Labels

Wednesday, April 11, 2018

Προσκύνημα στους Αγίους Τόπου;- Στον Ναό της Αναστάσεως - 2η Ημέρα


Τρίτη 10 Απριλίου
Αφύπνιση στις 6.00. Ανοίγω το παράθυρο. 
Λαλούν οι πετεινοί στο χωριό των ποιμένων. 
Αναχωρούμε στις 7.30 το πρωί από το ξενοδοχείο 
με προορισμό τον Ναό ητς Αναστάσεως στην 
Ιερουσαλήμ. Ο ήλιος έχει ήδη ανέβει ψηλά, λίγα 
σύννεφα σκόρπια λευκά μπουκέτα στην γαλάζια 
ποδιά του ουρανού. Στο δρόμο έχει αρκετή 
κίνηση. Λόφοι και λοφίσκοι εκατέρωθεν του 
δρόμου με αραιή θαμνώδη βλάστηση, που 
και πού λιόδεντρα τα ευλογημένα. Πλάι σε ένα 
πηγάδι ένας ρακένδυτος άντρας κοκκαλωμένος 
σαν άγαλμα απλώνει το χέρι. Παλαιοδιαθηκή 
φιγούρα προβάλλει σαν φάντασμα Σαμαρείτη 
μέσα απ’ τη σκόνη του χρόνου. Μπαίνοντας στην 
πόλη πετρόχτιστα αρχοντικά με κήπους, 
μπουκαμβίλιες που ζηλέψαν τα ουράνια και λες 
θα τα αγγίξουν, μια όμορφη κοπελίτσα με 
μεταξωτή φούστα πλουσμιστή και μαλλιά 
μεταξένια τρέχει να προλάβει το αστικό. Μια 
κθάρα ξαπλώνει στην πλάτη της. Αφήνουμε το 
λεωφορείο σε μια από τις πύλες του τείχους και 
προχωρούμε προς την παλιά πόλη. 
Τα μαγαζιά στην σκεπαστή αγορά δεν έχουν 
ακόμη ανοίξει. Οι πέτρες στο πλακόστρωτο 
κοιμούνται. Να ’χαν φωνή, τι δε θα ’λέγαν για τα 
αναρίθμητα πόδια που αιώνες τώρα τις πατούν… 
Αρχίζει να βρέχει. Ίσα που προλαβαίνουμε να 
μπούμε στον ναό. 
Μας υποδέχεται ο άγιος Γεράσων. Μικρός το 
δέμας, απλός στους τρόπους, ολιγόλογος, βαθύς 
γνώστης των θεολογικών και εκκλησιαστικών 
ζητημάτων, από δεκατριώ χρονών εκεί, 
επίσκοπος πλέον. Αναλαμβάνει να μας ξεναγήσει. 
Πάνω που αρχίζει να μας μιλά, δυο άνθρωποι από 
το γκρουπ τον ρωτούν για το Άγιον Φως. 
Ξεφυσά. Κι εσείς για αυτό θα ρωτήσετε; 
Σταματήστε να ζητάτε το θαύμα αλλού από κει 
που συμβαίνει. Το Φως είναι από την ακοίμητη 
κανδήλα του Παναγίου Τάφου. Το θαύμα 
συντελείται στην Θεία Λειτουργία και είναι το 
Μυστήριο της Θείας Κοινωνίας. Ανασαίνω. Σε 
καλά χέρια πέσαμε, σκέφτομαι. Προχωρούμε 
στον μεγαλοπρεπή ναό. Πρώτο προσκύνημα στην 
Αποκαθήλωση. Το μάρμαρο πάνω στο οποίο 
ακούμπησαν το Σώμα του Κυρίου όταν το 
κατέβασαν από το Σταυρό. Το παγωμένο 
μάρμαρο που ακουμπισμένο καταγής σαν 
μαρμάρινη κλίνη μαρμαρωμένου βασιλιά μας 
αναγκάζει να γονατίσουμε μπροστά στην Άκρα 
Ταπεινωση του Θεού μας. Ανηφορίζουμε από μια 
στενή μαρμάρινη επίσης στριφογυριστή απότομη 
σκάλα για να βρεθούμε στην κορυφή του 
Γολγοθά και στην οπή του βράχου όπου έβαλαν 
το ξύλο του Σταυρού. Από πάνω έχει φτιαχτεί
Αγία Τράπεζα για να τελούνται στον χώρο 
Λειτουργίες. Αριστερά και δεξιά της καλυμμένα 
με πλέξι-γκλας μέρη των βράχων που σκίστηκαν 
την ώρα της Θανάτου του Κυρίου μας. 
Προχωρούμε προς τον Πανάγιο Τάφο. 
Περιμένουμε λίγο. Ομάδες ποικίλων φυλών από 
όλα τα μέρη του πλανήτη, ποικίλων θρησκειών, 
περιμένουν για να προσκυνήσουν. Ανθρωποι 
όλων των χρωμάτων, με ενδυμασίες κοινές και 
παράδοξες, ακατανόητες γλώσσες προσέρχονται 
ευλαβικά. Μετά από ένα μικρό κυκλικό πέτρινο 
δώμα περνάς αφού σκύψεις το κεφάλι να μη 
χτυπήσεις στον χώρο που από κάτω του έχει 
σωθεί ένα μικρό τμήμα του Τάφου που χάρισε ο 
Ιωσήφ της Αριμαθαίας στον Χριστό, ενώ τον 
προόριζε για τον εαυτό του. Πρέπει να 
προσκυνήσουμε πολύ γρήγορα. Περιμένει πλήθος 
κόσμου και το δώμα χωρά μετά βίας πέντε άτομα. 
Βγαίνω και στέκομαι στον κυκλικό χώρο. 
Ακουμπώ στον παγωμένο τοίχο να μην ενοχλώ 
όσους βγαίνουν. Ο αγιοταφίτης μοναχός φύλακας 
με ρωτά αν προσκύνησα. Γνέφω καταφατικά 
χωρίς να μιλώ. Περιμένω πως θα μου πει να βγω 
έξω, αλλά δεν μου λέει τίποτα. Με αφήνει εκεί. 
Εκεί που ο χρόνος της Ζωής στον απάνω κόσμο 
σταμάτησε για τρεις μέρες. Εκεί από όπου η 
πεπαυσμένη για αιώνες καρδιά του κάτω κόσμου 
χτύπησε μέσα σε τρεις μέρες και πάλι.  Αν και 
στον ναό αυτή την ώρα υπάρχουν εκατοντάδες 
ψυχές, εκεί δεν ακούγεται τίποτα. 
Η σιωπή έχει τον απόλυτο χαρακτήρα  της 
παύσης. Σου επιβάλλεται, δεν την επιβάλλεις εσύ. 
Συνεχίζουμε προς τα διάφορα παρεκκλήσια. 
Νομίζω όμως πως έχω κουφαθεί. Δεν μπορώ να 
ακούσω τίποτα άλλο. Ο Θάνατος και η Ανάσταση 
έχουν σημάνει εντός μου το άπειρον του βίου και 
του νοήματος του. Ακούω και δεν ακούω. Όταν 
πλέον πορευόμαστε προς την έξοδο, η μπόρα έχει 
δυναμώσει. Το πλήθος συνεχίζει να εισρέει στον 
ναό. Άνθρωποι σε αναπηρικά καρότσια, με 
πατερίτσες, ηλικιωμένοι, ανήμποροι, μούσκεμα 
από τη βροχή σαν να μην τους αγγίζει, 
πλησιάζουν. Η βροχή τροποποιεί το πρόγραμμά 
μας. Πηγαίνουμε στον ναό του αγίου 
Κωνσταντίνου και Ελένης. Ταπεινός, γλυκός 
ναός. Μας ξεναγούν άλλοι άνθρωποι. Ακραία 
πράγματα. Η ημιμάθεια γεννά την φλυαρία και 
τον φανατισμό. Βγαίνω έξω, αφού προσκυνώ τις 
θαυμάσιες εικόνες. Προτιμώ να φεύγω από κει 
που δεν αναπαύεται η ψυχή μου.
Χωριζόμαστε σε παρέες και κάνουμε βόλτα στην
αγορά. Μια απλή λαϊκή γυναίκα από ένα χωριό 
της Μακεδονίας, είναι η δική μου συντροφιά. 
Είναι η τέταρτη φορά που έρχεται, γνωρίζει τα 
μικρά δρομάκια. Τους αφήνουμε όλους πίσω. Δε 
θέλω κόσμο. Δε θέλω πολλές κουβέντες. Ελπίζω 
πως θα ματαιωθεί η συνέχεια του αρχικού 
προγράμματος. Επιθυμώ να επιστρέψω στο 
ξεονδοχείο. Πράγματι ακυρώνεται το προγραμμα 
και επιστρέφουμε. 
Μπαίνουμε στο λεωφορείο. Η διπλανή μου, 
Αθηναία κυρία, με ρωτά: πώς σας φάνηκε; Δεν 
μπορώ να σας απαντήσω, της λέω. Πρέπει να 
καταλαγιάσουν πρώτα όλα μέσα μου. Μα δεν 
μπορείτε να μου πείτε κάτι; επιμένει. Όχι, δεν 
μπορώ να σας πω τίποτα, της απαντώ και με 
αφήνει στην ησυχία μου για να μιλήσει με την 
απέναντι. Η μπόρα θολώνει τη θέα του ορίζοντα. 
Τα λιόδεντρα πίνουν και πίνουν νερό. Πίνουν οι 
θάμνοι, πίνουν οι πέτρες, πίνω κι εγώ… 








1 comment:

  1. Ο άγιος Γεράσων Θεοφάνης; Εξαιρετικός ως ξεναγός και πολύ καλός στις θεολογικές του ερμηνείες, τον είχαμε κι εμείς πρόπερσι. Στο τέλος θα σας απαγγείλει και το'Τραγούδι του Σταυρού' του Κ. Παλαμά...

    ReplyDelete

Σχόλια