Labels

Wednesday, November 6, 2013

Οι προστάτες των αγγέλων




-Με μπέρδεψες. Τι θα πει "προστάτες αγγέλων"; Αυτοί μας προστατεύουν κι έχουν και φτερά. Στον παραμικρό κίνδυνο, φρουπ! Για πότε βρίσκονται μίλια μακριά, ούτε που το παίρνεις είδηση. Δε χρειάζονται προστάτες αυτοί. Αχ, και να ’μουν άγγελος…

-Πρόσεχε τι ζητάς, απάντησα. Γιατί καλά να είσαι άγγελος με φτερά που μ’ ένα φρουπ απογειώνεσαι. Βλέπεις όμως, υπάρχουν και κάτι άλλοι άγγελοι, -χωρίς φτερά. Άγγελοι επίγειοι, κι αυτοί είναι που χρειάζονται προστάτες.

-Δε σε καταλαβαίνω. Ποιοι άγγελοι και ποιοι προστάτες;

 -Άγγελοι που αν τυχόν τους συναντήσουμε στο δρόμο μας, μάς πιάνει μια συμπόνοια τόσο αβάσταχτη, που αμέσως αποστρέφουμε το βλέμμα, και μέσα στην σκληρότητα και την άγνοιά μας οι ταλαίπωροι, τολμάμε και λέμε, τι καλά που δεν είμαστε εμείς έτσι. Και οι προστάτες τους;  Αρχάγγελοι, αρχιστράτηγοι και βάλε! Τόσο τρανοί που αυτούς ούτε που τους βλέπουμε. Τους προσπερνάμε σαν να είναι αόρατοι. Και είναι αόρατοι, βέβαια είναι. Πώς αλλιώς;

-Τώρα μπερδεύτηκα ακόμα παραπάνω. Εξηγήσου, γιατί αρχίζω κι εκνευρίζομαι.

-Ας ξεκινήσω απ’ τους προστάτες. Μοιάζουν με κάτι γριές και κάτι γέρους, κακοντυμένους, καμπουριασμένους και σχεδόν τρισάθλιους, που δε σηκώνουν τα μάτια να δούνε ανθρώπου πρόσωπο. Μας φοβούνται τους ανθρώπους, -εμάς τους καθαρόαιμους. Κι έχουν και δίκιο. Είμαστε άξιοι φόβου και τρόμου. Αυτοί βγαίνουν στα κλεφτά απ’ το σπίτι, όσο να πεταχτούν για λίγο στο μπακάλη, στο μανάβη, στο φαρμακείο, άντε κι αν είναι καμιά εκκλησιά κοντά, ν’ ανάψουν κι ένα κεράκι για τον άγγελο που προστατεύουν.

-Έχουν ανάγκη οι άγγελοι το κεράκι τους; Το γάλα, το γιαούρτι;

-Ναι, αυτοί οι άγγελοι τα έχουν όλα αυτά ανάγκη, και το κεράκι περισσότερο απ’ όλα!

-Δεν πας καλά μου φαίνεται!

-Κι όμως τους είδα προχθές βράδυ. Φαίνεται πως μέσα στη νύχτα φανερώνονται. Ήμουν σε αγρυπνία στον άγιο Δημήτριο. Στάθηκα μπροστά, εκεί, στο παρεκλήσι του αγίου Ευθυμίου. Πίσω μου άκουγα πότε πότε βογηκητά παράξενα. Αλλόκοτες φωνές, κραυγές άναρθρες, τι ήταν αυτό, δεν ήξερα. Πήγα να το ερμηνέψω. Ευτυχώς που το απέφυγα. Και την ώρα της Μεταλήψεως προχώρησα στην Ωραία Πύλη. Και τότε τους είδα! Άγγελοι καθησμένοι σε αναπηρικά καρότσια περίμεναν να μεταλάβουν. Δεκάδες άγγελοι που δε θα τους δεις ποτέ Κυριακή πρωί στην εκκλησία, ίσως γιατί οι "πιστοί" μπορεί και να ενοχληθούν… Εκεί είδα και τους προστάτες τους. Αυτούς που στέκονταν στο πλάι τους, φύλακες αρχάγγελοι των αγγέλων τους. Ένιωσα την ανάσα τους κολλημένη στην ανάσα των προστατευόμενών τους. Τα μάτια τους ένα με τα μάτια των αγγέλων τους, τα χέρια και τα πόδια τους, των αγγέλων τους φτερά. Η καρδιά τους ατόφιο μάλαμα και χρυσάφι και διαμάντι, ένα με τις καρδιές όλων αυτών που εμείς ονομάζουμε νοητικώς καθυστερημένους, αυτιστικούς κι άλλα, κι άλλα πολλά. Γιατί εμείς μέχρι εκεί ξέρουμε. Να χαρακτηρίζουμε, να διαχωρίζουμε, να απέχουμε.

Ενδεδυμένος την ιερατική στολή, κατερχεται ο ιερέας της Ωραίας Πύλης κρατώντας τα Τίμια Δώρα. Ο διάκονος δίπλα του κρατά το ιερό μανδήλιο. Ένας κύριος παραπίσω προφέρει ένα ένα τα ονόματα των αγγέλων. Κώστας, Θανάσης, Αργυρώ, Μαρία… Κανείς απ’ τους αγγέλους δεν είναι σε θέση να κάντει το σταυρό του για να μεταλάβει. Αυτοί είναι ο  σταυρός. Κοινωνούν όλοι. Τα ονόματά τους αντηχούν μέσα στο ναό, που το μύρο του αγίου τον έχει μεταβάλλει σε αειθαλές περιβόλι, σαν ονόματα αγγέλων και  αγίων, που στο άκουσμά τους σταυροκοπιέσαι παρακαλώντας τους να πρεσβεύουν και για σένα. Οι προστάτες τους στέκονται παρέκει διακριτικά. Πλησιάζουν σχεδόν αόρατα. Παίρνουν αντίδωρο και το ταϊζουν στους αγγέλους τους ψίχουλο ψίχουλο, σαν τη μικρή λεπτή ευωδιαστή ψυχή τους.

- Πού βρέθηκαν τέτοια ώρα μαζεμένοι τόσοι άγγελοι; Τόσοι προστάτες; 

- Ρωτώ, ξαναρωτώ, κανείς δεν ξέρει. Στο τέλος ρωτώ τον ιερέα. Είναι από κάποιο ίδρυμα; Όχι, τι ίδρυμα,, είναι δικοί μας. Δηλαδή; Έχουμε μια ομάδα εθελοντών, όλοι φίλοι μεταξύ τους. Πηγαίνουν στα σπίτια, βοηθούν, βγάζουν βόλτα τους αρρώστους, τους πηγαίνουν και σε καμιά αγρυπνία.

Μια μεσήλικη γυναίκα καθισμένη στο καρότσι της, λέξη δε μπορεί να πει. Τα χέρια της δε μπορεί να τα ελέγξει. Μπορεί όμως και κρατά ένα αρκουδάκι που όλο το κουνά πέρα δώθε, και χαίρεται με τη χαρά που μόνο οι άγγελοι γνωρίζουν. Κι ο προστάτης της μετά το πέρας της ακολουθίας την οδηγεί έξω στη νύχτα.
Έχω δει κι έχω δει νύχτες στη ζωή μου. Ήταν Χριστουγεννιάτικη, Πασχαλινή; Δεν ξέρω.

- Ίσως ήταν μια πρόβα τζενεράλε για τη γιορτή των Ταξιαρχών που πλησιάζει, απάντησε ο συνομιλητής και χαμογελώντας πλατιά, έβαλε τα χέρια στις τσέπες κι έφυγε αλαφροπατώντας.



4 comments:

  1. Βουρκωσα
    νασαι καλά

    ReplyDelete
    Replies
    1. Κι εσύ Μαρία, πιο καλά απ' όλους!

      Delete
  2. Καλησπέρα!
    Καινούριος αναγνώστης!
    υγ: Πολύ όμορφο κείμενο. Τέτοιες ψυχές έχουν κάτι αέρινο... Κομμάτι άλλου ουρανού...

    ReplyDelete
  3. Καλώς όρισες κι ευχαριστούμε!

    ReplyDelete

Σχόλια