Κατά τη βασιλεία του Ουάλη στην Ανατολή ξεσηκώθηκε μεγάλος διωγμός εναντίον όλων των Ορθοδόξων Χριστιανών, ιδιαίτερα δε στην Καισάρεια, επειδή εκεί με παρρησία ο Άγιος αποκαλούσε αιρετικό το βασιλιά. Όταν το άκουσε ο βασιλιάς, θέλησε να πάει μόνος του στην Καισάρεια. Προτού όμως ξεκινήσει το ταξίδι του έστειλε πρώτα τον αρχιμάγειρά του Δημοσθένη για να απειλήσει τον άγιο. Εκείνος πήγε, αλλά μη μπορώντας να μεταλλάξει τη γνώμη του αγίου και να τον πείσει να αποδεχθεί το δόγμα του Αρείου επέστρεψε άπρακτος. Τότε ο βασιλιάς έστειλε έναν σπουδαίο άρχοντα, τον Μόδεστο, να απειλήσει τον άγιο με μεγάλες τιμωρίες, αν δεν ομογνωμούσε με το βασιλιά. Αλλα κι εκείνος μη μπορώντας να μεταστρέψει τον άγιο απ’ την Ορθοδοξία επέστρεψε άπραγος, και είπε στο βασιλιά:
“Είναι ευκολότερο να λυγίσεις
το σίδερο παρά τη γνώμη του Βασιλείου”.
Ακούγοντας αυτά ο βασιλιάς και
θαυμάζοντας την ανδρεία ψυχή του αγίου αποφάσεσε να πάει μόνος του στην Καισάρεια και στην εκκλησία όπου λειτουργούσε ο άγιος για να τον ακούσει πώς διδάσκει. Ήταν η εορτή των Θεοφανείων. Ο βασιλιάς βλέποντας εισερχόμενος αναρίθμητο πλήθος λαού καθισμένο με απόλυτη ευταξία ν’
ακούσει τη διδασκαλία του αγίου κι αυτόν γεμάτο σεμνότητα να στέκεται και να
διδάσκει σαν άλλος Απόστολος, η ψυχή του γέμισε κατάνυξη. Τότε, την ημέρα
εκείνη, αφού συνομίλησε με σωφροσύνη με τον άγιο, έφυγε. Όταν όμως μετά από λίγες
μέρες ήρθαν και τον βρήκαν οι Αρχιερείς του Αρειανού δόγματος του άλλαξαν τη
γνώμη και πείστηκε να εξορίσει τον άγιο. Έτσι όρισε να γράψουν την απόφαση της
εξορίας του. Τι επακολούθησε όμως. Ακούστε πώς ενήργησε η άπειρη δύναμη του Θεού την ώρα εκείνη.
Του μεν γραφέως
που θα έγραφε την εξορία του αγίου το χέρι παρέλυσε. Του δε βασιλιά ο γιος,
παιδί ακόμα, αρρώστησε τόσο βαριά που κινδύνεψε να πεθάνει. Βλέποντας αυτά ο
βασιλιάς και καταλαβαίνοντας πως δεν είναι θέλημα Θεού να εξοριστεί ο άγιος του
μήνυσε να έρθει να προσευχηθεί για το γιο του. Και ω του θαύματος! Και μόνο που
το είδε ο άγιος αμέσως γιατρεύτηκε. Και δε γιάτρεψε μόνο το γιο του βασιλιά
αλλά και τον έπαρχο Μόδεστο που κινδύνευε κι αυτός να πεθάνει. Βλέποντάς τα
αυτά ο βασιλιάς και θαυμάζοντας την αρετή του Βασιλείου επέστρεψε στο θρόνο
του.
Εκείνο τον καιρό
ένας άρχοντας του βασιλιά που μοιράζονταν την ίδια έδρα με τον έπαρχο Μόδεστο,
εκβίαζε μία χήρα αρχόντισσα από την Καισάρεια να τον παντρευτεί. Εκείνη δεν
ήθελε ούτε ν’ ακούσει τα λόγια του γιατί ήθελε να γίνει μοναχή. Νικημένος απ’ τον έρωτα ο άρχοντας
έστειλε τους υπηρέτες του να του τη φέρουν με τη βία. Μόλις εκείνη το
πληροφορήθηκε κατέφυγε στον ναό της Μητροπόλεως και μπαίνοντας στο Άγιο Βήμα
κράτησε το άγιο δισκοπότηρο για να μην την πειράξει κανείς. Μαθαίνοντάς το ο
έπαρχος Μόδεστος και θέλοντας να συκοφαντήσει τον άγιο, έστειλε ανθρώπους να
ψάξουν κάτω απ’ το κρεββάτι του δήθεν για να την βρούν. Και όχι μόνο αυτό να
κάνουν, αλλά και τον άγιο να φέρουν δεμένο σαν να είχαν βρει τάχα τη γυναίκα στο
κελί του. Μόλις τα έμαθαν αυτά οι Χριστιανοί όρμησαν να σκοτώσουν τον Μόδεστο
σαν αιρετικό και συκοφάντη του αγίου. Και πράγματι θα τον σκότωναν αν δεν κατεύναζε
ο άγιος την οργή τους. Ντροπιασμένος αλλά και φοβισμένος ο Μόδεστος από την οργή του
λαού άφησε ήσυχο τον άγιο. Ο εχθρός όμως της αλήθειας, διάβολος, βλέποντας να
αυξάνεται η Ορθοδοξία στην επαρχία της Καππαδοκίας, την οποία κυβερνούσε ο
άγιος να τι μηχανεύτηκε.
Ο βασιλιάς Ουάλης
θέλησε να χωρίσει την επαρχία της Καππαδοκίας σε δύο επαρχίες κι έτσι να είναι
δύο έπαρχοι και δύο κριτές σ’ εκείνον τον τόπο. Και ο ένας να έχει την έδρα του
στην Καισάρεια, ο άλλος στα Τύανα. Μαθαίνοντάς το αυτό οι επίσκοποι των Τυάνων,
κάποιοι απ’ αυτούς και αιρετικοί, άρχισαν να φιλονικούν με τον άγιο,
θέλοντας να αναδείξουν δεύτερο μητροπολίτη στα Τύανα και να χωρίσουν την
επαρχία σε δύο μητροπόλεις, όπως θα ήταν και οι έπαρχοι. Ο άγιος όμως με
ταπείνωση τους έλεγε πως η εκκλησία δεν υποχρεούται να ακολουθεί τη βασιλεία,
αλλά η βασιλεία την εκκλησιία και πως δεν είναι σωστό να
χωρίσουν οι μητροπολίτες οι μιμητές του Χρισοτύ, επειδή χώρισαν οι έπαρχοι. Οι
επίσκοπο όμως εκείνοι δεν τ’ άκουγαν αυτά γιατί είχαν παλιά έχθρα προς τον άγιο
κι έτσι χειροτότνησαν μητροπολίτη Τυάνων κάποιον με το όνομα Άνθιμο. Και δεν
έκαναν μόνο αυτό οι κακοί αρχιερείς αλλά και κάτι χειρότερο.
Μεταξύ των συνόρων
Καισαρείας και Τυάνων στην υπώρεια του όρους Ταύρου ήταν ο ναός του αγίου
Ορέστη, ο οποίος είχε πολλά εισοδήματα από αγρούς και αμπέλια και άλλα
παρόμοια. Αυτά λοιπόν οι πλεονέκτες επίσκοποι τα άρπαξαν από την εξουσία του
αγίου με σκοπό να τον λυπήοσυν. Αλλά ο άγιος, όντας μιμητής Χριστού, είπε:
“Το θέλοντί σοι κριθήναι και τον χιτώνα σου λαβείν, άφες αυτού και το ιμάτιο”,
μη αγπαώντας τα σκάνδαλα, ειρήνευσε, αρκούμενος στην επαρχία της Καισάρειας μέχρις ότου ο Θεός
βλέποντας την υπομονή του αγίου σύντομα τιμώρησε τον Μητροπολίτη Τυάνων Άνθιμο
κι έτσι πάλι ενώθηκαν εκκλησιαστικως οι επαρχίες.
Λένε πως τότε χειροτόνησε ο
άγιος τον Μέγα Γρηγόριο τον Θεολόλγο επίσκοπο σε μια μικρή επισκοπή της
Καισαρείας που ονομαζόταν Σάσιμα. Ως προς αυτά, ας τελειώσει η διήγηση. Θα
διηγηθούμε άλλο θαύμα του αγίου και παρακαλούμε την αγάπη σας ευλογημένοι χριστιανοί
να το ακούσετε με πίστη και ευλάβεια.
Το κείμενο αποτελεί μία προσπάθεια απόδοσης του κατά πλάτους βίου του Αγίου Βασιλείου στην Νέα Ελληνική από το πρωτότυπο, όπως αυτό το συναντούμε στο βιβλίο "Ο Μέγας Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας" του Ματθαίου Λαγγή, Επισκόπου Οινόης.
No comments:
Post a Comment
Σχόλια