Labels

Wednesday, October 28, 2015

Ἡ Ἁγὶα Σκὲπη τῆς Θεοτὸκου

 


Η Αγία Σκέπη της Θεοτόκου

Στα χρόνια του βασιλέως Λέοντος του Μεγάλου (457-474 μ. Χ.) ζούσε στην Κων/πολη ο όσιος Ανδρέας, ο κατά Χριστόν σαλός.
Σαλός είναι ο τρελλός και κατά Χριστόν σαλοί ονομάζονται κάποιοι άγιοι, οι οποίοι κάνανε κάποια περίεργα και παράλογα πράγματα, με απώτερο σκοπό να τους θεωρούν παλαβούς ή παλιανθρώπους και να μη τους τιμούν οι άνθρωποι·
και έτσι αυτοί να ζουν με ταπείνωση και στην αφάνεια. Μια νύχτα που γινότανε αγρυπνία στο ναό της Παναγίας των Βλαχερνών, ο όσιος Ανδρέας μαζί με τον μαθητή του Επιφάνιο, που έγινε αργότερα πατριάρχης Κων/πόλεως (520-536 μ. Χ.), είδαν την Υπεραγία Θεοτόκο οφθαλμοφανώς, όχι σε όραμα, να μπαίνει από την κεντρική πύλη του ναού.
Την συνόδευαν οι Ιωάννης ο Πρόδρομος και Ιωάννης ο Θεολόγος και πλήθος αγγέλων.
Αφού μπήκε μέσα στο ναό προχώρησε στον σολέα.
Εκεί γονάτισε και προσευχήθηκε πολλή ώρα με θερμά δάκρυα υπέρ της σωτηρίας των πιστών, ενώ την βλέπανε μόνο ο Ανδρέας και ο Επιφάνιος.
Αφού προσευχήθηκε για πολύ η Θεοτόκος σηκώθηκε και μπήκε μέσα στο ιερό, όπου φυλασσόταν το μαφόριο της δηλαδή το τσεμπέρι της, το πήρε στα χέρια της και βγαίνοντας έξω το άπλωσε πάνω από τους πιστούς, για να δείξει ότι τους σκέπει και τους προστατεύει. 

Αυτό είναι το γεγονός το οποίο στάθηκε αφορμή η Εκκλησία μας να καθιερώσει την γιορτή της αγίας Σκέπης δηλαδή τη γιορτή προς τιμή της Παναγίας, η οποία σκεπάζει (σκέπει) και προστατεύει το λαό του Θεού και φωτίζει τους πιστούς στο δρόμο για την τελείωση. 
Μας σκεπάζει με τις προσευχές της, με τις παρακλήσεις της και με τα δάκρυά της. 
Η Παναγία μας άπλωσε το μαφόριο της εντός του ναού και σκέπασε όσους αγρυπνούσαν και προσευχόταν.
Με την ενέργεια αυτή θέλει να πει ότι πρέπει να έχουμε ουσιαστική σχέση με την Εκκλησία για να μας σκεπάσει με τις πρεσβείες της. Την εορτή της αγίας Σκέπης τη γιορτάζουμε κάθε χρόνο στις 28 Οκτωβρίου.

Η ΑΓΙΑ ΣΚΕΠΗ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ  
ΚΑΙ ΤΟ ΕΠΟΣ ΤΟΥ 1940

Δεν είναι τυχαίο ότι οι δύο σημαντικότερες εθνικές γιορτές του έθνους μας έχουν το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό να συνεορτάζονται με μία γιορτή της Παναγίας. Την 25η Μαρτίου γιορτάζουμε τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου και την 28η Οκτωβρίου την Αγία Σκέπη της Θεοτόκου.
Η γιορτή αυτή μετατέθηκε από την εκκλησία μας το 1952 από την 1η Οκτωβρίου την 28η ως ένδειξη ευγνωμοσύνης προς τη μητέρα του Θεού για τη σκέπη και την προστασία της στον αγώνα των Ελλήνων απέναντι στον αλαζονικό ιταλικό στρατό.
Δεν χωράει αμφιβολία ότι η εποποιία του 1940, αποτελεί ένα θαύμα, είναι ένα από τα πολλά θαύματα στην ιστορία των Ελλήνων. Δεν μπορεί να είναι καρπός αποκλειστικά ανθρώπινου αγώνα. Η θεϊκή χάρη συνεργάσθηκε με την ανθρώπινη προσπάθεια. Και είναι δίκαιο που μαζί με τα θριαμβευτικά σαλπίσματα πάνω από τους τάφους των ηρώων, σήμαναν δοξαστικές καμπάνες για ένα ‘’ευχαριστώ’’ στην Παναγία, σ’ εκείνη, στην οποία η εθνική συνείδηση απέδωσε για μια ακόμα φορά ‘’τα νικητήρια’’. Τη Σκέπη των αγωνιστών. Την Ελευθερώτρια των σκλαβωμένων.
Γιατί στα κρίσιμα χρόνια του πολέμου οι Έλληνες εμπιστεύθηκαν στα χέρια της Παναγίας τον αγώνα τους. Ζήτησαν τη μητρική προστασία της για να υπερασπιστούν τα δίκαιά τους. Και ήταν τόση η πίστη τους, ώστε την έβλεπαν να τους εμψυχώνει και να τους σκεπάζει, καθώς πολεμούσαν απεγνωσμένα στα χιονισμένα βουνά της Πίνδου και της Αλβανίας. Η άλλοτε Υπέρμαχος Στρατηγός των Ρωμηών γίνεται η Αγία Σκέπη των αγωνιστών και το θαύμα επαναλαμβάνεται. Χάρη στην πίστη που θερμαίνει τις ψυχές τους οι μαχητές περιφρονούν τη λογική των αριθμών και αντιστέκονται στις σιδερόφρακτες εχθρικές στρατιές με ηρωισμό που κινεί τον παγκόσμιο θαυμασμό.

ΤΑ ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΣΚΕΠΗΣ 
ΣΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ ΤΟΥ 1940

Στὸ μέτωπο, σ᾿ ὅλη τὴ γραμμή, ἀπὸ τὴ γαλανὴ θάλασσα τοῦ Ἰονίου μέχρι ψηλὰ τὶς παγωμένες Πρέσπες, ὁ ἑλληνικὸς στρατὸς ἄρχιζε νὰ βλέπει παντοῦ τὸ ἴδιο ὅραμα: Ἔβλεπε τὶς νύχτες μία γυναικεία μορφὴ νὰ βαδίζει ψηλόλιγνη, ἄλαφροπερπατητη, μὲ τὴν καλύπτρα τῆς ἄναριγμενη ἀπὸ τὸ κεφάλι στοὺς ὤμους. Τὴν ἀναγνώριζε, τὴν ἤξερε ἀπὸ παλιά, τοῦ τὴν εἶχαν τραγουδήσει ὅταν ἦταν μωρὸ κι ὀνειρευόταν στὴν κούνια. Ἦταν ἡ μάνα ἡ μεγαλόψυχη στὸν πόνο καὶ στὴν δόξα, ἡ λαβωμένη τῆς Τήνου, ἡ ὑπέρμαχος Στρατηγός.

Γράμμα ἀπὸ τὴ Μόροβα
Ὁ Τάσος Ρηγοπούλας, στρατευμένος στὴν Ἀλβανία τὸ 1940, ἔστειλε ἀπὸ τὸ μέτωπο τὸ παρακάτω γράμμα στὸν ἀδελφό του. «Ἀδελφέ μου Νίκο.
Σοὺ γράφω ἀπὸ μία ἀετοφωλιά, τετρακόσια μέτρα ψηλότερη ἀπὸ τὴν κορυφὴ τῆς Πάρνηθας. Ἡ φύση τριγύρω εἶναι πάλλευκη. Σκοπός μου ὅμως δὲν εἶναι νὰ σοῦ περιγράψω τὰ θέλγητρα μίας χιονισμένης Μόροβας μὲ ὅλο τὸ ἄγριο μεγαλεῖο της. Σκοπός μου εἶναι νὰ σοῦ μεταδώσω αὐτὸ ποὺ ἔζησα, ποὺ τὸ εἶδα μὲ τὰ μάτια μου καὶ ποὺ φοβᾶμαι μήπως, ἀκούγοντας τὸ ἀπὸ ἄλλους, δὲν τὸ πιστέψεις.
Λίγες στιγμὲς πρὶν ὁρμήσουμε γιὰ τὰ ὀχυρὰ τῆς Μόροβας, εἴδαμε σὲ ἀπόσταση καμιὰ δεκαριὰ μέτρων μία ψηλὴ μαυροφόρα νὰ στέκει ἀκίνητη.
– Τὶς εἶ; Μιλιά…
Ὁ σκοπὸς θυμωμένος ξαναφώναξε: -Τὶς εἰ;
Τότε, σὰν νὰ μᾶς πέρασε ὅλους ἠλεκτρικὸ ρεῦμα, ψιθυρίσαμε: Ἡ ΠΑΝΑΓΙΑ!
Ἐκείνη ὅρμησε ἐμπρὸς σὰν νὰ εἶχε φτερὰ ἀετοῦ. Ἐμεῖς ἀπὸ πίσω της. Συνεχῶς τὴν αἰσθανόμασταν νὰ μᾶς μεταγγίζει ἀντρειοσύνη. Ὁλόκληρη ἑβδομάδα παλέψαμε σκληρά, γιὰ νὰ καταλάβουμε τὰ ὀχυρὰ Ἰβάν-Μόροβας.
Ὑπογραμμίζω πὼς ἡ ἐπίθεσή μας πέτυχε τοὺς Ἰταλοὺς στὴν ἀλλαγὴ τῶν μονάδων τους. Τὰ παλιὰ τμήματα εἶχαν τραβηχτεῖ πίσω καὶ τὰ καινούργια… κοιμοῦνταν! Τὸ τί ἔπαθαν δὲν περιγράφεται. Ἐκείνη ὁρμοῦσε πάντα μπροστά. Κι ὅταν πιὰ νικητὲς ροβολούσαμε πρὸς τὴν ἀνυπεράσπιστη Κορυτσά, τότε ἡ Ὑπέρμαχος ἔγινε ἀτμός, νέφος ἁπαλὸ καὶ χάθηκε».

Θαῦμα στὸ Μπούμπεση

Ζωντανὸ θαῦμα τῆς Παναγίας ἔζησαν στὸν ἑλληνοϊταλικὸ πόλεμο οἱ στρατιῶτες τοῦ 51ου ἀνεξαρτήτου τάγματος, μὲ διοικητὴ τὸν ταγματάρχη Πετράκη, στὴν κορυφογραμμὴ τοῦ Ροντένη, δεξιά της θρυλικῆς Κλεισούρας.
Κάθε βράδυ, ἀπὸ τὶς 22-1-1941 καὶ ἔπειτα, στὶς 9.20 ἀκριβῶς, τὸ βαρὺ ἰταλικὸ πυροβολικὸ ἄρχιζε βολὴ ἐναντίον τοῦ τάγματος Πετράκη καὶ τοῦ δρόμου, ἀπ᾿ ὅπου περνοῦσαν τὰ μεταγωγικά. Πέρασαν ἡμέρες καὶ τὸ κακὸ συνεχιζόταν, δημιουργώντας ἐκνευρισμὸ καὶ ἀπώλειες. Τολμηροὶ ἀνιχνευτὲς τῶν ἐμπροσθοφυλακῶν καὶ ἀεροπόροι ἐξαπολύθηκαν μέχρι βαθιὰ στὶς ἰταλικὲς γραμμές, ἀλλὰ ἐπέστρεψαν ἄπρακτοι. Δὲν μποροῦσαν νὰ ἐντοπίσουν τὰ ἰταλικὰ πυροβόλα, ἴσως γιατὶ οἱ Ἰταλοὶ κάθε βράδυ τὰ μετακινοῦσαν.
Ἦταν ὅμως ἀπόλυτη ἀνάγκη νὰ ἐντοπισθοῦν οἱ ἐχθρικὲς θέσεις. Ἕνα βράδυ τοῦ Φεβρουαρίου ἀκούστηκαν πάλι οἱ ὁμοβροντίες τῶν ἰταλικῶν κανονιῶν.
– Παναγία μου, φώναξε τότε ὁ ταγματάρχης ἐντελῶς αὐθόρμητα, βοήθησέ μας! Σῶσε μας ἀπ᾿ αὐτοὺς τοὺς δαίμονες.
Ἀμέσως στὸ βάθος πρόβαλε ἕνα φωτεινὸ σύννεφο. Σιγὰ-σιγὰ σχημάτισε κάτι σὰν φωτοστέφανο. Καὶ κάτω ἀπ᾿ αὐτὸ μερικὰ ἀσημένια συννεφάκια σχημάτισαν τὴ μορφὴ τῆς Παναγίας, ἡ ὁποία ἄρχισε νὰ γέρνει πρὸς τὴ γῆ καὶ στάθηκε σ᾿ ἕνα φαράγγι, ἀνάμεσα σὲ δυὸ ὑψώματα τοῦ Μπούμπεση. Τὸ ὅραμα τὸ εἶδαν ὅλοι στὸ τάγμα καὶ ρίγησαν.
– Θαῦμα! βροντοφώναξε ὁ ταγματάρχης.
– Θαῦμα! Θαῦμα! ἐπανέλαβαν οἱ στρατιῶτες καὶ σταυροκοπήθηκαν.
Ἀμέσως ἔφυγε ἕνας σύνδεσμος μὲ σημείωμα τοῦ Πετράκη γιὰ τὴν πυροβολαρχία τοῦ Τζήμα. Σὲ δέκα λεπτὰ βρόντησαν τὰ ἑλληνικὰ κανόνια καὶ σὲ εἴκοσι ἐσίγησαν τὰ ἰταλικά. οἱ ὀβίδες μας εἶχαν πετύχει ἀπόλυτα τὸν στόχο.


https://aerapatera.wordpress.com/2015/10/28/ἡ-ἁγὶα-σκὲπη-τῆς-θεοτὸκου/

Γιώργος Σαραντάρης: Ιταλός, Έλληνας ή στρατιώτης ποιητής;



Επιλέγουμε να παρουσιάσουμε ένα μικρό πορτρέτο του ποιητή Γιώργου Σαραντάρη, εν είδει αναφοράς στην επέτειο της 28ης Οκτωβρίου. Ο ποιητής Σαραντάρης, παραμονές του ελληνοϊταλικού πολέμου αρχίζει να μετατρέπεται σε στρατιώτη Σαραντάρη. Και η σύγχυση παραμένει στο μυαλό του μέχρι τις τελευταίες του ώρες. Η οποία βαθαίνει περισσότερο, όταν χρειάζεται να αναλογιστεί την εθνικότητά του: Έλληνας ή Ιταλός; 
Το πρόσωπο και το έργο αντιπροσωπεύουν αυτή τη νέα πνοή που χρειαζόταν ο πνευματικός κόσμος στις αρχές της δεκαετίας του 1930 για να κάνει το ποιοτικό άλμα προς τα εμπρός – είναι ο Γιώργος Σαραντάρης. Στα μάτια των συνδαιτημόνων του υπήρξε ένας «απόκοσμος» εκπρόσωπος της ποίησης και της φιλοσοφίας, ο Ιταλός ελληνόφωνος και ο Έλληνας ιταλόφωνος, που βρέθηκε στην προπολεμική Αθήνα για να συνδέσει τη μοίρα του με μία από τις πιο έντονες σελίδες των νεοελληνικών γραμμάτων, τη λεγόμενη «Γενιά του Τριάντα». Άλλο τόσο συνέδεσε τη βιωμένη αλήθεια του, ως διανοούμενος, με τις κακουχίες του αλβανικού μετώπου: βρέθηκε ως στρατιώτης στην πρώτη γραμμή, σίγουρα ανίκανος να υπερασπιστεί οποιαδήποτε ιδέα ή τον εαυτό του, υπέκυψε τον Φεβρουάριο του 1941, σε ηλικία 33 ετών.
Από τη σκοπιά της φιλολογίας και της κριτικής, ο Σαραντάρης είναι ποιητής και εισηγητής της ανανεωμένης ευρωπαϊκής αντίληψης στη λογοτεχνία και τις ιδέες, σε μια Ελλάδα καταρρακωμένη από τη μικρασιατική καταστροφή, την κοινωνική αναστάτωση και τον οικονομικό στραγγαλισμό από το ΔΝΤ και τους δανειστές… Η παρουσία του στα ελληνικά γράμματα  -είναι πια κοινός τόπος- προσέδωσε μίαν αδιόρατη αλλά ισχυρή ώθηση στη μουδιασμένη και προφανώς αποκομμένη λογοτεχνική κοινότητα από τις διεθνείς εξελίξεις του Μεσοπολέμου.

Ο κόσμος των λέξεων είναι πλασμένος από νοήματα χειμαρρώδη, εικόνες φωτερές και προσδοκίες˙ για εκείνον, το πνεύμα και η αιωνιότητα είναι σύντροφοι στο όραμα του ανθρώπου. Αγαπούσε το ωραίο, ως έννοια πολύσημη, ως αντίληψη επίπλαστη αλλά και γόνιμη, σταθερή. Σε αντίθεση με αυτά, ήταν φανερή η ανικανότητά του να διαχειριστεί τη ρεαλιστική πραγματικότητα… Οι οικείοι, οι φίλοι, οι ομότεχνοι, όλοι όσοι σχετίστηκαν μαζί του στα λίγα χρόνια που έζησε στην Ελλάδα (από το 1931 κι εξής), κάνουν λόγο για μια φιγούρα αλλόκοτη, ιδιόμορφη, ωστόσο ελκυστική: αδιαφορούσε για την εξωτερική εμφάνισή του, παθιαζόταν μιλώντας για τα θέματα που αυτός πίστευε πρωταρχικής σημασίας, διεκδικούσε από τους συνομιλητές του μιαν ανάλογη -με τη δική του σοβαρότητα- εμπεριστατωμένη άποψη. Ήταν επίσης τα ελληνικά του κακοδιατυπωμένα και φτωχά (με έντονη ιταλική προφορά κι ανεπαρκή λεξιλογικό πλούτο) ώστε σε αντιθετικό συνδυασμό με την πλούσια γνωσιακή σκευή του (νέες, αυτούσιες ποιητικές προτάσεις και στοιχεία της σύγχρονης φιλοσοφικής παιδείας) δεν επέτρεπαν στις καλλιτεχνικές παρέες της εποχής να τον πλησιάσουν, να ταυτιστούν με τις εκφραστικές ανησυχίες και προεκτάσεις της σκέψης του. Αυτή η μετέωρη φιγούρα, ως εκ τούτου, ήταν επόμενο είτε να κερδίσει τον θαυμασμό είτε να παρεξηγηθεί και να θεωρηθεί αποδιοπομπαίος. 

Κι όμως, ήταν ο Σαραντάρης εκείνος ο οποίος ανακάλυψε την ποιητική φλέβα του Οδυσσέα Ελύτη, λ.χ., παροτρύνοντάς τον να δοκιμαστεί στον στίβο της πρώτης δημοσίευσης. Όπως επίσης, ήταν ο νεαρός παθιασμένος ομιλητής στη Φοιτητική Λέσχη ή στο Προαύλιο του Πανεπιστημίου Αθηνών που διατύπωνε τη δική του κοσμοθεωρία αδιαφορώντας για τα ρητορικά κλισέ, τη λογοκρατία των φιλοσόφων και τη σύγχρονη θεωρητική μεθοδολογία, στεκόμενος ανάμεσα σε ακμάζουσες προσωπικότητες όπως ο Κ. Δεσποτόπουλος, ο Κ. Τσάτσος, ο Ι. Συκουτρής.
Η εικόνα του μέσα από τη σύγχρονη προσέγγιση του έργου που κατέλιπε, θα μπορέσει να αποκατασταθεί μόνον διαμέσου της μελέτης του ποιητή και του φιλοσόφου, ως ένα όλον. Ο «ένας εισχωρούσε μέσα στον άλλον», όπως ακριβώς είχε παρατηρήσει ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος (γνώριμός του από τα χρόνια της θητείας του ως κοινωνιολόγος στη Φιλοσοφική της Αθήνας). Πάντως, για τον Σαραντάρη έχει κομβική σημασία η αλήθεια, η οποία συνεπάγεται τη συνείδηση. «Γι’ αυτό θέλει την πραγματικότητα-ύπαρξη», έγραφε στο πρώτο του στοχαστικό δοκίμιο (Συμβολή σε μια φιλοσοφία της ύπαρξης, 1937). «Ο άνθρωπος για να ζήσει τη ζωή του λογικά και σύμφωνα με όλες τις δυνατότητες της καθολικής του φύσης πρέπει να είναι βέβαιος για τη δική του πραγματικότητα, πρέπει δηλαδή να μπορέσει, να επιτύχει να θεωρήσει τη δική του πραγματικότητα, πραγματικότητα-ύπαρξη, μόνην πραγματικότητα». Αλλά και στην ποίηση έδινε ανάλογη δυνατότητα προσέγγισης της ανθρώπινης ύπαρξης, στην αυτάρκεια και τη δυνατότητά της να ορίσει την πραγματικότητα. Γράφει χαρακτηριστικά:

«…Κάπου ο κίνδυνος είναι μεγάλος
Όμως αυθόρμητα τραβάμε ίσια 
Προχωρούμε όχι πια μέσα στη μουσική 
Αλλά μέσα στο θάνατο 
Κι ο δρόμος μας δεν έχει τέλος» 

(στη συλλογή Στους φίλους μιας άλλης χαράς, 1940).


Ο Σαραντάρης γεννήθηκε και ανδρώθηκε σε καλλιεργημένο περιβάλλον: οικογένεια εμπόρων ελληνικής καταγωγής, αστικός ορίζοντας μεταξύ Κωνσταντινούπολης και Ιταλίας, επαφή με την «καρδιά» της καλλιτεχνικής πραγματικότητας στην Ευρώπη. Το ελληνικό «πέρασμά» του υπήρξε γόνιμο, ευεπίφορο μα συνάμα καταστροφικό για τον ίδιο. Οικοδομώντας τη δική του, την ιδιότυπη ίσως για κάποιους ελληνικότητα στη συνείδησή του, επιδίωξε να δώσει μορφή σ’ έναν κοσμοπολιτισμό και σε μια ρηξικέλευθη διάθεση πρωτοπορίας.
Ωστόσο, στις παραμονές του ελληνοϊταλικού πολέμου βρέθηκε ενώπιος ενωπίω με τον εαυτό του: τι ακριβώς προασπίζει η θηριωδία ενός πολέμου; Η δύσκολη συνθήκη της μάχης στα ηπειρώτικα βουνά, το αδιέξοδο από την αγωνία της επιβίωσης, η πλήρης υποταγή στην ειμαρμένη της πραγματικότητας, μπορούν να θεωρηθούν δεδομένα για τον Σαραντάρη, που πίστευε ότι τραγική κατάληξη για τον άνθρωπο είναι ο πόλεμος:
«Πολιτισμένος είναι μονάχα όποιος πιστεύει στην αιωνιότητα του ανθρώπου»,
υποστηρίζοντας ότι αυτή η βαρβαρότητα δεν επιτρέπει στην ύπαρξη να υψωθεί στη διάστασή της, να οδηγηθεί «η διάνοια και το αίσθημα κάτω από την πυκνή και λογική της πίστης στον άνθρωπο…».
Το πρόωρο τέλος του είχε προδιαγραφεί. Όπως σημειώνει στα «Ανοιχτά Χαρτιά» ο Οδυσσέας Ελύτης, ήταν η πιο άδικη επιλογή αυτός ο «εύθραυστος διανοούμενος που μόλις στεκότανε στα πόδια του» να σταλεί στο μέτωπο: «Φαίνεται ότι πέρασε φριχτές ώρες. Τα χοντρά μυωπικά του γυαλιά, που χωρίς αυτά δεν μπορούσε να κάνει βήμα, τα ‘χασε μέσα στην παραζάλη. Φώναζε βοήθεια στους άλλους φαντάρους, αυτός ο χριστιανός φώναζε βοήθεια˙ και τ’αδέρφια τον κοροϊδεύανε, τα πιο αδίσταχτα βαλθήκανε κιόλας να του κλέβουνε κουβέρτες, μάλλινα, οτιδήποτε χρήσιμο μπορούσε ο δόλιος να κουβαλεί. Απόμεινε σαν το κατατρεγμένο πουλί μέσα στην παγωνιά. Χωρίς να βαρυγκομήσει. Χωρίς να ξεστομίσει έναν πικρό λόγο. Περήφανος, μ’ ένα σώμα ελάχιστο και μια μεγάλη ψυχή…».
Σύμφωνα με τη μαρτυρία συμπολεμιστή του, ο Σαραντάρης είχε δημιουργική έμπνευση παρά τις κακουχίες. Κάπου στην περιοχή της Κλεισούρας συναπαντήθηκαν. Εκείνος ήταν εξαντλημένος, πεινασμένος και ωχρός στην όψη. Μέσα από το χιτώνιό του έβγαλε έναν μάτσο χαρτιά – το ένα ήταν ιατρική γνωμάτευση που τον έστελνε στο νοσοκομείο στα Γιάννενα, το άλλο ήταν ένα ποίημα –μάλλον το τελευταίο του– γραμμένο σε αντίσκηνο:

«Εγώ που οδοιπόρησα 
Με τους ποιμένες της Πρεμετής 
Είχα τα μάτια μου 
Παντοτεινά στραμμένα 
Στο εωθινό σου πρόσωπο…».
Επιστρέφοντας στην Αθήνα (Φεβρουάριος 1941) βρέθηκε σε ιδιωτική κλινική στην Οδό Τροίας. Υπέφερε από τύφο. Η μαρτυρία της ποιήτριας Μελισσάνθης δίνει την τελευταία εικόνα του: «αποσαρκωμένος σαν βυζαντινός άγιος», «άνθρωπος κάποιου άλλου κόσμου». Ύστερα από μερικές ημέρες υπέκυψε εξαιτίας της έλλειψης αντιβιοτικών.
Μέσα στην αναταραχή του πολέμου, της Κατοχής, του Εμφυλίου, η φιγούρα του έμεινε στο περιθώριο της μνήμης, τόσο από τους φίλους όσο και από τους ομοτέχνους του. Το σύνολο του αρχειακού υλικού που συγκεντρώθηκε αργότερα, δεν έμελλε να λάβει τη δέουσα προσοχή και αξιοποίηση. Πέρασαν αρκετές δεκαετίες ώστε ο Σαραντάρης να βρει τον δρόμο του ανάμεσα στους αναγνώστες και τους νεότερους ποιητές. Οι φιλολογικές μελέτες, οι ανθολογίες, τα κριτικά κείμενα γύρω από το έργο του αυξάνονται γεωμετρικά, παρ’ όλ’ αυτά. Και το πιο σημαντικό σ’ αυτή τη συζήτηση κατατίθεται από τον ίδιο:

«Τα κύματα είναι οι ψυχές των ανθρώπων που αληθινά δεν πεθαίνουν, δηλαδή οι ψυχές όλων των ανθρώπων της γης, που πραγματικά τραγουδάν, όταν σωπαίνει ο ήλιος. Δεν πεθαίνουν οι άνθρωποι, δεν πεθαίνουν τα κύματα, όποιους κοιτάζει τα κύματα ξεχνάει και τούτο ακόμα, πως κάποτε φαινομενικά θα πεθάνει».

Monday, October 26, 2015

Τραγούδι του άη Δημήτρη



Δημήτριος σημαίνει ανθός, σημαίνει κυπαρίσσι,
πίστη που σειει τα βουνά στου Κύριου τη ρήση.
Της Σαλονικης καύχημα, της χώρας μας καμάρι,
σηκώνει όλους τους καημούς και όλα μας τα βάρη
και τα πηγαίνει στο Θεό για να μας ξαλαφρώσει,
να ανασάνουμε οι φτωχοί κι ο πόνος να μερώσει.
Ήτανε στρατιωτικός, σοφός μα και ωραίος
και πάνω απ' όλα χριστιανός που ένιωθε το χρέος
το χάρισμα που του 'δωσε ο Πλάστης, να αποδώσει
πίσω, τριπλό και τετραπλό ως να το ξεχρεώσει.
Κήρυττε μέσα στο λουτρό, στον πόλεμο ήταν πρώτος,
η καλοσύνη του άστραφτε, τα λόγια του σαν κρότος
δονούσαν τις κλειστές καρδιές και τις ανανταριάζαν
κι όλες τους ξεκλειδώνονταν και προς το Φως κοιτάζαν.
Τον μίσησε ο μισόκαλος κι έβαλε συκοφάντες
να πουν στον Μαξιμιανό να μην ακούει τους πάντες
που λέγανε παινέματα κι επαίνους για τις χάρες
του νέου που διόρισε διοικητή στους χάρτες
της Θεσσαλίας της τρανής και της Μακεδονίας
γιατί 'ναι, είπαν, οπαδός εκείνης της θρησκείας
που δεν γνωρίζει για θεούς τον Δία και τον Κρόνο
παρ' έχει έναν μοναχά Θεό κι αυτόν λατρεύει μόνο.
Οργίζεται ο βασιλιάς, κι αμέσως τους προστάζει
να φέρουν τον Δημήτριο κι αρχίζει να του τάζει
πλούτη και δόξα και τιμές για ν' αλλαξοπιστήσει.
Μα ο Δημήτρης θαρρετά του λέει να σταματήσει.
"Δεν τον αλλάζω τον Χριστό, ό,τι και να μου δώσεις
όσα μου λες δεν πιάνουνε μία σ' όλες τις δόσεις
φωτός, χαράς, παρηγοριάς κι αγάπης του Θεού μου
που στην καρδιά μου κατοικεί, Άρχοντας του ναού μου!"
"Στις φυλακές, στα κάτεργα και μέσα στα μπουντρούμια
κλείστε τον, φύλακες, εμπρός, μέχρι να γίνει μούμια.
Ύστερα για το πένταθλο ν' αρχίσουν οι αγώνες!
Θέλω το αίμα να κυλά ποτάμι στους αιώνες!  
Πού 'ναι ο Λυαίος; Φέρτε τον κι αμέσως ξεκινήστε
τους χριστιανούς τους άπιστους στα δόντια του να ρίξτε!" 
Τρέχουν εδώ, τρέχουν εκεί, οι φύλακες ιδρώνουν, 
κι αν άλλοι μένουν απαθείς, άλλοι το μετανιώνουν.
Αρκούδα γιγαντόσωμη τους μοιάζει ο Λυαίος
μα κάποιος στέκει απέναντι. Ποιος είναι αυτός ο νέος;
Σηκώνεται ο βασιλιάς, τον ζώνουνε τα πάθια.
"Πού πας παλικαράκι μου, γυμνός μέσα στ' αγκάθια;
Τη μάνα σου τη ρώτησες; Στον κύρη σου το είπες;
Βλαστάρι είκοσι χρονών,  στης γης να μπεις τις τρύπες;"
" Στο όνομα κείνου του Θεού, που 'ναι του Δημητρίου,
ήρθα να πάρω τη ζωή ετούτου του θηρίου" 
Τον λόγο δεν απόσωσε και το σπαθί του χώνει
μες στου Λυαίου την καρδιά κι ο Νέστωρ  τον σκοτώνει.
Ο βασιλιάς οργίζεται, "Πάρτε του το κεφάλι", 
προστάζει έντρομος, γιατί, θ' ακολουθήσουν κι άλλοι...
Κι αν γίνουν όλοι χριστιανοί και μείνει μοναχός του
γι' αυτόν θα 'ρθει ο θάνατος, ακούγεται ο αχός του.
"Σκοτώστε τον Δημήτριο", ουρλιάζει λυσσασμένος
"με λόγχη ή και με σπαθί να σβήσει ο χαμένος".
Κόκκινο αίμα άγιο κυλά και κάποιος μπαίνει
ποτίζει το μαντίλι του κι αμέσως ξαναβγαίνει
Τρέχει σε αρρώστους και νεκρους κι όλους καλά τους κάνει!
Είναι ο Λούπος που γι' αυτό που κάνει θα πεθάνει.
Άγγελοι κατεβαίνουνε και στέφανα μοιράζουν.
Πανηγυρίζει ο ουρανός, τα σύμπαντα γιορτάζουν!
Ο Λούπος και ο Νέστορας, σαν μαθητές, πηγαίνουν
πίσω από τον δάσκαλο κι οι άγγελοι τους ρένουν!
Η Σαλονίκη τους κοιτά και σύσσωμη φωνάζει:
"Δημήτριε την πόλη σου σκέπαζε και σου ταζει
να σ' έχει πάντα οδηγό και φύλακα στρατιώτη
και πολιούχο ζηλευτό σε ομορφιά και νιότη!"













Sunday, October 25, 2015

Ο άγιος μεγαλομάρτυρας Δημήτριος ο Μυροβλήτης



   
Ο Άγιος Δημήτριος γεννήθηκε το 284 στην Θεσσαλονίκη. Έζησε στα χρόνια όπου βασιλείς ήταν ο Διοκλητιανός και ο Μαξιμιανός Ερκουλίου, οι οποίοι όρισαν Καίσαρα Αχαΐας και Μακεδονίας τον Μαξιμιανό Γαλέριο. Ο τελευταίος ήταν μέλος της γνωστής “Τετραρχίας” και παρακίνησε τον Ρωμαίο Αυτοκράτορα Διοκλητιανό να κάνει έναν φρικτό πόλεμο εναντίον των χριστιανών, όπως μέχρι τότε δεν είχε συμβεί ξανά. Η εποχή εκείνη ήταν πραγματικά φρικιαστική και ισχύει μέχρι σήμερα ως η κατεξοχήν “εποχή των μαρτύρων” του χριστιανισμού. 
    Ο Άγιος Δημήτριος κατάγονταν από ευσεβείς γονείς, από τους επισήμους “άρχοντας των Μακεδόνων”. Καταγινόταν δε κυρίως εις το να μαθαίνει το καλό και να γυμνάζεται εις την πολεμικήν τέχνη, διότι αυτό συνδυάζει άριστα τη φρόνηση και την ανδρεία με τη στρατηγική πείρα (1). Φαίνεται ότι γενικά έκανε μεγάλη εντύπωση ο Άγιος και δεν είναι παράξενο ότι η φήμη του έφτασε στα αυτιά του Αυτοκράτορα Γαλερίου. Τον κάλεσε κοντά του και τον προσέλαβε ως μέλος της συγκλήτου της πόλεως. Λίγο αργότερα του έδωσε δε το αξίωμα του Δούκου κάνοντάς τον στρατηγό όλης της Θεσσαλίας. Εκτός των σωματικών και στρατιωτικών του χαρισμάτων, ήταν προικισμένος και με πνευματικά χαρίσματα. Ο Άγιος Δημήτριος ήταν εκλεκτό μέλος της Εκκλησίας της Θεσσαλονίκης και ευλαβής Χριστιανός.
    “Γένους σεμνότητος, ουσίας αφθόνου, ισχύος σώματος, κάλλους ισότης, ηθών ευγένεια και η δια πάντων τούτων αρμονία και σύμβασις”. Εις τα χαρίσματα αυτά προσετέθη η μόρφωσις και η παιδεία, “η των λόγων άσκησις εγγύς συνέφυ”. Με την πνευματικήν του υπεροχήν την ωραία εμφάνιση, την ευσέβεια και την ηθικήν του γενναιότητα ο Δημήτριος έγινε πολύ γρήγορα γνωστός σε ολόκληρη την πόλη, “αντί ψυχής τη πόλει καθίσταται” και προεβλήθη ως ιδεώδες τελείου ανθρώπου. (2)...
    Ήταν μορφωμένος και είχε άριστη παιδεία, αλλά χάρη του Αγίου Πνεύματος έγινε “όπλον και αμυντήριον ενυπόστατον” και “ουδείς είχεν αντιστήναι τη του Δημητρίου σοφία και τω Πνεύματι ο ελάλει”. Δεν περιορίστηκε μόνο στην Θεσσαλονίκη, αλλά κήρυξε και στην Αττική και την Αχαΐα, ώστε να λέμε για αυτόν ότι κατέστη “θαύμα εν λόγοις θείοις Δημήτριος και ευωδία Χριστού”. 
    Ο κατεξοχήν χώρος διδασκαλίας του Αγίου ήταν η “χαλκευτική στοά” που βρισκόταν σε έναν υπόγειο Ναό της Αειπαρθένου Θεομήτορος και βρισκόταν κοντά στο δημόσιο λουρό. 
    Ήδη ο αυτοκράτωρ Μαξιμιανός Ερκούλιος ευρισκόμενος στη Θεσσαλονίκη, για να συγκεντρώσει στρατό εναντίον των Ισαύρων, εκτιμώντας το λαμπρόν, περίδοξον και περίβλεπτον γένος του Δημητρίου, ως επίσης και τις αρετές που συνεκέντρωνε, τον είχε ανακηρύξει ανθύπατον και αυθέντην όλης της Ελλάδος δίδοντάς του την ανάλογη στρατιωτική στολή, το δακτύλιο και τον υπατικό ωρατίωνα, τα οποία έφερε ως διακριτικά της στρατιωτικής εξουσίας του, αλλά και ως μυστικά σύμβολα της διδασκαλικής αξίας και προεδρίας, που μυστικά του εχάρισε ο αληθινός και Ουράνιος Βασιλεύς του, ο Χριστός. (3) 
  ...Όταν ο Μαξιμιανός επέστρεφε νικητής στην Θεσσαλονίκη, τον έπιασαν μερικοί ειδωλολάτρες και του είπαν: 
    “Μεγαλειώτατε, σε παρακαλούμεν να μας ακούσεις, διότι επιθυμούμε το συμφέρον της βασιλείας σου. Γνώρισε λοιπόν, πως ο Δημήτριος, ο οποίος ετιμήθη με τον βαθμό του ηγεμόνος της Θεσσαλίας, αρνήθηκε την παραδοσιακή θρησκεία και πιστεύει εις τον Χριστόν, εκείνον τον οποίον εσταύρωσαν οι Εβραίοι. Επιπλέον, κηρύττει φανερά αυτόν τον Χριστόν ως Θεόν αληθινόν. Και καθημερινώς ακούνε τους πλανεμένους λόγους του οι άνθρωποι, αφήνουν την θρησκεία τους και γίνονται Χριστιανοί”. 
    Όταν τα άκουσε αυτά ο βασιλιάς, διέταξε να φέρουν τον Δημήτριο μπροστά του για να μιλήσει ο ίδιος μαζί του. Απ' ότι μας λέει ο βίος του, ξέρουμε ότι ο βασιλιάς λυπήθηκε που θα έχανε έναν τέτοιον αξιόλογο άνθρωπο. 
    Όταν τον βρήκαν στην “χαλκευτική στοά” να κηρύττει τον λόγο του Θεού, ο Άγιος δεν αντιστάθηκε καθόλου...  Τον άρπαξαν βίαια και τον έσυραν στον βασιλιά. 
    Βλέποντάς τον ο βασιλιάς του είπε: 
    “Τέτοια τιμή περίμενα να μου δώσεις; Έτσι ήλπιζα να με τιμάς και σε ανεβίβασα σε τέτοιο βαθμό; Εγώ σε ανέδειξα ηγεμόνα της Θεσσαλονίκης και συ ούτε ένα μίλι δεν εξήλθες της πόλεως δια να με προϋπαντήσεις;” 
    Ο Άγιος του αποκρίθηκε: 
    “Βασιλιά μου, εγώ τιμώ την βασιλεία σου, τιμώ όμως περισσότερο από εσένα τον Θεό του ουρανού και της γης, ο οποίος είναι βασιλιάς όλου του κόσμου”... 
      “Και ποιος είναι ο Θεός σου και βασιλεύς;”... 
  “Ο Κύριος Ιησούς Χριστός, εκείνος είναι Θεός αληθινός και Βασιλεύς Παντοκράτωρ”...
    Ο βασιλιάς εξοργίστηκε... Και του λέει: 
  “Λοιπόν αυτόν πιστεύεις εσύ και δια τούτο δεν καταδέχεσαι εμάς, ανάξιε της τιμής; Και τι καλό είδες από τον Χριστό σου και τον έχεις Θεό και Βασιλέα; Δεν είναι θεός ο Ζεύς, ο Απόλλων και οι λοιποί, αλλά ο Χριστός σου; Δεν σε τίμησα εγώ και σε διόρισα ηγεμόνα της Θεσσαλίας; Αυτά αποδίδεις σε εμάς, αχάριστε άνθρωπε; Τέτοιος φαίνεσαι προς τους μεγάλους θεούς και εμάς; Εγώ λοιπόν θα σου ανταποδώσω κατά την μολυσμένη γνώμη σου. Θα βασανισθείς και θα τιμωρηθείς με πολλά βάσανα για να μάθεις ποιος είμαι εγώ και ποιος είσαι εσύ, και τι μπορεί να κάνει ο Θεός σου για σένα”...
    “Βασιλιά, τις τιμωρίες και τα βάσανα με τα οποία με απειλείς, εγώ τα θεωρώ ως χαρά και αγαλλίαση, διότι αυτά θα μου χαρίσουν την βασιλεία των ουρανών και ατελείωτη τιμή”...
Για να τον κάνει να λυγίσει, ο βασιλιάς πρόσταξε να φυλακιστεί ο Άγιος σε ένα παλιό υπόγειο λουτρό όπου χύνονταν τα απόνερα της πόλεως. Ενώ τον οδηγούσαν οι στρατιώτες σε εκείνο τον τόπο, εμφανίσθηκε ένας μεγάλος σκορπιός και προσπαθούσε να κεντρίσει τον Άγιο Δημήτριο. Ο Άγιος θυμήθηκε τα λόγια του Κυρίου μας, έκανε το σημείο του Τιμίου Σταυρού και είπε: “Εις το όνομα του Ιησού Χριστού, ο οποίος είπε να πατάμε επάνω όφεων και σκορπίων και επί πάσαν την δύναμιν του εχθρού”, πάτησε τον σκορπιό και τον συνέτριψε. Απευθείας εμφανίσθηκε Άγγελος Κυρίου και είπε στον Άγιο: 
    “Χαίρε Δημήτριε στρατιώτα του Χριστού, έχε θάρρος, ενδυναμού και νίκα τους εχθρούς σου”.
    Ο Άγγελος κρατούσε δε ένα χρυσό στεφάνι και το έβαλε στο κεφάλι του Δημητρίου...
      Έτσι και ο Μεγαλομάρτυρας Δημήτριος έλαβε το στεφάνι τις αθανασίας από τον Άγγελο, το οποίο ήταν συνάμα και θεία παρηγοριά αλλά και μεγαλύτερο βραβείο απ' ότι θα μπορούσε να του έδινε οποιοσδήποτε γήινος Άρχοντας και Αυτοκράτορας.
   
 Είχε έρθει η εποχή του «πεντάθλου» και ο α βασιλιάς έκατσε σε τόπο ψηλό για να δει τους αγώνες της πάλης. Υπήρχε ένας παλαιστής που ήταν άνθρωπος του βασιλιά. Από όψη τρομακτικός, ένας Γολιάθ της εποχής εκείνης. Το όνομά του ήταν Λυαίος και με κάθε του νίκη, προξενούσε τιμή και έπαινο στον βασιλιά και λάμβανε από τον βασιλιά πλούσια δώρα.
    Ένας γνωστός του Αγίου Δημητρίου ήταν ο Άγιος Νέστορας. Ήταν κρυφός Χριστιανός και νέος σε ηλικία, περίπου είκοσι ετών. Βλέποντας λοιπόν τον Λυαίο να σκοτώνει τόσους ανθρώπους και συνάμα τον βασιλιά να ευχαριστείται με τις νίκες του και με το αίμα που έβλεπε να ρέει, ο Άγιος Νέστορας πήγε στον χώρο όπου ήταν φυλακισμένος ο Μεγαλομάρτυρας και του είπε:
    “Δούλε του Θεού, του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και αυθέντα μου, ο μιαρός βασιλιάς χαίρεται με τις πράξεις του Λυαίου. Η ψυχή μου επιθυμεί να παλέψει μαζί του, μόνον ευλόγησόν με και ενδυνάμωσόν με να υπάγω να τον νικήσω”. 
    Ο Άγιος Δημήτριος, εφόσον έκανε το σημείο του σταυρού στο μέτωπο του νέου, του είπε τα εξής προφητικά λόγια: 
    “Ύπαγε και τον Λυαίο θα νικήσεις και υπέρ του Χριστού θα μαρτυρήσεις”.
    Με την ευλογία του Μεγαλομάρτυρος λοιπόν, ξεκίνησε ο Άγιος Νέστορας για το δικό του μαρτύριο. Έφτασε στο πεδίο της πάλης και φώναζε στον Λυαίο να έρθει και να παλέψει μαζί του. Βλέποντας ο βασιλιάς αυτή την σκηνή και την μικρή ηλικία του Νέστορα, του είπε: 
    “Νεανία, δεν λυπήθηκες τη ζωή σου, αλλά ήλθες να παλαίψεις με τον Λυαίο; δεν βλέπεις πόσους νίκησε; Δεν βλέπεις πόσα αίματα έχυσε; Δεν λυπάσαι την ομορφιά και τα νειάτα σου; Μήπως αναγκάζεσαι από τη πτωχεία να επιθυμείς τον θάνατό σου; Δεν πρέπει όμως να συμπλακείς με τον Λυαίο για να μη θανατωθείς. Αν δε είσαι πτωχός, να σε πλουτίσω εγώ, μόνο να μην απολέσεις τη ζωή σου”. 
    Ο Άγιος Νέστορας (...) κατέβηκε στην αρένα, στάθηκε μπροστά στον Λυαίο και φώναξε με δυνατή φωνή: 
    “Ο Θεός του Δημητρίου βοήθει μοι”.
    Χτύπησε τον Λυαίο με το σπαθί του στην καρδιά και αυτός έπεσε αμέσως νεκρός. Θέλοντας να μάθει ο βασιλιάς με ποιες μαγείες σκότωσε ο Νέστορας τον Λυαίο, ο Άγιος του απάντησε:
    “Εγώ βασιλιά μου δεν ενίκησα τον Λυαίο με μαγείες, αλλά με την δύναμη του Ιησού Χριστού, του αληθινού Θεού”. 
    Ενώ είχε εκπληρωθεί η μισή προφητεία του Μεγαλομάρτυρα Δημητρίου, έφτασε η ώρα να εκπληρωθεί και το δεύτερο μέρος της. Ο Άγιος Νέστορας, ομολογώντας θαρραλέα την πίστη του, στον βασιλιά,  έλαβε μαρτυρικό θάνατο μετά από διαταγή του βασιλέα να τον βγάλουν έξω από την Χρυσή Πύλη και να τον αποκεφαλίσουν. 
    Ο βασιλιάς έμαθε ότι ο Άγιος Νέστορας επισκέφτηκε τον Άγιο Δημήτριο και ότι νίκησε τον Λυαίο με τις δικές του οδηγίες. Έτσι λοιπόν έδωσε εντολή να θανατωθεί ο Άγιος του Θεού Δημήτριος. 
    Όταν ο Άγιος είδε να μπαίνουν οι στρατιώτες με τις λόγχες τους, σήκωσε το δεξί του χέρι για να τον λογχεύσουν. Και όντως, η πρώτη λόγχη τον τρύπησε σε εκείνο το σημείο, στο πλευρό κάτω από το δεξί του χέρι. Έτσι πέθανε ο Άγιος Δημήτριος (...) το έτος 305 μ.Χ. και ενταφιάστηκε από ευλαβείς χριστιανούς στο σημείο του μαρτυρίου του. 
    Ο Άγιος Λούπος, που ήταν φίλος του Μεγαλομάρτυρα Δημητρίου, έβγαλε το δακτυλίδι του Αγίου, πήρε και το μανδήλιον και το επανωφόρι του, το έβαψε στο αίμα του Αγίου Δημητρίου και με αυτά έκανε πολλά θαύματα. Γιάτρευε αρρώστους και θεράπευε δαιμονισμένους. Ο λυσσασμένος βασιλιάς, μόλις έμαθε για τον Άγιο Λούπο, διέταξε να θανατωθεί, όπως και έγινε. Ο τόπος όπου αποκεφαλίστηκε ο Άγιος Λούπος ονομάζεται Τριβουνάλιο. Ο Άγιος Μεγαλομάρτυρας Δημήτριος ο Μυροβλύτης, είναι ο Πολιούχος και προστάτης της Θεσσαλονίκης. Μετά το θάνατό του, έκανε άπειρα θαύματα και συνεχίζει και κάνει μέχρι σήμερα. Έχει σώσει την πόλη πολλές φορές από σίγουρη καταστροφή, αλλά βοηθάει και τους ανθρώπους που τον επικαλούνται. 
    Υπήρξε «ηγαπημένος του Χριστού μαθητής ή παις ή φίλος άκρος και οικειότατος» και υπέστη το μαρτύριό του, όπως μας λέει ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, «κατά χάριν του Δεσπότου μίμησιν». 
Ο Άγιος Νικόλαος ο Καβάσιλας έγραψε για τον Άγιο Δημήτριο: «Εμαρτύρησεν εκείνος επί Ποντίου Πιλάτου την καλήν ομολογίαν, εμαρτύρησας και αυτός την καλήν ομολογίαν εκείνω. Δεδεμένον έμαθες εδέθης αυτός. Εδέξατο τη πλευρά την πληγήν ο Δεσπότης και συ τούτω τω μέρει τα πληγάς εκείνας εδέξω. Υπέρ ανθρώπων εκείνος είλετο την τελευτήν υπέρ αυτού και των ανθρώπων ετελεύτησας αυτός. Ω Χριστού μεν εταίρε, Χριστού δε μιμητά”. “Πάσα δε η πόλις παρρησιαζόμεθα την ευσέβειαν, επί τω μαρτυρίω του Μεγάλου Δημητρίου καυχώμενοι»...  


Σύνοψη από το:

Κυριακὴ ΣΤ᾽ Λουκᾶ

(Λουκ. 8,26-39)

Τῷ καιρῷ ἐκείνω, ἐλθόντι τῷ Ἰησοῦ
26. εἰς τὴν χώραν τῶν Γαδαρηνῶν, 
27. ὑπήντησεν αὐτῷ ἀνήρ τις ἐκ τῆς πόλεως, ὃς εἶχε δαιμόνια ἐκ χρόνων ἱκανῶν, καὶ ἱμάτιον οὐκ ἐνεδιδύσκετο καὶ ἐν οἰκίᾳ οὐκ ἔμενεν, ἀλλ’ ἐν τοῖς μνήμασιν. 
28. ἰδὼν δὲ τὸν Ἰησοῦν καὶ ἀνακράξας προσέπεσεν αὐτῷ καὶ φωνῇ μεγάλῃ εἶπε· τί ἐμοὶ καὶ σοί, Ἰησοῦ, υἱὲ τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου; δέομαί σου, μή με βασανίσῃς. 
29. παρήγγειλε γὰρ τῷ πνεύματι τῷ ἀκαθάρτῳ ἐξελθεῖν ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου. πολλοῖς γὰρ χρόνοις συνηρπάκει αὐτόν, καὶ ἐδεσμεῖτο ἁλύσεσι καὶ πέδαις φυλασσόμενος, καὶ διαρρήσσων τὰ δεσμὰ ἠλαύνετο ὑπὸ τοῦ δαίμονος εἰς τὰς ἐρήμους. 
30. ἐπηρώτησε δὲ αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς λέγων· τί σοί ἐστιν ὄνομα; ὁ δὲ εἶπε· λεγεών· ὅτι δαιμόνια πολλὰ εἰσῆλθεν εἰς αὐτόν· 
31. καὶ παρεκάλει αὐτὸν ἵνα μὴ ἐπιτάξῃ αὐτοῖς εἰς τὴν ἄβυσσον ἀπελθεῖν.
32. ἦν δὲ ἐκεῖ ἀγέλη χοίρων ἱκανῶν βοσκομένων ἐν τῷ ὄρει· καὶ παρεκάλουν αὐτὸν ἵνα ἐπιτρέψῃ αὐτοῖς εἰς ἐκείνους εἰσελθεῖν· καὶ ἐπέτρεψεν αὐτοῖς. 
33. ἐξελθόντα δὲ τὰ δαιμόνια ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου εἰσῆλθον εἰς τοὺς χοίρους, καὶ ὥρμησεν ἡ ἀγέλη κατὰ τοῦ κρημνοῦ εἰς τὴν λίμνην καὶ ἀπεπνίγη.
34. ἰδόντες δὲ οἱ βόσκοντες τὸ γεγενημένον ἔφυγον, καὶ ἀπήγγειλαν εἰς τὴν πόλιν καὶ εἰς τοὺς ἀγρούς. 
35. ἐξῆλθον δὲ ἰδεῖν τὸ γεγονός, καὶ ἦλθον πρὸς τὸν Ἰησοῦν καὶ εὗρον καθήμενον τὸν ἄνθρωπον, ἀφ’ οὗ τὰ δαιμόνια ἐξεληλύθει, ἱματισμένον καὶ σωφρονοῦντα παρὰ τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ, καὶ ἐφοβήθησαν.
36. ἀπήγγειλαν δὲ αὐτοῖς οἱ ἰδόντες πῶς ἐσώθη ὁ δαιμονισθείς.
37. καὶ ἠρώτησαν αὐτὸν ἅπαν τὸ πλῆθος τῆς περιχώρου τῶν Γαδαρηνῶν ἀπελθεῖν ἀπ’ αὐτῶν, ὅτι φόβῳ μεγάλῳ συνείχοντο. αὐτὸς δὲ ἐμβὰς εἰς τὸ πλοῖον ὑπέστρεψεν. 
38. ἐδέετο δὲ αὐτοῦ ὁ ἀνήρ, ἀφ’ οὗ ἐξεληλύθει τὰ δαιμόνια, εἶναι σὺν αὐτῷ· ἀπέλυσε δὲ αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς λέγων· 
39. ὑπόστρεφε εἰς τὸν οἶκόν σου καὶ διηγοῦ ὅσα ἐποίησέ σοι ὁ Θεός. καὶ ἀπῆλθε καθ’ ὅλην τὴν πόλιν κηρύσσων ὅσα ἐποίησεν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς.



Friday, October 23, 2015

Άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθέος



Κληθεὶς ἀδελφὸς τοῦ Κατακρίτου ξύλῳ
Θνῄσκεις δι' αὐτόν, παμμάκαρ, κρουσθεὶς ξύλῳ.
Ἐσθλὸν Ἀδελφόθεον τριτάτῃ ξύλῳ εἰκάδι πλῆξαν.
Ο Ιάκωβος ο Αδελφόθεος, ο αποκαλούμενος και δίκαιος, είναι άγιος της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, έζησε κατά την αποστολική εποχή, ενώ υπήρξε ο πρώτος επίσκοπος της εκκλησίας των Ιεροσολύμων και ο συγγραφέας της ομώνυμης Καθολικής Επιστολής καθώς και του κειμένου της πρώτης Θείας Λειτουργίας. Έγινε μαθητής του Ιησού μετά την Ανάσταση και πέθανε μαρτυρικά, όταν καταδικάστηκε από το συνέδριο των Σαδδουκαίων
Ο ΒΙΟΣ ΤΟΥ: Α΄ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ Α. ΓΡΑΦΗ: 
Στην Αγία Γραφή συναντάμε συχνά την ονομασία Αδελφόθεος, είτε για τον Ιάκωβο, είτε για τον Ιούδα, τον Ιωσή, κ.α. Οι θεωρίες που διατυπώθηκαν για αυτή την ονομασία είναι δύο:
Σύμφωνα με τον Ιερώνυμο, ο όρος πρέπει να κατανοηθεί ως εξάδελφοι του Χριστού, ενώ κατά το Επιφάνιο, οι Αδελφόθεοι ήταν παιδιά του Μνήστορος Ιωσήφ από προηγούμενο γάμο του. Η πλέον σωστή είναι του Επιφανίου. Πέραν αυτού, είναι γνωστό πως η μητέρα του Ιησού δεν είχε άλλα δικά της παιδιά, καθώς σε μία τέτοια περίπτωση ο Ιησούς δε θα χρειαζόταν να αφήσει τον Ιωάννη να φροντίζει τη μητέρα του, σαν γιος της, όπως ο ίδιος τον αποκάλεσε από το Σταυρό (Ιωαν. κ΄ 4).
Αλλά εκτός αυτού ονομάζεται Αδελφόθεος για τους εξής λόγους: “Πρώτον, για την θαυμαστή πολιτεία του και τις πολλές αρετές του, εξ αιτίας των οποίων ονομαζόταν από όλους δίκαιος. Δεύτερον, επειδή δεν ήταν συγκαταριθμημένος στον χορό των δώδεκα Αποστόλων και δεν είχε το προνόμιο να ονομάζεται Απόστολος, του δόθηκε το προνόμιο να ονομάζεται Αδελφόθεος και τρίτον, επειδή έκανε τον Χριστό συγκληρονόμο στο μερίδιο της πατρικής περιουσίας, ενώ οι άλλοι τρεις αδελφοί του αρνήθηκαν να πράξουν το ίδιο1”. Ετιμάτο περισσότερο από όλα τα αδέλφια του και αυτό φαίνεται και από τα όσα λέγει ο ιερός Χρυσόστομος για τους συγγενείς του Χριστού κατά σάρκα. Ότι, δηλαδή, ονομάζονταν από όλους τους πιστούς Δεσπόσυνοι, αλλά ο άγιος Ιάκωβος “εθεωρείτο ο πρώτος των Δεσποσύνων απάντων”.
Ο Απ. Παύλος μας αναφέρει ότι ο Ιησούς εμφανίστηκε μετά την ανάσταση στον Ιάκωβο και εν συνεχεία στους αποστόλους (Α΄ Κορ. ιε΄ 7), δείχνοντάς μας έτσι πως κλήθηκε με ιδιαίτερο τρόπο στο αποστολικό αξίωμα, όπως και ο ίδιος. Η σημαντική θέση μάλιστα που κατείχε στη συνείδηση των μελών της αρχαίας εκκλησίας διαφαίνεται και από τα λόγια του Αποστόλου Παύλου, ο οποίος χαρακτηρίζει τον Ιάκωβο ως «στύλο» (Γαλ. β΄ 9) και “αποστόλο” (Γαλ. α΄ 19). Ο Ευαγγελιστής Λουκάς μας αναφέρει στο βιβλίο των Πράξεων των Αποστόλων πως όταν ο Πέτρος αποφυλακίστηκε με θαυμαστό τρόπο, κατευθύνθηκε στο σπίτι της Μαρίας της μητέρας του Μάρκου του Ευαγγελιστού, όπου τελικά ζήτησε να απαγγείλουν τα γενόμενα και στον Ιάκωβο (Πράξεις ιβ΄ 17), ενώ όταν υποχρεώθηκε να φύγει από τα Ιεροσόλυμα, προ του κινδύνου να συλληφθεί ξανά από τον Ηρώδη Αγρίππα, παρήγγειλε να διηγηθούν τα συμβάντα στον Ιάκωβο και τους αδελφούς του (Πράξεις ιβ΄ 17). Κορυφαίοι θεολόγοι εκτιμούν πως τέτοιες κινήσεις εκλαμβάνονται ως η απαρχή της ανάληψης των ηνίων της εκκλησίας των Ιεροσολύμων από τον Ιάκωβο.
Στην Αποστολική σύνοδο (Πράξεις ιε΄ 4-29), όπου χαράχθηκε μια κοινή θέση για τους εξ εθνών χριστιανούς, ο Ιάκωβος διαδραμάτισε σημαντικότατο ρόλο. Ο ίδιος μάλιστα, μέσα από την περιγραφή του σχετικού χωρίου της Α. Γραφής, διαφαίνεται ως ο επικεφαλής της συνόδου. Έτσι λαμβάνει θέση ώστε να επιλυθεί το πρόβλημα με τους εξ εθνών χριστιανούς, τασσόμενος υπέρ της άποψης που έλεγε ότι οι εξ εθνών πιστοί να μην επιβαρύνονται με την περιτομή, αλλά να δοθεί ιδιαίτερη μνεία για την ηθική πορεία του βίου τους και την αποχή από τα έθιμα των ειδωλολατρών (Πρ. ιε΄ 19-20), συμφωνώντας με τη θέση του Απ. Παύλου. Ο Ιάκωβος, αντίθετα με τους υπολοίπους Αποστόλους, φαίνεται πως δεν εγκατέλειψε τα Ιεροσόλυμα, περιορίζοντας την αποστολική του δράση στους Ιουδαίους (Γαλ. β΄9) και μάλιστα στους κατοίκους των Ιεροσολύμων. Οι πληροφορίες από το σημείο αυτό και μετά μέσα στην Καινή Διαθήκη για τον Ιάκωβο σταματούν.
Β΄ ΕΞΩΒΙΒΛΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ – ΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΟ ΤΟΥ ΙΑΚΩΒΟΥ:
Αρκετές πηγές, υπάρχουν σχετικά με το βίο του Ιακώβου. Σύμφωνα με το "ΚαθΕβραίους Ευαγγέλιον", ένα από τα πολλά Απόκρυφα βιβλία, ο Ιάκωβος προετοιμάστηκε περιμένοντας τον Ιησού με αποχή από κάθε τροφή. Το ίδιο κείμενο αποδέχεται, προφανώς λανθασμένα, ότι έλαβε μέρος και στο Μυστικό Δείπνο. Η περίπτωση φυσικά να εμφανίστηκε στο Μυστικό Δείπνο θεωρείται απίθανη, όχι όμως και ο ασκητικός χαρακτήρας του που επιβεβαιώνεται και από άλλους συγγραφείς. Ο Ηγήσιππος, μέσω των κειμένων του ιστορικού της Εκκλησίας Ευσεβίου, μας παρουσιάζει τον Ιάκωβο ως Ναζιραίο (ένα είδος ασκητού της παλαιοδιαθηκικής εποχής) ο οποίος προσευχόταν τόσο πολύ για το λαό, ώστε τα γόνατά του είχαν βγάλει κάλους όμοιους με κάλους καμήλας. Το όνομα "δίκαιος", του αποδόθηκε ένεκα της ασκητικότητάς του. Σύμφωνα με τον Κλήμη Αλεξανδρείας ο Ιάκωβος ήταν ο πρώτος επίσκοπος των Ιεροσολύμων. Ιστορικές μαρτυρίες περί του θανάτου του Ιακώβου λαμβάνουμε από διάφορα απόκρυφα κείμενα, τον Ηγήσιππο, τον Κλήμη Αλεξανδρείας και τον Ιουδαίο ιστορικό Φλάβιο Ιώσηπο. Οι σημαντικότερες από αυτές είναι του Ηγήσιππου, αν και αυτή που σήμερα προκρίνεται ως η πλέον κοντά στην αλήθεια είναι του Ιώσηπου. Σύμφωνα λοιπόν με τον Ηγήσιππο κατά την εβραική εορτή του Πάσχα, οι Γραμματείς και Φαρισαίοι ζήτησαν από τον Ιάκωβο να σταθεί ψηλά, στο πτερύγιο του Ναού και να αποκηρύξει την πίστη του στο Χριστό.
Ο Ιάκωβος έπραξε όμως το αντίθετο με αποτέλεσμα να τον γκρεμίσουν και να τον λιθοβολήσουν. Ένας ιερέας προσπάθησε να τον σώσει, αλλά ένα γναφέας (λευκαντής υφασμάτων ή ίσως βυρσοδέψης) τον σκότωσεμε το ξύλο της δουλειάς του. Σύμφωνα με τον πιο αξιόπιστο Ιώσηπο, έπειτα από το θάνατο του διοικητή Φήστου, ο Καίσαρας έστειλε ως έπαρχο τον Αλβίνο. Πριν όμως φτάσει στην θέση του, ο Σαδδουκαίος αρχιερέας Άνανος συγκάλεσε συνέδριο, το οποίο καταδίκασε τον Ιάκωβο και άλλους λεγόμενους “ασεβείς”, σε θάνατο δια λιθοβολισμού. Οι Φαρισαίοι που ήταν επιεικέστεροι στο γράμμα του νόμου, ενημέρωσαν τον Αλβίνο για το συμβάν, όπως και τον Αγρίππα. Ο Αλβίνος τελικά έστειλε απειλητική επιστολή στον Άνανο, ενώ ο Αγρίππας τον απομάκρυνε από τη θέση του, αλλά ήταν πλέον αργά. Ο Ιάκωβος είχε μαρτυρήσει διά λιθοβολισμού2. Η μνήμη του εορτάζεται από την Εκκλησία μας δύο φορές το χρόνο: Στις 23 Οκτωβρίου και στις 26 Δεκεμβρίου.
Γ΄ Η ΚΑΘΟΛΙΚΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΙΑΚΩΒΟΥ: 
Την μοναδική Επιστολή που συνέγραψε, την πρώτη από τις επτά συνολικά Καθολικές που περιλαμβάνονται στον κανόνα της Κ.αινής Διαθήκης, την απευθύνει όχι προς τους πιστούς μίας συγκεκριμένης τοπικής Εκκλησίας, αλλά προς όλους καθολικώς τους πιστούς, προς όλους τους Ιουδαίους, που πίστευσαν στον Χριστό και ήσαν διεσπαρμένοι σε όλα τα μέρη του κόσμου, και γι’ αυτό ονομάζεται Καθολική Επιστολή. Η επιστολή έχει εγκύκλιο3 χαρακτηρα και γράφτηκε απευθειας στα ελληνικά γιατί και οι αποδέκτες της μιλούσαν την ελληνική και πολλοί απ'αυτούς δε γνωρίζαν τα Εβραϊκά. Στην Επιστολή συμπεριλαμβάνονται μικρά ανεξαρτητα θέματα που ίσως τα είχε κηρύξει ο ίδιος. Προφανώς υπενθυνίζει τα κηρύγματά του στους παλαιούς ακροατές του. “
Στην επιστολή αυτή διδάσκει, πρώτον, την διαφορά που έχουν οι πειρασμοί. Ποιος πειρασμός γίνεται στον άνθρωπο κατά παραχώρηση του Θεού και ποιος προξενείται από την επιθυμία του ανθρώπου. Δεύτερον, ότι οι Χριστιανοί πρέπει να δείχνουν την πίστη τους όχι μόνον με λόγια αλλά κυρίως με έργα. Τρίτον, παραγγέλλει να μη προτιμώνται στην Εκκλησία οι πλούσιοι περισσότερον από τους πτωχούς, αλλά μάλλον να επιπλήττονται οι πλούσιοι ως υπερήφανοι. Τέταρτον δε και τελευταίο, αφού παρηγορεί ο Άγιος εκείνους που αδικούνται και τους παρακινεί να μακροθυμούν και να υπομένουν μέχρι την Δευτέρα παρουσία του Χριστού, δείχνοντάς τους με το παράδειγμα του Ιώβ το πόσον χρήσιμη είναι η υπομονή, παραγγέλλει στους ασθενείς να προσκαλούν τους ιερείς να τους χρίουν με έλαιο (ως προτύπωση του Ιερού Μυστηρίου του Χρίσματος). Και όλοι οι πιστοί να προσπαθούν να επαναφέρουν στο δρόμο της αλήθειας αυτούς που έχουν πλανηθεί από αυτή, επειδή σε αυτούς δίδεται μισθός από τον Κύριο, η άφεση των αμαρτιών τους4”. Στο δ΄κεφάλαιο σημαντική θέση κατέχουν θέματα όπως: “Το ἴδιον θέλημα, οι ηδονές και η φιλία του κόσμου που συνιστούν την υπερηφάνεια. Η ανάγκη υποταγής εις τον Θεόν. Η έννοια το ≪εγγίσατε τω Θεώ≫. Η καθαρότητα των χειρών και η αγνότητα των καρδιών. Η Διόρθωση του κακού και η επιστροφή εις τόν Θεόν.Η καταλαλιά εναντίον των αδελφών.  Η αυτοπεποίθηση για τα μελλοντικά μας σχέδια. Η επερχομένη ταλαιπωρία των εχόντων τον πλούτο και η εσχατολογική της διάστασις.5”'

Δ΄ Η ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΑΓ. ΙΑΚΩΒΟΥ ΤΟΥ ΑΔΕΛΦΟΘΕΟΥ: 
Ο άγιος Ιάκωβος συνέγραψε την πρώτη θεία Λειτουργία, η οποία είναι κατανυκτική και διασώζει τον τρόπο λατρείας των Χριστιανών των Αποστολικών χρόνων. Τελείται και σήμερα, την ημέρα της εορτής του, δυστυχώς σε ελάχιστους Ιερούς Ναούς, μεταξύ των οποίων και στον καθεδρικό Ναό της πόλης μας, τον Α. Αχίλλιο, αλλά και την δεύτερη ημέρα των Χριστουγέννων. 
(H Θεία Λειτουργία του Ιακώβου του Αδελφοθέου βρίσκεται σε ηλεκτρονική μορφή στο διαδίκτυο:www.scribd.om/oikonomouon.)
Κων. Α. Οικονόμου δασκάλου

1. Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, Επτά Καθολικαί Επιστολαί, σελ. 2
2. Σύμφωνα με τον Ιουδαίο ιστορικό Ιώσηπο, ο θάνατος του Ιακώβου συνέβη το 62μ.Χ. (Ιουδαϊκές Αρχαιολογίες, XX, 200).
3. Απευθύνεται σε πολλούς αποδέκτες ταυτοχρόνως.
4. Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, έ.α., σελ. 2,3.


Ἀπολυτίκιον  (Κατέβασμα)
Ἦχος δ’.
Ὡς τοῦ Κυρίου Μαθητής, ἀνεδέξω δίκαιε τὸ Εὐαγγέλιον ὡς Μάρτυς ἔχεις τὸ ἀπαράτρεπτον τὴν παρρησίαν ὡς Ἀδελφόθεος τὸ πρεσβεύειν ὡς Ἱεράρχης. Ἱκέτευε Χριστὸν τὸν Θεόν, σωθήναι τᾶς ψυχᾶς ἠμῶν.



http://aktines.blogspot.gr/2012/10/23.html