Ψ Α Λ Μ Ο Σ 38ος
Στόν τόν πρωτοψάλτη, τόν Ἰεδουθούν. Ψαλμός τοῦ Δαβίδ
Εἶπα· Θεέ μου, στήν ζωή, τό στόμα θά σφαλίξω,
θά 'χω δετή τήν γλῶσσα μου νά μήν παραστρατήσω·
μέ χαλινάρι θά κρατῶ τό στόμα μου κλεισμένο
ἄν μ' ἀκλουθεῖ ἁμαρτωλός, νά μένει βουβαμένο.
3. Ὡσάν τήν γρά κουφάθηκα, σκυφτός ἐπροπατοῦσα,
κι ὅποτε ἤλεγα καλό καλιά 'χα νά σωποῦσα,
μά, ὁ πόνος μου μεγάλωνε τσ' ἀνόμους πού θωροῦσα.
4. Βαθειά, τά φυλλοκάρδια μου, ἐπύρωναν ἐντός μου,
σάν τήν φωτιά μ’ ἐκέντανε κι ὁ κάθε λογισμός μου.
Ἡ γλώσσα μου ἐλύθηκε κι ἐφώνιαξά του κι εἶπα·
5. Νά μοῦ γνωρίσεις, Κύριε, τόν κόσμο πῶς θ' ἀφήσω
πόσος καιρός μ' ἀπόμεινε ἀκόμη γιά νά ζήσω,
θέλω νά ξέρω πού 'στερῶ πρίχου νά τελευτήσω.
6. Ξάνοιξε πώς στά δάχτυλα οἱ μέρες μου μετριοῦνται,
ὀμπρός σου νοιώθω τίποτα, ἕνα μηδέν λογιοῦμαι·
μάταιη εἶναι ἡ ζωή, τά πάντα ματαιότης.
Διάψαλμα
7. Σάν μιά εἰκόνα πού τό φῶς κι ὁ χρόνος τηνέ σβύνει,
ἐτσά διαβαίνει ὁ ἄνθρωπος κι ὅτι ποθεῖ τ' ἀφήνει.
Μάταια ἀπελπίζεται, ἄδικα καί φροντίζει·
πλούτη μαζώνει καί φλουριά μ' ἄλλος τοῦ τά σκορπίζει.
8. Τί ν' ἀνιμένω στήν ζωή ; δέν εἶσαι ὁ Κύριός μου ;
σ' ἐσένα ἐλπίζει, γιά ΄σέ ζεῖ, στή γῆ ὁ ἀπατός μου.
9. Ἀπ΄ ὅλες τσ' ἁμαρτίες μου, Κύριε, λύτρωσέ με,
ρεζίλι, Θέ μου, τῶν σκυλιῶν, στ' ἄφρονες ἤκαμές με.
10. Κουφάθηκα καί δέν γροικῶ, τό στόμα δέν τ΄ ἀνοίγω,
ἐσύ, Θεέ μου, τό ΄θελες καί μισερός θά γίνω.
11. Διῶξε ἀπό ΄μέ τά βάσανα γιατί τόν κόσμο χάνω·
κι εἶναι βαρειά ἡ χέρα σου καί πάω νά ΄ποθάνω.
12. Τά κρίματά μας φταίουνε γι' αὐτό καί μᾶς παιδεύγεις,
μ' ἀράχνης μοιάζωμε φαντό σάν θές πού τό ξεφαίνεις·
δίχως ἐσένα μάταια, στόν κόσμο ὅλα εἶναι.
Διάψαλμα
13. Τήν προσευχή μου ἄκουσε, τά παρακαλητά μου,
μή κάνεις πώς δέν μέ γροικᾶς, μά δές τά δάκρυά μου,
γιατί ἐγώ ΄μαι πρόσφυγας, φαμέγιος τ' ὁρισμοῦ σου
κι ὅπως καί τούς γονέους μου, ὁ ξένος τοῦ σπιτιοῦ σου.
14. Ἀσε με νά ξεκουραστῶ, νά ζήσω δίχως πόνο,
πρίν νά χαθῶ παντοτινά καί δέν χαρῶ τόν κόσμο.
πρίν νά χαθῶ παντοτινά καί δέν χαρῶ τόν κόσμο.
No comments:
Post a Comment
Σχόλια