Προσγειώνομαι στο
αεροδρόμιο της Λάρνακας, κι έχω μπροστά μου τρεις ώρες αναμονή για Βηρυτό.
Βγαίνω έξω να καπνίσω κανένα τσιγάρο και πέφτω πάνω στην πιάτσα των ταξί. Η
εικόνα δε διαφέρει από την αντίστοιχη στην Ελλάδα. Ουρά τα ταξί να περιμένουν
τον πελάτη, κι ενώ τα αεροπλάνα έρχονται, οι πελάτες όχι. Ταξιδιώτες από
Ελλάδα, Μόσχα, Κύπρο τους περιμένει κάποιο ιδιωτικό αυτοκίνητο φίλου, ή
παίρνουν το λεωφορείο. Πιάνουμε την κουβέντα. Είναι καμιά δεκαριά άντρες από
τριάντα κάτι μέχρι πενήντα κάτι.
“Έλα να σε πάω
μέχρι τη θάλασσα, να περάσεις ευχάριστα τις ώρες σου”, μου λέει ένα μεσήλικας
ταξιτζής. “Μην τον ακούς, θέλει να σου πάρει το τριαντάρι”, μου λέει ένας
τριαντάρης φιλοτιμότερος του πρώτου. “Αν θέλεις, πάμε να σε κεράσω έναν καφέ
εδώ δίπλα.” Αιφνιδιάζομαι από την πρόταση, αλλά από ένστικτο τον ακολουθώ.
Εξάλλου, τρεις ώρες είναι αυτές, πώς θα περάσουν; Πράγματι με κερνάει, αν και
επιμένω να πληρώσω, λέγοντας: “Εγώ όταν έρχομαι στη Θεσσαλονίκη, δε μ’ αφήνει
κανείς να πληρώσω, θα πληρώσεις τώρα εσύ;”. Αδιάσειστο το επιχείρημα, δεν έχω
αντίλογο. Καθόμαστε, και κουβέντα στην κουβέντα μού περιγράφει ανάγλυφα “το
πριν και το μετά” της ζωής τους στην Κύπρο. Τα σημείωσα και τα γράφω, όπως
ακριβώς μου τα είπε.
“Δεν καταλάβαμε τι έγινε,
πώς έγινε όλο αυτό μέσα σε λίγες ώρες. Για τρεις βδομάδες δεν είχαμε να φάμε.
Δεν μπορούσαμε να βγάλουμε τα λεφτά μας απ’ τις τράπεζες, ο ένας παραστεκόταν
στον άλλον με ό, τι είχε και δεν είχε. Αυτό που περάσαμε δεν περιγράφεται.
Εμείς για πολλά χρόνια ήμασταν όλοι πλούσιοι. Όλοι. Ζήσαμε χρυσές εποχές. Και
ρευστό είχαμε, και οικονομίες είχαμε, και δουλειές, κι απ’ όλα. Όποτε θέλαμε δε
δουλεύαμε, σταματούσαμε, είχαμε μεγάλη άνεση. Κάποιες φορές τα μπουχτίζαμε τα
λεφτά. Δεν ξέραμε τι να τα κάνουμε. Ταξιδεύαμε όπου θέλαμε. Όταν έχεις λεφτά
δεν τα λογαριάζεις. Μπουζούκια, τουλάχιστον μια φορά την εβδομάδα, δίναμε για
πλάκα εξακόσιες λίρες, για το κέφι. Μετά, τριακόσια, πεντακόσια ευρώ, μόνο για
λουλούδια. Τα τελευταία δυο χρόνια τα λουλούδια τα αντικατέστησαν τα
χαρτομάντηηλα, αφού τα γαρύφαλλα ήταν πιο ακριβά. Πολλοί έκαναν ένα σωρό
δουλειές, όχι μία και δύο. Οι οικοδομές άφηναν πολλά λεφτά, τα ξενοδοχεία, τα
εμπορικά..."
Βασιλική Νευροκοπλή για το www.toportal.gr
No comments:
Post a Comment
Σχόλια