Labels

Tuesday, March 31, 2015

Η ποίηση είναι το κερί στο σκοτάδι - Κυριάκος Χαραλαμπίδης στο ρικnews




«Ο κόσμος ήταν, είναι και θα είναι πάντα σε κρίση, πολιτική, οικονομική, πολιτισμική, κρίση αξιών, κρίση ανθρώπινης, αλίμονο, επιβίωσης. Δουλειά του ποιητή είναι να ανάβει ένα κερί μέσα στο σκοτάδι ή, αν προτιμάτε, ν' ανθοβολεί όπως λουλούδι σ' έναν κόσμο ζοφερής ιδιοτέλειας και ξηρασίας». Ο πολυβραβευμένος Κύπριος ποιητής Κυριάκος Χαραλαμπίδης μιλά στο ρικnews και στη Μαρία Τσαγγάρη για την ποίηση, το ρόλο του ποιητή σε τέτοιες εποχές, αλλά και το τι μας δίδαξε ή δεν μας δίδαξε η πληγή του ’74.
 
Πότε γράψατε το πρώτο σας ποίημα;
Το πρώτο μου ποίημα, απ’ ό,τι θυμάμαι, πρέπει να το έγραψα όταν ήμουν εννέα ετών. Από νωρίς εξεδήλωσα την κλίση μου προς την τέχνη του λόγου, και σε τούτο είχα την ενθάρρυνση και την πλήρη αποδοχή (καλύτερα τον έπαινο) των δικών μου και των δασκάλων μου. Αυτό μου εξασφάλιζε ιδεώδεις συνθήκες ποιητικής καλλιέργειας.
 
Αν έπρεπε να επιλέξετε, ποιο ποίημα σας θα ξεχωρίζατε;
Η ερώτηση δεν επιτρέπει συγκεκριμένη απάντηση, γιατί θα ξεσπούσε... εμφύλιος μεταξύ των ζώντων ποιημάτων μου. Λέω «ζώντων», γιατί τα ποιήματα έχουν ζωή και ψυχή. Καθένα πορεύεται κατά το είδος του ή και το πλαίσιο μέσα στο οποίο αναπτύσσεται. Ζήτημα λοιπόν πλαισίου, ως προς το ποία θα είναι η επιλογή μας τη συγκεκριμένη στιγμή. Πολλά ποιήματά μου είναι «ανοικτά», άλλα πάλι είναι «σκοτεινά» (με την ηρακλείτεια έννοια του δυσερμήνευτου). Πλείστα από αυτά διευκολύνουν, άλλα όμως δοκιμάζουν τις κριτικές αντοχές και την ευαισθησία του αποδέκτη. Ένα ποίημα που μετέχει και των δύο καταστάσεων θ' αποτελούσε ίσως τον ιδεώδη κανόνα.
 
Ποιον ποιητή ξεχωρίζετε; 
Ένας είναι ο ποιητής και λέγεται Αισχύλος, Σοφοκλής, Ευριπίδης, Αριστοφάνης, Ρωμανός Μελωδός, Δάντης, Σαίξπηρ, Σολωμός, Καβάφης, Ρεμπό, Μποντλέρ, Βαλερί, Λωτρεαμόν, Ρίλκε, Λόρκα, Πάουντ, Έλιοτ, Ριχάκου κ.ο.κ. Εννοώ φυσικά τη διάχυτη ποιητική ουσία, όπως τη συλλαμβάνουν και τη μετασχηματίζουν οι μεγάλες ψυχές, με πρωτεργάτη πάντα τον ενσαρκωμένο Θεό της Ποίησης, που δεν είναι άλλος από τον Όμηρο.
 
Ποια η άποψή σας για τη σύγχρονη λογοτεχνική παραγωγή γενικότερα;
Κάθε εποχή πιστεύω πως έχει τους κλασικούς εκφραστές της, είτε γίνονται ευκολότερα γνωστοί και αποδεκτοί είτε όχι. Για να χωνευτούν κάποια πράγματα χρειάζεται δυστυχώς μια χρονική διαδικασία. Εξάλλου, ο άνθρωπος, είπε ο ΄Ελιοτ, «δεν μπορεί να αντέξει πολλή πραγματικότητα». Ας μη βιαζόμαστε να κρίνουμε αυτά που μάλλον, μελλοντικά, θα μας κρίνουν, καθώς θα αποτελούν το σημείο της βασάνου για την τρέχουσα δική μας ευαισθησία. Το δεδομένο πάντως είναι ότι η εποχή μας, όντας δέσμια της τεχνολογικής ευκολίας, έπαψε να γεννά «χειροποίητους» λογοτέχνες, όμως αυτό δεν αποκλείει να γεννιέται κάπου, σε μια βοηθητική σπηλιά ή σε κάποια γωνιά, αυτή τη στιγμή, ένας μεγάλος σωτήρας της Λογοτεχνίας. Έτσι κι αλλιώς η πείρα της πνευματικής ζωής διδάσκει να μην τεμαχίζουμε την τέχνη του λόγου, ή οποιαδήποτε άλλη έκφανση τέχνης, σε περιόδους, γενιές και σχολές. Το ποτάμι κυλά, και μπορώ να πω υπάρχουν και σήμερα κάποιοι πολύ αξιόλογοι δημιουργοί, δικοί μας και ξένοι.
 
Στην Κύπρο, έχουμε αξιόλογους νεότερους συγγραφείς;
Αλίμονο να μην είχαμε, τότε το νέο θα είχε πρόωρα σαπίσει. Το νέο από τη φύση του ευαγγελίζεται μια ζωογόνηση και μια φρεσκάδα στο βλέμμα. Δεν θα έλεγα αποκλειστικά και αθωότητα, γιατί αυτή δεν αποτελεί μονοπώλιο των νέων ανθρώπων, εφόσον ρυθμίζει τη ζωή και το ήθος παντός δημιουργού, ως προϋπόθεση πνευματικής υπόστασης και καλλιτεχνικής δημιουργίας. Ας το προσδιορίσω ακριβέστερα: Συμπαθώ πολύ και μελετώ με ιδιαίτερο ενδιαφέρον κάθε νέα φωνή, αλλά για μένα εκείνο που μετρά δεν είναι το ηλικιακό στοιχείο παρά το τι κομίζει στην τέχνη αυτός που κατορθώνει να είναι πάντα νέος (οι δόκιμοι ποιητές που κατονόμασα δειγματοληπτικά είναι ένα παράδειγμα). Παρακαλώ μην θεωρήσετε με αυτό πως θέλω ν' αποφύγω να αναφερθώ σε συγκεκριμένους ταλαντούχους νέους- απλώς θα έκρινα σημαντικότερο να υποδείξω στους ταλαντούχους νέους συγγραφείς μας το δικό τους καλλιτεχνικό χρέος να γίνονται, καθώς γερνούν, ολοένα νεότεροι.
 
Μήπως η ποίηση θεωρείται κάτι το ξεπερασμένο στις μέρες μας;
Ευτυχώς ναι. Γιατί μονάχα το θεωρούμενο «ξεπερασμένο», σε μια ευτελή εποχή σαν τη δική μας, που μαστίζεται από αμουσία και lifestyle εκπεσμό, στηρίζει τη δόξα του ακριβώς στην «αποτυχία» του να επενεργήσει σε πεθαμένες ψυχές. Και μη λησμονείτε ότι όλοι οι χρυσοί αιώνες της ιστορίας είχαν την τέχνη στο κέντρο τους με κορωνίδα την ποίηση. Όσοι επιμένουν να εγγράφονται σ’ αυτήν τη Μεγάλη Κυρά, και να την υπηρετούν με αφοσίωση, εκπέμπουν μία χάρη και έναν ευαγγελισμό. Άλλωστε, όπως είπε κάποτε ο Νίτσε, δεν γεννηθήκαμε για να ζητάμε, παρά για να είμαστε οι άνθρωποι που ευεργετούν.
 
Αποδέχεστε τον τίτλο του «εθνικού ποιητή» που σας έχει αποδοθεί; Πιστεύετε ότι το πραξικόπημα και η εισβολή ώθησαν την ποιητική ευαισθησία σας προς αυτή την κατεύθυνση;
Έτσι όπως θέσατε απερίφραστα την ερώτηση, με βάζετε σε κίνδυνο, ακόμα και αν απαντήσω χωρίς τον ενδιάμεσο ναρκισσισμό. Στην Κύπρο ζούμε, και ο κίνδυνος ελλοχεύει σε κάθε σημείο του μικρού μας χώρου. Έχουμε κακοπάθει από μικρότητες, ώστε να νιώθουμε την ανάγκη να αποσιωπούμε την έξωθεν καλή μαρτυρία. Εκείνο πάντως που επιχείρησα, κι εξακολουθώ να διευρύνω, είναι η ανάγκη να χωρέσω μέσα στην ψυχή μου το μυστήριο της τέχνης, όπως ανασυντίθεται από τα δοσμένα υλικά. Θέλω να πω, δεν σχετίζεται μονάχα με τον κυπριώτικο χώρο μας και ούτε έχει τη διάθεση να αυτοπεριοριστεί σε αυτόν.
Όσοι αναγνώνουν σε μένα την ιδιότητα ενός ποιητή που μίλησε πρωτίστως με το έργο του για τη σύγχρονη κυπριακή τραγωδία, με συλλαμβάνουν λειψά. Το κύριο σε μένα είναι η βαθύτερη ακρίβεια του σολωμικού αποφθέγματος «κλείσε μέσα στην ψυχή σου την Ελλάδα (ή ό,τι άλλο) και θα αισθανθείς να λαχταρίζει μέσα σου κάθε είδους μεγαλείο». Το βάρος εδώ πέφτει κατ’ ουσίαν στο παρενθετικό «(ή ό,τι άλλο)», που απολυτρώνει από φυλετικές εμμονές και προσδίδει στην έννοια της ελληνικότητας οικουμενική σημασία. Κατά τούτο ένας ποιητής καθίσταται «εθνικός», εφόσον κατορθώνει να συλλαμβάνει τις «μεγάλες ουσίες» του ποιητικού ιδεαλισμού. Η προσέγγιση οφείλει να είναι μια διέκταση του «ελληνικού» σε πλαίσιο, θα τολμούσα να πω, εσχατολογικό.
Ως προς εμένα, το γεγονός ότι ένα μεγάλο μέρος της ποιητικής μου δημιουργίας άντλησε την έμπνευσή του από την αίσθηση της τραγικότητας- που έχει, φυσικά, την πληγή της στο Πραξικόπημα και την Εισβολή- δεν αναιρεί την σταθερή αντίληψή μου για τον Κόσμο και τη «μεθιστορική» υπέρβαση της Ιστορίας. Κοντολογίς, δεν φιλοδόξησα να εκφράσω απλώς και εν τάχει τους καημούς για τα πάθια της ιδιαίτερης πατρίδας μας, αλλά μέσω αυτών προσπάθησα «υπαρξιακά» να συλλάβω το αδήλωτο βάθος του ανθρώπινου όντος. Θα πρόσθετα ακόμα πως η κυπριακή τραγωδία διήγειρε στη συνείδησή μου την ίδια την τραγικότητα του όντος, εφόσον αφαίρεσε τα πέπλα της ψευδαίσθησης και απαίτησε από εμάς μια νέα αίσθηση πραγμάτων, ανασυντάξεων κι επαναπροσδιορισμών. Δεν εννοώ μονάχα πολιτικών μορφωμάτων παρά και ανατροπή τυποποιημένων σχέσεων με την τέχνη, το λόγο και τη ζωή.
 
Πρωταγωνιστής του έργου σας η Κύπρος και η πληγή του ’74. Πώς βλέπετε τώρα τα πράγματα; Θα μπορέσουμε να «αντλήσουμε από τα δεινά» μας τα τωρινά;
Να κάνω μια διόρθωση στην ερώτησή σας. Οφείλω να διευκρινίσω πως δεν είναι ακριβώς η Κύπρος ο πρωταγωνιστής του έργου μου. Γενικά υπάρχει μια διάχυτη παρανόηση, που κατάντησε να θεωρείται το ποιητικό μου λογότυπο: «Ο Κύπριος ποιητής που γράφει για την κυπριακή τραγωδία». Οποίος αστιγματισμός! Πρωταγωνιστής του έργου μου είμαι εγώ και η ψυχή μου. Σωστά το είπε άλλοτε ο Κάρολος Κουν: «Κάνουμε τέχνη με την ψυχή μας». Πως αλλιώς γεννιέται η τέχνη, αν δεν αντλεί από το είναι μας, αν δεν αρδεύεται απ’ το δικό μας αίμα;
Φυσικά κάθε «εγώ» έχει τον δικό του τρόπο να βλέπει και να ερμηνεύει τα πράγματα. Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι αποκόπτεται από το συλλογικό υποσυνείδητο. Αντίθετα, θα έλεγα πως έχει, στους βασικότερους όρους λειτουργίας του, μια καθ' όλα βιωματική σχέση ταυτισμού με το λαό. Πάντως η σχέση αυτή δεν πρέπει να στηρίζεται σε συναισθηματική φουσκονεριά, αλλιώς την παίρνει το ποτάμι. Χρέος του ποιητή, με άλλα λόγια, είναι να μένει κοντά στο λαό του και να τον εκφράζει, όχι με τον τρόπο των πολιτικών, παρά μέσω του πολιτισμικού του στίγματος, που οφείλει ωστόσο να ενώνεται με το μεγάλο ρεύμα της οικουμενικής- και κατ' επέκταση βαθιά θεολογικής- αντίληψης των πραγμάτων. Επειδή όμως η ερώτησή σας αφορμάται από δυο συγκεκριμένους στίχους μου σχετικά με τη δυνατότητα ν' αντλήσουμε μάθος από το πάθος, επαναλαμβάνω τους στίχους για να μπορέσω να τους σχολιάσω:
 
Αν ο λαός μας δεν μπορεί ν' αντλήσει απ' τα δεινά του,
τότε του δόθηκε άδικα μια τέτοια τραγωδία.
 
Φοβάμαι λοιπόν πως ο λαός μας, παρά την «υπέρογκη», όπως θα την έλεγε ο Σεφέρης, τραγωδία, δεν έχει ακόμη τριβεί σε βαθμό που να υποστεί την «καλήν αλλοίωση» και να αναμορφώσει μέσα του αυτό που ο καθένας κουβαλά υποσυνείδητα από καταβολής ανθρώπου και που προσδιορίζεται εκκλησιαστικά ως το «αρχαίον κάλλος». Βέβαια υποφέρουμε από την εισβολή και τουρκική κατοχή της πατρίδας μας, όμως δεν συντελέστηκε ακόμη το θαύμα του πνευματικού μεταβολισμού.
Ουσιαστικά προαπαιτείται ένας ανώτερος βαθμός παιδείας και προβληματισμού, μια βαθύτερη εγρήγορση, ώστε ν' αφυπνιστούμε από το μαγικό πλέγμα και το παραμύθιασμα μέσα στο οποίο ονειρικά κινούμαστε. Εξακολουθούμε να κάνουμε τα ίδια λάθη, εξακολουθούμε να εμπιστευόμαστε και να ερωτευόμαστε, σαν αφελείς φοιτητριούλες, «πονηρούς πολιτευτές» (σύμφωνα με το γνωστό τραγούδι του Σαββόπουλου). Εντέλει δηλαδή δ ε ν ωριμάσαμε για να μπορούμε καθαρά να «διακρίνουμε» και να πράττουμε το πρέπον και το σωτήριο, με σωφροσύνη και αληθινό επιστημονισμό.
Το έχω πει και αλλού, το επαναλαμβάνω κι εδώ: ακόμη και η αγάπη για την πατρίδα υπόκειται στους νόμους της επιστήμης. Η αγάπη δεν είναι ζήτημα μονάχα καρδιάς, αλλά και μυαλού, και τούτο προϋποθέτει επιστημονική διαχείριση. Η «επιστήμη» της αγάπης, ιδού τι απολείπει από την φτωχή μας πατρίδα! Όχι ερασιτεχνισμοί και ποδόσφαιρο τύπου αλάνας. Ας επιτρέψουμε στην αίσθηση της τραγικότητας να επιταχύνει την ωρίμαση. Έχουμε τελικά ευθύνη απέναντι στον ίδιο τον εαυτό μας, που οφείλουμε να καλλιεργήσουμε για ν' ακεραιωθούμε ως πολίτες, χωρίς ψευδαισθήσεις και αφέλειες. Τελικά όλα είναι ζήτημα πνευματικότητας. Η ίδια η πίστη, λέει κάπου ο Αντρέι Ταρκόφσκι, είναι μια μορφή ευφυίας. Η ευφυία δεν γεννιέται από μόνη της, αν δεν πιστεύεις βαθιά κι αν δεν αντλείς από τα πάθια σου το αναγκαίο μάθος.
 
Επιστρέφοντας στην τραγωδία του ’74, μας δίδαξε κάτι;
Αυτό έλεγα και προηγουμένως. Παραμένουμε προγραμματικά (εννοώ φραστικά) στο ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ, μη γνωρίζοντας πια και τον τρόπο να μην ξεχνάμε. Δυστυχώς ο μόνος σηματοδότης της χαρακιάς παραμένει η πέτρινη σημαία (δύο κατ' ακρίβειαν σημαίες) στον τουρκεμένο Πενταδάκτυλο, που μας υπενθυμίζει ακατάλυτα ότι η χώρα μας είναι υπό κατοχήν, και να μην το ξεχνάμε. Οι κατοχικές δυνάμεις έστησαν άθελά τους, με πέτρινη βούλα στο βουνό, το πιο μεγάλο για μας ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ.
 
Γιατί νομίζετε ότι οι Ελλαδίτες ποιητές διστάζουν να γράψουν για το πραξικόπημα και την εισβολή; Θεωρείται επικίνδυνο θέμα;
Δεν είναι γι' αυτούς επικίνδυνο, απλώς ζουν σε άλλη διάσταση τη δική τους ζωή, σύμφωνα και με τα δεδομένα που γεννιούνται στο δικό τους χώρο. Ας μην τους κατακρίνουμε γι' αυτό, όπως κι εκείνοι φυσικά δεν δικαιούνται να καταλογίζουν υπέρμετρη πατριδολατρική ροπή στο έργο πολλών Κυπρίων ποιητών. Δεν υπήρξε μεταστροφή αλλά μετεξέλιξη Το έργο πάντα κρίνεται εκ του αποτελέσματος και όχι με βάση τη θεματογραφία του. Καλύτερα λοιπόν να μιλάμε γι' αυτό που μας δονεί περισσότερο, χρησιμοποιώντας το ως δίαυλο ποιητικής απογείωσης, με αυστηρό πάντα κριτήριο τους απαράβατους όρους της τέχνης.
 
Ποιος ο ρόλος του ποιητή όταν ο κόσμος βρίσκεται σε κρίση
Ο κόσμος ήταν, είναι και θα είναι πάντα σε κρίση, πολιτική, οικονομική, πολιτισμική, κρίση αξιών, κρίση ανθρώπινης, αλίμονο, επιβίωσης. Δουλειά του ποιητή είναι να ανάβει ένα κερί μέσα στο σκοτάδι ή, αν προτιμάτε, ν' ανθοβολεί όπως λουλούδι σ' έναν κόσμο ζοφερής ιδιοτέλειας και ξηρασίας ή, ακόμη πιο ουσιαστικά, να μπορεί να κόβει ένα τριαντάφυλλο από τη λέξη «τριανταφυλιά» (η τελευταία εικόνα είναι δανεισμένη από τον Νίκο Καρούζο). Ο ρόλος του ποιητή είναι να καλλιεργεί την τέχνη του περιττού, με την ελπίδα ότι κάποτε οι άνθρωποι θ' αντιληφθούν πόσο μεγάλη ευλογία είναι η ποίηση, που του παρέχει τα μέσα και την πολυτέλεια να είναι πτωχός.
 
Οι τελευταίες ποιητικές συλλογές σας είναι πιο απαιτητικές για τον αναγνώστη. Γιατί νοιώσατε την ανάγκη αυτής της μεταστροφής; Πώς απαντάτε στην κριτική που δεχθήκατε για αυτή σας την επιλογή;
Δεν υπήρξε μεταστροφή αλλά μετεξέλιξη. Ως προς τη σχέση μου με την Ποίηση, παραλλάζοντας το βιβλικό, θα έλεγα ότι «εν αυτή ζω και είμαι και κινούμαι». Για μένα όλες οι στροφές, όχι μεταστροφές (θυμηθείτε, παρακαλώ, και τη Στροφή του Σεφέρη), αποτελούν τη φυσική συν-έχεια και τη συνέπεια των ποιητικών μου αναβαθμών. Αν κάποιοι αδυνατούν να με παρακολουθήσουν, ή μάλλον με βλέπουν και με κρίνουν από την άλλη όχθη, αυτό ενισχύει περισσότερο σε μένα μια αίσθηση ταυτότητας, καθώς με βοηθά να αυτοπροσδιορίζομαι εν σχέσει προς εκείνους. Να είναι καλά οι ευεργέτες αυτοί!
 
Συχνά αναφέρεστε σε αρχαιοελληνικούς μύθους στην ποίησή σας. Ποια η σημασία του μύθου για εσάς αλλά και για το σύγχρονο άνθρωπο;
Ο μύθος αισθάνομαι πως είναι μια άλλη πραγματικότητα, ίσως πραγματικότητα δευτέρου και τρίτου βαθμού, εφόσον συχνά συμπλέκεται άλλος μύθος εντός μύθου. Ακριβέστερα, ο μύθος είναι το παιχνίδι μου, η μάσκα μου, η περσόνα μου, οι παραλλαγές του κόσμου και της ιστορίας, ένας τρόπος να λέγω και να κρύβω ταυτόχρονα, ή τελοσπάντων μια ανεξάντλητη μέθοδος να κάνουμε τα πράγματα να «σημαίνουν». Με μύθους μίλησαν οι αρχαίοι, με μύθους, παραβολές και παραμύθια ο Θεός και τα τέκνα του οι άνθρωποι. Όταν δυσκολεύομαι να βρω μιαν άκρη, καταφεύγω στο μύθο που λέει πολύ περισσότερα από την ίδια την ιστορία. Γιατί βαθιά κεκρυμμένες μέσα του βρίσκονται οι αρχέγονες ουσίες και οι ανεξιχνίαστοι συνδυασμοί ανεκδήλωτων ακόμη και μυστικών εννοιών. Συχνά προχωρώ με τη διαίσθηση αναπλάθοντας το μύθο κατά το δοκούν, έτσι ώστε αυτός ν' αποκτά μια πρωτεϊκή χροιά. Η αριστοτελική διαπίστωση, ότι ο μύθος είναι φιλοσοφικότερος από την ιστορία, επαληθεύει την ισχύ του μύθου και στην εποχή μας που δέχεται μεγάλη πίεση της ιστορίας. Η υπέρβαση της ιστορίας μέσω του μύθου αποδεικνύει ότι ο άνθρωπος έχει την ιδιότητα να καθιστά αληθινές και να ανανεώνει τις μυστηριακές πηγές ενεργείας του.
 
Πολλάκις αναφέρεστε στο μύθο του Ορέστη και των Ατρειδών. Ποια η σημασία του συγκεκριμένου μύθου για εσάς;
Ο κύκλος των Ατρειδών, η Κλυταιμνήστρα, ο Αγαμέμνων, ο Ορέστης, είναι οντότητες υπαρκτές-κάτι δηλαδή που προϋπήρξε και υπάρχει και που θα συνεχίσει να υπάρχει ως αδιάλειπτη ροή ζωής. Το ουσιώδες είναι να ζούμε συντροφιά με αυτούς, ως ανάμνηση ενός μελλούμενου κόσμου στο τώρα και στο διηνεκές. Μπορεί να φαντάζει ως παραδοξολογία, όμως ο μύθος αυτός, όπως και κάθε μύθος, εμπεριέχει τη δυνατότητα της αναίρεσής του στο όνομα πάντα μιας αλήθειας που τον διεκτείνει, τον διαβιβρώσκει και τον ξεπερνά. Το σταθερό ζητούμενο είναι η «ανθρώπινη κατάσταση».
 
Τι σημαίνει για εσάς η λέξη «Αμμόχωστος»;
Όχι φυσικά μια πόλη χωσμένη στην άμμο, ή «ολάκερη μια πόλη μες στο κρατητήριο», καταπώς λέω σ’ ένα στίχο μου, αλλά ακριβώς η ανάληψη της πόλης και η τοποθέτησή της στη Βασιλεία των Ουρανών, όπου κανένα βέβηλο χέρι δεν θα μπορούσε πια να την αγγίσει. Άχραντη και αμόλυντη, ωσάν την άνω Σιών της Αποκάλυψης του Ιωάννη. Έγραψα για την πόλη ένα βιβλίο προσδοκώντας να περισώσω τον μαθηματικό της τύπο και συνάμα να υψώσω πάνω από αυτήν μια προστατευτική αιγίδα που ν' αποτρέπει κάθε κακό. Πάσχισα επίσης να αποδώσω την ανθρωπογεωγραφία του συγκεκριμένου χώρου και μέσω αυτού ένα ευρύτερο συμβολισμό για όλη την κατεχόμενη πατρίδα. Είδα την πόλη ως όραμα, πέρα από το κέλυφός της για το οποίο μιλούν οι πολιτικοί μας. Είδα την ψίχα της και την ψυχή της, είδα την έγερση και την ανάστασή της, χωρίς να παρορώ λάθη, ασχήμιες, παλινωδίες, αλλά και ζητήματα που σχετίζονται με την υπαρξιακή διάσταση του ανθρώπου. Τι άλλο να σας πω για την Αμμόχωστο; Μην ανοίγετε το κουτί με τα αρώματα.
 
Ποια η γνώμη σας για τα λογοτεχνικά βραβεία;
Τα θεωρούσα μέχρι τώρα ως στοιχειώδη θεσμό κρατικής υπόστασης, αλλά το θέμα χρήζει περαιτέρω προβληματισμού, γιατί στον μικρό μας τόπο όλοι πήραν τα παράσημά τους (υπάρχουν λογοτέχνες που βραβεύτηκαν κατ’ επανάληψη, πράγμα που οδηγεί, πιστεύω, σε αδιέξοδο). Άσχετα προς τη μορφή που θα πάρει μελλοντικά ο θεσμός, το ίδιο το βραβείο κάνει καλό στους δημιουργούς και στρέφει το φακό προς το έργο τους. Είπα φακό, δεν είπα όμως και προσοχή, γιατί μόλις σβήσει ο φακός και ο θόρυβος για το «σκάνδαλο» της βράβευσής, ή μη, ενός έργου, αυτό κατά κανόνα λησμονιέται στη γωνιά. Συμπέρασμα: Βραβευμένο είτε όχι, το βιβλίο στην Κύπρο δεν κατέχει το κέντρο της πνευματικής μας ζωής.
 
Αν αποφασίζατε να απομονωθείτε τι θα παίρνατε μαζί σας;
Χωρίς δεύτερη σκέψη, τον Όμηρο, τη Βίβλο, τους αρχαίους τραγικούς, τον Πλάτωνα και τον Αριστοφάνη. Ακόμη και δυο λεξικά της αρχαίας και νεότερης ελληνικής γλώσσας. Υπάρχουν βέβαια σπουδαιότατα έργα που ανήκουν στον δικό μου λογοτεχνικό κανόνα, δεν τα χωρά ωστόσο το νησάκι μου.
 

Tο απόλυτο σοκολατάκι!


Αυτά τα σπιτικά σοκολατάκια γίνονται εύκολα, γίνονται γρήγορα, γίνονται τέλεια! Αν έχετε μεγάλη οικογένεια ή πολλούς φίλους, ακολουθήστε την παρακάτω δοσολογία. Αν θέλετε να τα φάτε μόνοι σας, ε, κάν' τε τη μισή -τουλάχιστον...

Υλικά:
1/2 κ. σαν φυστίκ
1/2 κ. κουβερτούρα
1 κ.σ σπορέλαιο 
(αυτό μου το πρότεινε η φίλη μου η Αναστασία από την Χαλκίδα, να τη βάζουμε στο μείγμα για να έχει γυαλάδα. Δεν το έχω δοκιμάσει, αλλά θα το δοκιμάσω)
Ξύσμα από πορτοκάλι 
(αυτό μου το πρότεινε ο φίλος μου ο Χρήστος. Το δοκιμάζουμε κι αυτό!)

Εκτέλεση:

1. Καθαίζουμε τα σαν φυστίκ.
Αν έχουμε στη γειτονιά μας καλό Ξηροκαρπάδικο, το προτιμάμε και από κει αγοράζουμε φρεσκοψημένο το σαν φυστικ και τις μεγάλες πλάκες κουβερτούρας ΙΟΝ. Τα υλικά θα είναι και φτηνότερα και φρεσκότερα.
Καθαρίζουμε τα σαν φυστίκ, -αν έχουμε και παρέα και πιάσουμε το λακιρντί είναι το τελειο, αλλιώς με λίγη καλή μουσική ούτε που παίρνουμε είδηση για πότε τελειώνουμε. (Καλό είναι να μην έχουμε βαμμένα τα νύχια μας, -εφόσον είμαστε κυρίες).

2. Σε μπεν μαρί -ή άλλως: βάζουμε να νερό να βράσει σε μια μεγάλη κατσαρόλα και μέσα της, από πάνω της, βάζουμε μια μικρότερη, φροντίζοντας ο πάτος της ν' ακουμπά στο βρασμένο νερό της μεγάλης-, τοποθετούμε τις πλάκες της κουβερτούρας.

3. Η κουβερτούρα λιώνει γρήγορα και τη βοηθάμε και μ' ένα μεγάλο κουτάλι.

4. Μόλις η κουβερτούρα λιώσει, χαμηλώνουμε τη φωτιά και προσθέτουμε το καθαρισμένο -εννοείται ψημένο και αλατισμένο, όπως το αγοράσαμε- σαν φιστίκ. Ανακατεύουμε καλά το μείγμα.

5. Τοποθετούμε μια λαδόκιλλα -όχι αλουμινούχαρτο, γιατί κολλάει-, σ' ένα ταψί που να χωράει στο ψυγείο μας.

6. Με το κουτάλι μας, παίρνουμε μία μία κουταλιά από το μείγμα μας και το αδειάζουμε στη λαδόκολλα.

7. Τα αφήνουμε λίγα λεπτα έξω, -να μην τα βάλουμε πολύ ζεστά στο ψυγείο-, και μετά τα βάζουμε. Κρυωνουν πολύ γρήγορα και τρώγονται αντιστοίχως!

Σημειώσεις:
α. Συστήνονται για δεκατιανό ή απογευματινό. Καλύτερο όχι το βράδυ γιατί ενδέχεται να σας φέρουν αϋπνία.
β. Μην φοβηθείτε το αλατισμένο σαν φυστίκ και κάνετε το λάθος να πάρετε ωμό άψητο, εκτός κι αν τίθεται θέμα διατροφικής αρχής. Το παιχνίδι που κάνει το αλάτι με το υπόγλυκο σαν φυστίκ και την πικρή κουβερτούρα, δίνει μια μοναδική γεύση!

Καλή επιτυχία!



Sunday, March 29, 2015

Το σχόλιο της Δευτέρας: Αδημοσίευτη επιστολή του Φώτη Κόντογλου - Καλή βδομάδα!




Ε΄Κυριακή Νηστειών (Μαρίας της Αιγυπτίας

(Μάρκ. 10,32-45)

Τῷ καιρῷ ἐκείνω, παραλαμβάνει ὁ Ἰησοῦς τοὺς δώδεκα καὶ μαθητάς αὐτοῦ καί 32. ἤρξατο αὐτοῖς λέγειν τὰ μέλλοντα αὐτῷ συμβαίνειν,
33. ὅτι ἰδοὺ ἀναβαίνομεν εἰς Ἱεροσόλυμα καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδοθήσεται τοῖς ἀρχιερεῦσι καὶ γραμματεῦσι, καὶ κατακρινοῦσιν αὐτὸν θανάτῳ καὶ παραδώσουσιν αὐτὸν τοῖς ἔθνεσι,
34. καὶ ἐμπαίξουσιν αὐτῷ καὶ μαστιγώσουσιν αὐτὸν καὶ ἐμπτύσουσιν αὐτῷ καὶ ἀποκτενοῦσιν αὐτόν, καὶ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀναστήσεται.
35. Καὶ προσπορεύονται αὐτῷ Ἰάκωβος καὶ Ἰωάννης οἱ υἱοὶ Ζεβεδαίου λέγοντες· διδάσκαλε, θέλομεν ἵνα ὃ ἐὰν αἰτήσωμεν ποιήσῃς ἡμῖν.
36. ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· τί θέλετε ποιῆσαί με ὑμῖν;
37. οἱ δὲ εἶπον αὐτῷ· δὸς ἡμῖν ἵνα εἷς ἐκ δεξιῶν σου καὶ εἷς ἐξ εὐωνύμων σου καθίσωμεν ἐν τῇ δόξῃ σου.
38. ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· οὐκ οἴδατε τί αἰτεῖσθε. δύνασθε πιεῖν τὸ ποτήριον ὃ ἐγὼ πίνω, καὶ τὸ βάπτισμα ὃ ἐγὼ βαπτίζομαι βαπτισθῆναι;
39. οἱ δὲ εἶπον αὐτῷ· δυνάμεθα. ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· τὸ μὲν ποτήριον ὃ ἐγὼ πίνω πίεσθε, καὶ τὸ βάπτισμα ὃ ἐγὼ βαπτίζομαι βαπτισθήσεσθε·
40. τὸ δὲ καθίσαι ἐκ δεξιῶν μου καὶ ἐξ εὐωνύμων οὐκ ἔστιν ἐμὸν δοῦναι, ἀλλ’ οἷς ἡτοίμασται.
41. καὶ ἀκούσαντες οἱ δέκα ἤρξαντο ἀγανακτεῖν περὶ Ἰακώβου καὶ Ἰωάννου. 42. ὁ δὲ Ἰησοῦς προσκαλεσάμενος αὐτοὺς λέγει αὐτοῖς· οἴδατε ὅτι οἱ δοκοῦντες ἄρχειν τῶν ἐθνῶν κατακυριεύουσιν αὐτῶν καὶ οἱ μεγάλοι αὐτῶν κατεξουσιάζουσιν αὐτῶν·
43. οὐχ οὕτω δὲ ἔσται ἐν ὑμῖν, ἀλλ’ ὃς ἐὰν θέλη γενέσθαι μέγας ἐν ὑμῖν, ἔσται ὑμῶν διάκονος,
44. καὶ ὃς ἂν θέλῃ ὑμῶν γενέσθαι πρῶτος, ἔσται πάντων δοῦλος·
45. καὶ γὰρ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἦλθε διακονηθῆναι, ἀλλὰ διακονῆσαι,
καὶ δοῦναι τὴν ψυχὴν αὐτοῦ λύτρον ἀντὶ πολλῶν.


Friday, March 27, 2015

Έξι Χάι κου του Ευαγγελισμού




1. Η πιο ταπεινή:
Αγγελοφιλημένη
υπερυψούται


2. Αειπάρθενος:
Αρχή του παραμυθιού
που δεν τελειώνει


3. Σκέπη του κόσμου:
Της Σταυραναστάσιμης
Άνοιξης κλειδί


4. Δεκατεσσάρων
στα χρόνια Ηλιαχτίδα
μάνα του Φωτός


5. Από τους κήπους
των γιασεμιών προβάλλει
η Αμάραντη



6. Ζωή γεμάτη
ΟΧΙ, υποταγμένα
στο μεγάλο ΝΑΙ






Wednesday, March 25, 2015

1ο Ευρωπαϊκό βραβείο στο 7ο Νηπιαγωγείο Ιεράπετρας The memory album (Το αλμπουμ των αναμνήσεων)







Το ευρωπαϊκό βραβείο κατάφερε να αποσπάσει το 7ο Ννηπιαγωγείο της Ιεράπετρας με το βίντεο που δημιούργησαν δάσκαλοι και μαθητές με μουσική του Μ. Χατζιδάκι! 

Το generations @ school είναι μία δράση στην οποία εκπαιδευτικοί καλούνται να διοργανώσουν μία δραστηριότητα η οποία θα φέρει πιο κοντά τους μαθητές και τους ηλικιωμένους, προκειμένου να ανακαλύψουν πώς ο διάλογος μεταξύ τους μπορεί να συμβάλει σε μια καλύτερη Ευρώπη του αύριο. Σ' αυτήν την εκπαιδευτική δράση έλαβαν μέρος πολλά σχολεία από την Ευρώπη. Κι όμως το 7ο νηπιαγωγείο Ιεράπετρας διακρίθηκε, παίρνοντας το 1ο βραβείο, με τη δική του συμμετοχή, με τίτλο «Γνωρίζοντας το παρελθόν μου, γνωρίζω καλύτερα τον εαυτό μου». 

Πρόκειται για ένα βίντεο με εικόνες από τη ζωή των ανθρώπων της παλαιότερης εποχής, τις οποίες αναπαριστούν τα ίδια τα παιδιά του Νηπιαγωγείου. Μαζί με τις νηπιαγωγούς «σκηνοθέτησαν» τη σκηνή που έπρεπε να αναπαραστήσουν, επιστρατεύοντας τις γνώσεις που απέκτησαν μετά από όμορφες αφηγήσεις. Οι φωτογραφίες τραβήχτηκαν από τις νηπιαγωγούς και εκτυπώθηκαν ασπρόμαυρες για να αποπνέουν τον "αέρα" της εποχής.

Θερμότατα συγχαρητήρια!



Ευαγγελισμός της Θεοτόκου


Ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου, περιγράφεται στο Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον 
Κεφ.1: 26-38: ως ακολούθως:

26 Εν δε τώ μηνί τώ έκτω απεστάλη ο άγγελος Γαβριήλ από τού Θεού εις πόλιν της Γαλιλαίας, ή όνομα Ναζαρέτ
27 προς παρθένον μεμνηστευμένην ανδρί, ώ όνομα Ιωσήφ, εξ οίκου Δαυίδ, και το όνομα της παρθένου Μαριάμ.
28 και εισελθών ο άγγελος προς αυτήν είπε Χαίρε, κεχαριτωμένη ο Κύριος μετά σού ευλογημένη σύ εν γυναιξίν.
29 η δε ιδούσα διεταράχθη επί τώ λόγω αυτού, και διελογίζετο ποταπός είη ο ασπασμός ούτος.
30 και είπεν ο άγγελος αυτή Μή φοβού, Μαριάμ εύρες γάρ χάριν παρά τώ Θεώ.
31 και ιδού συλλήψη εν γαστρί και τέξη υιόν, και καλέσεις το όνομα αυτού Ιησούν.
32 ούτος έσται μέγας και υιός υψίστου κληθήσεται, και δώσει αυτώ Κύριος ο Θεός τον θρόνον Δαυίδ τού πατρός αυτού,
33 και βασιλεύσει επί τον οίκον Ιακώβ εις τους αιώνας, και της βασιλείας αυτού ουκ έσται τέλος.
34 είπε δε Μαριάμ προς τον άγγελον Πώς έσται μοι τούτο, επεί άνδρα ου γινώσκω;
35 και αποκριθείς ο άγγελος είπεν αυτή Πνεύμα άγιον επελεύσεται επί σε και δύναμις υψίστου επισκιάσει σοι διό και το γεννώμενον άγιον κληθήσεται υιός Θεού.
36 και ιδού Ελισάβετ η συγγενής σου και αυτή συνεληφυία υιόν εν γήρει αυτής, και ούτος μην έκτος εστίν αυτή τή καλουμένη στείρα
37 ότι ουκ αδυνατήσει παρά τώ Θεώ πάν ρήμα.
38 είπεν δε Μαριάμ Ιδού η δούλη Κυρίου γένοιτό μοι κατά το ρήμά σου. και απήλθεν απ’ αυτής ο άγγελος.

Σύμφωνα με τον Ευαγγελιστή Λουκά το γεγονός του Ευαγγελισμού έλαβε χώρα στη Ναζαρέτ, το ασήμαντο αυτό χωριό που δεν συναντάμε ούτε στην Παλαιά Διαθήκη, ούτε στο Ταλμούδ, ούτε στα κείμενα του Ιώσηπου.
Η περιφρονημένη αυτή περιοχή, από την οποία οι άνθρωποι σκέπτονταν αν δύναται τι αγαθόν είναι; (Ιωάν. 1:46), αποτελεί την πατρίδα των γονέων της Μαρίας (Μαριάμ) και της ίδιας της μητέρας του Ιησού και πιθανόν και τουμνήστορος Ιωσήφ.

Τελικά όμως, η Ναζαρέτ τιμήθηκε ιστορικά ως η ιδιαίτερη πατρίδα του Ιησού Χριστού, του επονομαζόμενου και «Ναζωραίου».

Σύμφωνα με την παράδοση και στοιχεία που αντλούνται από πολλά απόκρυφα κείμενα, το κορίτσι που έμελλε να γίνει η μητέρα του Ιησού Χριστού, έζησε σ’ ένα φτωχικό σπίτι της Ναζαρέτ, όπου η καθημερινή ζωή της περιελάμβανε μεταξύ άλλων, τις πνευματικές ενασχολήσεις που επέβαλλε το τυπικό της ιουδαϊκής θρησκείας (προσευχή, μελέτη των Γραφών, συμμετοχή στις λατρευτικές εκδηλώσεις της Συναγωγής).

Ο Λουκάς άλλωστε, περιγράφει τη Μαρία ως μια ευσεβή Ιουδαία (Λκ. 2:22, 27, 39).
Τον έκτο μήνα από την σύλληψη του Προδρόμου, οΑρχάγγελος Γαβριήλ, σταλμένος από τον θεό, συναντά την Μαρία στο μέρος όπου διέμενε και της απευθύνει τον χαιρετισμό:
«Χαίρε, κεχαριτωμένη ο Κύριος μετά σου«. Το «χαίρε» του αγγέλου δεν είναι ένας απλός χαιρετισμός, αλλά θυμίζει τις επαγγελίες για την έλευση του Κυρίου στην αγία πόλη του (π.χ. «Χαίρε σφόδρα, θύγατερ Σιών· κήρυσσε, θύγατερ Ιερουσαλήμ· ιδού ο βασιλεύς σου έρχεταί σοι…» Ζαχ. 9:9).
Στον χαιρετισμό αυτό, η Μαρία αντιδρά φυσιολογικά για ένα κορίτσι περίπου δεκατεσσάρων ετών, που θα είχε σχεδόν μηδενικές κοινωνικές συναναστροφές.
Οι λέξεις του Γαβριήλ «κεχαριτωμένη», «ευλογημένη συ εν γυναιξίν» δεν από αυτές που συνήθιζε να ακούει ένα κορίτσι αντίστοιχης ηλικίας και κοινωνικής θέσης.

Αρχίζει έτσι να διερωτάται «ποταπός είη ο ασπασμός ούτος«, δηλ. ποιας προέλευσης (θείας ή μή) ήταν αυτός ο χαιρετισμός, συνετιζόμενη ίσως από το παράδειγμα της σχετικής εμπειρίας που είχε η Εύα στον παράδεισο.

Ο άγγελος, βλέποντας τον δισταγμό της, την καθησυχάζει με τη φράση «Μή φοβού», που παρόμοιες συναντάμε συχνά στην Παλαιά και στην Καινή Διαθήκη σε γεγονότα θείων αποκαλύψεων (Μτ. 1:20, 14:27 -Μκ. 5:36 -Λκ. 1:13, 1:30, 2:10 – Ιησ. 1:9, Κρ. 6:23, Ιερ. 1:8, Δαν. 10:12 κ.ά.).

Αμέσως μετά της δηλώνει ότι βρήκε χάρη από το Θεό, πράγμα που δείχνει πως η Μαρία συγκαταλέγεται πλέον ανάμεσα σε εκείνα τα πρόσωπα που έγιναν αποδέκτες της εύνοιας του Θεού (Γέν. 6:8, Έξ. 33:13 κ.ά.).
Ακολούθως, ο Γαβριήλ φανερώνει το περιεχόμενο της ευαγγελίας του. Η Μαρία πρόκειται να φέρει στον κόσμο ένα γιο τον οποίο θα ονομάσει Ιησού και ο οποίος «έσται μέγας» και θα αναγνωριστεί από όλους ως «υιός υψίστου«.
Για να δηλωθεί πως ο υιός αυτός θα είναι ο αναμενόμενοςΜεσσίας, αναφέρει την καταγωγή του εκ του Δαυίδ όπως προείπαν οι προφήτες και το αιώνιο της Βασιλείας του κατά τον Δανιήλ«δώσει αυτώ Κύριος ο Θεός τον θρόνον Δαυίδ τού πατρός αυτού, και βασιλεύσει επί τον οίκον Ιακώβ εις τους αιώνας, και της βασιλείας αυτού ουκ έσται τέλος» (βλ.2Σαμ. 7:12 – Ησ. 9:6-7 – Δαν. 2:44, 4:3, 6:26, 7:14).
Αμέσως μετά, η Μαρία εφράζει μια εύλογη απορία, που δείχνει ότι ο Λουκάς αποδίδει μεγάλη σημασία στην παρθενία της Μαρίας, όπως και σ’ όλο του το έργο άλλωστε ενδιαφέρεται για την εγκράτεια (Λκ 2:36, 14:26, 18:29) και για την παρθενία (Πραξ. 21:9).
Αναφέρει βέβαια το γάμο της Μαρίας με τον Ιωσήφ (Λκ 1:27, 2:5), γιατί βλέπει στο γεγονός αυτό τη βάση της μεσσιανικής νομιμότητας του Ιησού (3:23 εξ) καθώς η αποκάλυψη του θεού, ανταποκρίνεται πάντοτε στα συγκεκριμένα δεδομένα της ιστορίας.
Ο «γάμος» της με τον Ιωσήφ έδωσε την αναγκαία νομιμότητα στα γεγονότα που επακολούθησαν, χωρίς καμιά υποψία και μομφή. Μέσα στο μυστήριο αυτό της γέννησης του Ιησού, πίσω από το ιστορικό και κοινωνικό προσκήνιο, υπάρχει και μια άλλη αλληλουχία πραγμάτων, εκείνη που ανήκει σε μιας άλλης φύσεως πραγματικότητα, που δεν είναι θεατή και αποδεκτή από όλους.
Στα ιερά κείμενα η αλληλουχία αυτή εκφράζεται με την επισήμανση ότι ο Ιησούς ήταν μόνο «ο υιός της Μαρίας» και απλώς «ενομίζετο» ως υιός του Ιωσήφ (Λκ. 3:23).
Ο Λουκάς λοιπόν τονίζει για τη νεαρή σύζυγο ότι είναι παρθένος και αυτό φαίνεται από την αντίρρηση που απευθύνει στον άγγελο, όταν της αναγγέλλει ότι θα γίνει η μητέρα του Μεσσία:
«Πώς έσται μοι τούτο, επεί άνδρα ου γινώσκω;» που σημαίνει: «πως θα γίνει αυτό, αφού ως τώρα δεν έχω συζυγικές σχέσεις». Ο Λουκάς υπαινίσσεται πως η Μαρία ρωτάει όχι από απιστία αλλά για να μάθει τον τρόπο, αφού την ερώτησή της δεν ακολουθεί κάποιο αντίστοιχο επιτίμιο όπως στον Ζαχαρία που έδειξε να μην πιστεύει την γέννηση του Προδρόμου (Λκ. 1:20).
Καταλαβαίνει ίσως η Μαρία πως θα γίνει αμέσως μητέρα, όπως άλλωστε συνέβη στη μητέρα του Σαμψών που συνέλαβε μόλις ο άγγελος της ανήγγειλε τη μητρότητα της (Κρ. 13:5-8). Το ερώτημά της Μαρίας, οδηγεί τον Γαβριήλ να της αναγγείλει την παρθενική σύλληψη του Ιησού με τρόπο υπερφυσικό.

Για την πλειοψηφία των χριστιανών, ο στίχος «Πνεύμα άγιον επελεύσεται επί σε και δύναμις υψίστου επισκιάσει σοι διό και το γεννώμενον άγιον κληθήσεται υιός Θεού» ερμηνεύεται «Τριαδολογικά», που σημαίνει ότι αναγνωρίζονται στον στίχο αυτόν δρώντα τα τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδας: Ο Πατέρας (δύναμις υψίστου), ο Υιός (υιός Θεού) και το Άγιο Πνεύμα(Πνεύμα άγιον επελεύσεται).

Κατόπιν, ο άγγελος συνεχίζει, και ως πιστοποίηση της δύναμης του Θεού για το θέμα αυτό της σύλληψης, φέρνει το παράδειγμα της Ελισσάβετ η οποία αν και ήταν σε προχωρημένη ηλικία ήταν ήδη στον έκτο μήνα της κυοφορίας της.

Στο τέλος της Ευαγγελικής περικοπής, ένα σημαντικό, θεολογικό μήνυμα περιέχεται: ο Γαβριήλ τελείωσε μεν την ευαγγελία του προς την Παρθένο, όχι όμως και την αποστολή του.
Περιμένει τη συγκατάθεση της Μαρίας. Για τον Λουκά, ούτε μια τέτοια σπουδαία ενέργεια του Θεού δεν αφαιρεί από τον άνθρωπο το χάρισμα της συνδημιουργίας:
«Ευτυχισμένη Μαρία, ο κόσμος όλος περιμένει τη συγκατάθεσή σου» αναφέρει ο ιερός Αυγουστίνος.
Πράγματι, η μητρότητα αυτή είναι θεληματική. Μπροστά στην απροσδόκητη κλήση που της αναγγέλλει ο Γαβριήλ, η Μαρία ενδιαφέρεται να καταλάβει το κάλεσμα του Θεού.
Όταν η Μαρία διαφωτίζεται πλήρως, δέχεται, και η διακονία της, είναι προπάντων ελευθερία.




Tuesday, March 24, 2015

Φελάφελ: το χορτοφαγοκό κεφτεδάκι της Ανατολής




Φελάφελ πρωτογεύτηκα στο Λίβανο και μαγεύτηκα από τη νοστιμιά τους. Συνοδευόμενα από χούμους, πράσινη σαλάτα και λεμόνι, αποτελούν ένα εξαίσιο φαγητό που εύκολα γίνεται και σάντουιτς για κολατσιό. Αργότερα, τα δοκίμασα στο Παρίσι και στο Μόντρεαλ, ως την καλύτερη και πλέον εγγυημένη λύση, πάντα από λιβανέζικα εστιατόρια. Γεύμα οικονομικό, νοστιμότατο και πολύ δυναμωτικό. Οι Λιβανέζοι σεφ, βέβαια, έχουν ένα ειδικό εργαλείο μεταφοράς του φελάφελ στο τηγάνι, που εδώ στην Ελλάδα δεν το βρήκα. Μοιάζει λίγο με το εργαλείο που σερβίρουμε το παγωτό, αλλά αυτό έχει έναν, ας πω, σαν κουμπί στη λαβή του, που πατώντας τον, βγαίνει αμέσως στο τηγάνι ο χορτοφαγικός κεφτές, χωρίς να έρθει σε επαφή με το χέρι, στο οποίο κολλάει. Δοκίμασα διάφορες συνταγές και σας παρουσιαζω τη χθεσινή που θεωρώ καλύτερη απ' όλες. Επειδή η ζύμη διατηρειται τουλάχιστον τρεις μέρες στο ψυγείο, εγώ κάνω αρκετή δόση που βγάζει περίπου σαράντα με πενήντα κομμάτια. Αν θέλετε λιγότερα θα κάνετε τη μισή. Μην κάνετε λιγότερα όμως. Θα το μετανιώσετε και θα είναι αργά...


Υλικά:

1 φλ. τσ. ρεβύθια
1 φλ. τσ. φάβα
1 φλ. τσ. πληγούρι
1 μεγάλο ξερό κρεμμύδι
2 δεματάκια φρέσκα κρεμμυδάκια
2-3 κ.σ. Νισεστέ
1 κ.σ. σκόνη κύμινο
λίγο -τριμμένο σε μύλο ή στο γουδί- κόλιανδρο ξερό
1 λεμόνι
1 κ.γλ. σόδα φαγητού
αλάτι και πιπέρι
ελαιόλαδο στη ζύμη
σπορέλαιο στο τηγάνι


Εκτέλεση:


1. Από βραδύς μουσκεύουν σε μπολάκια τα ρεβύθια, η φάβα και το πληγούρι. Εγώ βάζω βρασμένο νερό και τα σκεπάζω μ' ένα πιατάκι.

(Αν και οι περισσότερες συνταγές προτείνουν τα ρεβύθια να τα χτυπήσουμε στο Μούλτι, όπως θα κάνουμε και με τη φάβα, εγώ προτιμώ να τα βράζω για 5 λεπτά, γιατί μου έτυχαν ρεβύθια που δεν έγιναν στο χτύπημα σαν χοντρό συμιγδάλι, οπότε μετά χτυπούσαν στο δόντι.)
2. Αφού τα χτυπήσουμε, τα αδειάζουμε μαζί με το πληγούρι σε μια λεκανίτσα και προσθέτουμε όλα τα υλικά, εκτός από το ξερό κρεμμύδι και το σπορέλαιο.
3. Το ξερό κρεμμύδι το τσιγαρίζουμε ελαφρώς και μετά το προσθέτουμε.
4. Βάζουμε αρκετό κύμινο, λεπτοκομμένο το φρέσκο κρεμμυδάκι, αρκετό αλάτι και αρκετό πιπέρι και λίγο νισιστέ, μια δυο κουταλιές της σούπας. Προσθέτουμε στη ζύμη και λίγο ελαιόλαδο και ζυμώνουμε.

Στο τέλος του ζυμώματος είναι το κρίσιμο σημείο. Αν η ζύμη γίνει πολύ σφιχτή σαν πάστα, θα γίνουν πολύ σφιχτά τα φελάφελ και δεν θα είναι ωραία ούτε ζεστά ούτε και κρύα. Αν η ζύμη είναι πολύ αραιή, θα μας διαλύονται στο τηγάνι.

Μετά από αρκετές δοκιμές, κατέληξα να μην βάζω μπέικιν, όπως προτείνεται γενικώς, αλλά να διαλύω μια κουταλίτσα του γλυκού σόδα φαγητού μέσα σ' εάν ποτήρι με στημένο λεμόνι, που το προσθέτω στο τέλος του ζυμώματος και μετά ζυμώνω ελαφρά (αυτό το κάνω και στα κανονικά κεφτεδάκια και τα κάνει αφράτα). Προσθέτω συνήθως λίγο ακόμα νιςεστέ. Να μπορώ να τα πλάθω στα χέρια μου σαν κεφτεδάκια, νιώθωντας πως η ζύμη γίνεται ένα σώμα απαλό.

Ζεσταίνουμε το σπορέλαιο στο τηγάνι, -προτιμότερο ένα καλό και ελαφρύ- σε μέτρια φωτιά και μετά βάζουμε μέσα τα φελάφελ. 
Δε βιαζόμαστε να τα γυρίσουμε γιατί θα διαλυθούν, αλλά δεν τα ξεχνάμε κιόλας, γιατί εύκολα αρπάζουν. 
Μόλις πάρουν το χρυσαφένιο χρώμα τους, τα γυρίζουμε και όταν τα βγάλουμε με μια τρυπητή κουτάλα, τα αποθέτουμε σε πιάτο στο οποίο έχουμε βάλει χαρτί κουζίνας να στραγγίξουν το λάδι τους.





Καλή επιτυχία!






Monday, March 23, 2015

Το σχόλιο της Δευτέρας: Το εργαστήρι φύλλου και οι Δώδεκα Απόστολοι - Καλή βδομάδα!


Στο χιονισμένο υπόγειο της οδού Αγίου Δημητρίου 4, τα χιόνια δε λιώνουν ποτέ. Όλες τις εποχές, ακόμα και το καλοκαίρι, όλα είναι ντυμένα στα λευκά. Από τους ανθρώπους μέχρι τους πάγκους, τους τοίχους, τα μηχανήματα, τα πατώματα. Δεν είναι, βλέπεις, χιόνι καμωμένο από παγωμένο νερό, ούτε και πέφτει από τα δυσθεώρητα νέφη. Είναι από αλεύρι απαλό και άσπρο σαν βαμβάκι, καρπός του ολόχρυσου σταριού που όταν πεθαίνει γεννοβολά ατέλειωτα να φάμε οι φτωχοί. 

Σαράντα χρόνια τώρα, η οικογένεια που έχει αυτό το εργαστήρι φύλλου και καταϊφιού, ζυμώνει και πλάθει, κόβει και συσκευάζει τα υλικά που θα τοφοδοτήσουν πολλά από τα ζαχαροπλαστεία της Θεσσαλονίκης, αλλά και τους ιδιώτες, προκειμένου να φτάξουν τους μπακλαβάδες και τις πίτες τους, τα απλά καταϊφια και τα εκμέκ, τα μπουρέκια και ό,τι άλλο βάνει ο νους σου. Η μικρή του είσοδος ίσα που χωρά έναν άνθρωπο, που μόλις δρασκελίσει το κατώφλι της, βρίσκεται μπροστά σε μια σκάλα με αρκετά σκαλοπάτια. Έτσι είναι το σωστό κι έτσι πρέπει, προκειμένου η σκόνη του δρόμου και τα καυσαέρια να μην φτάσουν στο πιάτο μας. 

Με τα λευκά σκουφάκια και τις άπςρες ποδιές τους, όλα τα μέλη της οικογένειας εργάζονται ακατάπαυστα. Η κυρία-μαμά είναι στο ταμείο. Αυτή εξυπηρετεί τους πελάτες, ζυγίζει τα φύλλα στην κάτασπρη ζυγαριά και χτυπά τις τιμές στην πάλευκη ταμειακή μηχανή. Δεν μπορείς να υπολογίσεις πόσο χρονών είναι. Τα μαλλιά ολονών εκεί μέσα είναι ολόλευκα. Σου ετοιμάζει το πακέτο τυλίγοντάς το με τέχνη σ' ένα απλό, λεπτό χασαπόχαρτο και σε ρωτά αν θέλεις και τη συνταγή. Κάτω από τον πάγκο της έχει τυπωμένες σε μικρά χαρτάκια τις δικές της συνταγές για τα περισσότερα γλυκά. Είναι εγκάρδια, όπως ταιριάζει σε κάθε κυρία-μαμά που αγαπά τη ζαχαροπλαστική. Και το Σάββατο είστε κλειστά; τη ρωτώ, γιατί το περασμένο Σάββατο ξαναπήγα. Ναι, μου απαντά, δεν έχουμε τόση δουλειά τη μέρα αυτή και αποφασίσαμε να κλείνουμε. Έχουμε και τα ζώα... Τι ζώα; τη ρωτώ. "Το σπίτι μας είναι στο χωριό του Αγίου Βασιλείου, μου λέει. Εκεί έχουμε, και τι δεν έχουμε: κότες, πάπιες, χήνες, πουλιά, ένα άλογο, ε, απ' όλα. Κάθε μέρα πάει ο γιος μας μετά τη δουλειά κι εμείς το Σαββατοκύριακο." 

Παίρνω τα φύλλα για τον μπακλαβά, παίρνω και το καταϊφι και βγαίνω από το χιονάτο εργαστήρι. Προχωρώντας προς το Διοικητήριο και σε λίγα μόλις μέτρα, βλέπω στα δεξιά μου τον ναό των Δώδεκα Αποστόλων που αποτέλεσε το σπίτι της παιδικής μου ηλικίας. Κατηφορίζω ν' ανάψω ένα κερί, μήπως και τα γλυκά που θα φτιάξω δεν κατεβάσουν την ψυχή μου απ' το λαρύγγι, -που έχει θρονιαστεί τις τελευταίες μέρες-, και βάλουν κι αυτοί ένα χεράκι που 'ναι για μένα αδέρφια μου. 

Έχει μια ωραία εικόνα τους στο νάρθηκα, που είναι όλοι μαζί παρέα, στριμωγμένοι ο ένας πάνω στον άλλον. Δεν είναι μεγάλης τέχνης η εικόνα, μα είναι απ' τις αγαπημένες μου. Με συντρόφεψε χρόνια. Τους κοιτώ έναν έναν. Τους κοιτώ και με κοιτούν. Ψυχή στην εκκλησία. Είμαστε μόνοι. Οι Απόστολοι, εγώ, και τα φυλλα τυλιγμένα στο χαρτί τους μέσα στη διάφανη σακούλα μου. Η ψυχή μου αρχίζει και πηγαίνει λίγο λίγο στον τόπο της. Ποιος είναι αυτός ο τόπος; Πάντως, σίγουρα δεν είναι το λαρύγγι. Η θέση της ψυχής είναι σαν τη θέση που έχει το καρύδι μέσα στο καταϊφι. Αν το βάλεις επάνω επάνω -στη θέση του λάρυγγα δηλαδή- και το ψήσεις, θα καεί. Το ίδο κι αν το βάλεις κάτω κάτω -στη θέση του στομαχιού για παράδειγμα-. Αν όμως το σώμα περιβάλλει την ψυχή απαλά, όπως όταν τυλίγουν οι κλωστές του καταϊφιού το καρύδι, -όχι σφιχτά γιατί τότε θ' αποτύχει όλο το γλυκό-, τότε βρίσκει τη θέση του το καρυδάκι, τη βρίσκει κι η ψυχή που θέλει αέρα. 
Τώρα οι άγιοι σκεπάζουν την ψυχή μου με τη λεπτότατη στοργή τους. Αυτό είναι κι ένα μυστικό για το ψήσιμο του καταϊφιού. Το ψήνεις για μισή ώρα σεκπασμένο με αλουμινόχαρτο και μετά για άλλη μισή ξεσκέπαστο. Κι αφού με σκεπάζει η αγάπη τους κι η ψυχή μου έχει πάει στον τόπο της, μπορώ να φύγω. Τώρα είναι στο χέρι του Θεού να βάλει και το σιρόπι για να πετύχει το γλυκό. Προηγείται βέβαια το ψήσιμο. Πάντοτε προηγείται το ψήσιμο. Κρατά ολάκερη ζωή, αν και κάποιες φορές η θερμοκρασία του φούρνου ανεβαίνει με κίνδυνο να καείς. Αλλα τώρα που με σκέπασαν δεν φοβάμαι...



Sunday, March 22, 2015

Δ' Κυριακή Νηστειών (Ιωάννου της Κλίμακαος)

(Μάρκ. 9,17-31)

Τῷ καιρῷ ἐκείνω, ἄνθρωπός τις προσῆλθε τῷ Ἰησοῦ, γονυπετῶν αὐτῷ καὶ λέγων·
17. διδάσκαλε, ἤνεγκα τὸν υἱόν μου πρός σε, ἔχοντα πνεῦμα ἄλαλον.
18. καὶ ὅπου ἂν αὐτὸν καταλάβῃ, ῥήσσει αὐτόν, καὶ ἀφρίζει καὶ τρίζει τοὺς ὀδόντας αὐτοῦ, καὶ ξηραίνεται· καὶ εἶπον τοῖς μαθηταῖς σου ἵνα αὐτὸ ἐκβάλωσι, καὶ οὐκ ἴσχυσαν.
19. ὁ δὲ ἀποκριθεὶς αὐτῷ λέγει· ὦ γενεὰ ἄπιστος, ἕως πότε πρὸς ὑμᾶς ἔσομαι; ἕως πότε ἀνέξομαι ὑμῶν; φέρετε αὐτὸν πρός με. καὶ ἤνεγκαν αὐτὸν πρὸς αὐτόν.
20. καὶ ἰδὼν αὐτὸν εὐθέως τὸ πνεῦμα ἐσπάραξεν αὐτόν, καὶ πεσὼν ἐπὶ τῆς γῆς ἐκυλίετο ἀφρίζων.
21. καὶ ἐπηρώτησε τὸν πατέρα αὐτοῦ· πόσος χρόνος ἐστὶν ὡς τοῦτο γέγονεν αὐτῷ; ὁ δὲ εἶπε· παιδιόθεν.
22. καὶ πολλάκις αὐτὸν καὶ εἰς πῦρ ἔβαλε καὶ εἰς ὕδατα, ἵνα ἀπολέσῃ αὐτόν· ἀλλ’ εἴ τι δύνασαι, βοήθησον ἡμῖν σπλαγχνισθεὶς ἐφ’ ἡμᾶς.
23. ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ τὸ εἰ δύνασαι πιστεύσαι, πάντα δυνατὰ τῷ πιστεύοντι.
24. καὶ εὐθέως κράξας ὁ πατὴρ τοῦ παιδίου μετὰ δακρύων ἔλεγε· πιστεύω, κύριε· βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ.
25. ἰδὼν δὲ ὁ Ἰησοῦς ὅτι ἐπισυντρέχει ὄχλος, ἐπετίμησε τῷ πνεύματι τῷ ἀκαθάρτῳ λέγων αὐτῷ· τὸ πνεῦμα τὸ ἄλαλον καὶ κωφόν, ἐγώ σοι ἐπιτάσσω, ἔξελθε ἐξ αὐτοῦ καὶ μηκέτι εἰσέλθῃς εἰς αὐτόν.
26. καὶ κράξαν καὶ πολλὰ σπαράξαν αὐτὸν ἐξῆλθε, καὶ ἐγένετο ὡσεὶ νεκρός, ὥστε πολλοὺς λέγειν ὅτι ἀπέθανεν.
27. ὁ δὲ Ἰησοῦς κρατήσας αὐτὸν τῆς χειρὸς ἤγειρεν αὐτόν, καὶ ἀνέστη.
28. Καὶ εἰσελθόντα αὐτὸν εἰς οἶκον οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἐπηρώτων αὐτὸν κατ’ ἰδίαν, ὅτι ἡμεῖς οὐκ ἠδυνήθημεν ἐκβαλεῖν αὐτό.
29. καὶ εἶπεν αὐτοῖς· τοῦτο τὸ γένος ἐν οὐδενὶ δύναται ἐξελθεῖν εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ.
30. Καὶ ἐκεῖθεν ἐξελθόντες παρεπορεύοντο διὰ τῆς Γαλιλαίας, καὶ οὐκ ἤθελεν ἵνα τις γνῷ·
31. ἐδίδασκε γὰρ τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς ὅτι ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοται εἰς χεῖρας ἀνθρώπων, καὶ ἀποκτενοῦσιν αὐτόν, καὶ ἀποκτανθεὶς τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀναστήσεται.


https://aerapatera.wordpress.com/2015/03/22/δ-κυριακὴ-νηστειῶν-ἰωὰννου-τῆς-κλὶ/


Friday, March 20, 2015

Δ΄Στάση Χαιρετισμών (Τ-Ω)




Τεῖχος εἶ τῶν παρθένων, Θεοτόκε Παρθένε, καὶ πάντων τῶν εἰς σὲ προστρεχόντων· ὁ γὰρ τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, κατεσκεύασέ σε Ποιητὴς Ἄχραντε, οἰκήσας ἐν τῇ μήτρᾳ σου, καὶ πάντας σοι προσφωνεῖν διδάξας·
Χαῖρε, ἡ στήλη τῆς παρθενίας· χαῖρε, ἡ πύλη τῆς σωτηρίας.
Χαῖρε, ἀρχηγὲ νοητῆς ἀναπλάσεως· χαῖρε, χορηγὲ θεϊκῆς ἀγαθότητος.
Χαῖρε, σὺ γὰρ ἀνεγέννησας τοὺς συλληφθέντας αἰσχρῶς· χαῖρε, σὺ γὰρ ἐνουθέτησας τοὺς συληθέντας τὸν νοῦν.
Χαῖρε, ἡ τὸν φθορέα τῶν φρενῶν καταργοῦσα· χαῖρε, ἡ τὸν σπορέα τῆς ἁγνείας τεκοῦσα.
Χαῖρε, παστὰς ἀσπόρου νυμφεύσεως· χαῖρε, πιστοὺς Κυρίῳ ἁρμόζουσα.
Χαῖρε, καλὴ κουροτρόφε παρθένων· χαῖρε, ψυχῶν νυμφοστόλε Ἁγίων.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Ὕμνος ἅπας ἡττᾶται, συνεκτείνεσθαι σπεύδων, τῷ πλήθει τῶν πολλῶν οἰκτιρμῶν σου· ἰσαρίθμους γὰρ τῇ ψάμμῳ ᾠδάς, ἂν προσφέρωμέν σοι, Βασιλεῦ ἅγιε, οὐδὲν τελοῦμεν ἄξιον, ὧν δέδωκας ἡμῖν, τοῖς σοὶ βοῶσιν·
Ἀλληλούϊα.

Φωτοδόχον λαμπάδα, τοῖς ἐν σκότει φανεῖσαν, ὁρῶμεν τὴν ἁγίαν Παρθένον· τὸ γὰρ ἄϋλον ἅπτουσα φῶς, ὁδηγεῖ πρὸς γνῶσιν θεϊκὴν ἅπαντας, αὐγῇ τὸν νοῦν φωτίζουσα, κραυγῇ δὲ τιμωμένη ταῦτα·
Χαῖρε, ἀκτὶς νοητοῦ Ἡλίου· χαῖρε, βολὶς τοῦ ἀδύτου φέγγους.
Χαῖρε, ἀστραπὴ τὰς ψυχὰς καταλάμπουσα· χαῖρε, ὡς βροντὴ τοὺς ἐχθροὺς καταπλήττουσα.
Χαῖρε, ὅτι τὸν πολύφωτον ἀνατέλλεις φωτισμόν· χαῖρε, ὅτι τὸν πολύῤῥητον ἀναβλύζεις ποταμόν.
Χαῖρε, τῆς κολυμβήθρας ζωγραφοῦσα τὸν τύπον· χαῖρε, τῆς ἁμαρτίας ἀναιροῦσα τὸν ῥύπον.
Χαῖρε, λουτὴρ ἐκπλύνων συνείδησιν· χαῖρε, κρατὴρ κιρνῶν ἀγαλλίασιν.
Χαῖρε, ὀσμὴ τῆς Χριστοῦ εὐωδίας· χαῖρε, ζωὴ μυστικῆς εὐωχίας.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Χάριν δοῦναι θελήσας, ὀφλημάτων ἀρχαίων, ὁ πάντων χρεωλύτης ἀνθρώπων, ἐπεδήμησε δι᾿ ἑαυτοῦ, πρὸς τοὺς ἀποδήμους τῆς αὐτοῦ χάριτος· καὶ σχίσας τὸ χειρόγραφον, ἀκούει παρὰ πάντων οὕτως·
Ἀλληλούϊα.

Ψάλλοντές σου τὸν τόκον, ἀνυμνοῦμέν σε πάντες, ὡς ἔμψυχον ναὸν Θεοτόκε· ἐν τῇ σῇ γὰρ οἰκήσας γαστρί, ὁ συνέχων πάντα τῇ χειρὶ Κύριος, ἡγίασεν, ἐδόξασεν, ἐδίδαξε βοᾶν σοι πάντας·
Χαῖρε, σκηνὴ τοῦ Θεοῦ καὶ Λόγου· χαῖρε, Ἁγία Ἁγίων μείζων.
Χαῖρε, Κιβωτὲ χρυσωθεῖσα τῷ Πνεύματι· χαῖρε, θησαυρὲ τῆς ζωῆς ἀδαπάνητε.
Χαῖρε, τίμιον διάδημα βασιλέων εὐσεβῶν· χαῖρε, καύχημα σεβάσμιον ἱερέων εὐλαβῶν.
Χαῖρε, τῆς Ἐκκλησίας ὁ ἀσάλευτος πύργος· χαῖρε, τῆς βασιλείας τὸ ἀπόρθητον τεῖχος.
Χαῖρε, δι᾿ ἧς ἐγείρονται τρόπαια· χαῖρε, δι᾿ ἧς ἐχθροὶ καταπίπτουσι.
Χαῖρε, χρωτὸς τοῦ ἐμοῦ θεραπεία· χαῖρε, ψυχῆς τῆς ἐμῆς σωτηρία.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Ὦ πανύμνητε Μῆτερ, ἡ τεκοῦσα τὸν πάντων Ἁγίων ἁγιώτατον Λόγον (ἐκ γ´)· δεξαμένη τὴν νῦν προσφοράν, ἀπὸ πάσης ῥῦσαι συμφορᾶς ἅπαντας· καὶ τῆς μελλούσης λύτρωσαι κολάσεως, τοὺς σοὶ βοῶντας·
Ἀλληλούϊα.

Thursday, March 19, 2015

Καλό ταξίδι θεία μου...


Εκείνον τον καιρό για να μπει άνθρωπος στα ψηλοκρεμαστά μοναστήρια, έριχναν οι καλόγεροι το δίχτυ να τον ανεβάσουν. Τα χρόνια πέρασαν. Είπαν πως η επιστήμη και η τεχνολογία προόδευσαν. Εκείνα τα δίχτυα αχρηστεύτηκαν. Έμεινε μόνο ένα. Όσα χρόνια κι αν πέρασαν κι όσα άλλα κι αν περάσουν, όσο κι αν προοδεύσει ο ανθρώπινος πολιτισμός στ' αλήθεια ή στα ψέμματα, αυτό το δίχτυ θα 'ναι πάντα ίδιο εκτελώντας την ίδια πάντα αποστολή. Το κατεβάζει όποτε θέλει ο Καλόγερος του σύμπαντος από το Μεγάλο Μετέωρο τ' ουρανού. Σαν έρθει η ώρα του ανθρώπου, στο δίχτυ αυτό, που 'ναι από μάλαμα κι ασήμι άυλο φτιαγμένο, θα μπει η ψυχούλα για να ταξιδέψει συνοδευόμενη απ' τους φωτεινούς αγγέλους.

Χθες βραδυ το δίχτυ αυτό πήρε τη θεία μας τη Μαρίκα. Ήταν η αδερφή της κυρά Καλλιόπης, της πεθεράς που δυστυχώς δε γνώρισα κι έμεινα να τη σκέφτομαι πάντα με αγάπη, γιατί δε βρέθηκε άνθρωπος που να την ήξερε και να μη μου την παίνεψε ξεχωριστά. Ήτανε όμορφη, λαμπερή, πάντα χαμογελαστή, ευφιέστατη, φιλόξενη, εγκάρδια. Κι έφυγε στα σαράντα έξι της, -τόσο νωρίς. Ο Θεός να την αναπαύει.
Η Μαρίκα ήταν η τελευταιά της οικογένειας της πεθεράς μου. Τους είδε όλους έναν έναν να πεθαίνουν. Τον άντρα της, όταν ακόμα η ίδια ήταν σαρανταεφτά χρονών, και μετά τους γονείς τους και όλα τ' αδέρφια της. Παρηγοριά της έμεινε ο μοναχογιός της και τα δυο εγγόνια της, στην ηλικία των παιδιών μου.
Ήταν μια γυναίκα με πολύ ισχυρή προσωπικότητα, όμορφη και κοκέτα. Μέχρι πριν ελάχιστα χρόνια τη θυμάμαι με τα καπελάκια της, τα φουλάρια της, τα σκουλαρίκια της, ντυμένη στην τρίχα, κομψότατη. Ζούσε κοντά μας, πίσω απ' τα κάστρα, λίγο πιο κάτω από τους αγίους Αναργύρους. Μεγαλώνοντας απέκτησε στενή σχέση με την εκκλησία. Πήγαινε και εκδρομές με την ενορία, είχε τις φιλενάδες της, κι όταν την παίρναμε τηλέφωνο και της λέγαμε να έρθει, πάντα απαντούσε: δεν προλαβαίνω, το σπίτι ξεκινάει! Κάθε μέρα το σπίτι της ξεκινούσε... Κάθε μέρα το καθάριζε από πάνω ως κάτω. Κι όλο μερεμέτια και βαψίματα.
Η θεία Μαρίκα ήταν από κείνες τις παλιές γυναίκες που είχαν για όλα και για όλους έννοια. Δεν της ξέφευγε τίποτα. Δεν επιτρέπονταν να της ξεφύγει. Ήθελε να τα ξέρει όλα και να έχει σε όλα λόγο. Κι αν αυτό τα περασμένα χρόνια δημιουργούσε κάποτε προβλήματα, τα τελευταία, είχε εκπαιδεύσει πολύ τον εαυτό της στο να ακούει. Μπορεί να είχε άλλη άποψη και να την έλεγε, μα αν ο συνομιλητής της υποστήριζε τ' αντίθετα, τον άκουγε και προσπαθούσε να τον καταλάβει, δίχως να επιμένει στα δικά της. Δε θύμωνε πια, δε φώναζε, δεν μάλωνε. Γι' αυτό και είχε πολύ στενή σχέση και με τους εγγονούς της, που της έλεγαν τα δικά τους, αλλά και με τ' ανίψια της, τα πρώτα και τα δεύτερα.
Μ' έπαιρνε συχνά τηλέφωνο. Νομίζω πως με συμπαθούσε πολύ. Με ρωτούσε τα δικά μου, αλλά και όλης της οικογένειας τα νέα. Αν το έκανε κάποιος άλλος, δε θ' απαντούσα εύκολα κι ίσως να μ' ενοχλούσε κιόλας. Γίναμε τόσο ευαίσθητοι και ευπαθείς στην παραβίαση των προσωπικών ορίων μας οι σύγχρονοι άνθρωποι, σε σημείο να καταντούμε αυτιστικοί. Απαντούσα με ειλικρίνεια και της έλεγα πολλά, γιατί ένιωθα την πραγματική της έννοια. Στο κάτω κάτω πόσοι άνθρωποι μας έμειναν να μας ρωτούν γι' αυτά που περνάμε; Στις μέρες μας φτάσαμε την αδιαφορία να τη βαφτίζουμε με ωραίες λέξεις, ευγένεια και διάκριση. Πόσοι μας μας χαρίζουν το χρόνο τους και ενδιαφέρονται για τη ζωή μας με τόση αγάπη;
Πριν δέκα μέρες μάθαμε πως αρρώστησε. Ανησυχήσαμε και μιλήσαμε με το γιο της. Πήγαμε την περασμένη Τετάρτη να τη δούμε κι ευτυχώς που πήγαμε όλη η οικογένεια. Είχε διαύγεια και κάναμε μια ωραία συζήτηση για τα παλιά, παρόλο που γι' αυτά ποτέ δεν ήθελε να μιλάει. Τετραπέρατη γυναίκα. Μιλούσε, μα αν άκουγε παραπέρα ψιθύρους, συνέχιζε να μιλά, αλλά το μάτι της κοιτούσε εκεί που δεν άκουγε τι λένε. Μέσα σ' αυτή τη διαύγεια, διατηρούσε μια ωραία σύγχιση να νομίζει πως βρίσκεται στο σπίτι της. Πολλές φορές έλεγε "να, κοιτάξτε εκεί τις φωτογραφίες, θα τους δείτε όλους" ή "φέρε μου την πετσέτα μου από το συρτάρι". Τι όμορφο που ήταν αυτό. Ήταν ογδονταπέντε χρονών. Όταν το είπε, δεν το πίστεψα. Ποτέ δε σκέφτηκα αυτή τη γυναίκα σαν ηλικιωμένη. Τόση ζωντάνια είχε. Εδώ και τρεις μήνες δυσκολευόταν πολύ να περπατήσει. Έλεγε πως είναι από τη μέση. Δεν τη διέψευσε κανείς. Ο γιος της πήγε κι έμεινε κοντά της αυτούς τους μήνες. Έκανε εξετάσεις, μα δεν έδειχναν τίποτα. Τελικά, μια αξονική στο κεφάλι έδειξε όγκο. Το ζήτημα ήταν πόσο και πότε θα μεγαλώσει. Λίγο να μεγάλωνε θα πέθαινε ακαριαία. Ο γιος της δεν της το είπε. Θα το έπαιρνε πολύ βαριά. Όλη η οικογένειά της από καρκίνους έφυγε. Καλύτερα να πίστευε πως ήταν απ' τη μέση και πως οι γιατροί δεν ξέρουν τι τους γίνεται και δεν μπορούν να βρουν επιτέλους τι έχει.
Ψες βράδυ έκανε εμετό, τρόμαξαν οι γιατροί, τη μετέφεραν στο Παπανικολάου. Μέχρι να κάνει τις εξετάσεις, το δίχτυ άδραξε την ψυχούλα της για το "Μεγάλο Μετέωρο"...

Η κηδεία έγινε στο Ασβεστοχώρι. Ο γιος της που μένει εκεί, ήθελε να την έχει κοντά του. Ένας νεαρός ιερέας κι ένας ηλικιωμένος τέλεσαν την κηδεία. Μου έκανε βαθιά εντύπωση ο ηλικιωμένος. Είχε έναν τρόπο τόσο αγνό, τόσο εγκάρδιο στις εκφωνήσεις, που ο νους μου έτρεξε στις Παπαδιαμαντικές διηγήσεις. Θα μπορούσε να ήταν και βοσκός, σκέφτηκα. Θα ήθελα να έπαιρνα και την ευχούλα του.
Πήγαμε στα μνήματα της Εξοχής για την ταφή. Εκεί ήρθε μόνον ο ηλικιωμένος ιερέας. Χιόνιζε. Απαλές νιφάδες χόρευαν αργά σαν σκόνες που τινάζονταν απ' τα φορέματα ιεροπρεπών αγγέλων γύρω απ' το θυμίαμα.
Για τον καφέ πήγαμε σ' ένα μαγαζί κοντά στο νοσοκομείο Παπανικολάου. Ξαφνικά, βλέπω τον παππούλη μπροστά μου. Πήρα την ευχούλα του που τη λαχταρούσα και πιάσαμε κουβέντα. Θα πρέπει να ήταν μεγαλύτερος απ' τον πατέρα μου, αλλά κρατιόταν πολύ καλά. Παπα Βασίλη τον έλεγαν κι είχε δυο μάτια γαλανά από καθαρό ατλάζι. Τον ήξερε τον μπαμπά μου. Μου είπε τόσο καλά λόγια που με συγκίνησε. Όχι, δεν ήταν βοσκός, ούτε αγράμματος. Γυμνασιάρχης ήταν και υπηρέτησε και στους αγίους Πάντες και κατόπιν σαράντα δύο χρόνια στο Ασβεστοχώρι. Τον μπαμπά τον γνώριζε κι απ' τα σχολεία. Μου περιέγραψε με θαυμασμό μια εικόνα του πατέρα μου με τους μαθητές του που εγώ δεν τη γνώριζα. Ποτέ ο μπαμπάς δε μιλούσε για τη δουλειά του στα σχολεία. Ήξερε καλά και τη θεία Μαρίκα, κι ας την έλεγε συνέχεια Μαρία στην κηδεία, μάλλον γιατί έτσι έπρεπε. Φεύγοντας μου είπε: "Να πεις στον μπαμπά σου να μου δώσει την ευχή του, κι εγώ του δίνω τη δική μου". Πόσο γλυκό...
Κάθισα στο τραπέζι των εφήβων κι άφησα τους μεγάλους. Ήταν κι ο ανιψιός μου που δεν τον βλέπω συχνά κι ήθελα να τον χαρώ. Στο τέλος πρότεινα σε όλα τα παιδιά να έρθουν στο σπίτι. Να γνωρίσω κι εγώ καλύτερα τα εγγόνια της θείας, να κάνουν όλα μαζί παρέα, να ξεκουραστεί λίγο κι ο γιος τής συγχωρεμένης με τη γυναίκα του που τόσο κουράστηκαν. Κι έτσι, έκλεισε τούτη η μέρα. Μ' ένα τραπέζι για τα παιδιά που πάντα ήθελε κι η θεία να κάνει και δεν πρόλαβε. Νομίζω πως θα χάρηκε πολύ. Και σίγουρα θα χάρηκε, αφού τόσο το χαρήκαμε κι εμείς και τόσο τη μνημονέψαμε.

Νύχτωσε. Ανάβω ένα κεράκι και το αποθέτω στο εικονοστάσι. Το φως του να φέγγει το δρόμο, αν τύχει κι είναι σκοτεινός ο δρόμος για κει πάνω. Αναπαυμένη να είναι κι ο Καλόγερος του σύμπαντος κόσμου, αφού την κρατήσει πρώτα λίγο στην αγκαλιά Του, να την αποθέσει ύστερα δίπλα στον άντρα της και στ' αδέρφια της στην καινούργια γειτονιά τους...