-Κυρία Νευροκοπλή, υπηρετείτε ένα ιδιαίτερο είδος λόγου, στο όποιο και έχετε διακριθεί: το ποιητικό παραμύθι. Γιατί το επιλέξατε και ποιες είναι οι προκλήσεις της συγγραφής του;
Νομίζω πως δε θα μπορούσε να συμβεί διαφορετικά. Μάλλον δεν το επέλεξα εγώ. Νομίζω πως αυτό με επέλεξε. Το ποιητικό παραμύθι είναι αυτό που με ανάθρεψε. Δεν είχα την τύχη να έχω γιαγιάδες που μου έλεγαν παραμύθια. Είχα όμως μια ακόμη μεγαλύτερη: να γεννηθώ και να ανατραφώ μέσα στους κόλπους της εκκλησίας. Έτσι, η ποίηση της υμνολογίας της μαζί με την παραμυθία του Ευαγγελίου με διαπότισαν με το πλέον αληθινό και ποιητικότερο παραμύθι του κόσμου. Αδυνατώντας να διανοηθώ τον εαυτό μου έξω από αυτό το τρυφερότατο σύμπαν, όταν ήρθε η ώρα να εκφραστώ, η ποίηση και το παραμύθι σφιχταγκαλιάστηκαν στη γραφή, δίχως καλά καλά να το καταλάβω.
Η πρόκληση είναι μία: να ταυτίζεται η ζωή μου με τα κείμενά μου. Να γίνομαι πρώτα εγώ κάθε στιγμή ένα ποιητικό παραμύθι. Αυτός είναι ο ακατάπαυστος καθημερινός αγώνας αφαίρεσης του αντιποιητικού μου εγώ και συμπλήρωσής των κενών με ψηφίδες ποιητικού παραμυθητικού κάλλους. Όσο αυτό κατορθώνεται στη ζωή, θα κατορθώνεται και στα κείμενα.
-Μέσα στα παραμύθια σας εντάσσετε με τόλμη και ειλικρίνεια, ζητήματα για τα οποία πολλοί γονείς δυσκολεύονται να συζητήσουν με τα παιδιά τους, όπως ο θάνατος, η τρίτη ηλικία, η αναπηρία. Στις παρουσιάσεις αυτών των παραμυθιών σας, πώς αντιδρούν τα παιδιά;
Κι εγώ θα δυσκολευόμουν να κάνω ανάλογες συζητήσεις με τα παιδιά μου. Αυτό όμως δεν κάνει η τέχνη; Συμπληρώνει τις ελλείψεις μας. Ρίχνει φως εκεί που βλέπουμε μόνο σκιές. Νομίζω πως δεν είναι μόνο ζήτημα τόλμης και ειλικρίνειας. Αυτα από μόνα τους δεν αρκούν, μπορεί και να αποδειχθούν σκληρά και ανάλγητα, να κάνουν κακό αντί για καλό. Όταν όμως ο λόγος μας γίνει απαλός σαν χάδι, υπαινικτικός σαν αύρα, τότε μπορούμε να μιλήσουμε για όλα και μάλιστα δίχως πολλά λόγια. Τα παιδιά δεν έχουν ταμπού, όπως οι μεγάλοι. Οι καρδιές τους δέχονται τα εν λόγω παραμύθια μου με απερίγραπτη χαρά. Λυτρώνονται από την απελπισία που τους εμποτίζει συχνά ο ενήλικος περίγυρος. Παρηγοριούνται και ενδυναμώνεται η πίστη και η ελπίδα που ήδη κατά φύση έχουν. Κανένα παιδί δε θα πει ποτέ «αφού κάτι δεν το βλέπω, δεν υπάρχει». Αυτή την ανόητη ορθολογική φράση μόνο ένας ενήλικας μπορεί να την εκστομίσει. Αν ανάψεις σιις παιδικές ψυχές ένα κεράκι διακρίνουν αμέσως το άπλετο φως που κρύβεται πίσω από τις σκιές της αναπηρίας, της φθοράς και του θανάτου.
-Το τελευταίο σας βιβλίο “Ως την άκρη του νερού”, δίνει την αίσθηση ότι είναι κάτι περισσότερο από παραμύθι. Έχει πολύ έντονο το στοιχείο της μουσικότητας και της ποίησης, ενώ ο λόγος σας έχει γίνει πιο συμπυκνωμένος και πιο αφαιρετικός. Θα λέγατε ότι πρόκειται για μια αλλαγή στο ύφος σας;
Κάθε φορά προσπαθώ να διακρίνω τι ύφος απαιτεί το ίδιο το κείμενο. Το περιεχόμενο του κειμένου με οδηγεί. Δεν το οδηγώ εγώ. Η γλώσσα στο «Παραμύθι της Μουσικής» δεν έχει καμία σχέση με τη γλώσσα στο «Κόκκινο κορδόνι», κι αυτή επίσης είναι πολύ διαφορετική από τη γλώσσα του «Αχτιδοϋφαντή» και πολύ περισσότερο του “Αν τ’ αγαπάς ξανάρχονται”.
Στο καινούργιο παραμύθι υπάρχουν δύο βασικά χαρακτηριστικά. Το ένα είναι ότι η ποιητικότητα παίρνει αναγνωρίσιμη μορφή, δεν διαποτίζει απλώς τον πεζό λόγο. Κάθε ένα από τα ποιητικά μέρη είναι γραμμένο και σε έναν από τους ρυθμούς της ελληνικής ποίησης, ίαμβο, τροχαϊκό, δαχτυλικό, ανάπαιστο, αμφίβραχυ.
Το άλλο χαρακτηριστικό είναι όντως η ιδιαίτερη αφαιρετικότητα και συμπύκνωση της πρόζας. Όσο το επεξεργαζόμουν τόσο ένιωθα πως αυτή η τόσο παλιά ιστορία της γέννησης της μουσικής και των μουσικών οργάνων, οφείλει να έχει τη συμπύκνωση που έχουν τα όνειρα εκείνα που αναφαίρονται στις πιο μακρινές μας αναμνήσεις. Έτσι ο λόγος όφειλε να είναι αδρός. Άλλοτε μοιάζει με στίχους ποιήματος, άλλοτε με σενάριο ταινίας κι άλλοτε με σκηνικές οδηγίες θεατρικού έργου. Ο αναγνώστης θα συμπληρώσει μόνος τους τα πλάνα που λείπουν με τις δικές του εικόνες. Με ενδιαφέρει ο αναγνώστης να εντοπίζει στο κείμενο κενά που του επιτρέπουν να ανασαίνει. Να μην του τα λέω όλα και ασφυκτιά. Να φαντάζεται, να συμμετέχει, να συνδημιουργεί.
Πολλοί μου λένε πως διαβάζουν και ξαναδιαβάζουν αυτό το παραμύθι και κάθε φορά ανακαλύπτουν κάτι καινούργιο. Αυτό συμβαίνει όχι εξαιτίας αυτού που έγραψα, αλλά αυτού που απέκρυψα. Δεν είναι ωραίο;
-Σκέφτεστε καθόλου το μέλλον κι αν ναι, ποια είναι τα σχέδιά σας;
Δεν προλαβαίνω να σκεφτώ το μέλλον. Αγαπώ πολύ το παρόν και θέλω να το ζω με όλες μου τις δυνάμεις. Ερωτεύομαι διαρκώς εικόνες, στιγμές, χρώματα, ήχους, λέξεις, ποιήματα, ανθρώπους, χειρονομίες, γραμμές. Αυτός ο τρόπος του υπάρχειν δεν σου επιτρέπει να κάνεις σχέδια. Ό,τι κάνω το κάνω επειδή με ενδιαφέρει πάρα πολύ σήμερα, τώρα! Με άλλα λόγια, με οδηγεί η ζωή, δεν την οδηγώ…
Έχω ολοκληρώσει ένα εκτενές έργο που ετοιμάζεται να πάρει το δρόμο του προς έκδοση. Ας το κρατήσουμε όμως έκπληξη… Ό, τι κρύβουμε, κέρδος είναι.. Έτσι είμαστε έτοιμοι για όλα…