Labels

Sunday, September 27, 2020

Κυριακὴ Α´Λουκὰ

 (Λουκ. 5,1-11)

Τῷ καιρῷ ἐκείνω, ἑστὼς ὁ Ἰησοῦς
1. παρὰ τὴν λίμνην Γεννησαρέτ,
2. εἶδε δύο πλοῖα ἑστῶτα παρὰ τὴν λίμνην· οἱ δὲ ἁλιεῖς ἀποβάντες ἀπ’ αὐτῶν ἀπέπλυναν τὰ δίκτυα.
3. ἐμβὰς δὲ εἰς ἓν τῶν πλοίων, ὃ ἦν τοῦ Σίμωνος, ἠρώτησεν αὐτὸν ἀπὸ τῆς γῆς ἐπαναγαγεῖν ὀλίγον· καὶ καθίσας ἐδίδασκεν ἐκ τοῦ πλοίου τοὺς ὄχλους.
4. ὡς δὲ ἐπαύσατο λαλῶν, εἶπε πρὸς τὸν Σίμωνα· ἐπανάγαγε εἰς τὸ βάθος καὶ χαλάσατε τὰ δίκτυα ὑμῶν εἰς ἄγραν. 5. καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Σίμων εἶπεν αὐτῷ· ἐπιστάτα, δι’ ὅλης τῆς νυκτὸς κοπιάσαντες οὐδὲν ἐλάβομεν· ἐπὶ δὲ τῷ ῥήματί σου χαλάσω τὸ δίκτυον.
6. καὶ τοῦτο ποιήσαντες συνέκλεισαν πλῆθος ἰχθύων πολύ· διερρήγνυτο δὲ τὸ δίκτυον αὐτῶν.
7. καὶ κατένευσαν τοῖς μετόχοις τοῖς ἐν τῷ ἑτέρῳ πλοίῳ τοῦ ἐλθόντας συλλαβέσθαι αὐτοῖς· καὶ ἦλθον καὶ ἔπλησαν ἀμφότερα τὰ πλοῖα, ὥστε βυθίζεσθαι αὐτά.
8. ἰδὼν δὲ Σίμων Πέτρος προσέπεσε τοῖς γόνασιν Ἰησοῦ λέγων· ἔξελθε ἀπ’ ἐμοῦ, ὅτι ἀνὴρ ἁμαρτωλός εἰμι, Κύριε. 9. θάμβος γὰρ περιέσχεν αὐτὸν καὶ πάντας τοὺς σὺν αὐτῷ ἐπὶ τῇ ἄγρᾳ τῶν ἰχθύων ᾗ συνέλαβον,
10. ὁμοίως δὲ καὶ Ἰάκωβον καὶ Ἰωάννην, υἱοὺς Ζεβεδαίου, οἳ ἦσαν κοινωνοὶ τῷ Σίμωνι. καὶ εἶπε πρὸς τὸν Σίμωνα ὁ Ἰησοῦς· μὴ φοβοῦ· ἀπὸ τοῦ νῦν ἀνθρώπους ἔσῃ ζωγρῶν.
11. καὶ καταγαγόντες τὰ πλοῖα ἐπὶ τὴν γῆν, ἀφέντες ἅπαντα ἠκολούθησαν αὐτῷ.


https://aerapatera.wordpress.com/2020/09/26/κυριακὴ-α´λουκὰ/

Thursday, September 24, 2020

Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης


Τελειώθηκε ο μακάριος Γέροντας Μεγαλόσχημος Σιλουανός στις δύο το πρωΐ της 11ης/24ης Σεπτεμβρίου 1938 και ενταφιάστηκε στις τέσσερις το απόγευμα της ιδίας ημέρας.

Όσιος Σωφρόνιος Σαχάρωφ, Βιογράφος του Αγίου Σιλουανού.
(Η κοίμηση του Αγίου Σιλουανού / Τοιχογραφία στην Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου στο Essex)




Sunday, September 20, 2020

Κυριακὴ μετὰ τὴν Ὓψωσιν

 

Κυριακὴ μετὰ τὴν Ὓψωσιν

(Μάρκ. 8,34-9,1)

Εἶπεν ὁ Κύριος·
34. ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι.
35. ὃς γὰρ ἂν θέλῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν· ὃς δ’ ἂν ἀπολέσει τὴν ἑαυτοῦ ψυχὴν ἕνεκεν ἐμοῦ καὶ τοῦ εὐαγγελίου, οὗτος σώσει αὐτήν.
36. τί γὰρ ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ;
37. ἢ τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;
38. ὃς γὰρ ἐὰν ἐπαισχυνθῇ με καὶ τοὺς ἐμοὺς λόγους ἐν τῇ γενεᾷ ταύτῃ τῇ μοιχαλίδι καὶ ἁμαρτωλῷ, καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπαισχυνθήσεται αὐτὸν ὅταν ἔλθῃ ἐν τῇ δόξῃ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ μετὰ τῶν ἀγγέλων τῶν ἁγίων.
1. Καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι εἰσί τινες τῶν ὧδε ἑστηκότων, οἵτινες οὐ μὴ γεύσωνται θανάτου ἕως ἂν ἴδωσι τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ ἐληλυθυῖαν ἐν δυνάμει.



https://aerapatera.wordpress.com/2020/09/20/κυριακὴ-μετὰ-τὴν-ὓψωσιν-4/






Friday, September 18, 2020

Θυμάμαι - του Γιώργη Σιδερή


 Θυμᾶμαι τό προηγούμενο λεπτό

Μένω στή μέση

Θυμᾶμαι καί τό ἑπόμενο κι ἄς μήν τόχω ζήσει

Αὐτός εἶναι ὁ χρόνος μου

Ὀδοντωτός σπαραγμένος, ὄχι σπαρακτικός.

Τότε γιατί λέω μεμνημένοι τοίνυν κ.λ.π

Τότε γιατί θάλασσες πού δέν ἀντίκρυσα ποτέ

Μέ πνίγουν μέσα σ' ἀνήκουστους στροβίλους

Καί σ' ἀνεκλάλητες σπηλιές.

Γιατί ἀκούω τούς φίλους μου ζῶντες καί τεθνεῶτες

Νά χτυποῦν τά πλακόστρωτα στίς  μακρινές τίς γειτονιές

Φωνάζοντας ψηλά πρός τά μπεντένια "ἀνέστη".

Γιατί ξεκλειδώνουν οἱ πόρτες τά βράδυα σάν κλαγγές

Γιατί λέω μεμνημένοι τοίνυν κ.λ.π

 Ὁ χρόνος μου εἶναι τό προηγούμενο λεπτό καί τό ἑπόμενο

κι ἐγώ στή μέση ξέφτι τῆς γλώσσας μου

καί τῆς ποθεινῆς πατρίδας.


Γ. Σιδερῆς


http://palimpsiston.blogspot.com/




Tuesday, September 15, 2020

Η κερασιά της παραμάνας - ΟΥΜΠΑ ΖΑΚΟΥΡΑ - Λευκάδιου Χερν



Πριν τριακόσια χρόνια στην πόλη Ασαμιμούρα της επαρχίας Οσεγκόρι του νομού Ιγιό ζούσε ένας καλός άνθρωπος που τον λέγανε Τοκουμπέι. Ο Τοκοουμπέι, ο πλουσιότερος άνθρωπος της περιοχής, ήταν επίσης μουρασόα, ο προεστώς δηλαδή του χωριού. Για πολλά πράγματα θεωρούσε τον εαυτό του ευτυχισμένο, ωστόσο είχε φτάσει κιόλας στα σαράντα χωρίς να έχει γευτεί την ευτυχία του πατέρα. Η γυναίκα του κι αυτός, στεναχωρημένοι που δεν είχαν παιδιά προσεύχονταν συνέχεια τον θεό Φούντο Μυό Ο, που ο φημισμένος του ναός Σαϊχοτζί βρίσκεται στην πόλη Ασαμιμούρα.

Με τα πολλά λοιπόν οι προσευχές τους εισακούστηκαν: η γυναίκα του Τοκουμπέι γέννησε ένα κοριτσάκι. Ήταν ένα πανέμορφο μωρό, το ονόμασαν Τσουγιού. Το γάλα της μητέρας του δεν ήταν καλό κι έτσι προσλάβανε μια παραμάνα, την Ο Σοντέ, να το θηλάζει.

Η Τσουγιού μεγάλωσε κι έγινε ένα πανέμορφο κορίτσι. Στα δεκαπέντε της όμως αρρώστησε κι οι γιστροί δήλωσαν πω ήταν καταδικασμένη. Τότε η Ο Σοντέ που αγαπούσε την Τσουγιού σαν κόρη της, πήγε στον ναό Σαϊχοτζί κι έκανε δέηση στο Φούντο Σάμα να τη σώσει. Κάθε πρωί, εικοσιμία ολόκληρες μέρες, πήγαινε στο ναό και προσευχόταν. Ξαφνικά μια μέρα το νεαρό κορίτσι θεραπεύθηκε.

Μεγάλη χαρά βασίλεψε στο σπίτι του Τοκουμπέι. Οργάνωσε μεγάλη γιορτή και κάλεσε όλους τους φίλους του να γιορτάσουν το χαρούμενο γεγονός. Εκείνη τη νύχτα όμως, η Ο Σοντέ, η παραμάνα, αρρώστησε κι αυτή με τη σειρά της. Το επόμενο πρωί ο γιατρός που κάλεσαν να την εξετάσει τους ανακοίνωσε πως επρόκειτο να πεθάνει.

Όλα τα μέλη της οικογένειας, με θλίψη στην καρδιά, μαζεύτηκαν γύρω από το κρεβάτι της να την αποχαιρετήσουν. Εκείνη τότε τους είπε:

  • Ήρθε ο καιρός να σας φανερώσω κάτι που δεν ξέρετε. Οι προςευχές μου εισακούστηκαν. Δεήθηκα στο Φούντο Σάμα να επιτρέψει να πεθάνω εγώ αντί για την Τσουγιού κι αυτή η χάρη μού έγινε. Δεν πρέπει λοιπόν να κλάψετε για το θάνατό μου... Έχω όμως μια επιθυμία: Υποσχέθηκα στο Φούντο Σάμα ότι θα φυτέψω μια κερασιά στον κήπο του Σαϊχοτζί, το τάμα μου. Δεν θα μπορέσω όμως τώρα εγώ να φυτέψω το δέντρο. Σας θερμοπαρακαλώ όμως να το φυτέψετε εσείς... Αντίο σας, αγαπημένοι μου φίλοι, και να θυμάστε πως με μεγάλη χαρά έδωσα τη ζωή μου για να σώσω την Τσουγιού.

Αφού έθαψαν την Ο Σοντέ, οι γονείς της Τσουγιού φύτεψαν μια κερασιά στον κήπο του ναού Σαϊχοτζί. Το δέντρο μεγάλωσε και άπλωσε τα κλαριά του. Τη δέκατη έκτη ημέρα του δεύτερου φεγγαριού της επόμενης χρονιάς, επέτειο του θανάτου της Ο Σοντέ, άνθισε σαν από θαύμα.

Κάθε χρόνο λοιπόν, εδώ και διακόσια πενήντα τέσσερα χρόνια, συνεχίζει να ανθίζει τη δεκάτη έκτη ημέρα, πάντοτε του δεύτερου φεγγαριού. Τα άνθη του, ροζ και λευκά, μοιάζουν με τις ρώγες μιας γυναίκας που στις άκρες τους λάμπει σαν μαργαριτάρι σταγόνα γάλα. Οι κάτοικοι της περιοχής το ονόμασαν Ούμπα Ζακούρα, η «Κερασιά της Παραμάνας».



Κείμενα από την Ιαπωνία, Λευκάδιυ Χερν, εκδ. Ίνδικτος, 1997

Για την αντιγραφή, Βασιλική Νευροκοπλή

Monday, September 14, 2020

Περί της Υψώσεως του Τιμίου και Ζωοποιου Σταυρού (Αρχιμ.Φωτίιου Ιωακείμ)


«Σταυρὸς ὑψοῦται σήμερον, καὶ κόσμος ἁγιάζεται…
Σταυρός, ὁ φύλαξ πάσης τῆς οἰκουμένης,
Σταυρός, ἡ ὡραιότης τῆς Ἐκκλησίας»

Λαμπρὴ πανήγυρη καὶ ἡμέρα πανσεβάσμια ἡ σημερινή, ἀγαπητοὶ ἐν Κυρίῳ ἀδελφοί. Ἡ σεμνὴ τῶν Ὀρθοδόξων ὁμήγυρη, ἡ ἁγία Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, ἐπιτελεῖ σήμερα μία ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες ἑορτές της: Τὴν παγκόσμια Ὕψωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ μας. Γι’ αὐτὸ κι ἐμεῖς συναθροισθήκαμε στὸν ἅγιο τοῦτο καὶ παλαιὸ ναό, ποὺ τιμᾶται στὸ ὄνομα τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, γιὰ νὰ τιμήσουμε τὸ Ξύλον τῆς Ζωῆς, γιὰ νὰ δοξάσουμε τὸν Κύριο, ποὺ σταυρώθηκε πάνω σ’ αὐτὸν καὶ μᾶς ἔσωσε, μᾶς ἁγίασε μὲ τὸ πανάγιό Του αἷμα, ποὺ ἔχυσε ἀπὸ ἀγάπη γιὰ μᾶς τὸν καιρὸ τοῦ ἀχράντου Πάθους Του. Γιὰ νὰ κατανοήσουμε ὅμως καλύτερα τό, πῶς καθιερώθηκε ἡ μεγάλη αὐτὴ ἑορτὴ καὶ ποιό τὸ νόημά της, θὰ ἦταν καλὸ νὰ κάνουμε μία ἱστορικὴ ἀναδρομὴ στὰ σχετικὰ γεγονότα.

Ὅταν ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος, ὁ πρῶτος χριστιανὸς αὐτοκράτορας, ἐξεστράτευσε τὸ 312 κατὰ τοῦ τυράννου τῆς Ρώμης Μαξεντίου καὶ ἔφθασε ἔξω ἀπὸ τὴν πρωτεύουσα τῆς ἀχανοῦς τότε Ῥωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας, μὲ λύπη ἀποροῦσε πῶς θὰ μποροῦσε νὰ ἀντιπαραταχθεῖ μὲ τὰ πολυάριθμα ἐχθρικὰ στρατεύματα. Τότε ἀξιώθηκε νὰ ἰδεῖ, ὡς ἀπάντηση στὴ θλίψη καὶ ἀπορία του, ἕνα θαυμαστὸ σημεῖο στὸν οὐρανό: Εἶδε, μέρα μεσημέρι, νὰ λάμπει περισσότερο ἀπὸ τὸν αἰσθητὸ ἥλιο τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ, μὲ τὴ μορφὴ τοῦ χριστογράμματος Χ-Ρ, σχηματισμένο ἀπὸ ὁλόλαμπρα ἀστέρια, καὶ ἐπιγραφή, κι αὐτὴ ἀπὸ ἀστέρια φωτεινὰ σχηματισμένη, νὰ γράφει, ΕΝ ΤΟΥΤῼ ΝΙΚΑ. Κι ὁ Χριστός μας ἐμφανίστηκε τὸ βράδυ στὸν ὕπνο τοῦ Κωνσταντίνου, καὶ τοῦ ἑρμήνευσε τὸ ὅραμα• ὅτι δηλαδὴ μόνο μὲ τὴ δύναμη τοῦ Σταυροῦ, αὐτοῦ τοῦ ἐσταυρωμένου Χριστοῦ, θὰ νικοῦσε τοὺς ἄπιστους ἐχθρούς του. Καὶ ὁ Κωνσταντῖνος, ξυπνῶντας, πρόσταξε νὰ κατασκευάσουν ἀμέσως καὶ τοποθετήσουν στὰ πολεμικά του λάβαρα, ποὺ θὰ προηγοῦνταν τοῦ στρατοῦ, τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ. Κι αὐτά, σημειῶστε, τὰ λάβαρα, ὑπάρχουν ἀπεικονισμένα σὲ νομίσματα τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, ποὺ ἔκοψε ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος. Πράγματι, μὲ τὴν πίστη στὸν Χριστὸ καὶ τὰ λάβαρα τοῦ Σταυροῦ νὰ προηγοῦνται, κέρδισε περίλαμπρη νίκη ὁ εὐλογημένος Κωνσταντῖνος στὴν τελικὴ μάχη μὲ τὸν Μαξέντιο (28.10.312), ἡ ὁποία τὸν ἀνέδειξε κύριο καὶ μονοκράτορα τοῦ ρωμαϊκοῦ κόσμου καὶ ἀποτέλεσε τὴν ἀπαρχὴ τῆς κατάργησης τῆς εἰδωλολατρίας καὶ τοῦ θριάμβου τοῦ Χριστιανισμοῦ. Ἀπὸ τότε ὁ εὐσεβὴς βασιλιὰς ἔτρεφε τὸν πόθο νὰ βρεῖ τὸ Τίμιο Ξύλο τοῦ Σταυροῦ. Καὶ ἡ εὐκαιρία τοῦ δόθηκε κατὰ τὸ 325, στὴ διάρκεια τῆς Α´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ὁπόταν πληροφορήθηκε ἀπὸ τὸν ἐπίσκοπο Αἰλίας (Ἱεροσολύμων), τὸν ἅγιο Μακάριο, γιὰ τὴν ἁγία πόλη. Σημειῶστε, ὅτι ὁ ρωμαῖος αὐτοκράτορας Ἀδριανὸς Αἴλιος (117-138), ὡς ἀντίποινα γιὰ μία μεγάλη ἐξέγερση τῶν Ἰουδαίων (132-135), εἶχε ἀνασκάψει ὅλη τὴν πόλη τῶν Ἱεροσολύμων καὶ εἶχε καταχώσει μὲ ἐπιχωματώσεις ὅλα τὰ ἱερά της, ὥστε νὰ ἐξαφανίσει κάθε μνήμη τῆς ἰουδαϊκῆς καὶ χριστιανικῆς θρησκείας. Στὴ νέα πόλη, ποὺ ἀνίδρυσε καὶ μετονόμασε Αἰλία Καπιτωλίνη, δέσποζε ἡ εἰδωλολατρία, μὲ κύρια τεμένη τὸ Καπιτώλιο ἐπάνω ἀπὸ τὸν ναὸ τοῦ Σολομῶντος, καὶ ἱερὸ τῆς Ἀφροδίτης ἐπάνω ἀπὸ τὸν Γολγοθᾶ καὶ τὸν Πανάγιο Τάφο.

Ἔστειλε λοιπὸν ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος τὸ 326 τὴ μητέρα του, ἁγία Ἑλένη, στὰ Ἱεροσόλυμα μὲ πολυάριθμη συνοδία, γιὰ νὰ ἀνακαλύψει τὰ ἅγια προσκυνήματα. Μὲ ὁδηγὸ τὶς πληροφορίες τῆς τοπικῆς παράδοσης καὶ μάλιστα ἑνὸς Ἰουδαίου, ὀνόματι Ἰούδα, ποὺ πίστεψε στὴ συνέχεια, βαπτίσθηκε χριστιανὸς μὲ τὸ ὄνομα Κυριακός, ἔγινε ἐπίσκοπος καὶ μαρτύρησε ἐπὶ Ἰουλιανοῦ Παραβάτου, πέτυχε τὸ ποθούμενο. Ἀνέσκαψε τὸ ἀκάθαρτο εἰδωλεῖο τῆς Ἀφροδίτης καὶ σὲ μεγάλο βάθος βρέθηκαν ὁ Πανάγιος Τάφος καὶ ὁ φρικτὸς Γολγοθᾶς, καθὼς καὶ ὁ Σταυρὸς τοῦ Κυρίου καὶ τῶν δύο ληστῶν καὶ τὰ ἄλλα σύμβολα τοῦ πάθους τοῦ Χριστοῦ. Ἐπειδὴ ὅμως δέν γνώριζαν ποιός ἀπὸ τοὺς τρεῖς σταυροὺς ἦταν τοῦ Κυρίου, μὲ ὑπόδειξη τοῦ Ἰούδα-Κυριακοῦ καὶ τῆς ἁγίας Ἑλένης τοποθετήθηκαν μὲ τὴ σειρὰ καὶ χωριστὰ οἱ τρεῖς σταυροὶ ἐπάνω σὲ νεκρὴ γυναίκα, ποὺ ἔτυχε νὰ ὁδηγοῦν ἐκείνη τὴ στιγμὴ νὰ τὴν ἐνταφιάσουν. Τοποθετῶντας τὸν τρίτο σταυρό, ἡ νεκρὴ ἀναστήθηκε ἐκ θαύματος καὶ ἔτσι γνωρίσθηκε ὁ Σταυρὸς τοῦ Κυρίου, ποὺ ἁγιάσθηκε μὲ τὸ Πάθος Του καὶ δίνει κι αὐτὸς ζωὴ καὶ ἀνάσταση! Ἀμέσως ὁ ἐπίσκοπος Μακάριος, ἡ βασίλισσα καὶ ὅλοι οἱ ἄρχοντες, ἀσπάσθηκαν μὲ πόθο τὸν Τίμιο Σταυρό. Ἀλλ᾽ ἐπειδὴ ἦταν δύσκολο νὰ τὸν ἀσπασθεῖ ὅλος ὁ πολυάριθμος λαός, ποὺ ἦταν ἐκεῖ συγκεντρωμένος, ζήτησαν οἱ πιστοὶ νὰ τὸν ἰδοῦν ἔστω καὶ ἀπὸ μακρυά. Τότε ὁ ἅγιος Μακάριος ἀνέβηκε σὲ μέρος ὑψηλὸ καί, κρατῶντας μὲ εὐλάβεια καὶ ὑψώνοντας τὸν Τίμιο Σταυρό, τὸν ἔδειξε στὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἐκραύγαζε μὲ κατάνυξη τό, Κύριε, ἐλέησον.

Καὶ ἡ Ἐκκλησία μας, οἱ ἅγιοι πατέρες, ὅπως καθιέρωσαν καὶ τὶς λοιπὲς ἑορτὲς γιὰ τὰ κοσμοσωτήρια γεγονότα ἀπὸ τὴ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Παναγίας μας νὰ τὰ τιμοῦμε ἐτησίως, γιὰ νὰ ἐνθυμούμαστε τὶς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ πρὸς ἐμᾶς καὶ νὰ τὸν εὐχαριστοῦμε καὶ δοξάζουμε, καθιέρωσαν καὶ αὐτὸ τὸ χαρμόσυνο γεγονός, δηλαδὴ τῆς Ὕψωσης τοῦ Σταυροῦ, νὰ ἑορτάζεται κάθε χρόνο μὲ λαμπρότητα, ὄχι μόνο σὲ ἀνάμνηση τοῦ γεγονότος, ἀλλὰ καὶ ἀνάμνηση τοῦ σταυρικοῦ πάθους τοῦ Χριστοῦ μας. Γιατί, προσκυνῶντας τὸν Τίμιο Σταυρό, ὄχι μόνο τὸ καθαυτὸ Τίμιο Ξύλο, ἀλλὰ καὶ ὁποιονδήποτε Σταυρό, ἀπὸ ὅποια ὕλη κι ἂν εἶναι κατασκευασμένος, προσκυνοῦμε αὐτὸν τὸν Σταυρωθέντα Κύριον, καὶ ὁμολογοῦμε τὸ Πάθος, ἀλλὰ καὶ τὴν Ἀνάστασή Του. Καί, ὅπως ὡραιότατα τὸ ψάλλει ἡ Ἐκκλησία:  «Τὸν Σταυρόν Σου, προσκυνοῦμεν Δέσποτα, καὶ τὴν ἁγίαν Σου Ἀνάστασιν δοξάζομεν». Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ σημερινὴ ἡμέρα (14η Σεπτεμβρίου), φέρει τὰ ἴσα τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς. Εἶναι γιὰ τοῦτο, ποὺ τηροῦμε κατ’ αὐτὴν αὐστηρὴ νηστεία, ἀλάδωτη, πρὸς τιμὴν τοῦ Πάθους τοῦ Χριστοῦ· ἐκτὸς κι ἂν συμπέσει ἡ ἑορτὴ αὐτὴ Σάββατο ἢ Κυριακή, ὁπόταν καταλύουμε μόνο σὲ λάδι καὶ κρασί.

Κι ἐμεῖς, ἀδελφοί, ἂς ἀτενίζουμε πάντα μὲ πίστη στὸν Σταυρὸ τοῦ Κυρίου, καθ᾽ ὅλη τὴ ζωή μας, στὶς ὅποιες δοκιμασίες καὶ θλίψεις ἐπιτρέπει ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ νὰ περάσουμε, γιὰ νὰ ἀντλοῦμε δύναμη, χάρη, ἁγιασμό. Χωρὶς Σταυρό, δὲν ὑπάρχει Ἀνάσταση! Ὁ σταυρός, δηλαδὴ οἱ πειρασμοὶ καὶ οἱ θλίψεις, ἀποτελοῦν ὄργανο ἁγιασμοῦ καὶ σωτηρίας. Φθάνει νὰ τὰ δεχόμαστε μὲ πίστη, ὑπομονὴ καὶ εὐχαριστία πρὸς τὸν Ἐσταυρωμένο καὶ Ἀναστάντα Κύριον, ποὺ οἰκονομεῖ μὲ τὸν ὅποιο σταυρὸ στὴ ζωή μας τὴν αἰώνια σωτηρία μας. Παντοῦ καὶ πάντοτε νὰ σφραγίζουμε τὸν ἑαυτό μας μὲ τὸ παντοδύναμο ὅπλο τοῦ Σταυροῦ, γιὰ νὰ μᾶς σκέπει καὶ φυλάττει ἡ χάρη τοῦ Ἐσταυρωμένου, καὶ νὰ μᾶς ἀξιώσει, ἂν ζοῦμε μὲ πίστη καὶ μετάνοια, τῆς ἀτελεύτητης βασιλείας Του. Ἀμήν!

 

http://www.immorfou.org.cy/logoi/978-omilia-ipsosi-1.html

https://aerapatera.wordpress.com/2020/09/14/περί-της-υψώσεως-του-τιμίου-και-ζωοποι-3/


Sunday, September 13, 2020

Κυριακὴ πρὸ τῆς Ὑψὼσεως

 


(Ιωάν. 3,13-17)

Εἶπεν ὁ Κύριος·
13. οὐδεὶς ἀναβέβηκεν εἰς τὸν οὐρανὸν εἰ μὴ ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς, ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ὁ ὢν ἐν τῷ οὐρανῷ.
14. καὶ καθὼς Μωϋσῆς ὕψωσε τὸν ὄφιν ἐν τῇ ἐρήμῳ, οὕτως ὑψωθῆναι δεῖ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου,
15. ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον.
16. οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον.
17. οὐ γὰρ ἀπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν υἱὸν αὐτοῦ εἰς τὸν κόσμον ἵνα κρίνῃ τὸν κόσμον, ἀλλ’ ἵνα σωθῇ ὁ κόσμος δι’ αὐτοῦ.


https://aerapatera.wordpress.com/2020/09/13/κυριακὴ-πρὸ-τῆς-ὑψὼσεως-4/

Thursday, September 10, 2020

Ὁ τελωνισμός τῶν ψυχῶν - του Φώτη Σχοινά

 

Ὁ τελωνισμός τῶν ψυχῶν συνδέεται μέ τό φοβερό μυστήριο τοῦ θανάτου. Τελώνια ὀνομάζονται οἱ δαίμονες πού ἐμφανίζονται κατά καί κυρίως μετά τόν θάνατο τοῦ ἀνθρώπου καί ζητοῦν λογαριασμό γιά τίς ἁμαρτίες πού διέπραξε ὁ ἄνθρωπος καθ̉ ὅλη τή διάρκεια τῆς ἐπίγειας ζωῆς του. Ὅπως ἔχει γραφεῖ «ἴσως καμιά ἄποψη τῆς Ὀρθόδοξης ἐσχατολογίας δέν ἔχει παρανοηθεῖ τόσο, ὅσο ἡ σχετική μέ τό φαινόμενο τῶν ἐναερίων τελωνίων»[1].

Ἡ ὀνομασία τελώνια εἶναι εἰλημμένη ἀπό τούς τελῶνες τῆς ἀρχαιότητος. Οἱ τελῶνες ἦσαν πλούσια τάξη ἀδίστακτων ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι προπλήρωναν τούς φόρους στό κράτος τῆς τότε ἐποχῆς‒καί συγκεκριμένα τό ρωμαϊκό κράτος‒ ,ἐξαγόραζαν ἔτσι τούς φόρους καί τούς εἰσέπρατταν στό πολλαπλάσιο ἀπό τόν ὑποκείμενο σέ φορολογία λαό. Ἡ σκληρότητά τους ἦταν παροιμιώδης: δέν ὀρρωδοῦσαν καί δέν δίσταζαν πρό οὐδενός προκειμένου νά εἰσπράξουν διπλό, τριπλό, τετραπλό τόν ἀναλογοῦντα σέ κάθε ἄνθρωπο φόρο. Οἱ τελῶνες χωρίζονταν σέ δύο τάξεις, τούς «δημοσιώνας» ἤ «δεκατευτάς» καί τούς λεγόμενους δασμολόγους.Οἱ πρῶτοι, ἡ πλουσιώτερη τάξη, ἦσαν οἱ δημόσιοι εἰσπράκτορες, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἀγοράσει τούς φόρους καί οἱ δεύτεροι ἦσαν ἔμμισθοι ὑπάλληλοι τῶν πρώτων καί ἦσαν ἐξουσιοδοτημένοι νά εἰσπράττουν τούς φόρους ἀπό τόν λαό καί  τούς ἀπέδιδαν στούς δημοσιῶνες.Οἱ δασμολόγοι ἦσαν ἄδικοι καί ἅρπαγες, ἀφοῦ εἰσέπρατταν πολύ περισσότερους φόρους ἀπό ὅσους ἔπρεπε νά δώσουν στούς δημοσιῶνες καί ἐπινοοῦσαν διάφορους τρόπους γιά νά μή ξεφύγει κανείς ἀπό τήν ἄδικη καί βαρύτατη φορολογία[2].Ὅθεν ἦσαν μισητοί στόν λαό καί περιβόητοι γιά τήν εἰσπρατική βουλιμία τους.

Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας χρησιμοποίησαν τούς τελῶνες τῆς ἐποχῆς τους γιά νά σημάνουν τούς δαίμονες πού ζητοῦσαν τήν κυριότητα ἐπί τῆς ψυχῆς τοῦ θανόντος. Ἑρμηνεύοντας τό Κυριακόν λόγιον λίγο πρό τοῦ πάθους, «ἔρχεται γάρ ὁ τοῦ κόσμου ἄρχων καί ἐν ἐμοί οὐκ ἔχει οὐδέν» (Ἰωαν. 14, 30) λέγουν ὅτι ὁ τοῦ κόσμου ἄρχων εἶναι ὁ διάβολος, ἐπειδή ἐξουσιάζει τόν κόσμο τῆς ἀδικίας, καί ὅτι στόν Χριστό δέν ἔχει καμμία ἐξουσία λόγῳ τοῦ ὅτι ἦταν ἀναμάρτητος.

Ὁ πρῶτος ἀπό τούς Ἐκκλησιαστικούς συγγραφεῖς πού κάνει ἀναφορά στά τελώνια εἶναι ὁ Ὠριγένης. Συγκεκριμένα ὁ Ὠριγένης γράφει: «Οἶδα καί ἄλλους τελώνας, οἵ μετά τήν ἐντεῦθεν ἡμῶν ἀπαλλαγήν ἐπί τοῖς τέρμασι τοῦ κόσμου καθεζόμενοι οἱονεί τελωνοῦσι ἡμᾶς καί κατέχουσι, μή τι αὐτῶν ἐν ἡμῖν ἐστιν. Διό γέγραπται· “ἔρχεται ὁ ἄρχων τοῦ κόσμου τούτου, καί ἐν ἐμοί εὑρήσει οὐδέν”. Ποῖα οὖν μέλλομεν πράγματα ἔχειν ὑπ̉ ἐκείνων τῶν τελωνῶν τῶν ἐρευνώντων τά πάντα, ὅταν τις αὐτός ὅλος λαμβάνηται ἀντί τέλους;»[3]. Ἄς δοῦμεκαί τήν ἑρμηνεία στό ἀνωτέρω χωρίο τοῦ Ὠριγένη τοῦ μακαριστοῦ θεολόγου Νικολάου Βασιλειάδη: «Ἀρχαῖος ἐκκλησιαστικός συγγραφεύς, ἀναφερόμενος εἰς τούς τελώνας, οἱ ὁποῖοι εἰσπράττουν τούς φόρους, προσθέτει: Γνωρίζω καί ἄλλους τελώνας, οἱ ὁποῖοι μετά τήν ἀπαλλαγήν μας ἀπό τήν παροῦσαν ζωήν “τελωνοῦσιν ἡμᾶς καί κατέχουσι”, ἐάν ἔχωμεν κάτι, τό ὁποῖον τούς ἀνήκει. Τήν γνώμην του αὐτήν περί “τελωνίων” τῶν ψυχῶν στηρίζει εἰς τούς λόγους τοῦ Κυρίου, ὁ ὁποῖος πρίν ἀπό τό τέλος τῆς ἐπιγείου ζωῆς του εἶπεν· “ἔρχεται ὁ τοῦ κόσμου ἄρχων, καί ἐν ἐμοί οὐκ ἔχει οὐδέν” (Ἰωάν. ιδ´ 30). Καί προσθέτει ὁ ἐν λόγῳ συγγραφεύς: Πόσα ἆραγε πρόκειται νά ὑποστῶμεν ἀπό ἐκείνους τούς τελώνας, δηλαδή τούς πονηρούς ἀγγέλους, οἱ ὁποῖοι ἐρευνοῦν τά πάντα, ὅταν κανείς ἕνεκα τῆς ἀμετανοησίας του δέν θά πληρώνῃ ἁπλῶς φόρον, ἀλλά θά συλλαμβάνεται καί θά κατακρατῆται ὁλόκληρος;»[4]

Ὁ ἅγιος Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος γράφει χαρακτηριστικά ὅτι μετά τήν ἔξοδο τῆς ψυχῆς ἀπό τό σῶμα, τήν μέν πονηρή ψυχή παραλαμβάνουν σκοτεινοί δαίμονες, τήν δέ ἀγαθή ψυχή παραλαμβάνουν φωτεινοί ἄγγελοι (μετάφραση Νικήτα Τσιομεσίδη): «Ὅταν βγεῖ ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τό σῶμα, τότε συμβαίνει ἐκεῖ ἕνα μεγάλο μυστήριο. Διότι, ἄν εἶναι ὑπεύθυνη γιά ἁμαρτίες, ἔρχονται χοροί ἀπό δαίμονες καί πονηροί ἄγγελοι, καί δυνάμεις σκοτεινές παραλαμβάνουν τήν ψυχή ἐκείνη καί τήν κρατοῦν αἰχμάλωτη στό δικό τους τόπο. Καί δέν πρέπει κανείς νά παραξενεύεται γιά ὅλα αὐτά. Διότι ἄν, ὅταν ζοῦσε καί ὑπῆρχε σ̉ αὐτόν τόν κόσμο, εἶχε ὑποταγεῖ καί εἶχε ὑπακούσει καί ἔγινε δοῦλος σ̉ αὐτούς, πόσο περισσότερο ὅταν φεύγει ἡ ψυχή ἀπό τόν κόσμο αὐτό, θά ὑποταχθεῖ καί θά κυριευθεῖ ἀπ̉ αὐτούς. Γιά τόν ἀγαθό πρέπει νά σκεφθεῖ ὅτι ἔτσι ἔχουν τά πράγματα· ἀπό τήν ἐδῶ ζωή ὑπάρχουν ἄγγελοι καί πνεύματα ἅγια γύρω ἀπό τούς ἁγίους δούλους τοῦ Θεοῦ, καί τούς προστατεύουν, καί ὅταν οἱ ψυχές βγοῦν ἀπό τά σώματα, τότε οἱ χοροί τῶν ἀγγέλων παίρνουν τίς ψυχές αὐτές καί τίς πηγαίνουν στό δικό τους τόπο, στόν καθαρό αἰώνα καί ἔτσι τίς ὁδηγοῦν μπροστά στόν Κύριο»[5].

Ὁ Μ. Βασίλειος ἑρμηνεύοντας τόν 70ον Ψαλμόν τούς στίχους 5,6 «Σῶσόν με ἐκ πάντων τῶν διωκόντων με, καί ρῦσαί με, μή ποτε ἁρπάσῃ ὡς λέων τήν ψυχήν μου»γράφει (μετάφραση Σοφίας Καρακασίδου): «Νομίζω δέ ὅτι οἱ γενναῖοι ἀθληταί τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ ἠγωνίσθησαν εἰς ὁλόκληρον τήν ζωήν των ἀξίως κατά τῶν ἀοράτων ἐχθρῶν, ὅταν διαφύγουν ἀπό ὅλας τάς καταδιώξεις αὐτῶν καί φθάσουν εἰς τό τέλος τῆς ζωῆς, ἐξετάζονται ἀπό τόν ἄρχοντα τοῦ αἰῶνος· καί, ἐάν μέν εὑρεθοῦν τραυματισμένοι ἀπό τούς ἀγῶνας των ἤ κάπως στιγματισμένοι ἤ νά ἔχουν ἀποτυπώματα τῆς ἁμαρτίας, θά κρατηθοῦν αἰχμάλωτοι· ἐάν ὅμως εὑρεθοῦν ἀπρόσβλητοι καί ἀκηλίδωτοι, θά τούς ἀναπαύσῃ ὁ Χριστός, ἐπειδή εἶνε ἀνίκητοι καί ἐλεύθεροι. Παρακαλεῖ (ἐνν. ὁ Ψαλμωδός, σημ. δική μου) λοιπόν καί περί τῆς παρούσης καί περί τῆς μελλούσης ζωῆς. Διότι λέγει, σῶσε με ἐδῶ ἀπό τούς διώκτας· λύτρωσέ με ἐκεῖ εἰς τόν καιρόν τῆς ἐξετάσεως μήπως ὡς λέων ἁρπάξῃ τήν ψυχήν μου. Καί αὐτά δύνασαι νά τά μάθῃς ἀπό τόν ἴδιον τόν Κύριον πού ἔλεγε κατά τόν καιρόν τοῦ πάθους του· “Νῦν ὁ ἄρχων τοῦ κόσμου τούτου ἔρχεται, καί ἐμ ἐμοί ἕξει οὐδέν”»[6]. Βλέπουμε λοιπόν ὅτι καί ὁ Μ. Βασίλειος ἔχει τήν γνώμη ὅτι κατά καί μετά τόν θάνατο πλησιάζουν τήν ψυχή τά πονηρά δαιμόνια καί ἐάν αὐτή φέρει τά στίγματα τῆς ἁμαρτίας κατακρατεῖται ὑπ̉ αὐτῶν· ἐάν εἶναι ἀκηλίδωτη καί ἄμεμπτη ἀπομακρύνονται ἀπ̉ αὐτήν καί ἀφήνεται ἐλεύθερη ἀπό τήν ἐξουσία των.

Τήν διδασκαλία περί τῶν τελωνίων ἐκθέτει καί ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας στό ἔργο του Λόγος περί ἐξόδου τῆς ψυχῆς. Στό ἐν λόγῳ ἔργο ἀναφέρονται τά ἑξῆς: « Κατά τόν ἀποχωρισμό τῆς ψυχῆς μας ἀπό τό σῶμα, θά σταθοῦν ἐνώπιόν μας ἀπό τή μία πλευρά στρατιές καί οὐράνιες δυνάμεις, ἀπό τήν ἄλλη οἱ δαίμονες τοῦ σκότους, οἱ ἄρχοντες τοῦ σκότους, οἱ ἀρχηγοί τῶν οὐρανίων τελωνίων, ἐκεῖνοι πού θά καταμετρήσουν τά ἔργα μας. Ἀντικρίζοντάς τους ἡ ψυχή ὀδύρεται καί τρέμει καί μπροστά σέ αὐτήν τήν φρίκη, ἡ ψυχή θά ἀναζητήσει προστασία ἀπό τούς Ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ. Ὡστόσο, ἀκόμη καί ὅταν γίνει δεκτή ἀπό τούς Ἀγγέλους, ἀκόμη καί ὄντας ὑπό τίς πτέρυγές τους, κατά τήν πορεία της πρός τήν οὐράνια ἀπεραντοσύνη καί ἀναβαίνοντας τά οὐράνια ὕψη, πρόκειται νά συναντήσει διάφορα τελώνια, τά ὁποῖα θά ἐμποδίσουν τήν διέλευσή της πρός τήν Βασιλεία. Καί τό καθένα θά ζητήσει λογαριασμό γιά τήν κάθε μία ἁμαρτία […] Κάθε πάθος, ἡ κάθε ἁμαρτία, θά ἔχει τό τελώνιό της καί τόν φορολόγο της. Παράλληλα ὅμως, παροῦσες θά εἶναι καί οἱ Οὐράνιες Δυνάμεις καί τά πλήθη τῶν ἀκαθάρτων πνευμάτων. Καί ἐνῶ οἱ Οὐράνιες Δυνάμεις θά παραθέτουν τίς ἀρετές, τά ἀκάθαρτα πνεύματα θά παραθέτουν τίς ἁμαρτίες της […]Καί ἄν ἡ ψυχή ἐξαιτίας τοῦ εὐσεβοῦς βίου ἀποδειχθεῖ ἄξια μισθοῦ, θά τήν παραλάβουν οἱ Ἄγγελοι καί ἄνευ φόβου θά πετάξει πρός τήν Βασιλεία […]Ἄν πάλι ἀποδειχθεῖ ὅτι διήγαγε βίο νωθρό καί ἀκρατῆ τότε θά ἀκουσθεῖ ἡ φοβερή φωνή: “ἀρθήτω ὁ ἀσεβής, ἵνα μή ἴδῃ τήν δόξαν Κυρίου”. Τότε θά τήν ἀφήσουν οἱ Ἄγγελοι καί θά τήν παραλάβουν οἱ φοβεροί δαίμονες δεμένη μέ φρικτά δεσμά, καθιστώντας τήν δέσμια στήν εἰρκτή τῆς κολάσεως»[7].

Ὁ ἅγιος Διάδοχος Φωτικῆς μιλᾶ γιά τούς «ταρταρίους ἄρχοντας», τούς ἄρχοντες δηλαδή τοῦ Ἅδη, πού στόν καιρό τοῦ θανάτου καί εὐθύς μετά θά ἀπαιτοῦν λόγο γιά τίς ἁμαρτίες πού ἔχει διαπράξει καί δέν ἔχει ἐξομολογηθεῖ καθαρά ὁ ἄνθρωπος (μετάφραση Αἰκατερίνη Γκόλτσου): «Πρέπει λοιπόν νά προσέχουμε συνεχῶς στή βίωση τῆς ἐξομολογήσεως, μή τυχόν κάπου ἡ ψυχή μας ψεύδεται, νομίζοντας ὅτι ἀρκετά ἐξομολογήθηκε στό Θεό, γιατί εἶναι πολύ ἀνώτερη ἡ κρίση τοῦ Θεοῦ ἀπό τή συνείδησή μας, κι ἄν ἀκόμα δέν αἰσθάνεται κανείς κάτι σέ βάρος του μέ κάθε βεβαιότητα, καθώς ὁ σοφώτατος Παῦλος μᾶς διδάσκει λέγοντας· “ἀλλά δέν ἀνακρίνω τόν ἑαυτό μου· γιατί δέν αἰσθάνομαι τίποτε σέ βάρος μου, ἀλλά δέ δικαιώθηκα μέ αὐτό, ἐκεῖνος πού μέ ἀνακρίνει εἶναι ὁ Κύριος” (Α´ Κορ. 4,34). Γιατί, ἐάν δέν ἐξομολογηθοῦμε ὅπως πρέπει γι̉ αὐτά, θά ἀνακαλύψουμε στούς ἑαυτούς μας κάποια κρυφή δειλία στόν καιρό τῆς ἐξόδου μας. Πρέπει λοιπόν νά εὐχόμαστε ἐμεῖς πού ἀγαποῦμε τόν Κύριο νά βρισκόμαστε τότε ἔξω ἀπό κάθε φόβο· πραγματικά ἐκεῖνος μέν πού φοβᾶται δέ θά προσπεράσει ἐλεύθερα τούς ταρτάριους ἄρχοντες· γιατί ἐκεῖνοι οἱ ἄρχοντες ἔχουν σάν συνήγορο τῆς κακίας τους τήν δειλία τῆς ψυχῆς μας. Ἡ ψυχή ὅμως πού ἀγαλλιᾶται στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ τήν ὥρα τοῦ θανάτου ἀνεβαίνει πάνω ἀπό ὅλες τίς σκοτεινές παρατάξεις μαζί μέ τούς ἀγγέλους τῆς εἰρήνης»[8].

Ἀλλά καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης ὁ συγγραφεύς τῆς Κλίμακος ἀναφέρεται στά τελώνια. Στό βιβλίο Ἡ ζωή μετά τόν θάνατο τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου π. Ἱεροθέου διαβάζουμε: «Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ  Σιναΐτης περιγράφει ἕνα φοβερό θέαμα, πού εἶδε ὁ ἐρημίτης Στέφανος, πού ἠσκεῖτο στό ὄρος Σινᾶ, κοντά στό σπήλαιο τοῦ Προφήτη Ἠλία. Τήν παραμονή τοῦ θανάτου του, ἐνῶ εἶχε τά μάτια του ἀνοικτά, περιέπεσε σέ ἔκσταση καί παρατηροῦσε γύρω ἀπό τήν κλίνη του, πότε δεξιά καί πότε ἀριστερά. Τόν ἄκουγαν οἱ παριστάμενοι νά ἀποκρίνεται σάν νά τόν ἀνέκριναν κάποιοι. Ἄλλοτε ἔλεγε: “ναί· ὄντως· εἶναι ἀλήθεια· ἀλλ̉ ἐνήστευσα τοσούτους χρόνους ὑπέρ τούτου”.Ἄλλοτε ἔλεγε: “οὐχί· ὄντως ψεύδεσθε· τοῦτο οὐκ ἐποίησα”. Ἄλλοτε “ναί· ἀληθῶς τοῦτο· ναί· ἀλλ̉ ἔκλαυσα· ἀλλά διηκόνησα”. Ἄλλοτε ἔλεγε “ὄντως κατηγορεῖτε μου”. Μερικές φορές ἔλεγε, “ναί, ἀληθῶς· ναί· καί πρός ταῦτα τί εἰπεῖν οὐκ ἔχω· ἐν τῷ Θεῷ ἐστι τό ἔλεος”. Καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης προσθέτει ὅτι ἦταν ἕνα θέαμα φρικτό καί φοβερό “καί ἀόρατον καί ἀσυγχώρητον λογοθέσιον”.Τό δέ φοβερότερο ἦταν ὅτι τόν κατηγοροῦσαν γιά πράγματα τά ὁποῖα δέν εἶχε πράξει».[9]

Ὁ ὅσιος Ἡσύχιος ὁ πρεσβύτερος γράφει στή Φιλοκαλία: «Ἐπελεύσεται ὥρα ἐφ̉ ἡμᾶς ἡ τοῦ θανάτου, ἐλεύσεται· καί διαφυγεῖν οὐ δυνατόν. Καί εἴθε ὁ τοῦ κόσμου καί τοῦ ἀέρος ἄρχων τότε ἐρχόμενος, εὑρήσοι τά ἡμῶν ἀνομήματα ὀλίγα τε καί εὐτελῆ, ἵνα μή ἐλέγξῃ ἀληθεύων· καί τότε κλαύσομεν ἀνωφελῆ. Ἐκεῖνος γάρ ὁ δοῦλος, ὁ γνούς τό θέλημα τοῦ κυρίου αὑτοῦ καί μή ποιήσας ὡς δοῦλος, δαρήσεται πολλάς, φησί»[10].

Ἡ πληρέστερη ὅμως διδασκαλία περί τοῦ τελωνισμοῦ τῆς ψυχῆς μετά τόν θάνατο ὑπάρχει στόν βίο τοῦ ὁσίου Βασιλείου τοῦ Νέου. Στόν βίο αὐτό ἡ Θεοδώρα, μαθήτρια τοῦ ὁσίου, μετά τόν θάνατό της περιγράφει  σέ ὅραμα στόν Γρηγόριο, ἐπίσης μαθητή τοῦ  ὁσίου Βασιλείου τοῦ Νέου, τά τελώνια πού συνάνησε μετά τόν θάνατό της. Λόγῳ τῆς μεγάλης ἐκτάσεως τοῦ κειμένου ἀδυνατοῦμε νά τό μεταφέρουμε ὅλο ἐδῶ. Ὁ ἀναγνώστης μπορεῖ νά τό βρεῖ ὅλο στήν προσφάτως κυκλοφορηθεῖσα Δογματικήτοῦ ἁγίου Ἰουστίνου Πόποβιτς, στό κεφάλαιο Ἡ μερική κρίση, στίς σελίδες 906 ἕως 916. Ἐμεῖς θά συνεχίσουμε μέ ἀναφορά στόν ἅγιο Νικόδημο τόν Ἁγιορείτη.

Στό ἔργο του Πνευματικά Γυμνάσματα ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης γράφει: «Παρακάλεσε μέ θερμά δάκρυα τόν Βασιλέα τῶν αἰώνων νά σέ ἐλευθερώσῃ ἀπό τούς φοβερούς δαίμονας ποῦ συνηθίζουν νά ἔρχωνται πάντοτε εἰς τήν ὥραν τοῦ θανάτου, διά νά στήσουν φοβερόν καί ἀόρατον κριτήριον καί νά ἐρευνήσουν ὅσα ἔργα κακά ἔπραξες, ὅσα λόγια πονηρά ἐλάλησες, καί ὅσους λογισμούς αἰσχρούς ἐσυλλογίσθης, καί νά σέ κατηγορήσουν ὄχι μόνον εἰς τά κακά ποῦ ἔκαμες, ἀλλά καί εἰς ἐκεῖνα ἀκόμη πού δέν ἔκαμες, καθώς τοῦτο δηλοῦται ἀπό τόν ὅσιον ἐκεῖνον καί ἡσυχαστήν Στέφανον, περί τοῦ ὁποίου γράφει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ τῆς Κλίμακος (Λόγ. ζ´) καί αὐτά θά κάμουν τότε οἱ δαίμονες, διά νά πάρουν τήν ψυχήν σου ἐάν δυνηθοῦν (καί μάλιστα ἄν εὕρουν ἁμαρτίας ἀνεξομολογήτους) καί νά τήν καταδικάσουν εἰς τόν ᾃδην»[11].

Τέλος θά κλείσουμε μέ μία σύγχρονη ἐμπειρία τῶν τελωνίων πού ἀναφέρει ὁ π. Σεραφείμ Ρόουζ στό βιβλίο του Ἡ ψυχή μετά τόν θάνατο. Στό βιβλίο αὐτό διαβάζουμε: «Ἡ ἀντίδραση ἑνός χαρακτηριστικοῦ “πεφωτισμένου” ἀνθρώπου τῶν καιρῶν μας, τοῦ Κ. Γιούεκσκοουελ, ὅταν μετά ἀπό τόν 36ωρο “κλινικό θάνατό” του συνάντησε προσωπικά τά τελώνια, καταγράφεται στό βιβλίο του, ἀποσπάματα τοῦ ὁποίου ἔχουμε ἤδη παραθέσει σέ προηγούμενα κεφάλαια:

Ἀφοῦ μέ πῆραν ἀπό τό χέρι, μέ ἔβγαλαν στό δρόμο περνώντας κατευθείαν μέσα ἀπό τόν τοῖχο τοῦ δωματίου.

Ἔξω βράδιαζε καί λίγο χιόνιζε. Τό ἔβλεπα ἀλλά δέν αἰσθανόμουν κρύο καί γενικά δέν αἰσθανόμουν τή διαφορά θερμοκρασίας μέσα καί ἔξω. Προφανῶς κάποια πράγματα ἔχασαν γιά τό ἀλλοιωμένο σῶμα μου τή σημασία τους. Ἀρχίσαμε γρήγορα νά ἀνεβαίνουμε ψηλά…Ἡ ἀντίληψη τοῦ χρόνου ἔσβησε ἐντελῶς στό νοῦ μου. Δέν ξέρω πόση ὥρα ἀνεβαίναμε ψηλά. Ξαφνικά ἀκούστηκε κάποιος θόρυβος καί μέ κραυγές καί γέλια ἄρχισε γρήγορα νά μᾶς πλησθάζει ἕνα πλῆθος κάποιων ἀπαίσιων ὄντων.

“Δαίμονες!” σκέφτηκα. Τό κατάλαβα μάλιστα πάρα πολύ γρήγορα καί μέ ἔπιασε κάτι σάν τρόμος πού μέχρι τότε μοῦ ἦταν ἄγνωστος. Δαίμονες! Φαντάζομαι πώς θά εἰρωνευόμουν καί θά γελοῦσα ἄν κάποιος, λίγες μέρες, ἀκόμα καί λίγες ὧρες νωρίτερα, μοῦ ἔλεγε ὅτι πιστεύει στήν ὕπαρξή τους καί εἶδε μέ τά μάτια του τούς δαίμονες! Ὡς μορφωμένος ἄνθρωπος τοῦ τέλους τοῦ δεκάτου ἐνάτου αἰώνα, μέ τό ὄνομα αὐτό θεωροῦσα τίς κακές συνήθειες καί τά πάθη τοῦ ἀνθρώπου. Γι᾿ αὐτό καί ἡ λέξη αὐτή δέν ἦταν γιά μένα ὄνομα, ἀλλά ἕνας ὅρος πού δηλώνει ἀφηρημένη ἔννοια. Καί ξαφνικά αὐτή ἡ “ἀφηρημένη ἔννοια” παρουσιάστηκε μπροστά μου σάν ζωντανό πρόσωπο!…

Ἀφοῦ μᾶς περικύλωσαν ἀπό ὅλες τίς πλευρές οἱ δαίμονες φώναζαν καί ἀπαιτοῦσαν ἀπ᾿ τούς ἀγγέλους νά μέ παραδώσουν σ᾿ αὐτούς. Προσπαθοῦσαν μέ κάθε τρόπο νά μέ ἁρπάξουν ἀπό τά χέρια τους, ἀλλά δέν τολμοῦσαν νά τό κάνουν. Ἀπό τίς αἰσχρές κραυγές καί τά οὐρλιάσματα πού ἔβγαζαν ξεχώρισα κάποιες λέξεις καί μερικές φορές ὁλόκληρες τίς φράσεις.

“Εἶναι δικός μας, ἀρνήθηκε τό Θεό”, ξαφνικά φώναξαν ὅλοι μέ μιά φωνή καί ταυτόχρονα ὅρμησαν πάνω μου. Τό αἷμα πάγωσε στίς φλέβες μου.

“Εἶναι ψέμα! Αὐτό δέν εἶναι ἀλήθεια!”, ἤθελα νά τούς ἀπαντήσω, ὅταν ξαναβρῆκα τόν ἑαυτό μου, καί ὅμως ἡ μνήμη μοῦ ἔδεσε τή γλώσσα.Μέ ἕναν τρόπο ἀκατανόητο θυμήθηκα ξαφνικά ἕνα ἀσήμαντο περιστατικό πού συνέβη τόσο παλιά, τήν ἐποχή πού ἤμουν νέος, καί πού τό ξέχασα σχεδόν ἐνελῶς.

Στό σημεῖο αὐτό ὁ συγγραφέας θυμᾶται ἕνα περιστατικό ἀπό τά σχολικά του χρόνια. Κάποια μέρα, σέ μία φιλοσοφική συζήτηση πού εἶχε μέ φίλους του, ἕνας ἀπό αὐτούς ἐξέφρασε τήν ἑξῆς ἄποψη: “Γιατί πρέπει νά πιστέψω στό Θεό, ἄν χωρίς καμιά διαφορά μπορῶ νά πιστεύω ὅτι ὁ Θεός δέν ὑπάρχει;” Στήν ἐρώτηση αὐτή ὁ συγγραφέας ἀπάντησε: “Μπορεῖ καί νά μήν ὑπάρχει”. Τή στιγμή ὅμως, μετά τόν θάνατό του, πού βρέθηκε ἀντιμέτωπος μέ τούς δαίμονες-κατηγόρους στά τελώνια, ὁ συγγραφέας ἀναλογίστηκε:

Αὐτή ἡ ἀπάντησή μου κυριολεκτικά ἦταν “ἀργόν ρῆμα”. Δέν μποροῦσε αὐτή ἡ βαττολογία τοῦ φίλου μου νά μοῦ δημιουργήσει ἀμφιβολίες στήν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ. Ἄλλωστε χωρίς πολλή προσοχή παρακολουθοῦσα αὐτά πού ἔλεγε. Καί ὅμως, ὅπως φάνηκε τώρα, ὁ ἀργός αὐτός λόγος δέν ξεχάστηκε».[12]

Εἴδαμε σέ γενικές γραμμές τή διδασκαλία τῶν Πατέρων γιά τά τελώνια∙ τούς δαίμονες-κατηγόρους τοῦ ἀνθρώπου κατά καί μετά τόν θάνατό του. Ἴσως ὑπάρχουν ἀμφιβολίες γιά τά τελώνια καί ἴσως μερικοί θεωροῦν τό θέμα αὐτό ἀπό ἐντελῶς ἀνυπόστατο, ἐντελῶς μυθῶδες ἕως θεολογούμενο. Ἡ διδασκαλία τῶν Πατέρων εἶναι σαφής: ὄντως εἶναι ὑπαρκτά τά τελώνια κατά καί μετά τόν θάνατο. Καί μάλιστα ὁ π. Σεραφείμ Ρόουζ θεωρεῖ τά τελώνια «ὡς τή λυδία λίθο τῆς αὐθεντικῆς μεταθανάτιας ἐμπειρίας».[13]

Σημειώσεις

[1] π. Σεραφείμ Ρόουζ, Ἡ ψυχή μετά τόν θάνατο, Β´ ἔκδοση, μετάφραση Παναγιώτα Τσουροπλή, ἐκδ. Μυριόβιβλος, Ἀθήνα 2003, σελ. 116

[2] Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου, Ἡ ζωή μετά θάνατον, Δ´ ἔκδοση, Ἱερά Μονή Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου (Πελαγίας), Λεβάδεια 1997, σελ. 67-68

[3] Ὠριγένους, Εἰς τό κατά Λουκᾶν εὐαγγέλιον, Ὁμιλία ΚΓ´ 23-30, ΒΕΠΕΣ, τόμος 15, ἔκδοσις τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας, Ἀθῆναι 1958, σελ. 46

[4] Νικολάου Π. Βασιλειάδη, Τό μυστήριον τοῦ θανάτου,ἐκδ. Σωτήρ,Ἀθῆναι 1982, σελ. 371

[5] Μακαρίου Αἰγυπτίου, Ὁμιλίες πνευματικές, Ὁμιλία ΚΒ´,μετάφραση Νικήτας Τσιομεσίδης, ΕΠΕ, Θεσσαλονίκη 2012, σελ.373

[6] Μ. Βασιλείου, Εἰς τόν Ζ´ Ψαλμόν 3, μετάφρασις Σοφίας Καρακασίδου, ΕΠΕ, Θεσσαλονίκη 1974, σελ.45-47

[7] Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας, Ὅμιλία 14, Περί ἐξόδου ψυχῆς, καί περί τῆς δευτέραςπαρουσίας, PG 77, 1073C-1076D.Παρατίθεται στό Ἁγίου Ἰουστίνου τοῦ Τσέλιε (Πόποβιτς), Δογματική,μετάφραση Ἄρης Ἠλ. Γεωργόπουλος, Ἱερά Μεγίστη Μονή Βατοπαιδίου, Ἅγιον Ὄρος, σελ.905-906

[8] Διαδόχου Φωτικῆς, Κεφάλαια  γνωστικά 100, μετάφραση Αἰκατερίνη Γκόλτσου, ΕΠΕ, Θεσσαλονίκη 1986, σελ. 287

[9] Ἰωάννου Σιναΐτου, Κλῖμαξ, Λόγος ζ´, ἐκδ. Παπαδημητρίου, σελ. 67. Παρατίθεται στό Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου, Ἡ ζωή μετά θάνατον, Δ´ ἔκδοση, Ἱερά Μονή Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου (Πελαγίας), Λεβάδεια 1997, σελ. 76-77

[10] Ἡσυχίου Πρεσβυτέρου, Πρός Θεόδουλον ρξα´, Φιλοκαλία, τόμος Α´, ἐκδοτικός οὶκος Ἀστήρ, Ἀθῆναι 1958, σελ. 166

[11] Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, Τά πνευματικά γυμνάσματαΜελέτη Η´, Γ´ Ὅτι ὁ θάνατος εἶναι τέλος ὅλου τοῦ καιροῦ,  Ἀθῆναι 1950, σελ.68-69

[12] π. Σεραφείμ Ρόουζ, ὅ.π., σελ. 134-135-136

[13] π. Σεραφείμ Ρόουζ, ὅ.π., σελ. 141 κ. ἑξ.



https://antifono.gr/ὁ-τελωνισμός-τῶν-ψυχῶν/


Tuesday, September 8, 2020

Στὴ Γέννηση τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου-Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ-



Ἐλᾶτε ὅλα τὰ ἔθνη, κάθε ἀνθρώπινη γενιά, καὶ κάθε γλώσσα, καὶ κάθε ἡλικία, καὶ κάθε ἀξίωμα, νὰ γιορτάσουμε μὲ ἀγαλλίαση τὴ γέννηση τῆς παγκόσμιας χαρᾶς. Γιατὶ ἂν οἱ εἰδωλολάτρες, μὲ ψεύτικα δαιμονικὰ παραμύθια ποὺ ξεγελοῦν τὸ μυαλὸ καὶ σκοτεινιάζουν τὴν ἀλήθεια, κι᾿ ἂν ἀκόμα προσφέροντας ὅ,τι εἶχαν καὶ δὲν εἶχαν τιμοῦσαν γενέθλια βασιλιάδων, ποὺ τοὺς τυραννοῦσαν σ᾿ ὅλη τους τὴ ζωή, πόσο περισσότερο πρέπει ἐμεῖς νὰ τιμοῦμε τὴ γέννηση τῆς Θεοτόκου, ποὺ ἀνώρθωσε ὁλόκληρο τὸ ἀνθρώπινο γένος, ποὺ ἄλλαξε τὴ λύπη τῆς πρώτης μας μητέρας, τῆς Εὔας, σὲ χαρά; Ἐκείνη ἄκουσε τὴν ἀπόφαση τοῦ Θεοῦ: «Μὲ πόνους νὰ γεννᾷς τὰ παιδιά σου». Αὐτή: «Χαῖρε, Κεχαριτωμένη». Ἐκείνη: «Στὸν ἄνδρα σου ἡ ὑποταγή σου». Αὐτή: «Ὁ Κύριος εἶναι μαζί σου».

Τί ἄλλο λοιπὸν ἀπὸ λόγο νὰ προσφέρουμε στὴ Μητέρα τοῦ Λόγου; Ὅλη ἡ κτίση ἂς γιορτάσει μαζί μας κι᾿ ἂς ὑμνήσει τὸν ἁγιασμένο καρπὸ τῆς ἁγίας Ἄννας. Γιατὶ γέννησε στὸ κόσμο παντοτινὸ θησαυρὸ ἀγαθῶν, δηλ. τὴν Παναγία. Μὲ τὴν μεσολάβηση τῆς Παναγίας ὁ Πλάστης ξανάπλασε πρὸς τὸ καλύτερο ὁλόκληρη τὴν πλάση, μὲ τὴν ἀνθρώπινη φύση τοῦ Χριστοῦ. Γιατὶ, ἀφοῦ ὁ δημιουργικὸς Λόγος τοῦ Θεοῦ ἔγινε ἕνα μὲ τὴν ἀνθρώπινη φύση, ἑνώθηκε συνάμα μ᾿ ὁλόκληρη τὴν πλάση, ἀφοῦ καὶ ὁ ἄνθρωπος, μετέχοντας σὲ πνεῦμα καὶ σὲ ὕλη, εἶναι σύνδεσμος ὅλης της ὁρατῆς καὶ ἀόρατης δημιουργίας. Ἂς γιορτάσουμε λοιπὸν τὴν λύση τῆς ἀνθρώπινης στειρότητας, γιατὶ πῆρε τέλος γιὰ μᾶς ἡ στέρηση τῶν ἀγαθῶν.

Γιὰ ποιὸ λόγο ὅμως γεννήθηκε ἡ Μητέρα καὶ Παρθένος ἀπὸ γυναίκα στείρα; Γιατὶ ἔτσι ἔπρεπε, αὐτὸ ποὺ εἶναι «τὸ μοναδικὰ καινούργιο κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιο», ἡ βάση καὶ τ᾿ ἀποκορύφωμα τῶν θαυμάτων, ν᾿ ἀνοίξει τὸ δρόμο του μὲ θαύματα καὶ σιγὰ-σιγὰ ἀπὸ τὰ πιὸ ταπεινὰ νάρθουν τὰ πιὸ μεγάλα.

Ὑπάρχει ὅμως κι ἄλλος λόγος πιὸ ὑψηλὸς καὶ πιὸ θεϊκός. Ἡ φύση, νικημένη ἀπὸ τὴ χάρη, στεκόταν φοβισμένη· δὲν εἶχε τὸ θάρρος καὶ τὴ δύναμη νὰ προχωρήσει αὐτὴ πρώτη. Ὅταν λοιπὸν ἐπρόκειτο νὰ γεννηθεῖ ἡ Θεοτόκος – Παρθένος ἀπὸ τὴν Ἄννα, δὲν τολμοῦσε ἡ φύση νὰ καρποφορήσει πρὶν ἀπὸ τὴ χάρη, ἀλλὰ ἔμενε ἄκαρπη, μέχρις ὅτου βλαστήσει ἡ χάρη τὸν καρπό. Ἔτσι ἔπρεπε, νὰ γεννηθεῖ πρωτότοκη ἐκείνη, ποὺ θὰ γεννοῦσε τὸν «πρωτότοκο ὅλης της δημιουργίας», ποὺ «ὅλα σ᾿ αὐτὸν χρωστοῦν τὴν ὕπαρξή τους».

Καλότυχο ζευγάρι, Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα, ὅλη ἡ κτίση σᾶς εὐγνωμονεῖ. Γιατὶ μὲ τὴ μεσολάβησή σας δώρισε ἡ πλάση στὸ Δημιουργὸ τὸ πιὸ ὑπέροχο ἀπ᾿ ὅλα τὰ δῶρα· πολυσέβαστη Μητέρα, μοναδική, ἄξια τοῦ Πλάστη. Εὐλογημένος εἶσαι Ἰωακείμ, ἀπ᾿ ὅπου βγῆκε τὸ ἀκηλίδωτο σπέρμα. Θαυμαστὴ μήτρα τῆς Ἄννας, ποὺ μέσα της ἀναπτύχθηκε σιγὰ-σιγά, σχηματίσθηκε καὶ γεννήθηκε πανάγιο βρέφος. Γαστέρα, ποὺ κυοφόρησες μέσα σου τὸν ἔμψυχο οὐρανό, πλατύτερο ἀπὸ τὴν ἀπεραντοσύνη τῶν οὐρανῶν. Ἁλώνι, ποὺ κράτησες ἐπάνω σου τὴ θημωνιὰ τοῦ ζωοποιοῦ σιταριοῦ, ὅπως τὸ δήλωσε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός: «Ἂν δὲν πέσει ὁ κόκκος τοῦ σιταριοῦ στὴ γῆ καὶ πεθάνει, παραμένει ὁλομόναχος». Μαστοὶ ποὺ θηλάσατε ἐκείνη, ποὺ ἔθρεψε τὸν τροφοδότη τοῦ κόσμου. Θαυμάτων θαύματα καὶ παραδόξων παράδοξα. Γιατὶ ἔτσι ἔπρεπε, ν᾿ ἀνοίξει μὲ τὰ θαύματα ὁ δρόμος, ἀπ᾿ ὅπου μὲ τρόπο ἀνέκφραστο, ἀπὸ ἀγάπη, κατέβηκε κοντά μας ὁ Θεὸς γιὰ νὰ σαρκωθεῖ.

Ἀλλὰ πῶς νὰ προχωρήσω περισσότερο; Τὸ μυαλό μου σαστίζει, φόβος καὶ λαχτάρα μὲ κυριεύουν. Ἡ καρδιά μου χτυπάει καὶ ἡ γλώσσα μου δέθηκε. Δὲν ἀντέχω στὴ χαρά, μὲ καταβάλλουν τὰ θαύματα, ὁ πόθος μὲ γεμίζει ἐνθουσιασμό. Ἂς νικήσει λοιπὸν ὁ πόθος, ἂς ὑποχωρήσει ὁ φόβος, ἂς τραγουδήσει ἡ κιθάρα τοῦ Πνεύματος: «Ἂς χαροῦν οἱ οὐρανοὶ κι᾿ ἂς πηδήσει ἀπ᾿ τὴ χαρά της ἡ γῆ».

Σήμερα ἀνοίγονται οἱ πύλες τῆς στειρώσεως, καὶ παρουσιάζεται θεϊκή, παρθενικὴ πύλη, ποὺ ἀπὸ μέσα της θὰ περάσει καὶ θὰ μπεῖ στὴν οἰκουμένη «σωματικὰ» ὁ Θεός, ποὺ βρίσκεται πέρα ἀπ᾿ ὅλα τὰ ὄντα, ὅπως λέει ὁ Παῦλος, ὁ ἀκροατὴς τῶν ἀνέκφραστων μυστικῶν. Σήμερα ἀπὸ τὴ ρίζα τοῦ Ἰεσσαὶ ξεφύτρωσε κλωνάρι, ποὺ πάνω του βλάστησε γιὰ χάρη τοῦ κόσμου θεοϋπόστατο ἄνθος.

Σήμερα ἀπὸ τὴ γήινη φύση ἔφτιαξε οὐρανὸ πάνω στὴ γῆ, ἐκεῖνος ποὺ ἄλλοτε παλιὰ δημιούργησε μέσα ἀπὸ τὰ νερὰ τὸ στερέωμα καὶ τὸ ἀνέβασε στὰ ὕψη. Κι᾿ ἀληθινὰ ὁ οὐρανὸς αὐτὸς εἶναι πολὺ πιὸ θεϊκὸς καὶ πολὺ πιὸ καταπληκτικὸς ἀπὸ τὸν πρῶτο. Γιατὶ ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ποὺ δημιούργησε στὸν πρῶτο οὐρανὸ τὸν ἥλιο, θὰ ἀνατείλει ὁ Ἴδιος στὸ δεύτερο οὐρανό, ἥλιος δικαιοσύνης. Ἔχει δύο φύσεις, κι ἂς λυσσομανοῦν οἱ Ἀκέφαλοι· ἕνα πρόσωπο, μία ὑπόσταση, κι ἂς σκάσουν ἀπ᾿ τὸ κακό τους οἱ Νεστόριοι. Τὸ ἄναρχο φῶς, ποὺ ἔχει τὴν προαιώνια ὕπαρξή του ἀπὸ ἄναρχο φῶς, τὸ ἄυλο καὶ ἀσώματο, παίρνει σῶμα ἀπὸ γυναίκα καὶ «σὰν νυμφίος βγαίνει ἀπὸ νυφικὸ δωμάτιο», καί, μ᾿ ὅλο ποὺ εἶναι Θεός, γίνεται ἔπειτα γήινος ἄνθρωπος. Σὰν «γίγαντας» θὰ τρέξει μὲ χαρὰ τὸ δρόμο τῆς δικῆς μας ζωῆς, καὶ μέσα ἀπὸ τὰ πάθη θὰ προχωρήσει γιὰ νὰ πεθάνει καὶ νὰ δέσει τὸν ἰσχυρό, τὸ διάβολο, καὶ νὰ τοῦ ἁρπάξει τὴν περιουσία, τὴν ἀνθρώπινη φύση μας, καὶ νὰ ξαναφέρει στὴν οὐράνια γῆ τὸ χαμένο πρόβατο.

Σήμερα ὁ «γιὸς τοῦ μαραγκοῦ», ὁ παντεχνίτης Λόγος τοῦ Θεοῦ, ποὺ χάρη σ᾿ Αὐτὸν ὁ Πατέρας δημιούργησε τὰ πάντα, τὸ δυνατὸ χέρι τοῦ μεγάλου Θεοῦ, ἔχοντας, μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα σὰν δάχτυλά του, ἀκονίσει τὸ στομωμένο σκεπάρνι τῆς φύσεως, ἔφτιαξε γιὰ τὸν ἑαυτὸ τοῦ ἔμψυχη σκάλα, ποὺ ἡ βάση της στηρίζεται πάνω στὴ γῆ καὶ τὸ κεφάλι της ἀκουμπάει στὸν οὐρανό, ποὺ πάνω της ἀναπαύεται ὁ Θεός, ποὺ τὴν εἰκόνα της ἀντίκρισε ὁ Ἰακώβ. Ἀπ᾿ αὐτὴ ἀφοῦ κατέβηκε, χωρὶς νὰ μετακινηθεῖ ἀπὸ τὴ θέση του ὁ Θεός, πιὸ σωστὰ ἀφοῦ ταπεινώθηκε, «φανερώθηκε πάνω στὴ γῆ» καὶ συναναστράφηκε μὲ τοὺς ἀνθρώπους. Αὐτὰ ὅλα λοιπὸν σημαίνουν ἡ κατάβαση, ἡ συγκαταβατικὴ ταπείνωση, ἡ πολιτεία του πάνω στὴ γῆ, τὴν πιὸ βαθιὰ γνώση, ποὺ δόθηκε στοὺς ἀνθρώπους τῆς γῆς.

Πάνω στὴ γῆ στηρίχθηκε ἡ νοητὴ σκάλα, ἡ Παρθένος· γιατὶ γεννήθηκε ἀπὸ τὴ γῆ· καὶ ἡ κεφαλή της φθάνει στὸν οὐρανό. Ἡ κεφαλή, βέβαια, κάθε γυναίκας εἶναι ὁ ἄνδρας· γιὰ τὴν Παρθένο ὅμως μία καὶ δὲν γνώρισε ἄνδρα, ἔγινε κεφαλή της ὁ Θεὸς καὶ Πατέρας, ἀφοῦ μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἔκανε συμφωνία μὲ τὴν Παρθένο κι ἀφοῦ ἔστειλε σὰν κάποιο θεϊκὸ πνευματικὸ σπόρο, τὸ Υἱὸ καὶ Λόγο του, τὴν παντοδύναμη δύναμή Του. Πραγματικὰ μὲ τὸ εὐλογημένο θέλημα τοῦ Πατέρα, ἔγινε ὑπερφυσικά, χωρὶς μεταβολή, ὁ Λόγος σάρκα, ὄχι μὲ φυσικὴ ἕνωση, ἀλλὰ ξεπερνώντας τοὺς νόμους τῆς φύσεως, ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ ἀπὸ τὴν Παρθένο Μαρία καὶ «κατασκήνωσε ἀνάμεσά μας». Γιατὶ ἡ ἕνωση τοῦ Θεοῦ μὲ τοὺς ἀνθρώπους γίνεται μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. «Ὅποιος μπορεῖ ἂς τὸ καταλάβει. Ὅποιος ἔχει αὐτιά, ἂς ἀκούσει».

Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ




Sunday, September 6, 2020

Κυριακὴ ΙΓ᾽Ματθαὶου

 (Ματθ. 21,33-42)

Εἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύτην·
33. ἄνθρωπός τις ἦν οἰκοδεσπότης, ὅστις ἐφύτευσεν ἀμπελῶνα καὶ φραγμὸν αὐτῷ περιέθηκε καὶ ὤρυξεν ἐν αὐτῷ ληνὸν καὶ ᾠκοδόμησε πύργον, καὶ ἐξέδοτο αὐτὸν γεωργοῖς καὶ ἀπεδήμησεν.
34. ὅτε δὲ ἤγγισεν ὁ καιρὸς τῶν καρπῶν, ἀπέστειλε τοὺς δούλους αὐτοῦ πρὸς τοὺς γεωργοὺς λαβεῖν τοὺς καρποὺς αὐτοῦ.
35. καὶ λαβόντες οἱ γεωργοὶ τοὺς δούλους αὐτοῦ ὃν μὲν ἔδειραν, ὃν δὲ ἀπέκτειναν, ὃν δὲ ἐλιθοβόλησαν.
36. πάλιν ἀπέστειλεν ἄλλους δούλους πλείονας τῶν πρώτων, καὶ ἐποίησαν αὐτοῖς ὡσαύτως.
37. ὕστερον δὲ ἀπέστειλε πρὸς αὐτοὺς τὸν υἱὸν αὐτοῦ λέγων· ἐντραπήσονται τὸν υἱόν μου.
38. οἱ δὲ γεωργοὶ ἰδόντες τὸν υἱὸν εἶπον ἐν ἑαυτοῖς· οὗτός ἐστιν ὁ κληρονόμος· δεῦτε ἀποκτείνωμεν αὐτὸν καὶ κατάσχωμεν τὴν κληρονομίαν αὐτοῦ.
39. καὶ λαβόντες αὐτὸν ἐξέβαλον ἔξω τοῦ ἀμπελῶνος καὶ ἀπέκτειναν.
40. ὅταν οὖν ἔλθῃ ὁ κύριος τοῦ ἀμπελῶνος, τί ποιήσει τοῖς γεωργοῖς ἐκείνοις;
41. λέγουσιν αὐτῷ· κακοὺς κακῶς ἀπολέσει αὐτούς, καὶ τὸν ἀμπελῶνα ἐκδώσεται ἄλλοις γεωργοῖς, οἵτινες ἀποδώσουσιν αὐτῷ τοὺς καρποὺς ἐν τοῖς καιροῖς αὐτῶν.
42. λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· οὐδέποτε ἀνέγνωτε ἐν ταῖς γραφαῖς, λίθον ὃν ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες, οὗτος ἐγενήθη εἰς κεφαλὴν γωνίας· παρὰ Κυρίου ἐγένετο αὕτη, καὶ ἔστι θαυμαστὴ ἐν ὀφθαλμοῖς ἡμῶν;


https://aerapatera.wordpress.com/2020/09/06/κυριακὴ-ιγ᾽ματθαὶου/


Thursday, September 3, 2020

Αποχαιρετώντας την Ιουλία Σταυρίδου

 



Έφυγε από αυτή τη ζωή η σκηνογράφος Ιουλία Σταυρίδου. Μια χαρισματική καλλιτέχνιδα την οποία γνώρισα στο σπίτι της αδερφής της από χρόνια συγχωρεμένης Όλγας Σταυρίδου, σπουδαίας ζωγράφου,  με την οποία μας συνέδεε φιλία πολλών χρόνων. Οι δύο αδερφές παρ’ όλο που ήταν πολύ διαφορετικές μεταξύ του και ως προς τον χαρακήρα και ως προς την κοινωνικότητά τους, ήταν και οι δύο λαμπερές. Η Ιουλία άνθρωπος του κόσμου, η Όλγα της ερημίας. Η πρώτη αναγνωρισμένη από τον αθηναϊκό καλλιτεχνικό κόσμο και με δουλειές που της έφεραν διακρίσεις και βραβεία, η δεύτερη ζώντας για χρόνια στην Καστοριά και μετά στο Μελισσοχώρι της Θεσσαλονίκης, παρέμεινε άγνωστη στο ευρύ κοινό, έκανε λίγες εκθέσεις, προτιμούσε την αφάνεια και τη σιωπή του κήπου της. Ίσως αυτό να είχε σχέση και με το είδος της τέχνης που κάθεμιά τους επέλεξε και που οπωσδήποτε αντικαθρέπτιζε τη στάση τους στη ζωή, αλλά και τον χαρακτήρα τους. Η σκηνογραφία είναι τέχνη του χώρου, της παράστασης, του κινηματογράφου, ένα οργανικό κομμάτι από τα πολλά μιας συνολικής, κατά κανόνα, δουλειάς. Η ζωγραφική μπορεί να πραγματώνεται κατά μόνας και να παραμένει αθέατη απ’ τους πολλούς, κλεισμένη στο εργαστήρι του καλλιτέχνη. 

Όποιος πρωτοσυναντούσε μαζί τις Σερραίες αδερφές σίγουρα θα εντυπωσιαζόταν από το άκρως αντίθετο σωματότυπό τους. Η Ιουλία ευτραφής, η Όλγα φτερό στον άνεμο. Μα και οι δύο εξόχως ευφιείς και οξυδερκείς και εξαιρετικά ταλαντούχες και άοκνες εργάτριες. Η Ιουλία είχε το χάρισμα να βλέπει και να ακούει τον συνομιλητή της. Να διερωτάται και να προχωρά την σκέψη του. Η Όλγα μιλούσε πάντα ελάχιστα μα ό,τι έλεγε όταν μιλούσε σου έμενε βαθιά τυπωμένο στην καρδιά, τόσο καίριος ήταν ο λόγος της. Συχνά η Όλγα μου μιλούσε για την μητέρα τους. Ήταν δασκάλα, αλλά ήταν μια δασκάλα που άφησε εποχή στις Σέρρες. Στην τάξης της, έλεγε, είχε συνήθως γύρω στα εκατό παιδιά. Ανάμεσά τους και πολλά τσιγγανάκια. Τα αγαπούσε όλα πάρα πολύ και κατάφερνε να τους χαρίζει αγάπη με το περίσσευμα της καρδιάς της και να τους μαθαίνει τα γράμματα. Την είχαν όλα πρότυπο και την λάτρευαν. Τα δε τσιγγανάκια συχνά πήγαινε και τα μάζευε από τα σπίτια τους γιατί οι γονείς τους δεν τα έστελναν σχολείο. Η Ιουλία δεν παντρεύτηκε, η παντρεμένη με τον συγγραφέα Αλέξανδρο Κοσματόπουλο Όλγα δεν απέκτησε παιδιά. Έφυγε η Όλγα το 2015 μετά από μαρτυρική περιπέτεια σην οποία την υπέβαλε για πολλά χρόνια το Αλτσχάιμερ και κυριολεκτικά την έλιωσε. Έφυγε και η Ιουλία μετά από καρδιακά προβλήματα και πιθανόν χτυπημένη και από τον ιό. Έτσι έκλεισε το κεφάλαιο αυτής της χαρισματικής οικογένειας οριστικά και χωρίς απογόνους. Απόγονοι των δύο σπουδαίων καλλιτέχνιδων μένουν εις τους αιώνας τα έργα τους μέσα από τα οποία το φως που κουβαλούσαν περνάει σ’ εμάς ακέραιο για να τις θυμόμαστε και να μας δείχνουν τον δρόμο. 
Καλή ανάπαυση Ιουλία, και δώσε την αγάπη μας και τους χαιρετισμούς μας στην αγαπημένη σου αδερφή...  


Wednesday, September 2, 2020

Γλύπτης αέρα

 




Σκαλίζω τον αέρα

Που μου δόθηκε

Ο λόγος μου
Είναι το γλυπτό του