.....
Σύντομο σχεδιάγραμμα του Bίου του Μ. Βασιλείου.
Ο Μ. Βασίλειος γεννήθηκε το 329 ή το 330 στην Καισάρεια της Καππαδοκίας από διαπρεπείς και ηθικούς γονείς, τον πατέρα του Βασίλειο, ρητοδιδάσκαλο και την μητέρα του Εμμέλεια. Τα παιδικά του χρόνια τα πέρασε στα Άνησα του Πόντου, όπου μεγάλωσε με την επίβλεψη της γιαγιάς του Μακρίνας, η οποία τον μύησε στην ευσέβεια της Εκκλησίας.
Η αγάπη του για την παιδεία τον οδήγησε μετά από την Καισάρεια και την Κων/πολη στην Αθήνα, το 350 μ.Χ, όπου σπούδασε ό,τι καλύτερο είχε να προσφέρει ο Δ΄ αιώνας.
Μετά την άνοιξη του 357 μ.Χ. ταξιδεύει στην Ανατολή για να πραγματώσει και την δεύτερη μαθητεία του κα σπουδή στους ασκητές και ερημίτες. Από το 365 μέχρι το 370 η δραστηριότητά του είναι ευρεία και σπουδαία. Η ποιμαντική του φροντίδα βαίνει παράλληλα με τη συμβολή του στην λατρευτική και λειτουργική ζωή της Εκκλησίας. Σύντομα το κύρος του εξέρχεται των ορίων της Καισάρειας, ακόμα και της Καππαδοκίας. Το τέλος του 367 βρίσκει τον Βασίλειο να παρεμβαίνει ενεργά προς ανακούφιση των θυμάτων του τρομακτικού λιμού. Ιδρύει ειδικά συνεργεία περίθαλψης, ενώ παρά την αρρώστιά του και την σωματική του αδυναμία του δεν έπαυσε να εργάζεται ποιμαντικά.
Σε σχέση με την κεντρική εξουσία ακολούθησε σθεναρή και πείσμονα στάση υπεράσπισης της πίστεως. Ο αυτοκράτορας Ουάλης είχε επαναφέρει τη φιλική προς τους αρειανούς πολιτική και ο ύπαρχος Μόδεστος προσπαθούσε να επιβάλλει τις αιρετικές απόψεις, όμως τον Βασίλειο δεν τον φόβιζε τίποτα, ούτε η δήμευση ούτε τα βάσανα, ούτε η εξορία και ο θάνατος. Το αποτέλεσμα ήταν ο αυτοκράτορας να υποχωρήσει αφήνοντας ελεύθερο τον ιεράρχη στις δραστηριότητές του.
Η δραστηριότητα του Βασιλείου περιέλαβε επίσης και την οργάνωση του μοναχικού βίου και την συστηματοποίηση του κοινωνικού έργου. Όταν προσήλθε στο μοναχικό βίο διαμοίρασε την πατρική του περιουσία και ως επίσκοπος συγκρότησε σύμπλεγμα φιλανθρωπικών ιδρυμάτων, ήτοι φτωχοκομείο, ορφανοτροφείο, νοσοκομείο με την λειτουργία του οποίου είχαν επιφορτισθεί οι μοναχοί του. Το κοινωνικό αυτό συγκρότημα, σχεδόν ολόκληρη πόλη, ονομάστηκε «Βασιλειάδα». Οι βαριές κοινωνικές και εκκλησιαστικές φροντίδες ήταν δυσβάσταχτες για τον ασθενικό και ασκητικό ιεράρχη. Η υποβόσκουσα ασθενικότητα εκδηλώθηκε τέλος ως οξεία νόσος των νεφρών, η οποία τον οδήγησε και στον θάνατο στα τέλη Δεκεμβρίου του 378. Ο πιστός φίλος του, Γρηγόριος ο θεολόγος, απομακρυνόμενος της Κων/πολεως (381) διήλθε εκ Καισαρείας και εκφώνησε τον επιτάφιο λόγο του.
ΟΙ ΑΡΕΤΕΣ ΤΟΥ Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Ήταν τόσο μεγάλη η προσωπικότητα του Βασιλείου ώστε ο Γρηγόριος Νύσσης μη δυνάμενος δια λόγων να τον εγκωμιάσει, παρατηρεί «κρείττον αν είη τη σιωπή μάλλον αύξειν εν εαυτοίς το θαύμα ή δια του λόγου κατασμικρύνειν τον έπαινον», (ΒΕΠ 69,355, 21-22). Εν συνεχεία δε, παρατηρεί ότι ο καλύτερος επαίνος είναι «το δια της μνήμης εκείνου τον βίον ημίν γενέσθαι της συνηθείας βελτίονα» (ΒΕΠ 69,366,38-39).
Επομένως, καταλήγει ο Γρηγόριος Νύσσης«…και εμείς που καυχιόμαστε για τον Βασίλειο, ας δείξουμε με την ζωή μας πως είμαστε μαθητές του…)
Το κύριο στοιχείο του χαρακτήρα του αγίου, όπως καταγράφεται στους δύο επιταφίους λόγους, ήταν η ανδρεία. Ο Γρηγόριος Νύσσης εκφράζεται παραστατικά ως εξής: «Σαν ένας πυρσός λάμποντας ξάφνου πάνω από την Εκκλησία, για όσους είχαν χάσει την νύχτα την πορεία τους μέσα στο πέλαγος, τους γύρισε όλους στο ορθό δρόμο…, συγκρουόμενος με στρατηγούς, μιλώντας με θάρρος στους βασιλείς».
Ο Μ. Βασίλειος ανέρχεται στον αρχιεπισκοπικό της Καισαρείας θρόνο σε μια εποχή σάλου από την αίρεση του αρειανισμού. Ο αυτοκράτορας Ουάλης σκέφτεται να επιβάλλει με την βία τις αιρετικές απόψεις του και ζητά την υποταγή του Βασιλείου δια του Πρωθυπουργού του Μόδεστου. Μέσα από τον διάλογο των δύο ανδρών, όπως τον παρουσιάζει ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός, καθίσταται φανερή η παρρησία και το θάρρος του Βασιλείου«…στα άλλα εμείς, Ύπαρχε, είμαστε μετριοπαθείς και πιο ταπεινοί από τον καθένα…Όπου είναι εμπρός μας ο Θεός για να αγωνιστούμε γι’ αυτόν, περιφρονούμε τα άλλα και σ’ Αυτόν μόνον ατενίζουμε. ..ύβρισέ μας, φοβέριζε, κάμε ό,τι σου αρέσει, εμείς δεν θα συνθηκολογήσουμε με την ασέβεια, ακόμη και να μας συλλάβεις..» Η ανδρεία του Βασιλείου φαίνεται και στους αγώνες του εναντίον των παντοειδών αιρέσεων. Χαρακτηριστικά τα λεγόμενα υπό Γρηγορίου του Ναζιανζηνού.«…Αφού αυτοσυγκεντρώθηκε, όσον ήταν δυνατό και αποκλείστηκε πνευματικά, αφού ανακίνησε κάθε ανθρώπινη σκέψη και επισκόπησε όλο το βάθος των Γραφών, συγγράφει λόγους για την ευσέβεια …και αποκρούει το μέγα θράσος των αιρετικών»
Πρώτος αυτός έδωσε το παράδειγμα συνέπειας λόγου και πράξεων, δια της διανομής της ιδίας του περιουσίας. Την διανέμει σχεδόν ολόκληρη προ της χειροτονίας του, την υπόλοιπη δε κατά το διάστημα της δράσης του. «ποιος επαινεί την ακτημοσύνη και την απλή και απέρριτη ζωή; Τι είχε εκείνος εκτός από το σώμα του και τα απαραίτητα της σάρκας καλύμματα;...». H Oλιγάρκεια ασκητικής υφής και η συνέπεια του φρονήματός του περικλείονται στο κάτωθι χωρίο του Γρηγορίου Νύσσης«…Αλλά μόλις έφυγε από τη ζωή, έφυγαν μαζί του τα πάντα, όσα συνιστούν την ανθρώπινη ζωή, ώστε να μη βρεθεί κανένα υλικό ενθύμιο…».
O σοβαρός χαρακτήρας του ήταν το άλλο κύριο προσωπικό του στοιχείο. Όταν ο Βασίλειος μετέβη για σπουδές στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, στην πανεπιστημιακή ζωή δέσποζε ο ανταγωνισμός των καθηγητών, ο οποίος αντανακλόταν στους φοιτητικούς συλλόγους. Εκπρόσωποι των συλλόγων καταλάμβαναν τους λιμένες για να παραλάβουν τους νεοεισερχομένους φοιτητές για να τους αναγκάσουν να εγγραφούν στο δικό τους φοιτητικό σύλλογο.H τελετή μυήσεως του κάθε νέου περιελάμβανε δοκιμασία δια παντοειδών λοιδοριών, πλούσιο συμπόσιο και επίδειξη ρητορικών ικανοτήτων. Όμως, όλα αυτά δεν ίσχυσαν στην περίπτωση της αφίξεως του Βασιλείου, καθώς οι φοιτητές είχαν ακούσει για το σοβαρό του χαρακτήρα και πείστηκαν να αναστείλουν τις δραστηριότητές τους.
Ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός περιγράφει αναλυτικά όλα αυτά τα περιστατικά, «τότε, λοιπόν, και εγώ τον ιδικόν μου μέγα Βασίλειον τον επήγαινα με σεβασμό βλέπων την σταθερότητα του χαρακτήρα του και την ουσιαστικότητα των λόγων του, όχι εγώ μόνον, αλλά έπειθα και τους άλλους να συμπεριφέρονται όμοια…στους περισσότερους ενέπνεε σεβασμό.. και έτυχεν άξιος τιμής περισσότερης από όση παρέχεται στους νεοφερμένους». Και συνεχίζει «Τούτο υμίν της φιλίας το προοίμιον, εντεύθεν ο της συναφείας σπινθήρ». Ο Μέγας Βασίλειος με όλες αυτές τις αρετές του «για άλλους γίνεται τσεκούρι, που κόβει την πέτρα ή φωτιά μέσα στα αγκάθια, για την οποία ομιλεί η θεία Γραφή, …και όσους βλαστημούν την θεότητα».
Πέρα από όλα αυτά ο Βασίλειος αγαπούσε την ησυχία, γι’ αυτό επέλεξε στην επαρχία του Πόντου αναχώρημα αρεσκόμενος στον μονήρη βίο. Και τότε μακριά απ΄ το θόρυβο του κόσμου και την οχλοβοή διαμόρφωνε έτι περισσότερο τον χαρακτήρα του. Στο ασκητήριό του εργαζόταν και χειρωνακτικά. Προσευχόταν πολύ και μελετούσε περισσότερο. Εδώ χαριτώθηκε με πλούσιες πνευματικές εμπειρίες και θεοπτικές καταστάσεις « Ποίος περισσότερο από αυτόν καθάρισε τον εαυτό του με τη δύναμη του πνεύματος; Ποίος περισσότερο φωτίστηκε με το φως της γνώσεως..;». Ο αδελφός του, Γρηγόριος Νύσσης, διηγείται ότι κάποια νύχτα, ενώ δεν υπήρχε ούτε λυχνάρι αναμμένο στο ασκητήριο, είδαν άνθρωποι ένα υπέρλαμπρο φως να πλημμυρίζει το δωμάτιό του. Συγκεκριμένα: «αν τώρα ο Ηλίας έγινε ανάρπαστος στον ουρανό, είναι και αυτό θαυμαστό…, θαύμα πάνω από τη λογική. Δεν είναι, όμως ,απορρίψιμο και το άλλο είδος της φοράς προς τα άνω, όταν δηλαδή κάποιος μεταβαίνει άνω με τη βοήθεια του Πνεύματος και άρμα τις αρετές του...αυτό το κατόρθωσε ο δάσκαλός μας.., καταφώτιστε εκείνο το φως της βάτου… και μπορούμε να πούμε και γι’ αυτόν κάτι συγγενικό με αυτή την οπτασία. Ήταν νύχτα και γίνεται μια λάμψη από φως ενώ προσευχόταν στο σπίτι…»
Ο ΙΕΡΑΤΙΚΟΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΟΥ Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Ο Βασίλειος, ως ιερέας (το 361 χειροτονείται πρεσβύτερος) επενέβαινε για να λύσει με τρόπο θαυμαστό τις διαφωνίες των πιστών παρακολουθώντας τα προβλήματά τους, είτε αυτά ήταν πνευματικά είτε υλικά. «…Σημαντική απέβη και η συμβολή του Βασιλείου στην λειτουργική κα λατρευτική ζωή της Εκκλησίας, διότι συνέθεσε ή διευθέτησε ευχές, εργάστηκε για την ευκοσμία του ιερού Βήματος και κατά μαρτυρίες η Λειτουργία φέρει οπωσδήποτε την σφραγίδα του.
Ο Μέγας Βασίλειος είχε βιώσει την λατρεία από τα χρόνια της νεότητάς του. Ήταν «ιερεύς και προ της ιεροσύνης» κατά την διαβεβαίωση του Ναζιανζηνού. Και, όταν αργότερα αναδέχεται αυτήν, ο ιερατικός του χαρακτήρας βρίσκει σ’ αυτήν την έκφρασή του, καθίσταται αναμορφωτής της, Αναφέρει ο Γρηγόριος Νύσσης «και τι χρειάζεται να είπω με πόση ακρίβεια φορούσε την ιερατική στολή και στόλιζε και τους άλλους με το δικό του παράδειγμα…έχοντας πάντοτε στο στήθος τα κοσμήματα που λέγονται «λογείο», «δήλωση» και «αλήθεια»…». O αυτάδελφός του μαρτυρεί ότι οι τελετουργίες του έδιναν την εντύπωση της μεταβάσεως στο επέκεινα και της εισόδου στο θείο γνόφο.
Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Η κοινωνικότητα του χαρακτήρα του Βασιλείου εκδηλώνεται εντονότερα μετά την αναβίβασή του στο θρόνο της Καισάρειας. Ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός μας καλεί να δούμε το μέγεθος του φιλανθρωπικού του έργου «Καλόν φιλανθρωπία και πτωχοτροφία και το της ανθρωπίνης ασθενείας βοήθημα. Μικρόν από της πόλεως πρόελθε και θέασαι την καινήν πόλιν, το της ευσεβείας ταμείον, το κοινόν των εχόντων θησαύρισμα, εις ό τα περιττά του πλούτου, ήδη δε και τα αναγκαία ταις εκείνου παραινέσεσιν αποτίθεται» ( PG 36, 577 C).
O Μ. Βασίλειος με σχέδια και πρακτικό νου δημιουργεί την Βασιλειάδα του, το μεγάλο αυτό φιλανθρωπικό συγκρότημα, αναφέρει συγκεκριμένα «Ό πτωχών έστιν επισημότατον καταγώγιον, υπό Βασιλείου κατασκευασθέν, αφ’ ού την προσηγορίαν την αρχήν έλαβε και εις έτι νυν έχει» (Σωζόμενος).Το τέλος του 367 μ.Χ, ενσκήπτει τρομακτικός λιμός στην Καισάρεια. Ο Μ. Βασίλειος αναλαμβάνει τιτάνιο έργο διασώσεως των πεινασμένων στήνοντας πρόχειρους καταυλισμούς, πείθοντας τους άρχοντες να βοηθήσουν περιθάλπτοντας τα παιδιά των χριστιανών και ειδωλολατρών, ασκώντας την ιατρική του τέχνη, συμμετέχοντας όλος ψυχή τε και σώματι στο δύσκολο αυτό έργο.
Ο Γρηγόριος Νύσσης αναφέρει τα εξής: «Αλλά και ο βίος του δασκάλου μας έχει στην εποχή μας κάποια ομοιότητα με την απαλλαγή από το λιμό που προκάλεσε σε μια χήρα ο μεγάλος Ηλίας. Ταλαιπωρούσε, κάποτε, την χώρα, που ζούσε μεγάλος λιμός…πουλώντας τότε τα κτήματά του αγόρασε με τα χρήματα τροφές…εκείνος ήταν σε θέση να τρέφει καθόλη την διάρκεια του λιμού.. όσους συνέρεαν…ώστε να προσφέρει εξίσου και στα παιδιά των Εβραίων τη δυνατότητα της μετοχής στη φιλανθρωπία αυτή.» Kαι ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός αναφέρει τα παρακάτω: «Με το λόγο και τις προτροπές του άνοιξε τις αποθήκες των πλουσίων…, μοιράζει τροφή σ’ όσους πεινούν, χορταίνει με ψωμί τους πτωχούς…και γεμίζει με αγαθά ανθρώπους πεινασμένους». Αποδεικνύει το θεανθρώπινο κοινωνικό του ιδεώδες.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Σαν καλύτερο επίλογο της προσωπογραφίας του μεγάλου αυτού ιεράρχη της Ορθοδόξου Εκκλησίας ας παρακαλουθήσουμε τις ώρες του πένθους, όπως περιγράφονται από τον Γρηγόριο Ναζιανζηνό «έκειτο ο Βασίλειος και έπνεε τις τελευταίες του πνοές, τον αναζητούσαν η άνω χοροστασία, προς την οποίαν έστρεφε τα βλέμματά του από πολύ καιρό. Είχε συγκεντρωθεί γύρω του όλη η πόλη, επειδή δεν μπορούσε να υποφέρει την απώλεια, τα έβαζαν με την εκδημία του θεωρόντας την ως τυραννία, προσπαθούσαν να κρατήσουν τη ψυχή σαν να ήταν δυνατό να κρατηθεί και να εξαναγκαστεί με τα χέρια ή με τις παρακλήσεις. Και συνεχίζει «γινόταν η εκφορά του αγίου, ενώ τον κρατούσαν ψηλά οι άγιοι. Αγωνίζονταν ο καθένας, άλλος ν’ αγγίσει το άκρο του φορέματός του, άλλος να σκιαστεί από την σκιά του, άλλος το κρεβάτι, που έφερε το ιερό σκήνωμα να αγγίξει και μόνο (τι υπήρχεν ιερώτατο), άλλος να σιμώσει εκείνους που τον σήκωναν, άλλος απλώς να κοιτάξει, σαν να ακτινοβολούσε ωφέλεια και το κοίταγμα».
ΣΥΝΤΜΗΣΕΙΣ:
ΕΠΕ : Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας,
ΒΕΠ: Βιβλιοθήκη Ελλήνων Πατέρων,
ΘΗΕ: Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια,
PG: Μigne. Patrologia Graeca
No comments:
Post a Comment
Σχόλια