Την περασμένη Πέμπτη έφυγα νωρίτερα από τη δουλειά γιατί αρρώστησα. Η κόπωση μαζί με τα πρησμένα μου λαιμά και τον πόνο στ' αφτιά έφεραν μια αστάθεια που με ανάγκασαν να πάω στο σπίτι και να ξαπλώσω, να κοιμηθώ για πέντε ώρες. Ξυπνώντας το απόγευμα ήμουν σχεδόν αποφασισμένη να ακυρώσω την παρουσίαση που είχα το επόμενο πρωί της Παρασκευής σ' ένα σχολείο της Θεσσαλονίκης στις Δυτικές Συνοικίες. Έφτασε το βράδυ και ενώ ακόμα δεν μπορούσα να σταθώ στα πόδια μου, αποφάσισα να πάω. Αν ήταν εκδήλωση για μεγάλους θα την είχα οπωσδήποτε ακυρώσει, αλλά το γεγονός ότι με περίμεναν παιδιά δημοτικού με έκανε να κάνω τον σταυρό μου και να πω: πάω κι ας βάλει το χέρι της η Παναγία να τα βγάλω πέρα.
Συνήθως σε παιδιά Δ΄, Ε΄ και Στ΄δημοτικού παρουσιάζω το "παραμύθι της μουσικής". Μου είπαν όμως πως φέτος το είχα ήδη κάνει στα συγκεκριμένα παιδιά και ήθελαν για δεύτερη φορά να με δουν και να ακούσουν τα άλλα δύο μικρά παραμύθια. Παρ' όλο που αυτό μου φάνηκε παράξενο τελικά πήγα και εκ των υστέρων είπα χίλιες φορές δόξα τω Θεώ που δεν αρνήθηκα αυτήν την συγκεκριμένη παρουσίαση. Αποφάσισα να μοιραστώ μαζί σας και αυτήν την εμπειρία. Για όσους δεν το έχουν διαβάσει το "Αν τ' αγαπάς ξανάρχονται" διαπραγματεύεται τον χωρισμό, τον αποχωρισμό και εν τέλει τον θάνατο των αγαπημένων μας προσώπων με έναν τρόπο πολύ απλό, λιτό, τρυφερό και παρήγορο.
Αφού το διάβασα στα παιδιά άρχισε η συζήτηση. Κάθε ερώτηση ανέβαινε βαθμό δυσκολίας για μένα.
Γιατί γράψατε ένα τέτοιο βιβλίο;
Έχετε ζήσει κάποιον θάνατο;
Είστε βέβαιη πως στην άλλη ζωή ξανανταμώνουμε;
Υπάρχει κόλαση και παράδεισος και πώς είναι;
Πώς θα είναι το σώμα μας εκεί;
Σ' αυτήν την τελευταία παραιτήθηκα. Παιδιά, νομίζετε πως μπορώ να απαντώ σε όλα; Αν φύγω πρώτη απ' αυτόν τον κόσμο, σας υπόσχομαι να κάνω τα αδύνατα δυνατά να σας στείλω ένα σήμα για το πώς είναι τα πράγματα εκεί, είπα χαμογελώντας. Ευχαριστήθηκαν με την ειλικρίνειά μου. Τα παιδιά πάντα χαίρονται την ειλικρίνεια, ακόμα κι αν δεν απαντά στις απορίες τους.
-Είχατε πάντα τόσες πολλές απορίες κυρία;
-Αν είχα λέει...
-Όπως και να 'χει, φώναξε ένα μικροκαμωμένος νεαρός, το θέμα είναι ότι ξανασυναντιόμαστε!
Και αφού ζεστάθηκε αρκετά η ομάδα προχωρήσαμε...
-Εγώ γεννήθηκα την μέρα που πέθανε η γιαγιά μου.
-Ο δικός μου παππούς πέθανε πριν τον γνωρίσω και κάθομαι και κοιτώ τις φωτογραφίες του.
-Εμένα η μαμά δεν με παίρνει μαζί της όταν πάει στα μνήματα. Δεν καταλαβαίνει πως κι εγώ θέλω ν' ανάψω ένα κεράκι στον παππού.
-Εγώ βλέπω την γιαγιά μου στον ύπνο μου και έτσι δεν στεναχωριέμαι. Την νιώθω κοντά μου.
-Εγώ γράφω ένα βιβλίο για την γιαγιά μου που δεν ζει. Νομίζω πως θα της αρέσει.
-Πώς μπορείς να αγαπάς κάποιον δικό σου που δεν πέθανε και ζει, αλλά δεν τον έχεις γνωρίσει;
Αυτή ήταν η πιο δύσκολη ερώτηση. Κανένα παιδί δεν ρωτάει κάτι τέτοιο στην τύχη. Εδώ υπήρχε μεγάλος πόνος, το ένιωσα αμέσως. Δεν θα γράψω εδώ τις απαντήσεις που έδινα κάθε φορά. Προσπάθησα όπως θα φαντάζεστε όσοι με ξέρετε λίγο ή πολυ να τους μεταφέρω το μήνυμα της Αναστάσεως και λίγο λίγο τους πήγα σε πολύ βαθιά νερά. Τους μίλησα για την ενέργεια της αγάπης που φτάνει πολύ πιο πέρα από όσο νομίζουμε. Πέρα από το σώμα και το πρόσωπο. Και τα παιδιά καταλάβαιναν. Το ίδιο κορίτσι που μου έκανε αυτήν την ερώτηση συνέχισε με μια ηρεμία: Εγώ δεν γνώρισα την μητέρα μου, ξέρω όμως πως ζει. -Δεύτερος κεραυνός-. Θα την γνωρίσω όμως αυτό το καλοκαίρι. Της ευχήθηκα ολόψυχα να την γνωρίσει, αν και βέβαια δεν είχα καμιά βεβαιότητα πως κάτι τέτοιο θα είχε έστω και τις ελάχιστες ευοίωνες προοπτικές. Το κορίτσι όμως συνέχισε.
Έχετε αδέρφια; Μάλιστα, άλλα τέσσερα. Έχετε και γονείς; Μάλιστα. Και ζούνε όλοι; Αυτός ήταν ο τρίτος κεραυνός ή πιο σωστά το προμήνυμα του τρίτου κεραυνού που τον έβλεπα να έρχεται. Έχετε φανταστεί ποτέ πώς είναι να χάνεις έναν αδερφό; Σας ενδιαφέρει αυτό; Απάντησα πάλι με ειλικρίνεια και της είπα πως μ' ενδιαφέρει πάρα πολύ και μέχρι ένα σημείο μπορώ να το καταλαβω γιατί έχω χάσει δύο ανίψια, αλλά να το καταλάβω τελείως δεν μπορώ. Αν δεν περάσει κάτι από το πετσί σου, της είπα, δεν φτάνεις να το καταλάβεις εντελώς. Εγώ έχω χάσει δύο αδέρφια, απάντησε. Εσύ, της είπα, έχεις γύρω γύρω ένα σωρό αγγέλους. Εγώ κυρία, άστα, έχω φουλάρει σε αγγέλους, μου είπε χαμογελαστά. Γύρισα την πλάτη γιατί δεν μπόρεσα να κρατήσω τα δάκρυά μου. Είχα μπροστά μου εβδομήντα παιδιά. Έκανα ένα αστραπιαίο άλμα εσωτερικό και γύρισα μπαίνοντας αιφνιδίως στο επόμενο αγαπησιάρικο παραμυθάκι μου, στο "Και τι θα πει σ' αγαπάω;" ρωτώντας τα: για πέστε μου τώρα ποιοι εδώ μέσα είστε ερωτευμένοι; Έτσι ξεκίνησε να ανεβαίνει όλη η ομάδα μέχρι που απογειώθηκε πλήρως κι έγινε ένα μεγάλο πανηγύρι στο τέλος.
Πάνω που άρχισα να υπογράφω κάποια βιβλία ήρθε ένα κοριτσάκι που δεν είχε μιλήσει καθόλου.
Θέλω να σας πω κάτι, αλλά να είμαστε μόνες, μου είπε. Την πήρα σε μια γωνιά. "Εμένα η μαμά μου πέθανε όταν με γέννησε. Πείτε μου την αλήθεια, θα την συναντήσω κάποτε;" Και βέβαια, της απάντησα. "Και πώς θα την γνωρίσω, αφού δεν την έχω δει ποτέ, πώς θα καταλάβω ότι είναι η δική μου μαμά;" Δεν υπάρχει τέτοιο θέμα, της είπα, κι αν δεν την γνωρίσεις εσύ θα σε γνωρίσει αυτή που είναι συνέχεια κοντά σου και σε βλέπει έτσι όμορφα που μεγαλώνεις... Χαμογέλασε κι έφυγε...
Συνέχισα να υπογράφω, ζήτησα όμως από μια κυρία του συλλόγου γονέων να μου βρει και να μου φέρει το προηγούμενο κορίτσι. Ήθελα οπωσδήποτε να το δω ιδιαιτέρως. Ήρθε και περίμενε υπομονετικά να τελειώσω. Έφυγαν όλα και τότε το πήρα στην αγκαλιά μου. Μίλησέ μου, της είπα, πες μου ό,τι θέλεις για την ζωή σου.
Ζω με τον κανονικό μπαμπά μου και την θετή μου μαμά. Μια χαρά είναι η θετή μου μαμά, δεν έχω κανένα παράπονο. Εδώ και χρόνια μου έλεγε ο μπαμπάς μου πως αυτή δεν είναι η αληθινή μου μαμά, αλλά εγώ δεν τον πίστευα. Πέρσι μου τα εξήγησε όμως όλα. Μια χαρά είναι στ' αλήθεια η θετή μαμά, αλλά εγώ θέλω να γνωρίσω και την αλήθινή μου μαμά. Είχε δυο γιους από άλλον γάμο, εγώ όμως αυτά τα θεωρώ αδέρφια μου, αδέρφια μου είναι. Πέθαναν και τα δύο. Το ένα κάηκε στο ορφανοτροφείο που ζούσε, ξέρω και το όνομά του. Το άλλο δεν ξέρω ούτε πώς το έλεγαν ούτε πώς πέθανε.
Τα έχεις ζήσεις όλα αυτά κορίτσι μου; Έχω ζήσει πολλά κυρία...
Την ρώτησα αν της άρεσε το "Αν τ' αγαπάς ξανάρχονται" και μου είπε πως της άρεσε πολύ. Πήγα και της αγόρασα ένα από την έκθεση βιβλίου που είχαν εκεί, της έγραψα μια αφιέρωση και της το χάρισα. Άστραψε από χαρά η Αλίκη κι έφυγε σαν να πετούσε....
Ήταν ένα πανέμορφο κορίτσι με μάτια αμυγδαλωτά, βλέμμα ευθύ, μαζεμένα τα μαλλάκια αλογοουρά, κορμί ευθυτενές λαμπάδα κι αυτήν την καθαρότητα και γαλήνη που έχουν όσοι σηκώνουν στην πλάτη τους τον πόνο πολλών...