Πριν φτάσουμε στους αγίους πρωτοκορυφαίους αποστόλους Πέτρο και Παύλο που εορτάσαμε χθες ας δούμε σε αδρές γραμμές την ιστορία από την αρχή.
Αν και οι προφήτες τα είχαν καλώς προφητέψει, και οι σοφοί καλώς τα είχαν διαισθανθεί, η ώρα της εκπλήρωσης ξεπέρασε τις προσδοκίες, ανέτρεψε τις συμβάσεις, τίναξε στον αέρα τις νοοτροπίες, τις συνήθειες και λογικές των εθνών πριν από δυο χιλιάδες χρόνια με την ενσάρκωση του Υιού και Λόγου του Θεού. Ενός Θεού τόσο αντισυμβατικού που δεν Τον αντέχουμε ούτε δυο χιλιάδες χρόνια μετά, ούτε όμως και κατά τη διάρκεια αυτών των χρόνων που προσπάθησαν να Τον συστηματοποιήσουν, να Τον κανοναρχίσουν και εν τέλει να Τον εξουσιάσουν. Τι άλλο είναι η μετά Χριστόν ιστορία εκτός από έναν λυσσαλέο αγώνα καθυπόταξης του Αναπάντεχου, Απροσδόκητου, Αντισυμβατικού, Αντιεξουσιαστή, Ανατρεπτικού και Απρόβλεπτου Θεού;
Η στείρα τίκτει την Θεοτόκον και τροφόν της ζωής ημών. Η στείρα που εισέπραττε την καταγραυγή της κοινωνίας γεννά την Παναγία. Η Παναγία εισέρχεται στα Άγια των Αγίων, άβατον έως τότε στα θήλεα, και μεγαλώνει εκεί τρεφόμενη από άγγελο. Βγαίνοντας από τον ναό, μνηστεύεται τον χήρο Ιωσήφ, άνδρα κατά πολλά χρόνια μεγαύτερό της με εφτά παιδιά. Η Παναγία είναι ακόμα παιδί όταν αναλαμβάνει να φροντίσει τα εφτά παιδιά του Μνήστορος που κάποια την εξπερνούν σε ηλικία. Συλλαμβάνει τον Υιό του Θεού εκ Πνεύματος Αγίου, πράγμα που εκπλήσσει πρώτα την ίδια και πολύ μετά όλες τις επερχόμενες γενιές. Η Αιπάρθενος κόρη, κινδυνεύει να διαπομπευθεί και σε ποιον να εξηγήσει το Μυστήριο για το οποίο ούτε και η ίδια δεν έχει λόγια; Η υπερήλικη εξαδέλφη της εγκυμονεί στον Ιωάννη, καθώς στην περίπτωσή της λειτουργούν οι έως τότε αδρανείς όροι της φύσεως, και χαιρετίζει την Παναγία με λόγους που της υπαγορεύει το έμβρυο στην κοιλιά της. Η Ελλισάβετ κινδυνεύει να γίνει περίγελος της κοινωνίας γεννώντας ένα παιδί στην ηλικία της. Επίσης δεν έχει λόγια να υπερασπίσει τον εαυτό της και το μυστήριο. Μένει ανυπεράσπιστη, όπως και η Θεοτόκος απέναντι σε έναν ολόκληρο κόσμο που την περιβάλλει και ζει εκτός των υπερφυσικών μυστηρίων. Οι Θείες παρεμβάσεις θα διασώσουν τις δύο γυναίκες, επίσης με τρόπο μυστικό και ακατανόητο, μα ωστόσο αισθητό, σαφές και αδιαμφισβήτητο. Ο μοναχογιός της Ελισάβετ θα φύγει από μικρός στην έρημο να τρώει ακρίδες και μέλι και να φορά τρίχινο και αξιοκαταφρόνητο ένδυμα και ο Μοναχογιός της Παναγίας και Υιός του Θεού θα μείνει τριάντα χρόνια αθέατος στα μάτια του κόσμου που Τον αναμένει διακαώς. Ο Θεός Ιησούς θα υποταχθεί ως άνθρωπος στον Μνήστορα και από μικρό Παιδί θα υπακούει τον άνθρωπο Ιωσήφ. Θα εκπλήξει τους ραβίνους στα δώδεκά Του, θα απαντήσει στην απορία των νομιζομένων από όλους γονέων του πως βρίσκεται στο σπίτ του Πατέρα Του, και θα υποταχθεί για άλλη μια φορά στους ανθρώπους που έχουν αναλάβει την ανατροφή του. Δε θα μείνει στον ναό, δε θα συνεχίσει να εκπλήσσει τους σοφούς, δε θα κάνει καριέρα ως παιδί θαύμα. Αυτό θα του ήταν πολύ εύκολο, μα φαίνεται πως η ευκολία δεν ταιριάζει στον Ιησού.
Επιστρέφει στο ξυλουργείο. Η σχέση Του με το ξύλο είναι προαιώνια. Από κτίσεως κόσμου. Με το ξύλο ξεκίνησε ως Θεός της Δημιουργίας, από το ξύλο ξεκίνησε η πτώση, στο ξύλο θα εργαστεί ως Υιός του Ανθρώπου, με το ξύλο θα τελειωσει την επίγεια ζωή Του καρφωμένος πάνω του, σφραγίζοντας με το αίμα Του το ξύλο της Ζωής, κάνοντάς το με το αίμα Του να ανθίζει από κει και μετά στους αιώνες.
Μέσα στα τρία χρόνια της δημόισιας δράσης Του, ο Χριστός θα ενεργήσει πιο απρόβλεπτα και επαναστατικά από οποιονδήποτε προηγούμενο, μα και επόμενο, άνθρωπο. Δεν επιλέγει για μαθητές σοφούς, λογίους, εκκλησιαστικούς άνδρες και Φαρισαίους. Δεν επιλέγει καν την Ιερουσαλήμ ως τόπο δράσης. Αφού ξεκίνησε από μια Φάτνη και όχι από παλάτι, θα συνεχίσει σε ένα άσημο χωριό της Ιουδαίας, θα καλέσει ψαράδες αγρίκους και αμόρφωτους που έχουν όμως καθαρή καρδιά, πίστη αμόλυντη και αστραπή στα μάτια για να γίνουν μαθητές Του. Θα ικετέψει τον Ιωάννη να Τον βαφτίσει ως κοινό θνητό κι ας είναι αναμάρτητος. Από τι να ξεπλυθεί ο Καθαρότατος; Από τι να συγχωρεθεί ο Αναμάρτητος; Μα αφού ήρθε να γίνει δούλος μας και να πλύνει τα πόδια και τα σκοτάδια μας, θα πρέπει να γίνει ο ίδιος το παράδειγμά μας.
Ο Κύριος θα υψώσει τους καταφρονεμένους του κόσμου όπως ο Ιορδάνης υψώνει τον Ίδιο την ώρα της βάφτισης. Ο Κύριος θα ηρωοποιήσει τους αντιήρωες της ιστορίας. Η πόρνη, ο Τελώνης, η Σαμαρείτιδα, η αδελφή της Μαρίας που δεν μεριμνά και δεν τιρβάζει μόνο Τον κοιτάζει, Τον ακούει και δεν Τον χορταίνει, τα πετεινά του ουρανού που φορούν ωραιότερη στολή από τον βασιλέα Σολομώντα, και πλάι σ' αυτούς οι παραλυτικοί, οι λεπροί, οι χωλοί, οι τυφλοί, οι πεινασμένοι, οι νεκροί. Ο θίασος του Πρωταγωνιστή δεν συμπεριλαμβάνει ούτε ένα αξιοπρεπές και αξιοσέβαστο ή αξιοθαύμαστο πρόσωπο. Τι Θεός είναι Αυτός; Από πού να Τον πιάσεις;
Δεν τιμωρεί τον προδότη Του, συγχωρεί τους σταυρωτές Του, ανοίγει τις πύλες του Παραδείσου πρώτα στον ληστή. Μητέρα μου και αδέρφια μου, θα πει, είναι όσοι τηρούν το θέλημα του Πατρός μου, δίνοντας μια ανυπέρβλητη διάσταση στις συγγενικές σχέσεις που στηρίζουν όλη τη δομή της κοινωνίας. Και πάνω από το Σταυρό θα παραδώσει τη Μητέρα Του στον αγαπημένο μαθητή που θα τη γηροκομίσει ως δική του Μάνα και όχι σε ένα από τα παιδιά του Μνήστορος που πλέον δε ζει.
Ο Κύριος θα παραδώσει την Εκκλησία όχι στον αγαπημένο μαθητή ούτε και σε κανέναν άλλον, παρά στον αρνητή Του. Στον Πέτρο θα στερεωθεί το οικοόμημα της πίστεως. Στον φλογερό Πέτρο που λυποψύχισε τη δύσκολη στιγμή και μετά μετανόησε. Σ' αυτόν που πέρασε από το καμίνι της αμφιβολίας, της δειλίας και του φόβου, κάηκε, τσουρουφλίστηκε, μα βγήκε πιο δυνατός. Και η ιστορία δε θα τελειώσει εδώ. Θα συνεχίσει να εκπλήσσει με τις ανατροπές των απρόβλεπτων και σχεδόν σοκαριστικών επιλογών του Θεού.
Η Εκκλησία θα αποκτήσει τον δεύτερο ακρογωνιαίο λίθο της και όχι σε μαθητή που γνώρισε εν ζωή τον Κύριο, ούτε σε μαθητή που του ήταν πάντα πιστός. Ο δεύτερος λίθος θα είναι ο διώκτης Σαύλος. Ο μανικός διώκτης του Χριστιανισμού που θα μεταστραφεί σε φλογερό κήρυκα του Χριστού στα έθνη. Ο Θεός δε θα τον τιμωρήσει ως διώκτη. Δε θα του στείλει καν ανθρώπους να τον κατηχήσουν. Μόνο θα τον ρωτήσει απλά και ταπεινά, όπως θα ρωτούσε και ένα παιδί που δεν καταλαβαίνει ακόμα τον κόσμο: Γιατί με διώκεις; Το ερώτημα είναι τόσο απλό όσο και συντριπτικό. Γιατί με διώχνεις; Τι κακό σου έκανα, άνθρωπε; Και για μια ακόμη φορά, ο άνθρωπος δεν θα βρει τα λόγια να απαντήσει. Το ερώτημα θα φέρει μέσα στην ύπαρξή του μια κοσμογονία ικανή να τον μεταμορφώσει από Σαύλο σε Παύλο για να φτάσει κάποτε να πει: τα πάντα τοις πάσι Χριστός.
Μια Εκκλησία τέτοια, θεμελιωμένη πάνω στο ξύλο του Σταυρού, την πέτρα του τάφου που κύλησε, τους ελαιώνες και το όρος του Θαβώρ, τα μύρα και τα σενδόνια, το εξαίσιο φως της Αναστάσεως, αναγνώρισε ως πρωτοκορυφαίους τον πρώην αρνητή και τον πρώην διώκτη. Γιατί η Εκκληία δε στηρίζεται στο πρώην, αλλά στο νυν και στο αεί. Δε στηρίζεται στο χλιαρό, κανονικό, αναγνωρισμένο,, συνηθισμένο και αναμενόμενο, αλλά στο φλογερό, στο παθιασμένο, στο μετανοημένο, στο όλα για όλα με όποιο τίμημα, ακόμα και τη ζωή μας. Στο όλα για όλα για τον πλέον απρόβλεπτο και παθιασμένο από αγάπη για τον άνθρωπο, Θεό.
No comments:
Post a Comment
Σχόλια