Τη Βασιλική Νευροκοπλή τη γνώρισα από το εντυπωσιακό ντεμπούτο της στη
λογοτεχνία, με το βραβευμένο από το περιοδικό «ΔΙΑΒΑΖΩ» και από τον Κύκλο
Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου «Αν τ’αγαπάς ξανάρχονται», ένα παιδικό βιβλίο πάνω
στο θάνατο, δοσμένο κατά τέτοιον τρόπο που το καθιστά σημείο αναφοράς για
παρόμοια βιβλία τέτοιας θεματολογίας, ένα κείμενο που κατά τη γνώμη μου έγινε
κλασσικό εν τη γενέσει του, λόγω τόσο της δυσκολίας του θέματος, όσο και της
γλυκύτητας αλλά και γνώσης της παιδικής ψυχολογίας με την οποία η συγγραφέας το
χειρίστηκε.
Πριν από μέρες έφτασαν στα χέρια μου τα δύο πιο πρόσφατα βιβλία της
Νευροκοπλή, «Ο Καλλίστρατος και το χωράφι της καρδιάς» και «Ο Καλλίστρατος και
οι περιπέτειες των χαρισμάτων», δύο πλήρως εικονογραφημένες εκδόσεις σκληρού εξωφύλλου,
που φαντάζομαι πως θα αποτελέσουν και τα δύο πρώτα βιβλία μιας σειράς με ήρωα
τον Καλλίστρατο, έναν μυθοπλάστη που αφηγείται τις ιστορίες του σε παιδιά και
μεγάλους.
Ας σημειώσω εδώ, κι
αυτό έχει τη σημασία του, πως δεν είμαι φαν των παραμυθιών και των μύθων, ούτε
και των αναγνωσμάτων με έντονο το θρησκευτικό στοιχείο. Είναι αρκετά τα βιβλία
αυτών των ειδών που έχω διαβάσει τα τελευταία χρόνια και πραγματικά έχω
απογοητευθεί, λόγω της εγγενούς προχειρότητας με την οποία είναι γραμμένα, της
ελλιπούς μυθοπλασίας, της επαναληψιμότητάς τους, της αφόρητης κοινοτοπίας, του
άγαρμπου διδακτισμού.
Έτσι μου κίνησαν την περιέργεια να δω πώς τα χειρίζεται μια συγγραφέας
εγνωσμένης αξίας, για την οποίαν η λογοτεχνικότητα και το δούλεμα των λέξεων
και προτάσεων στο έργο της είναι εκ των ων ουκ άνευ. Και μπορώ να πω ότι οι
προκαταλήψεις μου υποχώρησαν, ότι σε αυτό το είδος μπορούν να γραφτούν πολύ
καλά βιβλία.
Καταρχήν δεν είμαι σίγουρος για το πώς θα μπορούσα να χαρακτηρίσω τη
σειρά του Καλλίστρατου. Είναι μύθοι; Παραμύθια; Παραβολές; Το σίγουρο είναι πως
στοιχεία από τα προαναφερόμενα είδη βρίσκονται στην κυριολεξία «χωνεμένα» σε
αυτήν τη σειρά. Η διακειμενικότητα, που ξεκινά από τον Αίσωπο, περνά στις
χριστιανικές παραβολές, δανείζεται στοιχεία από ανατολίτικες ιστορίες
(Σαρακηνοί, ανατολίτικα ονόματα) και καταλήγει στα δυτικότροπα παραμύθια
(βασιλιάς, ιππότης, κυνηγός), είναι τόσο έντεχνα κι αβίαστα αφομοιωμένη, που
υπερβαίνει όλα τα προηγούμενα είδη, συνδυάζοντάς τα και προσφέροντας ένα
καινούριο, ραφιναρισμένο αμάλγαμα. Κι εδώ φαίνεται η ικανότητα της συγγραφέως:
δεν είναι μόνο η αρμονική συνύπαρξη φαινομενικά ετερόκλητων στοιχείων, αλλά το
ένα βήμα μπροστά, το να φέρνεις κάτι καινούριο. Και η σειρά του Καλλίστρατου
φέρνει κάτι καινούριο, ανανεώνοντας και προάγοντας το είδος. Ποιο είναι αυτό το
νέο; Η πολιτικοποίηση, η στρατευμένη θρησκευτικότητα, η διάθεση για ανατροπή
μέσω της αυτοβελτίωσης. Το στοιχείο της θρησκείας δεν είναι ένας στείρος,
παθητικός Μεσσιανισμός, αλλά μια προτροπή για ενεργή συμμετοχή, για ανιδιοτελή
προσφορά. Οι ήρωες του Καλλίστρατου υποφέρουν, διώκονται, εκπίπτουν, αλλά
παράλληλα πιστεύουν, ελπίζουν και μάχονται με τον τρόπο τους. Κατακτούν μέσα
από την προσπάθειά τους. Οι δυνάστες δεν είναι κακοί, γιατί έτσι είναι, αλλά
βάζουν φόρους, εξοντώνουν κοινωνικά τους αδύναμους, καταπιέζουν. Ο λαός
οργανώνεται, προσφέρει, διεκδικεί, ξεσηκώνεται.
Ο τρόπος με τον οποίον χειρίζεται η συγγραφέας τα στερεότυπα του
είδους, είτε μιλάμε για παραμύθι, είτε για παραβολή, αμβλύνει και αναιρεί
επιμέρους τον διδακτισμό που αναπόφευκτα είναι στοιχείο αυτών των κειμένων. Το
μήνυμα του Καλλίστρατου «αγωνίσου, μην κάθεσαι απαθής, βελτιώσου», δεν είναι
διδακτισμός, είναι προτροπή, είναι στάση ζωής.
Στις «Περιπέτειες των χαρισμάτων» συναντάμε στην αρχή ένα έμμετρο, εν
είδει τελάλη που καλεί το ακροατήριο να ακούσει τις ιστορίες του
ήρωα-μυθοπλάστη. Η Νευροκοπλή έχει τηρήσει απαρέγκλιτα τους κανόνες του μέτρου
και της αρμονίας του λόγου, πράγμα που όσο αυτονόητο θα έπρεπε να είναι, άλλο
τόσο δεν απαντάται σε σημερινά «έμμετρα». Στα κείμενά της και στα δυο πρώτα
βιβλία της σειράς, δεν περισσεύει ή λείπει ούτε μια λέξη. Σαν να είναι όλες
βαλμένες στη σωστή τους θέση με περίσκεψη, αλλά παράλληλα κι εντελώς αβίαστα. Η
γλώσσα της δε καθώς και η δομή των προτάσεων, στα σημεία που είναι λυρική,
προσφέρει την αίσθηση του αυθεντικού κι όχι του «ψευτολυρισμού». Επιπροσθέτως,
κι αυτό το συναντώ για πρώτη φορά, στην ουσία κάθε βιβλίο αποτελείται από δύο,
καθώς ο Καλλίστρατος κάνει μια εισαγωγική ιστορία (η οποία είναι παραβολή), για
να περάσει μετά στην κύρια (η οποία είναι παραμύθι), συνδυασμός, ο οποίος δένει
άψογα ως σύνολο.
Είναι αξιοσημείωτη και αξιοθαύμαστη η συνέπεια με την οποία η
Νευροκοπλή αντιμετωπίζει κάθε της δημιούργημα, τόσο από λεξιλογική άποψη, όσο
και από νοηματική. Είναι ίδιον των πολύ καλών συγγραφέων τόσο η τόλμη στη
θεματολογία, όσο και η υπέρβαση του είδους, η ανατροπή των στερεοτύπων. Κι εν
προκειμένω έχουμε να κάνουμε με μια εξαιρετική γραφή που κονιορτοποιεί το
τετριμμένο των νοημάτων, όπως αυτά τα έχουμε συναντήσει σε άλλα κείμενα του
είδους. Εντέλει πρόκειται για δυο ανθρωποκεντρικότατα αφηγήματα, από τον
άνθρωπο για τον άνθρωπο. Στις «Περιπέτειες των χαρισμάτων» κυρίαρχο ρόλο
παίζουν τα «δώρα» με τα οποία έχει προικιστεί ο καθένας και τα οποία οφείλει να
τα εκμεταλλευτεί για την ατομική και συλλογική ευημερία, ενώ στο «Χωράφι της
καρδιάς», η πίστη και η ελπίδα που πρέπει να είναι ριζωμένες σε κάθε άνθρωπο,
ειδικά όταν όλα δείχνουν να έχουν χαθεί.
Εντάξει, μπορεί να πείτε, ωραία όλα αυτά, αλλά γιατί να διαβάσουμε τον
Καλλίστρατο στα παιδιά μας; Είναι τελικά ωραία τα βιβλία;
Εδώ θα σας απαντήσω κι εγώ με μια εικόνα, όπως αυτές που άπλετα
προσφέρει η σειρά: Φανταστείτε τον εαυτό σας παιδί, να κάθεται πάνω στο χαλάκι
και να ακούει από γονείς, παππούδες ή τη δασκάλα του νηπιαγωγείου μια ιστορία,
με το στόμα να χάσκει ορθάνοιχτο, με την ανάσα κομμένη για να ακούσετε τη
συνέχεια, με τα ξαδελφάκια σας και τους συμμαθητές σας να μη σας ενοχλούν, αλλά
να τους αισθάνεστε πιο κοντά σας τώρα, αφού μοιράζεστε την ίδια παραμυθική
εμπειρία.
Αν σας αρέσει αυτή η σκηνή, τότε η σειρά είναι ιδανική για να την
προσφέρετε και σε άλλα, μικρά παιδιά.
Γιατί όπως είπαμε και παραπάνω, η προσφορά έχει μεγάλη αξία.