Είναι η πρώτη παρουσίαση του Τρελού του Χωριού. Ήταν το τυχερό του να παρουσιαστεί πρώτα στα Ελληνόπουλα της Γερμανίας. Ίσως και σε παιδιά κάποιων ανάλογων “Τρελών” που ρισκάρουν τη ζωή τους και τη βόλεψή τους προκειμένουν να ανοίξουν το δρόμο στους άλλους.
Πριν ακόμα έρθουν στην αίθουσα τα παιδιά, ρωτώ αν υπάρχει ένας πίνακας. Με είχε απασχολήσει τι μπορώ να κάνω για να βοηθήσω τα πολυ μικρά παιδιά να συγκεντρωθούν και να κατανοήσουν την αλληγορία του κειμένου. Ο πίνακας έρχεται και μάλιστα πρόκειται για έναν ασυνήθιστο πίνακα που έχει δύο φύλλα σαν πορτοπαράθυρα που ανοιγοκλείνουν. Όταν είναι κλειστά είναι πίνακας με πεντάγραμμο για νότες, όταν ανοίγουν, είναι καταπράσινος και πολύ μεγάλος. Η πολυτάλαντη Βιβή, πάντα πρόθυμη να βοηθήσει, με ρωτάει τι θέλω να ζωγραφιστεί στον πίνακα. Στη μέση το θηρίο, αριστερά του το Μικρό χωριό, δεξιά του η Μεγάλη πολιτεία, της λέω και παίρνει και το παραμύθι στα χέρια να εμπνευστεί. Μέσα σε ελάχιστα λεπτά τα ζωγραφίζει όλα τέλεια, κλείνουμε τα “παντζούρια” του πίνακα και τον βάζουμε στην άκρη. Εύκολο είναι, ρόδες έχει, εκατόν εβδομήντα παιδιά μπαίνουν στην αίθουσα.
Μόλις ολοκληρώνεται η μαγευτική παράσταση του Αχτιδοϋφαντή από τα παιδιά της Δευτέρας, σηκώνομαι και παίρνω το μικρόφωνο για να αφηγηθώ το παραμύθι του Τρελού. Τα παιδια είναι ήσυχα, ακούνε με μεγάλη προσήλωση. Η ζωγραφιά πράγματι βοηθάει τα μικρά παιδιά, όπως το φανταζόμουν. Τελειώνοντας, ρωτώ τα μικρά ποιο ήταν τελικά το Θηρίο. Ο φόβος, μου απαντούν. Ο φόβος, ναι, αυτό ήταν. Ο φόβος που αδρανοποιεί όλες τις δυνάμεις του ανθρώπου, την πρωτοβουλία του, αλλά και το αίσθημα ευθύνης. Τους διηγούμαι την αληθινή ιστορία πάνω στην οποία στηρίχθηκε το παραμύθι και εντυπωσιάζονται ακόμα περισσότερο. Συγκινούνται. Συνεχίζεται για λίγο ακόμα η συζήτηση, τα μικρά όμως έχουν κουραστεί και κάνουμε ένα διάλειμμα. Θα συνεχίσουμε με τα παιδιά της Έκτης που θέλουν να μου πάρουν συνέντευξη. Φεύγουμε όλοι από την αίθουσα και ανεβαίνουμε στην ηλιόλουστη σάλα του σχολείου. Σε ελάχιστο χρόνο στήνονται οι καρέκλες, ετοιμάζεται ο προτζέκτορας, η οθόνη, και πάλι κάθομαι από κάτω, μιας και καταρχάς θα πρακολουθήσω τι έχουν να παρουσιάσουν οι ίδιοι οι μαθητές. Μιλούν για τα παραμύθια μου, παρουσιάζουν το βιογραφικό μου, φωτογραφίες, χειροτεχνίες, μια ομορφιά!
Σηκώνομαι και αρχίζουν οι ερωτήσεις που τις έχουν γραμμένες στα τετράδιά τους. Αυτό όμως που δεν έχω ξαναδεί είναι ότι αυτά τα παιδιά σημειώνουν στα τετράδια και τις απαντήσεις μου. Ανάμεσα στις ερωτήσεις και κάποιες εντελώς ασυνήθιστες, όπως: τι θέση έχει η αγάπη στη ζωή σας ή ποιες είναι οι πιο βαθιές πληγές σας;
Και μόνο αυτές οι δύο ερωτήσεις ήταν αρκετές για να ξετυλίξουν μυστικά νήματα ζωής που δεν τα βγάζεις εύκολα το φως. Μα εγώ θεωρώ πως στα παιδιά καλό είναι τέτοια νήματα να τα φανερώνουμε ειδωμένα όμως πάντα μέσα από το πρίσμα της ελπίδας. Κι έτσι τους μιλώ για την αγάπη μέσα από τα δικά μου βιώματα και τους μιλώ και για τον θάνατο. Για την πανέμορφη ζωή που μετά το μαχαίρι θα σου προσφέρει και την ανείπωτη παρηγοριά και γλύκα της. Για το θάρρος και τη γενναιότητα στα σύσκολα που πάντα έρχονται και όλων τις πόρτες χτυπούν.
Αισθάνομαι πως είναι τόσο διψασμένα αυτά τα παιδιά που κυριολεκτικά πίνουν κάθε μου λέξη. Η αρχική πρόβλεψη της μίας ώρας για όλες τις εκδηλώσεις έχει βέβαια καταριφθεί και αγγίζουμε το τρίωρο. Κλείνουμε με την νέα μου δουλειά που, αν πάνε όλα καλά, θα εκδοθεί φέτος στο τέλος του χρόνου και εκεί απογειωνόμαστε όλοι, όταν τους διαβάζω ένα απόσπασμα. Η χαρά μας έχει φθάσει στο απόγειο. Παιδιά, δάσκαλοι, η αξιολάτρευτη Διευθύντρια, όλοι είμαστε πανευτυχείς. Και η Κυψέλη λουσμένη στο Φως!
No comments:
Post a Comment
Σχόλια