Και οι σαράντα επίλεκτοι ήτανε στρατιώτες
Του Λικινίου, ευγενείς κι ανδρείοι σαν ιππότες
Μα όταν ο Λικίνιος διωγμό εξαπολύει
Ο Αγρικόλας, έπαρχος της Σεβαστείας, λύει
Ασκί Αιόλους με διωγμούς, αυτούς να τους συλλάβουν
Με υποσχέσεις κι αμοιβές που στις καρδιές ανάβουν
Φιλοδοξίες πρόσκαιρες κι ονείρατα μεγάλα
Τους επαινεί προσμένοντας να αφήσουν όλα τ' άλλα
Που μέχρι τότε γνώριζαν, την πίστη να αρνηθούνε
Απ' τους σαράντα ο Κάνδιος λέει: "Ευχαριστούμε
Που την ανδρεία επαινείς, μα δίδαξε ο Χριστός μας
Στους άρχοντες να δίνουμε τιμή κι από το βιος μας
Ό,τι ανήκει μερτικό σύμφωνα με τους νόμους
Στρατιωτική υπακοή προσφέραμε. Στους ώμους
Του χρέους μας σηκώσαμε με θάρρος την ευθύνη
Απέναντι στον βασιλιά. Το κράτος δε θα μείνει
Ζημιωμένο, άρχοντα, εάν ακολουθούμε
Το ευαγγέλιο του Χριστού. Μάλλον, το ωφελούμε
Ποιος είν' ο λόγος, έπαρχε, εμάς να ανακρίνεις
Για πίστη τέτοια που εσύ, όπως και αν την κρίνεις,
Σε καλά έργα οδηγεί, μορφώνει χαρακτήρες
Που 'ναι αξιοζήλευτοι; Μήπως στραβά το πήρες;"
Κατάλαβε ο έπαρχος τότε πως δεν μπορούσε
Να επιβληθεί νηφάλια. Λοιπόν, θα οδηγούσε
Όλους τους στα μαρτύρια για να τους βασανίσουν
Και διατάζει παρευθύς εκείνους να τους γδύσουν
Ήτανε νύχτα παγερή, νύχτα βαρύ χειμώνα
Της λίμνης της Σεβάστειας μέσα στον παγετώνα
Κρουσταλλιασμένα τα νερά, πάνω τους περπατούσες
Σαν δέντρα τους φυτεύουνε, πώς μπήκαν θα απορούσες
Τα σώματα μελάνιασαν, το αίμα τους παγώνει
Μες στο φρικτό μαρτύριο όμως δεν είναι μόνοι
Έχουν τη χάρη του Θεού, κι ένας στον άλλο λέει:
"Δριμύς κι αν είναι ο χειμών, γρήγορα φεύγει, πλέει
Μια νύχτα διαβατάρικη είναι, θα προσπεράσει
Και τον γλυκύ παράδεισο σ' όλους μας θα κεράσει"
Ο ένας λιποψύχησε, βγήκε από τη λίμνη
Της ιστορίας για αυτόν δε θα γραφτούν οι ύμνοι
Μα ο φρουρός Αγλάιος που βλέπει τα στεφάνια
Πάνω από τα κεφάλια τους να 'ρχονται απ' τα ουράνια
Ορμά και μπαίνει στα νερά τα σκοτεινά και μαύρα
Ομολογάει τον Χριστό που τη γλυκιά του αύρα
Δίνει και στον αβάπτιστο που 'βρε πίστη μεγάλη
Πίστη που δεν λογίζονται και βαπτισμένος άλλοι
Σαν ήρθε το ξημέρωμα τους μισοπεθαμένους
Τους βγάλαν από τα νερά όλους τους παγωμένους
Τα σκέλη τους τα σπάζουνε για να βεβαιωθούνε
Πως θα πεθάνουν όλοι τους. Κι εκεί που σκέλη σπούνε
Μία μανούλα βλέπουνε χλωμή σαν φεγγαράκι
Να στέκει στο παιδάκι της δίπλα σαν το κεράκι
Ήτανε το νεότερο, είχε νειάτα δροσάτα
Φοβήθηκε η μάνα του μη φύγει από τη στράτα
Του μαρτυρίου την καλή, μήπως λιποψυχήσει
Βρεθεί ανάξιο της τιμής, στον πόνο μη λυγίσει
Άπλωνε τα χεράκια της που βρέφος τον κοιμίζαν
Κι έλεγε νανουρίσματα που τώρα αφυπνίζαν:
"Αγόρι μου γλυκύτατο, λίγο αν υπομείνεις
Παιδάκι θα 'σαι του ουρανού για πάντα. Μην αφήνεις
Μιας νύχτας τα μαρτύρια να σου αποστερήσουν
Την άνοιξη που τ' άνθη της μετά θα σου στολίσουν
Τη μυροβόλα σου ψυχή κοντά στον Κηπουρό μας
Εγώ σου στέκω βοηθός κι εσύ προς τον Θεό μας
Θα εύχεσαι, ουράνιε, για μένα να με φέρει
Κοντά σου, σπλάχνο ακριβό, στης άνοιξης τα μέρη
Όπου η λύπη άγνωστη, το κρύο μακριά της
Η ευφροσύνη κατοικεί εκεί και η χαρά της
Εκεί Χριστός, εκεί Θεός Πατέρας και αγγέλοι
Εκεί όλοι οι άγιοι, το φως ρέει σαν μέλι
Άκουσε τη μανούλα σου όπως μικρό στη στράτα
Σε οδηγούσα πάντοτε, μη φοβηθείς, περπάατα
Μέχρι να 'ρθει ο άγγελος με αμάραντο στεφάνι
Να τος, παιδί μου, έρχεται, σ' εσένα καταφθάνει."
Το νιούτσικο ξεψύχησε στη μητρική αγκάλη
Και η μανούλα έκλαψε λύπη, χαρά μεγάλη.
Χρόνους λίγο αργότερα είδε μια οπτασία
Η Πουλχερία που 'δειχνε σε ποια τοποθεσία
Βρισκότανε τα λείψανα και των σαράντα αγίων
Ναό λαμπρό τους έχτισε απ' των Τρωαδισίων
Τα τείχη έξω κι ύστερα πολλοί ναοί χτίστηκαν
Στους άγιους τεσσαράκοντα. Τη χάρη τους δεχθήκαν
Πόλις, Πόντος και Έμμεσα, νησιά και πολιτείες
Η χάρη τους πολυπληθής, όσες και οι πρεσβείες.
Ακάκιος, Δομέτιος, Αέιτος, Ιωάννης
Κυρίων, Δόμνας, Ευτυχής, Αγγίας, Ηλιάδης
Κάνδιος, Σεβηριανός, Σμάραγδος, δυο Γοργόνιοι
Βιβιανός, Ησύχιος, κι άλλοι σπουδαίοι γόνοι
Κύριλλος και Θεόδουλος, Ευνοϊκός, Μελίτων
Ουάλης και Αλέξανδρος, άνθη πολλών χαρίτων
Ηράκλειος, Ευδίκιος, Πρίσκος και Φιλοκτήμων
Ο Ξάνθιος, ο Φλάβιος, καθένας τους ακτήμων
Θεόφιλος, Νικόλαος, Γάιος και Χουδίων
Λυσίμαχος, Λεόντιος, πόση χάρη αγίων,
Σισίνιος, Αθανάσιος, Αγλάιος κι ακόμα
Κλαύδιος, Ιουλιανός, μέσα σε άγιο χώμα
Μαζί τους και ο Σακεδών, ο Ουαλέριος παρέα
Είν΄ η αγία και τρανή μαρτύρων η ωραία
Σύμφωνα με παρισινούς κώδικες που γραφήκαν
Αφού στη λίστα του ουρανού αγίων μεταβήκαν.
No comments:
Post a Comment
Σχόλια