Labels

Monday, May 29, 2017

Μνήμη της Αλώσεως - Ανακάλημα Κωνσταντινουπόλεως (απόσπασμα)


Θ
ρήνοι για την καταστροφή και την άλωση πόλεων ή χωρών σώζονται και σε παλιότερα λογοτεχνικά δημιουργήματα. Ιδιαίτερα όμως αναπτύσσονται μετά την πτώση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας.
Το πάρσιμο της Πόλης, που αποτελούσε το κέντρο του Ελληνισμού, είχε βαθιά και οδυνηρή απήχηση στην ψυχή του λαού και θεωρήθηκε ως τραγικό σημάδι για τη μοίρα ολόκληρου του Έθνους. Ήταν επόμενο η λαϊκή μούσα και η λόγια ποίηση να θρηνήσουν την απώλεια, με ιδιαίτερα συγκινητικό τρόπο. Παράλληλα όμως με την ψυχική συντριβή, οι θρήνοι εκφράζουν και τις ελπίδες του έθνους ότι δε θα αργήσει η μέρα για την απελευθέρωση: «Πάλι με χρόνους, με καιρούς, πάλι δικά μας είναι». Έτσι ο λαός, μέσα στα τραγικά χρόνια της σκλαβιάς, έβρισκε κάποια παρηγοριά για τα δεινά του.
Τα ποιήματα αυτά, μερικά από τα οποία γράφτηκαν αμέσως μετά την Άλωση και άλλα πολύ αργότερα, αποτελούν σημαντικό κεφάλαιο της λογοτεχνίας μας, κυρίως όμως ως ιστορική μαρτυρία για τις πληροφορίες και τις κρίσεις που περιέχουν. Ελάχιστα παρουσιάζουν και κάποιες λογοτεχνικές αρετές.
Στο γεγονός της Αλώσεως αναφέρονται και πολλά δημοτικά τραγούδια, όπως το πασίγνωστο «Σημαίνει ο Θεός, σημαίνει η γη...». Παραθέτουμε εδώ δυο αποσπάσματα από το θρήνο Το ανακάλημα της Κωνσταντινόπολης.

Το ανακάλημα της Κωνσταντινόπολης

Τ
ο θρηνητικό αυτό ποίημα αποτελείται από 118 δεκαπεντασύλλαβους στίχους και γράφτηκε, πιθανότατα, σύγχρονα, με το γεγονός που ιστορεί, από άγνωστο ποιητή. Ο ποιητής του, σύμφωνα με νεότερη άποψη του Κριαρά, είναι Κύπριος. Περιγράφει με απλό και συγκινητικό τρόπο την άλωση και καταστροφή της Πόλης από τους Τούρκους το 1453, τις ταλαιπωρίες των Ελλήνων και τις τελευταίες στιγμές του αυτοκράτορα.

Θρήνος κλαυθμός και οδυρμός και στεναγμός και λύπη,
Θλίψις απαραμύθητος έπεσεν τοις Ρωμαίοις.
Εχάσασιν το σπίτιν τους, την Πόλιν την αγία, το θάρρος και το καύχημα και την απαντοχήν τους.
Τις το 'πεν; Τις το μήνυσε; Πότε 'λθεν το μαντάτο;
10 
Καράβιν εκατέβαινε στα μέρη της Τενέδου
και κάτεργον το υπάντησε, στέκει και αναρωτά το:
- «Καράβιν, πόθεν έρκεσαι και πόθεν κατεβαίνεις;»
- «Έρκομαι ακ τ' ανάθεμα κι εκ το βαρύν το σκότος.
ακ την αστραποχάλαζην, ακ την ανεμοζάλην·
15
απέ την Πόλην έρχομαι την αστραποκαμένην.
Εγώ γομάριν δε βαστώ, αμέ μαντάτα φέρνω
κακά δια τους χριστιανούς, πικρά και δολωμένα.
................................................................
Ήλιε μου, ανάτειλε παντού, σ' ούλον τον κόσμον φέγγε
κι έκτεινε τας ακτίνας σου σ' όλην την οικουμένη
20
κι εις την Κωσταντινόπολην, την πρώτην φουμισμένην
και τώρα την Τουρκόπολην, δεν πρέπει πιο να φέγγεις.
Αλλ' ουδέ τας ακτίνας σου πρέπει εκεί να στέλλεις
να βλέπουν τ' άνομα σκυλιά τες ανομίες να κάμνουν,
να ποίσου στάβλους εκκλησιές, να καίουν τας εικόνας
25
να σχίζουν, να καταπατούν τα 'λόχρυσα βαγγέλια,
να καθυβρίζουν τους σταυρούς, να τους κατατσακίζουν ,
να παίρνουσιν τ' ασήμια τους και τα μαργαριτάρια
και των αγίων τα λείψανα τα μοσχομυρισμένα
να καίουν, ν' αφανίζουσιν, στη θάλασσα να ρίπτουν,
να παίρνουν τα λιθάρια των και την ευκόσμησίν των
και στ' άγια δισκοπότηρα κούπες κρασί να πίνουν.


ανακάλημα: θρήνος (ρ. ανακαλιέμαι στην Κύπρο).

απαραμύθητος: απαρηγόρητος.

απαντοχή: ελπίδα.
κάτεργον: πλοίο.
υπαντώ: συναντώ.
ακ (+αιτιατ.): από.
αστροποχάλαζη: αστραπή με χαλάζι, συμφορά.
γομάρι: φορτίο πλοίου.
αμέ: αλλά.
δολωμένος (για πράγματα): δολερός, δόλιος.
φέγγω: φωτίζω.
φουμισμένος: φημισμένος.
ποίσουν (ποιήσουν): κάνουν.
λιθάρι: πολύτιμος λίθος.
ευκόσμησις: τα στολίδια.


http://ebooks.edu.gr/modules/ebook/show.php/DSGL-A111/262/1913,6329/


Sunday, May 28, 2017

Τραγούδι του αγίου Ιωάννη του Ρώσου



Είναι ο πλέον στοργικός, όσο κι ένα λουλούδι
Ο Ιωάννης, της Μικράς Ασίας το παιδούδι 
Που Ρώσο τον ελέγανε μιας κι η καταγωγή του
Απ' τη Ρωσία ήτανε, και όλη η αγωγή του
Ήταν βαθιά χριστιανική και όταν στο Προκόπι
Καππαδοκίας έφτασε, -άγιοι κείνοι οι τόποι-
Χίλια εφτακόσια ήτανε συν άλλοι δέκα χρόνοι
Πασάς ζητά την πίστη του να αλλάξει, μα με ρώμη
Ο Ιωάννης απαντά: "μπορει να αλλάξαν όλοι
Σ' αυτήν την τόσο όμορφη κι αγαπημένη πόλη,
Μα από μένα αυτό, πασά, να μην το περιμένεις
Καλά αν θες να τα 'χουμε κι εσύ εδώ να μένεις
Με όλη την αγάπη μου εγώ θα σου δουλεψω
Μα δεν αρνούμαι τον Χριστό, σ' αυτό δε θα κιοτέψω" 
Θαύμασε τότε ο πασάς το θάρρος και τη γνώμη
Του νέου, σηκωθήκανε με μιας οι δυο του ώμοι
"Ας γίνει όπως αγαπάς", λέει και τον αφήνει
Να του δουλεύει και πιστός δούλος αυτού να μείνει
Όλη τη μέρα δούλευε σκληρά ο Ιωάννης 
και το βραδάκι ξάπλωνε στο στάβλο, μην τα χάνεις
Καλότατε αναγνώστη μας, μιας κι η ταπείνωσή του 
Ήτανε απαράμιλλη γιατί στη θύμησή του 
Τον Κύριο 'χε πάντοτε που στη σπηλιά γεννήθη
Πώς αλλιώς θα πραγμάτωνε τ' άγια Χριστού τα ήθη
Ήταν ο στάβλος του γι' αυτόν ό,τι κι ένα παλάτι
Αρχοντικό, πολύτιμο όσο είναι τ' αλάτι
Κάποτε έφυγε ο πασάς. Πήγε να προσκυνήσει
Στη Μέκκα. Η γυναίκα του λίγο προτού δειπνήσει
Με όλο το αρχοντόσογο, εύχεται το πιλάφι
Που μόλις βγήκε απ' τη φωτιά κι ακόμα κει ανάφτει
Να έτρωγε ο κύρης της που θα 'φτασε στα ξένα
Ο Ιωάννης απαντά, "δώσε, κυρά, σ' έμενα
Το πιάτο του αφέντη μας κι εγώ θα του το πάω
Μην το σκεφτείς και μη νοιαστείς για μένα, δεν πεινάω"
Γελάσανε οι άρχοντες, γέλασε κι η γυναίκα
Πώς θα μπορούσε το παιδί να φτάσει ως τη Μέκκα;
Θαρρέψανε πως πείναγε ο ίδιος κι η ντροπή του
Τον έκανε έτσι να μιλεί χωρίς τη συλλογή του.
"Ας φάει το κακόμοιρο", είπαν και σ' ένα πιάτο
Έβαλαν τη μερίδα του και το παιδάκι νάτο
Πηγαίνει και προσεύχεται στον Κύριο Θεό του
Να στείλει άγγελο ταχύ να πάει στ' αφεντικό του
Ζεστό ζεστό το φαγητό προτού αυτό κρυώσει
Αγγελος τότε έρχεται, τον Γιάννη θα ζυγώνει
Και το πιλάφι στον πασά σαν αστραπή το πάει
"Κυρά, το πήγα το φαϊ", λέει και δεν γελάει
Ας τον γελούνε όλοι τους και ας τον κοροϊδεύουν
Σαν επιστρέψει ο πασάς αυτοί δε θα πιστεύουν
Στ' αφτιά τους όταν ο πασάς θα τους ευχαριστήσει
Που το πιλάφι του 'στειλαν, κι εκεί μπροστά θ' αφήσει
Το πιάτο με τα αρχικά που 'χε του ονόματός του
Θα είναι, λένε, θεϊκός ο Γιάννης και εμπρός του
Δείχνουν πολύ ευλάβεια και τον παρακαλούνε
Από το στάβλο γρήγορα να φύγει. Θα του βρούνε
Ένα καλό δωμάτιο να μένει σαν του πρέπει
"Να αλλάξω τον παράδεισο του στάβλου και να χάσω
Μετά μισθό στον ουρανό, τους λέει, πώς θ' αγιάσω;
Αφήστε με, αρχόντοι μου, κι είμαι ευτυχισμένος
Στο στάβλο με τα άλογα έτσι ταπεινωμένος"
Κάμποσα χρόνια πέρασαν, κάποτε αρρωσταίνει
Και του Άη Γιώργη τον παπά φωνάζει κι αυτός μπαίνει
Με τ' Άχραντα Μυστήρια κρυμμένα σ' ένα μήλο
Ήτανε κρυπτοχριστιανοί και πώς αλλιώς τον Φίλο
Να μεταλάβει ο αγνός κι άγιος στρατιώτης;
Σαράντα χρόνων έφυγε κι ο Μέγας του Δεσπότης
Παρέλαβε την άγια του ψυχή, ενώ το σκήνωμά του
Άφθαρτο πίσω έμεινε ωσότου στα στερνά του
Το φέραν στην ανταλλαγή στης Εύβοιας το Προκόπι
Να αγιάζει όλο το νησί κι όλοι οι γύρω τόποι
Παρηγοριά και στήριγμα σ' όλους τους πονεμένους
Του τότε και του ύστερα τους ντόπιους και τους ξένους.


*Εμπνευσμένο απο το βιβλίο "Εαρινό Συναξάρι" του Αρχιμανδρίτη  Ανανία Κουστένη, Ακτή, Λευκωσία 2008


Φωτογραφία:  Βίκυ Τσαλακοπούλου
Το κρεββάτι του αγίου μέσα στο στάβλο - Καππαδοκία 2012




Κυριακὴ τῶν Πατὲρων τῆς Ἁγὶας Α’ Οἰκουμενικῆς Συνὸδου

Αποτέλεσμα εικόνας για κυριακη των πατερων της α οικουμενικης συνοδου

(Ιωάν. 17,1-13)

Τῷ καιρῷ ἐκείνω, ἐπάρας ὁ Ἰησοῦς 
1. τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ εἶπε· πάτερ, ἐλήλυθεν ἡ ὥρα· δόξασόν σου τὸν υἱόν, ἵνα καὶ ὁ υἱὸς δοξάσῃ σε, 
2. καθὼς ἔδωκας αὐτῷ ἐξουσίαν πάσης σαρκός, ἵνα πᾶν ὃ δέδωκας αὐτῷ δώσῃ αὐτοῖς ζωὴν αἰώνιον.
3. αὕτη δέ ἐστιν ἡ αἰώνιος ζωή, ἵνα γινώσκωσί σε τὸν μόνον ἀληθινὸν Θεὸν καὶ ὃν ἀπέστειλας Ἰησοῦν Χριστόν.
4. ἐγὼ σὲ ἐδόξασα ἐπὶ τῆς γῆς, τὸ ἔργον ἐτελείωσα ὃ δέδωκάς μοι ἵνα ποιήσω·
5. καὶ νῦν δόξασόν με σύ, πάτερ, παρὰ σεαυτῷ τῇ δόξῃ ᾗ εἶχον πρὸ τοῦ τὸν κόσμον εἶναι παρὰ σοί.
6. Ἐφανέρωσά σου τὸ ὄνομα τοῖς ἀνθρώποις οὓς δέδωκάς μοι ἐκ τοῦ κόσμου. σοὶ ἦσαν καὶ ἐμοὶ αὐτοὺς δέδωκας, καὶ τὸν λόγον σου τετηρήκασι. 
7. νῦν ἔγνωκαν ὅτι πάντα ὅσα δέδωκάς μοι παρὰ σοῦ ἐστιν· 
8. ὅτι τὰ ῥήματα ἃ δέδωκάς μοι δέδωκα αὐτοῖς, καὶ αὐτοὶ ἔλαβον, καὶ ἔγνωσαν ἀληθῶς ὅτι παρὰ σοῦ ἐξῆλθον, καὶ ἐπίστευσαν ὅτι σύ με ἀπέστειλας.
9. Ἐγὼ περὶ αὐτῶν ἐρωτῶ· οὐ περὶ τοῦ κόσμου ἐρωτῶ, ἀλλὰ περὶ ὧν δέδωκάς μοι, ὅτι σοί εἰσι. 
10. καὶ τὰ ἐμὰ πάντα σά ἐστι καὶ τὰ σὰ ἐμά, καὶ δεδόξασμαι ἐν αὐτοῖς.
11. καὶ οὐκέτι εἰμὶ ἐν τῷ κόσμῳ, καὶ οὗτοι ἐν τῷ κόσμῳ εἰσί, καὶ ἐγὼ πρὸς σὲ ἔρχομαι. πάτερ ἅγιε, τήρησον αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί σου ᾧ δέδωκάς μοι, ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς. 12. ὅτε ἤμην μετ’ αὐτῶν ἐν τῷ κόσμῳ, ἐγὼ ἐτήρουν αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί σου· οὓς δέδωκάς μοι ἐφύλαξα, καὶ οὐδεὶς ἐξ αὐτῶν ἀπώλετο εἰ μὴ ὁ υἱὸς τῆς ἀπωλείας, ἵνα ἡ γραφὴ πληρωθῇ. 
13. νῦν δὲ πρὸς σὲ ἔρχομαι, καὶ ταῦτα λαλῶ ἐν τῷ κόσμῳ ἵνα ἔχωσι τὴν χαρὰν τὴν ἐμὴν πεπληρωμένην ἐν αὐτοῖς.



Saturday, May 27, 2017

"Ως την άκρη του νερού" - θεατρική απόδοση του παραμυθιού στο 3ο Δημοτικού Σχολείο Επανομής



Από τις μεγαλύτερες χαρές του συγγραφέα, -μιας και το έργο του αβάσταχτα μοναχικό και άλλο τόσο γοητευτικό για τον ίδιο λόγο-, είναι να το βλέπει να ζωντανεύει, να ανασταίνεται, να ανασαίνει, να κινείται, να χορεύει, να ζει μέσα στις ψυχές των άλλων. Όταν μάλιστα αυτοί οι άλλοι είναι παιδιά, μοιάζει το έργο να αγιάζεται από τις αγνές ψυχούλες... 
Υπέροχη η παράσταση των μικρών παιδιών του 3ου Δημοτικού Σχολεόυ Επανομής που έδωσαν φτερά στο παραμύθι και εν μέσω ενός κατακλυσμού που γινόταν έξω από το σχολείο, να φτάσουν "Ως την Άκρη του Νερού" χωρίς φόβο και με όλη τους την αγάπη. Γονείς, εκπαιδευτικοί και παιδιά όλοι μια αγκαλιά. Φιλοξενία αξιοζήλευτη κα αξιοθαύμαστη. Και το ευχαριστώ μου προς όλους και ιδιαιτέρως στην Κατερίνα Π. Αντωνίου! Καλό και ταξιδιάρικο καλοκαίρι παίδες!









"Μαγικό Χαλί", είναι το δώρο των προσφύγων στη Λέσβο.




Ένα μεγάλο ψηφιδωτό «μαγικό χαλί» στολίζει από χθες τον εξωτερικό τοίχο του Δημοτικού θεάτρου Μυτιλήνης από τη μεριά της πλατείας Κυπρίων Πατριωτών.  Είναι ένα όμορφο σύμβολο ενότητας και μνήμης στην καρδιά της πόλης, «αντίδωρο» εθελοντών που εργάστηκαν για την περίθαλψη προσφύγων αλλά και των ίδιων των προσφύγων που προσωρινά έζησαν ή ζουν στη Μυτιλήνη και θέλησαν με αυτό το έργο να αφήσουν στην πόλη το αποτύπωμα τους.

Το όλο έργο οργανώθηκε και υλοποιήθηκε από την ψηφιδογράφο Καλλιόπη Καλαϊτζίδου (Calliope mosaics) και τη διάσημη Γαλλίδα ψηφιδογράφο Valerie Nikoladze (Esprit Mosaique) μαζί με μία ομάδα δέκα εθελοντών από διαφορετικές χώρες και περίπου 40 πρόσφυγες από χώρες όπως Αλγερία, Μαρόκο, Συρία, Νιγηρία, Αιθιοπία, Σιέρα Λεόνε, Αφγανιστάν, Ιράκ, Μπουρούντι, Αίγυπτο και άλλες. Η δημιουργία του δε υποστηρίχθηκε από το Δήμο Λέσβου και χρηματοδοτήθηκε από τον Ελβετικό Σταυρό, το Esprit Mosaique και την «ΗΛΙΑΚΤΙΔΑ» ΑΜΚΕ.
Ο καθένας που συμμετείχε στο έργο, άνδρας, γυναίκα ή παιδί, έφτιαξε ένα ή παραπάνω τετραγωνάκια με ψηφιδωτά που εικονίζουν τον πολιτισμό που κουβαλά καθένας μαζί του αλλά και στοιχεία του πολιτισμού της Λέσβου. Τα τετραγωνάκια αυτά στο τέλος ενώθηκαν και δημιούργησαν ένα πραγματικό «μαγικό χαλί», ένα ψηφιδωτό ανθρώπων και πολιτισμών που αποτυπώθηκε σε ένα  ψηφιδωτό έργο.
«Αποτελούν δε, λέει η κ. Καλλιόπη Καλαϊτζίδου στο ΑΠΕ – ΜΠΕ, ένα δώρο από όλους αυτούς τους ανθρώπους στην πόλη της Μυτιλήνης, την πόλη που έγινε διεθνές σημείο αναφοράς από το 2015 και μετά».

Μαγικό χαλί - πρότζεκτ ψηφιδωτού
Ιδέα: Η δημιουργία ενός συμβόλου ενότητας και μνήμης στο Δημοτικό Θέατρο Μυτιλήνης.Καλλιτεχνική Διεύθυνση/ Διεύθυνση Παραγωγής: Valérie Nicoladzé Mosaïste (Esprit Mosaique), Καλλιόπη Καλαϊτζίδου (Calliope mosaics)Ομάδα υποστήριξης: εθελοντές από διάφορες χώρεςΣυμμετέχοντες: πρόσφυγες και μετανάστες από διάφορες χώρεςΧορηγοί: βασικός χορηγός Swiss Cross (Ελβετικός Σταυρός) One Happy Family / Swisscross.help Social Center, χορηγία υλικών Esprit Mosaique, χορηγία πρωινού ΗλιαχτίδαΒίντεο: Μύρων Σπύρος ΠαυλήςΟμάδα: Mira Salomori, Danao Prpl, Omar Al SaidΣυμμετέχοντες: Hester, Hortance, Marie Claire, Philomene, Doudou, Delphin, Mustafa, Abdulhakim, Abdul, Abdlulrakin, Khaled, Aseem, Mahmod, Arif, Mahan, Annie, JaelΑπό: Σιέρα Λεόνε, Αφγανιστάν, Νιγηρία, Ιράκ, Παλαιστίνη, Λιχνεστάιν


http://www.lesvosnews.net/articles/news-categories/politismos/magiko-hali-paradothike-stin-poli-tis-mytilinis-vinteo-foto



Wednesday, May 24, 2017

Τραγούδι της Αναλήψεως του Κυρίου


Ετούτη τη νύχτα τα αηδόνια σωπάσαν
Κοιτάζουν τα αστέρια και δεν τα θωρούν
Κρυμμένο φεγγάρι, σκοτάδι φαρμάκι 
κι η πλάση ρωτάει μα πώς, μα γιατί. 
Ψυχή δε μιλάει, απόκριση τάφου 
κι ο τάφος σπασμένος, λουλούδια θαμπά. 
Πού πήγε, πού πάει, ποιος κλέβει τον Ζώντα;
Ξανά να πεθαίνει, δεν πάει πια πλιο. 
Παιδί μου, πού είσαι, ρωτάει η μάνα 
Πού πας δάσκαλέ μας, ρωτούν μαθητές 
κι η ορφάνια σαν βέλος τρυπάει το στέρνο
Το δεύτερο πένθος καρδιά δε χωρεί
Τα μάτια τα μάτια διψούν να αντικρύσουν
Το σώμα  το σώμα ν' αγγίξει ποθεί
Τ' αφτί τους το λόγο που βγήκε απ' το στόμα
Του φίλου του μόνου ζητά να γευτεί
Το πλήρωμα ήρθε και πώς να το νιώσουν
Οι αισθήσεις χορτάσαν  κι ας τόσο πεινούν
Μα η νύχτα 'ναι νύχτα κι ο πόνος μαχαίρι
Πού πήγες Αγάπη, κι εμείς μοναχοί;
Αστέρια, φεγγάρι και ήλιος ενώνουν
Την νύχτα, ημέρα την κάνει σαν θε
Τρομάζουν τα όρη, σκιρτούν τα φαράγγια
Οι άγγελοι τρέμουν σαν χρόνια πιο πριν
Στην φάτνη σαν είδαν Θεό να γεννάει
Παρθένος Μητέρα, μια κόρη σεμνή
Ποιος τώρα ενώνει τα φώτα της πλάσης
Κι υψώνεται λίγο πο πάνω απ' τη γη
Πώς νέφη τυλίγουν ανθρώπου το σώμα
Πώς χάνει αέρας δική του πνοή
Στο πρόσταγμα τίνος λυγούν κυπαρίσσια
Τον ίσκιο ποιου δέντρου αυτά προσκυνούν;
Φωνούλα σαν αύρα και χάδι πατέρα
Σε όλους μιλάει κι αυτούς νουθετεί
Σαν κήπος που ανθίζει και γη που χλωραίνει
Σαν άνθος που σκάει σκορπά ευωδιές
Συμφέρει να φύγω, μην κλαίτε, ζητάει
Ποτέ στην ορφάνια δε θα 'στε ορφανοί
Παράκλητο στέλνω καθώς και εμένα
Πατέρας μου είπε να έρθω στη γη
Το φως μου φοράει, πνοή μου ανασαίνει
Παρήγορο Πνεύμα θα είναι οδηγός 
Που δρόμους ανοιγει, φαράγγια σφραγίζει
Το δάκρυ στεγνώνει, σας δίνει φτερά
Κι αυτά δυναμώνει να 'ρθείτε μια μέρα
Κοντά στον Πατέρα, σε μένα κοντά
Μην κλαίτε, παιδά μου, Μητέρα κρατήσου
Κανείς να μην κλάψει, χαρείτε πολύ
Αιώνες χαρείτε κι αρχίστε τραγούδια 
Καιρός οι αισθήσεις να μπουν στην καρδιά 
Η γνώση σας μνήμη και πίστη θα γίνει 
Η ελπίδα χωράφι που σπόρους γεννά
Θα σπέρνει το Πνεύμα ν' ανθίσουν σε ουράνια 
Που όλοι θα πάμε κι εκεί πια μαζί
Τους πόνους που ζούμε σε τούτη την πλάση 
Μαζί θα χαρούμε με γλέντι χρυσό
Πιο πέρα απ' τα μάτια, απ' το σώμα πιο πέρα
Το φως περιμένει για σας αγκαλιά
Ανοίγω το δρόμο, μη βρείτε εμπόδιο
Και θα 'μαι για πάντα κοντά σας εγώ 
Ανάσα και θάμβος, στοργή σας και έρως
Φιλί και τραγούδι, χαρά, μουσική.
Τα πρόσωπα λάμπουν, στεγνώνει το δάκρυ
Κι η πλάση γελάει, γελούμε κι εμείς
Γελούν τα λουλούδια, η άνοιξη χαίρει
Και στρώνει τα άνθη το Πνεύμα να 'ρθει.
  


Monday, May 22, 2017

Τα ναυτικά μίλια της αγάπης


Με ένα φύσημα του αέρα
βαρκούλα στου κόσμου το πέλαγος έφτασα
Με άλλο φύσημα του αέρα
στου ουρανού το ακρογυάλι θα πάω
Και όλο η θαλασσδαρμένη αναρωτιέμαι
θα έχω άραγε συμπληρώσει τα απαραίτητα
Ναυτικά μίλια της αγάπης;





Sunday, May 21, 2017

Οἱ Ἃγιοι θεὸστεπτοι ἰσαπὸστολοι καὶ μεγὰλοι Κωνσταντὶνος καὶ Ἑλὲνη

Αποτέλεσμα εικόνας για αγιοι κωνσταντινου και ελενης


Ὡς κοινὸν εἶχον γῆς Βασιλεῖς τὸ στέφος,
Ἔχουσι κοινὸν καὶ τὸ τοῦ πόλου στέφος.Ξύνθανε μητέρι εἰκάδι πρώτῃ Κωνσταντῖνος.
Ως γενέτειρα πόλη του Μεγάλου Κωνσταντίνου αναφέρεται τόσο η Ταρσός της Κιλικίας όσο και το Δρέπανο της Βιθυνίας. Ωστόσο η άποψη που επικρατεί φέρει τον Μέγα Κωνσταντίνο να έχει γεννηθεί στη Ναϊσό της Άνω Μοισίας (σημερινή Νις της Σερβίας). 
Το ακριβές έτος της γεννήσεώς του δεν είναι γνωστό, θεωρείται όμως ότι γεννήθηκε μεταξύ των ετών 272-288 μ.Χ.
Πατέρας του ήταν ο Κωνστάντιος, που λόγω της χλωμότητος του προσώπου του ονομάσθηκε Χλωρός, και ήταν συγγενής του αυτοκράτορα Κλαυδίου. Μητέρα του ήταν η Αγία Ελένη, θυγατέρα ενός πανδοχέως από το Δρέπανο της Βιθυνίας.
Το 305 μ.Χ. ο Κωνσταντίνος ευρίσκεται στην αυλή του αυτοκράτορα Διοκλητιανού στη Νικομήδεια με το αξίωμα του χιλίαρχου. 
Το ίδιο έτος οι δύο Αύγουστοι, Διοκλητιανός και Μαξιμιανός, παραιτούνται από τα αξιώματά τους και αποσύρονται.
στο ύπατο αξίωμα του Αυγούστου προάγονται ο Κωνστάντιος ο Χλωρός στη Δύση και ο Γαλέριος στην Ανατολή. 
Ο Κωνστάντιος ο Χλωρός πέθανε στις 25 Ιουλίου 306 μ.Χ. και ο στρατός ανακήρυξε Αύγουστο τον Μέγα Κωνσταντίνο, κάτι όμως που δεν αποδέχθηκε ο Γαλέριος. 
Μετά από μια σειρά διαφόρων ιστορικών γεγονότων ο Μέγας Κωνσταντίνος συγκρούεται με τον Μαξέντιο, υιό του Μαξιμιανού, ο οποίος πλεονεκτούσε στρατηγικά, επειδή διέθετε τετραπλάσιο στράτευμα και ο στρατός του Κωνσταντίνου ήταν ήδη καταπονημένος.
Από την πλευρά του ο Μέγας Κωνσταντίνος είχε κάθε λόγο να αισθάνεται συγκρατημένος. δεν είχε καμία άλλη επιλογή εκτός από την επίκληση της δυνάμεως του Θεού. 
Ήθελε να προσευχηθεί, να ζητήσει βοήθεια, αλλά καθώς διηγείται ο ιστορικός Ευσέβιος, δεν ήξερε σε ποιόν Θεό να απευθυνθεί.
Τότε έφερε νοερά στη σκέψη του όλους αυτούς που μαζί τους συνδιοικούσε την αυτοκρατορία.
Όλοι τους, εκτός από τον πατέρα του, πίστευαν σε πολλούς θεούς και όλοι τους είχαν τραγικό τέλος.
Άρχισε, λοιπόν, να προσεύχεται στον Θεό, υψώνοντας το δεξί του χέρι και ικετεύοντάς Τον να του αποκαλυφθεί. 
Ενώ προσευχόταν, διαγράφεται στον ουρανό μία πρωτόγνωρη θεοσημία. Περί τις μεσημβρινές ώρες του ηλίου, κατά το δειλινό δηλαδή, είδε στον ουρανό το τρόπαιο του Σταυρού, που έγραφε «τούτῳ νίκα». 
Και ενώ προσπαθούσε να κατανοήσει τη σημασία αυτού του μυστηριακού θεάματος, τον κατέλαβε η νύχτα.
Τότε εμφανίζεται ο Κύριος στον ύπνο του μαζί με το σύμβολο του Σταυρού και τον προέτρεψε να κατασκευάσει απομίμηση αυτού και να το χρησιμοποιεί ως φυλακτήριο πιο πολέμους.
Έχοντας ως σημαία του το Χριστιανικό λάβαρο, αρχίζει να προελαύνει προς την Ρώμη εκμηδενίζοντας κάθε αντίσταση.
Όταν φθάνει στη Ρώμη ενδιαφέρεται για τους Χριστιανούς της πόλεως. Όμως το ενδιαφέρον του δεν περιορίζεται μόνο σε αυτούς. 
Πολύ σύντομα πληροφορείται για την πενιχρή κατάσταση της Εκκλησίας της Αφρικής και ενισχύει από το δημόσιο ταμείο τα έργα διακονίας αυτής.
Το Φεβρουάριο του 313 μ.Χ., στα Μεδιόλανα, όπου γίνεται ο γάμος του Λικινίου με την Κωνσταντία, αδελφή του Μεγάλου Κωνσταντίνου, επέρχεται μια ιστορική συμφωνία μεταξύ των δύο ανδρών που καθιερώνει την αρχή της ανεξιθρησκείας.
Τα προβλήματα που είχε να αντιμετωπίσει ο Μέγας Κωνσταντίνος ήσαν πολλά. Η αιρετική διδασκαλία του Αρείου, πρεσβυτέρου της Αλεξανδρινής Εκκλησίας, ήλθε να ταράξει την ενότητα της Εκκλησίας.
Η διδασκαλία αυτή, που ονομάσθηκε αρειανισμός, κατέλυε ουσιαστικά το δόγμα της Τριαδικότητας του Θεού.
Μόλις ο Μέγας Κωνσταντίνος πληροφορήθηκε τα όσα θλιβερά συνέβαιναν στην Αλεξάνδρεια, απέστειλε με τον πνευματικό του σύμβουλο Όσιο, Επίσκοπο Κορδούης της Ισπανίας, επιστολή στον Επίσκοπο Αλεξανδρείας Αλέξανδρο (313 – 328 μ.Χ.) και τον Άρειο. 
Η προσπάθεια επιλύσεως του θέματος δεν ευδοκίμησε. Έτσι αποφασίσθηκε η σύγκλιση της Α’ Οικουμενικής Συνόδου στη Νίκαια της Βιθυνίας το 325 μ.Χ.
Η περιγραφή της εναρκτήριας τελετής από τον ιστορικό Ευσέβιο είναι ομολογουμένως ενδιαφέρουσα. στο μεσαίο οίκο των ανακτόρων είχαν προσέλθει όλοι οι σύνεδροι. Επικρατούσε απόλυτη σιγή και όλοι περίμεναν την είσοδο του αυτοκράτορα, τον οποίο οι περισσότεροι θα έβλεπαν για πρώτη φορά. 
Ο Κωνσταντίνος εισήλθε ταπεινά, με σεμνότητα και πραότητα. στην ομιλία του προς τη Σύνοδο χαρακτηρίζει τις ενδοεκκλησιαστικές συγκρούσεις ως το μεγαλύτερο δεινό και από τους πολέμους. 
Ο λόγος του υπήρξε ευθύς και σαφής. Δεν ήθελε να ασχοληθεί παρά μονάχα με θέματα που αφορούσαν στην ορθοτόμηση της πίστεως. Η κρίσιμη φράση του, «περὶ τῆς πίστεως σπουδάσωμεν», διασώζεται σχεδόν από όλους τους ιστορικούς συγγραφείς.
Μετά το πέρας των εργασιών της Συνόδου ο αυτοκράτορας ανέλαβε πρωτοβουλίες για την εδραίωση των αποφάσεών της. Απέστειλε εγκύκλιο επιστολή προς την Εκκλησία της Αιγύπτου, Λιβύης, Πενταπόλεως, Αλεξανδρείας, στην οποία γνωστοποιεί τις αποφάσεις της Συνόδου. 
Ο ίδιος γνωστοποιεί προς όλη την επικράτεια της αυτοκρατορίας την καταδίκη του Αρείου και απαγορεύει την απόκτηση και την απόκρυψη των συγγραμμάτων του. Η εντυπωσιακή του όμως ενέργεια είναι η επιστολή του προς τον Άρειο.
Επιτιμά τον αιρεσιάρχη και τον καταδικάζει με αυστηρότητα για τις κακοδοξίες του.
Όμως περί τα τέλη του 327 μ.Χ. ο Μέγας Κωνσταντίνος καλεί τον Άρειο στα ανάκτορα. Ο αιρεσιάρχης φυσικά δεν χάνει την ευκαιρία και υποβάλλει μία ομολογία γεμάτη από έντεχνες θεολογικές ανακρίβειες, πείθοντας μάλιστα τον Μέγα Κωνσταντίνο ότι αυτή δεν διαφέρει ουσιαστικά από όσα είχε αποφασίσει η Α’ Οικουμενική Σύνοδος. 
Τελικά ο αυτοκράτορας συγκαλεί νέα Σύνοδο, το Νοέμβριο του 327 μ.Χ., η οποία ανακαλεί τον Άρειο από την εξορία και αποκαθιστά τους εξόριστους Επισκόπους Νικομηδείας Ευσέβιο και Νικαίας Θεόγνιο. 
Η ανάκληση του Αρείου και η αποκατάσταση των περί αυτών πυροδότησε νέες έριδες πιο κόλπους της Εκκλησίας. Ο Επίσκοπος Αλεξανδρείας Αλέξανδρος και στην συνέχεια ο διάδοχός του Μέγας Αθανάσιος αρνούνται να δεχθούν τον Άρειο στην Αλεξάνδρεια. Ο Μέγας Κωνσταντίνος απειλεί με καθαίρεση τον Μέγα Αθανάσιο, ενώ σε Σύνοδο που συνήλθε στην Αντιόχεια το 330 μ.Χ. καθαιρείται και εξορίζεται από τους αιρετικούς ο Άγιος Ευστάθιος, Επίσκοπος Αντιοχείας . 
Η Σύνοδος της Τύρου της Συρίας, που συνήλθε το 335 μ.Χ., καταδικάζει ερήμην με την ποινή της καθαιρέσεως τον Μέγα Αθανάσιο, ο οποίος φεύγει, για να συναντήσει τον Μέγα Κωνσταντίνο.
Είναι γεγονός πως ο Μέγας Κωνσταντίνος δεν έδειξε να αποδέχεται το αίτημα του Μεγάλου Αθανασίου για ακρόαση. Πείσθηκε όμως να τον ακούσει, όταν ο Μέγας Αθανάσιος του απηύθυνε την ρήση: «Δικάσει Κύριος ἀνὰ μέσον ἐμοῦ καὶ σοῦ».
Ο Μέγας Κωνσταντίνος κατενόησε την κατάφωρη αδικία και τις άθλιες μεθοδεύσεις σε βάρος του Μεγάλου Αθανασίου και έκανε δεκτό το αίτημά του νά προσκληθούν όλοι οι συνοδικοί της Τύρου και η διαδικασία να λάβει χώρα ενώπιόν του.
Ο Ευσέβιος Νικομηδείας αγνόησε την αυτοκρατορική εντολή. Πήρε μόνο ελάχιστους από τους συνοδικούς και εμφανίσθηκε στον αυτοκράτορα. 
Ξέχασε όλες τις υπόλοιπες κατηγορίες και για πρώτη φορά έθεσε το θέμα της δήθεν παρακωλύσεως της αποστολής σιταριού προς την Βασιλεύουσα. Ο αυτοκράτορας εξοργίζεται και εξορίζει τον Μέγα Αθανάσιο στα Τρέβιρα της Γαλλίας.
Παρά ταύτα δεν επικυρώνει την απόφαση της Συνόδου της Τύρου για καθαίρεση και ούτε διατάσσει την αναπλήρωση του επισκοπικού θρόνου της Αλεξάνδρειας.
Η τελευταία περίοδος της ζωής του Μεγάλου Κωνσταντίνου είναι αυτή που τον καταξιώνει στην εκκλησιαστική συνείδηση και τον οδηγεί στο απόγειο της πνευματικής του πορείας.
Ο Άγιος, κατά τον Απρίλιο του 337 μ.Χ., αισθάνεται τα πρώτα σοβαρά συμπτώματα κάποιας ασθένειας. Οι πηγές μάς πληροφορούν πως ο Μέγας Κωνσταντίνος κατέφυγε σε ιαματικά λουτρά.
Βλέποντας όμως την υγεία του να επιδεινώνεται θεώρησε σκόπιμο να μεταβεί στην πόλη Ελενόπολη της Βιθυνίας, που είχε ονομασθεί έτσι λόγω της Αγίας μητέρας του. Εκεί παρέμεινε στο ναό των Μαρτύρων, όπου ανέπεμπε ικετήριες ευχές και λιτανείες προς τον Θεό. 
Ὀ Μέγας Κωνσταντίνος αντιλαμβάνεται πως η επίγεια ζωή του πλησιάζει στο τέλος της. Η μνήμη του θανάτου καλλιεργείται στην καρδιά του και τον οδηγεί στο μυστήριο της μετάνοιας και του βαπτίσματος.
Μετά από αυτά καταφεύγει σε κάποιο προάστιο της Νικομήδειας, συγκαλεί τους Επισκόπους και τους απευθύνει τον εξής λόγο:
«Αυτός ήταν ο καιρός που προσδοκούσα από παλιά και διψούσα και ευχόμουν να καταξιωθώ της εν Θεώ σωτηρίας.
Ήλθε η ώρα να απολαύσουμε και εμείς την αθανατοποιό σφραγίδα, ήλθε η ώρα να συμμετάσχουμε στο σωτήριο σφράγισμα, πράγμα που κάποτε επιθυμούσα να κάνω στα ρείθρα του Ιορδάνου, στα οποία, όπως παραδίδεται, ο Σωτήρας μας έλαβε το βάπτισμα εις ημέτερον τύπον.
Ο Θεός όμως, που γνωρίζει το συμφέρον, μας αξιώνει να λάβουμε το βάπτισμα εδώ. Ας μην υπάρχει λοιπόν καμία αμφιβολία. 
Γιατί και εάν ακόμη είναι θέλημα του Κυρίου της ζωής και του θανάτου να συνεχισθεί η επίγεια ζωή μας και να συνυπάρχω με το λαό του Θεού, θα πλαισιώσω τη ζωή μου με όλους εκείνους τους κανόνες που αρμόζουν στον Θεό».
Μετά το βάπτισμα ο Άγιος Κωνσταντίνος δεν ξαναφόρεσε τον αυτοκρατορικό χιτώνα, αλλά παρέμεινε ενδεδυμένος με το λευκό ένδυμα του βαπτίσματος, μέχρι την ημέρα της κοιμήσεώς του το 337 μ.Χ. 
Ήταν η ημέρα εορτασμού της Πεντηκοστής, γράφει ο ιστορικός Ευσέβιος.
Είναι χαρακτηριστικός ο τρόπος με τον οποίο περιγράφει ο Ευσέβιος τα γεγονότα, τα οποία ακολούθησαν την κοίμηση του Αγίου.
Όλοι οι σωματοφύλακες του αυτοκράτορα, αφού έσχισαν τα ρούχα τους και έπεσαν στο έδαφος, έκλαιγαν και φώναζαν δυνατά, σαν να μην έχαναν το βασιλέα τους, αλλά τον πατέρα τους.
Οι ταξίαρχοι και οι λοχαγοί έκλαιγαν τον ευεργέτη τους. Οι δήμοι ήσαν λυπημένοι και κάθε κάτοικος της Κωνσταντινουπόλεως πενθούσε, σαν να έχανε το κοινό αγαθό.
Αφού οι στρατιωτικοί τοποθέτησαν το σκήνωμα του Αγίου σε χρυσή λάρνακα, το μετέφεραν στην Κωνσταντινούπολη και το εναπέθεσαν σε βάθρο στον βασιλικό οίκο. Το ιερό λείψανό του ενταφιάσθηκε στο ναό των Αγίων Αποστόλων.
Δίκαια η ιστορία τον ονόμασε Μέγα και η Εκκλησία Ισαπόστολο.
Σημείωση: Σύμφωνα με άλλες πηγές, ο Άγιος Κωνσταντίνος κατηχήθηκε και βαπτίστηκε από τον Άγιο Σιλβέστρο, Πάπα Ρώμης . Διαβάστε εδώ την πολύ ωραία ανάλυση του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτη σχετικά με το θέμα αυτό.
Η Αγία Ελένη γεννήθηκε στο Δρέπανο της Βιθυνίας της Μικράς Ασίας περί το 247 μ.Χ. Φαίνεται ότι ήταν ταπεινής καταγωγής. στην ιστοριογραφία υπάρχει σχετική διχογνωμία ως προς το αν η μητέρα του Αγίου Κωνσταντίνου υπήρξε σύζυγος ή νόμιμη παλλακίδα του Κωνσταντίου του Χλωρού.
Μεταξύ των ετών 272 – 288 μ.Χ. γέννησε στη Ναϊσό της Μοισίας τον Κωνσταντίνο. Όταν, πέντε έτη αργότερα, ο Κωνσταντίνος Χλωρός έγινε Καίσαρας από τον Διοκλητιανό, αναγκάσθηκε να την απομακρύνει, για να συζευχθεί τη Θεοδώρα, θετή κόρη του αυτοκράτορα Μαξιμιανού, και να έχει έτσι το συγγενικό εκείνο δεσμό, ο οποίος θα εξασφάλιζε τη στερεότητα του Διοκλητιανού τετραρχικού συστήματος.
Παρά το γεγονός αυτό ο Μέγας Κωνσταντίνος τιμούσε ιδιαίτερα τη μητέρα του.
Της απένειμε τον τίτλο της αυγούστης, έθεσε τη μορφή της επί νομισμάτων και έδωσε το όνομά της σε μία πόλη της Βιθυνίας.
Η Αγία έδειξε την ευσέβειά της με πολλές ευεργεσίες και την ανοικοδόμηση νέων Εκκλησιών στη Ρώμη (Τιμίου Σταυρού), στην Κωνσταντινούπολη (Αγίων Αποστόλων), στη Βηθλεέμ (βασιλική της Γεννήσεως) και επί του Όρους των Ελαιών (βασιλική της Γεθσημανή).
Η Αγία Ελένη πήγε το 326 μ.Χ. στην Ιερουσαλήμ, όπου «μὲ μέγαν κόπον καὶ πολλὴν ἔξοδον καὶ φοβερίσματα ηὗρεν τὸν τίμιον σταυρὸν καὶ τοὺς ἄλλους δύο σταυροὺς τῶν ληστῶν», όπως γράφει ο Κύπριος Χρονογράφος Λεόντιος Μαχαιράς.
Επιστρέφοντας στην Κωνσταντινούπολη, ένα χρόνο μετά την εύρεση του Τιμίου Σταυρού του Κυρίου, η Αγία Ελένη πέρασε και από την Κύπρο.
Η Αγία Ελένη κοιμήθηκε με ειρήνη μάλλον το 327 μ.Χ. σε ηλικία ογδόντα ετών. Ο ιστορικός Ευσέβιος γράφει ότι η Αγία προαισθάνθηκε το θάνατό της και με διαθήκη άφησε την περιουσία της στον υιό της και τους εγγονούς της.
Όπως ήταν φυσικό ο υιός της μετέφερε το τίμιο λείψανό της στην Κωνσταντινούπολη και την ενταφίασε στο ναό των Αγίων Αποστόλων.
Η Σύναξη αυτών ετελείτο στη Μεγάλη Εκκλησία, στο ναό των Αγίων Αποστόλων και στον ιερό ναό αυτών στην κινστέρνα του Βώνου.
Οι Βυζαντινοί τιμούσαν ιδιαίτερα τον Μέγα Κωνσταντίνο και την Αγία Ελένη. Απόδειξη τούτου αποτελεί το γεγονός ότι κατά το Μεσαίωνα ήταν πολύ δημοφιλής στους Βυζαντινούς η απεικόνιση του πρώτου Χριστιανού βασιλέως με τη μητέρα του, που κρατούσαν στο μέσον Σταυρό. 
Η παράδοση αυτή διατηρείται μέχρι και σήμερα με τα κωνσταντινάτα.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’.


Τοῦ Σταυροῦ σου τὸν τύπον ἐν οὐρανῷ θεασάμενος,
καὶ ὡς ὁ Παῦλος τὴν κλῆσιν οὐκ ἐξ ἀνθρώπων δεξάμενος,
ὁ ἐν βασιλεῦσιν, Ἀπόστολός σου Κύριε,
Βασιλεύουσαν πόλιν τῇ χειρὶ σου παρέθετο·
ἣν περίσωζε διὰ παντὸς ἐν εἰρήνη, 
πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου, μόνε Φιλάνθρωπε.