Labels

Wednesday, November 30, 2016

Τραγούδι του αγίου Ανδρέα του Πρωτόκλητου


Του Πέτρου ήταν αδελφός του πρωτοκορυφαίου
Ανδρέας ο πρωτόκλητος. Σαν τέκνα του ωραίου
του Ιωνά, ψαρεύανε. Αυτή 'ταν η δουλειά τους
Τον Ιωάννη βλέποντας, τον Πρόδρομο, η καρδιά τους
άνοιξε και πιστέψανε πως έρχεται ο Θεός τους.
Μάλον δε το φαντάστηκαν πως θα 'ταν κοντινός τους
Πρώτον ο Κύριος κάλεσε κοντά Του τον Ανδρέα
τον Ιωάννη ύστερα κι αυξήθηκε η παρέα
των μαθητών σιγά σιγά. Έτσι ο Ανδρέας είχε
μια θέση σαν υπαρχηγού. Η θέση που κατείχε
φαίνεται στα ευαγγέλια. Κι είχε μεγάλη χάρη
Το όνομά του σύντομα δόξα πολλή θα πάρει
Τη μέρα της Πεντηκοστής ο κλήρος θα του λάχει
στον Πόντο, στο Βυζάντιο, στη Θράκη, και εν τάχει,
Καππαδοκία και στη μακρινή κι άξενη Γαλατία
στη Βιθυνία να βρεθεί και  στη Μακεδονία.
Στη Βουλγαρία έφθασε και ως τας Πάτρας τέλος.
Στον Πόντο όταν ήτανε του κόψαν ένα μέλος
οι Σινωπείς, το δάχτυλο, κι ύστερα τον πετάξαν,
αφού πρώτα τον χτύπησαν οι βάρβαροι και τάξαν 
να μην τον δούνε πια ξανά, ημιθανή στο δρόμο
και στα σκουπίδια. Μα αυτός είχε ακόμα χρόνο
δοσμένο από το Θεό κι έτσι για τον οντά τους
ξεκίνησε ανεξίκακα. Πήγε πάλι κοντά τους
Ήτανε μιμητής Χριστού κι έτσι με ευπλασχνία
πλησίασε. Τους μίλησε κι άναψε τη λυχνία
της πίστης που 'τανε σβηστή στις άγριες καρδιές τους
Ήρθανε όλοι στον Χριστό και στις απαντοχές τους
πολύ παρηγορήθηκαν. Ο Πέτρος το κατόπι
πήγε και τον συνάντησε. Όλοι αυτοί οι τόποι
στα δυο αδέρφια το χρωστούν που 'χουνε εκκλησίες
Γι' αυτό και οι Καθολικές επιστολές οι θείες
σ' εκείνους απευθύνονται. Πόντου και Γαλατίας
ανθρώπους της Καισάρειας και της Μικράς Ασίας.
Εργάτες οι απόστολοι, κι όλης της οικουμένης
υπήρξαν αναμορφωτές. Τι άλλο να προσμένεις
από αυτούς που κίνησαν μονάχα μ' ένα νεύμα
τον Ιησού να ακολουθούν; Γέμισαν Θείο Πνεύμα
Όταν στην Πάτρα θα βρεθεί ο Ανδρέας θεραπεύει
τον Σώσειο που άρρωστος να γιατρευτεί γυρεύει
Τότε πιστεύουν οι Πατρείς. Μετά του ανθυπάτου
τη σύζυγο θεράπευσε, αυτού του Αιγαιάτου
Τον Στρατοκλή θεράπευσε που ήταν αδερφός του
κι έγινε και επίσκοπος. Μα ο ανθύπατός του
βλέποντας να πιστεύουνε οι γύρω του, θυμώνει
και τον Ανδρέα σε σταυρό με σχήμα Χι, σταυρώνει
Έτσι θα γίνει των Πατρών ο μέγας πολιούχος
και στους αιώνες πάντοτε, αυτών πηδαλιούχος


Εμπνευσμένο από το Φθινοπωρινό Συναξάρι του Αρχιμανδρίτη Ανανία Κουστένη, εκδ. Ακτή, Λευκωσία 2008   



Tuesday, November 29, 2016

Πώς μπορώ να ξέρω; - Τσουάγκ Τσου


Πώς μπορώ να ξέρω πως όποιος απεχθάνεται τον θάνατο δεν είναι σαν ένα παιδί που έχει χάσει το δρόμο για το σπίτι του; 
Η Λι Τόι ήταν κόρη του φρουρού των συνόρων στο Αϊ. 
Όταν αιχμαλωτίστηκε και την πήγαιναν στο κράτος των Τόϊν έκλαψε τόσο που μούσκεψε η τραχηλιά της από τα δάκρυα. 
Όταν όμως έφτασε στο παλάτι του βασιλιά και μοιράστηκε το φαρδύ κρεβάτι του κι έφαγε κρέας λογιών λογιών στο τραπέζι του, δεν ήξερε πια γιατί είχε κλάψει. 
Πώς μπορούμε να ξέρουμε πως οι πεθαμένοι δεν μετανιώνουν για τον πόθο που είχαν για τη ζωή;

Τσουάγκ Τσου, σ.23
Εκδόσει Ερμής, Αθήνα 2010, μτφ. Μαρία Σεφεριάδη


Monday, November 28, 2016

Οι εποχές της ακοής


Άκουσα
στην εξοχή της νότιας Γαλλίας
πρόβατα να μηρυκάζουν το χορτάρι
Ήταν καλοκαίρι
Άκουσα
Στην εξοχή της κεντρικής Μακεδονίας
φύλλα τα κλαδιά τους να αποχωρίζονται
Ήταν φθινόπωρο 
Άκουσα
Στην εξοχή του Μόντρεαλ 
χιόνι πάνω στο χιόνι να ξαπλώνει
Ήταν χειμώνας
Άκουσα
Στην εξοχή της Καρδιάς
να ανθίζουνε λουλούδια
Ήταν αγάπη


Sunday, November 27, 2016

Κυριακὴ ΙΓ᾽Λουκᾶ

 Αποτέλεσμα εικόνας για ιγ λουκα

(Λουκ. 18,18-27)

Τῷ καιρῷ ἐκείνω, ἄνθρωπος τίς προσῆλθε τῷ Ἰησοῦ, γονυπετῶν αὐτὸν καὶ λέγων·
18. διδάσκαλε ἀγαθέ, τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω;
19. εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· τί με λέγεις ἀγαθόν; οὐδεὶς ἀγαθὸς εἰ μὴ εἷς ὁ Θεός.
20. τὰς ἐντολὰς οἶδας· μὴ μοιχεύσῃς, μὴ φονεύσῃς, μὴ κλέψῃς, μὴ ψευδομαρτυρήσῃς, τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου. 
21. ὁ δὲ εἶπε· ταῦτα πάντα ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου.
22. ἀκούσας δὲ ταῦτα ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ· ἔτι ἕν σοι λείπει· πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτωχοῖς, καὶ ἕξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανῷ, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι. 
23. ὁ δὲ ἀκούσας ταῦτα περίλυπος ἐγένετο· ἦν γὰρ πλούσιος σφόδρα.
24. ἰδὼν δὲ αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς περίλυπον γενόμενον εἶπε· πῶς δυσκόλως οἱ τὰ χρήματα ἔχοντες εἰσελεύσονται εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ 
25. εὐκοπώτερον γάρ ἐστι κάμηλον διὰ τρυμαλιᾶς ῥαφίδος εἰσελθεῖν ἢ πλούσιον εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ εἰσελθεῖν.
26. εἶπον δὲ οἱ ἀκούσαντες· καὶ τίς δύναται σωθῆναι;
27. ὁ δὲ εἶπε· τὰ ἀδύνατα παρὰ ἀνθρώποις δυνατὰ παρὰ τῷ Θεῷ ἐστιν.



Friday, November 25, 2016

Τραγούδι του αγίου Αλυπίου


Στου Ηρακλείου τον καιρό, τον έβδομο αιώνα
έζησε ο Αλύπιος πάνω σε μια κολώνα
Απ' την Ανδριανούπολη κατάγονταν του Πόντου
Λαμπρό αστέρι των καιρών που έζησε του φόντου
Στον ύπνο της η μάνα του, και έγκυος ακόμα,
είδε κριό ολόλευκο να μπαίνει μες στο δώμα
Λαμπάδες πα στα κέρατα κατέχει και φωτίζει
και όλα λούζουνται στο φως κι η μάνα του δακρύζει
Τι πράγματα παράξενα, μέσα στο νου της λέει
κι όταν γεννιέται το παιδί και βλέπει που δεν κλαίει 
αμέσως συναισθάνεται πόσο τρανός θα γίνει
"Θ' ανέβει", λέει, "στα ψηλά κι εκεί θα παραμείνει
φωτίζοντας τον κόσμο μας, την πλάση, τους ανθρώπους."
Μεγάλωσε ο Αλύπιος που 'χε χαρά στους τρόπους
Και ένα στύλο έφτιαξε στη μέση της ερήμου
Έμεινε πάνω όρθιος σαν μίσχος άσπρου κρίνου
Λιοπύρια και φθινόπωρα, χειμώνες, καλοκαίρια
πενήντα τρία στάθηκε χρονάκια αγιοκέρια
Τον φθόνησε ο διάβολος και μια αρρώστια στέλνει
Δεν κατεβαίνει ο άγιος, αγάλλεται και ψέλνει
Ξαπλώνει στο 'να του πλευρό για δεκατρία χρόνια
και ας τον δέρνουν οι βροχές, ας πέφτουνε τα χιόνια
Εκατόν έξι έζησε χρόνια. Εξήντα έξι
πάνω στο στύλο έμεινε ωσότου πια να φέξει
της κοίμησής του ήλιος και την υπομονή του
ο Κύριος στεφάνωσε στην Άνω τη μονή Του


Thursday, November 24, 2016

Το Παραμύθι της Μουσικής στο Σουφλί και στη Θεσσαλονίκη

Το Πολιτιστικό Ίδρυμα Ομίλου Πειραιώς (ΠΙΟΠ), με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Ατόμων με Αναπηρία (3/12), παρουσιάζει στο Σουφλί και τη Θεσσαλονίκη την παράσταση που βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο της βραβευμένης συγγραφέως Βασιλικής Νευροκοπλή, «Το παραμύθι της μουσικής». Την αφήγηση του παραμυθιού από τη συγγραφέα συνοδεύει η μουσική του Κυριάκου Καλαϊτζίδη, την οποία ερμηνεύει επί σκηνής το καταξιωμένο μουσικό σχήμα «Εν Χορδαίς».

Η παράσταση, που απευθύνεται σε μικρούς και μεγάλους, προσφέρει στο κοινό την ευκαιρία να γνωρίσει μουσικά όργανα και μελωδίες της Μεσογείου, ενώ παράλληλα προσεγγίζει το θέμα της διαφορετικότητας και της αποδοχής της.

 

Αναλυτικά το πρόγραμμα των παραστάσεων έχει ως εξής:

  • Παρασκευή 2 Δεκεμβρίου (ώρες 10:30 & 12:00): Δύο παραστάσεις για σχολικές ομάδες Δημοτικού-Γυμνασίου στο Μουσείο Μετάξης, στο Σουφλί.
  • Σάββατο 3 Δεκεμβρίου (ώρα 18:00): Παράσταση για γενικό κοινό στο Δημοτικό Αμφιθέατρο Σουφλίου. Στην εκδήλωση, που θα μιλήσει η κ. Αναστασία Γραμμένου, Αναπληρώτρια Προϊσταμένη του ΚΕΔΔΥ Έβρου, συμμετέχει ο Σύλλογος Φίλων ΑμεΑ Σουφλίου και Περιφέρειας «Νήμα Ζωής».
  • Κυριακή 4 Δεκεμβρίου (ώρα 18:30): Παράσταση για γενικό κοινό στο θέατρο «Άνετον», στη Θεσσαλονίκη.
  • Δευτέρα 5 Δεκεμβρίου (ώρα 11:30): Παράσταση για σχολικές ομάδες Δημοτικού-Γυμνασίου στο θέατρο «Αλέξης Μινωτής» του Δήμου Αμπελοκήπων-Μενεμένης, στη Θεσσαλονίκη.

 

Η ηρωίδα του παραμυθιού, η Θεοδώρα, είναι ένα τυφλό κορίτσι. Αυτή η διαφορετικότητα την κάνει να αντιλαμβάνεται τον κόσμο μέσω των άλλων αισθήσεων, κυρίως μέσω της ακοής. Η ιδιαίτερη σχέση που αποκτά με τους ήχους την οδηγεί σταδιακά να αγαπήσει βαθιά τη μουσική. Φτάνοντας σε ηλικία γάμου, επιθυμεί να παντρευτεί μόνο μουσικό. Εκείνον όμως που η μουσική του θα κατορθώσει να της χαρίσει το φως της. Στο κάλεσμα του πατέρα της ανταποκρίνονται μουσικοί από τα πέρατα του κόσμου. Αφού η Θεοδώρα τους ακούσει όλους, πρέπει μέσα σε τρεις μέρες να επιλέξει τον έναν και μοναδικό.

 

Συντελεστές

Εν Χορδαίς: Κυριάκος Πετράς (βιολί, πολίτικη λύρα, νέι), Κυριάκος Καλαϊτζίδης (ούτι, τραγούδι), Άλκης Ζοπόγλου (κανονάκι), Πέτρος Παπαγεωργίου (τουμπελέκι, μπεντίρ, ρεκ), Δανιήλ Μπάρμπας (κιθάρα)

Κείμενο, αφήγηση: Βασιλική Νευροκοπλή

Μουσική: Κυριάκος Καλαϊτζίδης

Επιμέλεια προβολών: Νίκος Τερψιάδης

Τεχνική υποστήριξη: Λεωνίδας Παλάσκας

 

Η είσοδος είναι ελεύθερη.

Για τις σχολικές ομάδες είναι απαραίτητη η προσυνεννόηση, ενώ για το γενικό κοινό θα τηρηθεί σειρά προτεραιότητας.

 

Για περισσότερες πληροφορίες, οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να επικοινωνήσουν (καθημερινά, εκτός Τρίτης, 10:00-17:00) με την κ. Ιφιγένεια Παπακωνσταντίνου (Μουσείο Μετάξης, τηλ. 25540 23700) και με την κ. Ναντίνα Κυριαζή (Θεσσαλονίκη, τηλ. 2310 385662).


http://www.piop.gr/el/Activities/ekdiloseis-mouseia/Paramythi_mousikis_2016.aspx









Wednesday, November 23, 2016

Χάι κου του δάσους


Στενός ο δρόμος
Τα δέντρα θεόρατα
Κρύβουν τον ήλιο

Πατώ τα φύλλα
Τα σηκώνει άνεμος
Και με λούζουνε

Χέρι ανέμου
Αφαιρεί όσα φύλλα
Είναι έτοιμα



Tuesday, November 22, 2016

Νοσταλγικός στεναγμός για μια χαμένη ομορφιά


Φαίνεται σαν να έχουν περάσει χιλιάδες χρόνια, αλλά στην ουσία δεν έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που οι θρησκευτικές γιορτές σημάδεψαν τη ζωή. Αν και όλοι πήγαιναν στην εκκλησία, δεν γνώριζαν, φυσικά, όλοι το ακριβές περιεχόμενο κάθε γιορτής. Για πολλούς, ίσως για την πλειοψηφία, η γιορτή ήταν πάνω απ' όλα μια ευκαιρία να κοιμηθούν καλά, να φάνε καλά, να πιουν και να ξεκουραστούν. Παρόλο αυτά, νομίζω πώς ο καθένας αισθανόταν, αν όχι εντελώς συνειδητά, πώς με την κάθε γιορτή στη ζωή του εισέβαλε κάτι το υπερβατικό και ακτινοβόλο, φέρνοντάς τον αντιμέτωπο μ' έναν κόσμο από διαφορετικές πραγματικότητες, με την υπόμνηση κάποιου ξεχασμένου πράγματος, κάποιου πράγματος πού το είχε πνίξει η ρουτίνα, το κενό και η φθορά της καθημερινής ζωής.
Σκεφτείτε τα ονόματα των ίδιων των εορτών: Εισόδια, Χριστούγεννα, Θεοφάνεια, Υπαπαντή, Μεταμόρφωση. Αυτές οι λέξεις, με την ιεροπρέπειά τους και μόνο, την απόσταση τους από την καθημερινή ζωή, και τη μυστηριακή τους ομορφιά αφύπνιζαν κάποια ξεχασμένη μνήμη, προσκαλούσαν, έδειχναν κάτι, Η γιορτή ήταν ένα είδος νοσταλγικού στεναγμού για μια χαμένη ομορφιά, πού ακόμη μας νεύει, ενός στεναγμού για κάποιον άλλον τρόπο ζωής.
Ο σύγχρονος κόσμος, ωστόσο, έχει γίνει μονότονος και ανεόρταστος. Ακόμη και οι κοσμικές γιορτές μας αδυνατούν να κρύψουν αυτή τη στάχτη της λύπης και της απελπισίας πού κατακάθεται πάνω μας, επειδή ουσία του εορτασμού είναι η εμπειρία τού να σε συνεπαίρνει μια διαφορετική πραγματικότητα, η εισβολή σ' έναν κόσμο πνευματικής ομορφιάς και φωτός. Αν όμως δεν υπάρχει αυτή η πραγματικότητα, αν ουσιαστικά δεν υπάρχει τίποτε για να γιορτάσεις, τότε καμία τελική ανάταση δεν θα μπορέσει να δημιουργήσει μια γιορτή.


π. Αλέξανδρος Σμέμαν
(Μας το έστειλε ο π.Βασίλειος Χριστοδούλου)

Monday, November 21, 2016

Τα ιερά Εισόδια της Θεοτόκου

Σχετική εικόνα

Ἔνδον τρέφει σε Γαβριὴλ ναοῦ, Κόρη,
Ἥξει δὲ μικρὸν καὶ τὸ Χαῖρέ σοι λέξων.
Βῆ ἱερὸν Μαρίη τέμενος παρὰ εἰκάδι πρώτῃ.

Η ευσεβής Άννα σύζυγος του Ιωακείμ, πέρασε τη ζωή της χωρίς να μπορέσει να τεκνοποιήσει, καθώς ήταν στείρα.
Μαζί με τον Ιωακείμ προσευχόταν θερμά στον Θεό να την αξιώσει να φέρει στον κόσμο ένα παιδί, με την υπόσχεση ότι θα αφιέρωνε το τέκνο της σε Αυτόν.
Πράγματι, ο Πανάγαθος Θεός όχι μόνο της χάρισε ένα παιδί, αλλά την αξίωσε να φέρει στον κόσμο τη γυναίκα που θα γεννούσε το Μεσσία, το Σωτήρα μας Ιησού Χριστό. 
Όταν η Παναγία έγινε τριών χρόνων, σύμφωνα με την παράδοση, η Άννα και ο Ιωακείμ, κρατώντας την υπόσχεσή τους, την οδήγησαν στο Ναό και την παρέδωσαν στον αρχιερέα Ζαχαρία. Ο αρχιερέας παρέλαβε την Παρθένο Μαρία και την οδήγησε στα Άγια των Αγίων, όπου δεν έμπαινε κανείς εκτός από τον ίδιο, επειδή γνώριζε έπειτα από αποκάλυψη του Θεού το μελλοντικό ρόλο της Αγίας κόρης στην ενανθρώπιση του Κυρίου.
Στα ενδότερα του Ναού η Παρθένος Μαρία έμεινε δώδεκα χρόνια.
Όλο αυτό το διάστημα ο αρχάγγελος Γαβριήλ προμήθευε την Παναγία με τροφή ουράνια. Εξήλθε από τα Άγια των Αγίων, όταν έφθασε η ώρα του Θείου Ευαγγελισμού.

Ἀπολυτίκιον  (Κατέβασμα)
Ἦχος δ’.
Σήμερον τῆς εὐδοκίας Θεοῦ τὸ προοίμιον, καὶ τῆς τῶν ἀνθρώπων σωτηρίας ἡ προκήρυξις ἐν Ναῷ τοῦ Θεοῦ, τρανῶς ἡ Παρθένος δείκνυται, καὶ τὸν Χριστὸν τοῖς πᾶσι προκαταγγέλλεται. Αὐτῇ καὶ ἡμεῖς μεγαλοφώνως βοήσωμεν, Χαῖρε τῆς οἰκονομίας τοῦ Κτίστου ἡ ἐκπλήρωσις.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς.
Ὁ καθαρώτατος ναὸς τοῦ Σωτῆρος, ἡ πολυτίμητος παστὰς καὶ Παρθένος, τὸ Ἱερὸν θησαύρισμα τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ, σήμερον εἰσάγεται, ἐν τῷ οἴκῳ Κυρίου, τὴν χάριν συνεισάγουσα, τὴν ἐν Πνεύματι θείῳ· ἣν ἀνυμνοῦσιν Ἄγγελοι Θεοῦ· Αὕτη ὑπάρχει σκηνὴ ἐπουράνιος.

  https://aerapatera.wordpress.com/2016/11/21/τὰ-ἰερὰ-εἰσὸδεια-τῆς-θεοτὸκου/

Sunday, November 20, 2016

Κυριακὴ Θ᾽Λουκᾶ

Αποτέλεσμα εικόνας για ο αφρων πλουσιος

(Λουκ. 12,16-21)

Εἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύτην· 
16. ἀνθρώπου τινὸς πλουσίου εὐφόρησεν ἡ χώρα·
17. καὶ διελογίζετο ἐν ἑαυτῷ λέγων· τί ποιήσω, ὅτι οὐκ ἔχω ποῦ συνάξω τοὺς καρπούς μου; 
18. καὶ εἶπε· τοῦτο ποιήσω· καθελῶ μου τὰς ἀποθήκας καὶ μείζονας οἰκοδομήσω, καὶ συνάξω ἐκεῖ πάντα τὰ γενήματά μου καὶ τὰ ἀγαθά μου,
19. καὶ ἐρῶ τῇ ψυχῇ μου· ψυχή, ἔχεις πολλὰ ἀγαθὰ κείμενα εἰς ἔτη πολλά· ἀναπαύου, φάγε, πίε, εὐφραίνου. 
20. εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ Θεός· ἄφρων, ταύτῃ τῇ νυκτὶ τὴν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ· ἃ δὲ ἡτοίμασας τίνι ἔσται; 
21. οὕτως ὁ θησαυρίζων ἑαυτῷ, καὶ μὴ εἰς Θεὸν πλουτῶν· [ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω][6].






Saturday, November 19, 2016

Χάι κου των φύλλων


Φτερά τα φύλλα
Σαν τα λόγια σκορπίζουν
Ποιος τα μαζεύει;

Φθινοπωρινοί
μάρτυρες της Άνοιξης
στο σταυρό της γης

Ο ταχυδρόμος
άνεμος διανέμει
γράμματα φύλλα

Χρυσοπόρφυρα
ερωτικά γράμματα
προς τους νεκρούς μας


Σάββατο 19 Νοεμβρίου 2016, Προφήτη Αβδιού και αγίου Βαρλαάμ 

Friday, November 18, 2016

Όρθρος ο Απαλός


Χαράζει στα Μακεδονικά βουνά
Η φθινοπωρινή μέρα αχνίζει στο φως
Ποια γιγάντια δάχτυλα σκάλισαν με τόση πλαστικότητα 
δυσθεώρητους όγκους
Αναβάτης προς χιονισμένες κορυφές το βλέμμα
Καλπάζει πάνω σε συνεσταλμένες ηλιαχτίδες
Σεμνούς κελαηδισμούς πουλιών
Απόμακρα γαυγίσματα, πετιναρίσματα βραχνά
Αρώματα καυσόξυλων 
Ροδακινόκλαρα κατακόρυφα
Φλογισμένα αγιοκέρια
Σε μανουάλια κορμών

Απαλός Μακεδονικός όρθρος
Αρθρώνει ρωμαλέα βουνά
Ψυχές ηρωϊκές
Χρώματα, ήχους, σώματα 
Άρωμα αιωνιότητας του Κάλλους


Λουτράκι, Παρασκευή 18 Νοεμβρίου 2016, αγίου Πλάτωνος και αγίου Ρωμανού

Wednesday, November 16, 2016

Τραγούδι του Ευαγγελιστού και Αποστόλου Ματθαίου


Λευίς πρώτα λεγότανε ο Ευαγγελιστής Ματθαίος
Αλφαίος, ο πατέρας του, που ήταν Γαλιλαίος
Μέσα στο τελωνείο του καθόταν σαν τον βρήκε
στην πόλη της Καπερναούμ ο Κύριος σαν μπήκε
Του είπε: «Ἀκολούθει μοι». Δίχως καιρό να χάσει
σαν έτοιμος από καιρό, σηκώθηκε με βιάση
να ακολουθήσει το Χριστό. Πίσω, λοιπόν, αφήνει
τελώνιο αμαρτωλό, με το Χριστό να μείνει.
Και τον πηγαίνει σπίτι του να Τον φιλοξενήσει
Πλήθος λοιπών αμαρτωλών, θα τον ακολουθήσει.
Μ' αυτούς, λοιπόν, ο Ιησούς συντρώει, συνομίλει,
κι ας ήτανε κατάφορτοι με πτώσεων την ύλη
Οι πωρωμένοι στην καρδιά θα δυσανασχετήσουν,
οι Φαρισαίοι οι τυφλοί πολύ θα αγαναχτήσουν:
"Με πόρνες και αμαρτωλούς και άθλιους τελώνες,
συντρώγει του Θεού ο Γιος; Αυτά εις τους αιώνες
ποτέ δεν ξανακούστηκαν" λένε κρυφά κι αφρίζουν.
"Δεν ήρθα να καλέσω αυτούς που μέσα τους νομίζουν
πως είναι δίκαιοι, μα αυτούς που αμαρτωλοί λογιούνται.
Να μετανιώσουν, να σωθούν, Χάρο να μη φοβούνται"
Της Διαθήκης της Καινής ο απόστολος θα γράψει
το πρώτο ευαγγέλιο, γι' αυτό θα κατατάξει
αυτόν η Εκκλησία μας στους ευαγγελιστές της,
κι ύστερα απ' το μαρύριο, και με τους μάρτυρές της.
Κήρυξε Ευαγγέλιο ως την Αιθιοπία
όπου και εμαρτύρησε ψυχή του η αγία.


Εμπνευσμένο από το  το βίο του αγίου στο: 


Γεννήθηκα την εποχή του χαλκού - Κωστή Μοσκώφ


Γεννήθηκα την εποχή του χαλκού
τώρα

δεν με θυμάται πια κανένας
σκεπάσαν τους βωμούς μου δάφνες και φρύγανα.
Πικραμύγδαλο, συ έρωτά μου,
ήπια τρία βαρέλια ρετσίνα στην Δόμνα
χτες, για να ξεχάσω
ρούφηξα τον Aλιάκμονα, τον σφοδρό Bαρδάρη
- οι λιμναίοι οικισμοί της Θεσσαλίας
μείναν ξεροί για χάρη σου.
Περιμένω τρεις χιλιάδες χρόνια να πεθάνω,
αδύναμος να αποσυντεθώ τόσο που σ' αγαπώ.


(από τα Ποιήματα, Kαστανιώτης 1987) 



Monday, November 14, 2016

Η βάφτιση της πατρίδας - Μυτιλήνη - Νοέμβριος 2016


Ό,τι και να γίνει, η θάλασσα, κάθε στιγμή και ώρα, θα βαφτίζει τούτη την πατρίδα. Τα ηλιόλουστα νερά της, θα την ξεπλένουν από τα βάσανα, τις πίκρες, τα φαρμάκια. Τις πτώσεις, τα γκρεμοτσακίσματα, τις δουλείες. Ό,τι κι αν γίνει, τρεις την ώρα, τα ουράνια χέρια θα την βουτούν στα αλμυρά νερά του Αγιγαίου σαν αιώνιο βρέφος και θα την ανυψώνουν ολοκάθαρη στο άσβηστο φως των Ασωμάτων.
Κατεβαίνεις απ' το αεροπλάνο. Μόλις πατάς τούτο το χώμα, νιώθεις πως εισέρχεσαι στο νάρθηκα ενός υπαίθριου ναού. Σου 'ρχεται να σταυροκοπηθείς κι ο νους σου αδυνατεί να εξηγήσει την παρόρμηση της δεξιάς σου. Ίσως γιατί επιστρέφοντας εδώ, επιστρέφεις στον μυστικό κήπο της καρδιάς σου. Στον ναό της καρδιάς αυτής που σαν τη μονή Στουδίου αποζητά ποτέ να μην πάψει να λειτουργείται. Τα μερόνυχτα των χτύπων της μια αδιάλειπτη δοξολογία να είναι στον Καρδιοκαταχτητή και Ρυθμιστή του σύμπαντος κόσμου. 
Παρασκευή, Σάββατο, Κυριακή, βήματα προς το σαλόνι υποδοχής του Νοέμβρη. Συρσίαματα, φτερουγίσματα, πλατσουρίσματα. Επίγεια, εναέρια, υδάτινα. Τι είναι ο τόπος; Τι ο άνθρωπος; Η ζώή;

Πρωί πρωί περιδιαβαίνεις το λιμάνι. Οι αγκυροβολημένες βάρκες σε ταξιδεύουν ενώ η στρατιωτική μπάντα πορεύεται με φυσερά και τύμπανα σε σταθερό βηματισμό, για την έπαρση της σημαίας. Η έπαρση του συμβόλου της πατρίδας ακολουθεί την έπαρση του ήλιου στον νησιώτικο ουρανό. Παίρνεις το αστικό από την πλατεία Σαπφούς. Με το όχημα της αρχαίας ποίησης ταξιδεύεις για να φτάσεις στην ποίηση των αγίων. Άγιος Ραφαήλ. Γνώριμος από τα παιδικά σου χρόνια και το Σημείον Μέγα του Κόντογλου. Όταν πρωτόρθες, μέσα στα πλήθη, ήσουν ένα παιδί ανεπίγνωστο που ακολουθούσε τους γονείς του. Τώρα δεν ξέρεις τι είσαι. Θα περάσουν ίσως άλλα τόσα χρόνια για να μάθεις. Τα πλήθη που περνούσαν τότε, καντήλια τώρα κρέμονται από το ταβάνι του ναού. Ανάσες αιωρούνται στον αέρα. Ασπασμοί στων αγίων τα λείψανα. Μια γυναίκα ξανθιά με ροζ φόρμες κι ένα πανί τυλιγμένο γύρω από τη μέση της εις τύπον φούστας, έχει γερμένο το κεφάλι πάνω στην κεφαλή του αγίου Ραφαήλ. Δεν πλησιάζεις. Κάθεσαι σε ένα στασίδι και περιμένεις. Να του αφήσει όλο το βάρος που κουβαλά. Να της χαϊδέψει ο άγιος τα ξανθά μαλλιά. Ξαλαφρωμένη να τον αποχαιρετήσει. Όλα είναι ήσυχα. Σχεδόν απόκοσμα. Οι καλογριές που φυλάνε το προσκύνημα σκυμμένες πάνω από βιβλία, οι ελάχιστοι προσκυνητές πάνω από τους αγίους, εσύ πάνω από τις αγωνίες σου περιμένεις τη σειρά σου. Να τις καταθέσεις στέφανο σε μνημείο γνωστού στρατιώτη. Άλλο δεν έχεις να δώσεις. Αγωνίες, πτώσεις, λάθη ατελείωτα. Η Ειρηνούλα στέκεται πάνω απ' το πηγάδι όπου βίαια την παράχωσαν οι βάρβαροι. Αυτοί ανώνυμοι έμειναν. Το πηγάδι άδειο. Εκείνη αγιοπερίστερο.
Το αστικό σε περιμένει. Ανηφόρες και κατηφόρες θα διαβεί, χωριά πετρόχτιστα, ανθισμένες αυλές, αρχοντικά, καφενέδες, λιόδεντρα. Ξεκουράζεσαι λίγο. Να αναπαυθεί η χάρη...

Ο φίλος των φοιτητικών χρόνων θα αφήσει για το χατήρι σου τον ρυθμό της βιοτής του για να σε πάρει με το αυτοκίνητό του προς τους επόμενους σταθμούς της χαράς. Οι φίλοι της νιότης μένουν πάντα φίλοι. Η διαδρομή ένα ταξίδι σε κοινές εμπειρίες, αγάπες, θαύματα. Φτάνουμε. Ο φίλος χτυπά την οικεία του ξύλινη πόρτα. Την πόρτα της Μυρσινιώτισσας που χρόνια πριν χτύπησες εσύ και σου άνοιξε μια μικρόσωμη καλογριά με ουράνια μάτια. Θα ήθελα την ηγουμένη, της είπες τότε. Δεν είναι εδώ, σου απάντησε. Α, δεν είναι... Δεν υπάρχει ηγουμένη, ποια ηγουμένη, παιδί μου; Γίνεται να είσαι ηγουμένη του εαυτού σου; Είστε η Ξένη; Ναι, η Ξένη... Σε οδήγησε στο ναό, σου άνοιξε τα λείψανα του αγίου Ιγνατιόυ, σε φίλεψε ελιές και ντομάτα. Πάνε λίγοι μήνες που έφυγε για την άλλη ζωή. Γι' αυτή που εξ αρχής ήταν προορισμένα να κατοικήσουν τα γαλάζια μάτια της. Τώρα μια άλλη, εξίσου ηλικιωμένη καλογριά ανοίγει την ξύλινη πόρτα. Σας φιλεύει αγάπη, πίστη, ελπίδα και γλυκό του κουταλιού κυδώνι. Είναι λυπημένη. Μόλις έφυγε για τον ουρανό και ο π. Νικόδημος Παυλόπουλος, Ηγούμενος της Μονής Λειμώνος. Ίσα ίσα που τελείωσε το χτίσιμο του ναϊσκου του αγίου Νεκταρίου έξω από τη γυναικεία μονή και περίμενε πώς και πώς να λειτουργήσει. Θα πρέπει να λειτούργησε πράγματι την Κυριακή, ως ασώματος πλέον. Πέντε μανταρίνια από το περιβόλι, ευωδιαστά σαν τα παιδικά σου χρόνια, χάρισμα. Προσκύνημα στο μνήμα της Ξένης. 

Σουρουπώνει. Ίσα που προλαβαίνετε ανοιχτή την πόρτα του Πορτιέρη της ζωής και του θανάτου, Ταξιάρχη. Ανθοστόλιστος ακόμη λίγες μέρες μετά τη γιορτή του. Κόκκινος από πάθος φλογερό για τους ανθρώπους. Ρωμαλαίος υπερασπιστής των φτωχών, εμφανίζεται κάθε τόσο στους απλούς τη καρδία για να τους πει, μη φοβάστε βρε, εγώ είμαι εδώ. Στοιβαγμένα τα μεταλλικά πασούμακια πλάι του. Τάματα χιλιοτραγουδισμένα τραγούδια ευγνωμοσύνης. Είναι νύχτες που οι άνθρωποι τον ακούν να περπατά στα σοκάκια του Μανταμάδου. Πάνω κάτω όλη νύχτα ακοίμητος φρουρός. Ο παπα Χρήστος τον υπηρετεί χρόνια τώρα.  Φιλόξενος για όλους, σας κερνά ένα ποτήρι νερό και ιστορίες άγνωστες βγαλμένες από τη γάργαρη πηγή της καρδιάς του. Αγαπά τον φίλο σου. Σ' εκείνον μιλά κι έτσι, κοντά στον βασιλικό, ποτίζεται κι η γλάστρα. Κι η γλάστρα που είσαι, στο άκουσμα των λόγων του ανθίζει. Τον αποχαιρετάτε και πάει να ταϊσει έναν στρατό πεινασμένων σκύλων. Κάθεστε για καφέ στο άδειο καφενείο έξω απ' τον περίβολο του ναού. Νύχτωσε. Ο φιλότιμος φίλος, οδηγός και συννοδοιπόρος σου, έχει μια εξομολογητική καρδιά. Χωράφι σκαμμένο, σπαρμένο, καρποφόρο. Κερνά καφέ, κερνά εμπιστοσύνη, αγάπη πλατιά.

Ό,τι κι αν γίνει, αυτή η θάλασσα θα βαφτίζει κάθε στιγμή και ώρα τούτη την πατρίδα. Θα μας βαφτίζει όλους ωσότου βγούμε πέρα. Στα γαλάζια νερά των ουρανών. Τα ακύμαντα. Τα καθαρά. Τα πάμφωτα. Εν ταις λαμπρότησι των αγίων του Κυρίου.

Μυτιλήνη, εν μέσω θαλερού Νοεμβρίου του 2016






Sunday, November 13, 2016

Κυριακὴ Η᾽Λουκᾶ

Αποτέλεσμα εικόνας για κυριακη καλου σαμαρειτη

(Λουκ. 10,25-37)

Τῷ καιρῷ ἐκείνω, νομικός τίς προσῆλθε τῷ Ἰησοῦ, 

25. πειράζων αὐτὸν καὶ λέγων· διδάσκαλε, τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον 

κληρονομήσω;

26. ὁ δὲ εἶπε πρὸς αὐτόν· ἐν τῷ νόμῳ τί γέγραπται; πῶς 

ἀναγινώσκεις; 

27. ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐξ ὅλης 

τῆς καρδίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῇ ψυχῇ σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος 

σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου, καὶ τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν. 

28. εἶπε δὲ αὐτῷ· ὀρθῶς ἀπεκρίθης· τοῦτο ποίει καὶ ζήσῃ.

29. ὁ δὲ θέλων δικαιοῦν ἑαυτὸν εἶπε πρὸς τὸν Ἰησοῦν· καὶ τίς ἐστί 

μου πλησίον; 

30. ὑπολαβὼν δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν· ἄνθρωπός τις κατέβαινεν ἀπὸ 

Ἱερουσαλὴμ εἰς Ἱεριχώ, καὶ λῃσταῖς περιέπεσεν· οἳ καὶ ἐκδύσαντες 

αὐτὸν καὶ πληγὰς ἐπιθέντες ἀπῆλθον ἀφέντες ἡμιθανῆ τυγχάνοντα.

31. κατὰ συγκυρίαν δὲ ἱερεύς τις κατέβαινεν ἐν τῇ ὁδῷ ἐκείνῃ, καὶ 

ἰδὼν αὐτὸν ἀντιπαρῆλθεν. 

32. ὁμοίως δὲ καὶ Λευΐτης γενόμενος κατὰ τὸν τόπον, ἐλθὼν καὶ 

ἰδὼν ἀντιπαρῆλθε.

33. Σαμαρείτης δέ τις ὁδεύων ἦλθε κατ’ αὐτόν, καὶ ἰδὼν αὐτὸν 

ἐσπλαγχνίσθη, 

34. καὶ προσελθὼν κατέδησε τὰ τραύματα αὐτοῦ ἐπιχέων ἔλαιον 

καὶ οἶνον, ἐπιβιβάσας δὲ αὐτὸν ἐπὶ τὸ ἴδιον κτῆνος ἤγαγεν αὐτὸν 

εἰς πανδοχεῖον καὶ ἐπεμελήθη αὐτοῦ· 

35. καὶ ἐπὶ τὴν αὔριον ἐξελθών, ἐκβαλὼν δύο δηνάρια ἔδωκε τῷ 

πανδοχεῖ καὶ εἶπεν αὐτῷ· ἐπιμελήθητι αὐτοῦ, καὶ ὅ τι ἂν 

προσδαπανήσῃς, ἐγὼ ἐν τῷ ἐπανέρχεσθαί με ἀποδώσω σοι.

36. τίς οὖν τούτων τῶν τριῶν πλησίον δοκεῖ σοι γεγονέναι τοῦ 

ἐμπεσόντος εἰς τοὺς λῃστάς; 

37. ὁ δὲ εἶπεν· ὁ ποιήσας τὸ ἔλεος μετ’ αὐτοῦ. εἶπεν οὖν αὐτῷ ὁ 

Ἰησοῦς· πορεύου καὶ σὺ ποίει ὁμοίως.





Friday, November 11, 2016

Μεταποίηση πεζού λόγου (Μεταγραφή και διασκευή) σε ποιητικό, στο Δημοτικό σχολείο - Εισήγηση στην 3η Ημερίδα Παιδικής Λογοτεχνίας - Λευκωσία

Σεμινάρια δασκάλων - Λευκωσία - 4/11/16
Ειςήγηση της Βασιλικής Νευροκοπλή

Μέσα στον καταιγισμό των πληροφοριών, των εικόνων, των γεγονότων, ο άνθρωπος σήμερα αναζητά μια κιβωτό. Μια κιβωτό μέσα στην οποία θα βάλει τους ανθρώπους του, τη γλώσσα του, σπόρους και χώμα της πατρίδας του.
Μέσα στην ξέφρενη ταχύτητα των καιρών, αναζητά μια στιγμή ανάπαυλας. Να σκεφτεί, να νιώσει, να χωνέψει όσα συμβαίνουν γύρω του.
Μέσα στην αποθέωση του εγώ στην οποία τον εξωθούν τα λεγόμενα κοινωνικά δίκτυα, το εγώ αδυνατεί να δει τον άλλον, να τον αναγνωρίσει, να τον εκτιμήσει, να τον θαυμάσει. Το "εγώ" που πριν λίγα χρόνια από σχεδία με μοναχικό ταξιδευτή γινότανε βαρκούλα με δυο τρεις συνοδοιπόρους, για να καταλήξει καράβι γεμάτο φίλους, εμπειρίες και όνειρα για το μεγάλο ταξίδι της ζωής, γίνεται τώρα ένα θλιβερό σωσίβιο γεμάτο αέρα που προσπαθεί να επιπλεύσει στους ωκεανούς του κόσμου. Η μοίρα του είναι σχεδόν προδιαγεγραμμένη.
Τα περισσότερα παιδιά τρίχρονα, τετράχρονα, πεντάχρονα, πολύ πριν πάνε στο σχολείο και μάθουν να γράφουν και να διαβάζουν, σερφάρουν στο ίντερνετ. Πολύ πριν παίξουν στη γειτονιά, παίζουν στις οθόνες. Πολύ πριν αναγνωρίσουν τα χέρια τους, μαθαίνουν τα πλήκτρα. Πριν συνειδητοποιήσουν το οικείο τους περιβάλον, εισχωρούν στον ανοίκειο κόσμο της τεχνολογίας. Προτού ταξιδέψουν στην πατρίδα τους, φλερτάρουν με ξένες πατρίδες. 

Αυτή η πορεία ανάπτυξης του παιδιού είναι μια διαστρεβλωμένη πορεία ανάπτυξης. Δεν μπορούμε να πάμε στο μεγάλο, αν δεν ξεκινήσουμε από το μικρό. Στο ανοιχτό, αν δεν περάσουμε από το κλειστό. Στο πολύ, αν δεν αρχίσουμε από το λίγο. Στο ξένο, αν δεν αφομοιώσουμε το δικό μας. Τέλος, δεν μπρούμε να αναγνωρίσουμε και να βιώσουμε την ελευθερία μας, αν δεν αναγνωρίσουμε και δε βιώσουμε τα δεσμά μας. Και αν ελευθερία δεν είναι η επιλογή των ορίων και η ανάληψη της ευθύνης τους με λεβεντιά, τότε τι είναι;

Κάθε άνθρωπος είναι καρπός της εποχής του και της περιοχής του, θα μας πει ο Ιπποκράτης. Αυτή ειναι μια μεγάλη κουβέντα. Λόγος σοφός. Κουβαλούμε, είτε εν γνώσει είτε εν αγνοία  μας, το παρελθόν μας. Την ιστορία του τόπου μας και τους προγόνους μας. Τις συνήθειές τους, τη γλώσσα τους, τα ήθη και έθιμα, την πίστη, τον αέρα, τη θάλασσα, τα βουνά μας. Τις συνταγές που μας ανάθρεψαν, τις συμπεριφορές, τα χούγια, το βλέμμα, τη σκέψη, το αίσθημα. Με δυο λόγια, τον τρόπο του υπάρχειν.

Δε θα αρνηθούμε την εποχή μας και τους νέους τρόπους του υπάρχειν που προτείνει. Μέσα όμως σ' αυτή την εποχή και σ' αυτούς τους τρόπους, οφείλουμε να αρθρώσουμε τον δικό μας λόγο, αν δεν θέλουμε να καταποντιστούμε από το θολό παγκόσμιο ποτάμι που καταπίνει την ιδιοπροσωπία, τους κατά τόπους πολιτισμούς και τον κάθε ανθρωπάκο, μέσα στον χειμαρρώδη συμφερτό του.
Και για να αρθρώσουμε τον δικό μας λόγο σήμερα, καθαρό, σαφή και ουσιαστικό, ο μόνος τρόπος είναι να ξαναβρούμε την ανάσα μας, τον ρυθμό της, το φως της και τις λέξεις της.
Αν πρώτα δεν γνωρίσουμε αυτό που ήμασταν, δε θα γίνουμε ποτέ αυτό που θέλουμε να είμαστε. Δε θα μπορέσουμε καν να ονειρευτούμε αυτό που θέλουμε να γίνουμε.
Ενδεχομένως, υπάρχουν κι άλλοι τρόποι απάντησης στο ζητούμενο των καιρών. Εφόσον όμως ασχολούμαστε με τη λογοτεχνία, ας επικεντρωθούμε σ' αυτήν. Μιλήσαμε για ρυθμό. Ας μην ξεχνούμε πως ο ρυθμός συνέχει τα σύμπαντα. Δίχως ρυθμό δεν υπάρχει ζωή. Δεν υπάρχει κόσμος. Όπως και δίχως καρδιοχτύπι δεν υπάρχει άνθρωπος. Και η ταχύτητα των αλλαγών της ζωής και των συμβάντων της, σήμερα υπερβαίνει κατά πολύ το καρδιοχτύπι μας. Το ξεπερνά. Δεν προλαβαίνουμε ούτε να ακούσουμε, όύτε να αφομοιώσουμε. Πολύ δε μάλον, να μετουσιώσουμε όσα συμβαίνουν σε Είναι. Άρα χρειαζόμαστε επειγόντως μια πράξη αντίστασης. Μια αντίσταση που θα επαναφέρει τον ρυθμό του έξω κόσμου στον ρυθμό της καρδιάς μας. Της ανάσας μας. Προκειμένου να ακούσουμε και να μιλήσουμε. Να αφομοιώσουμε και να εκφραστούμε. Να αρθρώσουμε λόγο ζωής. 

Για να αντισταθούμε και να μην μας πάρασύρει σαν καρυδότσουφλα το ρεύμα των καιρών, πρέπει να πιαστούμε από κάτι γερό, κάτι που ήδη άντεξε στον χρόνο, στις διακυμάνσεις της Ιστορίας, στις εποχές ανά τους αιώνας. Να μπούμε στην κιβωτό του για να ξεκινήσουμε το μεγάλο ταξίδι δίχως τον κίνδυνο να καταποντιστούμε από τον κατακλυσμό.

Έτσι ερχόμαστε, λοιπόν, στους αρχαίους και βυζαντινούς ρυθμούς της γλώσσας μας. Αυτούς που πάντα συόοδευαν την ανάσα μας και τη στήρίζαν δίνοντάς της έδαφος στερεό. Δεν είναι τυχαίο που τα δημοτικά μας τραγούδια ξεκίνησαν από τους βυζαντινούς χρόνους κι έφθασαν ως τις μέρες μας.  Δεν είναι τυχαίο που ακόμα και ο Όμηρος έχει σε κάποια σημεία του λόγου του δεκαπεντασύλλαβο. Πολλά είδη έντεχνου λόγου γεννήθηκαν απ' τα τραγούδια αυτά. Η ποίηση των επώνυμων δημιουργών απ' αυτά ξεκίνησε. Κι ακόμη κρατούν. Και δεν κρατούν μόνο επειδή εξέφρασαν πόνους και πάθια του λαού μας, αλλά και επειδή ο ρυθμός τους ήταν και παραμένει ο ρυθμός της ανάσας της ίδιας της γλώσσας μας και της καρδιάς μας.

Γι' αυτό και προτείνω, προκειμένου να πάμε μπροστά, να γυρίσουμε λίγο πίσω. Γιατί το βέλος για να φτάσει μακριά, τεντώνουμε τη χορδή του τόξου του όσο πιο πίσω μπορούμε. Προτείνω αυτή την ανάστροφη πορεία στην προσέγγιση των σύγχρονων κειμένων και στο σχολείο.
Δηλαδή, την "μεταποίησή" τους, σε τραγούδι με ρυθμό. Σωστότερος όρος, θα ήταν ο όρος του Σεφέρη, "μεταγραφή", εφόσον τα αποδώσουμε πλήρως στο νόημά τους, ή "διασκευή", εάν αποδώσουμε το κεντρικό τους νόημα και όχι αυτστηρά λέξη προς λέξη.
Κάθε λογοτεχνικό κείμενο που συγκινεί τα παιδιά, μπορεί να αποδοθεί σε δεκαπεντασύλλαβο, που είναι και ο πιο εμπεδωμένος ρυθμός, και να τα οδηγήσει έτσι, με τρόπο παιγνιώδη και ανάλαφρο, στον πυρήνα της ίδιας της καρδιάς τους.

 Στην περίπτωση μιας διασκευής, προκειένου τα παιδιά να καταφέρουν να αποδωουν ένα κείμενο, ταυτόχρονα εξασκούνται στην περίληψη, και άρα τη συμπύκνωση, των νοημάτων, αλλά και στην ποιητική φόρμα των παλαιότερων γενεών. Εξασκούνται στον ρυθμό που μετά μπορούν να τον κάνουν τραγούδι και να τον χορέψουν. Εξοικειώνονται με ένα είδος που μπορεί να τους ταξιδέψει πολύ πίσω στον χρόνο και στον τόπο τους και έτσι να αναγνωρίσουν τον εαυτό τους και να τον τοποθετήσουν μέσα σ' αυτό το οικείο σύμπαν αντιλαμβανόμενα και τον εαυτό τους ως σύνέχειά του.

Το παιχνίδι δε της ομοιοκαταλήξίας, είναι από τα ωραιότερα παιχνίδια μέσα από τα οποία το παιδί ανακαλύπτει τη γλώσσα του. Πώς λειτουργούν οι συνηχήσεις, οι τονισμοί, τα συνώνυμα, τα αντίθετα, τα παράγωγα των λέξεων. Πόσο πιο επιτυχημένη είναι η ομοιοκαταληξία των τριών, τεσσάρων ή και πέντε τελευταίων γραμμάτων μιας λέξης όταν συνταιριάζεται το ρήμα με το ουσιαστικό. Ανακαλύπτουν έτσι, το ειδικό βάρος που έχουν τα διαφορετικά μέρη του λόγου. 
Για να μπει το παιδί μέσα σ' αυτόν τον μαγικό κόσμο, πρώτα πρέπει να εξοικειωθεί με έργα της δημώδους μας παράδοςης, καθώς και με έργα μεγάλων ποιητών που εμπνεύστηκαν απ' αυτά και δημιούργησαν τα δικά τους. Από όλους αυτούς τους μεγάλους, θα αρκούσε και μόνον ο Σολωμός. Έναι ο μέγας τεχνίτης, ο πλέον ευφάνταστος, ο πλέον ευαίσθητος, ο πλέον ένθεος. Αυτός που κατάφερε να εκφράσει την ψυχή ενός κόσμου τον καιρό που ο κόσμος αυτός δεν είχε φωνή. Είχε μόνον καημούς και πάθη. Ο Σολωμός δοκιμάζεται σε όλους τους ρυθμούς της γλώσσας μας, τον ιαμβικό, τον ανάπαιστο, τον τροχαϊκό, τον δακτυλικό, τον αμφίβραχυ. Τα ποιήματά του φτάνουν να αποτελούν, όχι απλώς έκφραση των ρυθμών αυτών, αλλά ορισμό τους. Δημιουργεί δοκιμάζοντας όλα τα μέτρα, πάίζοντας με τον αριθμό των συλλαβών. Γράφει σε εξασύλλαβο, δεκασύλλαβο, ενδεκασύλλαβο κά. Και η ομοιοκαταληξία του είναι κάτι πολύ περισσότερο από ένα γλωσσικό παιχνίδι του νου. Είναι η απογείωση της γλώσσας μας από μια ψυχή που δονείται ως τη ρίζα της από τα πάθη του Γένους. Είναι η ακραία φιλανθρωπία του προς τον Έλληνα που πάσχει. Είναι η απόλυτη έκφραση της ελευθερίας μέσα στο σκοτάδι της σκλαβιάς. Και η σκλαβιά δεν ήταν, δυστυχώς, μόνον την περίοδο εκείνη. Η σκλαβιά είναι και σήμερα πανταχού παρούσα. 
Ας δούμε μερικά παραδείγματα.

Ο Κρητικός 
Ιαμβικός 15σύλλαβος

Eκοίταα, κι ήτανε μακριά ακόμη τ’ ακρογιάλι·
«αστροπελέκι μου καλό, για ξαναφέξε πάλι!». 
Tρία αστροπελέκια επέσανε, ένα ξοπίσω στ’ άλλο, 
πολύ κοντά στην κορασιά, με βρόντημα μεγάλο· 
τα πέλαγα στην αστραπή κι ο ουρανός αντήχαν, 
οι ακρογιαλιές και τα βουνά μ’ όσες φωνές κι αν είχαν. 

Στα σχεδιάσματα των Ελεύθερων Πολιορκημένων περνά από τον πεζό λόγο στον ποιητικό και ενώνει τη γλώσσα και τους εκφραστικούς της τρόπους για να ενώσει εν τέλει τη διχασμένη φύση του ανθρώπου. Θαρρείς και η φύση αυτή συναποτελείται από την πεζή και την ποιητική. Θαρρείς και όλο το ζητούμενο της πορείας μας είναι την πεζή μας φύση να τη μεταλλάξουμε ολωσδιόλου σε ποιητική.

Ελεύθεροι πολιορκημένοι Ά΄σχεδίασμα

1. 
      Tότες εταραχτήκανε τα σωθικά μου και έλεγα πως ήρθε ώρα να ξεψυχήσω· κι’ ευρέθηκα σε σκοτεινό τόπο και βροντερό, που εσκιρτούσε σαν κλωνί στάρι στο μύλο που αλέθει ογλήγορα, ωσάν το χόχλο στο νερό που αναβράζει· ετότες εκατάλαβα πως εκείνο ήτανε το Mεσολόγγι· αλλά δεν έβλεπα μήτε το κάστρο, μήτε το στρατόπεδο, μήτε τη λίμνη, μήτε τη θάλασσα, μήτε τη γη που επάτουνα, μήτε τον ουρανό· εκατασκέπαζε όλα τα πάντα μαυρίλα και πίσσα, γιομάτη λάμψη, βροντή και αστροπελέκι· και ύψωσα τα χέρια μου και τα μάτια μου να κάμω δέηση, και ιδού μες στην καπνίλα μία μεγάλη γυναίκα με φόρεμα μαύρο σαν του λαγού το αίμα, οπού η σπίθα έγγιζε κι’ εσβενότουνε· και με φωνή που μου εφαίνονταν πως νικάει την ταραχή του πολέμου άρχισε: 

(Αμφίβραχυς 6σύλλαβος)

«Tο χάραμα επήρα
Tου Ήλιου το δρόμο, 
Kρεμώντας τη λύρα
Tη δίκαιη στον ώμο,― 
Kι’ απ’ όπου χαράζει
Ώς όπου βυθά, 

Tα μάτια μου δεν είδαν τόπον ενδοξότερον από τούτο το αλωνάκι.» 

Η κατάλυση του έμμετρου ρυθμού με την παρεμβολή του πεζού, προσδίδει ένα τραγικό μεγαλείο.
Θα έλεγα, πως το Μεσολόγγι είναι σήμερα εδώ. Και η πολιορκία του. Και ο εχθρός του...

2. 
Παράμερα στέκει
O άντρας και κλαίει· 
Aργά το τουφέκι
Σηκώνει και λέει: 
«Σε τούτο το χέρι
Tι κάνεις εσύ; 
O εχθρός μου το ξέρει
Πως μου είσαι βαρύ.» 

Το ρήμα "στέκει" ομοικαταληκτεί θαυμαστά με το ουσιαστικό "τουφέκι". Ο μονόλογος του άντρα καθώς απευθύνεται στο τουφέκι του, μεταμορφώνει το τουφέκι σε πρόσωπο και τον μονόλογο σε διάλογο κι ας μένει σιωπηλό το τουφέκι. Και προχωρά ακόμα παραπάνω, ακόμα πιο πάνω. Δίνει πρόσωπο και στον απρόσωπο εχθρό. Του δίνει αίσθημα ανθρώπινο σαν και το δικό του που αν και άντρας, κλαίει. Ο εχθρός μου το ξέρει πως μου είσαι βαρύ; Δηλαδή, αν το ήξερε, ενδεχομένως και να μην τον αντιμάχονταν. Ίσως και τον σπλαχνιζόταν, όπως είναι έτοιμος να κάνει και ο ίδιος.

Tης μάνας ω λαύρα! 
Tα τέκνα τριγύρου
Φθαρμένα και μαύρα
Σαν ίσκιους ονείρου· 
Λαλεί το πουλάκι
Στου πόνου τη γη
Kαι βρίσκει σπυράκι
Kαι μάνα φθονεί. 

Η απόλυτη ανέχεια στο Μεσολόγγι κάνει τη μάνα που δεν έχει να ταϊσει το σπλάχνο της, να φθονεί το πουλάκι που βρίσκει ένα σπόρο να φάει. Πόσες μανάδες σήμερα που βρίσκονται σε ανάλογη ανέχεια δεν φθονούν κάποιες άλλες ή ίσως και κάποια πουλιά;

Λάμπρος (Ανάπαιστος 11σύλλαβος)

1.       Kαθαρότατον ήλιο επρομηνούσε
           της αυγής το δροσάτο ύστερο          αστέρι,
           σύγνεφο, καταχνιά, δεν απερνούσε
           τ' ουρανού σε κανένα από τα μέρη·
           και από κει κινημένο αργοφυσούσε
           τόσο γλυκό στο πρόσωπο τ' αέρι,
           που λες και λέει μες στης καρδιάς τα φύλλα:
           "Γλυκειά η ζωή κι ο θάνατος μαυρίλα".

Είναι παρήγορος ο εθνικός μας ποιητής. Η μαυρίλα του επαίσχυντου θανάτου ομοιοκαταληκτεί με τα φύλλα, ένδειξη θαλερούς ζωής μιας άνοιξης περιπόθητης κι έτσι ο θάνατος αποκτά άλλη διάσταση, αναστάσιμη.

Πήρα αφορμή από το Σολωμό, όχι μόνο γιατί είναι ο μεγαλύτερος ποιητής μας, αλλά και γιατί η χρήση της ποιητικής φόρμας σ' αυτόν ποικίλλει σε τέτοιο βαθμό και με τέτοια επιτυχία που κάθε φορά να παράγει άλλο αίσθημα και άλλη συγκίνηση.

Αυτό μπορούμε να το δούμε και στην πράξη. Το ίδιο κείμενο αν το διασκευάσουμε σε διαφορετικούς ρυθμούς, θα δούμε πως αλλάζει ύφος, ακόμη κι αν χρησιμοποιήσουμε ακριβώς τις ίδιες λέξεις. Αυτό και μόνο δείχνει πόσο ο ρυθμός είναι καταλύτης της ουσιάς των πραγμάτων και των αισθημάτων που κουβαλούν. Αυτό το παιχνίδι, καταρχάς μας βοηθά να βλέπουμε το ίδιο πράγμα από διαφορετικές οπτικές, σαν να κρατούμε μια φωτογραφική μηχανή και φωτογραφίζουμε το ίδιο αντικείμενο από διαφορετικές γωνίες. Πράγμα αναγκαίο στους καιρούς μας που η μονομέρεια και ο φανατισμός συχνά μας τυφλώνει. Στο τέλος της εξάσκησής μας πάνω στους ρυθμούς, θα είμαστε σε θέση να επιλέξουμε την καλύτερη θέση. Αυτήν που αναδεικνύει το φωτογραφιζόμενο, και εκφράζει τον φωτογράφο του.

Ας προχωρήσουμε λίγο πιο πέρα.
Κάποιοι ίσως αναρωτηθούν, μα θα γίνουμε ποιητές; Ή μήπως όλα τα παιδιά μπορούν να γίνουν;
Η απάντηση μου είναι πως είμαστε όλοι ποιητές. Τίποτα δεν είμαστε περισσότερο από ποιητές. Εφόσον είμαστε ο καθένας ένα ποίήμα και όλοι μέρη του ενός και μέγλαου, του θαυμάσιου και ανυπέρβλητου ποιήματος της ζωής, δεν μπορεί παρά να είμαστε ποιητές. Από γεννησημιού μας. Εκ φύσεως. Συνειδητά ή ασυνείδητα, ζώντας, το ποίημά μας αρθρώνουμε. Και γι' αυτό και δεν ικανοποιούμαστε εύκολα. Γι' αυτό και πάντα ζητούμε κάτι καλύτερο. Διορθώνουμε ό,τι κάναμε λάθος. Δεν ησυχάζουμε. Δεν επαναπαυόμαστε. Θέλει πολλή δουλειά για να γίνεις ένα ποίημα ωραίο, αρμονικό, μουσικό που θα ενώνεται ανεμπόδιστα με το ποίημα του ήλιου και της θάλασσας. Της αιωνιότητας το ποίημα.

Στου καθενός τη διαδρομή μπορεί αυτή η ποίηση να κρύφτηκε μέσα του, μπορεί να διαστρεβλώθηκε ή και να θάφτηκε κάτω από συντρίμμια θλίψεων και λαθών. Μόνο που η ποιήση δεν μπορεί ποτέ να πεθάνει. Κανείς δεν μπορεί να τη σκοτώσει. Ούτε καν εμείς οι ίδιοι. Δε σβήνει ούτε με το θάνατό μας. Και γι' αυτό μέχρι σήμερα αισθανόμαστε πως συνυπάρχουμε πλάι πλάι με τους ποιητές των αιώνων. Τους μεγάλους και τρανούς σαν τον Σολωμό και τον Καβάφη, αλλά και τους μικρούς και άσημους σαν τις γιαγιάδες και τους παπούδες μας. 
Μένει λοιπόν να αναζητήσουμε τον σπόρο της ποίησης μέσα μας και να τον ποτίσουμε, να του δώσουμε φως. Να τον καλλιεργήσουμε. Αν το κάνουμε εμείς, μπορούν να το κάνουν και οι μαθητές μας. Αυτοι ίσως ακόμη πιο εύκολα, μιας και είναι πολύ πιο αγνοί και απλοί από μας.

Αν εμφσυσήσουμε στα παιδιά την πνοή της ποίησης, τον ρυθμό, τη μουσική τού λόγου, και αν τα οδηγήσουμε στο να διασκευάζουν τα πεζά κείμενα που αγαπούν σε τραγούδι, η πνιγμένη  ανάσα τους θα ελευθερωθεί. Τότε θα έχουμε καταφέρει κάτι πολύ σημαντικότερο και από την καλλιέργεια του λόγου και την γλωσσική τους ανάπτυξη. Θα έχουμε καταφέρει να τους δώσουμε έναν τρόπο του υπάρχειν. Ένα εργαλείο ώστε αύριο στη ζωή τους, κάθε οδυνηρή, επώδυνη ή απλώς πεζή στιγμή, να μπορούν να την κάνουν τραγούδι. Κάθε πόνο που θα διαλύει το ρυθμό της ανάσας τους, να τον τραγουδουν. Έτσι καλλιεργούμε την αρχοντιά που η φυλή μας από πάντα είχε. Ένα ήθος που είναι πολύ πιο πέρα από την άγαπη στη γνώση και στο βιβλίο. Είναι μια στάση ζωής που θα τους δίνει πάντα τη δύναμη να τολμούν "το άλμα το μεγαλύτερο από τη φθορά" του Ελύτη.