Ο Ναός της Παρηγορήτισσας στην Άρτα, άρχισε να χτίζεται γύρω στο 1260, σύμφωνα με τις πηγές, από το Μιχαήλ Β’ Άγγελο Κομνηνό-Δούκα, Δεσπότη της Ηπείρου, και τη γυναίκα του βασίλισσα Θεοδώρα, την κατοπινή Αγία Θεοδώρα και πολιούχο της πόλης της Άρτας. Δε γνωρίζουμε αν αποπερατώθηκε αυτός ο πρώτος ναός ή αν έμεινε στη μέση. Αυτό που γνωρίζουμε σίγουρα από τις πηγές είναι ότι ολοκληρώθηκε από το διάδοχο του Μιχαήλ, το γιο του Νικηφόρο Α’ Άγγελο Κομνηνό-Δούκα και τη γυναίκα του Άννα Παλαιολογίνα Κατακουζηνού.
Τα ονόματα τους φαίνονται ολοκάθαρα στην κτητορική επιγραφή, όπως συνηθιζόταν εκείνο των καιρό, στο μαρμάρινο τοξωτό υπέρθυρο της Βασιλικής Πύλης, απ' την πλευρά του κυρίως ναού. Είναι γραμμένη σε 11 θολίτες -σφηνοειδή κομμάτια του τόξου- απ' τους οποίους οι επτά είναι οι αρχικοί, ενώ οι υπόλοιποι συμπληρώθηκαν αργότερα με τρόπο μάλιστα αυθαίρετο.
Κατά τον Ορλάνδο, συστηματικό μελετητή των βυζαντινών μνημείων της Άρτας η επιγραφή διαβάζεται:
"Κομνηνοδούκας δεσπότης Νι[κηφ]όρος, Άννα βασίλ[ισσ]α Κομνην[οδούκαινα]
Κομνηνόβλαστος δ[εσπότης Θ]ωμάς μέγας, Κομνην[ών κ]λάδος α[γγελωνύμων]"
Αν κοιτάξετε προσεχτικά το ναό θα καταλάβετε ότι από το ύψος των παραθύρων και πάνω μοιάζει σαν να πρόκειται για ένα διαφορετικό ναό. Αυτό ίσως να εξηγεί και τις εικασίες για αποπεράτωση του από το Νικηφόρο Α’.
Υπάρχει όμως και μία άλλη εκδοχή που αγγίζει τα όρια του θρύλου και συνδέεται άμεσα με το όνομα Παρηγορήτισσα.
Το χτίσιμο της εκκλησίας είχε αναλάβει ένας περιζήτητος πρωτομάστορας που είχε εκπονήσει και τα σχέδια. Όταν ο ναός έφτασε σχεδόν στη μέση τον κάλεσαν να παρασταθεί και να σχεδιάσει και μία άλλη εκκλησία.
Επειδή είχε προχωρήσει αρκετά η κατασκευή της Παναγίας άφησε στο πόδι του τον κάλφα του, όπως λέγονταν τότε οι βοηθοί και έφυγε. Έλλειψε πολύ καιρό και τότε βρήκε την ευκαιρία ο νεαρός βοηθός είτε για να αναδειχθεί ο ίδιος είτε από ειλικρινή αισθήματα καλαισθησίας και τροποποίησε εξ ολοκλήρου τα σχέδια.
Η πρωτοβουλία του απεδείχθη ευφυέστατη καθώς τα νέα σχέδια που εκπόνησε και εκτέλεσε πρόσθεσαν άλλη χάρη στο ναό και αποτέλεσαν πρότυπο φαντασίας και καλλιτεχνίας.
Κάποτε όμως ο πρωτομάστορας γύρισε. Και όταν είδε τελειωμένο το ναό κάτι ράγισε μέσα του, καθώς από τη μια απέμεινε άφωνος να τον θαυμάζει κι από την άλλη αναγνώρισε ότι δεν είχε πλέον καμιά σχέση με τα δικά του σχέδια.
Η ζήλεια φούντωσε στην καρδιά του και αποφάσισε να εκδικηθεί τον κάλφα του που τον αγνόησε επιδειχτικά. Κάλεσε το νεαρό να ανέβουν στη στέγη για να του επισημάνει ένα σοβαρότατο λάθος. Αναστατωμένος ο νεαρός, καθώς ήταν σίγουρος ότι η κατασκευή του ήταν τέλεια τον ακολούθησε. Φτάνοντας στη στέγη ο βοηθός έσκυψε στο σημείο που του υπέδειξε ο πρωτομάστορας και τότε δέχτηκε μια δυνατή σπρωξιά στην πλάτη. Στην προσπάθεια του όμως να μην πέσει κρατήθηκε από τον πρωτομάστορα με αποτέλεσμα να τον παρασύρει στην πτώση του.
Ο λαϊκός θρύλος θέλει τους δύο άντρες να απολιθώνονται μόλις προσκρούουν στη γη. Αυτό το θρύλο έρχονται να επιβεβαιώσουν δύο κατακόκκινες πέτρες, που βρίσκονται μέχρι και σήμερα στο πίσω μέρος του ναού και οι οποίοι δεν έχουν καμία σχέση με κανένα άλλο πέτρωμα στο μεγάλο περίβολο του.
Ο θρύλος συνεχίζεται και υποστηρίζει ότι η ίδια η Παναγία κατέβηκε για να παρηγορήσει τη μάνα του κάλφα, με αποτέλεσμα ο Ναός να πάρει το όνομα Παναγία Παρηγορήτισσα.
No comments:
Post a Comment
Σχόλια