Κυκλοφορούν πολλοί νεκροί στην πόλη
ανέμελα βαδίζοντας
ανάμεσα στους άλλους συμπολίτες
Λες και δεν έχει τίποτα συμβεί
λες και δεν έχουν προ καιρού εκδημήσει
Χαμογελούν
σαλεύουν το κεφάλι
μας χαιρετούν
όμως εγώ
θυμάμαι
Θυμάμαι τ’ αγγελτήρια του θανάτου
τ’ αναρτημένα στις γωνιές των δρόμων
Τα τυπικά «Τον πολυαγαπημένο…»
Όνομα επώνυμο ηλικία θανόντος
την ώρα τον ναό τους τεθλιμμένους
Θυμάμαι
κάποιους που σταματούσαν και διαβάζαν
αδιάφοροι σχεδόν
περαστικοί
που βιαστικά και πάλι αναχωρούσαν
Κι άλλους
με κάποια θλίψη στη ματιά
με μια σκιά στο βλέμμα τους
για εκείνον
που χθες ήταν ακόμα ζωντανός
και τώρα πια
ταξιδευτής του αγνώστου
Θυμάμαι την ημέρα της κηδείας
Άλλοτε καλοκαίρι
με λιοπύρι
με τα τζιτζίκια του νεκροταφείου
παράφορα να τραγουδούν
αδιάφορα για το δικό μας πένθος
Κι άλλοτε πάλι
μέρες φθινοπώρου
να στρώνονται τα πεθαμένα φύλλα
να ψιχαλίζει πληκτικά
να στάζουν
σταγόνες θλίψης τα κλαδιά των δέντρων
Πολλές φορές
χειμώνας
να φοράμε
βαριά παλτά και μάλλινα πουλόβερ
χιονόνερο να πέφτει
να φυσάει
βαθύς αγέρας σαν απ' άλλο κόσμο
Κι εγώ
πάντα παρών
εγκάρδιος φίλος
συνάδελφος
συνάνθρωπος
συμπάσχων
εθελοντής ληξίαρχος από μνήμης
Και τώρα
πάλι εδώ λοιπόν
εκείνοι
που κλάψαμε γι αυτούς
ανάμεσά μας
Να περπατούν αμέριμνοι στους δρόμους
να προσποιούνται τους απλούς διαβάτες
τους περιπατητές δημόσιων κήπων
τους επισκέπτες αξιοθεάτων.
Να συναντιούνται κάποτε μαζί μας
να μας κοιτούν
να μας χαμογελάνε
να χαιρετούν κουνώντας το κεφάλι
Ω... σταματήστε αυτή την κωμωδία
Δεν είστε εδώ, δεν είστε ανάμεσά μας
Είστε από χρόνια τώρα πεθαμένοι
καταχωμένοι μες στη μαύρη γη
κρανία λευκά κι οστά γεγυμνωμένα
Μην προσποιείσθε συνεπώς και μη
θαρρείτε πως λησμόνησα πως ίσως
έχασα κάπου το λογαριασμό
πως δεν τηρώ με προσοχή το αρχείο
Προπάντων
αφήστε τους αστεϊσμούς
τους αφελείς υπαινιγμούς
πως ίσως είμαι κάποιος από ‘σάς
πως μου διαφεύγει τάχα
μια κηδεία.
ΟΡΕΣΤΗΣ ΑΛΕΞΑΚΗΣ
No comments:
Post a Comment
Σχόλια