Labels

Tuesday, August 1, 2017

Του Αιγαίου νεραϊδόσπιτα




Ανθρωποι που μιλούνε για τα σπίτια τους και σπίτια που μιλούν για τους ανθρώπους. Σπίτια και σπίτια,  άνθρωποι και άνθρωποι.
Σπίτια βουβά, στραγγαλισμένα από το ασαφές πνεύμα μιας μόδας που κωφεύει στων πραγμάτων τις φωνές. Σπίτια πνιγμένα απ’ τα συμφέροντα, σερνάμενα στα σκοτεινά δρομάκια της ιδιοτέλειας και φορτωμένα ίσκιους αποτρόπαιους, φαντάσματα  τρομαχτικά. Σπίτια που αθέλητα καμπούριασαν προτού ανακαλύψουνε τα δύσμοιρα πως από πάνω τους στεκόταν ουρανός. Σπίτια που οι ιδιοκτήτες τους αρέσκονται να τα παινεύουν όπως κάθε ατάλαντος τα έργα του. Σπίτια  που ποτέ δε δέχονται επισκέπτες και ποτέ ξένους δε φιλοξενούν. Εισερχόμενα τα καθαρόαιμα βλέμματα των άλλων θα παρατηρούσαν αναπότρεπτα πόσο τούτα τα σπίτια είναι σκοτεινά κι απορημένα θα καταμετρούσαν τις κλειδαριές που σφραγίζουν τα συρτάρια, τα ντουλάπια και τις πόρτες, τα σφραγισμένα παραθύρια τους τα ανήμπορα ωσότου να αηδιάσουν. Θα ‘λέγαν τότε πως αυτά δεν είναι σπίτια, είναι φυλακές ή ίσως και να έλεγαν πως αυτά τα σπίτια είναι που θα έπρεπε να φυλακίζονται πριν από τους ανθρώπους που τα κατοικούν μήπως και τις γλύτωναν κατόπι εκείνοι.

Κι είναι ύστερα τα άλλα σπίτια. Τα σπίτια που μιλούν για τους ανθρώπους τους. Αυτούς που δε χρειάζεται τίποτα να πουν γιατί παραχώρησαν στα σπίτια τους τον λόγο κι εκείνα αδιάκοπα αφηγούνται. Και αφηγούνται παραμύθια εξαίσια όπως οι γιαγιάδες των παλιών καιρών. Σπίτια με ορθάνοιχτα παράθυρα που τις κουρτίνες τους φλερτάρουν τα μελτέμια. Σπίτια που πετούν πάνω απ’ τις θάλασσες σκίζοντας γαλανούς αιθέρες ως τις χώρες που ανθρώπου μάτι δεν αντίκρισε ποτέ. Σπίτια που τις γωνιές τους στρογγυλεύουν βότσαλα μέσα σε σκάφες ασημένιες σαν εκείνες που ‘πλενε τα ρούχα της, της Ναυσικάς η λυγερόκορμη παρέα. Σπίτια που οι μαγικοί καθρέφτες τους ομολογούν πως όλες οι γυναίκες είναι όμορφες σαν τραγουδούν και μάλιστα ομμορφότερες κι από τον ήλιο, και πως είναι σαν τα αστέρια λαμπερές όταν περιδιαβαίνουν τα πλακόστρωτα των αντρών τους στέρνα μέσα στα διάφανα χαμόγελά τους. Σπίτια που ‘χουν στα αιωνόβια τραπέζια τους κεραμικά λιτά και πιάτα πορσσελάνινα γεμάτα ρόδια και καρπούζια του μπαξέ και στους μπουφέδες τους βαμβακερές διάτρητες δαντέλες από το βελονάκι μιας υπομονετικής κυράς που ακόμα φτερουγίζει άγγελος στα δώματα μοιράζοντας αραχνοϋφαντα λουκούμια.
Αυτά τα σπίτια είναι καραβόσπιτα. Σε νανουρίζουν στων κρεβατιών τους τις καρίνες, ξένε μου, και σε ξυπνούν μέσα στα πέλαγα κάτω από το ακύμαντο γαλάζιο. Εκείνο το ανεξίκακο γαλάζιο που δε γράφει τίποτα, μονάχα σβήνει κι απαλύνει τις πληγές.
Αυτά τα σπίτια είναι παιχνιδόσπιτα. Μέσα τους, ξένε μου, το βλέμμα παιχνιδίζει, ακροβατούν τα δάχτυλα και το γυμνά σου πόδια δε χορταίνουν να γλιστρούν. Κι εσύ, την ομορφάδα τούτη, ξένε μου, δεν τη χορταίνεις, δεν χορταίνεις το παιχνίδι τους, ούτε τα θαύματα που ξεπηδούν σαν σκόνες μικροσκοπικές απ’ τις γωνιές τους.
Αυτά τα σπίτια είναι νεραϊδόσπιτα. Τα κατοικούν νεράιδες καστανές με μαύρα μάτια και κατάμαυρα τα βλέφαρα. Τις καλές αυτές νεράιδες, ξένε, πίστεψέ με, πως μπορείς ακόμα να τις συναντήσεις στα νησιά του Αιγαίου. Είναι φτιαγμένες από αλμυρό νερό και φως του θέρους που σε αλλοιώνει, αν σου ‘λαχε να πλάστηκες από αγνό κι ανόθευτο κερί. Κι αν βρεις το σπίτι τους, ξένε πίστεψέ με, ίσως να τις συναντήσεις. 




Αφιερωμένο στην Μαρία Φλάμου


No comments:

Post a Comment

Σχόλια