Labels

Tuesday, August 16, 2022

ΤΟ ΙΣΡΑΗΛ ΠΟΥ ΑΓΑΠΟΥΜΕ - Δημήτριος Κ. Σωτηρόπουλο

Μπορεί να είναι κοντινή λήψη 1 άτομο, γένι και γυαλιά


ΤΟ ΙΣΡΑΗΛ ΠΟΥ ΑΓΑΠΟΥΜΕ
_________
Το όνομά μου είναι Shahar Schwartz και σήμερα θα φυλακιστώ.
Είμαι 18 ετών. Σήμερα είναι η ημέρα κατάταξής μου στον ισραηλινό στρατό. Θα αρνηθώ να καταταγώ και θα με στείλουν στη φυλακή.
Όταν ήμουν 10 ετών, κατά τη διάρκεια του πολέμου στη Γάζα το 2014, ήμουν μόνος στο σπίτι όταν άκουσα τον συναγερμό για τους πυραύλους. Δεν ήταν η πρώτη φορά που το βίωσα στη ζωή μου, αλλά ήταν η πρώτη φορά που ήμουν μόνη μου. Μένω σε ένα παλιό σπίτι που δεν έχει καταφύγιο και έτσι κάθισα στο διάδρομο και περίμενα να σταματήσει ο συναγερμός. Ήταν η πιο τρομακτική στιγμή της ζωής μου. Ευτυχώς για μένα, ζω στο κεντρικό Ισραήλ και δεν κινδύνευσα πραγματικά, αλλά ως παιδί το μόνο που ένιωσα ήταν μεγάλος φόβος.
Αυτή είναι η πραγματικότητα που επιβάλλεται στα παιδιά από τον πόλεμο που ζούμε. Τα παιδιά στη Γάζα δεν έχουν καταφύγια ή τεχνολογία αντιπυραυλικής άμυνας όπως ο σιδερένιος θόλος για να τα προστατεύσει. Για αυτά δεν είναι μόνο μια στιγμή τρόμου πριν επιστρέψουν στην κανονική τους ζωή - είναι η καθημερινότητά τους. Τα παιδιά στη Δυτική Όχθη ζουν σε έναν συνεχή πόλεμο, σε αντίθεση με εμένα που τον βιώνω κάθε λίγα χρόνια κατά τη διάρκεια μιας στρατιωτικής επιχείρησης. Τα ισραηλινά παιδιά που ζουν κοντά στα σύνορα με τη Γάζα υποφέρουν επίσης πολύ από αυτή την πραγματικότητα, η οποία δημιουργείται και λειτουργεί πλήρως από τον στρατό. Οι Ισραηλινοί νέοι κατατάσσονται στο στρατό όταν ενηλικιώνονται, αφού ο φόβος και το τραύμα τους έχει μετατραπεί σε μίσος προς την άλλη πλευρά.
Το καλοκαίρι του 2019, όταν ήμουν 15 ετών, συμμετείχα σε μια καλοκαιρινή κατασκήνωση Ισραηλινών και Παλαιστινίων στις ΗΠΑ. Εκεί άκουσα Παλαιστίνιους της ηλικίας μου να μοιράζονται πώς ο ισραηλινός στρατός, ο οποίος αποτελείται από νέους Ισραηλινούς όπως εγώ, καταπιέζει καθημερινά τον παλαιστινιακό άμαχο πληθυσμό - με σημεία ελέγχου, περιπολίες στους δρόμους, κατεδαφίσεις σπιτιών και συλλήψεις παιδιών. Πολλοί Παλαιστίνιοι γνωρίζουν τους Ισραηλινούς μόνο μέσα από τις ενέργειες της κατοχής. Παρομοίως, πολλοί Ισραηλινοί γνωρίζουν τους Παλαιστίνιους μόνο μέσα από τις αναφορές των μέσων ενημέρωσης για βομβαρδισμούς, ή μέσα από την επιβολή της κατοχής ως στρατιώτες. Η ισραηλινή στρατιωτική πολιτική εμποδίζει ενεργά κάθε πιθανή αλλαγή.
Αρνούμαι να καταταγώ στον ισραηλινό στρατό, επειδή συντηρεί την ανισότητα και καταπιέζει κάθε ελπίδα για μια θετική αλλαγή. Παρόλο που το κράτος του Ισραήλ δεν προσάρτησε επίσημα τα παλαιστινιακά εδάφη, τα ελέγχει αποτελεσματικά και αρνείται στους Παλαιστίνιους το δικαίωμά τους στην ανεξαρτησία, ενώ καταπατά τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματά τους. Οι νέοι Ισραηλινοί που υπηρετούν στο στρατό είναι αυτοί που καταπιέζουν ενεργά τον παλαιστινιακό λαό και επιτρέπουν τη βία των εποίκων εναντίον τους. Αρνούμαι να συμμετάσχω σε αυτό.
Λόγω της άρνησής μου να καταταγώ στο στρατό, ο στρατός θα παρέμβει στα ανθρώπινα δικαιώματά μου και θα με φυλακίσει. Είμαι πρόθυμος να πληρώσω αυτό το προσωρινό τίμημα της ελευθερίας, ένα τίμημα που οι Παλαιστίνιοι πληρώνουν σε όλη τους τη ζωή, επειδή αρνούμαι να συνεργαστώ με το σύστημα που είναι υπεύθυνο γι' αυτό. Είμαι επίσης πρόθυμος να υποστώ το κοινωνικό τίμημα - να χαρακτηριστώ ως προδότης στην ισραηλινή κοινωνία, στην οποία έχω ζήσει όλη μου τη ζωή.
Πιστεύω ότι κάνω τη σωστή και ηθική πράξη στην τρέχουσα πολιτική κατάσταση. Ελπίζω ότι οι πράξεις μου θα επηρεάσουν και άλλους που βρίσκονται σε κατάσταση σαν τη δική μου. Ελπίζω να κάνει τους ανθρώπους να δουν τα εγκλήματα που διαπράττει ο στρατός και τον πόνο που προκαλεί και να τους κάνει να σκεφτούν τι ρόλο θέλουν να πάρουν σε αυτή τη σύγκρουση. Ελπίζω να δω την ημέρα κατά την οποία τα παιδιά των Παλαιστινίων και των Ισραηλινών δεν θα χρειάζεται να ζουν με φόβο, αλλά θα μπορούν να ζουν ειρηνικά.
Με αλληλεγγύη,

Shaharhttps://www.facebook.com/dimitrios.k.sotiropoulos

Στο κάμα του καλοκαιριού - Χρήστος Μποκόρος

Μπορεί να είναι εικαστικό

Στο κάμα του καλοκαιριού,
στο φως το ανελέητο του μεσαυγούστου,
η κοίμηση,
αποθέωση της Χώρας του Αχωρήτου,
ελπίδα και καταφυγή πάντων των γεννημένων,
άχρονη, ωραία, ευειδής
-της πίκρας και του πόνου η θλίψη ανεπαίσθητη, σταλάζει ένδον 
βουρκωμένη, τί να 'δεις;-
μας σκέπει όλους, ασκεπής,
φωτοστεφανωμένη,
άσπιλη, αμόλυντη, άφθορη,
άχραντη, θεονύμφη,
ένδοξη,
-πόσο ακριβά έχεις πληρωμένη αυτή τη δόξα!-
κόρη ες αεί ανύμφευτη,
αειπάρθενη μητέρα, ελεούσα,
συμπάσχουσα, δεομένη, γρηγορούσα,
το μήλο το εύοσμο, η μηλιά,
άκαυτη καιομένη,
άνθος αμάραντο, αγκαλιά,
στις μαύρες νύχτες μέρα,
στέργουσ' αστροφεγγιά πανένδροσος,
αγγέλων υπερτέρα,
χαίρε αναναπαράστατη,
χαίρε η θαυματοτόκος,
η κοντινή κι απόμακρη, η πανταχού ευχομένη,
η αύρα, η ανάσα, η πηγή,
χαίρε η ούσα νυν και αεί,
χαίρε γυναίκα...
Χαίρε!
*από ‘να νεκρικό πορτραίτο της Αιγύπτου, αιώνες πριν, άρχισ’ η ζωγραφιά, έβαλα φωτοστέφανο μετά και στίγματα χρωματιστά, το ‘καψα ύστερα με φως, δε λέει ακόμα να τελειώσει, αλλάζει συνεχώς… κι έφτασε ολοταχώς Δεκαπενταύγουστος.

https://www.facebook.com/christosbokoros

Monday, August 15, 2022

Η Κοίμηση και η μετάσταση της Θεοτόκου - τραγούδι

Το πρώτο Πάσχα άνοιξη και τ’ άλλο Καλοκαίρι,

το 'να Ανάσταση του Γιου, κι εκείνης που το χέρι

του κράταγε στα πρώτα του τα βήματα παιδάκι

έρχεται η Ανάσταση μες στο καλοκαιράκι.

Οι ουρανοί αγάλλονται, ευφραίνεται η γη μας

οι δίκαιοι χορεύουνε γιατί είναι δική μας

Μητέρα και Αρχόντισσα, του κόσμου η Κυρία

που διώχνει κακοδαίμονες, μερώνει τα θηρία.

Τρεις μέρες πριν την Κοίμηση, πάει στο φτωχικό της

ο Γαβριήλ Αρχάγγελος που ’ταν παλιός γνωστός της

και μάννα την ετάιζε σαν ήτανε παιδάκι

εις των Αγίων τα Άγια στ’ όμορφο εκκλησάκι

κι ένα κρίνο της έφερε να της ευαγγελίσει

εκ Πνεύματος τη σύλληψη Υιού που θα γεννήσει,

αυτός με φοινικόκλαδο και πάλι κατεβαίνει

σαν Άγγελος ειδήσεων καλών, και μεταβαίνει

μ' αθανασιάς σύμβολο και νίκης, να μηνύσει 

στη Μάνα πως το σπλάχνο της πάει να συναντήσει.

Η Παναγιά με το κλαδί του φοίνικα στο χέρι

στο Όρος τρέχει βιαστική, στων Ελαιών τα μέρη

που απ' όταν αναλήφθηκε εκεί ψηλά ο Γιός της

πήγαινε να προσευχηθεί στο σπλάχνο και Θεό της.

Έχει λύπη, της έλειψε, κι έχει χαρά μεγάλη.

Το οριστικό τους σμίξιμο στου ουρανού τα κάλλη

είναι κοντά, κι η θέρμη της ποτάμι ανεβαίνει,

φλογίζονται οι ουρανοί, κι όταν πια κατεβαίνει

το πόδι αλαφροπατά ωσάν να μην πατάει,

σαν Ελαφίνα πρόσχαρη και σαν πουλί πετάει

και χαμηλώνουν τα βουνά, σκύβουν τα κυπαρίσσια, 

τ' άνθη ριγούν και προσκυνούν τη χάρη την περίσσια

της άγιας Μητέρας τους κι όλου του κόσμου Μάνας

το καύχημα του Ιωακείμ και της αγίας Άννας 

κι εκείνη η τρυφερότατη συγκίνηση γεμίζει

και φτάνει στο σπιτάκι της κι αρχίζει συγυρίζει.

Το σπίτι της το χαμηλό που 'ναι του Ιωάννη

του μαθητή, που ως αυτή την ώρα που προφθάνει,

τη φρόντισε, τη στήριξε, σαν μάνα του δική του

Σεισμός μεγάλος γίνεται μπαίνοντας στην αυλή του,

σημάδι πως ο Κύριος έρχεται, πλησιάζει

Πιάνει η Κυρά τη σκούπα της κι όλα καλά τα σιάζει,

να είναι όλα καθαρά, όλα σε μία τάξη

πριν μεγάλος άγγελος, να φύγει, της προστάξει.

Αγαπημένους της καλεί και φίλους για να 'ρθούνε

τα νέα της Κοιμήσεως να γνωστοποιηθούνε

σε όσους τη φροντίσανε χρόνια και χρόνια τώρα.

Ξεσπούν αυτοί σε κλάματα και θρήνους για την μπόρα.

Και πώς να αποχωριστούν τ' άνθος του Παραδείσου

που τη ζωή τους γλύκαινε και πώς μες στης αβύσσου 

να ζήσουν τώρα τη ζωή χωρίς παραμυθία;

Εκείνη όμως χαίρεται κι είναι η χάρα της Θεία

μείζονα των δακρύων τους, του πόνου πιο μεγάλη.

Σαν ήλιος λάμπει, θα βρεθεί σε λίγο στην αγκάλη

Εκείνου που εκράτησε πρώτη στην αγκαλιά της

και γάλα τον βυζάξανε τα στήθη τα δικά της.

"Μη μου χαλάτε τη χαρά, σ’ αυτό το πανηγύρι,

κι εγώ είμαι η μέλισσα κι Εκείνος είν’ η γύρη.

Πάσχα είναι το δεύτερο και πρέπει να χαρείτε,

μαζί σας θα ´μαι πάντοτε κι όταν δε θα μπορείτε

στον πόνο και στη συμφορά, στις θλίψεις, στους καημούς σας

αρκεί να με φωνάζετε καθώς τους βοηθούς σας.

Και ορατά κι αόρατα, εγώ θα παραστέκω

σε όλους όσους μ´ αγαπούν και σαν κερί θα στέκω 

στις νύχτες τις αδιάβατες", τους λέει και δακρύζει, 

τη νεκρική την κλίνη της πηγαίνει κι ευπρεπίζει.

Τότε νεφέλες έρχονται ουράνιες στο σπίτι

Κάθε νεφέλη μαθητής, μιας κι η νεφέλη, ήτοι

το Άγιο Πνεύμα, έφερε από της οικουμένης

τα πέρατα, τους προσφιλείς τής Κεχαριτωμένης

Απόστολους και κήρυκες και μαθητές Εκείνου

να ´ναι εκεί στο ξόδι της και πλάι της να μείνουν.

Ο άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης

ο άγιος Ιερόθεος, Τιμόθεος, μαζί της.

Όλοι μαζί την προσκυνούν κι όλοι μαζί ρωτούνε

"Γιατί μας φέρνει ο Χριστός; Πώς τα βουνά σκιρτούνε;

Σαν τι μεγάλο γίνεται και σείεται η πλάση;

Δεν ξέρει το χειλάκι μας, να κλάψει, να γελάσει;"

"Για τη χαρά σάς έφερε" λέει η Παναγία

"Είναι η χαρά του γάμου μου κι ειναι στιγμή αγία.

Είναι η ωραιότερη ημέρα της ζωής μου,

ημέρα της κοιμήσεως και της μετάστασής μου"

Ανοίγουν τότε οι κρουνοί των τρυφερών ματιών τους,

ποτάμια αναβλύζουνε στα όρη των καρδιών τους.

Κλαίνε απαρηγόρητοι, μα βλέπουν τη χαρά της

και λίγο λίγο χαίρονται που ήρθε η σειρά της.

Κι έτσι τη συμμερίζονται, και τη δική τους λύπη

στην άκρη την αφήνουνε κι ας ξέρουν πως θα λείπει

σε λίγο η Πανάχραντη από τη συντροφιά τους

που ήτανε το κάλλος τους κι ήταν η ομορφιά τους.

Τον εαυτό τους λησμονούν, παινέματα αρχίζουν,

επεφημίες ψέλνουνε και δόξες της χαρίζουν:

"Ήσουν εσύ το καύχημα και η παρηγοριά μας!

Εσύ την πίκρα γλύκανες, μέρευες τα άγριά μας!

Δώσε τα χαιρετίσματα στον Γιο σου και Θεό μας,

πήγαινε την αγάπη μας ατόφια στον Χριστό μας!

Όλοι μας σε ζηλεύουμε και στη δική σου θέση

θα θέλαμε να ήμασταν η νύχτα πριν να πέσει.

Πώς να χωρέσει η καρδιά όλον τον έρωτά  μας;

Ν’ αντέξει τέτοιο χωρισμό δεν  ημπορεί η χαρά μας."

"Εγώ Χριστό δε γνώρισα" λέει ο μέγας Παύλος

"με σώμα όταν ήτανε, εγώ ήμουνα Σαύλος.

Μου λείπει περισσότερο απ' όσους Τον γνωρίσαν

κι ήσουνα εσύ η μάνα μου σαν μάνα του που ήσαν.

Άχραντη δεν τον πρόλαβα, τον Γιο σου δεν τον είδα.

Μα πήγαινε Κυρία μου. Μέσα απ' την καταιγίδα

αυτής της πρόσκαιρης ζωής κι εγώ ποθώ να φύγω

στ' απάνεμο λιμάνι Του ποθώ να καταφύγω.

Μα η ώρα μου δεν έφτασε, γι' αυτό πανηγυρίζω

στην ώρα σου, Κυρία μου, γιορτάζω κι ας δακρύζω."

Και ανεβαίνει η Παναγιά στη νεκρική της κλίνη,

σταυρώνει τα χεράκια της, την κεφαλή της κλίνει

κι αφού τους πάντες χαιρετά κι ορίζοντες βλογάει,

το Σπλάχνο της παρακαλεί όλους να τους φυλάει.

Να δίνει ειρήνη και χαρά, αγάπη μες στην πλάση

και να φρουρεί τον κόσμο Του ωσότου να γεράσει. 

Ανοίγουν τότε ουρανοί κι αγγέλοι προχωρούνε,

ξοπίσω τους οι δίκαιοι όλοι ακολουθούνε.

Η γη της Ιερουσαλήμ απ' άκρη σ' άκρη τώρα

με παρουσίες τ’ ουρανού γεμίζει. Είναι ώρα.

Έφτασε ο Μονογενής Υιός της και Θεός της

όπως της υποσχέθηκε με τον αρχάγγελό της.

Φτάνει μ' αγίους, μάρτυρες και τους καλούς γονείς της,

στα Θεϊκά χεράκια Του κρατάει την ψυχή της.

Την αγκαλιάζει στοργικά, μ' αγάπη που δε φτάνει

ο νους ανθρώπου να σκεφτεί γιατί δεν τον προφτάνει. 

Άφωνοι οι Απόστολοι κι οι παρευρισκομένοι

δοξολογούνε και θρηνούν στο σκήνωμα που μένει

δίχως πνοή στην κλίνη του. Αρχίζουν ξεσυνέρια

στον άλλον ποιος τη θέση του, μ' άφατη αγάπη πλέρια

θα δώσει για να πορευθεί πρώτος από τους άλλους.

Ο Πέτρος και ο Παύλος τους, πρώτοι απ' τους μεγάλους,

διαφωνούνε σαν παιδιά, μα ο Παύλος τότε πείθει

τον Πέτρο να προπορευθεί κι έτσι, Χριστού τα ήθη

που κουβαλούν κι οι δυο τους, τον Πέτρο οδηγούνε

να υπακούσει ταπεινά κι αρχίζουν περπατούνε

στον κήπο της Γεθσημανή και μέσα στην κοιλάδα

του Ιωσαφάτ που λέγεται, έφθασε η ομάδα

με σκήνωμα που έφερε πανάγιο στους ώμους.

Οι ύμνοι τους συμπλέκονται διασχίζοντας τους δρόμους

με των αγγέλων τις φωνές. Μα ξάφνου Ιουδαίους

πάνω στο δρόμο απαντούν που 'ταν απ' τους χυδαίους

εκείνους που δε σέβονται τα ιερά και όσια.

Μόλις, αυτοί μαθαίνουνε πως κάτω από τα κρόσσια

της κλίνης, κείτεται νεκρή η του Χριστού Μητέρα,

εκείνου που τον σταύρωσαν οι ίδιοι μία μέρα

ορμούνε προς το λείψανο, πάνε ν' απλώσουν χέρι

μα τους τυφλώνει ο Θεός, το πόδι τους, τα μέρη

όπου πατά, δεν τα θωρεί κι ο ένας που αγγίζει

το σκήνωμα, ο Κύριος, τα χέρια τ’ αφοπλίζει

κι από τη ρίζα κόβονται. Τρομάζουν οι καημένοι

μετανοοούνε και θρηνούν ευθύς οι πλανεμένοι.

Δεν τους αφήνει ο Χριστός κι η Μάνα να αποκάνουν,

τα μάτια θεραπεύονται, μα και τα χέρια γειάνουν.

Τρέχουν στην Ιερουσαλήμ κι απανταχού φωνάζουν,

ομολογούνε τον Χριστό και κλαίνε και σπαράζουν.

Πόσοι δε συγκινήθηκαν και πόσοι δεν πιστέψαν,

πλήθη μεγάλα τρέχξανε, το ξόδι συνοδέψαν.

Έτσι η Παναγία μας τα θαύματα αρχίζει

από την ώρα της θανής και σ' όλους τα χαρίζει

ωσότου να 'ρθει η στιγμή Δευτέρας Παρουσίας 

εκεί πάνω απ' το μνήμα της. Ο λόγος της ουσίας 

είναι πως από κει θ' αναστηθεί και από κει θ' ανέβει

τρεις μόνο μέρες ύστερα, ωσότου να κατέβει

στο πλάι του Μοναχογιού ωσάν μεσίτριά μας.

Τότε για ύστατη φορά, στα αμαρτήματά μας

θα υψώσει ικετευτικά τα χέρια της στον Γιο της

να σπλαχνιστεί τα πάθη μας θα πει εις τον Θεό της.

 Ο τάφος ήταν λαξευτός, την βάλαν  και τον κλείσαν

Τρεις μέρες οι Απόστολοι στιγμή δεν τον αφήσαν

κι ύστερα πήγαν σπίτι της να φαν λίγο ψωμάκι.

Εκεί λοιπόν που έτρωγαν, αφήνουν σε πιατάκι

και τη μερίδα του Χριστού όπως το συνηθίζαν.

Στο τέλος την μερίδα Του υψώνοντας ψελλίζαν:

"Αγία μας Τριάδα μας, μέγα το όνομά Σου

και Ιησού βοήθα μας με όλη την καρδιά Σου".

Μοιράζονταν τον άρτο Του όλοι για ευλογία 

κι όπως το κάνουν σήμερα την ώρα την αγία

μετά την πρώτη φράση τους και πριν να πουν την άλλη,

η Θεοτόκος σώματι έρχεται η μεγάλη:

"Χαίρετε" λέει "μαθητές κι Απόστολοι του Γιου μου!

Με σώμα με ανέστησε η Χάρις του Θεού μου!

Θα 'μαι μαζί σας πάντοτε έως της συντελείας

να ευλογώ της  άκτιστης τα τέκνα Εκκλησιάς"!

Απ' τη χαρά τους τα 'χασαν οι έντεκα Αποστόλοι

κι αντί "Χριστέ βοήθα μας", φώναξαν μαζί όλοι

"Βόηθα Υπεραγία μας, βόηθα μας Θεοτόκε"

κι η ύψωσίς της έμεινε έτσι και από τότε

να τη μοιράζουν σ' εκκλησιές και μες στα μοναστήρια.

Πάλι ο απόστολος Θωμάς, -ω, πράγματα μυστήρια-

έλειπε απ’ τους δώδεκα κι ήρθε με μια νεφέλη

μετά τρεις μέρες και αυτόν τον έφεραν αγγέλοι.

Δεν πρόλαβε την Παναγιά, τα νέα της μαθαίνει,

θέλει τον τάφο της να δει κι όταν πια μέσα μπαίνει

το Θεοδόχον σκήνωμα είδε καλά πως λείπει.

Όλοι το καταχαίρονται, η απιστία εκλείπει

αφότου βεβαιώνονται για την Ανάστασή της,

για την Ανάληψη αυτής και την Μετάστασή της.

Περνούνε χρόνοι και καιροί ωσότου η αγία

Ελένη στη Γεθσημανή κτίζει μιαν εκκλησία 

κι ύστερα ο Μαυρίκιος, τον έκτο τον αιώνα,

θα βρει όλα τα σπάργανα, τη ζώνη, τον χιτώνα

και θα τα πάει στον ναό της Παναγιάς Βλαχέρνας

εκεί που το αγίασμα απ' την καρδιά μιας στέρνας 

πηγάζει ιαματικό. Νέα Γεθσημανή της

βρίσκει η Παναγία μας, στην Πόλη της στοργής της.

 

β.ν 

 

Βασισμένο στο βιβλίο του αείμνηστου  Αρχιμανδρίτη Ανανία Κουστένη, "Θερινό Συναξάρι" τόμος Β΄, εκδ. ΑΚτή, Λευκωσία 2009. 

 

Sunday, August 14, 2022

ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΣΕ ΣΗΜΑΙΝΟΝΤΕΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΕΣ ΠΟΙΗΤΕΣ - ΘΩΜΑΣ ΚΟΡΟΒΙΝΗΣ

Η λατρεία της Παναγίας, Πολιούχου της πρώην Βασιλεύουσας, διαρκεί αιώνες, από τους Βυζαντινούς χρόνους μέχρι σήμερα στην Πόλη. Η εκκλησία των Εισοδίων της Θεοτόκου Σταυροδρομίου Πέρα υποβάλλει άκρως κατανυκτική ατμόσφαιρα και βαθιά ενδοσκοπική διάθεση στον επισκέπτη, τον, εκκλησιαζόμενο, τον προσκυνητή. Ναός πολύπαθος, είχε 50 χρόνια να συντηρηθεί αλλά μετά την αποκατάστασή του από τις καταστροφές που προκάλεσε η έκρηξη βόμβας στο γειτονικό Βρετανικό Προξενείο το 2003 και την ολοκλήρωση των εργασιών της συντήρησής του, παραδόθηκε σε κατάσταση λαμπρή.
Είναι ο πρώτος ναός της ελληνορθόδοξης κοινότητας που οικοδομήθηκε μόλις άρχιζε ο εκσυγχρονισμός της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Χτίστηκε με φερμάνι του σουλτάνου Σελίμ του Γ΄ τον Ιούνιο του 1804 με αρχιτέκτονα τον Χατζή Κομνηνό, ο οποίος επιμελήθηκε των επισκευαστικών εργασιών του καμένου Παναγίου Τάφου. Σύμφωνα με την παράδοση το κτίσμα ανοικοδομήθηκε κατά την διάρκεια μιας νύχτας με πάνδημη εθελούσια συνδρομή των ενοριτών.
Είναι μία τεράστια πεντάκλιτη βασιλική με μπαρόκ τέμπλο και εικονογράφηση με θεματολογία δανεισμένη από την Παλαιολόγεια περίοδο της Μονής της Χώρας.
Το 1867 προστέθηκε μία νέα είσοδος προς την Μεγάλη Οδό του Πέρα, και 6 χρόνια αργότερα, δηλαδή το 1873, δημιουργήθηκε πρόσθετη είσοδος προς την Στοά Χατζόπουλου. Έτσι, σήμερα η προσβασιμότητα προς τον ναό είναι τριπλή.
Τον Φεβρουάριο του 1946 ανακαινίστηκε εσωτερικώς και εξωτερικώς με την επίβλεψη του αρχιτέκτονα Χρήστου Ευθυμιάδη και ταυτόχρονα άρχισε η αποκατάσταση των φθαρμένων εικονογραφιών από τον Κωνσταντινουπολίτη ζωγράφο Χαρίλαο Ξανθόπουλο και τον φημισμένο Ρώσο αγιογράφο Νικόλαο Περώφ. Κατά γενικήν ομολογία ο ναός αυτός είναι ένα από τα πιο πολύτιμα στολίδια της πολιτιστικής κληρονομιάς της Πόλης.
Η Παναγία, η Θεοτόκος, των Ουρανών η Πλατυτέρα, η Παναγιά, η Παναγίτσα, η κυρά-Παναγιά, υπήρξε και είναι ένα διαχρονικό αντικείμενο θερμής και ανυπόκριτης αγάπης και λατρείας από τους Χριστιανούς όλου του κόσμου αλλά ιδιαίτερα από τους Ελληνορθόδοξους. Αδιάψευστοι μάρτυρες αυτού του θαυμαστού φαινομένου είναι οι ατέλειωτες τοπικές λαϊκές παραδόσεις με τις παραλλαγές τους, η τεράστια αφθονία των εικονογραφικών τύπων, η αφιέρωση του Αγίου Όρους, που λέγεται και «Περιβόλι της Παναγιάς», στην Αγιοσύνη της Προστάτιδός του, η εποποιία της βυζαντινής υμνογραφίας και η απειραριθμία των έμμετρων και πεζών ελληνόγλωσσων κειμένων με κεντρικό θέμα το πρόσωπό της από την πρωτοβυζαντινή περίοδο μέχρι σήμερα.
Έγκυροι ερευνητές υποστηρίζουν ότι τα προσωνύμια της Παναγιάς υπερβαίνουν τις 25.000. Θα απαιτούσε ισόβια ερευνητική αφοσίωση και κυριολεκτικώς ψυχοσωματική αυτοθυσία ο αγώνας για την επισήμανση, την καταμέτρηση, την αξιολόγηση, τον χαρακτηρισμό και τη μελέτη όλων συνολικά των μητροπόλεων, μοναστηρίων, ναών, ναϊδρίων, παρεκκλησίων, ξωκλησιών, αγιασμάτων, εκκλησιαστικών ιδρυμάτων, θρησκευτικών, φιλανθρωπικών και λαογραφικών συνδέσμων, πανηγύρεων, νοσοκομείων, οίκων ευγηρίας, ποικίλων κοινωνικής και πολιτιστικής υφής οργανώσεων, επαγγελματικών και άλλων, ακόμη και αθλητικών συνδέσμων, οι οποίοι φέρουν στον τίτλο τους το όνομα της Παναγίας. Φαινόμενο που παρατηρείται βέβαια με διαχρονική διάρκεια όχι μόνον στην ευρύτερη περιφέρεια της Πόλης συμπεριλαμβανομένων της Ίμβρου και της Τενέδου, στην ελληνική επικράτεια σύμπασα, αλλά και στην οικουμενική διασπορά της Ρωμιοσύνης. Γιατί η Παναγία λατρεύεται και τιμάται όσο κανείς Άγιος απανταχού της γης, από το ταπεινότερο ελληνικό νησάκι μέχρι την γη του Πυρός, οπουδήποτε κι αν υφίσταται ελληνορθόδοξη παρουσία. Προσφιλέστατο δε στον λαό είναι το βαφτιστικό Μαρία με τα ομοιογενή βαφτιστικά ονόματα, τα υποκοριστικά του και τα σύνθετά του, όπως Μαρούλα, Μαρίκα, Μαριγώ, Μαριώ, Μαρίκα, Μαριάνθη, Μαριάννα, Μαριαλένη, κ. τ. λ. π αλλά και το Δέσποινα μα και το Παναγιούδα και Παναγούδα μα και το πολύ αγαπητό Παναγιώτης -αλλά και το Μάριος- για τους άντρες.
Στην εποχή μας η Παναγία είναι πηγή ισχυρής κεντρικής έμπνευσης για πολλούς και σημαντικούς σύγχρονους Έλληνες ποιητές, όχι τόσο για εκείνους που αυτοαποκαλούνται «χριστιανοί», αλλά κυρίως για τους δόκιμους ποιητές του περασμένου και του τρέχοντος αιώνος. Στο σημείο αυτό αξίζει να αξιοποιηθεί η παρατήρηση ότι η πρόσληψη της Παναγίας από τους πνευματικούς δημιουργούς, και δη τους ποιητές, δεν συναρτάται αναγκαστικώς από την πίστη, ή, αν θέλετε, από τον βαθμό της πίστης τους, ούτε αντικρούεται υποχρεωτικώς με τα κύρια ιδεολογικά τους πιστεύω. Και μάλιστα έχει επισημανθεί και αξιολογηθεί το φαινόμενο ποιητές μη θρησκευτικής καταγωγής, ενδεχομένως και χωρίς ιδιαίτερη, ίσως και καθόλου πίστη, αριστεροί, στρατευμένοι, που ούτε το κράτος, ούτε η επίσημη εκκλησία στον καιρό τους τούς αποδέχτηκε, να μας έχουν δώσει αριστουργηματικές εμπνεύσεις με θέμα την Παναγία, όπως για παράδειγμα ο Γιάννης Ρίτσος και ιδίως ο Κώστας Βάρναλης, ο οποίος έχει εμπνευστεί το ωραιότερο και σημαντικότερο ίσως ποίημα για την Παναγία αλλά και για συνολικώς το θείο δράμα, το περίφημο «Οι πόνοι της Παναγιάς». Η εξήγηση είναι μία και μοναδική. Η Παναγία, η μάνα του Χριστού, η Μαρία, δεν εννοείται και δεν βιώνεται μόνον ως ένα πανίερο λατρευτικό πρόσωπο αλλά ως κάτι πολύ οικείο, φιλικό, προσεγγίσιμο για τον μέσο άνθρωπο. Είναι η μάννα που μεγαλώνει ένα παιδί, η μάννα που πονά για τα μαρτύριά του, και η τραγική μάννα που σπαράζει την ώρα του μεγάλου πένθους. Γίνεται λοιπόν μια καθημερινή, συνηθισμένη μάνα της ζωής, χωρίς να χάνει μέσα στην ψυχή την ιερή της υπόσταση. Η οικειοποίηση και η εκλαΐκευση του προσώπου της διόλου δεν σημαίνει ότι ο δημιουργός του πνευματικού πονήματος, και στην περίπτωσή μας του ποιήματος, ασεβεί ή αρνείται ή δεν έχει υπ’ όψιν τις ιερές ιδιότητες και τις χάρες της Παναγίας που αποδίδονται συνήθως με πάμπολλα προσωνύμια. Όπως τα της Παρθενίας και Αειπαρθενίας και οι Θεομητρικοί τίτλοι. Από σεβασμό ίσως και άκρα διακριτικότητα αποφεύγει να τα χρησιμοποιεί. Η Αγία Νύμφη είναι ένα κομμάτι απ’ τη ζωή μας, η Μεγάλη μητέρα που νιώθουμε ότι μας προστατεύει. Σε καμιά εικόνα απανταχού της οικουμένης δεν έχουν χυθεί τόσο αυθεντικά, ατέλειωτα δάκρυα από μάτια θνητών, όσο μπροστά στις εικόνες της Παναγίας. Στον παραμικρό φόβο, απειλή, κίνδυνο, σε μια μεγάλη λαχτάρα, θεομηνία, συμφορά, τα ανθρώπινα χείλη την επικαλούνται αυτομάτως σαν το προσφιλέστερο ιερό αλλά όχι μακρινό, μα δικό τους, οικείο, κοντινό τους πρόσωπο, σαν δική τους, δική μας, μάνα, για να μεσολαβήσει ή να αποτρέψει την φορά των γεγονότων. Τότε, «Παναγιά μου, βόηθα», «Η Παναγία να βάλει το χέρι της», λέμε. Μέχρι και παρακλήσεις και προσευχές μυστικές και απόκρυφες, εξομολογήσεις από τα μύχια της ψυχής, κάποτε τολμηρού, ανομολόγητου περιεχομένου, που δεν θα μπορούσαν να κατευθυνθούν σε άλλο φυσικό ή ιερό πρόσωπο, στο πρόσωπο της Παναγίας απευθύνονται με άνεση και τόλμη, σα να έχει η Μεγαλόχαρη την δύναμη να λύνει τους κόμπους της ψυχής του προσευχόμενου.
Ένας μεγάλος ποιητής, ο ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΒΑΛΑΩΡΊΤΗΣ, εκπροσωπεί πολύ παραστατικά αυτή την αίσθηση στο ποίημά του «Η ΦΑΝΕΡΩΜΕΝΗ», όπου μια τελείως απελπισμένη, φτωχή μάνα προσφεύγει στην εικόνα της Παναγίας Φανερωμένης εκλιπαρώντας για την σωτηρία του παιδιού της.
«Κυρά Φανερωμένη μου, παρηγοριά του κόσμου,
βόηθα με την πανόρφανη! Τ’ άγιο σου χέρι δος μου για ν’ ανεβώ στο βράχο σου! Δεν ήλθες ψες το βράδυ ωσάν αχτίδ’ ανέλπιστη στο μαύρο μου τον Άδη,
κι εσφόγγισες το δάκρυ μου και μούπες συ, Κυρά μου, να πάρω το παιδάκι μου στην έρημη αγκαλιά μου
και να το φέρω να το ιδείς;…Παρθένε, βοήθησέ με…
Τα γόνατά μου εδείλιασαν…κατέβα, πρόφθασέ με…
Κάποιοι ποιητές μας συνέθεσαν μεγάλης έκτασης ποιητικές συνθέσεις, όπως το ποιητικό βιβλίο «Ταπεινός αίνος προς την Παρθένο Μαρία», ένα ποίημα-ποταμός, που εμπνεύστηκε ο πολυβραβευμένος Θεσσαλονικιός ποιητής ΤΑΚΗΣ ΒΑΡΒΙΤΣΙΩΤΗΣ:
Αχτίδα εσύ του ρυακιού
Σύσκιο πασίχαρο κρινάκι
Ζεστό φτερό περιστεριού
Στο πέτρινό μας το σπιτάκι.
Ω Παναγίτσα ηλιόκαλη δική μας
Παρηγοριά μας και καταφυγή μας.
Ένας από τους πλέον διάσημους, ουσιαστικούς και προφητικούς ποιητές του καιρού μας, με διεθνή φήμη, βραβείο Νόμπελ, σημαντικός για όλο τον κόσμο και μεταφρασμένος σχεδόν σε όλες τις γλώσσες, ο μέγιστος λυρικός μας ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ αγάπα να αναφέρεται συνεχώς και να επανέρχεται αφειδώς σε όλες τις ποιητικές συλλογές του στο μοτίβο της Μαρίας και της Παντάνασσας. Συνδέοντας την Παναγιά με τα πεπρωμένα της Ρωμιοσύνης προσδοκά πάντοτε στην βοήθεια Της για την βελτίωση της ζωής και την πνευματική ανάταση του ελληνικού σύμπαντος.
Στην συλλογή του «Ήλιος ο πρώτος», ανάμέσα σε σύμβολα που ενισχύουν την παντοκρατορία της ελλαδοκεντρικής αιγαιακής ιδεολογίας του η Παναγία δεσπόζει ως παρουσία με ποικίλες επικλήσεις, παρακλήσεις και σποραδικές σημαίνουσες αναφορές :
ΝΑΥΤΑΚΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΟΛΙΟΥ
Η αυγή σφυρίζει στην κοχύλα της
Μια πλώρη έρχεται αφρίζοντας
Άγγελοι! Σία τα κουπιά
Ν’ αράξει εδώ η Ευαγγελίστρια!
……………………..
Νονά των άσπρων μου πουλιών
Γοργόνα Ευαγγελίστρα μου!
…………………………………
Γρήγορα Παναγιά μου γρήγορα
Κιόλας ακούω τραχειά φωνή ψηλά πάνω απ’ τις ντάπιες
Χτυπάει χτυπάει στις χάλκινες αμπάρες
Χτυπάει χτυπάει κι αντριεύεται
………………………………
Κι η Παναγία χαίρεται η Παναγία χαμογελά
Το πέλαγο έτσι που κυλάει βαθιά πόσο της μοιάζει!
Σε μια άλλη συλλογή του, που τιτλοφορείται «ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ» υμνεί και τραγουδά :
Με το καίκι και με τα πανιά της Παναγίας
Έφυγαν με το κατευόδιο των ανέμων…….
Στα πρώτα σπλάχνα του ο καιρός. Μπορείς να δεις ακόμη
Πριν απ’ την αρχική φωτιά την ομορφιά της άμμου
Όπου έπαιζες τον όρκο σου κι όπου είχες την ευχή
Εκατόφυλλη, ανοιχτή στον άνεμο της Παναγίας.
Στο πολύπτυχο, εμβληματικό, χιλιοτραγουδισμένο «ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ» ο Ελύτης δανείζεται κλασικά μορφολογικά και φραστικά μοτίβα των Χαιρετισμών:
Άξιον εστί εορτάζοντας τη μνήμη
Των Αγίων Κηρύκου και Ιουλίτης
Ένα θαύμα να καίει στους ουρανούς τα’ αλώνια
Ιερείς και πουλιά να τραγουδούν το χαίρε :
Χαίρε η καιομένη και χαίρε η Χλωρή
Χαίρε η Αμεταμέλητη με το πρωραίο σπαθί
Χαίρε η που πατείς και τα σημάδια σβήνονται
Χαίρε η που ξυπνάς και τα θαύματα γίνονται
Χαίρε του παραδείσου των βυθών η Αγρία
Χαίρε της ερημίας των νησιών η Αγία
Χαίρε η Ονειροτόκος, χαίρε η Πελαγινή
Χαίρε η Αγκυροφόρος και η Πενταστέρινη
Χαίρε με τα λυτά μαλλιά η χρυσίζοντας τον άνεμο
Χαίρε με την ωραία λαλιά η δαμάζοντας τον δαίμονα
Χαίρε που καταρτίζεις τα Μηναία των Κήπων
Χαίρε που αρμόζεις τη ζώνη του Οφιούχου
Χαίρε η ακριβοσπάθιστη και σεμνή
Χαίρε η προφητικιά και δαιδαλική.
Στον ίδιο ποιητή συναντάμε τη μορφή της Παναγίας σε ποίημα της συλλογής «ΤΑ ΤΖΙΤΖΙΚΙΑ», όπου με μια πολύ παραστατική μεταφορά, φαίνεται να κυριαρχεί στο Αιγαίο ως μητριαρχική μορφή. Εικόνες σαν κι αυτήν που για τον κοινό νου μοιάζουν παράδοξες απαντούμε συχνά στην ποίηση του Ελύτη και εντάσσονται στα πλαίσια μιας ελλαδοκεντρικής και θαλασσοκεντρικής κοσμογονία που οραματίζεται ο ποιητής :
Η Παναγιά το πέλαγο κρατούσε στην ποδιά της,
Τη Σίκινο, την Αμοργό και τα’ άλλα τα παιδιά της……
Τέλος ας ακούσουμε την φωνή του Οδυσσέα Ελύτη μέσα από το ποίημά του με τον τίτλο «ΑΝΕΜΟΣ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ» :
Στα πρώτα σπλάχνα του ο καιρός. Μπορείς να δεις ακόμη
Πριν απ’ την αρχική φωλιά την ομορφιά της άμμου
Όπου έπαιζες τον όρκο σου κι όπου είχες την ευχή
Εκατόφυλλη, ανοιχτή στον άνεμο της Παναγίας!
Ένας άλλος μείζων ποιητής του Ελληνισμού, με πολύ πλούσιο και αξιοθαύμαστο έργο, μαχητής των ανθρωπιστικών ιδεωδών και της ειρήνης, ο ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΒΡΕΤΤΑΚΟΣ, έγραψε ένα πραγματικά ποιητικό αριστούργημα με κεντρικό του θέμα την μορφή της Παναγίας. Λέγεται «Η χαρά της Παναγιάς» :
Η Παναγιά χτενίζει τα χρυσά της μαλλιά
στο μικρό της παράθυρο
μια
θαλασσιά πεταλούδα πετά γύρω απ’ τη μια της
πλεξούδα που κρέμεται.
Βασιλεύει ο ήλιος,
Ο Ιωσήφ ανεβαίνει πιο ψηλά να της κόψει
ένα κόκκινο άνθος.
Αξίζει να ακροασθούμε την προσευχή αυτού του ταπεινού αλλά εμπνευσμένου δημιουργού, του Νικηφόρου Βρεττάκου, με την ανάγνωση αποσπάσματος και ενός άλλου εξαιρετικού ποιήματός του που αναφέρεται στην Θεοτόκο :
DE PROFUNDIS CLAMAVI :
Μητέρα του Χριστού, Μαρία,
πόσο είναι η νύχτα τούτη κρύα,
δε μπορεί ο Θεός να καταλάβει!
Κατέβα, συ, απ’ τους ουρανούς
και με αναμμένους τους φανούς
του χάρου οδήγα το καράβι!
Δε μπορούμε να μη σταθούμε στον μέγιστο ποιητή, τον απόλυτο υμνητή της Ρωμιοσύνης, τον ΓΙΑΝΝΗ ΡΙΤΣΟ, έναν πνευματικό δημιουργό πολυδιάστατο, με έργο παγκοσμίου βεληνεκούς, ο οποίος έσκυψε να αφουγκραστεί με καημό τις λαχτάρες και τους αγώνες του Γένους. Θα ακούσουμε ένα απόσπασμα από το ποίημα του Ρίτσου «ΑΠΟ ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΟΥ ΜΕΣΗΜΕΡΙΟΥ» :
Όταν περνούσε η Παναγία σιωπηλή κάτου απ’ τα δέντρα
κανένας δεν την άκουσε
Τα σκυλιά δε γαυγίσαν στις αυλόπορτες.
Μονάχα τα τριζόνια τη χαιρέτισαν,
κι ένα μεγάλο αστέρι χτύπησε
σε μια χορδή κάποιο άγνωστο τραγούδι
που τ’ ακούσαν μόνο τα παιδιά στον ύπνο τους
και γύρισαν απ’ τα’ άλλο τους πλευρό χαμογελώντας.
Περνάμε σ’ έναν άλλο σημαντικό ποιητή και στιχουργό, ο οποίος έχει γράψει μερικά από τα λατρεμένα τραγούδια του στενού συνεργάτη του Μάνου Χατζιδάκι, αλλά και του Μίκη Θεοδωράκη, του Σταύρου Ξαρχάκου, και άλλων συνθετών ). Είναι ο μέγας λυρικός και υπερρεαλιστής ΝΙΚΟΣ ΓΚΑΤΣΟΣ, ο οποίος με την ποίησή του δένει τον παραδοσιακό με τον μοντέρνο λόγο. Τρία ποιήματά του που έγιναν γνωστά τραγούδια αναφέρονται στη μορφή της Παναγίας : «ΓΡΗΓΟΡΟΥΣΑ», «ΑΣΠΡΗ ΜΕΡΑ ΚΑΙ ΓΙΑ ΜΑΣ» και «ΜΙΆ ΠΑΝΑΓΙΆ».
Ας ακούσουμε το τελευταίο :
Μια Παναγιά
μιαν αγάπη μου έχω κλείσει
σε ερημοκλήσι αλαργινό.
Κάθε βραδιά
Της καρδιάς την πόρτα ανοίγω
κοιτάζω λίγο
και προσκυνώ.
Μια Παναγιά
μιαν αγάπη μου έχω κλείσει
σε ερημοκλήσι αλαργινό.
Κάθε βραδιά
Της καρδιάς την πόρτα ανοίγω
δακρύζω λίγο
και προσκυνώ.
Ένας από τους κορυφαίους ποιητές του 20ου αιώνα, ο Θεσσαλονικιός ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΒΑΦΟΠΟΥΛΟΣ, διαπνεόμενος από αίσθηση βαθύτατης πνευματικότητος, έγραψε ένα συγκινητικότατο ποίημα με αφορμή μια συγκλονιστική τραγωδία, η οποία συνέβη στο Σικάγο την 1η Δεκεμβρίου του 1958. Μια ολέθρια πυρκαγιά κατέστρεψε την «Παναγία των Αγγέλων», ένα σχολείο για μικρά παιδιά. Ενενήντα περίπου μαθητές μαρτύρησαν και πέθαναν μέσα στις φλόγες. Το ποίημα λέγεται «Η ΜΙΚΡΗ ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΩΝ ΑΓΓΕΛΩΝ»(απόσπασμα) :
Σε τέτοιους αγγέλους ποια Παναγιά μπορούσε να ταιριάζει;
Όχι, βέβαια, εκείνη η σπαραγμένη της Αποκαθηλώσεως :
Η λεπτή καρδιά των μικρών Αγγέλων δεν αντέχει
σε τέτοια θλίψη, που κολώνες μητροπόλεων λυγίζει.
Κι ένα δάκρυ από τέτοια μυστική φωτιά μπορεί
όχι μονάχα να την κάψει, να την εξατμίσει.
Στους μικρούς αγγέλους μια Παναγία μικρή ταιριάζει.
Η μεγαλόπνοη λυρική και θρησκευτική ποίηση τη σημαντικότερης, ίσως, Ελληνίδας ποιήτριας του περασμένου αιώνα, της κυράς ΖΩΗΣ ΚΑΡΕΛΛΗ τίμησε την μορφή και τις χάρες της Παναγίας με σποραδικές μικρές ή μεγάλες αναφορές. Και με δύο ολόκληρα ποιήματα, «ΣΤΟ ΕΙΚΟΝΟΣΤΑΣΙ» και «ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΕΣΠΕΡΙΝΟ». Ας την ακούσουμε στο δεύτερο :
Περίσκεπτη η Θεοτόκος
Στη σκοτεινή, Βυζαντινή εικόνα,
αυτή η μεσιτεύουσα γλυκεία ελπίς,
Έμεινε σοβαρή και μ’ αυστηρή θωριά.
Στο βλέμμα του επισκέπτη που Την κοίταζε μελαγχολία γεμάτος για την απιστία του,
γνωρίζοντας συνάμα την μύχιαν έπαρση,
ίσως και τον κρυμμένο φόβο,
μέσα στην άδειαν εκκλησία,
αφού τελείωσε ο σύντομος Εσπερινός.
Ο ποιητής ΝΙΚΟΣ ΚΑΡΟΥΖΟΣ, μύστης και αγωγός υψηλών πνευματικών στόχων, διαπνέεται έντονα στις ποιητικές δημιουργίες του από το στοιχείο της μυστηριακής θρησκευτικότητας. Διαβάζουμε απόσπασμα από ένα από τα εξαιρετικής ευαισθησίας ποιήματά του που αγγίζει την ιερότητα των ανθρωπίνων, με τίτλο Η ΑΝΤΙΚΡΟΥΣΗ ΤΟΥ ΧΕΙΜΩΝΑ :
Κρατώντας την εσθήτα της Παναγίας
ο έσχατος τ’ Ουρανού με χιλιάδες έντομα στην όραση μ’ αξεθύμιαστα γιασεμιά στο νυμφώνα
μ’ άλλα θεάματα της αγάπης από μέσα
και μ’ άλλα γεγονότα σπιθοβολώντας
αγγίζει τους ραχητικούς και θεραπεύει την αρθρίτιδα μαλάζει τους πρησμένους αστραγάλους
αφήνει τρυφερά την αλήθεια πάνω σ’ όλες τις αρρώστιες
και κείνες χάνονται καθώς τα ευδιάλυτα νέφη.
Σιγά σιγά ρυθμίζεται κι ο θάνατος
Αρχίζει το νταούλι μεσ’ στα πανηγύρια κι ολούθε πια σηκώνεται στο στήθος η ρωμιοσύνη και μας αρωματίζει μ’ ανείπωτο μοσχολίβανο….
Η πιο πολυδιαβασμένη ελληνόφωνη ποιήτρια της εποχής μας, η ΚΙΚΗ ΔΗΜΟΥΛΑ, μας δίνει μια εξαιρετική μεταφυσική εικόνα με κεντρικό θέμα την Παναγία, σε έναν περίπατο, μια συνηθισμένη φθινοπωρινή ημέρα :
Το τοπίο ομαλά κυλάει απ’ τις γύρω κορφές
κι εκβάλλει στο παράθυρό μου.
Οι πιο ψηλές κορφές ων πεύκων εξέχουν
κι είναι σαν τα παιδιά που παίρνουνε στον ώμο
στις παρελάσεις για να βλέπουν :
Η Παναγιά η Ελευθερώτρια
τραβάει κουπί μέσα στην πάχνη,
κι η καμπάνα ξεχνάει να πει άφες αυτοίς.
Τα πουλιά ωραία σκορπίζονται
στην απλή των φτερών τους θρησκεία,
κι ο Υμηττός στο μισομπλέ μυστικισμό του
απωθεί την χωμένη στα πόδια του
Μαγδαληνή ομίχλη.
Ας ακούσουμε τώρα ένα πολύ μικρό απόσπασμα από το ποίημα «ΤΟΥΣ ΣΟΥΣ ΥΜΝΟΛΟΓΟΥΣ, ΘΕΟΤΟΚΕ» του σπουδαίου, πολυβραβευμένου Κύπριου ποιητή ΚΩΣΤΑ ΜΟΝΤΗ, ο οποίος πολύ πυκνά, μόνο σε ένα τετράστιχο βάζει τον πιστό που παρακολουθεί μια λειτουργία σε βαθύτατο προβληματισμό :
Παρακολουθήστε προσεκτικά μια λειτουργία
Και μετρήστε τις απαιτήσεις μας,
Παρακολουθήστε προσεχτικά μια λειτουργία
Και μετρήστε τη ζητιανιά μας!
Ο κυρ- ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ, ο «Άγιος των γραμμάτων μας», λάτρης του βίου και της πολιτείας των ταπεινών και καταφρονεμένων, γνώστης του εκκλησιαστικού αναλογίου και αφοσιωμένος στην ορθόδοξη λατρεία, έχει δημοσιεύσει «ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΟΧΑΡΗΣ». Σ’ αυτό βρίσκουμε αρκετά ποιήματα αφιερωμένα στην Παναγία, τα οποία, ειδωμένα από μια καθαρά θρησκευτική σκοπιά, θα μπορούσαν να εννοηθούν σαν κανονικές προσευχές ενός απλού ανθρώπου. Διαβάζουμε ένα απόσπασμα από το ποίημα «ΣΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΥΝΙΣΤΡΑ» :
Εις όλη την χριστιανωσύνη
μία είναι μόνη η Παναγία αγνή,
Κόρη παιδίσκη, Άσμα Ασμάτων,
χωρίς Χριστόν, Θείο παιδί στα χέρια,
και τρεφομένη με Αγγέλων άρτον.
Εσύ’ σαι η μόνη, Παναγία Κουνίστρα,
που εφανερώθης στης Σκιάθου το νησί
εις δένδρον πεύκου επάνω καθημένη
και αιωρουμένη εις τερπνήν αιώραν,
όπως αι κορασίδες συνηθίζουν.
Ο όγδοος λόγος από το μακροσκελές επικό ποίημα του μέγιστου ποιητή του Γένους ΚΩΣΤΗ ΠΑΛΑΜΑ, το περίφημο «Η ΦΛΟΓΕΡΑ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΙΑ», είναι αφιερωμένος «στην ζήση και την κοίμηση της Αγίας Κόρης», όπως την ονομάζει :
Η γνώμη του υποταχτικιά, ρέμπελος πάντα ο νους του και μάθημα μονάκριβο, και θησαυρό σοφίας,
κράτησε ο νους του ανάξιου και μουρμουρίζοντάς το τα χείλια τρεμοσάλευε πάσα ώρα, στιγμή πάσα,
ξυπνώντας με το σήμαντρο, πλαγιάζοντας με του ήλιου στο γέρμα, στον εσπερινό, στην αγρυπνιά, στον όρθρο, στο αρχονταρίκι, στο ναό, στην κέλλα, στο τραπέζι,
μόνο ένα μάθημα ακριβό, παρμένο σε δυο λόγια :
του αγγέλου το χαιρετισμό στην Κεχαριτωμένη.
Μέγας ποιητής, θεόπνευστος, ευλογημένος από τις Μούσες, ο ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ, κληροδότησε στις επόμενες γενεές ένα τεράστιο και ανεκτίμητο ελληνοκεντρικό και θεοκεντρικό πνευματικό έργο. Στο εξάτομο ποιητικό του έργο ΛΥΡΙΚΟΣ ΒΙΟΣ ανιχνεύουμε διάσπαρτα στοιχεία χριστιανικής λατρείας και δύο καθαρά θρησκευτικής πνοής ποιήματα, το ΠΑΣΧΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ και το περίφημο ΜΗΤΗΡ ΘΕΟΥ, αφιερωμένο στην Θεοτόκο. Μικρότερης έκτασης ποιήματα για την Παναγία είναι : «ΠΑΡΗΓΟΡΗΤΙΣΣΑ», «Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΗΣ ΣΠΑΡΤΗΣ» «ΔΕΚΑΠΕΝΤΑΥΓΟΥΣΤΟ ΤΟΥ 1940» και «ΥΜΝΟΣ ΣΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑ». Από το τελευταίο θα ακούσουμε μία στροφή:
Στεριά, νησιά και πέλαγα, μια Κόρη και μια Μάννα,
η Ελλάδα, στην αθάνατη, γονατιστή, πλαγιά
που τρέμει μπρος της η άβυσσο, ακούοντας την καμπάνα,
τα θεόρατα τα μάτια Σου στυλώνει, Παναγιά!
«Είμαι Κωνσταντινουπολίτης την καταγωγήν». Έτσι καυχιόταν ο μέγιστος των Ελλήνων ποιητών ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΒΑΦΗΣ. Με εκ μητρός καταγωγή από τον άρχοντα Φωτιάδη, έζησε κάποια χρόνια στην Πόλη, όπου αποθαυμάζοντας τα μεγαλεία και τα κάλλη της έγραψε κάποια ποιήματα που αναφέρονται σ’ εκείνη. Από αυτής της κατηγορίας τα ποιήματα διαλέγουμε ένα απόσπασμα από «ΤΟ ΝΙΧΩΡΑΚΙ». Και το ωραιότατο «ΔΕΗΣΙΣ» :
Η θάλασσα στα βάθη της πήρ’ έναν ναύτη-
Η μάνα του, ανήξερη, πιαίνει κι ανάφτει
Στην Παναγία μπροστά ένα υψηλό κερί
για να επιστρέψει γρήγορα και ναν’ καλοί οι καιροί-
Και όλο προς τον άνεμο στήνει τ’ αυτί.
Αλλ’ ενώ προσεύχεται και δέεται αυτή
Η εικών ακούει, σοβαρή και λυπημένη,
ξεύροντας πως δεν θάλθει πια ο υιός που περιμένει.
Αφήσαμε για το τέλος έναν από τους ωριμότερους και πλέον δημοφιλείς δασκάλους-ποιητές του 20ου αιώνα, τον ΚΩΣΤΑ ΒΑΡΝΑΛΗ. Ποιητής της σχολής του Παλαμά, με έντονο το ρεαλιστικό στοιχείο στις αναζητήσεις του, ο οποίος, μολονότι υπήρξε θεωρητικός οπαδός του υλισμού, μας έχει χαρίσει το μεγάλο ποίημα «ΟΙ ΠΟΝΟΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ». Ο λόγος του είναι συγκλονιστικός, σπαραχτικός. Η Παναγιά παρουσιάζεται σα μια συνηθισμένη λαϊκή μάνα που θρηνεί για τα βάσανα του γιου της. Είναι ένα ποίημα υψηλής δραματικής αξίας και, έχει αναγνωριστεί ως το ωραιότερο ποίημα που γράφτηκε στην ελληνική γλώσσα για την Παναγιά και το Θείον Πάθος.
Πού να σε κρύψω, γιόκα μου, να μη σε φτάνουν οι κακοί;
Σε ποιο νησί του Ωκεανού, σε ποιάν κορφήν ερημική;
Δεν θα σε μάθω να μιλάς και τα’ αδικο φωνάζεις.
Ξέρω, πως θα’ χεις την καρδιά τόσο καλή, τόσο γλυκή,
Που με τα βρόχια της οργής ταχιά θενά σπαράξεις.
……………………………………………..
Κι αν κάποτε τα φρένα σου το Δίκιο, φως της αστραπής,
κι η Αλήθεια σου κτυπήσουνε, παιδάκι μου, να μην το πεις.
Θεριά οι ανθρώποι δεν μπορούν να το σηκώσουν.
Δεν είναι αλήθεια πιο χρυσή απ’ την αλήθεια της σιωπής.
Χίλιες φορές να γεννηθείς, τόσες θα σε σταυρώσουν.
Έχω γράψει δύο τραγούδια για την Παναγία. Το ένα λέγεται «ΠΡΟΣΕΥΧΗ» («ΜΕΡΙΕΜ ΑΝΑ ή ΒΛΑΧΕΡΝΑ») και αναφέρεται στην Πολίτισσα Παναγιά των Βλαχερνών. Το δεύτερο, είναι το νανούρισμα της Παναγιάς - μάνας, η οποία γνωρίζει ότι το παιδί της πρόκειται να διανύσει μια παιδική και νεανική περίοδο ήρεμης ζωής αλλά να οδηγηθεί στο απόλυτο μαρτύριο. Το Πάθος, το Θείον Πάθος, σύμφωνα με τους Γνωστικούς δεν άρχεται με την Σταύρωση αλλά με την Γέννηση. Μ’ αυτά τα τραγούδια μου θα ολοκληρώσω την εισήγησή μου.
Σας ευχαριστώ πολύ.
ΠΡΟΣΕΥΧΗ (ΜΕΡΙΕΜ ΑΝΑ Ή ΒΛΑΧΕΡΝΑ)
Βλαχέρνα λένε μια Ρωμιά
Που βγαίνει το βραδάκι
Με μαύρο κεφαλόδεσμο
Και με κρυφό σαράκι.
Και σεργιανάει τον Μαρμαρά,
Το Πέρα και την Πόλη
Απ’ την κορφή του σαραγιού
Για να την βλέπουν όλοι.
Τούρκοι κι αιχμάλωτοι Ρωμιοί,
Χαμάληδες κι αλάνια
Γύφτισσες του Σουλού κουλέ
Πασάδες και τσογλάνια,
Την προσευχή τους κάνουνε,
Τρέμουνε την οργή σου
Τους φουκαράδες ελεούν
Για να χαρεί η ψυχή σου.
Μεριέμ ανά και Παναγιά
Κι Αγία μου Βλαχέρνα,
Το δάκρυ σου σαν αγιασμό
Σ’ εχθρούς και φίλους κέρνα.
Από τον πρώτο τον καιρό
Κι αυτό το ξέρουν όλοι,
Όσα κλειδιά και ν’ άλλαξε,
Δικιά σου είναι η Πόλη.
ΝΑΝΟΥΡΙΣΜΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ
Κοιμήσου τώρα που κανείς
δε θα’ ρθει να σε πάρει,
γιατί’ ναι προίκα σου ο καημός
μαζί με τόση χάρη.
Ένας καημός αβάσταχτος,
η δύναμή σου, φως μου,
που απ’ τη θωριά σου θα σκιαχτούν
οι δυνατοί του κόσμου.
Δε θα’ χει τόπο να κρυφτείς
απ’ το μεγάλο πόνο,
σαν πέσεις να προσευχηθείς
θα σε πετύχουν μόνο
Οι πραίτορες κι οι δικαστές,
ο γύπας και το φίδι,
οι φαρισαίοι κι οι γραμματείς,
του Χάρου το λεπίδι.
Γιατί δεν πάτησες στη γη
στο φοβερό το βήμα
να δώσεις τόπο στην οργή
και άφεση στο κρίμα
Ήρθες να διώξεις το άδικο
τον φθόνο να γκρεμίσεις,
για τη χλιδή του μαμωνά
φρικτά να μαρτυρήσεις.
Ποιος θρήνος, ποια κραυγή χωράει
το που θα πιω και που θα πιεις
φαρμάκι στο ποτήρι;
Ποιος τρυγητής και ποιος κιοτής
απ’ τη ζωή σου θα γευτεί
το μέλι και τη γύρη;
Ποιος Βαραβάς και ποιος ληστής
όταν εσύ θα σταυρωθείς
θα κάνει πανηγύρι;

ΘΩΜΑΣ ΚΟΡΟΒΙΝΗΣ
ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΣΕ ΣΗΜΑΙΝΟΝΤΕΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΕΣ ΠΟΙΗΤΕΣ
Θωμάς Κοροβίνης
ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΣΕ ΕΞΕΧΟΝΤΕΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΕΣ ΠΟΙΗΤΕΣ
--------------------------------------------------------------------------Εκφωνήθηκε τη Δευτέρα, 21η Νοεμβρίου του 2011 στα 209 χρόνια από τα θυρανοίξια του ιερού ναού των Εισοδίων της Θεοτόκου της Κοινότητας Σταυροδρομίου Πέρα και των 118 χρόνων από την ίδρυση της Σχολής του Ζωγραφείου.

https://www.facebook.com/thomas.korovinis.5