Labels

Monday, October 29, 2018

Η Παναγιά της Νίκης - του Γάννη Τσαρούχη



Τις τελευταίες μέρες του πολέμου της Αλβανίας, στο χωριό Κούτσι, την ώρα που παίρναμε συσσίτιο στα σκοτεινά ακούσαμε το εξής νέο:Η Παναγία παρουσιάστηκε σ' έναν ανθυπασπιστή και αυτός την εξέλαβε για Αλβανίδα, προφανώς κατάσκοπο, και πήγε να την πυροβολήσει με το ρεβόλβερ του. Αυτή σήκωσε την παλάμη της να τον σταματήσει και τού είπε: “Μη χτυπάς. Ένα έχω να σου πω: τη Λαμπρή θα είσαστε στα σπίτια σας”. 
Αμέσως δόθηκε διαταγή να χτιστεί εκκλησία στο μέρος που παρουσιάστηκε η Παναγία, ή μάλλον να επισκευαστεί ένας γκρεμισμένος μύλος. Οι μύλοι όλοι στην Αλβανία είναι τετράγωνα κτίρια για καλαμπόκι. Μου πρότεινε ο διοικητής να κάνω τοιχογραφίες, αλλά ήταν πολύ δύσκολο. Το μέρος αυτό εβάλλετο πολύ από τους Ιταλούς και εφοβόμουν. Δέχτηκα όμως να κάνω τέσσερις εικόνες για το τέμπλο, αν βρουν τέσσερις σανίδες. Μπογιές είχε μαζί του ο λοχαγός μου, ο μακαρίτης Γεωργόπουλος, με την ελπίδα ότι θα μπορέσω να κάνω σκηνές από μάχες. Αυτές οι μπογιές εχρησίμευσαν στην αρχή του πολέμου για να καμουφλαριστούν τα νίκελ του αυτοκινήτου του διοικητού. Κι αργότερα, για να κάνω μερικά πορτραίτα του λοχαγού αυτού, που ήταν φιλότεχνος και βιβλιόφιλος. Ύστερα από πολλές έρευνες βρέθηκε ένα καπάκι από κιβώτιο. Εκεί πάνω ζωγράφισα την “Παναγία της Νίκης”, έχοντας ως πρότυπο μια κακοζωγραφισμένη Παναγία που κυκλοφορούσε σε δελτάρια.Όταν τελείωσε, την εθαύμασαν όλοι οι στρατιώτες, και ένας λοχαγός με παζάρευε να του κάνω μια ίδια για την Κέρκυρα. Ο διοικητής του τάγματος έμενε μακριά από τα σπίτια που μέναμε εμείς, σε μια σκηνή καμουφλαρισμένη με κούμαρα. Ήταν μακριά η σκηνή του και έστειλε έναν μοτοσυκλετιστή, εξαιρετικά ωραίο και πολύ μάγκα, για να με κουβαλήσει εκεί που έμενε. Επήρα την εικόνα μαζί μου και καβάλησα τα καπούλια της μοτοσυκλέτας. 

Καθώς πηγαίναμε στο διοικητή, έφραξαν σχεδόν το δρόμο στρατιώτες από την Άρτα, που είχαν στρατοπεδεύσει εκεί και είχαν πληροφορηθεί για την ύπαρξη της εικόνας. Ήδη, το ταπεινό μου έργο, που δεν είχε στεγνώσει ακόμα, είχε αποκτήσει φήμη θαυματουργής εικόνας. Εκείνη την ώρα βάρεσε συναγερμός. Δηλαδή ένας στρατιώτης με μια σάλπιγγα τυλιγμένη σε ιμάντες από γκέτες από χακί ύφασμα, εσάλπισε. Εγώ και ο μοτοσυκλετιστής πέσαμε μπρούμυτα, σύμφωνα με τις διαταγές που είχαμε. Κανένας Αρτινός δεν έκανε το ίδιο. “Βρε συνάδελφε”, μου είπε ένας, “βαστάς την Παρθένα και φοβάσαι;” “Όχι, φίλε”, του απάντησα, “αλλά είμαι στρατιώτης και υπακούω στις διαταγές των ανωτέρων”. Όταν με είδε ο διοικητής με γένια και κακοτυλιγμένες γκέτες, μου είπε: “Έλληνας στρατιώτης είσαι εσύ ή Βούλγαρος αιχμάλωτος; Για να δούμε την εικόνα. Την έχεις κάνει άγρια την Παναγία, σαν Αρβανίτισσα. Και ο Χριστός είναι κι αυτός αγριωπός”.
Για να τον θαμπώσω τού είπα κάτι από τους Ψαλμούς του Δαβίδ:“Ευλογητός ει Κύριε ο διδάσκων τας χείρας μου εις πόλεμον, τους δακτύλους μου εις παράταξιν”. “Βλέπω είσαι και θεοφοβούμενος”, μου απάντησε. Φώναξε τον κουρέα να με ξουρίσει και ένας στρατιώτης με βοήθησε να τυλίξω καλά τις γκέτες μου. Αισθανόμουνα σαν ηθοποιός του κινηματογράφου που τον ετοιμάζουν για γύρισμα. Και ο διοικητής είπε σε έναν ανθυπολοχαγό να μου βγάλει μια φωτογραφία με την εικόνα μαζί. “Τώρα που είναι αξιοπρεπής Έλληνας στρατιώτης”.

Όταν γύρισα μετά τον πόλεμο στην Αθήνα, μου παραδώσανε αυτή τη φωτογραφία και την έχω ακόμα. Η εικόνα παρίστανε την Παναγία με το Χριστό και στο κάτω μέρος τα θαύματά της. Αριστερά τον ανθυπασπιστή που πάει να πυροβολήσει την Παναγία και δεξιά τους στρατιώτες που πάνε να χτίσουν το μύλο για να τον κάνουνε εκκλησία. Την άλλη μέρα φύγαμε για τα Γιάννενα. Πάνω σ' ένα φορτηγό ήμαστε στριμωγμένοι και μερικοί τραγουδούσαν το “Έχε γεια καημένε κόσμε” και κανένα ταγκό της Βέμπο. Μερικοί απληροφόρητοι νόμιζαν ότι πανηγυρίζουμε και μας ρωτούσαν: “Επεσε το Τεπελένι;” Πριν φύγουμε ένας χωροφύλακας πήγε και παρέλαβε την εικόνα να την πάει στην εκκλησία που είχε ήδη χτιστεί. Ένας στρατιώτης που τον ήξερε μου είπε: “Αυτός δεν θα την πάει στην εκκλησία, θα την πάει στο σπίτι του να τη δώσει της μάνας του. Είναι πολύ θρήσκα κι αυτός ο ίδιος ανήκει σε θρησκευτική οργάνωση”. Δεν έμαθα ποτέ πού βρίσκεται αυτή η εικόνα. Άργε στο Κούτσι με τα δαντικά τοπία; Ή στο σπίτι του χωροφύλακα; Αγνοώ τελείως.

Μαρτυρία Γιάννη Τσαρούχη, ο οποίος πολέμησε στο ελληνοαλβανικό μέτωπο του '40.
Από το βιβλίο Μαρτυρίες '40-'41, Κ. Χατζηπατέρα – Μ. Φαφαλιού.
Το ίδιο και στο κείμενο της Μαρίας Καραβία Ο Τσαρούχης με το χακί του '40 (τόμος -αφιέρωμα στον Γ. Τσαρούχη Ωσεί μύρα). 

Sunday, October 28, 2018

Οι καλλιτέχνες στον πόλεμο του 1940



Με την έναρξη του ελληνοϊταλικού πολέμου, τον Οκτώβριο του 1940, οι πνευματικοί άνθρωποι και οι καλλιτέχνες συνενώθηκαν με τον ελληνικό λαό και επιστρατεύτηκαν κι αυτοί στο μέτωπο ή στα μετόπισθεν. Από τις πρώτες μέρες της εισβολής μερικοί Έλληνες διανοούμενοι, όπως ο Κωστής Παλαμάς, ο Άγγελος Σικελιανός, ο Στρατής Μυριβήλης, ο Γρηγόριος Ξενόπουλος κατέθεσαν μια γραπτή δήλωση διαμαρτυρόμενοι για την "ιταμή αξίωση της φασιστικής βίας". 
Η πολιτιστική ζωή στα μετόπισθεν και για όσο διάστημα ο ελληνικός στρατός βρισκόταν στο μέτωπο συντονίστηκε στο ρυθμό των πολεμικών γεγονότων. 
Για να εμψυχώσουν τους Έλληνες στρατιώτες, αλλά και να παρηγορήσουν τους ανθρώπους που είχαν μείνει πίσω και αγωνιούσαν, οι καλλιτέχνες του θεάτρου, ηθοποιοί, τραγουδιστές και σεναριογράφοι, επικέντρωσαν το ενδιαφέρον τους στα γεγονότα του πολέμου. Επιθεωρήσεις με χαρακτηριστικούς τίτλους όπως "Κορόϊδο Mουσολίνι", "Πολεμικές Καντρίλιες ", "Aθήνα-Pώμη 
και φεύγουμε" αναδείκνυαν μια θεματική που πρόβαλλε τις ελληνικές νίκες, διακωμωδούσε την αποτυχημένη απόπειρα των Ιταλών να καταλάβουν την Ελλάδα και καλούσε όλους τους Έλληνες να δείξουν θάρρος και υπομονή. Αξέχαστα έχουν μείνει τα τραγούδια της Σοφίας Βέμπο που εμψύχωναν τόσο τον κόσμο στα μετόπισθεν όσο και τους στρατιώτες στα πεδία των μαχών. 
Εκτός από τις επιθεωρήσεις και οι γελοιογραφίες ακολουθούσαν τα πολεμικά ανακοινωθέντα και τις ανταποκρίσεις από το μέτωπο. Γνωστοί σκιτσογράφοι όπως ο Φώκος Δημητριάδης, ο Αντώνης Βώττης, ο Γ. Γκεϊβέλης, ο Σοφοκλής Αντωνιάδης, ο Nίκος Καστανάκης, ο Στ. Πολενάκης και πολλοί άλλοι αξιοποιούσαν γόνιμα τη δύναμη του γέλιου για να ενισχύσουν το ηθικό του πληθυσμού.
Στα πεδία των μαχών βρέθηκαν και ζωγράφοι με την επίσημη ιδιότητα του πολεμικού εικονογράφου, όπως ο Ουμβέρτος Αργυρός και ο Γιώργος Προκοπίου ή υπηρετώντας ως μάχιμοι, όπως ο Αλέξανδρος Αλεξανδράκης και ο Γιάννης Τσαρούχης που αποτύπωσαν τις εμπειρίες τους στο έργο τους. Εξάλλου, πολλοί εικαστικοί καλλιτέχνες (Κωσταντίνος Παρθένης, Γιώργος Γουναρόπουλος, Περικλής Βυζάντιος, Δημήτρης Γιολδάσης κλπ.) φιλοτέχνησαν μεμονωμένα έργα εμπνευσμένα από το έπος του 1940-41. 
Ένα από τα πιο εντυπωσιακά μέσα λαϊκής έκφρασης αλλά και ενημέρωσης, υπήρξαν οι λαϊκές εικόνες, λιθογραφίες επώνυμων ή ανώνυμων καλλιτεχνών, που τα θέματά τους ετούτη την περίοδο ήταν αποκλειστικά αφιερωμένα στα γεγονότα του πολέμου. Οι λαϊκές εικόνες παράγονταν με αδιάπτωτο ρυθμό και πριν καλά καλά στεγνώσουν τα λιθογραφικά μελάνια από τα πιεστήρια, οι εκδότες τις έβγαζαν στους αθηναϊκούς δρόμους ενώ κάποιες ποσότητες τις διοχέτευαν και στην επαρχία. 
Με αυτή την τελευταία δραστηριότητα συνδέεται και η δημιουργία αφισών από γνωστούς χαράκτες, μέλη του εργαστηρίου χαρακτικής του Γιάννη Κεφαλληνού στη Σχολή Καλών Τεχνών, οι περισσότεροι από τους οποίους συνέχισαν ένα γόνιμο όσο και μαχητικό έργο κατά την περίοδο της Κατοχής.




Κυριακὴ τῆς Ἁγὶας Σκὲπης τῆς Ὑπεραγὶας Θεοτὸκου

Αποτέλεσμα εικόνας για της αγιας σκεπης


Λουκ. ι’ 38-42, ια’ 27-28
38  Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, εἰσῆλθεν ὁ Ἰησοῦς εἰς κώμην τινά. γυνὴ δέ τις ὀνόματι Μάρθα ὑπεδέξατο αὐτὸν εἰς τὸν οἶκον αὐτῆς. 
39 καὶ τῇδε ἦν ἀδελφὴ καλουμένη Μαρία, ἣ καὶ παρακαθίσασα παρὰ τοὺς πόδας τοῦ  Ἰησοῦ ἤκουε τὸν λόγον αὐτοῦ.
40 ἡ δὲ Μάρθα περιεσπᾶτο περὶ πολλὴν διακονίαν· ἐπιστᾶσα δὲ εἶπε· Κύριε, οὐ μέλει σοι ὅτι ἡ ἀδελφή μου μόνην με κατέλιπε διακονεῖν; εἰπὲ οὖν αὐτῇ ἵνα μοι συναντιλάβηται. 
41 ἀποκριθεὶς δὲ εἶπεν αὐτῇ ὁ  Ἰησοῦς· Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά· 42 ἑνὸς δέ ἐστι χρεία· Μαρία δὲ τὴν ἀγαθὴν μερίδα ἐξελέξατο, ἥτις οὐκ ἀφαιρεθήσεται ἀπ᾿ αὐτῆς.
27  Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ λέγειν αὐτὸν ταῦτα ἐπάρασά τις γυνὴ φωνὴν ἐκ τοῦ ὄχλου εἶπεν αὐτῷ· μακαρία ἡ κοιλία ἡ βαστάσασά σε καὶ μαστοὶ οὓς ἐθήλασας. 
28 αὐτὸς δὲ εἶπε· μενοῦνγε μακάριοι οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ φυλάσσοντες αὐτόν.




Saturday, October 27, 2018

Ο Άγιος Δημηλτριος του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου





Εξαιρετικής ομορφιάς, μεγαλοπρεπής, ένθρονος Άγιος Δημήτριος δια χειρός Δομήνικου Θεοτοκόπουλου, σπάνιο να βρεις έργο του El Greco της Κρητικής του περιόδου και μάλιστα σε τόσο καλή κατάσταση, βρίσκεται στην Ιταλία, φέρει στο πίσω μέρος την υπογραφή «Χειρ Δομήνικου», χρειάστηκαν αιώνες για να διαβαστεί το «χειρ», μετά από πολλές περιπέτειες αμφισβητήσεων επιτέλους με χαρά επιβεβαιώθηκε η γνησιότητα του πίνακα ! 





Friday, October 26, 2018

Τραγούδι του αγίου Δημητρίου


Τρίτου, αρχές του τέταρτου αιώνα, ο μεγάλος
Δημήτριος, λαοφιλής όσο κανένας άλλος,
έζησε και διέλαμψε μες τη Θεσσαλονίκη
επί Διοκλητιανού. Στην αθλοφόρα νίκη
του μαθητή του Νέστορα έναντι του Λυαίου
είχε αυτός μερίδιο σαν δάσκαλος του νέου.
Ήτανε γόνος χριστιανών και δάσκαλος της πίστης,
διέπρεπε στην αρετή ως του Κυριου μύστης
κι επιτελούσε θαύματα ενώ ακόμα ζούσε
Ήτανε στρατιωτικός γενναίος κι αγαπούσε
τόσο πολύ τον Κύριο κι όλα τα πλάσματά του
που δε σκιαζόταν θάνατο αν έβλεπε μπροστά του
Ο Μαξιμιανός, λοιπόν, στέλνει να τον συλλάβουν
μα βλέποντας την πίστη του, σαν κάρβουνα ανάβουν
αυτοί που την εχθρεύονται, και θένε να τους κάψουν
τους χριστιανούς και μες  στη γη ει δυνατόν να θάψουν
Στη φυλακή ο άγιος Δημήτρης μεταβαίνει
Από μια νίκη ο βασιλιάς καθώς στην πόλη μπαίνει
φέρνει μαζί του γίγαντα, τον παλαιστή Λυαίο
και μέσα στον ιππόδρομο τον οδηγεί. Τυχαίο
δεν είναι αυτό το γεγονός. Θέλει να προκαλέσει
να επιδείξει δύναμη και έτσι να μπορέσει
τη δόλια εξουσιά του να ισχυροποιήσει.
"Ποιος το μπορεί με εμένανε δα να μονομαχήσει;"
φωνάζει, κράζει, ο παλαιστής, κι οι θεατές σκιαγμένοι
στέκουν βουβοί και απορούν τι να τους περιμένει
Τότε πηγαίνει ο Νέστορας μες στο κελί του αγίου
"Δώσε μου την ευχούλα σου, εμέ του τρισαθλίου
Να δώσει ο Πανάγαθος δύναμη να νικήσω
το γίγαντα, διδάσκαλε, σαν ίσος μ' έναν ίσο"
Σταυρώνει τον Δημήτριος, φιλεί του το κεφάλι
"Και στον Λυαίο νικητής θα βγεις και όλοι οι άλλοι
θα απορήσουν έντρομοι, μα και θα μαρτυρήσεις
σ' όλο το στάδιο, Χριστό." Προφητικές οι ρήσεις
Τον χαιρετά ο Δημήτριος κι ο Νέστωρ γιγαντώνει
κι ας ήταν μια σταλλιά παιδί. Τον γίγαντα ζυγώνει
"Του Δημητρίου, Εσύ, Θεέ, βοηθησέ με τώρα"
φωνάζει και η πάλη τους αρχίζει. Κρατά ώρα
Βγαίνει ο Νέστωρ νικητής κι ο δυνατός νικιέται
Ο Μαξιμιανός λυσσά κι ο νους του, λες, χαλιέται
Στέλνει στρατιώτες στο κελί του αγίου και με λόγχες
λογχίζουνε το σώμα του. Αν βλέπαμε, οι κόγχες
το δάκρυ δε θα κράταγαν, μπροτά σε τόση φρίκη
που ο μεγαλομάρτυρας υπέστη σαν οι κρίκοι
από τις αλυσίδες έπλεαν ποτάμι μες στο αίμα
Το λείψανο παράτησαν, κι ο Λούπος ένα δέμα
τα ρουχαλάκια έκανε τα χιλιοματωμένα
μα και το δαχτυλίδι του που ο άγιος φορούσε
Στους πονεμένους πήγαινε, μ' αυτά θαυματουργούσε
Το 'μαθε ο Μαξιμιανός, τον αποκεφαλίζει
κι ο Λούπος τον Δημήτριο έτσι τον αντικρίζει
μες στην αγκάλη του Θεού και χαίρεται μαζί του
αφού απέβη μάρτυρας και γνήσιο παιδί του
Θεσσαλονίκης γίνεται ο μέγας Πολιούχος
ο άγιος Δημήτριος. Μετά συνδικαιούχος
μαζί του, ο Γρηγόριος ο Παλαμάς ο μύστης
της νοεράς της προσευχής της άγιάς μας της πίστης 



Εμπνευσμένα από το Φθινοπωρινό Συναξάρι του Αρχιμανδρίτη Ανανία Κουστένη, τόμος Β ΄, Ακτή, Λευκωσία 2008 




Thursday, October 25, 2018

Ταξιδιωτικό ημερολόγιο - Νιου Χάμσερ - Το τέλος του ταξιδιού που ποτέ δεν τελειώνει



Ξαφνικά συνειδητοποιώ πως άφησα το ημερολόγιο λίγο πριν το τέλος. Ίσως γιατί το ταξίδι ποτέ δεν τελειώνει. Ίσως επειδή η σιωπή είναι μέρος του λόγου, όπως η παύση ανάσα της μουσικής. Αλλά αν κρατήσει πολύ η παύση χάνεται η μουσική. Ή μήπως όχι; 
Οι συγκινήσεις έχουν τον δκό τους ρυθμό. Για να φανερωθεί ο καρπός τους πρέπει πρώτα να ριζώσουν στο χώμα της καρδιάς. Η γονιμοποίηση θα παραμένει μυστική και αθέατη όπως κάθε μυστήριο, ενώ ο καρπός της που θα αποκαλυφτεί στο φως θα αποτελέσει μόνο έναν υπαινιγμό του θαύματος που τον γέννησε.
Το φως… τι είναι τέλος πάντων το φως γύρω από το οποίο υφαίνουμε σαν αράχνες τη ζωή μας;
Η μέρα στο Νιου Χάμσερ ήτανε συννεφιασμένη, το ψιλόβροχο έπεφτε σχεδόν ντροπαλό στο δέρμα των δέντρων και των λουλουδιών. Η φύση παραδομένη στα χάδια του χωρίς συστολές και αντιστάσεις. Θα έπρεπε να στήσεις αφτί για να ακούσεις το ανέμελο τραγούδι της παιδούλας βροχής και να ανοίξεις διάπλατα τα μάτια για να δεις το διψασμένο στόμα των φύλλων να βυζαίνει το νερό της ζωής από το στήθος της ουράνιας μάνας. Απροσδόκητα μέσα από τα μαύρα σύννεφα προβάλλει μια αιχμή δόρατος φωτός χρυσίζοντας τα φύλλα του δέντρου. Προς στιγμήν αιχμαλωτίζομαι από το φωτοστέρφανο του δέντρου. Την πρώτη αγιοκατάταξη της δημιουργίας την έκανε το φως και ήταν αυτή της φύσης. Αποφαςίζω να φωτογραφίσω την εικονα που με συνεπήρε. Αλλά μπαίνοντας στο σπίτι, λέω, ας ρίξω λίγο νερό στο πρόσωπό μου και ας χτενιστώ και λίγάκι. Και λέω, άντε, ας ρίξω και κάτι πάνω μου μην κρυώσω… και λέω και λέω κι όταν πια ξαναβγαίνω στη βεράντα, το φως έχει φύγει, η φωτογραφία δεν έχει νόημα να τραβηχτεί και τι να κάνω τώρα πλυμένη, χτενισμένη, μέσα στα ζεστά μου ρούχα; Βουλιάζω στην αναπαυτική πολυθρόνα  της απογοήτευσης. 
Άπραγη κοιτώ τη συννεφιά μέχρι που κάποια στιγμή καταλαβαίνω τι έπαθα. Το φως προχωράει ακάθεκτο. Δεν περιμένει κανέναν. Όποιος θέλει, τρέχει ξοπίσω του και το ακολουθεί. Γι’ αυτό και λέει, όστις θέλει οπίσω μου ελθειν. Δεν λέει όποιος θελει ας σταθεί δίπλα μου, επειδή δεν είναι σταθμευμένος, είναι σε κινηση. Προχωράει, πάντα προχωράει κι όποιος θέλει τρέχει κι όποιο δεν θέλει σταματά και τον αρνετίαι. Τώρα όμως συνειδητοποιώ πως δεν είναι απαραίτητο να αρνηθείς υπογράφοντας κάποια δήλωση. Οι τρόποι μιας άρνησης μπορούν να είναι πολλοί. Μπορείς, ας πούμε, να  αφαιρεθείς την ώρα που το φως περνά από μπροστά σου και να μην το δεις. Μπορεί να βάλεις άλλες προτεραιόητες και μέχρι να φτάσει η ώρα να το συναντήσεις να έχει φύγει. Δεν σε πριεμένει το φως. Ίσως αυτό να σημαίνει εγρήγορση. Αδιάλειπτο κυνήγι του φωτός.
Το Νιου Χάμσαϊρ είναι πολιτεία των Ηνωμένων Πολιτειών, βόρεια της Μασαχουςέτης στη περιοχή που έμεινε γνωστή ως Νέα Αγγλία και σαν Πολιτεία τού Γρανίτη (Granite State), λόγω των μεγάλων αποθεμάτων γρανίτη στα λατομεία της. Πολλά φημισμένα, κρατικά και μη, κτίρια παλαιοτέρων εποχών σε ολόκληρη την Αμερική είναι χτισμένα με γρανίτη από την πολιτεία του Νιου Χάμσαϊρ. Έγινε το ένατο μέλος των Ηνωμένων Πολιτειών τον Ιούνιο του 1788 με πρωτεύουσα είναι το Κονκόρντ. Η μεγαλύτερη λίμνη του είναι η λίμνη Γουινιπεσόκι (Winnipesaukee), και το υψηλότερο σημείο είναι στο όρος Ουάσιγκτον (1.917 μέτρα).
Όλες οι πινακίδες αυτοκινήτων του Νιού Χάμσαϊρ φέρουν την επιγραφή "Live Free or Die", (Ζήσε Ελεύθερος ή Πέθανε).
Θεωρείται μία από τις πιο πλούσιες σε χλωρίδα πολιτείες των Ηνωμένων Πολιτειών, με εκατοντάδες είδη δέντρων, και πολλοί επισκέπτες από άλλες πολιτείες, καταλύουν στο Νιου Χάμσαϊρ τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο κάθε χρόνο, μόνο και μόνο για να δουν και να φωτογραφίσουν τα φύλλα που αλλάζουν χρώματα, λίγο πριν πέσουν για τον χειμώνα.
Οι πληροφορίες που μας δίνει η Βικιπαίδεια δεν είναι βέβαια φτιαγμένες για να μεταφέρουν στον αναγνώστη τους την εμπειρία που ούτως ή άλλως τίποτα δεν την υποκαθιστά. Εδώ δεν υπάρχει στιγμή που να ειναι το τοπίο ίδιο με την προηγούμενη στιγμή και την επόμενη. Οι αλλαγές είναι ορατές ακόμα κι αν είναι ανεπαίσθητες. Η εικόνα αενάως κινούμενη σαν κινηματογραφική. Τα χρώματα σαν δυνατά ποτά στο κελάρι της φύσης δε σου επιτρέπουν να ζήσεις ξεμέθυστος. Μεθυσμένος κοιμάσαι, μεθυσμένος ξυπνάς.
Ο καλότατος νοικοκύρης μας θα μας πάει μια βόλτα στο δάσος της γειτονιάς του. Πανέμορφα ξύλινα σπίτια χαμένα στα φυλλώματα των χιλιοχρωματισμένων δέντρων, ρυάκια και λίμνες, στο τέλος της ανηφοριάς χαλάσματα. Εδώ έμενε ένας γεράκος ολομόναχος, μας λέει ο παππούλης. Ερχόμασταν με τα παιδιά μικρά και τον επισκεπτόμασταν. Πήγε ο γέρος, πήγε και το καλυβάκι του. Έφυγε το ένα, έφυγε το άλλο, λέει το μασάλι. Το μασάλι όμως δεν τελειώνει εδώ. Συνεχίζει ακάθεκτο σαν το φως και την ελπίδα του. Ήρθε το ένα, ήρθε και το άλλο. Έτσι θα φύγω κι εγώ, θα φύγεις κι εσύ και πάλι θα έρθουμε ενωμένοι στο φως.
Πάμε να αγοράσουμε μήλα, λέει ο γέρων, κι εμείς περιμένουμε να πάμε σε κάποιο μανάβικο. Το αμάξι σταματά σε ένα ύψωμα όπου στο πλάτωμά του έχει ένα υπόστεγο. Μας υποδέχονται τεράστιες πορτοκαλόχρωες κολοκύθες και μια ξερακιανή κοντή γυναίκα προχωρημένης ηλικίας. Παίρνουμε τα καλάθια μας και προχωρούμε στο κτήμα. Υπάρχουν διάφορες ποικιλλίες, μας λέει η κυρία του κτήματος. Δοκιμάζετε τι σας αρέσει, και γεμίζετε τα καλάθια. Περπατούμε, κόβουμε, τρώμε, καταλήγουμε σε μια ποικιλία που είναι κατακόκκινη απέξω και κάτασπρη από μέσα. Σκάει το φρεσκοκομμένο μήλο στο στόμα, σκάει το φως στα πρόσωπα, η γεύση στο στόμα, η χαρά στην καρδιά.
Οι μέρες και οι νύχτες στο φίλόξενο σπίτι θα κυλίσουν απαλά, ήσυχα και αθόρυβα σαν να μη συμβαίνει τίποτα. Ένα τίποτα γεμάτο ομορφιά για την οποία λόγια δε θα βρω. Κάπως έτσι θα πρέπει να είναι και στον Παράδεισο. Πρώτη φορά αντιλαμβάνομαι τι σημαίνει άρρητα ρήματα, κατ’ αναλογίαν βεβαίως. Όταν σε λούζει το Κάλλος, δε μιλάς. Λούζεσαι. Και δε θέλεις να τελειώσει.
Το ταξίδι θα συνεχιστεί στην Βοστώνη όπου θα παραμείνουμε δυο μέρες και μετά στις Βρυξέλλες και στην Γάνδη. Ο παράδεισοτς θα σε ακολουθεί παντού. Αχώριστος σύντροφος ως τη Θεσσαλονίκη και το σπίτι. 
Το φεγγάρι συγυρίζει τη φάτνη του ουρανού προετοιμάζοντάς την για την έλευση του φωτός, όπως ο Ιωάννης τον δρόμο για τον Κϋριο. Ο ήλιος βγαίνοντας προαναγγέλει την άφιξη του πολιούχου μας. Ο άνεμος φέρενει στα αφτιά της καρδιάς το χλιμίντρισμα του αλόγου του. Τα χαλιά στρώθηκαν, τα χρυσάνθεμα μεταφυτεύτηκαν, όλα ετομάστηκαν όπως ήθελε η γιαγιά και η μαμά. Με το καλό να γιορτάσουμε τον καβαλάρη μας! 
















Tuesday, October 23, 2018

Άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος


Όταν ο Μνήστορ της Παναγίας, Ισωςήφ, αποφάσισε να μοιράσει την περιουσία του στους τέσσερις γιους που είχε από τον γάμο του και τους οποίους και ανέθρεψε η κυρία Θεοτόκος μετά τη μνηστεία της με τον χήρο προστάτη της, τον Σίμωνα, τον Ιωσή, τον Ιούδα και τον Ιάκωβο, θέλησε να δώσει ένα μερίδιο και στον Χριστό. Τόσο δίκαιος ήταν και τόσο σπουδαίος. Ήθελε να δώσει και στον Χριστό που δεν ήταν δικός του γιος, αλλά υιός της Παρθένου και υιός του Θεού. Τότε τα τρία πρώτα αδέρφια αντέδρασαν. Τι δουλειά είχε ο πατέρας τους να δώσει μερίδιο και σ' αυτόν που δεν ήταν αδερφός τους; Ο Ιάκωβος όμως διαφοροποιήθηκε. Είπε στον Ιησού πως θα του δώσει όλο το δικό του μερίδιο κι αν πάλλι δεν θέλει να γίνει έτσι, ας το έχουν μαζί. Έσκυψε, τότε, ο Ιησούς, και τον φίλησε, λέγοντάς του, Σ' ευχαριστώ αδελφέ μου. Από τότε ονομάστηκε Αδελφόθεος. Ανάγκη κτηματικής περιουσίας ο Κύριος δεν ειχε βέβαια. Θα έφευγε και τόσο νωρίς από τη ζωή. Ο Ιάκωβος όμως έδειξε την αγάπη του και τη γενναιοδωρία του. Αργότερα θα χειροτονηθεί πρώτος επίσκοπος Ιεροσολύμων από τον ίδιο τον Χριστό, και θα γράψει την πρώτη Θεία Λειτουργία και μετά την Καθολική επιστολή του που θα συμπεριληφθεί στην Καινή Διαθήκη.
Χρόνια πολλά στους εορτάζόντες!

Ιερεύς του εικοστού αιώνος....

( ....σήμερα το μεσημέρι δέχτηκα ένα τηλεφώνημα από το Χρυσόστομο ένας αγαπημένο αδελφό από τη Σουρωτή και μέσα σε όλα τα αλλά που συζητήσαμε με πρότεινε να διαβάσω αυτό το κείμενο από μια ιστοσελίδα....επέμενε πολύ και δεν κατάλαβα το λόγο...
μόλις γύρισα σπίτι το έψαξα και το βρήκα....διαβάζοντας το κατάλαβα γιατί επέμενε ... ευχαριστώ Χρυσόστομε...
σας το χαρίζω λοιπόν…)

Τον είδα αιφνίδια μέσα στον τεράστιο θάλαμο με τα 65-70 κρεβάτια, μέσα στο πανδαιμόνιο που κάνουν 70 άνθρωποι όταν μαζεύονται και στριμώχνονται σε ένα μικρό χώρο. το φως πολύ. Έμπαινε από τα μεγάλα παράθυρα με τα σιδερένια κάγκελα.


Ήταν πρωί, περίπου 9η ώρα, όταν άνοιξε η βαριά πόρτα, εξωτερική, και ανεβήκαμε η νέα ομάδα των 10 φοιτητών στο τμήμα αποτοξίνωσης στο Δαφνί.

Πρόσωπα, πρόσωπα εκινούντο αέναα μέσα στο φαρδύ διάδρομο που άφηναν τα κρεβάτια τους. Άνθρωποι από όλα τα μέρη της 

πατρίδας και από πιο μακριά ακόμη. Με τις χαρακτηριστικές προφορές, Λαρισινών ή Κρητικών και των νησιωτών, κοντοί, ψηλοί, μελαχρινοί, άσπροι, αδύνατοι, παχείς, πάσχοντες, όλος ο κόσμος αναγκασμένος να συμβιώνει.

Και μέσα σε αυτήν την άμπωτη και την πλημμυρίδα των ανθρώπων, ένας ψηλός ξανθωπός με μαύρα ρούχα και περιλαίμιο λευκό με λίγο υποτυπώδες γένι ξανθό, άρχοντας ατάραχος, γαλήνιος μέσα σε αυτή την ταραχή. Κατάλαβα ότι επρόκειτο για ιερέα. Ευτυχώς είπα μέσα μου, ένας καθολικός ιερέας στο τμήμα αποτοξίνωσης. Ευτυχώς που δεν είναι ορθόδοξος. Να ξεφτιλιζόμαστε στους γιατρούς και στους συμφοιτητές μας!!! Ευτυχώς.

Χωριστήκαμε σε δύο ομάδες. Βάλαμε τις ιατρικές μας μπλούζες και με τον υπεύθυνο γιατρό προχωρήσαμε στο κρεβάτι του πρώτου ασθενούς. Τον φώναξε ο υπεύθυνος από την παρέα του, ήρθε ένας μικρός μαγκάκος από την Λάρισα, ομιλητικός αλλά μαγκάκος. Δεν θυμάμαι τίποτα από το πρώτο αυτό μάθημα, ούτε γιατί ήταν μέσα ο ασθενής ούτε τι φάρμακα έπαιρνε, απλώς στη ρύμη των λόγων του είπε: Έχουμε τον παπά να μας βοηθά και περνάμε καλά! Και ενώ έπρεπε να φύγουμε σε τρεις μήνες, χάρις σε αυτόν, θα φύγω σε 1,5 μήνα. Τότε με τάραξε ο λογισμός μου. Ένας καθολικός παπάς με κουστουμάκι τον βοήθησε αυτόν εδώ; Αδύνατον ένας καθολικός παπάς!!!!


Στην πρώτη μας συνάντηση ουδέν έπραξα παρόλο τον κοινωνικό μου χαρακτήρα. Έφυγα όταν τελείωσε ο υποχρεωτικός μου χρόνος 

της παρουσίας. Στη δεύτερη επίσκεψη, την επόμενη εβδομάδα, πάλι τα ίδια, άλλος ασθενής και νέα αποκάλυψη: ευτυχώς που έχουμε τον παπά και μας βοηθά ειδικά τα βράδια που μένουμε με τους εαυτούς μας, μας παρηγορεί, μας εμψυχώνει. Είναι δικός μας παπάς ορθόδοξος!!!

Ένα κρύο ρεύμα με διαπέρασε, γκρεμίστηκαν όλα, ο ευσεβισμός μου δεν μπορούσε να δεχθεί ότι ένας παπάς ορθόδοξος ήταν μέθυσος, είχε ανάγκη αποτοξίνωσης και βρισκόταν πίσω από τα σίδερα με άλλους παράνομους, μέθυσους και ναρκομανείς.

Ούτε καν σε κάποιο ιδιωτικό κέντρο αποτοξίνωσης. Η ιδέα που είχα για άσπιλη εκκλησία και οφειλόταν στην νεότητά μου, ξεθώριασε απότομα.

Τον πλησίασα, στεκόταν όρθιος και συνομιλούσε με έναν άλλο ασθενή, που έτρεμαν τα χέρια του. Συνομιλούσε απλά για το τίποτα. Ο άλλος τον άκουγε, του έλεγε τα προβλήματα του, του μιλούσε γρήγορα. Ο παπάς άκουγε με μια απέραντη στοργή κοιτάζοντάς τον. Είχε πρόσωπο καθαρό, μάτια γαλάζια, θάλασσα, ηλικία 55 χρόνων περίπου, χέρια άσπρα, δάχτυλα μακριά, τέλος πάντων, όλα πάνω του είχαν κάτι αρχοντικό. Του απάντησε σιγά σε μια προφορά με αγγλική ηχώ! Ήταν ξένος. Παπάς ορθόδοξος ξένος! Μόλις τελείωσε με τον άρρωστο, στράφηκε σε μένα και με ρώτησε: «χάου αρ γιού;» Έμαθα ότι ήταν Έλληνας που γεννήθηκε στο εξωτερικό, οι γονείς του είχαν φύγει για την πέρα από τον ατλαντικό Αμερική. Τον έστειλαν όμως οι γονείς του στους παππούδες του στην Κατερίνη. Έτσι είχε μάθει καλά Ελληνικά και είχε ένα σύνδεσμο με την παράδοση της χώρας μας. Ένιωθα ήδη άνετα, σαν να γνωριζόμαστε από χρόνια, είχαν φύγει όλοι οι ενδοιασμοί μου. Τι θέλετε από μένα με ρώτησε. Θέλω να μάθω γιατί βρίσκεστε σε αυτό εδώ το χώρο και θεραπεύεστε, τέλος πάντων να σας γνωρίσω. Ελάτε στο δωμάτιο μου.


Ναι, μέσα σε αυτό το χάλι υπήρχε ένα μικρό δωματιάκι, στενό δωματιάκι, με ένα κρεβάτι, παράθυρο βορινό, τοίχοι πανύψηλοι, 4 μέτρα ύψος, ένα γραφείο, είκοσι εικόνες ρώσικες, καντήλι , κομποσκοίνι, θυμιατήρι, πετραχήλι, φάρμακα πάνω στο γραφείο και βιβλία. Ήταν ένα μικρό καλογερικό κελί μέσα στην ταραχή 70 τροφίμων του ψυχιατρείου. Εκεί άρχισε η αποκάλυψη της χάρης του Θεού. Το όνομα Νικόλαος, ορθόδοξος ιερέας της Αρχιεπισκοπής Αμερικής, καθηγητής του Χάρβαρντ, στην έδρα των Παλαμικών σπουδών και ποιμαντικής ψυχολογίας! Χάρβαρντ, στο μεγαλύτερο πανεπιστημιακό ίδρυμα της Αμερικής και τώρα τρόφιμος της ψυχιατρικής πτέρυγας του Δαφνιού στο τμήμα αποτοξινώσεως? Η διαφορά είναι ιλιγγιώδης. Πάτερ; Πως φτάσατε εδώ;

Ήμασταν μια παρέα φίλοι που τελειώσαμε τη σχολή του Τιμίου Σταυρού στη Βοστόνη. Παντρευτήκαμε, κάναμε παιδιά και γίναμε ιερείς. Ο καλύτερος όλων μας πριν περίπου δέκα χρόνια πέθανε αιφνίδια. Τον κηδεύσαμε και γυρίσαμε στα σπίτια μας. Τότε με κατέλαβε ένα πνεύμα λύπης και από τότε άρχισα να πίνω. Τέλος πάντων σε λίγο καιρό ήμουν εξαρτημένος από το ποτό, εάν δεν έπινα έτρεμα. Δεν μπορούσα να διευθετήσω τα θέματά μου. Στην αρχή το έκρυβα από την γυναίκα μου και τα παιδιά μου, δεν μεθούσα αλλά έπινα, ήμουν με ένα ποτήρι στο χέρι. Πειράχτηκε το ήπαρ μου.


Κι όμως, όλο το θέμα ήταν μια πρόκληση για την ιατρική μου γνώση. Τίποτα από τα παραπάνω δεν συμβάδιζε με την νηφαλιότητα του ανδρός, με την αρχοντιά του και την έλλειψη νευρικότητας. Είχε έρθει η ώρα να φύγουμε. Του ζήτησα να του φέρω κάτι για παρηγοριά του μέσα σε αυτούς τους τοίχους. Ένα βιβλίο του Ρωμανίδη μου λέει. Τον είχα δάσκαλο τον Ρωμανίδη. Στην νέα συνάντησή μας την επόμενη εβδομάδα, κρατούσα στο χέρι μου το βιβλίο του Ρωμανίδη «Ρωμαίοι ή Ρωμιοί Πατέρες της Εκκλησίας». Ανέβηκα τρέχοντας τα σκαλιά να συναντήσω τον Νικόλαό μου, τον άρρωστο μου. Τον βρήκα στο δωμάτιο του καθισμένο σε μια μικρή πολυθρόνα και στο χέρι του ένα μικρό κομποσκοίνι. Του έδωσα το βιβλίο στα χέρια του. Είχε κόκκινο σκληρό εξώφυλλο, το γύρισε με αγάπη, διάβασε τα κεφάλαια. Χάρηκε σαν μικρό παιδί. Είμαι εδώ πάνω από τρεις μήνες, βγαίνω σπάνια. Δεν έχω που να πάω, δεν μου έχουν φέρει ένα δώρο, πόσο χαίρομαι για αυτό που μου έφερες. Αυτός ο άνθρωπος έφερε αέρα ορθοδοξίας, γκρέμισε τον σχολαστικισμό της γερμανικής ιδεολογίας, έδειξε τον πλούτο μας!!! Ό,τι μας έλεγε ο γέρο Ιωσήφ αυτός το έβαλε στα πανεπιστήμια.




Ποιος γέρο Ιωσήφ;

Ο ησυχαστής, ο παππούς ο σπηλαιώτης. Τον γνώρισα το 1960, όταν πήγαινα στο Άγιο Όρος, στη Νέα Σκήτη. Με δεχόταν στο κελί του. Μου έμαθε να προσεύχομαι με το κομποσκοίνι ώρες και ώρες, φωτοβόλος, γλυκύς και αυστηρός. Προσοχή έλεγε στο νου, πρώτα προσβολή, μετά συζήτηση με τον λογισμό, και μετά συγκατάθεση!!! Συγκατάθεση, θάνατος, αρχή αμαρτίας, η αμαρτία δόντι ιοβόλο του θανάτου. Προσοχή όχι συζήτηση με τον λογισμό, νίψη.

Αυτά που ο γέροντας τα παρέδωσε εμπειρικά, ο Ρωμανίδης τα κατέγραψε, τα στήριξε αγιοπατερικά και τα εξαπέστειλε στα πέρατα της γης, ώστε να έχουμε και εμείς χαρά εκεί στην Αμερική. Όταν έγινα ιερέας, με τον πρώτο μου μισθό έστειλα ένα δώρο στον γέροντα Ιωσήφ. Του έστειλα ράσα καλογερικά, όχι κάτι ακριβό. Τα είχα τυλίξει και σε ένα γκρι χαρτί, έγραψα την διεύθυνση και τα έστειλα. Μετά από πέντε χρόνια τον επισκέφθηκα στο κελί του. Όπως καθόταν είδα πίσω του στο πρεβάζι το δώρο μου ανέγγιχτο. Αμέσως σκούρυνε το πρόσωπο μου και του λέω: «Γέροντα σου έστειλα ένα δώρο με τα πρώτα μου χρήματα και εσύ ούτε που το άγγιξες!!!!». Μου λέγει, π. Νικόλαε, παιδί μου, δεν μου λείπει τίποτα, έχω τον Χριστό.

Δεν μου λείπει τίποτα. Το δώρο σου το είδα. Έσκισα μια άκρη και το είδα. Το άφησα εδώ χρόνια, να μου λέει ο λογισμός, άνοιξε το και εγώ να τον ξεχνώ αλλά να σε θυμάμαι. Θα μπορούσα να το είχα δωρίσει σε τόσους που έρχονται εδώ αλλά το άφησα για τον παπά Νικόλα. Έλα να βάλουμε τον πλάγιο του δευτέρου ήχο να παρηγορηθείς. Μου έμαθε να προσεύχομαι με το κομποσκοίνι για τον κόσμο. Όλες τις ακολουθίες τις έκανε με το κομποσκοίνι, εκτός της Θείας Λειτουργίας.

Πάτερ, απορώ πώς εσείς που γνωρίσατε έναν τόσο άγιο άνθρωπο πέσατε σε αυτό το πάθος της οινοποσίας. Η προσευχή δεν σας προστάτεψε, δεν σας βοήθησε να γλιτώσετε από τον πειρασμό αυτόν;

Ευάγγελε, μη ξεχνάς το αρκεί σοι η χάρις μου του Παύλου.

Ξέρετε, με σκανδάλισε στην αρχή τουλάχιστον το θέμα σας.

Σε σκανδάλισε ή σε φόβισε για το ευόλισθον της φύσης μας;

Είσαι αυτάρκης στην νομιζομένη σου καθαρότητα και φοβάσαι μήπως την χαλάσεις, μήπως κάνεις κάποιο λάθος και χάσεις την καλή γνώμη για τον εαυτό σου και για τους άλλους.


Σε νοιάζει τι θα πει ο κόσμος. Αδελφέ μου και φίλε μου, η νεότητα είναι κακός σύμβουλος, όπως και σε μένα κάποτε. Η πείρα του βίου και η συναντίληψη της χάριτος με έπεισε ότι όποιος και αν είμαι, ό,τι και αν κάνω, είμαι δεμένος με τον Χριστό και φωνάζω ελέησον με ο Θεός, ελέησον με Κύριε, ως οίδας και ως θέλεις ελέησον με. Και λέω μέσα μου όλοι σώζονται, εγώ κολάζομαι. Ελπίζω στον Χριστό και στην Παναγία. Ελπίζω στο έλεος του Θεού που χαρίζει τον παράδεισο σ’ αυτούς που πιστεύουν ότι είναι ανάξιοι του παραδείσου.

Και πάλι ο αδυσώπητος χρόνος τελείωνε. Πάτερ, θέλετε να σας φέρω κάτι στην επόμενη συνάντηση μας;

Ναι, θέλω. Επειδή έχω τέσσερα παιδάκια στην πατρίδα και τα έχω επιθυμήσει, φέρε μου σε παρακαλώ ένα μικρό παιδάκι και φώναξε με να βγω στο παράθυρο από τα κάγκελα να το δω, να δω τα ματάκια του να παρηγορηθώ.Βρήκα το μικρό μου βαπτισμένο Σωτήριο, τον πήρα αγκαλιά, πέρασα την πόρτα και σταθήκαμε κάτω από τα σίδερα. Π. Νικόλαε, π. Νικόλαε, ήρθαμε. Πρόβαλε η φιγούρα του πίσω από τα σίδερα, άπλωσε τα χέρια του από ψηλά, μας κοίταξε, μας χαμογελούσε, μιλάγαμε από εκεί, χάρηκε, θυμήθηκε τα δικά του, απλώθηκε η νοσταλγία. Δεν ήταν πίκρα, ήταν νοσταλγία για τον παράδεισό μας. Μας ευλόγησε και αποχωρήσαμε. Ποιος είναι πλούσιος Λωξάνδρα μου? Ο εν τω ολίγω αναπαυόμενος τζόγια μου ….

Πάτερ, η Αμερική φημίζεται για τα αποτοξινωτικά της κέντρα. Πώς ήρθατε σε αυτές τις άθλιες συνθήκες. Ευάγγελε, πριν πολλούς μήνες προκηρύχθηκε μια θέση στο πανεπιστήμιο της Αθήνας, Παλαμικών σπουδών. Ήρθα λοιπόν και εγώ αφού πήρα άδεια από το πανεπιστήμιό μου στο Χάρβαρντ να βάλω τα χαρτιά μου για αυτήν την έδρα. Οι μήνες περνούσαν, δεν γινόταν τίποτα, καθηγητικές ίντριγκες, συνεδριάσεις επί συνεδριάσεων, τίποτα. Την έδρα μου στο Χάρβαρντ την είχε πριν από μένα ο π. Γεώργιος Φλορόφσκι. Αυτός είναι μεγάλος θεολόγος και πραγματικός φιλέλληνας και είναι ο γέροντας μου. Από έκπληξη σε έκπληξη. Γέροντάς σας αυτός ο μέγας; Ναι. Και είναι πραγματικά μεγάλος, πνευματικός θεολόγος και σημειοφόρος άνθρωπος θυσίας. Σπουδαγμένος και στην ποιμαντική ψυχιατρική και στην ψυχολογική αντιμετώπιση των εθισμένων χρηστών σε ουσίες και ποτό. Αλλά όλα αυτά τα ασκούσε με απέραντη αγάπη και υπομονή. Για να κατανοήσεις το μέγεθος του ανδρός, θα σου πω μια ιστορία στην οποία ήμουν μάρτυρας, της θαυμαστής θεραπείας ενός εφήβου. Μια οικογένεια έφερε το παιδί της, 18 ετών, που έπασχε από ηβηφρενία. Η κατάσταση ήταν δύσκολη, αθεράπευτη σχεδόν. Τον παρακάλεσαν να τον δεχθεί να τον αναλάβει. Πράγματι, τον πήρε σε ένα σπίτι στην εξοχή, όπου είχε πολλά στρέμματα με σημύδες, ένα μεγάλο αγρόκτημα. Μπήκαν μέσα οι δυο τους, το αγρίμι και ο πατήρ Γεώργιος και έκλεισαν την βαριά πόρτα. Μετά από τρεις μέρες παρέδωσε το παιδί υγιές και σώφρον στους γονείς. Το παιδί αυτό σπούδασε και είναι υγιής έκτοτε και μάλιστα τώρα είναι Επίσκοπος της Εκκλησίας μας. Όταν ρώτησα, πατέρα Γεώργιε, πώς έγινε αυτό, μου είπε ότι πήρε το παιδί και του είπε: «παιδί μου, εγώ θα καθίσω σε αυτή την σημύδα, όλος ο χώρος είναι δικός σου, κάνε ό,τι θέλεις και όταν θέλεις έλα να μιλάμε». Τρεις μέρες και τρεις νύχτες έκανε ό,τι ήθελε. Κατέστρεψε το ψυγείο, τη βιβλιοθήκη μου, τα λουλούδια, και όποτε ήθελε με πλησίαζε και μιλάγαμε. Εγώ καθόμουν στης σημύδας τον κορμό και περίμενα χωρίς να ταράζομαι για ό,τι γινόταν. Τρεις μέρες εκεί δεν σηκώθηκα, δεν έφαγα, δεν ήπια νερό. Την τρίτη μέρα ήρθε το παιδί γαλήνιο, μου φίλησε το χέρι, με σήκωσε, με βοήθησε να περπατήσω γιατί ήμουν σαν πεθαμένος, ανοίξαμε την πόρτα και τον παρέδωσα στους γονείς του. Ιματισμένο και σωφρονούντα.




Πάτερ Γεώργιε, τρεις μέρες πώς κάνατε τις στοιχειώδεις ανάγκες σας; Τα έκανα πάνω μου, δεν μετακινήθηκα καθόλου. Ήθελα να δώσω μια θυσία για αυτόν στον Θεό, την υπομονή μου, την κατάργηση των συμβατικών καθημερινών πρακτικών. Δεν είναι τίποτα. Ο Θεός μου χάρισε υγιή τον άνθρωπο και δι’ αυτού μου χάρισε τη γεύση της Βασιλείας του. Τέτοιος άνθρωπος ήταν αυτός, αληθής θεολόγος, άνθρωπος της λειτουργίας αλλά και πέρα από αυτήν. Πάντα έλεγε : δίδου ημίν εκτυπώτερον, σου μετασχείν, εν τη ανεσπέρω ημέρα της Βασιλείας σου.

ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΣΤΟ ΜΙΚΡΟ ΔΩΜΑΤΙΟ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΤΟΥ ΙΕΡΕΩΣ

Από τις συζητήσεις που είχαμε καταθέτω εδώ μερικά.

«Πρόσεχε ιερεύ τον εαυτό σου. Μην ξεχάσεις να βλέπεις τον Θεό. Ορκίστηκες να έχεις το νου σου στη Σωτηρία τόσο τη δική σου όσο και των άλλων. Κάθε καιρός είναι κατάλληλος για να δώσεις το βάπτισμα και τη Θεία Κοινωνία, γιατί κάθε καιρός είναι κατάλληλος για τον θάνατο. Να θυμάσαι ότι ο άνθρωπος μπορεί να πει όχι στον Θεό, ο Θεός όμως δεν μπορεί να πει όχι στον άνθρωπο. Αυτού του Θεού είμαστε ιερείς, που επιτρέπει στο πλάσμα του να πει όχι, να μην γίνει το θέλημά σου, δηλαδή να γεννήσει την κόλαση. Στους ανθρώπους μπορείς να πεις ότι ο Χριστός κατέβηκε στον Άδη, εκεί μας αναμένει. Όσο πιο βαθύς είναι ο Άδης σου, τόσο πιο βαθιά είναι ο Χριστός. Η οδύνη είναι το ψωμί που ο Θεός μοιράζεται με τον άνθρωπο και που έχει υποχρέωση ο δούλος του ο παπάς να μοιραστεί και αυτός με τον σύνδουλό του. Στον Σταυρό ο Θεός, ενάντια σε ότι είχαμε ποτέ φανταστεί για τον Θεό, τάχθηκε με το μέρος του ανθρώπου.

Ο Θεός έγινε άνθρωπος, δηλώνει την αγάπη του, ζητά την αγάπη μας και μας απαλλάσσει από κάθε οφειλή. Ο αγώνας μας είναι η προσοχή στην πνευματική πηγή του κακού, το οποίο δεν προέρχεται από την φύση αλλά συντελείται μέσα στο πνεύμα. Αυτός που είδε την αμαρτία του είναι πιο μεγάλος από αυτούς που γνώρισαν αγγέλους. Τότε από την άβυσσο των αμαρτιών μου επικαλούμαι την άβυσσο της Χάριτός Του. Πρόοδος στον αγιασμό σου, παπά μου, φαίνεται όταν η καρδιά σου ήσυχη διαστέλλεται και ανθίζει σε κοσμική ευσπλαχνία. Έτσι, δεν μπορεί να κρίνει κανέναν, σηκώνει το κακό όλου του κόσμου, περνά τη Γεσθημανή και καλύπτει τα πάντα με τον μανδύα της αγάπης. Η αγάπη είναι ο Θεός που ρίχνει το βέλος τον Μονογενή του Υιό, αφού έβρεξε την ακίδα του βέλους με το ζωοποιό πνεύμα. Η ακίδα είναι η πίστη που όχι μόνο εισάγει το βέλος αλλά και τον τοξότη μαζί της.

Ευάγγελέ μου, αν ποτέ γίνεις ιερέας, να θυμάσαι ότι αυτό που σκανδαλίζει τους απίστους δεν είναι οι Άγιοι αλλά το αναμφισβήτητο γεγονός ότι δεν είναι όλοι Άγιοι. Η κατάσταση του κόσμου μοιάζει με αυτήν την προ του Μεγάλου Κωνσταντίνου και χειρότερη. Και τούτο γιατί τότε οι άνθρωποι ήσαν ειδωλολάτρες, ενώ τώρα είναι άθεοι. Έτσι, αντί η Εκκλησία να κρίνει τον κόσμο, η Εκκλησία κρίνεται από τον κόσμο, γιατί ο κόσμος μπορεί να την κατηγορήσει ότι μέσα σε τόσους αιώνες έχασε την ικανότητα της μαγιάς και ΑΝΤΑΝΑΚΛΑ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ και μάλιστα πιστά. Η Εκκλησία από αρραβωνιαστικιά έγινε ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ κοινωνία. Το Ευαγγέλιο εξεγείρει, ανατρέπει όχι τη δομή του κόσμου αλλά τη δομή του ανθρώπινου πνεύματος. Ο Χριστός εντός.

Απόχτησε την εσωτερική ειρήνη και πλήθος ανθρώπων θα βρει την ειρήνη δίπλα σου. Παπά μου, το να πλησιάσεις τον σύγχρονο άνθρωπο είναι τέχνη. Το ουσιώδες είναι να μεταφερθείς στη θέση του, να σβήσεις τον εαυτό σου και να αφήσεις τον Χριστό να μιλήσει. Όλη σου η Θεολογία που σε έμαθε σωριάζεται σαν θρύψαλα μπροστά σε έναν εγκληματία, ένα νεκρό, μια μοναξιά. Όμως η ζωντανή ζεστασιά της παλάμης σου μπορεί να κάνει ανθρώπους σβησμένους, λερωμένους και άσχημους να ακτινοβολούν ξαφνικά ακτίνες Φωτός και να ανασύρεις στην επιφάνεια αυτό που κοιμάται. Την κοινωνία.

Ο Μυστικός Δείπνος, η Θεία Κοινωνία, είναι μυστήριο εν πορεία. Για αυτό στεκόμαστε όρθιοι. Και αν ακόμη γίνουμε απόβλητοι από την κοινωνική ζωή, πρέπει να ωριμάσουμε σαν μια γενιά ομολογητών…»

Πάτερ Νικόλαε, είδα ότι είσαι άνθρωπος του Θεού. Σε παρακαλώ, πες μου ποια είναι η μυστική σου εργασία, τί μου κρύβεις;

«Ευάγγελέ μου, ήρθε η ώρα νομίζω να μάθεις όλα τα κατ’ εμέ, σαν μια παρακαταθήκη Διδασκάλου προς μαθητή. Δεν είμαι άρρωστος, τουλάχιστον δεν πάσχω από αλκοολισμό!!! Μεταξύ των σπουδών μου είναι και η ψυχολογία του χρήστη. Αφού ήρθα στην Αθήνα και κατέθεσα τα χαρτιά μου και ο καιρός περνούσε με το σήμερα αύριο, μίλησα με τον διευθυντή της κλινικής, που είναι φίλος μου από την Αμερική. Του είπα για προγράμματα στην Αμερική όπου ο γιατρός ζει μαζί με τους αρρώστους για όλο τον χρόνο του προγράμματος της αποθεραπείας τους με εξαιρετικά αποτελέσματα. Έτσι κι εγώ παρακολουθώ αυτό το πρόγραμμα. Σημασία έχει ότι κυρίως αυτοί που έφυγαν αυτό το διάστημα, δεν υποτροπίασαν».

Μα τι μου λέτε, πουλήσατε τον εαυτό σας σαν δούλο εδώ μέσα, δεν βλέπετε ούτε καν τα παιδιά σας, υποφέρετε την τρέλα του καθενός?


Ναι, αλλά έχω το δωματιάκι μου, την προσευχή μου, την πίστη μου, έχω τον καθρέφτη μου, όλους τους αδελφούς τους έγκλειστους. Εκείνο που μου ξέσκιζε τα σπλάχνα ήταν ότι δεν μπορούσα να λειτουργώ. Τώρα τελευταία παίρνω κι εγώ, όπως όλοι, μια άδεια και πηγαίνω εδώ σε ένα μοναστηράκι να λειτουργώ και επανέρχομαι.Μα δεν τρελαθήκατε εδώ μέσα, φυλακισμένος αναίτια τόσους μήνες;

Πιέστηκα, ήταν εμπειρία τάφου, αλλά όμως γνώρισα όλους τους φίλους του Χριστού τους ελάχιστους. Αυτούς που πιστεύουν ότι είναι ανάξιοι του παραδείσου, τους συμπαραστάθηκα, τους άκουσα, τους έδωσα λίγο νερό, λίγη πίστη και κυρίως επλατύνθηκα κι εγώ. Μα και πάλι δούλος αχρείος είμαι. Αναλογίζομαι την ώρα της εξόδου μου και ελπίζω στο έλεος της εκκλησίας Του και στο δικό Του. Πάτερ Νικόλαε, είστε τόσο νέος, ούτε 53.

Ήταν Τετάρτη της πρώτης των νηστειών που κάναμε αυτή την κουβέντα της καρδιάς, που μου χάρισε την καρδιά του.

«Την Παρασκευή θα πάρω άδεια, θα πάω στο μοναστηράκι που σας είπα για τους Χαιρετισμούς, και για Λειτουργία την Κυριακή της Ορθοδοξίας. Ελάτε κι εσείς να σας δούμε. Πάρτε με ένα τηλέφωνο το Σάββατο να σας δούμε την ώρα της Λειτουργίας την Κυριακή.» Πράγματι, το Σάββατο των Αγίων Θεοδώρων τηλεφώνησα.

«Ευλογείτε Πάτερ.» «Ο Κύριος.» «Σας παρακαλώ θέλω να μιλήσω στον πατέρα Νικόλαο.» «Δεν γίνεται,» μου είπε. «Πότε να ξαναπάρω για τον π. Νικόλαο, πότε;» «Μόλις προ ολίγου τελείωσε τη Θεία Λειτουργία, κατέλυσε και πέθανε μπροστά στην Αγία Τράπεζα την ώρα που ασπαζόταν για να βγει. Μπήκε ο εκκλησάρης και τον βρήκε γονατιστό αλλά χωρίς πνοή. Έχει έρθει η αστυνομία, θα τον πάνε για νεκροτομή, θα τον στείλουν Αμερική.»

«Δεν ξέρω τι λέτε πάτερ, εγώ προχθές μίλησα, τέλος πάντων ήμαστε μαζί! Ήταν μια χαρά. Δεν μπορεί, δεν μπορεί να είναι αυτός!» «Όχι αυτός είναι. Έτσι το ήθελε ο Θεός.»

Έτσι τελείωσε ο Νικόλαος ο άρχων, ο εργάτης των εντολών του Χριστού ο κρυφός, ο φίλος μου ο ολιγοήμερος, ο γνήσιος ποιμένας που άφησε τα 99 για το ένα, που πουλήθηκε δούλος σαν αυτό τον Επίσκοπο του γεροντικού, ο Ιερέας του εικοστού αιώνος του απατεώνος, που τα μάτια του δεν απατήθηκαν αλλά είδε καθαρά την εικόνα του κόσμου, χωρίς φαντασία.

Ας έχουμε την ευχή του!!!

(Από το «Ενθύμιο Χειροτονίας εις Πρεσβύτερο π. Ευαγγέλου εξ ιατρών 14/11/2009»)
http://agiabarbarapatras.blogspot.com/
φωτογραφίες καί κειμενο:http://anavaseis.blogspot.com
http://orthodoxwiki.org/images/8/8c/Florovsky_book.jpg

http://blogs.sch.gr/kantonopou


https://ahdoni.blogspot.com/2010/06/blog-post.html

Sunday, October 21, 2018

Κυριακὴ ΣΤ’ Λουκᾶ

Σχετική εικόνα

(Λουκ. 8,26-39)

Τῷ καιρῷ ἐκείνω, ἐλθόντι τῷ Ἰησοῦ 
26. εἰς τὴν χώραν τῶν Γαδαρηνῶν, 
27. ὑπήντησεν αὐτῷ ἀνήρ τις ἐκ τῆς πόλεως, ὃς εἶχε δαιμόνια ἐκ χρόνων ἱκανῶν, καὶ ἱμάτιον οὐκ ἐνεδιδύσκετο καὶ ἐν οἰκίᾳ οὐκ ἔμενεν, ἀλλ’ ἐν τοῖς μνήμασιν.
28. ἰδὼν δὲ τὸν Ἰησοῦν καὶ ἀνακράξας προσέπεσεν αὐτῷ καὶ φωνῇ μεγάλῃ εἶπε· τί ἐμοὶ καὶ σοί, Ἰησοῦ, υἱὲ τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου; δέομαί σου, μή με βασανίσῃς. 
29. παρήγγειλε γὰρ τῷ πνεύματι τῷ ἀκαθάρτῳ ἐξελθεῖν ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου. πολλοῖς γὰρ χρόνοις συνηρπάκει αὐτόν, καὶ ἐδεσμεῖτο ἁλύσεσι καὶ πέδαις φυλασσόμενος, καὶ διαρρήσσων τὰ δεσμὰ ἠλαύνετο ὑπὸ τοῦ δαίμονος εἰς τὰς ἐρήμους. 
30. ἐπηρώτησε δὲ αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς λέγων· τί σοί ἐστιν ὄνομα; ὁ δὲ εἶπε· λεγεών· ὅτι δαιμόνια πολλὰ εἰσῆλθεν εἰς αὐτόν· 
31. καὶ παρεκάλει αὐτὸν ἵνα μὴ ἐπιτάξῃ αὐτοῖς εἰς τὴν ἄβυσσον ἀπελθεῖν. 
32. ἦν δὲ ἐκεῖ ἀγέλη χοίρων ἱκανῶν βοσκομένων ἐν τῷ ὄρει· καὶ παρεκάλουν αὐτὸν ἵνα ἐπιτρέψῃ αὐτοῖς εἰς ἐκείνους εἰσελθεῖν· καὶ ἐπέτρεψεν αὐτοῖς. 
33. ἐξελθόντα δὲ τὰ δαιμόνια ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου εἰσῆλθον εἰς τοὺς χοίρους, καὶ ὥρμησεν ἡ ἀγέλη κατὰ τοῦ κρημνοῦ εἰς τὴν λίμνην καὶ ἀπεπνίγη. 
34. ἰδόντες δὲ οἱ βόσκοντες τὸ γεγενημένον ἔφυγον, καὶ ἀπήγγειλαν εἰς τὴν πόλιν καὶ εἰς τοὺς ἀγρούς.
35. ἐξῆλθον δὲ ἰδεῖν τὸ γεγονός, καὶ ἦλθον πρὸς τὸν Ἰησοῦν καὶ εὗρον καθήμενον τὸν ἄνθρωπον, ἀφ’ οὗ τὰ δαιμόνια ἐξεληλύθει, ἱματισμένον καὶ σωφρονοῦντα παρὰ τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ, καὶ ἐφοβήθησαν.
36. ἀπήγγειλαν δὲ αὐτοῖς οἱ ἰδόντες πῶς ἐσώθη ὁ δαιμονισθείς. 
37. καὶ ἠρώτησαν αὐτὸν ἅπαν τὸ πλῆθος τῆς περιχώρου τῶν Γαδαρηνῶν ἀπελθεῖν ἀπ’ αὐτῶν, ὅτι φόβῳ μεγάλῳ συνείχοντο. αὐτὸς δὲ ἐμβὰς εἰς τὸ πλοῖον ὑπέστρεψεν. 
38. ἐδέετο δὲ αὐτοῦ ὁ ἀνήρ, ἀφ’ οὗ ἐξεληλύθει τὰ δαιμόνια, εἶναι σὺν αὐτῷ· ἀπέλυσε δὲ αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς λέγων· 
39. ὑπόστρεφε εἰς τὸν οἶκόν σου καὶ διηγοῦ ὅσα ἐποίησέ σοι ὁ Θεός. καὶ ἀπῆλθε καθ’ ὅλην τὴν πόλιν κηρύσσων ὅσα ἐποίησεν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς.



Sunday, October 14, 2018

Κυριακὴ Δ’ Λουκᾶ

Αποτέλεσμα εικόνας για δ λουκα

(Λουκ. 8,5-15)

Εἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύτην·
5. ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι τὸν σπόρον αὐτοῦ. καὶ ἐν τῷ σπείρειν αὐτὸν ὃ μὲν ἔπεσε παρὰ τὴν ὁδόν, καὶ κατεπατήθη, καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ κατέφαγεν αὐτό·
6. καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐπὶ τὴν πέτραν, καὶ φυὲν ἐξηράνθη διὰ τὸ μὴ ἔχειν ἰκμάδα·
7. καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐν μέσῳ τῶν ἀκανθῶν, καὶ συμφυεῖσαι αἱ ἄκανθαι ἀπέπνιξαν αὐτό· 8. καὶ ἕτερον ἔπεσεν εἰς τὴν γῆν τὴν ἀγαθήν, καὶ φυὲν ἐποίησε καρπὸν ἑκατονταπλασίονα.
9. Ἐπηρώτων δὲ αὐτὸν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ λέγοντες· τίς εἴη ἡ παραβολή αὕτη. 
10. ὁ δὲ εἶπεν· ὑμῖν δέδοται γνῶναι τὰ μυστήρια τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τοῖς δὲ λοιποῖς ἐν παραβολαῖς, ἵνα βλέποντες μὴ βλέπωσι καὶ ἀκούοντες μὴ συνιῶσιν. 
11. Ἔστι δὲ αὕτη ἡ παραβολή· ὁ σπόρος ἐστὶν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ· 
12. οἱ δὲ παρὰ τὴν ὁδόν εἰσιν οἱ ἀκούσαντες, εἶτα ἔρχεται ὁ διάβολος καὶ αἴρει τὸν λόγον ἀπὸ τῆς καρδίας αὐτῶν, ἵνα μὴ πιστεύσαντες σωθῶσιν. 
13. οἱ δὲ ἐπὶ τῆς πέτρας οἳ ὅταν ἀκούσωσι, μετὰ χαρᾶς δέχονται τὸν λόγον, καὶ οὗτοι ῥίζαν οὐκ ἔχουσιν, οἳ πρὸς καιρὸν πιστεύουσι καὶ ἐν καιρῷ πειρασμοῦ ἀφίστανται. 
14. τὸ δὲ εἰς τὰς ἀκάνθας πεσόν, οὗτοί εἰσιν οἱ ἀκούσαντες, καὶ ὑπὸ μεριμνῶν καὶ πλούτου καὶ ἡδονῶν τοῦ βίου πορευόμενοι συμπνίγονται καὶ οὐ τελεσφοροῦσι. 
15. τὸ δὲ ἐν τῇ καλῇ γῇ, οὗτοί εἰσιν οἵτινες ἐν καρδίᾳ καλῇ καὶ ἀγαθῇ ἀκούσαντες τὸν λόγον κατέχουσι καὶ καρποφοροῦσιν ἐν ὑπομονῇ. [Ταῦτα λέγων ἐφώνει· ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω][5].

https://aerapatera.wordpress.com/2018/10/14/κυριακὴ-δ-λουκᾶ-2/




Friday, October 12, 2018

Ταξιδιωτικό ημερολόγιο - από τον Καναδά στην Αμερική - Νιού Χαμσάιρ


Το πρωί της Κυριακής ίσα ίσα θα προλάβουμε το Δι’ ευχών στον μικρό ναό της αγίας Μαρκέλλας και της αγίας Ειρήνης Χρυσοβαλάντου. Κάθομαι σε μια καρέκλα της τελευταίας σιεράς μέχρι να φύγουν όλοι οι πιστοί. Ανασαίνω το λιβάνι, κοιτάζω τις φορητές εικόνες στους τοίχους της μακρόστενης σαν βαγόνι τρένου εκκλησίας και ακούω τις συζητήσεις των ενοριτών που περνούν από δίπλα μου. Καλωσορίσματα και αποχαιρετισμούς ανταλλάσσουν, μιας και άλλοι μόλις ήρθαν από την Ελλάδα κι άλλοι ετοιμάζονται να πάνε. “Ο άγιος την φύλαξε την Κέρκυρα”, λέει ένας ηλικιωμένος άρτι αφιχθείς από το νησί του σε έναν μεσήλικα. Αδειάζει ο ναός κι ο Κυριάκος βγαίνει στο δρόμο να περιμένει τον Κιγιά που θα έρθει να μας πάρει για έναν καφέ πριν φύγουμε. Κάθε φορά που αδειάζει ένας ναός, θυμάμαι τη γερόντισσα Γαβριηλία που συμβούλευε να μη φεύγουμε αμέσως από τον ναό μόλις τελειώνει η Λειτουργία, γιατί οι άγγελοι είναι ακόμα εκεί, μην τους αφήνουμε μόνους. Κάθομαι και ησυχάζω και το αφτί μου πιάνει χαμηλές φωνές πισω από το τέμπλο. Σηκώνομαι και πλησιάζω, στέκομαι στο δεξί αναλόγιο. Έχω τόσο ανάγκη να ακούσω δυο γράμματα και έτσι μένω εκεί και κατά κάποιον τρόπο “κρυφακούω” την κατάλυση του ιερέα και ευφορούμαι.
Βγαίνω κι εγώ έξω, ο Κιγιά καθυστερεί, ο ιερέας με τη σύζυγό του μας βλέπουν, μας πλησιάζουν αυθόρμητα και μας καλωσορίζουν σαν να μας γνωρίζουν και συνομιλούμε για λίγο. Η κοινή πατρίδα είναι ικανή συνθήκη για να έρχονται κοντά άγνωστοι άνθρωποι.  Θα αποχαιρετίσουμε το Μόντρεαλ πίνοντας τον καφέ μας με τον Πέρση μουσικό φίλο μας και την πανέμορφη Κεμπεκουά σύζυγό του. Θα επιστρέψουμε στο ξενοδοχείο για να πάρουμε τις αποσκευές μας και στη 1.00 θα δούμε τον ηλικιωμένο ελληνοαμερικάνο φίλο μας ιερέα με τον ανιψιό του. Θα μπούμε στο αυτοκίνητό τους για το δεύτερο κομμάτι του ταξιδιού μας στο Νιου Χάμςαιρ.
Δεν έχω συνειδητοποιήσει πως θα περάσουμε από τον Καναδά στην Αμερική. Εξάλλου, τίποτα στη φύση δεν προδίδει τον χωρισμό του κόσμου σε εθνικά κράτη. Η φύση παραμένει αδιαίρετη και στην προκειμένη περίπτωση σχεδόν εξουθενωτικά εντυπωσιακή. Σαν παλιό κρασί  που δε χορταίνεις να το πίνεις και να σε μεθά, σαν πρώτο φιλί που δε θες να τελειώσει, ο καταιγισμός των πλέον θερμών χρωμάτων σε πολιορκεί και μέσα τους λιώνεις. Δε θα ξαναπώ κακή κουβέντα για το Φθινόπωρο, σκέφτομαι. Εδώ δικαιώνεται η βασιλεία της χάρης του κι εγώ γίνομαι ορκισμένος υποτακτικός του.
Τρεις ώρες θα διασχίσουμε το όνειρο. Τα σύνορα θα αποτελέσουν ένα αιφνιδιαστικό ξύπνημα. Αμερικανοί στρατιώτες ντυμένοι με σκούρες μπλε στολές, θα ελέγξουν τα διαβατήριά μας και θα μας πουν να περιμένουμε. Μας παραπέμπουν σε άλλο γραφείο. Θα τα ξαναδούν και θα αρχίσουν τις ερωτήσεις. Εστιάζουν, βέβαια, στο διαβατήριο του Κυριάκου που έχει σφραγίδες σχεδόν από όλον τον κόσμο. Αυτή όμως που τους προκαλεί το ενδιαφέρον ειναι του Μαρόκου. Γιατί πήγατε στη Φες και τι κάνατε, τον ρωτούν. Τους εξηγεί πως ως μουσικός ταξιδεύει σε διάφορες χώρες και πως στη Φες συμμετείχε σε εάν μεγάλο φεστιβάλ. Ο αστυνομικός δε θα αρκεστεί στην απάντηση. Θα χτυπήσει το όνομα του φεστιβάλ στην αναζήτησή του ίντερνετ για να βεβαιωθεί πως αυτό υπάρχει πράγματι. Μ’ αυτά και μ’ αυτά κάποτε μας επιτρέπουν την είσοδο. Οι φίλοι, μάς λένε πως κάποιοι ξένοι που τους κρατούν έτσι λίγο παραπάνω για έλεγχο, μπαίνουν τρομαγμένοι στα αυτοκίνητά τους και φεύγουν παρατώντας τα διαβατήριά τους. Κανείς δεν τους κυνηγάει απ’ τα ύνορα και νομίζουν πως γλύτωσαν. Στα πέντε χιλιόμετρα όμως τους περιμένει ένα περιπολικό. 
Η κίνηση προς τα σύνορα ήταν τόσο μεγάλη που έχουμε καθυστερήσει με κίνδυνο ο ανιψιός του ιερέα να χάσει την πτήση του για Νέα Υόρκη. Σε είκοσι λεπτά όμως φτάνουμε στο αεροδρόμιο και τον αποχαιρετούμε. Ειναι κι αυτό το παλικάρι σαν ένας από τους πολλούς που ταξιδεύουν κάθέ βδομάδα Νέα Υόρκη, δουλεύοντας για μεγάλες πολυεθνικές για δέκα, δώδεκα, δεκαπέντε ώρες τη μέρα, και επιστρέφουν στο σπίτι που διατηρούν στο πολύ πιο ανθρώπινο Μόντρεαλ το Σαββατοκύριακο.
Ο ιερέας παίρνει το τιμόνι, είναι νωρίς το απόγευμα και λέμε να σταματήσουμε κάπου στο δρόμο να τσιμπήσουμε κάτι. Είναι ένα απ’ αυτά τα μαγαζιά που βλέπουμε στις ταινίες. Με το που μπαίνω, σκιάζομαι. Επικρατεί τόση φασαρία, άγριες φωνές, γέλια τρανταχτά σαν από θηρία, που από την ταραχή μου δεν ξέρω τι να κάνω και πού να πάω. Παράλληλοι πάγκοι πάνω στους οποίους υπάρχουν μερίδες φαγητών και μπύρες, καθισμένοι άνδρες και γυναίκες καθένας μόνος του, αλλά σαν μια καλή παρέα ξένων, κοιτάζουν τις οθόνες των τηλεοράσεων που κρέμονται πάνω απ’ το κεφάλι τους. Είναι Κυριακή απόγευμα και παρακολουθούν τους προκριματικούς αγώνες  ποδόοφαίρου. Σχολιάζουν, παθιάζονται, γελούν, βρίζουν και όλες οι εκφράσεις τους έχουν μια ακραία ένταση, σαν αντιδραστικό ξέσπασμα σε μια επιβεβλημένη διασκέδαση απ’ την οποία δεν μπορούν να ξεφύσουν. Τηγανητές πατάτες με γαρίδες, πράσινη σαλάτα και κόκα κόλα. Έτσι, για να νιώσουμε στο μεδούλι μας το Αmerica Dream.
Η νύχτα μας πιάνει στο δρόμο. Σταματούμε στη μέση του πουθενά για έναν καφέ στο χέρι. Μαι ηλικιωμένη γυναίκα που ψωνίζει, καταλαβαίνοντας πως είμαστε Έλληνες, μας λέει πως στο γυμνάσιο έκανε αρχαία ελληνικά και για να μας το αποδείξει αρχίζει και κλίνει το ρήμα  “λύω”. 
Πάίρνουμε τον καφέ μας σε ένα τεράστιο χάρτινο κύπελλο και πηγαίνουμε πισω από το μαγαζί δίπλα στο ποτάμι. Σπάνια σε ένα ταξίδι για δουλειά έχουμε την πολυτέλεια να κλέψουμε λίγες μέρες για να χαρούμε έναν τόπο, φίλους και την φιλοξενία τους. Φαίνεται όμως πως στην παρούσα περίπτωση, τίποτα δεν μπορούσε να αντισταθεί στην καλοσύνη του ογδοντάχρονου ιερέως και την Αβραμιαία φιλοξενία που θα μας χαρίσει για μια εβδομάδα. Όταν φτάνουμε στο σπίτι του, στο περίφημο Νιού Χάμσαϊρ, είναι νύχτα με ψιλόβροχο και αρκετή ψύχρα. Θα μας περιγράψει τη λίμνη που βρίσκεται στο βάθος, τη γειτονιά των είκοσι σπιτιών που αποτελούν τον οικισμό και τα βουνά που τον περιτριγυρίζουν. Τίποτα απ’ αυτά δε θα δούμε μέσα στο σκοτάδι. Θα σκαρφαλώσουμε στο ψηλό κρεβάτι για να κοιμηθούμε βαθιά και το πρωί θα ξετυλιχθεί στα μάτια μας το θαύμα της ομορφιάς που ο Θεός γενναιόδωρα χάρισε σ’ αυτόν τον τόπο.