ἀλήθεια πὼς οἱ ἄνθρωποι σήμερα μόνο γιὰ τέτοια πράγματα δὲν θέλουν νὰ ἀκούσουν. Στὸν καιρό μας ὅλοι ἔμαθαν νὰ ὁμιλοῦν γιὰ τὰ δικαιώματά τους καὶ ξέχασαν ὁλωσδιόλου αὐτὸ ποὺ λέγεται χρέος. Δὲν θέλουν οἱ ἄνθρωποι νὰ ἀνήκουν σὲ κανέναν παρὰ μόνο ὁ καθένας στὸν ἑαυτό του. Γιατὶ τὸ χρέος εἶναι νὰ βγαίνης ἀπὸ τὸν ἑαυτό σου, ἀπ’ ὅ,τι ἀφορᾶ ἀποκλειστικὰ σὲ σένα καὶ νὰ προσφέρεται στὸν ἄλλο, νὰ ἀγαπᾶς τὸν πλησίον σου σὰν τὸν ἑαυτό σου, καθὼς εἶναι ἡ ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι συμβαίνει, ἐνῷ ὅλοι ὁμιλοῦν γιὰ κάποια κοινωνία καὶ γιὰ κοινωνικὲς σχέσεις τῶν ἀνθρώπων, ὅμως κοινωνικοὶ δεσμοὶ δὲν ὑπάρχουν. Ὁ καθένας εἶναι κλεισμένος στὸν ἑαυτό του καὶ ἀμύνεται γιὰ τὰ δικαιώματά του⋅ἀκόμα καὶ οἱ σύζυγοι, ὅταν οἱ γυναῖκες ὁμιλοῦν γιὰ ἐξίσωση, ἀκόμα καὶ τὰ παιδιὰ μέσα στὸ σπίτι, ὅταν κι αὐτὰ ἔμαθαν σὲ κάθε συμβουλὴ τῶν γονέων τους νὰ προβάλλουν τὴ διαμαρτυρία τῆς καταπίεσης.

Δὲν βοηθάει λοιπὸν τὸ κλίμα γιὰ νὰ ὁμιλήσουμε σήμερα γιὰ τὸ Σταυρὸ τοῦ Κυρίου, ποὺ εἶναι τὸ ὄργανο τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου, τὸ σημεῖο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ κι ὁ «σύνδεσμος τῆς τελειότητος»(1) μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων. Πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους σήμερα μπορεῖ νὰ εἶναι σταυροφόροι, νὰ φαίνωνται καὶ νὰ λέγωνται χριστιανοί, μὰ πολὺ λίγοι δέχονται νὰ εἶναι σταυρωμένοι. Γιατὶ χριστιανὸς θὰ πῆ σταυρωμένος ἄνθρωπος μαζὶ μὲ τὸν Ἰησοῦ Χριστό, ἔτσι καθὼς τὸ ζοῦσε καὶ τὸ ἔγραφε ὁ ἀπόστολος Παῦλος· «Χριστῷ συνεσταύρωμαι...»2. Χριστιανὸς εἶναι ὁ ἄνθρωπος, ποὺ ζῆ μὲ τὴν προσδοκία τῆς Ἀνάστασης καὶ πορεύεται πρὸς τὴν Ἀνάσταση, σηκώνοντας τὸ Σταυρό του, μὲ τὴ βαθειὰ πίστη πὼς ἡ Ἀνάσταση ἔρχεται μόνο μετὰ τὸ θάνατο στὸ Σταυρό. Ἀλλὰ βέβαια ὅλα αὐτὰ κινδυνεύουν νὰ εἶναι φιλολογία στὴ σημερινὴ ἑορτή, ὅταν εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νὰ ὁμιλοῦμε γιὰ τὸ Σταυρό. Καὶ δὲν ὑπάρχει, ἀλήθεια, χειρότερο παρὰ τὸ κήρυγμα νὰ καταντᾶ φιλολογία. Γιατὶ τὸ κήρυγμα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι πάντα ὁμολογία τῆς πίστεως, λόγος ἐμπράγματος «ἐν εἰλικρινείᾳ συνειδήσεως»3. Πῶς θὰ μποροῦσαν νὰ μᾶς πιστέψουν οἱ ἄνθρωποι ὅτι, ὅταν κηρύττωμε τὸ λόγο, ὁμιλοῦμε «ἐκ τοῦ περισσεύματος τῆς καρδίας»4; Ὅσο λιγώτερο ρητορεύομε, ὅσο λιγώτερο παραθέτομε λογικὲς ἀποδείξεις καὶ διαλεκτικὰ ἐπιχειρήματα. Ἡ ρητορεία καὶ ἡ διαλεκτικὴ εἶναι ὁ χειρότερος τρόπος τοῦ κηρύγματος, γιατὶ ὁ Θεὸς δὲν θέλει δικηγόρους τῆς ἀλήθειας, ἀλλὰ ὁμολογητές· οἱ ὁμολογητὲς σηκώνουν τὸ σταυρό τους καὶ σιωποῦν. Ἡ σημερινὴ ἑορτὴ εἶναι μιὰ ἑορτὴ χαρμόσυνη μαζὶ καὶ πένθιμη· μιὰ ἡμέρα σὰν τὴ Μεγ. Παρασκευή, ὅπου οἱ χριστιανοὶ ἑορτάζομε τὴ νίκη τοῦ Σταυροῦ, μὰ καὶ πενθοῦμε καὶ νηστεύομε στὴ μνήμη, ὅτι οἱ ἄνθρωποι διέπραξαν τὸ μεγάλο καὶ ἀνήκουστο ἔγκλημα, νὰ καταδικάσουν σὲ θάνατο καὶ νὰ σταυρώσουν τὸ Θεό. Ὁ σταυρικὸς θάνατος τοῦ Κυρίου εἶναι τὸ ἀκρότατο σημεῖο καὶ τὸ ἀνερμήνευτο μυστήριο τῆς οἰκονομίας τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Ἀπὸ τὴν ἡμέρα ποὺ γεννήθηκε, ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς πορεύεται γιὰ νὰ φτάση στὸ Σταυρὸ καὶ γιὰ νὰ πέραση ἀπὸ τὸ σταυρὸ στὴν Ἀνάσταση. Καὶ ὁμιλεῖ γιὰ ἕνα σταυρό, ποὺ πρέπει νὰ σηκώση κάθε δικός του, ἂν θέλη στ’ ἀλήθεια νὰ ἀκολουθῆ στὰ ἴχνη τὰ δικά του.
Μὰ εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νὰ ρωτήσουμε. Ποῦ συναντᾶται τὸ Εὐαγγέλιο μὲ τὴ νοοτροπία τῶν ἀνθρώπων τοῦ καιροῦ μας; Πῶς ἀκούει ὁ κόσμος σήμερα, ἐμεῖς οἱ χριστιανοὶ πῶς ἀκοῦμε τὸ κήρυγμα τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὴν αὐταπάρνηση καὶ τὴν ὁμολογία τοῦ Σταυροῦ; Δὲν προέχει, ἀλλὰ καὶ δὲν μᾶς μένει ἄλλο παρὰ νὰ προσευχώμαστε⋅σὲ κείνους ποὺ πιστεύουν νὰ δίνη ὁ Θεὸς ὑπομονή, καὶ κείνους ποὺ χάνονται στὴ θάλασσα τοῦ κόσμου νὰ τοὺς ὁδηγήση γιὰ νὰ βροῦν τὴ σωτηρία τους μέσα στὴν Ἐκκλησία.
Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς δὲν θέλησε ποτὲ νὰ ξεγελάση ἢ νὰ βιάση τοὺς ἀνθρώπους, γιὰ νὰ κάμη ὀπαδούς. Τοὺς καλεῖ ὅλους καὶ τὸν ἀκολουθεῖ ὅποιος θέλει⋅ὅποιος εἶν’ ἕτοιμος νὰ σηκώση τὸ Σταυρό του καὶ νὰ σταυρωθῆ μαζί του. Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς δὲν ἐνδιαφέρεται γιὰ ὀπαδούς, ἀλλὰ θέλει πιστούς, κι ἂς εἶναι καὶ λίγοι. Οἱ ὀπαδοὶ εἶναι νὰ φωνάζουν στὸ δρόμο, οἱ πιστοὶ σηκώνουν τὸ σταυρό τους καὶ σιωποῦν.

Ἀλλὰ πῶς μποροῦμε τὸ κήρυγμα τοῦ Σταυροῦ νὰ τὸ ὡραιοποιήσουμε καὶ νὰ τὸ κάμωμε προσιτό; Ὄχι βέβαια μὲ τὴ ρητορεία οὔτε μὲ τὴ διαλεκτική. Ὁ Σταυρὸς εἶναι Σταυρὸς κι ὁ σταυρικὸς θάνατος τοῦ Χριστοῦ παραμένει γιὰ τὸ λογισμὸ τοῦ ἀνθρώπου ἄλυτο μυστήριο καὶ ἀνερμήνευτο θαῦμα. Μόνο μὲ τὴν πίστη μποροῦμε νὰ πλησιάσουμε τὸ μυστήριο τοῦ Σταυροῦ, κι εἶναι ἀξιομνημόνευτα ἐδῶ τὰ λόγια τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου: «Ὅτανλέγει,τὸ τοῦ λόγου δυνατὸν προβαλλώμεθα, τὸ πιστεύειν ἀφέντες, καὶ τὸ τοῦ Πνεύματος ἀξιόπιστον ταῖς συζητήσεσι λύσωμεν, εἶτα ἡττηθῇ τοῦ μεγέθους τῶν πραγμάτων ὁ λόγος, ἡττηθήσεται δὲ πάντως, ἀπὸ ἀσθενοῦς ὀργάνου τῆς ἡμετέρας διανοίας ὁρμώμενος⋅τί γίνεται; Τὸ ἀσθενὲς τοῦ λόγου τοῦ μυστηρίου φαίνεταικαὶ οὔτε κένωσις τοῦ σταυροῦ τὸ τοῦ λόγου κομψὸν ἀναδείκνυται... ἡ γὰρ πίστις τοῦ καθ’ ἡμᾶς λόγου πλήρωσις»5. Ἀνάγκη πάσα νὰ μεταφέρωμε στὴ γλώσσα μας τὰ βαρυσήμαντα αὐτὰ λόγια τοῦ ἁγίου Γρηγορίου, ποὺ ἰσχύουν γιὰ κάθε περίπτωση, ποὺ τολμᾶμε νὰ ἑρμηνέψουμε τὰ μυστήρια τοῦ Θεοῦ.

Ὅταν, λέγει, ἀφήνωμε τὴν πίστη καὶ προτάσσουμε τὴ δύναμη τοῦ λόγου, καὶ μὲ τὴ διαλεκτικὴ καταργήσουμε τὴν ἀξιοπιστία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, κι ὕστερα ἡττηθῆ ὁ λόγος, ἀπὸ τὸ μέγεθος τῶν πραγμάτων, καὶ θὰ ἡττηθῆ ὁπωσδήποτε, ὅταν ξεκινάη καὶ βασίζεται στὸ ἀδύνατο ὄργανο τῆς λογικῆς μας, τότε τί γίνεται; Ἡ ἀδυναμία τοῦ λόγου φαίνεται ἀδυναμία τοῦ μυστηρίου, κι ἔτσι ἡ τέχνη τοῦ λόγου γίνεται αἰτία νὰ χάση τὴν ἀξία του καὶ τὸ θεῖο περιεχόμενό του ὁ σταυρός. Γιατὶ ἡ πίστη εἶναι ποὺ συμπληρώνει καὶ στηρίζει τὸν ἀνθρώπινο λόγο. Αὐτὸ καὶ μένα σήμερα μὲ φέρνει σὲ πολὺ δύσκολη θέση. Δὲν εἶμαι σίγουρος κι ἐγὼ ποὺ σᾶς ὁμιλῶ πόσο πιστεύω, καὶ δὲν ξέρω καὶ σεῖς ποὺ μὲ ἀκοῦτε πόσο πιστεύετε. Πῶς λοιπὸν νὰ σᾶς πῶ καὶ πῶς νὰ σᾶς πείσω πὼς κι ἐγὼ σηκώνω τὸ σταυρό μου; Πῶς νὰ σᾶς ἐξηγήσω τὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ; Καὶ πῶς τὸ λόγο σήμερα γιὰ τὸ Σταυρὸ νὰ τὸν κάμω καλοδεχούμενο;

Ὅσο κι ἂν ὀμορφήνωμε ρητορικὰ τὸ λόγο καὶ τὸν στηρίξουμε διαλεκτικά, ὁ Σταυρὸς παραμένει τὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ καὶ τὸ δράμα τὸ δικό μας, τὸ ματωμένο ξύλο, τὸ θανατικὸ ὄργανο, τὸ σύμβολο τοῦ χρέους, τῆς αὐταπάρνησης καὶ τῆς θυσίας. Δὲν κερδίζω τίποτε καὶ δὲν κερδίζομε ὅλοι μας νὰ θέλωμε νὰ παρουσιάσουμε τὸ κήρυγμα τοῦ Σταυροῦ γιὰ εὔκολο πράγμα. Τὸ πιὸ προσωπικὰ ὑπεύθυνο καὶ ἡ πιὸ ἀξιόπιστη μαρτυρία τῆς πίστεως εἶναι νὰ σηκώνης μὲ συνέπεια τὸ σταυρό σου καὶ νὰ πεθαίνης γιὰ τὸ Χριστὸ καὶ τὸ Εὐαγγέλιο⋅«ἕνεκεν ἐμοῦ καὶ τοῦ εὐαγγελίου»6Νὰ πεθαίνης, ὄχι γιὰ νὰ ὠφεληθῆ ὁ Χριστός, ἀλλὰ γιὰ νὰ ζήσης ἐσύ. Αὐτὴ εἶναι ἄλλη μιὰ διαφορὰ μεταξὺ τοῦ ὀπαδοῦ καὶ τοῦ πιστοῦ. Ὁ ὀπαδὸς φωνάζει καὶ σκοτώνεται γιὰ κάποια ἰδεολογία καὶ γιὰ τὸν ἀθέατο ἀρχηγό του⋅ὁ πιστὸς σηκώνει τὸ σταυρό του κι ἀκολουθεῖ τὸ Χριστὸ γιὰ τὴ σωτηρία του. Γιατὶ εἶναι ἀλήθεια ὅτι «οὐκ ἔστιν ἐν ἄλλῳ οὐδενὶ ἡ σωτηρία...»(7).

Ἐπιθυμῶ νὰ κλείσω τὴ σημερινὴ ὁμιλία μὲ τὰ λόγια τοῦ ἀποστόλου Παύλου: «Ἐμοὶ δὲ μὴ γένοιτο καυχᾶσθαι εἰ μὴ ἐν τῷ σταυρῷ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, δι’ οὗ ἐμοὶ κόσμος ἐσταύρωται κἀγῶ τῷ κόσμῳ»8· ἐγὼ νὰ μὴ γίνει ποτὲ νὰ καυχηθῶ παρὰ μόνο γιὰ τὸ σταυρὸ τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ⋅μὲ τὴ δύναμη τοῦ σταυροῦ, γιὰ μένα ὁ κόσμος εἶναι σταυρωμένος κι ἐγὼ εἶμαι σταυρωμένος γιὰ τὸν κόσμο. Αὐτὸ τὸ τελευταῖο θὰ πῆ πὼς ὁ κόσμος γιὰ μένα δὲν ὑπάρχει κι ἐγὼ δὲν ὑπάρχω γιὰ τὸν κόσμο. Αὐτὰ εἶναι λόγια καὶ μαρτυρία, ποὺ δὲν τὴ δίνει ὁ καθένας.
Μὰ ὁ Παῦλος εἶναι ὁ ἄνθρωπος κι ὁ Ἀπόστολος μὲ τὸ ρωμαλέο φρόνημα, ποὺ δὲν γελιέται μήτε πάει νὰ ξεγελάση τοὺς ἄλλους. Τὰ λόγια του εἶναι λόγια μιᾶς ἀπόλυτης εἰλικρίνειας, ποὺ τὴν ἔχουν μόνο οἱ ἀληθινοὶ πνευματικοὶ ἀρχηγοί⋅εἶναι λόγια μιᾶς ἠθικῆς συνέπειας, ποὺ εἶναι τὸ γνώρισμα τῶν ἀληθινὰ τίμιων ἀνθρώπων⋅εἶναι λόγια καὶ μαρτυρία ὅσων, ποὺ ζοῦν καὶ ἀναπνέουν στὸ ζωογόνο πνεῦμα τοῦ Εὐαγγελίου.

Οἱ ἅγιοι τοῦ Θεοῦ μὲ τὴν εἰλικρίνεια καὶ τὴν συνέπεια αὐτή, ὅλα σὲ ὅσα οἱ ἄλλοι σκαλώνουν, «εἴτε ἀληθείᾳ εἴτε προφάσει»(9), τὰ ἀφήνουν πίσω κι ἕνα μόνο βλέπουν, τὸ Σταυρὸ τοῦ Κυρίου. Ὁ Σταυρὸς εἶναι τὸ μυστήριο τῆς πίστεως καὶ ἡ δύναμη τῆς Ἐκκλησίας⋅κι οἱ ἀληθινοὶ χριστιανοὶ ἕνα ξέρουν, τὸ Σταυρὸ τοῦ Κυρίου, ποὺ ὁδηγεῖ στὴν Ἀνάσταση καὶ τὴν καινὴ κτίση. Αὐτὴ ἡ «καινὴ κτίσις»(10), ἡ καινούργια δημιουργία, εἶναι ὁ κόσμος τῆς Ἐκκλησίας, ἕνας κόσμος πού, περνώντας ἀπὸ τὴ θλίψη τοῦ Σταυροῦ, καθαίρεται καὶ κάθε μέρα ἀνασταίνεται καὶ μεταμορφώνεται, γιὰ νὰ περάση ἀπὸ τὴ θνητότητα στὴν ἀθανασία κι ἀπὸ τὴ φθορὰ στὴν ἀφθαρσία. Ἀμήν.

Σημειώσεις
(1) Κολ. 3, 14.
(2) Γαλ. 2, 19.
(3) Β΄ Κορ. 1, 12.
(4) Ματθ. 12, 34.
(5) Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγ. 29 (περὶ Υἱοῦ) 21, 6, Barbel.
(6) Μάρκ. 8, 35.
(7) Πράξ. 4, 12.
(8) Γαλ. 6, 13.
(9) Φιλιπ. 1, 18.
(10) Γαλ. 6, 15.

Ἀπὸ τὸ βιβλίο "Ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ", τόμος Α΄, ἐκδ. Ἀποστολικὴ Διακονία. Αναδημοσίευση από την «Πειραϊκή Εκκλησία», τχ. 229, Σεπτέμβριος 2011.
Εικονογράφηση: Μικρογραφία από το Μηνολόγιο Βασιλείου του Β΄.


πηγή ψηφιακού κειμένου: Aντίφωνο






Wednesday, September 14, 2016

Τραγούδι για τον άγιο Πορφύριο τον από μίμων


Είναι γιορτή! Γενέθλια ο βασιλιάς γιορτάζει
Τον μίμο του, Πορφύριο, λοιπόν, τον διατάζει,
μπροστά στους καλεσμένους του, παράσταση να δώσει.
Ο Ιουλιανός που αποζητά πολύ βαθιά να νιώσει
την ευχαρίστηση αυτή που η προσβολή χαρίζει 
διατάζει τον Πορφύριο που γέλιο του χαρρίζει,
να κάνει πως βαπτίζεται. Να γελοιποιήσει,
ο Παραβάτης, σκόπευε, και να εξευτελίσει,
τους χριστιανούς που μίσησε όσο τίποτε άλλο
Υπάκουος ο μίμος του, με τάλαντο μεγάλο,
στην κολυμπήθρα ευθύς βουτά, το γέλιο να προσφέρει
στον βασιλιά και στο κοινό, κάνοντας ό,τι ξέρει
"Τώρα ο δούλος του Θεού, Πορφύριος", φωνάζει
"εις του Πατρός το όνομα, βαπτίζεται", και βγάζει
τα ρούχα του ηθοποιού, βουτά στην κολυμπήθρα
"και στου Υιού το όνομα", κι απ' των ματιών τα ρείθρα
κυλούνε δάκρυα καυτά, "στου Πνεύματος του Αγίου" 
Βουτά και δεύτερη φορά. Την τρίτη πια, του Θείου
Φωτός την επιφοίτηση νιώθει μες στην καρδιά του
Ζητάει ρούχα ολόλευκα, την ταπεινότητά του
να ντύσει με τον καθαρό χιτώνα νιοφωτίστων
"Έγινα τώρα χριστιανός! Βουλές των αντιχρίστων
εγώ δε συμμερίζομαι! Βρήκα την ευτυχία!
Τώρα αρραβωνιάστηκα τη Θειά ευωχία!
Βρήκα Χριστό, βρήκα χαρά, τον δρόμο μου τον βρήκα!
Σ' ευχαριστώ, ω βασιλιά, που ζήτησες και μπήκα
στην κολυμπήθρα, κι άλλαξα! Βρήκα τον εαυτό μου,
και ό,τι θέλεις κάνε με, θα 'ναι για το καλό μου!"
Τρίβει ο Ιουλιανός τα μάτια και ρωτάει:
Σ' ένα λεπτό τι έπαθε κι έτσι παραμιλάει 
ο μίμος μου που είδωλα ως τώρα προσκυνούσε;
Τρίψαν κι άλλοι τα μάτια τους, κανείς δεν απαντούσε
Ντροπιάστηκε ο βασιλιάς που 'θέλε να ντροπιάσει
τους χρισστιανούς, και πιάστηκε, αντί αυτός να πιάσει,
μες στην παγίδα που 'στηνε. Μαζί του να γελούνε
αυτοί που τον σεβόντουσαν και που τον προσκυνούνε;
Ευθύς λέει στον δήμιο να πάρει το κεφάλι
του μίμου του, Πορφύριου, φοβούμενος μη κι άλλοι
στην κολυμπήθρα μπαίνοντας πάθουν κι αυτοί τα ίδια
Κι ενώ τον Ιουλιανό τον ζώνουνε τα φίδια
τον άγιο των ηθοποιών θα αποκεφαλίσει
ο δήμιος, και ο Χριστός αμέσως θα στολίσει
τ' άγιο κεφαλάκι του μ' αμάραντο στεφάνι
Οι ουρανοί αγάλλονται που άγιος εφάνει!




Εμπνευσμένο από το Φθινοπωρινό Συναξάρι του Αρχιμανδρίτη Ανανία Κουστένη, τόμος Α ΄, Ακτή, Λευκωσία 2008 
Η εορτή του Αγίου Πορφυρίου του από μίμων εορτάζεται στις 15 Σεπτεμβρίου.