Labels

Saturday, February 29, 2020

Η μαντινάδα της φλόγας



Φλόγα νά μήν παινεύεσαι 
πώς τό κερί τό λιώνεις
γιατί κι ἐσύ μαζί μ' αὐτό, 
θές κι ἄν δέν θές τελειώνεις.


Friday, February 28, 2020

Εν αναμονή....


Έτοιμος να γελάσεις και να κλάψεις
Να φύγεις τρέχοντας απ’ το κακό για να σωθείς
Να ανοίξεις διάπλατα την καρδιά σου στην Χάρη
Να συναντηθείς, να κρυφτείς, να δραπετεύσεις
Να μιλήσεις, να ακούσεις, να υπακούσεις
Να συγχωρέσεις, να συγχωρεθείς

Όλα δείχνουν πως η Άνοιξη έρχεται
Προσευχήσου να μη χάσει τον δρόμο η πεντάμορφη
Και μην κουραστείς να προσμένεις

Sunday, February 23, 2020

Καλό ταξίδι, αγαπημένη μου...


Στις 27/04/17 έλαβα το ακόλουθο μήνυμα στο messenger:

«Καλησπέρα Κυρία Νευροκοπλή!! Λέγομαι Περβανά Βασιλική και ειμαι Πρόεδρος του Συλλόγου Γυναικών Μαρώνειας <<ΙΠΠΑΡΧΙΑ>> Το βιβλίο σας το αγόρασα πριν δύο χρόνια, γιατί αναρωτήθηκα πως αποφασίσατε να βάλλεται στο παραμύθι σας την Μαρώνεια (Τώρα γνωρίζω) Φυσικά έχετε τα συγχαρητήρια μου για το λογοτεχνικό πόνημα που το ενδιαφέρον των γεγονότων κρατάει αμείωτη την χαρά της ανάγνωσης του!! Γενικά  ΤΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΤΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ με ταξίδεψε και μου μίλησε!! Ίσως να σας έχω κουράσει με τα γραφόμενα μου,αλλά θα σας γράψω και τον λόγο που αποφάσισα να επικοινωνήσω μαζί σας!! Το παραμύθι γυρίζεται σε θεατρικό!! Μήπως υπάρχει η ελάχιστη περίπτωση να το ανεβάσουμε και στην Μαρώνεια?? στα πλαίσια των καλοκαιρινών μας δραστηριοτήτων??!! Συγνώμη εάν σας κούρασα και πήρα την πρωτοβουλία να σας γράψω!! Την απάντηση σας θα την περιμένω σαν την διψασμένη γη!!!! Ευχαριστώ!!!!»


Έτσι ξεκίνησε μια σχέση που ενώ χτιζόταν για καιρό μέσα από μηνύματα και τηλεφωνικές συνομιλίες, πολύ πριν ανταμώσουμε είχε ήδη γίνει μια σχέση μεγάλης αγάπης. Είναι οι εκλεκτικές συγγένειες για τις οποίες μιλάει ο Γκαίτε, αλλά είναι και το αόρατο και απροσδιόριστο υλικό από το οποίο είναι φτιαγμένη κάθε ψυχή που όταν είναι όλη από φωτιά και έρωτα, δεν μπορείς εύκολα να της αντισταθείς. Και η ψυχή της Βασιλικής -Βασιλική για μένα και Κική για τους περισσότερους- ήταν όλη φως! Ένα φως που δεν σκοντάφτει σε εμπόδια, διαπερνά τους πάντες και τα πάντα, ζεσταίνει γεμάτο θαλπωρή τους ξυλιασμένους, τρέχει με ασύλληπτη ταχύτητα να αγκαλιάσει τον κόσμο. Δεν ξέρω γιατί με αγάπησε τόσο, ξέρω όμως γιατί την αγάπησα εγώ. Και την αγάπησα σαν μητέρα και φίλη και αδερφή μου. Δέχτηκα τον καταρράκτη της αγάπης της και φώλιασα μέσα του και ταξίδεψα όπου ήθελε εκείνη να με πάει. Αυτή η σπάνια ύπαρξη, η μοναδική γυναίκα, χαρακτηριζόταν από τέτοιο πάθος για τον τόπο της που στάθηκε η αιτία αφού αγάπησε γι' αυτόν τον λόγο τόσο πολύ το Παραμύθι της Μουσικής, να καταφέρει να το φέρει ως παράσταση στο αρχαίο θέατρο της Μαρώνειας τον Αύγουρστο του 2018. Χαρακτηριστικά αυτής της μοναδικής γυναίκας ήταν η δημιουργικότητα, το μεράκι, η λατρεία για τα παιδιά τα οποία όλη της ζωή δίδαξε ως δασκάλα. Ήταν η δυνατή και στερωμένη πίστη της στον Χριστό και η αγάπη της στους αγίους που μας οδήγησε να συνεργαστούμε σε ένα ημερολόγιο που εξέδωσε με αγίους των εκκλησιών της Μαρώνειας συνοδευόμενα από δικές της φωτογραφίες και συναξάρια που συνέθεσα σε μορφή δεκαπεντασύλλαβου κατά παραγγελία της.

Δεν πάψαμε ποτέ να επικοινωνούμε αυτά τα τρία χρόνια, πολλές φορές μόνο και μόνο για να ακούσουμε λίγο η μια την άλλη. Δυο κουβέντες ήταν αρκετές για να ανακτήσουμε το χαμένο μας θάρρος και να τραβήξουμε και πάλι μπροστά. Σε άλλες εποχές αυτή η γυναίκα θα ήταν αναμφισβήτητα μια Μπουμπουλίνα. Ποτέ δε σκέφτηκε, σε ό,τι κι αν οραματίστηκε, τον εαυτό της, δεν υπήρχε στο μυαλό της η έννοια «προσωπικό συμφέρον». Μόνο ανιδιοτελής αγάπη και προσφορά. Μόνο δίνουμε την ψυχή και το σώμα μας και όλες μας τις δυνάμεις για έναν καλύτερο κόσμο. Για να γίνουμε όλοι ένα. Για να φανερωθούν όσα αξίζουν να λάμψουν και να μείνουν στους αιώνες.

Δεν ξέρω πόσο χρονών ήτανε. Η Βασιλική δεν είχε ηλικία, δεν ήξερε τι θα πει κούραση, καθισιό, ραθυμία. Ήξερε μονο τι θα πει όνειρο και τα έδινε όλα για να το πραγματοποιήσει. Και τα κατάφερνε όλα και, συχνά, σε πείσμα των ξεροκέφαλων και συμφεροντολόγων.

Δεν ήταν άρρωστη. Τώρα έμαθα πως μπήκε προχθες στο Διαβαλκανικό για επέμβαση στην καρδιά και εκεί άφησε την τελευταία της πνοή. Μα πώς είναι δυνατόν να χωρέσουν μια χούφτα αρτηρίες τόσο πάθος, τόση ζωή;

Κι εγώ μη ξέροντας τίποτα, κατηφόριζα την Παρασκευή τον δρόμο παραπλεύρως των τειχών της Θεσσαλονίκης όταν κάποια στιγμή σταμάτησα να περπατώ μη μπορώντας να κάνω βήμα. Σαν να ξεκόλλησε η ψυχή μου ένιωσα. Και τρόμαξα πολύ. Με κόπο έφτασα σ' ένα παγκάκι και κάθισα. Γιατί έσβηνα, δεν ήξερα. Πέρασαν λίγες ώρες για να μάθω το πρωί στη Λειτουργίγα του Ψυχοσάββατου πως πράγματι ένα μεγάλο κομμάτι της ψυχής μου είχε ήδη πετάξει στον ουρανό... Και πώς αλλιώς θα έφευγε μια τέτοια τεράστια ψυχή, αν όχι συνοδευόμενη από αναρίθμητες στρατιές ψυχών που ενώνουν τον ουρανό και τη γη μια τέτοια μέρα...

Δεν υπάρχει θάνατος, όχι δεν υπάρχει. Αν υπήρχε θα τον χωνεύαμε, θα τον καταπίναμε, θα λέγαμε είναι φυσκό. Όχι, δεν είναι φυσικό και δεν υπάρχει. Κι εσύ αγαπημένη μου, που θα μου στοιχίσει πολύ που δε θα ξανακούσω τη στιβαρή φωνή σου στο τηλέφωνο κι ούτε θα σε ανταμώσω ξανά στην Κομοτηνή και στην Μαρώνεια, συνεχίζεις όλο φως τον δρόμο σου προς το Ανέσπερο Φως και μας ετοιμάζεις τον δικό μας. Εύχομαι ο Κύριος να αναπαύσει την πανέμορφη ψυχή σου και να σου δώσει τον ωραιότερο κήπο εκεί που τα λουλούδια δεν μαραίνονται και το καλοκαίρι δεν γνωρίζει τέλος...

Καλή αντάμωση, Βασιλική μου και καλή δύναμη στον πολυαγαπημένο σου Γιώργο που στάθηκε σύζυγος αληθινός και στυλοβάτης των ονείρων και των αγώνων σου

Κυριακὴ τῆς ἀπὸκρεω

Αποτέλεσμα εικόνας για κυριακη της αποκρεω

(Ματθ. 25,31-46)

Εἶπεν ὁ Κύριος· 
31. ὅταν δὲ ἔλθῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ καὶ πάντες οἱ ἅγιοι ἄγγελοι μετ’ αὐτοῦ, τότε καθίσει ἐπὶ θρόνου δόξης αὐτοῦ,  
32. καὶ συναχθήσονται ἔμπροσθεν αὐτοῦ πάντα τὰ ἔθνη, καὶ ἀφοριεῖ αὐτοὺς ἀπ’ ἀλλήλων ὥσπερ ὁ ποιμὴν ἀφορίζει τὰ πρόβατα ἀπὸ τῶν ἐρίφων, 
33. καὶ στήσει τὰ μὲν πρόβατα ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ, τὰ δὲ ἐρίφια ἐξ εὐωνύμων. 
34. τότε ἐρεῖ ὁ βασιλεὺς τοῖς ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ· δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου. 
35. ἐπείνασα γάρ, καὶ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καὶ ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην, καὶ συνηγάγετέ με, 
36. γυμνός, καὶ περιεβάλετέ με, ἠσθένησα, καὶ ἐπεσκέψασθέ με, ἐν φυλακῇ ἤμην, καὶ ἤλθετε πρός με. 
37. τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ οἱ δίκαιοι λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα καὶ ἐθρέψαμεν, ἢ διψῶντα καὶ ἐποτίσαμεν; 
38. πότε δέ σε εἴδομεν ξένον καὶ συνηγάγομεν, ἢ γυμνὸν καὶ περιεβάλομεν; 
39. πότε δέ σε εἴδομεν ἀσθενῇ ἢ ἐν φυλακῇ, καὶ ἤλθομεν πρός σε;
40. καὶ ἀποκριθεὶς ὁ βασιλεὺς ἐρεῖ αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ’ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε. 
41. τότε ἐρεῖ καὶ τοῖς ἐξ εὐωνύμων· πορεύεσθε ἀπ’ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ.
42. ἐπείνασα γάρ, καὶ οὐκ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καὶ οὐκ ἐποτίσατέ με, 
43. ξένος ἤμην, καὶ οὐ συνηγάγετέ με, γυμνός, καὶ οὐ περιεβάλετέ με, ἀσθενὴς καὶ ἐν φυλακῇ, καὶ οὐκ ἐπεσκέψασθέ με.
44. τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ καὶ αὐτοὶ λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα ἢ διψῶντα ἢ ξένον ἢ γυμνὸν ἢ ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ, καὶ οὐ διηκονήσαμέν σοι;
45. τότε ἀποκριθήσεται αὐτοῖς λέγων· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ’ ὅσον οὐκ ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἐλαχίστων, οὐδὲ ἐμοὶ ἐποιήσατε.
46. καὶ ἀπελεύσονται οὗτοι εἰς κόλασιν αἰώνιον, οἱ δὲ δίκαιοι εἰς ζωὴν αἰώνιον.

https://aerapatera.wordpress.com/2020/02/23/κυριακὴ-τῆς-ἀπὸκρεω-2/


Monday, February 17, 2020

Δύο ειδών συμφωνητικά


Θα ‘λεγε κανείς πως ο Χριστός ζητάει πολλά, πάρα πολλά. Για να τον ακολουθήσεις πρέπει «να αφήσεις» σπίτι, γυναίκα, αδέρφια, γονείς, παιδιά, κοπάδια, περιουσία, μέχρι και τους νεκρούς να τους αφήσεις άταφους.
Τόσο οι δαιμονισμένοι όσο και οι χριστιανοί είναι άνθρωποι προικισμένοι με το συναίσθημα του απείρου. Για τον χριστιανό κάθε κοσμικό είναι μαρτύριο. Αλλά ο Χριστιανισμός δίνει στον χριστιανό κάτι σαν αντάλλαγμα: του δινει εσωτερική ειρήνη για τη ζωή αυτή και υπόσχεση αιώνιας σωτηρίας για την άλλη ζωή. Ο διάβολος αντίθετα είναι πιο απαιτητκός. Σου ζητάει τη συνείδησή σου, τη γαλήνη σου, τον ύπνο σου, ζητάει να πουλήσεις φίλους, συγγενείς, σου ζητάει να υποκύψεις εντελώς σε όλα. Κι όλα αυτά χωρίς να σου προσφέρει τίποτα. Αντίθετα με το αίσθημα αξιοπρέπειας που σου προσφέρει ο Χριστός, ο διάβολος το μόνο που σου προσφέρει τελικα είναι η απαλπισία. Τι κέρδισε ο Ιούδας από τον διάβολο; Τίποτα. Προτίμησε την περιφρόνηση, τη θηλιά στο λαιμό του, και τι πήρε ως αντάλλαγμα; Ένα χαμόγελο του διαβόλου γεμάτο ικανοποίηση, διότι κατάφερε και πήρε άλλον έναν μαζί του.
Στους αγίους ο Χριστός ζητάει πολλά, όχι όμως τα πάντα, και κυρίως όχι χωρίς να τους προσφέρει κάτι. Νήστεψαν, αγρύπνησαν, αλλά την καρδιά και την ψυχή τους δεν την έχασαν.
Η συμφωνία που κλείνει ο άνθρωπος με τον διάβολο είναι συμφωνία με την οποία δέχεσαι να δώσεις χωρίς να πάρεις τίποτα. Ο διάβολος πληρώνει τον άνθρωπο δίνοντάς του απελπισία μαζί με όλα τα επακόλουθά της: πείσμα από το γεγονός ότι κατάλαβες πως σε ξεγέλασαν, ντροπή, αυτοκτονία, θάνατο. (Στον Ιούδα πρόσφερε και τριχιά για να αυτοκτονήσει).
... 
Όπως έλεγε ο Μπαλζάκ: «Η αγάπη που δε μεγαλώνει μέρα με την ημέρα είναι πάθος χωρίς καμιά αξία».



Νικολάε Στάινχαρτ, Το ημερολόγιο της ευτυχίας, εκδ. Μαϊστρος, σ.338-9 

Sunday, February 16, 2020

Κυριακὴ τοῦ Ἀσὼτου

Αποτέλεσμα εικόνας για του ασωτου

(Λουκ. 15,11-32)

Εἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύτην· 
11. ἄνθρωπός τις εἶχε δύο υἱούς, 
12. καὶ εἶπεν ὁ νεώτερος αὐτῶν τῷ πατρί· πάτερ, δός μοι τὸ ἐπιβάλλον μέρος τῆς οὐσίας. καὶ διεῖλεν αὐτοῖς τὸν βίον. 
13. καὶ μετ’ οὐ πολλὰς ἡμέρας συναγαγὼν ἅπαντα ὁ νεώτερος υἱὸς ἀπεδήμησεν εἰς χώραν μακράν, καὶ ἐκεῖ διεσκόρπισε τὴν οὐσίαν αὐτοῦ ζῶν ἀσώτως. 
14. δαπανήσαντος δὲ αὐτοῦ πάντα ἐγένετο λιμὸς ἰσχυρὸς κατὰ τὴν χώραν ἐκείνην, καὶ αὐτὸς ἤρξατο ὑστερεῖσθαι.
15. καὶ πορευθεὶς ἐκολλήθη ἑνὶ τῶν πολιτῶν τῆς χώρας ἐκείνης, καὶ ἔπεμψεν αὐτὸν εἰς τοὺς ἀγροὺς αὐτοῦ βόσκειν χοίρους. 
16. καὶ ἐπεθύμει γεμίσαι τὴν κοιλίαν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν κερατίων ὧν ἤσθιον οἱ χοῖροι, καὶ οὐδεὶς ἐδίδου αὐτῷ. 
17. εἰς ἑαυτὸν δὲ ἐλθὼν εἶπε· πόσοι μίσθιοι τοῦ πατρός μου περισσεύουσιν ἄρτων, ἐγὼ δὲ λιμῷ ἀπόλλυμαι 
18. ἀναστὰς πορεύσομαι πρὸς τὸν πατέρα μου καὶ ἐρῶ αὐτῷ· πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου· 
19. οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου· ποίησόν με ὡς ἕνα τῶν μισθίων σου.
20. καὶ ἀναστὰς ἦλθε πρὸς τὸν πατέρα αὐτοῦ. ἔτι δὲ αὐτοῦ μακρὰν ἀπέχοντος εἶδεν αὐτὸν ὁ πατὴρ αὐτοῦ καὶ ἐσπλαγχνίσθη, καὶ δραμὼν ἐπέπεσεν ἐπὶ τὸν τράχηλον αὐτοῦ καὶ κατεφίλησεν αὐτόν.
21. εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ υἱός· πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου, καὶ οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου. 
22. εἶπε δὲ ὁ πατὴρ πρὸς τοὺς δούλους αὐτοῦ· ἐξενέγκατε τὴν στολὴν τὴν πρώτην καὶ ἐνδύσατε αὐτόν, καὶ δότε δακτύλιον εἰς τὴν χεῖρα αὐτοῦ καὶ ὑποδήματα εἰς τοὺς πόδας, 23. καὶ ἐνέγκαντες τὸν μόσχον τὸν σιτευτὸν θύσατε, καὶ φαγόντες εὐφρανθῶμεν, 
24. ὅτι οὗτος ὁ υἱός μου νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς ἦν καὶ εὑρέθη. καὶ ἤρξαντο εὐφραίνεσθαι.
25. Ἦν δὲ ὁ υἱὸς αὐτοῦ ὁ πρεσβύτερος ἐν ἀγρῷ· καὶ ὡς ἐρχόμενος ἤγγισε τῇ οἰκίᾳ, ἤκουσε συμφωνίας καὶ χορῶν, 
26. καὶ προσκαλεσάμενος ἕνα τῶν παίδων ἐπυνθάνετο τί εἴη ταῦτα. 
27. ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ ὅτι ὁ ἀδελφός σου ἥκει καὶ ἔθυσεν ὁ πατήρ σου τὸν μόσχον τὸν σιτευτόν, ὅτι ὑγιαίνοντα αὐτὸν ἀπέλαβεν. 
28. ὠργίσθη δὲ καὶ οὐκ ἤθελεν εἰσελθεῖν. ὁ οὖν πατὴρ αὐτοῦ ἐξελθὼν παρεκάλει αὐτόν. 29. ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπε τῷ πατρί· ἰδοὺ τοσαῦτα ἔτη δουλεύω σοι καὶ οὐδέποτε ἐντολήν σου παρῆλθον, καὶ ἐμοὶ οὐδέποτε ἔδωκας ἔριφον ἵνα μετὰ τῶν φίλων μου εὐφρανθῶ· 
30. ὅτε δὲ ὁ υἱός σου οὗτος, ὁ καταφαγών σου τὸν βίον μετὰ πορνῶν, ἦλθεν, ἔθυσας αὐτῷ τὸν μόσχον τὸν σιτευτόν.
31. ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ· τέκνον, σὺ πάντοτε μετ’ ἐμοῦ εἶ, καὶ πάντα τὰ ἐμὰ σά ἐστιν·
32. εὐφρανθῆναι δὲ καὶ χαρῆναι ἔδει, ὅτι ὁ ἀδελφός σου οὗτος νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς ἦν καὶ εὑρέθη.




Friday, February 14, 2020

Αβρότητα



Ο Ταλεϋράνδος επισκέπτεται μαζί με μια κυρία κάποιο χρυσοχοείο προκειμένου να της δωρίσει ένα δαχτυλίδι. Ο υπάλληλος του φέρνει δύο δαχτυλίδια εξίσου πανέμορφα να διαλέξει. Ο Ταλεϋράνδρος προτείνει στην κυρία να διαλέξει όποιο της αρέσει. Εκείνη δυσκολεύεται, δεν ξέρει ποιο να προτιμήσει. Τότε ο Ταλεϋράνδρος απευθύνεται στον νεαρό υπάλληλο λέγοτνάς του: «Εσύ ποιο θα διάλεγες για την αρραβωνιαστικά σου;» Ο υπάλληλος προς στιγμήν διστάζει και κατόπιν διαλέγει ένα. «Πολύ ωραία» λέει χαμογελώντας ο Ταλεϋράνδρος «πάρ’ το να της το κάνεις δώρο, θα το πληρώσω εγώ. Η κυρία θα κρατήσει το άλλο!»





Το ημερολόγιο της ευτυχίας, Νικολάε Στάινχαρτ, σ.274, εκδ.Μαϊστρος

Wednesday, February 12, 2020

Τα δύο είδη των ανθρώπων


Υπάρχουν δύο είδη ανθρώπων στο τέλος. 

Αυτοί που λένε στον Θεό: Ας γίνει το θέλημά σου!
Και αυτοί που τους λέει τελικά ο Θεός:
Ας γίνει το θέλημά σου!
Όλοι όσοι είναι στην κόλαση, είναι από
επιλογή τους. Χωρίς αυτή την προσωπική 
επιλογή δεν θα μπορούσε να υπάρχει 
Κόλαση!»



C. S. Lewis
Το μεγάλο διαζύγιο
Εκδ. ΙΩΝΑΣ, σελ. 70

Tuesday, February 11, 2020

Η ελευεθερία


Το αντίθετο της αμαρτίας
δεν είναι η αρετή,
αλλά η ελευθερία.


Κίρκεγκωρ 

Monday, February 10, 2020

Άγιος Χαράλαμπος - ο δικός μου παππούς


Είναι ο άγιος της γειτονιάς μου, των παιδικών και νεανικών μου χρόνων, της κάθε μου μέρας χαιρετισμός.
Στην ενορία του αγίου Χαραλάμπους βρισκόταν το πατρικό μου σπίτι, εκεί τελέστηκαν οι κηδείες των παππούδων μου όταν ακόμα ήμουν πολύ μικρή για να μπορώ να τους ανακαλέσω σήμερα στη μνήμη μου. Φαίνεται όμως πως επειδή είναι γέρων και ο άγιος, τότε ή λίγο μετά, με τρόπο μυστικό, αδιόρατο και υπόγειο, δίχως καλά καλά να το συνειδητοποιώ, τους αντικατέστησε και έγινε παππούς μου. Έτσι, όπως τρέχουν τα εγγόνια σε στιγμές που μένουν απαρηγόρητα από τους γονείς τους στους παππούδες τους να βρουν πααρηγοριά, να δικαιολογηθούν, να κλαφτούν, να βουτήξουν στη δίχως όρια αγκαλιά τους, έτρεχα κι εγώ στον ναό του αγίου και σκύβοντας στην εικόνα του τα τα έλεγα όλα. Δεν ήταν πολλές αυτές οι φορές κι αυτό επειδή συνήθως πήγαινα στην εκκλησία που υπηρετούσε τότε ο πατέρας μου, τους Δώδεκα Αποστόλους. Δεν ήταν όμως και λίγες.
Συχνά οι σχέσεις που δημιουργούνται στα παιδικά μας χρόνια εξανεμίζονται στο διάβα της ζωής μας και δεν αντέχουν. Μα η σχέση μου με τον άγιο Χαράλαμπο όχι μόνο άντεξε, αλλά με τα χρόνια ενδυναμώθηκε. Στα νεανικά μου χρόνια, τότε που ένιωθα πως παλεύω με θεριά ανήμερα και θεόρατες πίκρες, εξακολούθησα να τρέχω στον άγιο και να ζητάω τη συνδρομή του. Κι αν δεν έμπαινα στον ναό του, μιας κι ο ναός του ήταν πάντα εκεί, πάντα στον δρόμο μου, εκατό μέτρα από το πατρικό, αλλά κι από το δικό μου σπίτι αργότερα, πάντα τον είχα στο νου μου κι όλο κάτι τον παρακαλούσα με την οικειότητα που πλέον είχε εμπεδωθεί ανάμεσά μας τόσα χρόνια.

Σχεδόν κάθε μέρα θα περάσω απέξω, ιδίως αν κατέβω στο κέντρο με το λεωφορείο. Και τότε τον χαιρετώ κάνοντας τον σταυρό μου όπως και πολλοί άλλοι συνεπιβάτες μου που σταυροκοπιούνται και τον χαιρετούν γιατί είναι ο άγιος της γειτονιάς μας και οι τον αγαπούν.
Από την εκκλησιά του θα περάσουμε και κάθε φορά που θα τραβήξουμε για το αεροδρόμιο πριν βγούμε στον περιφερειακό και τότε ζητάω την ευχή του για το ταξίδι που έχουμε μπροστά μας και τον παρακαλώ να ανταμώσουμε και πάλι με το καλό. Φεύγω έτσι πιο ήσυχη γιατί ξέρω πως με φροντίζει ο παππούς μου και μ’ έχει έννοια. Ποιος παππούς εγκαταλείπει το εγγόνι του; Θα το κάνει ο άγιος; Κι όταν μετά με το καλό επιστρέφουμε από το ταξίδι, νιώθω απέραντη χαρά και ανακούφιση όταν ξαναπερνούμε με το αμάξι από μπροστά του. Κάθε ταξίδι έχει μια κρυμμένη αγωνία όπως και κάθε επιστροφή μια επιστροφή της καρδιάς στον τόπο της. Πριν φύγω του εμπιστεύομαι τα παιδιά μου και δισέγγονά του, επιστρέφοντας μοιραζόμαστε και πάλι την κηδεμονία τους.
Σήμερα που πήγα να ανάψω ένα κεράκι στην γιορτή του, ένιωσα ένιωσα για ακόμη μια φορά την μεγάλη αγάπη και προστασία του. Δεν είχα να ζητήσω τίποτα. Να τον προσκυνήσω μόνο ήθελα. Μα θυμήθηκα πόσες και πόσες φορές με βοήθησε και μου στάθηκε. Και μετά η μαμά μού υπενθύμισε κάτι που δεν το καλοθυμόμουν και δεν είχα ποτέ σκεφτεί τι ρόλο μπορεί να παίζει στη σχέση μας. Ανήμερα της γιορτής του αγίου ο μπαμπάς είχε χειροτονηθεί ιερέας. Η βαθιά αυτή σχέση του αγίου με την οικογένειά μου έχει, λοιπόν, ρίζες πολύ πιο ισχυρές απ’ αυτές που ως τώρα γνώριζα και είναι τόσο όμορφο που όλα αποκαλύπτονται σιγά σιγά με τον καιρό. Τώρα που είναι παρέα οι δυο τους στο Ιερό Θυσιαστήριο του Θεού, χαίρομαι ακόμα περισσότερο!









Sunday, February 9, 2020

Κυριακὴ Τελὼνου καὶ Φαρισαὶου

Αποτέλεσμα εικόνας για τελωνου και φαρισαίου

(Λουκ. 18,10-14)

Εἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύτην·
10. ἄνθρωποι δύο ἀνέβησαν εἰς τὸ ἱερὸν προσεύξασθαι, ὁ εἷς Φαρισαῖος καὶ ὁ ἕτερος τελώνης. 
11. ὁ Φαρισαῖος σταθεὶς πρὸς ἑαυτὸν ταῦτα προσηύχετο· ὁ Θεός, εὐχαριστῶ σοι ὅτι οὐκ εἰμὶ ὥσπερ οἱ λοιποὶ τῶν ἀνθρώπων, ἅρπαγες, ἄδικοι, μοιχοί, ἢ καὶ ὡς οὗτος ὁ τελώνης· 12. νηστεύω δὶς τοῦ σαββάτου, ἀποδεκατῶ πάντα ὅσα κτῶμαι. 
13. καὶ ὁ τελώνης μακρόθεν ἑστὼς οὐκ ἤθελεν οὐδὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς εἰς τὸν οὐρανὸν ἐπᾶραι, ἀλλ’ ἔτυπτεν εἰς τὸ στῆθος αὐτοῦ λέγων· ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ. 
14. λέγω ὑμῖν, κατέβη οὗτος δεδικαιωμένος εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ ἢ γὰρ ἐκεῖνος· ὅτι πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται, ὁ δὲ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται.





Wednesday, February 5, 2020

Ο βασιλιάς των πουλιών


Κυκλωμένο από σκαλωσιές το Beaubour και ο υπαίθριος χώρος τριγύρω του όπου τα παιδιά πάντα παίζουν ενώ οι μεγάλοι καθισμένοι κατάχαμα αράζουν, αδιαπέραστος από κιγκλιδώματα. Τρυπάνια σφυρίζουν αντί για πουλιά κι αντηχούν τα σφυριά σαν ρολόγια θεόρατα σημαίνοντας τις εργασές ανακαίνισης που γίνονται στο εμβληματικό μουσείο του Παρισιού.
Βιαστικοί προσπερνούν την μεγάλη πλατεία κουστουμαρισμένοι κύριοι με τσάντες για να πάνε στις δουλειές και στα ραντεβού τους. Πολύ βιαστικοί. Πάντα κάτι έχουν να κάνουν. Αλλοίμονο αν δεν έχουν. Κυνηγούν τον χρόνο, τα όνειρα, τις φιλοδοξίες, τις σχέσεις, ένα καλύτερο αύριο. Και κυνηγιούνται από την επιθυμία να ζήσουν αυτό που ακόμα δεν έζησαν. Να γλυτώσουν, να κρυφτούν, να λησμονήσουν μνήμες, εφιάλτες, πληγές. Η μεγαλύτερη απανθρωπιά των καιρών μας είναι το αδιάλειπτο κυνήγι του χρόνου. Τον κυνηγούμε και μας κυνηγά. Και μέσα στο τρελό αυτό κυνήγι δεν προλαβαίνουμε να δούμε τι συμβαίνει δίπλα μας. Για να δεις πρέπει να σταθείς. Για να νιώσεις, να παρατηρήσεις απράγμων. Για να βγεις από τον εαυτό σου, να σπάσεις τα δεσμά που σε σέρνουν στα παζάρια της ζωής σαν αρκούδα δεμένη με αλυσίδα βαριά στο χέρι του Αρκουδιάρη Χρόνου. Καμιά φορά μόνο, κάτι σου υπενθυμίζει πως δε γεννήθηκες για να σε σέρνουν απ’ τη μύτη. Δεν πλάστηκες για να παριστάνεις μιαν αρκούδα και να σε χαζεύουν αν χοροπηδάς στο ρυθμό που βαράει το ντέφι του ο καιροσκόπος εκμεταλλευτής σου. Ήσουν κάποτε κι εσύ ένας άρχοντας. Και ο άρχοντας είναι πρώτα απ’ όλα, κύριος του χρόνου. Τον μοιράζει εκεί που ο ίδιος αποφασίζει. Και μοιράζει τον εαυτό του εκεί που κρίνει πως αξίζει να μοιραστεί.
Αλλαγή πορε;iaς. ΤοBeaubour κλειστό. Δεν μπορείς να δεις καμιά έκθεση, ούτε και να ξεφυλλίσεις λευκώματα στο βιβλιοπωλείο του. Αφού, λοιπόν, δεν μπορείς να χαρείς πώς μετουσίωσαν σε τέχνη τη ζωή οι καλλιτέχνες, μπορείς τουλάχιστον για λίγο να τη ζήσεις. Και η ζωή όσο είναι φανερή, τόσο κρύβεται. Κρύβεται από τα βλέμματα όλων αυτών που ο χρόνος κυνηγάει εκδικητικά κυνηγημένος απ’ αυτούς. Η υποψία μιας αχτίδας ήλιου, δόρυ χρυσό, διαπερνά τα μαύρα σύννεφα του Παρισιού σημαδεύοντας ένα πουλί της γης. Δεν είναι για να το χτυπήσει ή να το πληγώσει. Είναι για να φανερώσει τον εκλεκτό του ουρανού.
 Μοιάζει με έναν μπόγο γκρίζα ρούχα. Ένας μπόγος ακέφαλος που περιστρέφεται γύρω από δυο καρότσια λαϊκής. Τα ανοίγει, τα κλείνει, βγάζει από μέσα τους νάυλον σακούλες, τις ανοίγει, τις κλείνει, τις ξαναβάζει μέσα στα καρότσια. Κάτι παλεύει με κινήσεις σπασμωδικές ο ακέφαλος κινούμενος μπόγος. Και μυριάδες περιστέρια τον κυκλώνουν όπως θα κύκλωναν οι θεατρόφιλοι μετά από εξαιρεετική παράσταση τους πρωταγωνιστές που θαυμάζουν. Οι άνθρωποι με τις τσάντες εξακολουθούν να τον προσπερνούν βιαστικοί. Δεν τον βλέπουν. Πόσο βιαστικοί είναι πάντα οι άνθρωποι με τις τσάντες. Και πόσο ψηλά έχουν το κεφάλι. Εσύ όμως που στάθηκες για λίγο, αναρωτιέσαι, πού είναι τέλος πάντων το κεφάλι αυτού του ανθρωπόμορφου μπόγου; Το κατάπιε η γη; Ο φακός δεν το πιάνει. Το βλέμμα σου δεν το εντοπίζει. Μόνο τα περιστέρια έχουν το προνόμιο να το θωρούν;
Με βήμα κουρασμένο και κουτσό, απομακρύνεται από τα καρότσια του και τους φτερωτούς θαυμαστές του. Ακούει ένα ποδήλατο να πλησιάζει προς το μέρος του και σταματά. Το ποδήλατο τον προσπερνά και αυτός συνεχίζει. Φτάνει στη γωνία που σχηματίζουν δύο εστιατόρια. Θα ανοίξει μια πόρτα; Θα ζητήσει φαγητό, νερό, τουαλέτα; Καμιά πόρτα δε χτυπά. Καμιά πόρτα δεν ανοίγει. Το ακέφαλο πλάσμα έχει ακουμπήσει την πλάτη του στον τοίχο και κάνει μικρές κινήσεις, κουρασμένες, επώδυνες. Τόσο αργές που τα ρολόγια του κόσμου καταρρέουν από ανυπομονησία. Ξύνει στον τοίχο την καμπούρα του. Το πλάσμα αυτό που αντί για κεφάλι έχει μια τεράστια καμπούρα, δεν βρίσκει ένα χέρι να του την ξύσει. 
Φεύγει από τη γωνία και επιστρέφοντας στην αρχική του θέση σέρνοντας τα πόδια του, περιστρέφεται πάλι γύρω από τα δυο καρότσια της λαϊκής. Τα ανοίγει, τα κλείνει, βγάζει νάυλον σακούλες από μέσα, τις ανοίγει, τις κλείνει, τις ξαναβάζει μέσα στα καρότσια. Κάτι παλεύει με κινήσεις σπασμωδικές, ώσπου ξεδιπλώνει το χέρι σαν αετός τις φτερούγες πριν υψωθεί στα ουράνια και μοιράζει ψίχουλα και σουσάμια στους μοναδικούς του φίλους και αποκλειστικούς θαυμαστές του. Τα περιστέρια. Εκατοντάδες περιστέρια τότε τον αγκαλιάζουν, τον υμνούν, τον καταφιλούν κι ανεβαίνουν πάνω στην καμπούρα του που γι’ αυτά δεν είναι βέβαια καμπούρα όπως για μας, αλλά το πιο ζεστό και τρυφερό έδαφος. Κι όλο το χέρι του συγκίπτοντος βουτά στις σακούλες που είναι καταχωνιασμένες στα καρότσια. Κι όλο η χούφτα του αναδύεται γέματη, κι όλο ξεδιπλώνεται σαν φτερό αετού και σκορπά σουσάμια και ψίχουλα στα πουλιά που τον λατρεύουν σαν θεό τους. 
Μέχρι που ο συγκύπτων αδειάζει όλες τις σακούλες. Ήσυχος πλέον πως τελείωσε το έργο του, κάθεται στο μαρμάρινο παγκάκι ενώ τα περιστέρια απολαμβάνουν το γεύμα τους. Σταυρώνει τα χέρια του και περίμενει. Είναι ώρα να ξεκουραστεί. Όλο το πρωί εργάστηκε σκληρά περνώντας από τους φούρνους της περιοχής για να μαζέψει αυτά τα ψίχουλα έξω απ’ την πόρτα τους μαζί με τα ξεροκόμματα από τους κάδους τους, να τα κάνει θρύψαλα για να χωρέσουν στο μικρό στόμα των φτερωτών του φίλων. Σταυρώνει τα χέρια και περιμένει. Όχι. Δεν περιμένει. Δεν περιμένει κανέναν και τίποτα. Από καιρό έπαψε να περιμένει. Αυτός δεν είναι ζητιάνος. Δεν απλώνει το χέρι. Δεν βγάζει φωνή. Δεν εκλιπαρεί τους κυρίους με τις τσάντες που περνούν βιαστικοί. Αυτός είναι άρχοντας. Κύριος του Χρόνου. Βασιλιάς των πουλιών.
Τον πλησιάζω αργά και διστακτικά. Ντρέπομαι που έχω ένα κεφάλι που μπορεί και κοιτάζει ψηλά και το χαμηλώνω πολύ μπροστά του. Σχεδόν γονατίζω. Και τότε το κεφάλι αυτό που συνήθισε να βλέπει μόνο τα πουλιά στο πλακόστρωτο, κάνει μια στροφή μεγάλη για να δει ποιος στάθηκε κοντά του. Το πουλί της γης που τάχθηκε να ταϊζει του ουρανού τα πουλιά έχει κάτασπρα γένια και δυο μάτια καταγάλανα. Δεν έχω λόγια να του πω και γαλλικά δεν ξέρω. Μονάχα του χαμογελώ. Η φωνή του ευγενική, βραχνή, σπασμενη προφέρει στα γαλλικά, merci, madam...
Τότε καταλαβαίνω γιατί αυτό το πρόσωπο δεν μπορεί να σηκωθεί για να αντικρύσει τον ουρανό όπως εμείς που είμαστε πολύ μακριά του και γι’ αυτό τον αποζητούμε όταν τον θυμόμαστε σηκώνοντας τα μάτια ψηλά. Στον γέροντα αυτόν χώρεσε όλος ο ουρανός. Ο Θεός χώρεσε. Πρώτη φορά στη ζωή μου αισθάνομαι πως αντίκρυσα τον ίδιο τον Χριστό.
 Παρίσι 
Πέμπτη 30 Ιανουαρίου 2020
Τριών Ιεραρχών 










Sunday, February 2, 2020

Εἰς τὴν Ὑπαπαντὴν τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ εἰς τὴν Θεοτόκον καὶ εἰς τὸν Συμεὼν ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ

Αποτέλεσμα εικόνας για υπαπαντη πατερικοι λογοι"


Δὲν φορεῖ μόνο σάρκα ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, ἀλλὰ καὶ περιτέμνεται σύμφωνα μὲ τὸν Μωσαϊκὸ νόμο, γιὰ νὰ μὴν ἔχη πρόφασι ἡ ἀπιστία τῶν Ἰουδαίων. Γιατί ἔρχεται πρὸς τὸν νόμο γιὰ χάρι τοῦ ἴδιου τοῦ νόμου, γιὰ νὰ ἐλευθερώση τοὺς μαθητὲς του μέσω τῆς πίστεως ποὺ βασιζόταν στὸν νόμο. Καὶ παίρνει σάρκα καὶ περιτέμνεται κι αὐτὸς μαζὶ μὲ τοὺς Ἰουδαίους. Πῆρε τὸ ἴδιο μὲ αὐτοὺς σῶμα, πῆρε καὶ τὴν ἴδια περιτομή. 
Ἔκανε ἀναντίρρητη τὴν συγγένειά Του μὲ αὐτούς, ὥστε νὰ μὴ τὸν ἀρνηθοῦν, Αὐτόν, ὁ ὁποῖος ἦταν ὁ Χριστὸς ποὺ ἔρχεται ἀπὸ τὴν γενιὰ τοῦ Δαυίδ, καὶ ποὺ αὐτοὶ προσδοκοῦσαν. Ἔδειξε τὸ γνώρισμα τῆς συγγενείας Του μὲ αὐτούς. Γιατί, ἂν ἀκόμη καὶ μετὰ τὴν περιτομὴ Του ἔλεγαν «δὲν ξέρουμε ἀπὸ ποῦ εἶναι»[1], ἐὰν δὲν εἶχε περιτμηθῆ κατὰ σάρκα, ἡ ἄρνησίς τους θὰ εἶχε κάποια εὔλογη πρόφασι.
«Ὅταν συμπληρώθηκαν οἱ ὀκτὼ ἡμέρες»: Γιατί ὁ νόμος ὁρίζει τὴν ὀγδόη ἡμέρα νὰ γίνεται ἡ περιτομή, καὶ ὅταν φθάση ἡ ὀγδόη, ἔρχεται μέσα ὁ γιατρὸς καὶ πιάνει τὸ μαχαιράκι καὶ κάνει τὰ τῆς τέχνης του. Δὲν ἰσχύει δὲ τότε ἡ ἀργία τοῦ Σαββάτου λόγω τῆς περιτομῆς.
Ἂς ρωτήσουμε λοιπὸν τοὺς Ἰουδαίους: Ἀνάπαυσις τὸ Σάββατο· τέλεια ἀργία αὐτὴ τὴν ἡμέρα… Γιὰ ποιὰ λοιπὸν αἰτία ἡ ὀγδόη ἐκτοπίζει τὴν ἑβδόμη; Γιατί ἡ ὀγδόη γίνεται ἀνώτερη ἀπὸ τὴν ἑβδόμη; Ὅμως οἱ Ἰουδαῖοι δὲν γνωρίζουν τὰ τῶν Ἰουδαίων. Ἐνῶ ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καὶ τὸν Χριστὸ γνωρίζει καὶ τὶς Ἰουδαϊκὲς διδασκαλίες. Περιτέμνεται λοιπὸν τὸ παιδὶ τὴν ὀγδόη ἡμέρα, ἐπειδὴ κατὰ τὴν ὀγδόη ἡ Ἀνάστασις, δηλαδὴ ἡ Κυριακή, ἔμελλε νὰ ἀποβῆ ἡ περιτομὴ[2] ὅλου του κόσμου.
Γιατί ἄλλωστε δὲν διέταξε ὁ Μωυσῆς νὰ γίνεται ἡ περιτομὴ τὴν ἕκτη ἡμέρα; Γιατί ὄχι τὴν ἐννάτη ἢ τὴν δεκάτη; Εἶναι λοιπὸν προφανὴς ἡ σημασία τῆς ὀγδόης ἡμέρας, κατὰ τὴν ὁποία γίνεται ἡ Ἀνάστασις τοῦ Κυρίου. Ὅποιος λοιπὸν δὲν πιστεύει στὴν Ἀνάστασι εἶναι ἀπερίτμητος στὴν καρδιά, ἀφοῦ μὲ τὴν ἀπιστία τοῦ ἀποξενώνεται ἀπὸ τὸν Θεό. Ἐνῶ ἡ περιτομὴ τῆς πίστεως εἶναι ἀληθινὴ γνῶσις καὶ αἴσθησις.
Γι’ αὐτό, ἀγαπητέ μου, ἡ περιτομὴ δίδεται θεωρητικὰ στοὺς πιστοὺς ὑπὸ τὴν ἔννοια τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος. Τὸ δὲ ἅγιο Βάπτισμα εἶναι τύπος τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. Νὰ περάσης λοιπὸν ἀπὸ τὴν σάρκα στὸ πνεῦμα καὶ ἀπὸ τὰ σωματικὰ στὸ μεγαλεῖο του πνεύματος καὶ θὰ βρῆς ἐκεῖ μὲν περιτομὴ σαρκική, ἐδῶ δὲ περιτομὴ πνευματικὴ καὶ κάθαρσι ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες. 
Ὀγδόη ἡμέρα εἶναι ἡ περιτομή· ἡ δὲ ὀγδόη ἡμέρα εἶναι καὶ ἡ ἀνάστασις· τῆς δὲ ἀναστάσεως τύπος εἶναι τὸ Βάπτισμα. Δέστε πῶς ἀπὸ τὰ μικρὰ προοδεύουμε στὰ μεγαλύτερα, ἀπὸ τὰ σωματικὰ στὰ πνευματικώτερα. Νὰ ἔλθουν λοιπὸν οἱ Ἰουδαῖοι κι αὐτοὶ καὶ νὰ προοδεύσουν. Γιατί πρέπει νὰ προοδεύσουν ἀπὸ τὰ σαρκικὰ καὶ νὰ μὴν ἀρκεστοῦν σ’ αὐτά.
Λοιπὸν ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ὁ ὁποῖος δὲν ἦλθε νὰ καταλύση τὸν νόμο, ἀλλὰ νὰ τὸν ἐκπληρώση, περιετμήθη κι αὐτὸς μαζὶ μὲ τοὺς Ἰουδαίους. Λέγει λοιπὸν ὁ Εὐαγγελιστής: «Συμπληρώθηκαν ὀκτὼ ἡμέρες γιὰ τὴν περιτομή του καὶ τοῦ δόθηκε τὸ ὄνομα Ἰησοῦς, ὅπως ὠνομάστηκε ἀπὸ τὸν ἄγγελο προτοῦ νὰ συλληφθῆ στὴν κοιλιὰ τῆς μητέρας του». 
Ἐμεῖς δηλαδὴ παίρνουμε τὸ ὄνομα μετὰ τὴν γέννησί μας, ἐνῶ ὁ Ἰησοῦς παίρνει τὸ ὄνομά του προτοῦ νὰ γεννηθῆ. Γιατί ὑπῆρχε καὶ προτοῦ νὰ συλληφθῆ. Ὠνομάστηκε δὲ Ἰησοῦς, ἐπειδὴ τὸ ἔργο του ἦταν ἔργο Σωτῆρος.
«Καὶ ὅταν συμπληρώθηκαν, λέει, οἱ ἡμέρες τοῦ καθαρισμοῦ τους σύμφωνα μὲ τὸν νόμο τοῦ Μωυσέως». Τίνος καθαρισμοῦ; Τῆς Μαρίας καὶ τοῦ Ἰωσήφ. Διέταζε δηλαδὴ ὁ νόμος, ἡ γυναίκα ποὺ μόλις εἶχε γεννήσει νὰ καθαρίζεται καὶ νὰ φυλάγη τὶς ἡμέρες καὶ νὰ μὴν βγαίνη ἔξω.
«Ὅταν λοιπὸν συμπληρώθηκαν οἱ ἡμέρες τοῦ καθαρισμοῦ σύμφωνα μὲ τὸν νόμο τοῦ Μωυσέως» −καίτοι δὲν ὑφίστατο τέτοια ἀνάγκη γιὰ τὴν Παρθένο, ἀλλ’ ὅμως ἐκπληρωνόταν ἔτσι ὁ νόμος− «τὸν ἀνέβασαν στὰ Ἱεροσόλυμα, γιὰ νὰ τὸν προσφέρουν στὸν Κύριο, ὅπως ἔχει γραφῆ στὸν νόμο τοῦ Κυρίου». Ὅπου ὁ λόγος εἶναι γιὰ σωματικὸ καθαρισμό, λέει «σύμφωνα μὲ τὸν νόμο τοῦ Μωυσέως»· ὅπου γιὰ προσφορὰ τοῦ Ἁγίου, «ὅπως ἔχει γραφτῆ, λέει, στὸν νόμο τοῦ Κυρίου». 
Ὄχι ὅτι ὁ νόμος τοῦ Μωυσέως δὲν ἦταν νόμος τοῦ Κυρίου· διότι, ὅσα λέει ἕνας προφήτης κινούμενος ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, δὲν τὰ λέει μόνος, ἀλλὰ ὁ Κύριος του τὰ ὑπαγορεύει. Ἐπειδὴ ὅμως καὶ ὁ καθαρισμὸς εἶχε χαρακτήρα σωματικό, γι’ αὐτὸ λέει «νόμο τοῦ Μωυσέως». Ὅταν ὅμως προσφερόταν τὸ πρωτότοκο, λέει «κατὰ τὸν νόμο τοῦ Κυρίου» τιμώντας ἔτσι τὸ νεογέννητο.
«Ὅπως εἶναι γραμμένο στὸν νόμο τοῦ Κυρίου: κάθε ἀρσενικὸ ποὺ διανοίγει μήτρα νὰ ὀνομασθῆ ἅγιο καὶ ἀφιερωμένο στὸν Κύριο». Αὐτὴ λοιπὸν ἡ φράσις καὶ ἡ διάταξις ὁλόκληρη καὶ ἡ ἀφορμὴ τῆς διατάξεως βάλθηκε γι’ αὐτὸν ποὺ ἐπρόκειτο νὰ διανοίξη μήτρα. Γιατί ὅλα τὰ πρωτότοκα τῶν ζώων καὶ τῶν ἀνθρώπων οὐδέποτε διήνοιξαν μήτρα, ἀλλὰ ἦταν ἁπλῶς καὶ μόνο πρωτότοκα. Ἐκεῖνος ὅμως ποὺ γεννήθηκε ἀπὸ μητέρα παρθένο, αὐτὸς μόνο διήνοιξε μήτρα.
Κάνε μου λοιπὸν τὴν χάρι καὶ πρόσεξε ὅτι ἡ διατύπωσις ὅλου αὐτοῦ τοῦ νόμου ἔγινε γιὰ Ἐκεῖνον μόνο ποὺ ἐπρόκειτο νὰ γεννηθῆ ἀπὸ μητέρα παρθένο. Πῶς ὅμως νὰ τὴν κατανοοῦσαν οἱ Ἰουδαῖοι; Γιατί σὰν σαρκικοὶ ποὺ εἶναι ἀπέχουν πολὺ ἀπὸ τοῦ νὰ καταλάβουν τὰ νοήματα τῆς πνευματικῆς διδασκαλίας.
Ἔπειτα ἀνεβαίνουν «γιὰ νὰ προσφέρουν θυσία, σύμφωνα μὲ αὐτὸ ποὺ λέει ὁ νόμος τοῦ Κυρίου, ἕνα ζευγάρι ἀπὸ τρυγόνια ἢ δύο νεοσσοὺς ἀπὸ περιστέρια»[3]. Ἔγιναν δὲ καὶ αὐτὰ τυπικά, κατὰ τὸν νόμο, ὥστε νὰ μὴν ὑπάρχη καμμιὰ ἔλλειψις στὴν πιστὴ ἐκτέλεσι τοῦ νόμου. Αὐτὰ εἶναι συγκεκαλυμμένα νοήματα τοῦ Μωσαϊκοῦ νόμου. Ἂς ἔλθουμε ὅμως στὴν ἐξήγησι τοῦ Εὐαγγελίου.
«Καὶ νά, ὑπῆρχε ἕνας ἄνθρωπος στὴν Ἱερουσαλὴμ ποὺ ὠνομαζόταν Συμεών. Καὶ ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἦταν δίκαιος καὶ εὐλαβὴς καὶ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ ἦταν ἐπάνω του. Αὐτὸς εἶχε λάβει ἀποκάλυψι ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ὅτι δὲν θὰ τελείωνε τὴν ζωὴ τοῦ προτοῦ δὴ τὸν Χριστὸ τὸν Κυρίου». Γέροντας ἦταν ὁ Συμεὼν καὶ περίμενε τὴν ἐκπλήρωσι τῆς ὑποσχέσεως. Ἔμενε στὸν ναὸ μέσα καὶ μονολογοῦσε: Ὅπου καὶ νὰ γεννηθῆ, ὁπωσδήποτε ἐδῶ θὰ παρουσιασθῆ.
«Αὐτὸς ἦλθε κατ’ ἔμπνευσιν τοῦ Πνεύματος στὸν ναὸ» ἐκείνη τὴν ὥρα ποὺ οἱ γονεῖς ἔφερναν ἐκεῖ τὸ παιδί. Διότι βέβαια πολλὲς φορὲς ἐρχόταν, ἀλλὰ μὲ δική του πρόθεσι. Τότε ὅμως ὁδηγημένος ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα στὴν κατάλληλη στιγμή, ἔρχεται, γιὰ νὰ λάβη τὴν ἐκπλήρωσι τῆς ὑποσχέσεως.
«Αὐτὸς δέχτηκε στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ τὸν Ἰησοῦ καὶ εὐλόγησε τὸν Θεὸ καὶ εἶπε: Σήμερα ἀφήνεις ἐλεύθερο τὸν δοῦλο σου, Δέσποτα, νὰ πεθάνη κατὰ τὸν λόγο σου μὲ εἰρήνη». Ἀπὸ ποῦ τὸν ἀφήνεις ἐλεύθερο; Ἀπὸ τὸν στίβο τῆς ζωῆς. 
Γιατί εἶναι γεμάτα λύπη τὰ βιοτικὰ πράγματα. Ἡ ζωὴ εἶναι φυλακή. Ἐκεῖνος λοιπὸν ἤθελε νὰ ἐλευθερωθῆ. Ἐὰν ὅμως κάποιος τὴν ἀναχώρησι ἀπὸ τὴν ἐδῶ ζωὴ τὴν θεωρῆ ζημία αὐτὸς δὲν εἶναι ἀκόμη τέλειος στὴν πίστι.
Ἐκεῖνος ὅμως ἔλεγε: «Σήμερα ἀφήνεις ἐλεύθερο τὸν δοῦλο σου, Δέσποτα, νὰ πεθάνη κατὰ τὸν λόγο σου μὲ εἰρήνη». Διότι αὐτὸς ποὺ πρόκειται νὰ κάμη εἰρήνη μὲ τὸν κόσμο ἔφθασε· ὁ εἰρηνοποιὸς ἔχει ἔλθει· ἐκεῖνος ποὺ συνδέει τὸν οὐρανὸ μὲ τὴν γῆ καὶ μετατρέπει τὴν γῆ σὲ οὐρανὸ μὲ τὴν εὐαγγελικὴ διδασκαλία ἔχει καταφθάσει.
Ὁ Συμεὼν φωνάζει: «Σήμερα ἀφήνεις ἐλεύθερο τὸν δοῦλο σου, Δέσποτα, νὰ πεθάνη κατὰ τὸν λόγο σου μὲ εἰρήνη, γιατί εἶδαν τὰ μάτια μου τὴν σωτηρία σου», λέει. Τί εἶναι αὐτὸ ποῦ λέει; Προηγουμένως δηλαδὴ πίστευα μὲ τὴν διάνοιά μου καὶ γνώριζα μὲ τὸν λογισμό μου. Τώρα ὅμως εἶδαν καὶ τὰ μάτια μου. 
Καὶ ἐκεῖνο ποὺ προσδοκοῦσα μὲ τὴν καρδιά μου, νὰ ποὺ τὸ εἶδαν τὰ μάτια μου ἐκπληρωμένο. Καὶ ποιὸ εἶναι αὐτό; «Εἶδα, λέει, τὴν σωτηρία σου». Ποιὰ σωτηρία; «Αὐτὴν ποὺ ἑτοίμασες ἐνώπιον ὅλων τῶν λαῶν». Ὄχι τοῦ λαοῦ τοῦ ἑνὸς οὔτε τοῦ λαοῦ τοῦ Ἰσραὴλ μόνο, ἀλλὰ «ἐνώπιον ὅλων τῶν λαῶν». Γιατί αὐτὸς ποὺ γεννήθηκε εἶναι διδάσκαλος ὅλων τῶν ἀνθρώπων.
«Φῶς ποὺ θὰ εἶναι ἀποκάλυψις γιὰ τοὺς ἐθνικοὺς καὶ δόξα γιὰ τὸν λαό σου τὸν Ἰσραήλ». Γιατί φῶς; Ἐπειδὴ ἀκριβῶς οἱ ἐθνικοὶ βρίσκονταν στὸ σκοτάδι. Ἐπειδὴ τὰ σκοτισμένα εἰδωλολατρικὰ ἔθνη φωτίζονταν.
«Φῶς ποὺ θὰ εἶναι ἀποκάλυψις γιὰ τοὺς ἐθνικοὺς καὶ δόξα γιὰ τὸν λαό σου τὸν Ἰσραήλ». Ἐδῶ ἡ δόξα καὶ ἐκεῖ ἡ ἀποκάλυψις. Ἐκεῖ ἡ ἀρχὴ τῆς διδασκαλίας, ἐδῶ ἡ πρόοδος τῆς μαθήσεως.
«Δόξα γιὰ τὸν λαό σου τὸν Ἰσραήλ». Ἀλλὰ ἐδῶ σίγουρα θὰ ρωτήση κάποιος: Καὶ ποῦ εἶναι οἱ Ἰσραηλίτες; Ἔχεις τὸν Πέτρο, ἔχεις τὸν Παῦλο, ἔχεις τὸν Ἰωάννη, ἔχεις τὶς τρεῖς χιλιάδες, ἔχεις τὶς πέντε χιλιάδες, ἔχεις τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἱερουσαλήμ, ἔχεις αὐτοὺς ποὺ πίστεψαν ἀπὸ τὶς τάξεις τῶν Ἰουδαίων. Γιατί μέσα στοὺς πιστοὺς βρισκόταν τὸ ἔθνος. «Ἐὰν ὁ Κύριος τῶν Δυνάμεων δὲν ἄφηνε γιὰ σπόρο μία μικρὴ μερίδα πιστοῦ λαοῦ ἀνάμεσά μας, θὰ εἴχαμε γίνει σὰν τὰ Σόδομα καὶ θὰ εἴχαμε ὅμοια τύχη μὲ τὰ Γόμορρα»[4]. Διότι λέει ἐπίσης ὁ Θεός: «Κράτησα γιὰ τὸν ἑαυτό μου ἑπτὰ χιλιάδες ἄνδρες, οἱ ὁποῖοι δὲν γονάτισαν νὰ προσκυνήσουν τὸν Βάαλ»[5].
Ἔτσι μέσα στὸν λαὸ φυλαγόταν τὸ σπέρμα τῆς πίστεως καὶ δὲν χάθηκε ὁ λαὸς −μὴ γένοιτο− οὔτε ἐξαχρειώθηκαν ὅλοι οἱ Ἰουδαῖοι. Ἀφοῦ καὶ τώρα, σ’ αὐτὴ τὴν μακάρια κατάστασι καὶ κλῆσι τῶν Χριστιανῶν πολλοὶ εἶναι οἱ καλεσμένοι, λίγοι ὅμως οἱ ἐκλεκτοί. Ὁ Χριστὸς δηλαδὴ κάλεσε ὅλη τὴν οἰκουμένη καὶ ἑτοίμασε τὸ ἅγιο τραπέζι τοῦ Εὐαγγελίου. Ἀλλὰ ὅταν ἔλθη στὴ Δευτέρα Παρουσία, μπαίνει μέσα καὶ κάνει ξεδιάλεγμα καὶ ἐξετάζει μὲ προσοχὴ τοὺς συνδαιτυμόνες
Κι ἂν βρῆ κανένα νὰ μὴ ἔχη ἔνδυμα κατάλληλο γιὰ γάμο τοῦ λέει: «Φίλε, πῶς μπῆκες ἐδῶ μέσα χωρὶς γαμήλιο ἔνδυμα;»[6] Καὶ θὰ τὸν βγάλη ἔξω καθὼς ἀκούσαμε στὰ Εὐαγγέλια. Ὥστε, ὅπως καὶ ἐκεῖ ἔγινε ἐκλογή, ἔτσι καὶ ἐδῶ θὰ γίνη ἐκλογή. Μήπως δηλαδή, ἐπειδὴ ἔχουμε κληθῆ, πρέπει στὸ ἑξῆς νὰ ἀλαζονευώμαστε, σὰν νὰ ἔχουμε, ἀλήθεια, ἐξασφαλίσει τὴν τελειότητα; Λοιπόν, ἡ πτῶσις ἐκείνων ἂς γίνη δική μας ἀσφάλεια. Ἔτσι, ἀγαπητέ, οὔτε ὁ λαὸς χάθηκε ὁλόκληρος, οὔτε ὅλος ἐξαχρειώθηκε, οὔτε ὅλος ἀπίστησε, οὔτε ὅλος κατεδίωξε τοὺς Ἀποστόλους, ἀλλὰ μὲ τὸ κήρυγμα τῶν Ἀποστόλων πίστευσαν ἀμέσως τρεῖς χιλιάδες, χωρὶς τὶς γυναῖκες καὶ τὰ παιδιά.
Καὶ ἔγινε στὴν Ἱερουσαλὴμ Ἐκκλησία ἀναρίθμητη, ἐνῶ ἀκόμη δὲν εἶχε καταστραφῆ ὁ Ναός, ἐνῶ ἀκόμη δὲν εἶχαν ἐκδιωχθῆ oι Ἰουδαῖοι, ἐνῶ ἀκόμη δὲν εἶχε γκρεμισθῆ ἡ Ἱερουσαλήμ. Οἰκοδομήθηκε Ἐκκλησία καὶ τὰ λόγια του Ἰωάννη ἔγιναν ξεκάθαρη ἀλήθεια: «Ἐκεῖνος πρέπει νὰ μεγαλώνη, ἐγὼ δὲ νὰ μικραίνω»[7].
Ὁ Συμεὼν λοιπὸν ποὺ εἶναι προφήτης λέγει: «Δόξα γιὰ τὸν λαό σου τὸν Ἰσραήλ». Γιατί ἦταν δόξα γι’ αὐτοὺς ποὺ προσδοκοῦσαν ἡ συνάντησις ἐκείνου τὸν ὁποῖο προσδοκοῦσαν.
Καὶ ἀναλογίζονταν ὁ Ἰωσὴφ καὶ ἡ Μαρία αὐτὰ ποὺ ἄκουγαν: Ὁ ἄγγελος ἔφερε τὴν εὐχάριστη εἴδησι, οἱ μάγοι τὸν ἐγνώρισαν, οἱ ποιμένες τὸν ἔμαθαν, οἱ στρατιὲς τῶν ἀγγέλων χόρευαν, τὸ ἀστέρι ἀπὸ πάνω τὸν ἀνήγγειλε, ὁ Συμεὼν προφητεύει, ἡ Ἄννα ἡ κόρη τοῦ Φανουὴλ προφητεύει, ἡ γῆ ἀγαλλόταν, ὁ οὐρανὸς μίλησε μὲ τὸ ἀστέρι, οἱ μάγοι ἀρνήθηκαν τὸν τύραννο, οἱ ποιμένες προσκύνησαν τὸν ἀρχιποιμένα, ὅλα τὸν ἐγνώρισαν, ἡ μητέρα ἤξερε, ὁ Ἰωσὴφ πληροφορήθηκε, ἔτρεμαν γιὰ ὅσα ἔγιναν, ὅμως κατάλαβαν τὴν ἔκβασι τῶν γεγονότων.
«Καὶ ὁ Συμεὼν τοὺς εὐλόγησε καὶ εἶπε στὴν Μαριὰμ τὴν μητέρα του: Αὐτὸς πρόκειται νὰ γίνη πτῶσις καὶ ἔγερσις γιὰ πολλοὺς μέσα στὸν Ἰσραὴλ καὶ σημεῖο ἀντιλεγόμενο». Πτῶσις γιὰ ποιούς; Σαφῶς γι’ αὐτοὺς ποὺ ἀπιστοῦν, αὐτοὺς ποὺ ἀντιλέγουν, αὐτοὺς ποὺ τὸν σταυρώνουν. Καὶ ἔγερσις γιὰ ποιούς; Αὐτοὺς ποὺ τὸν ἀναγνωρίζουν καὶ τὸν ὁμολογοῦν μὲ εὐγνωμοσύνη.
«Καὶ σημεῖο ἀντιλεγόμενο». Ποιὸ σημεῖο ἀντιλεγόμενο; Τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ, ποὺ ἡ Ἐκκλησία τὸ θεωρεῖ σωτηρία τοῦ κόσμου, ποὺ οἱ Ἰουδαῖοι τὸ ἐχθρεύονται καὶ ποὺ πολλὲς φορὲς καὶ ὁ οὐρανὸς τὸ διεκήρυξε. Ἀμφισβητεῖται τὸ σημεῖο, γιὰ νὰ νικήση ἡ ἀλήθεια. Γιατί χωρὶς ἀντίλογο δὲν μπορεῖ νὰ γίνη ὁλοκληρωμένη νίκη. Ἔπρεπε λοιπὸν νὰ ἐμφανισθῆ ἡ ἀντιλογία, γιὰ νὰ ἐκδώση τὴν ἀπόφασί του ὁ δικαστής, ἀφοῦ μακροθυμήση μέχρι τὸ τέλος τῶν αἰώνων. Γι’ αὐτὸ λέει «καὶ σημεῖο ἀντιλεγόμενο». Ἀντιλέγουν δὲ ἐκεῖνοι ποὺ ἀπιστοῦν.
Καὶ σύ, λέει, θεωρεῖσαι μητέρα. Ἄραγε λοιπὸν ἐσὺ θὰ μείνης ἐκτὸς πειρασμοῦ, ἐπειδὴ συμφώνησες νὰ γίνης μητέρα, ἐπειδὴ τὸν ἐγέννησες, ἐπειδὴ ἔκρινες καλὸ νὰ τοῦ δανείσης τὴν μήτρα σου; (Διότι ἡ κοιλιά σου ἔγινε δοχεῖο τῆς ἐνεργείας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος). 
Ἄραγε λοιπὸν θὰ μείνης ἐκτὸς πειρασμοῦ, ἐπειδὴ ἔγινες Θεοτόκος, ἐπειδὴ συνέλαβες χωρὶς πείρα γάμου, ἐπειδὴ καταστάθηκες Μητέρα τοῦ Δημιουργοῦ σου; Ἄραγε ἐσὺ θὰ μείνης ἐκτὸς πειρασμοῦ; Οὔτε κι ἐσὺ θὰ μείνης ἐκτὸς πειρασμοῦ, ἀλλὰ «κι ἐσένα τὴν ἴδια μία ρομφαία θὰ σοῦ διαπεράση τὴν ψυχή». Γιατί, Κύριέ μου; Σὲ τί ἁμάρτησα; Σὲ τίποτε δὲν ἁμάρτησες βέβαια. 
Ὅταν ὅμως Τὸν δῆς κρεμασμένο στὸν Σταυρό, ὅταν Τὸν δῆς νὰ ὑποφέρη γιὰ ὅλο τὸν κόσμο, ὅταν δῆς στὸν Σταυρὸ τὰ χέρια Του τρυπημένα καὶ καρφωμένα στὸ ξύλο, τότε θὰ ἀρχίσης νὰ ἀμφιβάλλης καὶ νὰ λές: Αὐτὸς εἶναι ἐκεῖνος γιὰ τὸν ὁποῖο μοῦ μίλησε ὁ ἄγγελος; Αὐτὸς εἶναι ἐκεῖνος στὸν ὁποῖο ἔγινε τὸ θαῦμα τῆς συλλήψεως; Παρθένος ἤμουν καὶ γέννησα καὶ ἔμεινα πάλι παρθένος. Γιατί λοιπὸν αὐτὸς σταυρώνεται;
«Κι ἐσένα τὴν ἴδια μία ρομφαία θὰ σοῦ διαπεράση τὴν ψυχή».Ὥστε, σύμφωνα μὲ τὴν προφητεία τοῦ δικαίου Συμεών, κανένας δὲν ἔμεινε ἐκτὸς πειρασμοῦ. Ὁ Πέτρος, ὁ κορυφαῖος ἀπὸ τοὺς μαθητές, τὸν ἀρνήθηκε τρεῖς φορές. Οἱ ἄλλοι μαθητὲς τὸν ἐγκατέλειψαν καὶ ἔφυγαν.
Οὔτε εἶχε ἄλλωστε ὁ τσομπάνος ἀνάγκη ἀπὸ τὰ πρόβατα γιὰ νὰ τὸν προστατεύσουν, ἐνόσω αὐτὸς ἔδιωχνε τοὺς λύκους, οὔτε ὁ ἀγωνιστὴς εἶχε ἀνάγκη ἀπὸ βοηθούς, ἀλλὰ ὅλοι τους ἔφυγαν. Καὶ ὁ Χριστὸς ἔμεινε μόνος κρεμασμένος στὸν Σταυρὸ σὰν κριάρι ἕτοιμο γιὰ θυσία. Λοιπὸν καὶ αὐτῆς τὴν ψυχὴ τὴν διεπέρασε ἡ ρομφαία: ὁ πειρασμὸς δηλαδὴ καὶ ἡ ἀμφιβολία.
«Κι ἐσένα τὴν ἴδια μία ρομφαία θὰ σοῦ διαπεράση τὴν ψυχή, ὥστε νὰ ἀποκαλυφθοῦν ἀπὸ πολλὲς καρδιὲς οἱ λογισμοί».Πάσχει λοιπὸν ὁ Ἰησοῦς, γιὰ νὰ ἐλέγξη τὴν ἀπιστία καὶ γιὰ νὰ γεμίση ἀπὸ εὐγνωμοσύνη τὶς καρδιὲς αὐτῶν ποὺ Τὸν πιστεύουν. Ἀντιλέγεται τὸ σημεῖο, γιὰ νὰ ἐλεγχθοῦν αὐτοὶ ποὺ ἀντιλέγουν ἀπὸ κακία. Γιατί, ἂν ἡ ἀλήθεια ἦταν ἀπὸ κάθε ἄποψι ἀναντίρρητη γιὰ τοὺς ἀνθρώπους, τότε ἡ εὐσέβεια θὰ ἔμενε ἀδοκίμαστη. Ὅμως μὲ τὸ νὰ γίνεται παραχώρησις στὴν ἀντιλογία, δοκιμάζεται ἡ ἐλεύθερη ἐκλογὴ τῆς ἀλήθειας. 
Ἀντιλέγεται τὸ σημεῖο. Γιατί πῶς ἀλλιῶς θὰ δοκιμάζονταν οἱ μάρτυρες στοὺς διωγμούς; Πῶς θὰ ἀγωνίζονταν καὶ θὰ ἀναδεικνύονταν νικητὲς μὲ τὴν καρτερία τους; Δὲς πόσο ὠφέλησε ἡ ἀντιλογία, ἀφοῦ ἔφτιαξε ὄχι πιστοὺς ἁπλῶς, ὅπως θά ʼλεγε κανείς, ἀλλὰ καὶ μάρτυρες ποὺ ἔφθασαν μέχρι τὰ βασανιστήρια καὶ τὸν θάνατο καὶ παρουσίασαν μία ἀπόδειξι τῆς χάριτος τοῦ Χριστοῦ μὲ τὴν καρτερία τους.
Ὅταν λοιπὸν ὁ Συμεὼν λέει «οὗτος κεῖται εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν πολλῶν ἐν τῷ Ἰσραὴλ καὶ εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον», ἐννοεῖται ὅτι οὔτε τὴν πτῶσι τὴν προξενεῖ αὐτός, οὔτε τὴν ἀνάστασι τὴν προσφέρει μὲ τὴν βία, ἀλλὰ «κεῖται εἰς πτῶσιν» αὐτῶν ποὺ σκοντάφτουν στὸν λίθο τοῦ προσκόμματος καὶ «εἰς ἀνάστασιν» ἐκείνων ποὺ πιστεύουν μὲ τὴν ἀγαθή τους προαίρεσι. Διότι λέει «κεῖται». Σὰν νὰ ἔλεγε κανείς: Τὸ φῶς ἀνατέλλει γιὰ νὰ βλέπουν οἱ ὑγιεῖς, ἐνῶ αὐτοὶ ποὺ τοὺς πονοῦν τὰ μάτια νὰ ἀπομακρυνθοῦν ἀκόμη περισσότερο ἀπὸ τὴν λάμψι τοῦ φωτός.
Γιατί πῶς ἀλλιῶς θὰ ἦταν δυνατὸν οἱ πρῶτοι νὰ πέσουν καὶ νὰ εἶναι ἀξιοκατάκριτοι, ἐνῶ οἱ δεύτεροι νὰ σηκωθοῦν μὲ χρηστὲς ἐλπίδες πού προέρχονται ἀπὸ τὴν καλή τους προαίρεσι, ἂν δὲν ὑπῆρχε τὸ «ἀντιλεγόμενο σημεῖο»; Γιατί λέει ὁ Συμεὼν «καὶ εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον»; Γιὰ νὰ μὴ προξενήση ἡ ἀντιλογία ἀπορία στοὺς πιστούς. Τὸ νὰ ἀμφισβητεῖται δὲ καὶ ἡ ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ, εἶναι φανερὸ ὅτι αὐτὸ γίνεται, ἐπειδὴ τὸ ἐπιτρέπει ὁ Θεός. Κανένας δηλαδὴ δὲν μπορεῖ νὰ προβάλη καμμιὰ ἀντίρρησι, ἂν δὲν τὸ ἐπιτρέψη αὐτὸ ὁ Θεός. Εἶναι ὄντως ἀναγκαία ἡ παραχώρησι αὐτὴ ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ φανερωθοῦν οἱ ἄξιοι.
Θὰ ἔλθη ὅμως ἐποχὴ ποὺ δὲν θὰ ὑπάρχη πιὰ καμμιὰ ἀντίρρησις. Ὅταν δηλαδὴ τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ θὰ λάμψη σὰν προάγγελος τοῦ Κυρίου ἀπὸ τὸν οὐρανό, «τότε θὰ κλίνη κάθε γόνυ στὰ ἐπουράνια καὶ στὰ ἐπίγεια καὶ στὰ καταχθόνια καὶ κάθε γλώσσα θὰ ὁμολογήση ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι Κύριος πρὸς δόξαν τοῦ Θεοῦ Πατρὸς»[8]. Ὅσο δηλαδὴ τὸ σημεῖο αὐτὸ φαίνεται μόνο του καὶ εἶναι ἁπλὸ σημεῖο καὶ δὲν φαίνεται πουθενὰ ὁ σημαινόμενος, τὸ σημεῖο θὰ ἀντιλέγεται.
Ὅταν ὅμως ὁ ἴδιος ὁ σημαινόμενος ἀποκαλύψη τὸν ἑαυτὸ του κατὰ τὴν Δευτέρα Παρουσία, τότε πιὰ κανεὶς δὲν θὰ τολμᾶ νὰ ἀντιλογήση στὸ σημεῖο, γιατί ὁ σημαινόμενος θὰ ἔχη καταφθάσει μὲ ὁλοφάνερη τὴν θεότητά του ἐναντίον ἐκείνων ποὺ Τὸν ἀρνοῦνται. Τότε ἐκεῖνοι ποὺ προηγουμένως εἶχαν δεχθῆ τὸ σημεῖο θὰ δοξασθοῦν ἀπὸ αὐτὸν ποὺ ἐκεῖνο ὑποδήλωνε, ἐνῶ ἐκεῖνοι ποὺ ἀμφισβήτησαν τὸ σημεῖο θὰ καταδικασθοῦν ἀπὸ τὸν ὑποδηλωθέντα. 
Καὶ αὐτὸ θὰ εἶναι τότε τὸ τέλος τῆς ἀντιλογίας, τὸ τέλος τῆς πλάνης, τὸ τέλος τῆς ἀμφιβολίας, τὸ τέλος τῆς ἀπιστίας, ἡ ἀρχὴ δὲ τῶν βραβείων καὶ τῶν στεφάνων. Αὐτὰ μακάρι ὅλοι μας νὰ τὰ ἐπιτύχουμε μὲ τὴν χάρι τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, στὸν ὁποῖο ἀνήκει ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος στοὺς ἀτελεύτητους αἰῶνες. Ἀμήν.


https://aerapatera.wordpress.com/2020/02/02/εἰς-τὴν-ὑπαπαντὴν-τοῦ-κυρίου-ἡμῶν/