Labels

Thursday, August 23, 2012

Αθήνα



Σ' αυτήν την πόλη περπατούν τα δέντρα κι οι άνθρωποι αναβοσβήνουν φανάρια στα τροχοφορόφα σύννεφα που πηγαινοέρχονται μεθυσμένα από αλκοολούχο φως.

Κανείς δε μιλά σ' αυτήν την πόλη παρόλο που όλοι έχουν να διηγηθούν μια ιστορία που νομίζουν δική τους.

Σαν αξιοθέατο μιας ηδονής λησμονημένης,
πηγάδι μνήμης με σπασμένο κουβά.

Γειτονιές σιαμαίες διατηρούν κεφάλι την Ακρόπολη με σώμα λερναίας ύδρας που κανείς δεν μπορεί να σκοτώσει.

Ο Ηρακλής ζητιανεύει έξω απ' το μετρό για ένα ξεροκόμματο ανδρείας.

Η Βουλή πολλών τετραγωνικών αγωνίας, ορθώνεται υπερήφανη για το ανάστημα των συμφερόντων που στεγάζει.

Μικροπωλητές ατάλαντοι, πρόσφυγες άγλωσσοι, απατεώνες της δεκάρας, επιβιώνοουν αγέλαστοι.

Η ομορφιά δυσδιάστατη στις μπροσούρες αφισών των εκθέσεων που φιλοξενούν μουσεία υπομένει.

Ένα κυνηγητό αγριμιών εξοντώνει τον χρόνο που κουρασμένος, ασπρομάλλης γέρος καπνίζει τ' αποτσίγαρα της αιωνιότητας.

Κι όμως, πόσο παράξενο στ' αλήθεια, αυτή η πόλη, πρωτεύουσα του βασιλείου της μελαγχολίας και του αδιεξόδου, είναι ζωντανή σαν Καρυάτιδα.

Κι όμως, πόσο παράλογο στ' αλήθεια, αυτή η πόλη,
τσατσά του μπουρδέλου της χώρας, έχει καρδιά που ακόμα χτυπά τους χτύπους ρολογιού αντίκα της ιστορίας.

Κι όμως, τόσο ακατανόητο, αυτή η πόλη, καλλονή περιπόθητη, σαγηνεύει με το βλέμμα της τους εραστές του παρόντος, παντελώς αδιάφορη για το σώμα τους, την ερωτική τους ικανότητα, τις φαντασιώσεις τους.

Και μέσα στη χαώδη ύπαρξή της παραμένει φιλεύσπλαχνη, μέσα στους βρώμικους δρόμους ολόλευκη από μάρμαρο Πεντελικό, μέσα στην ακαταστασία της κυρία.

Οδυρόμενη λάμπει, ενσκύπτουσα κοιτά ψηλά, στείρα καρποφορεί. Αυτή η πόλη αναστημένη κάθεται αμέριμνη αναπαυτικά πάνω στο λίθο του μνήματος της χώρας.



Αθήνα, 23 Αυγούστου 2012

Sunday, August 19, 2012

Τα κορυφαία φωτογραφικά κλικ σύμφωνα με το National Geographic


 «Πεταλούδα»: Η κορυφαία φωτογραφία
Σε ένα απομονωμένο χωριό του Αφγανιστάν, μια γυναίκα και ένα παιδί βρίσκονται μέσα σε ένα παραδοσιακό σπίτι, ασχολούμενοι με οικιακές εργασίες.

Αυτή είναι η κορυφαία φωτογραφία της χρονιάς κατά το διάσημο National Geographic. Ανήκει στον Cedric Houin και ο τίτλος της είναι «Πεταλούδα».
Σύμφωνα με την Alexandra Avakian, φωτογράφο του περιοδικού, «το περιεχόμενο της φωτογραφίας είναι εντυπωσιακό γιατί ο φωτογράφος μπόρεσε να καταγράψει τόσο τον παραδοσιακό τρόπο ζωής όσο και ορισμένες από τις μοντέρνες πτυχές του (σσ. τη χρήση σχετικά σύγχρονων μηχανημάτων). Ο θεατής λαμβάνει μια οπτική ικανοποίηση από κάτι που αντιβαίνει στα στερεότυπα».



Εντυπωσιακότατες και οι υπόλοιπες φωτογραφίες του διαγωνισμού. Ενδεικτικά:



 

Της Michelle Schantz. Μια μοναχική καμπίνα φωτίζεται από το βόρειο Σέλας στη Νορβηγία.

 



Του Ken Bower. Το χωριό G Sadalur στα νησιά Φερόε.





Της Camila Massu. Στη φωτογραφία η αδερφή της κολυμπάει με καταρρακτώδη βροχή σε λίμνη της Νότιας Χιλής.





Του Ken Thorne. Μαδαγασκάρη.Παιδί, σκεπασμένο με παραδοσιακή μαντίλα. Στο φόντο ένα «αρχαίο δάσος» από υπεραιωνόβια δέντρα.

    http://tvxs.gr/news/kosmos/ta-koryfaia-fotografika-klik-symfona-me-national-geographic

Thursday, August 16, 2012

"O κήπος της γυναίκας" -απόσπασμα με θέμα την αγάπη - Βασιλικής Νευροκοπλή


Και είπε η γυναίκα:

Η αγάπη δεν είναι λέξη.
Καλύτερα ν’ αφαιρεθεί από τα λεξικά
ή ίσως να καταχωρηθεί στους τόνους και τα πνεύματα.
Αγάπη οξεία, περισπωμένη Αγάπη, βαρεία, αγάπη δασεία και ψιλή, ανάλογα με την ένταση, τη ροπή, την κατεύθυνση, ανάλογα με τον φορέα της, την αλήθεια της, αν ελευθερώνει ή συνθλίβει τον αγαπώντα, τον αγαπημένο.

Και ακόμα καλύτερα να πάψoυμε να μιλούμε γι’ αυτήν.
Ας την εξορίσουμε από τα λόγια μας.
Όσο περισσότερο την κατονομάζουμε τόσα μνήματα της χτίζουμε. Μαυσωλεία για να την παραχώσουμε μέσα βιαστικά, ζωντανή, μισοπεθαμένη, ή και νεκρή, για να εκφωνήσουμε προς χάρη της βαρυσήμαντους, θλιβερούς επικήδειους, να φανούμε σπουδαίοι, να εισπράξουμε το απρόσωπο χειροκρότημα των θεατών.

Η αγάπη θα ξεφεύγει πάντα από τα λόγια μας, από τα λεξικά και τα γραπτά μας.
Θα ξεγλιστρά σαν αχτίδα φωτός κάτω απ’ τις χαραμάδες των επιτάφιων λόγων μας, τα λευκά περιθώρια των σελίδων σαν κυνηγημένη, αναζητώντας καταφύγιο στο ετοιμόρροπο υπόστεγο χειλιών μουγκών, στο βλέμμα των πετεινών του ουρανού και σε έρωτες πληρωμένους από το υστέρημα του δίλεπτου μιας χήρας.

«Και ποια είναι η τέλεια αγάπη ανάμεσα σ’ έναν άντρα και μια γυναίκα», ρώτησε μια γυναίκα με κεφάλι σκυφτό, μαλλιά ασπρισμένα από τα αναπάντητα ερωτήματα.

Η τέλεια αγάπη είναι η συνάντηση της ψιλής αγάπης με τη δασεία όταν αγκαλιάζουν την οξεία.
Όλες οι αγάπες, πνεύματα και τόνοι, είναι των ανθρώπων, εκτός απ’ την οξεία. Η οξεία αγάπη είναι του Θεού.
Όταν συναντιέται η αγάπη ενός άντρα με την αγάπη μιας γυναίκας συναντιέται η δασεία και η ψιλή, σαν δυο αντίθετοι άνεμοι που συγκλίνουν.
Αν απ’ ανάμεσά τους απουσιάσει η οξεία, τότε ο ένας θα πολεμήσει τον άλλο και θα συντριφτούν. Δίχως την οξεία αγάπη του Θεού, τέλεια αγάπη δεν υπάρχει.
Μέσω αυτής θα ζευγαρώσουν ενώνοντας την ίδια στιγμή στο όνομα του Θεού τη γη με τον ουρανό .
Αγάπη που δεν ενώνει γη και ουρανό, δεν είναι αγάπη τέλεια.
 Η τέλεια αγάπη καθώς σου δίνει σώμα σου προσφέρει απλόχερα το πνεύμα του.

Αν η αγάπη προς τον άλλον είναι περισπωμένη, του υπόσχεται πως τον σκεπάζει, τον φροντίζει, τον προστατεύει, ενώ στην πραγματικότητα τον κρατά αλυσοδεμένο στη γη τον χώνει ολοένα βαθύτερα μέσα της.

Αν η αγάπη είναι βαρεία, χρησιμοποιείς τον αγαπημένο σαν σκαλί για ν’ ανέβεις ψηλότερα αποθέτοντας πάνω του με αναίδεια όλο σου το βάρος μέχρι να τον κάνεις χώμα, να τον εξαφανίσεις.
Αυτό δεν μπορεί να είναι αγάπη τέλεια.
Η βαρεία, όπως και η περισπωμένη, ζητούν να χειραγωγήσουν την αγάπη από εγωισμό και φιλαυτία, πάθος για εξουσία.
Είναι καταραμένες να φέρουν δυστυχία.

Κανείς δεν μπορεί να χειραγωγήσει την αγάπη, η αγάπη μας χειραγωγεί.
Είναι φωτιά που μπαίνεις μέσα της σαν χρυσάφι για να καθαριστείς απ’ τα σκουπίδια που κουβαλάς.
Αν δεν σου έχει μείνει χρυσάφι στην καρδιά θα καείς, θα απομείνεις ένας αξιοθρήνητος σωρός αποκαϊδια.
Αν όμως ακόμα διαθέτεις λίγο απ’ το χρυσάφι που αποτέλεσε τον πρώτο πυρήνα της ύπαρξής σου, τότε αυτό θα ενωθεί με το χρυσάφι του άλλου μέσα στη φωτιά της αγάπης που την ίδια ώρα φωτιά και τεχνίτης ταυτόχρονα, θα σχεδιάσει και θα σκαλίσει περίτεχνα σχέδια μέχρι να γεννηθεί ένα κόσμημα ολόχρυσο, στολίδι στο λαιμό του Σύμπαντος, προορισμένο να ζήσει στους αιώνες.



Αθήνα, Αύγουρστος 2012

Wednesday, August 15, 2012

To ιστορικό της κοιήίσεως της Θεοτόκου


Για τὴν Ἐκκλησία μας ἡ Θεοτόκος εἶναι «τοῦ πεσόντος Ἀδὰμ ἡ ἀνάκλησις, τῶν δακρύων τῆς Εὕας ἡ λύτρωσις». Βοήθησε στὴ σάρκωση τοῦ Χριστοῦ, ἐξυπηρέτησε τὴν παγκόσμια σωτηρία γιατί μ’ αὐτὴν πραγματοποιήθηκε ἡ προαιώνια ἀπόφαση τοῦ Θεοῦ: ἡ σάρκωση τοῦ Λόγου καὶ ἡ δική μας σωτηρία(Ἰω. Δαμασκηνός).


Ἀπὸ τὶς Θεομητορικὲς ἑορτὲς ξεχωρίζει ἡ ἑορτὴ τῆς Κοιμήσεως (15 Αὐγούστου). Μὲ αὐτὴν ἡ Ἐκκλησία μᾶς ἑορτάζει τὴν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου ποὺ περιλαμβάνει, πρῶτο, τὸ θάνατο καὶ τὴν ταφή της καί, δεύτερο, τὴν ἀνάσταση καὶ τὴ μετάστασή της στοὺς οὐρανούς. Ὅπως λέει τὸ κοντάκιο τῆς ἑορτῆς, «τάφος καὶ νέκρωσις οὐκ ἐκράτησε (τὴ Θεοτόκο), ὡς γὰρ ζωῆς μητέρα, πρὸς τὴν ζωὴν μετέστησεν ὁ μήτραν οἰκήσας ἀειπάρθενον». Ὁ Κύριος δηλαδὴ ποὺ εἶναι ἡ πηγὴ τῆς ἀληθινῆς ζωῆς, πῆρε τὴν ἀνθρώπινη σάρκα στὴν κοιλιὰ τῆς Θεοτόκου καὶ γεννήθηκε ἀπὸ αὐτήν. Ἔτσι ἔκαμε τὴν Παναγία Μητέρα του, μητέρα τῆς ζωῆς, πηγὴ τῆς ζωῆς.


Ἀφοῦ ὁ Κύριος μὲ τὸ σταυρικό του θάνατο πάτησε καὶ κατάργησε τὸ θάνατο, ἦταν φυσικὸ νὰ ἀνεβάσει στοὺς οὐρανοὺς τὴ Μητέρα του καὶ νὰ τῆς χαρίσει τὴ δόξα τῆς αἰωνιότητας. Ὅπως λένε τὰ τροπάρια τῆς Κοιμήσεως, ὁ θάνατός της προμνηστεύεται τὴ ζωή. Αὐτὴ ποὺ γέννησε τὴ ζωή, ἔχει μεταβεῖ στὴ ζωή. Ἔτσι ὁ θάνατός της ὀνομάζεται «ἀθάνατος Κοίμησις». Καὶ ὅλα αὐτὰ γιατί ἡ Παναγία πρώτη μεταξὺ τῶν ἀνθρωπίνων πλασμάτων πραγματοποίησε τὴ θεοποίηση τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ εἶναι ἡ συνέπεια τῆς σάρκωσης. Ὅπως ἀκριβῶς τὸ εἶπαν οἱ Πατέρες «Ὁ Θεὸς ἐνηθρώπησεν, ἴνα ἠμεῖς θεοποιηθῶμεν». «Ἄνθρωπος γίνεται Θεὸς ἴνα Θεὸν τὸν Ἀδὰμ ἀπεργάσηται» (Μ. Ἀθανάσιος, ΒΕΠ 30, 119. Δοξαστικὸ αἴνων, 25 Μαρτίου). Αὐτὴν τὴ θεοποίηση ἔδειξε ἡ Θεοτόκος, γιατί, ὅπως λέει ὁ ἱερὸς Καβάσιλας, φανέρωσε τὸν ἄνθρωπο ὅπως ἦταν στὴν ἀρχὴ στὸν Παράδεισο, καὶ ὅπως ἔπρεπε στὴ συνέχεια νὰ γίνει. Μὲ τὴν Κοίμησή της προπορεύτηκε στὴ δόξα ποὺ μᾶς περιμένει. Ὡραία παρατηρήθηκε, «αὐτὴ εἶναι δόξα μεγαλύτερη ἀπὸ ὄλαις τὶς δόξαις, ὁπού ἔλαβε ἡ Θεοτόκος, νὰ ἀναστηθεῖ πρωτύτερα ἀπὸ τὸν καιρὸ τῆς ἀφθαρσίας, νὰ δοξασθῆ προτοῦ νὰ γίνει ἡ κρίσις καὶ ἡ ἐξέτασις, νὰ λάβη τὴν ἀνταπόδοσιν προτοῦ νὰ ἔλθη ἡ ἡμέρα τῆς ἀνταποδόσεως, νὰ τιμηθῆ τέλος πάντων μὲ προνόμια, ὅμοια μὲ ἐκεῖνα τοῦ υἱοῦ τῆς» (Νικήφορος Θεοτόκης). Ἐκεῖνο δηλαδὴ ποὺ θὰ ἀπολαύσουν οἱ πιστοὶ μετὰ τὴ δεύτερη ἔλευση τοῦ Κυρίου καὶ γενικὴ κρίση, προαπολαμβάνει κατεξοχὴν ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι ἐξηγεῖται γιατί ἡ ἑορτὴ τῆς Κοιμήσεως εἶναι στὴ συνείδηση τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας, ἕνα δεύτερο Πάσχα. Τῆς «ἄλλης βιοτῆς τῆς αἰωνίου, τὴν ἀπαρχὴν» ποὺ ἑορτάζουμε τὸ Πάσχα, ὁ πρῶτος καρπὸς εἶναι ἡ δόξα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.


Γιὰ τὴν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου δὲν ἔχουμε πληροφορίες ἀπὸ τὴν Καινὴ Διαθήκη. Γι’ αὐτὴ μαθαίνουμε ἀπὸ τὴν «Ἀπόκρυφον διήγησιν τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου περὶ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου Μαρίας», ἀπὸ τὸ σύγγραμμα «Περὶ θείων ὀνομάτων» τοῦ Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτη, ἀπὸ τὰ «Ἐγκώμια εἰς τὴν Κοίμησιν» Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας ὅπως τῶν ἁγίων Μόδεστου Ἱεροσολύμων, Ἀνδρέα Κρήτης, Γερμανοῦ Κωνσταντινουπόλεως, Ἰωάννη Δαμασκηνοῦ κ.α., καθὼς καὶ ἀπὸ τὰ τροπάρια ποὺ ψάλλει ἡ Ἐκκλησία μας. Στὰ κείμενα αὐτὰ διασώζεται ἡ «ἀρχαία καὶ ἀληθεστάτη» παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας γι’ αὐτὸ τὸ Θεομητορικὸ γεγονός. Ἕνα κομμάτι τῆς παράδοσης εἶναι ἄλλωστε καὶ ἡ ὀρθόδοξη εἰκονογραφία.


Σύμφωνα μὲ τὶς πληροφορίες ποὺ μᾶς δίνουν τὰ παραπάνω κείμενα, ἡ Θεοτόκος εἰδοποιήθηκε ἀπὸ ἄγγελο τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν ἐπικείμενο θάνατό της. Ἀφοῦ στὴ συνέχεια ἀνέβηκε στὸ ὅρος τῶν Ἐλαιῶν γιὰ νὰ προσευχηθεῖ, κατέβηκε στὸ σπίτι της. Ἐκεῖ γνωστοποίησε στοὺς γνωστούς της τὴν ἀναχώρησή της ἀπ’ αὐτὸν τὸν κόσμο καὶ ἑτοίμασε τὰ τῆς ταφῆς της. Γύρω ἀπὸ τὴν κλίνη τῆς Θεοτόκου συγκεντώθηκαν ὅλοι οἱ ἀπόστολοι, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ Θωμά. Δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μὲ σχῆμα νεφέλης τοὺς ἅρπαξε ἀπὸ τὰ διάφορα μέρη τῆς οἰκουμένης, ὅπου κήρυσσαν καὶ τοὺς συγκέντρωσε στὰ Ἱεροσόλυμα. «Τὸ δὲ θεοδόχον αὐτῆς σῶμα μετὰ ἀγγελικῆς καὶ ἀποστολικῆς ὑμνωδίας ἐκκομισθὲν καὶ κηδευθέν, ἐν σορῶ τὴ ἐν Γεσθημανὴ κατετέθη, ἐν ὢ τόπω ἐπὶ τρεῖς ἡμέρας ἡ τῶν ἀγγέλων χοροστασία καὶ ὑμνωδία διέμεινεν ἀπαυστος. Μετὰ δὲ τὴν τρίτην ἡμέραν τῆς ἀγγελικῆς ὑμνωδίας παυσαμένης, παρόντες οἱ ἀπόστολοι, ἑνὸς αὐτοῖς ἀπολειφθέντος (τοῦ Θωμὰ ποὺ ἔλειπε) καὶ μετὰ τὴν τρίτην ἐλθόντος καὶ τὸ θεοδόχον σῶμα προσκυνῆσαι βουληθέντος, ἤνοιξαν τὴν σορόν. Καὶ τὸ μὲν σῶμα αὐτῆς τὸ πανύμνητον οὐδαμῶς εὐρεῖν ἠδυνήθησαν, μόνα δὲ αὐτῆς τὰ ἐντάφια κείμενα εὑρόντες καὶ τῆς ἐξ αὐτῶν ἀφάτου εὐωδίας ἐμφορηθέντες (= γέμισαν ἀπὸ τὴν ἀνείπωτη εὐωδία ποὺ ἔβγαζαν) ἠσφάλισαν τὴν σορόν». (Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Β’ Ἐγκώμιον εἰς τὴν πάνσεπτον Κοίμησιν τῆς Θεομήτορος, 18). Ὁ Υἱός της ποὺ εἶχε σαρκωθεῖ ἀπὸ αὐτήν, εἶχε δεχτεῖ στοὺς οὐρανοῦ τὸ ἄχραντο σῶμα της καὶ τὴν ἁγία της ψυχή. Τὴν εὐσεβῆ αὐτὴ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μᾶς συνοψίζει ἄριστα τὸ ἐξαποστειλάριο τῆς ἑορτῆς τῆς Κοιμήσεως, «Ἀπόστολοι ἐκ περάτων, συναθροισθέντες ἐνθάδε, Γεσθημανὴ τῷ χωρίω, κηδεύσατέ μου τὸ σῶμα, καὶ σὺ Υἱὲ καὶ Θεέ μου, παράλαβέ μου τὸ πνεῦμα».


Monday, August 6, 2012

Μεταμόρφωση του Σωτήρος




ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΙΖ´ 1 – 9

1 Καὶ μεθ’ ἡμέρας ἓξ παραλαμβάνει ὁ Ἰησοῦς τὸν Πέτρον καὶ Ἰάκωβον καὶ Ἰωάννην τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ, καὶ ἀναφέρει αὐτοὺς εἰς ὄρος ὑψηλὸν κατ’ ἰδίαν·
2 καὶ μετεμορφώθη ἔμπροσθεν αὐτῶν, καὶ ἔλαμψε τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ὡς ὁ ἥλιος, τὰ δὲ ἱμάτια αὐτοῦ ἐγένετο λευκὰ ὡς τὸ φῶς.
3 καὶ ἰδοὺ ὤφθησαν αὐτοῖς Μωϋσῆς καὶ Ἠλίας μετ’ αὐτοῦ συλλαλοῦντες.
4 ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Πέτρος εἶπε τῷ Ἰησοῦ· Κύριε, καλόν ἐστιν ἡμᾶς ὧδε εἶναι· εἰ θέλεις, ποιήσωμεν ὧδε τρεῖς σκηνάς, σοὶ μίαν καὶ Μωσεῖ μίαν καὶ μίαν Ἠλίᾳ.
5 ἔτι αὐτοῦ λαλοῦντος ἰδοὺ νεφέλη φωτεινὴ ἐπεσκίασεν αὐτούς, καὶ ἰδοὺ φωνὴ ἐκ τῆς νεφέλης λέγουσα· Οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα· αὐτοῦ ἀκούετε·
6 καὶ ἀκούσαντες οἱ μαθηταὶ ἔπεσαν ἐπὶ πρόσωπον αὐτῶν καὶ ἐφοβήθησαν σφόδρα.
7 καὶ προσελθὼν ὁ Ἰησοῦς ἥψατο αὐτῶν καὶ εἶπεν· Ἐγέρθητε καὶ μὴ φοβεῖσθε.
8 ἐπάραντες δὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτῶν οὐδένα εἶδον εἰ μὴ τὸν Ἰησοῦν μόνον.
9 καὶ καταβαινόντων αὐτῶν ἀπὸ τοῦ ὄρους ἐνετείλατο αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς λέγων· Μηδενὶ εἴπητε τὸ ὅραμα ἕως οὗ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐκ νεκρῶν ἀναστῇ.


http://aerapatera.wordpress.com/2012/08/06/μεταμόρφωση-του-χριστού/

Sunday, August 5, 2012

Ολυμπιακοί αγώνες Λονδίνου 1904 - Ζαχαρία Παπαντωνίου - "Όταν οι ανταποκριτές ήταν συγγραφείς-






ΛΟΝΔΙΝΟΝ, 4 Ιουλίου - Εφθάσαμεν εις το Στάδιον πλέοντες. Εβρεχε διαρκώς και θλιβερώς από το πρωί. Ολη αυτή η βροχή, τουλουμηδόν καταπίπτον επιχείρημα ότι οι αγώνες πρέπει να γίνονται μόνον εις την Ελλάδα, οδήγησαν ανθρώπους λασπωμένους και λερωμένους εις λερωμένον και υγρόν Στάδιον. [...] Ητο κάτι θλιβερόν, αυτό το βούτηγμα μιας Ολυμπιάδος εις το νερό. Τα πάντα ήσαν βρεγμένα και ανακατωμένα. Οι θεαταί επλανώντο με ένα τίκετ ανά χείρας να βρουν την κερκίδα των εις αυτό το τεράστιον γιαπί, το οποίον λέγεται Αγγλικόν Στάδιον. Βρεγμένοι, κουρασμένοι και ασθμαίνοντες ήρχοντο και πήγαιναν εις τους περιφερικούς διαδρόμους, κάτω από σίδερα και σανίδια. Τα πάντα ανακατωμένα εις τους διαδρόμους τούτους. Αποδυτήρια και είσοδοι και μπυφέ και τηλεγραφεία, και πωλητήρια λερνιέν και καρτών και εφημερίδων. Αθληταί γυμνοί ορμώντες από τα αποδυτήριά των, πηδώντες μεταξύ του πλήθους, ψάχνοντες να βρουν τον όμιλόν των.[...]
Το Στάδιον, βραχέν εμαύρισε περισσότερον. Και εισελθόντες το ευρήκαμεν σκαιόν. Αντί του μεγάλου μειδιάματος των Πεντελικών μαρμάρων, τα οποία σου γελούν ενώ ακόμη σε βλέπουν μίλια μακράν, μάς υπεδέχθη ο μορφασμός τσιμέντου, σιδήρου και σανίδων, πολλών σανίδων,. [...]
Αλλά τι είνε το Αγγλικόν Στάδιον;
Μέγα γιαπί.
Δεν πρέπει δε η λέξις γιαπί να το υποβιβάσει. Είναι γιαπί, διότι κτισθέν εν βία, δεν έχει θώρακα, αλλά στεκόμενος απ' έξω βλέπεις έως το βάθος των πλευρών του τα κόκκαλα, ήτοι τα σίδερα και τα ξύλα επί των οποίων στηρίζεται το αμφιθέατρον. Είναι γιαπί διότι μόνον το κύριο σώμα του είνε από σίδερο και τσιμέντο, τα δε λοιπά όλα πρόχειρα. Παραπήγματα από σανίδες, περίπτερα από σανίδες, διάδρομοι από σανίδες. Τα πάντα καμωμένα διά να προφθάσουν να βρίσκωνται. [...]
Αλλά ως Στάδιον το γιαπί είνε σημαντικόν. Προς το παρόν δεν ευρίσκεται εις τον κόσμον πρακτικώτερον Στάδιον. Εγινεν επίτηδες διά να χρησιμεύσει διά τα σύγχρονα αγωνίσματα. Οι αρχαίοι Ελληνες έτρεχαν, ως γνωστόν, πολύ ελλειψοειδώς, εις σχήμα μαγνήτου. Εξ ου και το σχήμα του αρχαίου Σταδίου. Οι σύγχρονοι δρομείς θέλουν μεγαλύτερον πλάτος διά να τρέξουν. Το Αγγλικόν Στάδιον είναι πλατύ. Η έλλειψίς του δεν είναι πολύ καταφανής. Είναι σχεδόν κύκλος. Υπό άποψιν λοιπόν σχήματος και εδάφους, ευρίσκεται ότι το Αγγλικόν Στάδιον έχει τον καλλίτερον στίβον δρόμου. Εξ άλλου το Αγγλικόν Στάδιον τα περιέχει όλα. Στίβον δρόμου, στίβον ποδηλασίας και νερό διά κολύμβημα. Είναι πρακτικόν.
Ως κτίριον είνε επίσης ωραίον. Πλατύτατον, απλούν, με αμφιθέατρον χαμηλόν ελαφρώς ανερχόμενον προς τα επάνω. Ο θεατής, όπου και αν είναι, δεν αδικείται. Το Αγγλικόν Στάδιον είναι σοφής αρχιτεκτονικής.
Αρα το Αγγλικόν Στάδιον είναι το καλλίτερον; Οχι. Εφόσον υπάρχει το Στάδιον των Αθηνών, κάθε άλλο Στάδιον είναι το χειρότερον, όσα προτερήματα και αν έχει. Το διατί, θα το ειπούμεν αλλού, αν και είναι γνωστόν. Στάδιον έχουν μόνον, αι Αθήναι. Το Στάδιόν μας εν Αθήναις δεν έχει στίβον ποδηλασίας, ούτε λίμνην. Το Αγγλικόν έχει. Αλλ' αυτό δεν σημαίνει τίποτε. Είναι πράξις, δεν είναι τέχνη. Εάν από το Αθηναϊκόν Στάδιον κόψετε την σφενδόνην με ένα μαχαίρι έχετε αμέσως ένα τέλειον αρχαίον ελληνικόν και Ρωμαϊκόν θέατρον. Εάν από το Αγγλικόν Στάδιον κόψετε την σφενδόνην δεν έχετε τίποτε άλλο παρά μόνον μίαν φέτα αμφιθεάτρου. Το Αγγλικόν Στάδιον είναι ένα μέγα ιπποδρόμιον. Ως ιπποδρόμιον είναι έξοχον. Πρόκειται άλλωστε περί έργου προσωρινού, το οποίον μετά ένα έτος θα εξαφανισθή, διότι το συμβόλαιον δεν του επιτρέπει να μείνει περισσότερον.
Αλλ' ακούεται ο ύμνος και […] αναγγέλλεται η είσοδος του Βασιλέως της Αγγλίας. […]
Οταν ο Βασιλεύς είπε τας τρεις του λέξεις με τας οποίας εκήρυξε την έναρξιν των αγώνων, ήρχισεν η παρέλασις.
Από μίαν τρύπαν του Σταδίου εχύνοντο διαρκώς εις την κονίστραν σημαίαι και αθληταί.
Μετ' ολίγον εστάθησαν ακίνητα επάνω εις την χλόην του Σταδίου δύο χιλιάδες σώματα, τα ωραιότερα σώματα της υφηλίου. Πώς να περιγραφεί το θέαμα τούτο; Ητο ως αφύπνισις.
Την Κυριακήν εκοιμήθημεν με την ιδέαν ότι η βρίθουσα, γραφείων καπηλείων και εργοστασίων γη δεν κατοικείται πλέον παρά από ανθρώπους χαλασμένους, και ότι όρθιον σώμα δεν έμεινεν εις τον άθλιον αυτόν κόσμον. Αίφνης την Δευτέραν το απόγευμα δύο χιλιάδες σώματα πυργούμενα ορθά, κήπος κρίνων της σαρκός, δάσος μυώνων και γραμμών, εμφανίσεις ως σαλπίσματα υγείας και Δυνάμεως, σου φυτεύουν εντός του Σταδίου μίαν πυκνήν υπέροχον και ένδοξον Αλτιν.
Το θέαμα είνε κατάπληξις, είνε ως εξύπνημα αιφνίδιον της ανθρωπότητος των καφενείων. Είδα τον στρατόν αυτόν να προχωρή φοβερός και ωραίος ενώπιον του Βασιλέως. Ετρεμεν υπό τα βήματά του ο στίβος. Τους ήκουεν η γη. Δεν εσωριάσθη λοιπόν η ανθρωπότης επί των πάγκων των γραφείων και των κρασοπουλειών, ελεεινή και τρισαθλία. Φτιάνει ακόμη σώματα. Υπάρχουν γυμναστήρια, υπάρχουν παλαίστραι εις τον κόσμον, υπάρχει αθλητισμός προσπαθών να σηκώση όρθιον το σαράβαλο του εικοστού αιώνος, υπάρχει επιστήμη και υπομονή η οποία βγάζει αυτούς του 2.000 δυνατούς ορθίους και ωραίους. Πόσος κόπος κατεβλήθη διά να βγουν αυταί αι τελειότητες. Πόση καλλιέργεια! Ησαν όλοι καλλιεργημένοι ωσεί φυτά. Μυώνα προς μυώνα, ιστόν προς ιστόν, τους έφτιασαν αι παλαίστραι.
Οταν παρήλασαν, με την σημαίαν κάθε έθνους φερομένην εις φοβερούς βραχίονας, το Στάδιον τους επευφήμησε. Επί ώραν πολλήν περνούσαν τα σώματα, μέσα εις τα οποία κατοικούσεν η ταχύτης, η δύναμις, η προσπάθεια, η βενζίνα αυτή που λέγεται άθλησις, η καταδίωξις του αφθάστου, η τάσις προς το ρεκόρ. Επέρασεν η λευκότης των Νορβηγών, επέρασαν αι Δανίδες, μία λόχμη από λαστιχένιες γάμπες, οι πολυπληθείς μικρόσωμοι αλλά νευρώδεις Ιταλοί, οι ανήσυχοι Καναδοί, οι βαρείς Αγγλοι, ο στρατός ολόκληρος της Αγγλίας και των αποικιών, οι τύραννοι των ρεκόρ Αμερικανοί. Επέρασαν όλα τα έθνη. Και εις το μέσον μια χούφτα, η ελληνική ομάς. Ητον η μικροτέρα όλων η αφανής. Ασύμμετρος, μικρή, φτωχή, απαρατήρητος με την κυανόλευκον στηριζομένην εις το Αττικόν όρος του σώματος του Γεωργαντά, εχάθη μέσα εις τον κυλιόμενον ποταμόν των μυώνων, η ομάς της χώρας, η οποία εγέννησε τον αθλητισμόν.

Κυριακή Θ΄ Ματθαίου - Σκέψεις


Κυριακή Θ’ Ματθαίου


(Ματθ. 14,22-34)

Τῷ καιρῷ ἐκείνω,
22. ἠνάγκασεν ὁ Ἰησοῦς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ ἐμβῆναι εἰς τὸ πλοῖον καὶ προάγειν αὐτὸν εἰς τὸ πέραν, ἕως οὗ ἀπολύσῃ τοὺς ὄχλους.
23. καὶ ἀπολύσας τοὺς ὄχλους ἀνέβη εἰς τὸ ὄρος κατ’ ἰδίαν προσεύξασθαι. ὀψίας δὲ γενομένης μόνος ἦν ἐκεῖ. 24. τὸ δὲ πλοῖον ἤδη μέσον τῆς θαλάσσης ἦν, βασανιζόμενον ὑπὸ τῶν κυμάτων· ἦν γὰρ ἐναντίος ὁ ἄνεμος. 25. τετάρτῃ δὲ φυλακῇ τῆς νυκτὸς ἀπῆλθε πρὸς αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς περιπατῶν ἐπὶ τῆς θαλάσσης.
26. καὶ ἰδόντες αὐτὸν οἱ μαθηταὶ ἐπὶ τὴν θάλασσαν περιπατοῦντα ἐταράχθησαν λέγοντες ὅτι φάντασμά ἐστι, καὶ ἀπὸ τοῦ φόβου ἔκραξαν.
27. εὐθέως δὲ ἐλάλησεν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς λέγων· θαρσεῖτε, ἐγώ εἰμι· μὴ φοβεῖσθε.
28. ἀποκριθεὶς δὲ αὐτῷ ὁ Πέτρος εἶπε· Κύριε, εἰ σὺ εἶ, κέλευσόν με πρός σε ἐλθεῖν ἐπὶ τὰ ὕδατα.
29. ὁ δὲ εἶπεν, ἐλθέ. καὶ καταβὰς ἀπὸ τοῦ πλοίου ὁ Πέτρος περιεπάτησεν ἐπὶ τὰ ὕδατα ἐλθεῖν πρὸς τὸν Ἰησοῦν. 30. βλέπων δὲ τὸν ἄνεμον ἰσχυρὸν ἐφοβήθη, καὶ ἀρξάμενος καταποντίζεσθαι ἔκραξε λέγων· Κύριε, σῶσόν με.
31. εὐθέως δὲ ὁ Ἰησοῦς ἐκτείνας τὴν χεῖρα ἐπελάβετο αὐτοῦ καὶ λέγει αὐτῷ· ὀλιγόπιστε εἰς τί ἐδίστασας;
32. καὶ ἐμβάντων αὐτῶν εἰς τὸ πλοῖον ἐκόπασεν ὁ ἄνεμος·
33. οἱ δὲ ἐν τῷ πλοίῳ ἐλθόντες προσεκύνησαν αὐτῷ λέγοντες· ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς εἶ.
34. Καὶ διαπεράσαντες ἦλθον εἰς τὴν γῆν Γεννησαρέτ.



Σκέψεις:



Η Ευαγγελική περικοπή της ημέρας αφορά στη στιγμή που ο Πέτρος, κατά παρότρυνση του Χριστού, περπατά πάνω στα κύματα. 
Πότε ο Πέτρος αρχίζει και βουλιάζει, ενώ ήδη έχει κάνει κάποια βήματα πάνω στο νερό; Τη στιγμή που το βλέμμα της καρδιάς του αποσύρεται από τον Χριστό και επικεντρώνεται στον άγριο άνεμο. 

Η ολιγοπιστία του, έγκειται ακριβώς σ’ αυτήν την εσωτερική του μετατόπιση, από τον ακλώνητο εσωτερικό λίθο πάνω στον οποίο έχει οικοδομηθεί όλη του η ύπαρξη, προς τον αντι-κείμενο λίθο, τον ενάντιο άνεμο, που τον τρομάζει, με αποτέλεσμα να κινδυνεύει να κατάρρευσει και να καταποντιστεί όλο

του το οικοδόμημα… 


Νομίζω, λοιπόν, πως ολιγοπιστία είναι αυτή ακριβώς η μετατόπιση της καρδιάς από το κέντρο της, τον στόχο και την αιτία της, το απόλυτο εκείνο σημείο, που την κάνει να χτυπά, δηλαδή να περπατά ακόμη και πάνω στο νερό… αυτό που μπορεί τόσο εύκολα και με βάση τους φυσικούς νόμους να σε ρουφήξει ολόκληρο στον αχανή βυθό της…





Friday, August 3, 2012

Όταν ξυπνούν τα όνειρα





Χλιμιντρίζουν μέσα στη νύχτα δυο μελένια άλογα
που τώρα μοιάζουν μαύρα κατάμαυρα,
μα δεν είναι,
σας το ορκίζομαι, τα είδα με τα ίδια μου τα μάτια το πρωί,
και τα πέταλά τους καθώς χτυπούν στο πλακόστρωτο του χωριού
ξυπνούν τα όνειρα των χωρικών
κι εκείνα τρέχουν ίσα στο γυαλό,
ντύνονται γοργόνες και Μέγα Αλέξανδροι
και γελούν τον θάνατο, τον γελούν,
τον κοροϊδεύουν τον αχόρταγο και άπληστο ληστή
σαν παρθένες που άντρας ακόμη δεν τις άγγιξε...
Κι αν όλα είναι ένα ψέμα, δεν πειράζει ρε παιδιά...
Ας αφήσουμε τα όνειρα να γελούν
κι ας τ' αφήσουμε να κοροϊδεύουν τον σατράπη
που μια μέρα, αχ, το πιστεύω μέχρι τα τρίσβαθα του καημού μου,
ναι, θα 'ρθει μια μέρα η ώρα του...


Παρθενώνας, 3 του Αυγούστου 2012

Thursday, August 2, 2012

ΜΟΝΑΞΙΑ, -Rainer Maria Rilke


Πλήρη χαδιών τα χέρια
και τρυγητής κανένας.
Να φωνάξουμε τάχα
τους Αγγέλους;  Αχ, μπρος τους
ο πλούτος μας φτώχεια είναι.
Κι η φωνή που ταξιδεύει
δεν είναι παρά ένας
γείτονας θορυβώδης
της αδιαφορίας


(Από τη Συλλογή: Τα Σημειωματάρια), Στον Άνεμο μετέωρος θε να 'μαι, εκδ. Ελεγεία, α΄ εκδ. 2008, Μετάφραση - Επιμέλεια Χρήστος Κουλτούκης