Labels

Monday, February 23, 2015

Το σχόλιο της Δευτέρας - Γράμμα στο Θεό - Καλή βδομάδα και Καλή Σαρακοστή!





Το "Γράμμα στο Θεό" είναι ο τίτλος διηγήματος του Ντίνου Δημόπουλου από το ομώνυμο βιβλίο του για εφήβους, που περιέχει μια συλλογή τεσσάρων Πασχαλινών διηγημάτων και κυκλοφόρησε το 2000 από τις εκδόσεις Καλέντη. Το αναζήτησα και το βρήκα στη Δημοτική Βιβλιοθήκη της Θεσσαλονίκης και μιας και ο πυρήνας του διηγηματος συνδέεται με τη σημερινή ημέρα, αποφάσισα, αφού σας παρουσιάσω μια μικρή περίληψη του έξοχου αυτού διηγήματος, αλλά να αντιγράψω αυτούσιο το γράμμα.


Η Αράβησσος είναι ένα μικρό χωριό που ένα καλοκαίρι πλήττεται από φωτιά που βάζουν άγνωστοι εμπρηστές, με αποτέλεσμα να καεί το δάσος του, και το επόμενο φθινόπωρο, από πλημμύρες που προκαλούν οι ισχυρές βροχοπτώσεις. Καταστρέφονται έτσι, σπίτια, χωράφια και περιουσίες των περισσότερων κατοίκων που απελπισμένοι αρχίζουν σιγά σιγά να εγκαταλείπουν το χωριό τους και να κατεβαίνουν στην πόλη. Στο σχολείο απομένει μόνον ένας μαθητής, ο εντεκάχρονος Στράτος. Αυτός, ζει με τη θεία του τη Λουκία, γιατί οι γονείς του δουλεύουν εργάτες στο Βέλγιο και έρχονται στην Ελλάδα μόνο για ένα μήνα το καλοκαίρι. Μέσα σ' αυτες τις δυσκολες συνθήκες, ο δάσκαλος με το παιδί αναπτύσουν μια αξιοθαύμαστη φιλική σχέση. Τα Χριστούγεννα γυρνούν μαζί και λένε τα Κάλαντα κι ύστερα μαζί παραδίδουν στον παπα Κλεάνθη ό,τι καλούδια και χρήματα μάζεψαν για να τα δώσει αυτός στους αναγκεμένους. Έρχονται οι Απόκριες, κι ύστερα από ένα αποκριάτικο αστείο των δυο φίλων, που εμψυχώνει ιδιαίτερα τους ελάχιστους κατοίκους του χωριού -μιας και μέσα στην αθωότητά τους το παίρνουν εντελώς στα σοβαρά-, φτάνει κι η Καθαρά Δευτέρα. Ο μικρός πρωταγωνιστής πηγαίνει να πεταξει τον αετό του στο βουνό. Πάνω του όμως, θα κολλήσει πρώτα ένα γράμμα. Ένα γράμμα προς το Θεό, με την ελπίδα πως μόλις φτάσει ο αετός ψηλά στον ουρανό, ο Θεός θα το διαβάσει.

"Αγαπητέ κύριε Θεέ Παντοκράτορ,

είμαι ο Στράτος ο Βαγενάς από την Αράβησσο. Ξέρω πως μπορείς να μην το λάβεις αυτό το γράμμα μου ποτέ, μπορεί να το πάρει ο αέρας και να χαθεί ή να βρέξει εκεί απάνω και να λειώσει. Εγώ όμως πρέπει να σου το στείλω, γιατί αυτά που έχω να σου πω, τη χάρη που θέλω να σου ζητήσω, μόνο εσύ που είσαι Παντοδύναμος μπορείς να μου την κάνεις, κανένας άλλος. Και πρώτα απ' όλα να πεις στον πατέρα και στη μάνα μου να γυρίσουν στο χωριό και να μην ξαναφύγουν για Βέλγιο. Η θεία Λουκία, πες τους, δεν είναι καλά, έχει την κακιά αρρώστεια και το καλοκαίρι δεν το βγάζει. Και τι θα γίνω εγώ τότε; Το άλλο που έχω να σου πω είναι για το σχολείο μας και το δάσκαλο. Είναι πολύ σοβαρή η κατάσταση, κι αν δεν βάλεις εσύ το χέρι σου, Κύριε, θα χαθούμε. Το σχολείο μας θα κλείσει και θα μας τον πάρουν το δάσκαλο από την Αράβησσο. Γι' αυτό κάνε ό,τι μπορείς να 'ρθουν να γραφτούν την καινούργια χρονιά οι παλιοί. Ο Πέτρος, η Σοφία, ο Οδυσσέας, ο Θανασάκης και όλοι που φύγανε και πήγαν άλλος στην Έδεσσα και άλλος στην Αθήνα. Κι αν δεν μπορείς να τους φέρεις όλους, φέρε μας δυο τρεις μονάχα. Ή και έναν ακόμα. Ένας αυτός κι ένας εγώ, δύο. Κάτι γίνεται με δύο. Γιατί πρέπει να σκεφτούμε και το δάσκαλο, Κύριε Πόσο θ' αντέξει νομίζεις; Είναι γέρος πια. Κοντεύει τα τριάντα. Μπορεί να παίζει με τις ώρες μαζί μου; Ή νομίζεις πως δεν το καταλαβαίνω; Με το ζόρι κάνει ό,τι κάνει. Και το κάνει για μένα. Για να μ' ευχαριστήσει. Λαχανιάζει όταν παίζουμε μπάλα. Του πιάνεται η μέση στο μπάσκετ. Πονάν τα πόδια του στο στάκαμαν. Κι έχει και δισκοπάθεια, έτσι μου είπε προχτές ο παπα Κλεάνθης. Λοιπόν, κάνε ό,τι έχεις να κάνεις, Κύριε, πριν να είναι πολύ αργά. Σου φιλώ με σεβασμό το χέρι και περιμένω.
Στράτος Βαγενάς από την Αράβησσο.
Μη με μπερδέψεις με κανέναν άλλο.
Από την Αράβησσο!"


Ο χαρταετός με το γράμμα του Στράτου υψώνεται, μέχρι που στο τέλος τον αφήνει από τα χέρια του και χάνεται στον ουρανό.

"Ο Στράτος αναστέναξε και είπε:

- Φτάνει να είναι εκεί όταν φτάσει. Μην έχει φύγει για επιθεώρηση σε κανέναν άλλο γαλαξία και δε διαβάσει το γράμμα μου"


Πλησιάζει το Πάσχα. Έρχεται η Μεγάλη Παρασκευή και κάποια στιγμή, ενώ ο δάσκαλος με τον Στράτο βρίσκονται στο σχολείο και κάνουν πρόβα τα εγκώμια, γιατί όπως λέει ο δάσκαλος του ένθεου Δημόπουλου: "χάθηκαν τόσα τον τελευταίο καιρό στο χωριό να μην χαθεί κι η πίστη", μπαίνει ένα ξένο κοριτσάκι στην ηλικία του Στράτου και ζητάει να γραφτεί. Ο πατέρας της έχει διοριστεί ως ο καινούργιος δασοφύλακας που έχει αναλάβει να φυτέψει απ' την αρχή το δάσος. Το διήγημα τελειώνει με τα παρακάτω λόγια:



"Αχ, ήθελε να 'χει φτερά να πετάξει, να πάει ψηλά και να πει "ευχαριστώ" στον Θεό. Γιατί, όπως έδειχναν τα πράγματα, το είχε λάβει το γράμμα του, αλλιώς πώς θα 'ρχόταν η μικρή να γραφτεί στο σχολειό τους;
-Και πώς σε λένε; τη ρώτησε ο δάσκαλος.
- Ευτυχία."




Καλή Σαρακοστή!





 Το βιβλίο σήμερα κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη

No comments:

Post a Comment

Σχόλια