Labels

Monday, August 5, 2013

Η άρση






Ξέσπασα σ' ένα κλάμα γοερό. Αν πριν απ' αυτό που αντίκρυσα με ρωτούσε κάποιος πώς θα αισθανόμουν μπροστά σ' ένα τέτοιο ενδεχόμενο, θ' απαντούσα -σχεδόν με βεβαιότητα- πως φυσικά και θα λυπηθώ, αλλά αφού αυτή είναι η φύση των πραγμάτων, θα το ξεπεράσω και θ' αρχίσω απ' την αρχή. Τι γνωρίζουμε για το βάθος της ψυχής μας τελικά; Πόση συνείδηση έχουμε της σχέσης μας με τα πράγματα, τη φύση, τα όντα, πόση για την ένταση την αγάπης μας; Πόσο μπορούμε να προβλέψουμε τον πόνο που θα μας προκαλέσει μια απώλεια, κι ας μην πρόκειται για  ανθρώπινη; Μετά απ' αυτό που έζησα μπορώ να πω για άλλη μια φορά πως τίποτα δεν ξέρω. Κατάλαβα όμως πως ο πόνος της απώλειας είναι ανάλογος της αγάπης μας προς το απωλεσθέν.




Επιστρέφοντας από τη Χίο μεσάνυχτα δεν άνοιξα το δεύτερο μπαλκόνι να δω τις γλάστρες που άφησα να ποτίζουν όσο έλειπα. Είδα αυτές που είναι και οι περισσότερες μπροστά στο σαλόνι κι αφού τις είδα καλά ησύχασα. Πάντα όταν επιστρέφω από ταξίδι το πρώτο πράγμα που θα κάνω είναι να δω τα λουλούδια μου, ακόμα και πριν πιω ένα ποτήρι νερό. Με το που ξύπνησα το πρωί της επόμενης μέρας βγήκα να δω και τις άλλες. Έμεινα κάποια δευτερόλεπτα ακίνητη μη πιστεύοντας αυτό που έβλεπα. Είχαν ξεραθεί όλα τα φυτά. Οι ντοματιές και οι πιπεριές μαζί με τέσσρα πέντε καλλωπιστικά δέντρα που μεγάλωνα εδώ και αρκετά χρόνια και είχαν ξεπεράσει το μπόι μου. Οπισθοχώρησα ασυναίσθητα. Ο Κυριάκος έβγαινε εκέινη τη στιγμή από την εξώπορτα να πάει στη δουλειά του. Ξέσπασα σ' ένα κλάμα γοερό μη μπορώντας ν' αρθρώσω λέξη. Εκείνος κατατρόμαξε. Ο νους του πήγε στα παιδιά, μην έπαθαν τίποτα. Μέχρι να μπορέσω να εκστομίσω τη φράση: "πέθαναν τα φυτά μου", του είχαν κοπεί τα πόδια. Δεν είπε λέξη για τη λαχτάρα που του έδωσα. Με πήρε από το χέρι και μου είπε μόνο, "πάμε μαζί να τα δούμε". "Δεν πέθαναν τελείως, κοίτα,  έχουν βγει τόσες ντοματούλες..." είπε γλυκά προσπαθώντας να με παρηγορήσει. Ήμουν απαρηγόρητη. Πέρασε καμιά ώρα και με πήρε τηλέφωνο να μάθει πώς είμαι. Είχα κλείσει το παράθυρο. Δεν μπορούσα άλλο να τα βλέπω. Άκουσα το καναρίνι μου να κελαηδά κι έκανα το σταυρό μου. Τουλάχιστον ο Μάρκο ζει, είπα. Τότε μου είπε πόσο φοβήθηκε για τα παιδιά και για μένα και μπροστά σ' αυτό συνήρθα κάπως και του ζήτησα και συγνώμη γιατί δεν ήθελα να τον λαχταρίσω και γιατί όπως και να 'χει, σπουδαία τα φυτά και σαν παιδιά μου τα έχω, αλλά "σαν". Δεν μπορεί να συγκριθεί η μία απώλεια με το ενδεχόμενο της άλλης. 






Πέρασαν τρεις μέρες από εκείνο το πρωινό. Αυτές τις μέρες έκανα πως δεν τα έβλεπα κι ας άπλωνα συνέχεια ρούχα στο μπαλκόνι. Σήμερα όμως που είναι Κυριακή βρήκα τη δύναμη να τα αντικρύσω από κοντά. Σκέφτηκα προς στιγμήν να τα ξεριζώσω και να τα πετάξω όλα και το έκανα πράγματι στην πρώτη γλάστρα, αλλά μετά το μετάνιωσα και το ξαναφύτεψα. Τα φυτά έχουν μεγάλη δύναμη, σκέφτηκα. Και η αγάπη ανασταίνει νεκρούς. Πήρα, λοιπόν, το ψαλιδι και αφαίρεσα όλα τα ξεραμένα κλαδιά. Σε μερικές γλάστρες έμειναν δύο, ένα ή και κανένα πράσινο φυλλαράκι. Έβγλα τρεις σακούλες φύλλα και κλαδιά που τις πέταξα. Τα πότισα στοργικά και αποφάσισα να συνεχίσω να τα φροντίζω όπως πρώτα κι ακόμα παραπάνω. Εδώ ο υποτακτικός πότιζε χρόνια ένα ξερό κλαδί γιατί έτσι το ήθελε ο γέροντάς του κι αυτό κάποτε άνθισε σαν καρπός υπακοής και υπομονής, κι έτσι πήρε το όνομά της η Αλέξανδρουπολη, η αλλοτινή  Ντεντέ Αγάτς. Εγώ θα τα παρατήσω έτσι εύκολα;

Πονάς αυτό για το οποίο μοχθείς και μοχθείς γι' αυτό που αγαπάς. Μέχρι να μάθεις ν' αγαπάς και να πονάς όχι μόνο τα δικά σου, αλλά και του άλλου. Μεγάλο σχολείο είναι αυτό. Πώς να κατηγορήσω αυτούς που δεν τα πότιζαν; Μήπως δεν άφηνα κι εγώ κάποτε απότιστα τα λουλούδια και πέθαιναν; Η συναίσθηση δεν ειναι έμφυτη στον άνθρωπο. Σπόρος είναι που θέλει καλλιέργεια επίμονη κι επίπονη στο διάβα των χρόνων κι όπου κι αν φτάσεις ο δρόμος είναι πολύ μεγάλος που ούτε καν το φανταζόμαστε. 

Τι δουλειά έχουν τώρα μ' όλα αυτά με τα τρία χιώτικα βίντεο που συνοδεύουν τη θλιβερή μου εξομολόγησή; Έχουν βέβαια, πώς δεν έχουν; Τι θα έκανα, θ' ανέβαζα φωτογραφίες των ξεραμένων λουλουδιών; Δε θα το έκανα ποτέ. Θα ήταν άχρηστο και ανόητο. Σχεδόν μελό. Όλη η χάρη σε μια μελωδία, ακόμα και θλιμμένη, είναι οι κόντρες της. Στο ρυθμό, τη χάρη των θέσεων επιτείνουν οι άρσεις. Εξάλλου, η Χίος είναι εδώ. Με ακολουθεί, με συνοδεύει και της χρωστώ το θάρρος μου, την ελπίδα μου και την απόφασή μου να φροντίσω τα πεθαμένα μου. Τα βουνά, οι θάλασσες και η Νέα Μονή είναι εδώ. Εδώ στην καρδιά μου. Στην πυρκαγιά που ξέσπασε πριν δυο τρία χρόνια κάηκε ό, τι υπήρχε γύρω από τη Νέα Μονή, όλα τα δέντρα και τα φυτά σε απόσταση ελάχιστων μέτρων απ' το μοναστήρι που δεν το άγγιξε σπίθα. Ε, με τη χάρη της Μονής αυτής θ' αναστηθούν και τα δικά μου λουλούδια.

No comments:

Post a Comment

Σχόλια