Τρίτη, 02 Απρίλιος 2013 08:34
ΣΕ Α' ΠΡΟΣΩΠΟ |
Άρχισα να γράφω παραμύθια γύρω στα είκοσι πέντε μου, πιθανόν διότι σαν παιδί δεν είχα γιαγιά να μου τα διηγείται. Συχνά η τέχνη γεννιέται από κάποιο μας έλλειμμα. Βρήκα όμως πως τα παραμύθια έχουν μεγάλη σχέση με την ποίηση, που αγαπούσα πάντα περισσότερο από όλα τα είδη γραφής. Γράφοντας, προσπαθώ να υπηρετώ τη γλώσσα στην ποιητική της εκδοχή, την παιδική καρδιά και τη φαντασία που οδηγεί στα μυστήρια της ζωής.
Όσα όμως παραμύθια κι αν έγραφα, κρυφό καημό το ’χα να γράψω κι ένα με αφορμή κάτι απ’ το Ευαγγέλιο – το ποιητικότερο κείμενο όλων των εποχών. Δεν ήξερα όμως τι, πώς και με ποιον εκδότη. Μια μέρα, σ’ ένα βιβλιοπωλείο της Θεσσαλονίκης συνάντησα τυχαία έναν συμπαθέστατο κύριο, που ήταν εκπρόσωπος της Ελληνικής Βιβλικής Εταιρίας, και αρχίσαμε να κουβεντιάζουμε σαν άγνωστοι που γνωρίζονταν καιρό. Στο τέλος της συζήτησης, μου ανάθεσε να γράψω ένα παιδικό βιβλίο με αφορμή τις Παραβολές. Ήταν η ώρα να εκπληρωθεί το όνειρό μου, και αυτό να αποτελέσει το έβδομο παραμύθι μου.
Για να εξηγήσω πώς γράφτηκε Ο Καλλίστρατος και το χωράφι της καρδιάς, θα πρέπει να γυρίσω το χρόνο πολύ πίσω, στα παιδικά μου χρόνια. Όταν άλλα παιδιά έπαιζαν με κούκλες κι αυτοκινητάκια, εγώ έπαιζα με κεριά, λιβάνια και εικόνες αγίων. Όταν άλλα παιδιά διάβαζαν κόμικς, εγώ διάβαζα Αποστολικά αναγνώσματα στα ευχέλαια που τελούσε ο ιερέας πατέρας μου για να τον βοηθάω κι όταν οι φίλες μου ονειρεύονταν να γίνουν κομμώτριες, εγώ ονειρευόμουν να γίνω… «δεσπότης»!
Θυμάμαι μέχρι σήμερα πως όταν πρωτοδιάβασα –συλλαβιστά– τον ύμνο της αγάπης του Αποστόλου Παύλου «Εάν ταις γλώσσαις των ανθρώπων λαλώ…», τόσο συγκινήθηκα, που κάθισα και τον διάβασα πολλές φορές μέχρι να τον μάθω απέξω. Ήμουν γύρω στα οχτώ, μα αν και μου ήταν ακατανόητα τα λόγια, μου έδωσαν απέραντη χαρά! Ήταν σαν να είχα ανακαλύψει έναν κρυμμένο θησαυρό!
Από τότε πέρασαν τριάντα εφτά χρόνια. Αφού μελέτησα, όσο μπορούσα, τις ερμηνείες των παραβολών, προκειμένου να τις καταλάβω όσο ήταν δυνατόν καλύτερα, άρχισε να γεννιέται ο Καλλίστρατος, ένας παραμυθάς που από μικρός διάλεξε τη στράτα του Καλού.
Ο Καλλίστρατος δε σκοπεύει να κάνει κατήχηση ή κήρυγμα. Έχει ζήσει ήδη μια ζωή γεμάτη περιπέτειες, ανατροπές και εκπλήξεις. Γέρασε πια. Ιστορίες και παραμύθια θέλει να λέει για να γλυκαίνονται οι παιδικές καρδιές, να παίρνουν θάρρος και ελπίδα γνωρίζοντας τα λόγια του Θεού. Έτσι κι αλλιώς, το Παραμύθι υπάρχει για να παρηγορεί. Γι’ αυτό και σ’ αυτό το βιβλίο, ο Καλλίστρατος πρώτα αφηγείται με δικά του λόγια την παραβολή του Καλού Σπορέα κι ύστερα σκαρώνει «Το χωράφι της καρδιάς» – ένα περιπετειώδες παραμύθι που εξηγεί την παραβολή χωρίς να την εξηγεί, γιατί ο Καλλίστρατος ξέρει πως τα παιδιά καταλαβαίνουν καλύτερα μέσα από το παράδειγμα και η γλώσσα τους είναι η παραμυθένια γλώσσα. Δε θέλουν και πολλά…
«Το χωράφι της καρδιάς» είναι το πρώτο του παραμύθι. Γερός να είναι κι έχει να μας αφηγηθεί κι άλλα πολλά…
|
No comments:
Post a Comment
Σχόλια