Αφού ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην Αθήνα, ο Άγιος Βασίλειος θέλησε να πάει στα
Ιεροσόλυμα, πρώτον για να προσκυνήσει τον Πανάγιο και Ζωοποιό Τάφο του Χριστού και δεύτερον για να βαφτιστεί στον Ιορδάνη ποταμό. Τον καιρό εκείνο δεν
βαφτίζονταν οι χριστιανοί όταν ήταν μικρά παιδιά, αλλά όταν γίνονταν τριάντα
χρονών. Αφοού πραγματοποίησε το ποθούμενο, επέστρεψε στην Αντιόχεια και εκεί χειροτονήθηκε διάκονος από τον Πατριάρχη Αντιοχείας. Λένε πως τότε έγραψε
την ερμηνεία των Παροιμιών του Σολομώντα.
Μαθαίνοντας πως ο πατέρας του
αρρώστησε, θέλησε να επιστρέψει στην πατρίδα του, την Καισάρεια, για να πάρει την
ευχή των γονιών του. Αμέσως μόλις αναχώρησε, άγγελος Κυρίου φάνηκε στον
Μητροπολίτη Καισαρείας, Ευσέβειο, και του είπε: “Τούτη την ώρα έρχεται ο
άξιος διάδοχος του θρόνου σου, γι’ αυτό στείλε τους άρχοντες και τους κληρικούς
σου να τον προϋπαντήσουν στην πύλη της πόλεως.” Πηγαν, λοιπόν, οι άρχοντες
και οι κληρικοί να τον υποδεχθούν και με το που είδαν από μακριά τον Άγιο να έρχεται θαύμασαν και γέμισαν αγαλλίαση. Απ' τη μια θαύμασαν για την προφητεία του αγγέλου κι απ' την άλλη ευφράνθηκαν διότι αξιώθηκαν ν’ αποκτήσουν τέτοιο ποιμένα και
λαμπρό δάσκαλο αρετής που η φήμη της ήταν ήδη πολύ μεγάλη. Ο Άγιος μετά από λίγες
ημέρες χειροτονήθηκε πρεσβύτερος, επειδή όμως ήταν θέλημα Θεού να “τεθεί το φως
επί την λυχνίαν, κοιμήθηκε εν Κυρίω ο Αρχιεπίσκοπος Ευσέβειος και αφού συνάχτηκαν οι Επίσκοποι της επαρχίας εκείνης, ομόφωνα χειροτόνησαν τον Άγιο Βασίλειο
Αρχιερέα και Ποιμένα τους, -μάλλον να πούμε καλύτερα του κόσμου δάσκαλο.
Αλλά
ποιος μπορεί να διηγηθεί τις αρετές του Αγίου και τους κόπους που κατέβαλε,
αφότου αξιώθηκε την Αρχιερωσύνη; Γιατί ήταν μεν και πριν εγκρατής, αλλά μετά η αρετή του ξεπέρασε κάθε νου και λογισμό. Τόση μόνο τροφή γευόταν όσο να
διατηρείται η ψυχή στο σώμα. Σε τόσο ύπνο μετείχε ώστε να μη συγχίζεται ο νους
από την πολλή αγρυπνία. Ποιος να επαινέσει επάξια τη σωφροσύνη του, την αποχή
του από τις ηδονές, τη στέρηση των σαρκικών επιθυμιών; Ποιος μπορεί να
εξιστορήσει τις καθημερινές μελίρρυτες διδασκαλίες του; Ο 13ος Απόστολος ήταν
εκείνο τον καιρό. Διότι ο φθόγγος και η διδασκαλία του, όπως και των δώδεκα Αποστόλων, καθώς λέει ο Θείος
Δαυίδ “εις πάσαν την γην εξήλθεν”. Γι’ αυτό και
αξιώθηκε μεγάλες χάριτες από τον Θεό, όπως και οι Απόστολοι, και δεν έπαυε να
θαυματουργεί κάθε μέρα. Εάν θελήσει κάποιος αυτά να τα διηγηθεί λεπτομερώς
κάνει σαν εκείνον που προσπαθεί να μετρήσει τ’ αστέρια τ’ ουρανού ή την άμμο
της θάλασσας. Ωστόσο, για να μη ζημιώσουμε όσους ακούν αυτή την διήγηση είναι
σωστό να διηγηθούμε μερικά απ’ αυτά. Αφενός προς ευφημία και έπαινο του Αγίου και αφετέρου προς δοξολογία και ευχαριστία του εν Αγίοις δοξασμένου Θεού. Αλλά μη
θαυμάσετε και απορήσετε όσοι γνωρίζετε γράμματα διότι δε θα διηγηθώ κι εγώ όλα όσα βρίσκονται γραμμένα στον λόγο τον οποίο λένε ότι έγραψε ο άγιος
Αμφιλόχιος, Αρχιεπίσκοπος Ικονίου. Επειδή απ’ αυτά κάποια είναι ψευδή και δεν
έγιναν όπως αναγράφονται, αλλά τα πρόσθεσαν αργότερα οι αιρετικοί, θα διηγηθώ
μιλώντας στην αγάπης σας, μόνο όσα είναι βεβαιωμένα από αξιόπιστους συγγραφείς
και πρώτα ακούστε για ποιο λόγο έγραψε τη Θεία Λειτουργία, η οποία ονομάζεται
του Μεγάλου Βασιλείου και την οποία τελούν οι ιερείς μόνο δέκα φορές το χρόνο.
Μετά την Ανάσταση
του Χριστού ο άγιος Ιάκωβος, ο υιός του Μνήστορος Ιωσήφ, ο λεγόμενος
Αδελφόθεος, καθώς έγινε Αρχιερέας των Ιεροσολύμων, έγραψε στην εβραϊκή γλώσσα
κάποιες ευχές και ικεσίες προς τον Θεό για να τις λένε οι ιερείς όταν πρόκετιαι
να τελέσουν τη Θεία Μυσταγωγία που παρέδωσε ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός στους
Αποστόλους Του τη νύχτα εκείνη που έμελλε να παραδοθεί. Αυτές λοιπόν τις ευχές
και την ακολουθία της Θείας Λειτουργίας τις απέδωσε στην Ελληνική, όπως
τις βρίσκουμε σήμερα, ο Άγιος Κλήμης, ο μαθητής του Αποστόλου Πέτρου, ο οποίος
κατόπιν έγινε Πάπας Ρώμης και νομοθέτησε τη Θεία Μυσταγωγία για να την τελούν
κατ’ αυτόν τον τρόπο όλοι οι χριστιανοί. Κατ’ αυτόν τον τρόπο πολιτεύονταν οι
χριστιανοί γύρω στα 350 χρόνια. Επειδή όμως ήταν μεγάλες εκείνες οι ευχές και
μακροσκελής η ακολουθία, αφενός οι ιερείς κάποιες φορές αμελούσαν και δεν λειτουργούσαν, αφετέρου και οι
χριστιανοί στη λειτουργία κουράζονταν και παραπονούνταν, επειδή ήθελαν να πάνε στις
εργασίες τους. Βλέποντάς τα αυτά ο Άγιος και επιθυμώντας να βρει τρόπο ν’
ανακουφιστούν από το μεγάλο κόπο οι Χριστιανοί, αλλά και για διευκόλυνση της
δδαχής του, δέονταν και παρακαλούσε τον Θεό να του δείξει ένα σημείο μέσω του
οποίου να γνωρίσει αν είναι θέλημά Του να ολοκληρώσει αυτό που είχε βάλει σκοπό. Έτσι
σκεπτόμενος και προσευχόμενος στο Θεό για πολλές μέρες με νηστείες και δάκρυα,
μία νύχτα είδε θαυμστή και παράδοξη οπτασία την οποία εκείνος μεν ως καθαρός
και Άγιος αξιώθηκε να δει, εγώ δε ως ανάξιος και ακάθαρτος φρίτττω ακόμη και να σας τη διηγηθώ
ευλογημένοι Χριστιανοί.
Φάνηκε λοιπόν σ’
αυτόν σαν να κατέβηκε ο Χριστός μαζί με τους Αποστόλους, ω της Συγκαταβάσεώς
Σου Φιλάνθρωπε Κύριε! Και κατά την Αρχιερατική τάξη τέλεσε τη Θεία Μυσταγωγία
μαζί τους. Δεν έλεγε όμως ο Κύριος τις ευχές όπως είναι γραμμένες στη
Λειτουργία του Αδελφοθέου Ιακώβου, αλλά τις συντόμευε με τον τροπο που τις
συνέθεσε κατόπιν ο Άγιος Βασίλειος. Αυτή την οπτασία βλέποντας ο Άγιος και
ευχαριστώντας το Θεό που άκουσε τη δέησή του συνέγραψε τη Θεία Λειτουργία
συντομότερη, όπως την ξέρουμε σήμερα. Μ’ αυτόν τον τρόπο έγινε η αποκάλυψη της
Θείας Λειτουργίας στον Άγιο Βασίλειο.
Το κείμενο αποτελεί μία προσπάθειας απόδοσης του κατά πλάτους βίου του Αγίου Βασιλείου στην Νέα Ελληνική από το πρωτότυπο, όπως αυτό το συναντούμε στο βιβλίο "Ο Μέγας Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας" του Ματθαίου Λαγγή, Επισκόπου Οινόης.
No comments:
Post a Comment
Σχόλια