Το πάρτυ. Το
μεγαλύτερο, το γνησιότερο, το μοναδικό κι ανεπανάληπτο. Αυτό που δε βγαίνεις
άδειος τα χαράματα κι απελπισμένος, αλλά πλήρης χαράς και χάριτος. Που η μέθη
του είναι νηφάλια και βαστά όσο βαστά η καρδιά σου. Αυτό που δεν ξοδεύεσαι, δεν
εξαντλείσαι, δεν υποδύεσαι άλλο απ’ αυτό που είσαι, αλλά που παίρνει αυτό που
είσαι, ό,τι κι αν είσαι, και το εκτοξεύει στους ουρανούς για να μη φύγεις ποτέ
απ’ το απέραντο παρηγορητικό γαλάζιο τους. Που πας κουρελιασμένος και φεύγεις φτερωτός.
Φτωχός και βγαίνεις πάμπλουτος. Πας απελπισμένος και αποχωρείς με όλη την
ελπίδα του σύμπαντος στην καρδιά σου. Το πάρτυ που ακόμα κι αν δεν είσαι
σίγουρος γιατί πήγες, ακόμα κι αν είσαι ξένος μέσα σε ξένος, δε θα σε προδώσει,
αλλά αντίθετα, θα σε ανταμείψει πλουσιοπάροχα που του προσφέρθηκες. Θα σε
βεβαιώσει στο τέλος πως καλώς πήγες. Θα σε συμφιλιώσει με τον εαυτό σου και
όλους τους ανθρώπυς. Το μέγα Πάρτυ της χαρμολύπης της Μεγάλης Εβδομάδας που
ολοκληρώνεται φωταγωγημένο τη βραδιά της Αναστάσεως.
Ξεκίνησε από το
Σάββατο του Λαζάρου και συνεχίστηκε με την Κυριακή των Βαϊων –για να μη
λησμονήσουμε μέσα στο πένθος των ημερών των Παθών που θα ακολουθήσουν πως το
τέλος του δρόμου υπόσχεται τη νίκη του Χρισού κατά του θανάτου.
Φτωχός, άστεγος
και ξένος ήρθε για μας τους φτωχούς από αλήθεια και άστεγους από ελπίδα, χαρά
και αθανασία, για μας τους ξένους από τον εαυτό μας, τους γύρω μας, το Θεό. Και
μας ανέλαβε όλους με τα όλα μας για να φτάσει να πεθάνει τον θάνατό μας ώστε να
μας χαρίσει την Ανάσταση.
Όποιος θέλει να
είναι πρώτος ανάμεσα σε όλους να γίνει υπηρέτης τους, μας λέει. Όποιος θέλει να
γίνει άρχοντας αρχόμενος να γίνει. Όποιος θέλει ν’ ανέβει ψηλά, να ταπεινωθεί.
Τι Πάρτυ κι αυτό… Τι μυστήριο…
Μπαίνω στο ναό του
αγίου Νικολάου του Ορφανού της Θεσαλονίκης. “Τον νυμφώνα σου βλέπω…” ακούω και
δακρύζω μια στάλα που πάλι είμαι εδώ, που ακόμα ζω, άλλο ένα Πάσχα ζω για να
ακολουθήσω τον Κύριο και Θεό μας κατά πόδας μέσα από τους εκκλησιαστικούς
ύμνους που περιέχουν την υψηλότερη ποίηση που γράφτηκε ποτέ. Κι αν το ονομάζω
“πάρτυ” όλο αυτό είναι γιατί μέσα στη χαρά και στη λύπη μου επιτέλους δεν είμαι
μόνη. Είναι γιατί μέσα σ’ αυτές τις λίγες μέρες συμπυκνώνεται όλη η τραγική
ιστορία του κόσμου και η απέραντη αγάπη του Θεού. Ακολουθώ παραδίδοντας τον
εαυτό μου στις εκκλησιαστικές ακολουθίες, χωρίς καμιά δεύτερη σκέψη. Δε με
βοήθησαν τόσο καιρό οι σκέψεις, πουθενά δε μ’ έβγαλαν. Και πάντα τέτοιες μέρες
θυμάμαι τον Γιώργο Ιωάννου που μια Μεγάλη Παρασκευή γυρνούσε όλους τους
επιτάφιους της πόλης μου για να φτάσει να γράψει: “Δε χορταίνω να σε κηδεύω Θεέ
μου...”.
Στάχια προς
θερισμό είμαστε όλοι και ο συντοπίτης μου συγγραφέας το αισθάνεται μέχρι το
μεδούλι της βαθιάς του υπάρξεως. Γι’ αυτό και στο διήγημά του “Και ιδού νεφέλη
λευκή” φτάνει να διατυπώσει την υπεράνθρωπη φράση:
“Ναι, Κύριε,
θέρισέ με…”
Καλή Μεγαλοβδομάδα
και Καλή Ανάσταση!
Βασιλική μου, Καλή Μεγαλοβδομάδα, Καλή Ανάσταση!
ReplyDeleteΑν η ζωή μου ήταν μία Μεγάλη Εβδομάδα και μία Ανάσταση θα ήταν υπερπλήρης! Δεν θα ήθελα τίποτα άλλο. Πόσο μάλλον που με αξιώνει ο Θεός για μια ακόμη φορά (την 58η) να ζήσω το υπέροχο "πάρτυ".
Ευχαριστούμε για τις αναρτήσεις σου.
Σταυρούλα Παπαγιάννη Κουμενίδου
Nα είσαι πάντα καλά Σταυρούλα μου! Ευχαριστίες πολλές! Καλή Ανάσταση και την αγάπη μου στη μητέρα σας!
DeleteΦορτωμένο γλυκύτητα το κείμενο σου Βασιλική.. Καλη Ανάσταση!
ReplyDeleteΕυχαριστίες! Καλή Ανάσταση μέχρι το μεδούλι!!!!
DeleteΌπως έλεγε κάθε Μέγα Σάββατο ο πατέρας μας, "τώρα είμαι έτοιμος να ξαναρχίσω τη Μεγάλη Εβδομάδα".
ReplyDeleteΚαλή Ανάσταση σε όλους και για όλους!
Υπέροχο... Αυτό ακριβώς... Καλή Ανάσταση!!!!
ReplyDelete