Πρωινό.
Δεν βγαίνουν λόγια σήμερα απ’ το στόμα. Οι λέξεις όλες, -πλήθος λέξεις καταρράκτες και βράχοι- κατρακύλούν στα δάχτυλα. Μια λεπτότατη φλούδα εκεί τις συγκρατεί. Πόσο θ' αντέξει;
Μ’ αυτά τα δάχτυλα ανοίγει το μονόφυλλο δεξί παράθυρο. Να μπει αέρας.
Ο έξω κόσμος αντανακλάται στο τζάμι.
Το ένα τρίτο του έξω κόσμου κάγκελα της αυλής του διπλανού. Διαχωρίζουν το ακριβό του αυτοκίνητο από το σαράβαλό της. Ο διπλανός πιστεύει πως έτσι το προστατεύει καλύτερα από τους εχθρούς της πολυτέλειας. Μπορεί και να 'χει δίκιο.
Πράσινα κάγκελα. Κυπαρισσί.
Ένας θάμνος το φόντο πίσω τους, άλλο πράσινο – φρέσκο της φύσης. Δυο μέτρα δρόμος παραπίσω φόντο του θάμνου. Διασχίζεται από ένα αυτοκίνητο κι έναν ήχο φορτηγού ψυγείου με γάλατα. Φόντο ηχητικό όλων των αντανακλάσεων οι φωνές των πουλιών στα δέντρα που κρύβονται πίσω από το μισάνοιχτο στόρι του παραθύρου.
Τα δύο τρίτα του κόσμου σκιερές αντανακλάσεις του γραφείου της. Ο υπολογιστής, οι φωτογραφίες στο περβάζι. Τρία τρίτα του κόσμου -ένα εξεωτερικού και δύο εσωτερικού- σ’ ένα παράθυρο ανοιγμένο. Ο κόσμος όλος πάνω σ’ ένα τζάμι πρωινιάτικο. Το δεξί της βλέμμα.
Μια καμπάνα χτυπά ηλεκτρικά. Τα πουλιά συνεχίζουν να μιλούνε σε ήχο φυσικό μεταξύ τους κατονομάζοντας τα όνειρα που είδανε ψες βράδυ.
Πίσω από τον υπολογιστή ασώματοι άγιοι. Ο μεγάλος της υπολογιστής τούς αφαιρεί τα σώματά απ’ το οπτικό της πεδίο επιτρέποντας μόνον το κεφάλι του αγίου Βασιλείου με κάτι λίγο από τους ώμους του καθώς και το κεφάλι του Ταξιάρχη –μαύρο μπαρουτοκαπνισμένο. Αυτή είναι η πραγματικότητά της. Ίσια μπροστά. Όχι η αντανάκλαση. Αριστερά ένα ταμπλό γεμάτο ήρωες και βιογραφίκά για την νέα ιστορία που γράφει.
Το δέρμα των δαχτύλων ξεκινά να τρίβεται πάνω στο πληκτρολόγιο. Οι λέξεις αποτυπώνονται μέσω της τριβής στη σελίδα του word. Η τριβή χρειάζεται απαραιτήτως αέρα. Αν λείψει ο αέρας τίποτα δεν παράγεται. Τίποτα δεν θα γραφεί. Αέρας και τριβή ανάμεσα σε δύο. Αυτή είναι όλη η ιστορία του κόσμου μέσα στο χρόνο.
Ο χρόνος αποκτά υπόσταση στις παύσεις του. Ο κόσμος πολλαπλασιάζεται στις αντανακλάσεις του πάνω σ’ ένα ανοιχτό παράθυρο. Δεν ξέρεις αν είσαι μέσα ή έξω. Μπροστά στο ανοιχτό παράθυρο ποτέ δεν ξέρεις.
Μια κάθετη γραμμή ακριβώς πάνω από το αριστερό της φρύδι. Στην αφετηρία του. Εκεί που πάει να συναντήσει το δεξί. Θυμάται πως την είδε και σήμερα. Πριν από λίγο. Στη διάρκεια της μέρας η γραμμή λειαίνεται. Δεν τη βλέπει κανείς. Σκάβεται κάθε βράδυ από κάποιο αόρατο λεπίδι σαν αυλάκι που ο καθρέφτης φανερώνει το πρωί. Μόνο εκείνη το βλέπει. Κι ο καθρέφτης της.
Το δεξί της χέρι –τώρα σκέφτεται πρώτη φορά πως το πληκτρολόγιο καταργεί τη διάκριση δεξιόχειρα και αριστερόχειρα και σκέφτεται ακόμα πως το τυφλό σύστημα γραφής ενοποιεί τα δύο χέρια με ισοτιμία ή ισοπέδωση- κάθε πρωί ξυπνά γραπωμένο απ’ το πρώτο οριζόντιο ξύλο στο κεφαλάρι του κρεβατιού. Μοιάζει να κρατά το σώμα μη τυχόν γλιστρήσει και χαθεί για πάντα στην άβυσσο του ύπνου. Συμβαίνει πάντα καλοκαίρι. Το χέρι της πέφτει να κοιμηθεί χαλαρό και ελεύθερο αλλά ξυπνά πιασμένο στη χειροπέδα του ξύλου ή μήπως προστατευμένο απ’ αυτήν; Η επιθυμία της ξυπνά πάντα το καλοκαίρι. Ξυπνά μέσα στον ύπνο. Και τον ύπνο ξυπνά. Μόνο το δεξί της χέρι αντιστέκεται στην επιθυμία της. Το δεξί. Αυτό που κάνει το σταυρό. Δεν κάνεις το σταυρό με το αριστερό, ούτε και με τα δύο. Δεν είναι πληκτρολόγιο ο σταυρός. Εξακολουθεί να διατηρεί τη διάκριση ανάμεσα στα δυο χέρια. Τρία δύαχτυλα γίνονται ένα και διασχίζοντας τον αέρα σταυρώνουν το σώμα στα τέσσερα σημεία του ορίζοντά του. Δεν πρόκειται εδώ για τριβή. Κάτι άλλο είναι. Δεν ξέρει ακριβώς να το ονομάσει. Αφού δεν ξέρει δεν γράφει. Αυτοσταυρώνεται.
Ένα μαύρο αυτοκίνητο διέσχισε το ένα τρίτο του κόσμου στην αντανάκλαση του τζαμιού. Δεύτερο μάύρο κι από πίσω ένα μπλε. Τα πουλιά συνεχίζουν απτόητα. Σαν αδιάφορα για όλα τα αυτοκίνητα που περνούν. Κάποιος καλεί το ασανσέρ. Στο βάθος της αντανάκλασης του κόσμου ο ήλιος πυρώνει.
Παύση πληκτρολογίου.
Μια ρουφηξιά τσιγάρου κι ύστερα μια γουλιά κακάο. Τεμαχισμός της παύσης. Ένα κουνούπι διασχίζει το οπτικό της πεδίο. Ταυτόχρονα ανοιγει παταγωδώς η ηλεκτρική γκαραζόπορτα του διπλανου να βγει το πολυτελές αυτοκίνητο. Ο ιδιοκτήτης του είναι σιδεράς. Μαύρος απ’ τη φωτιά και το σίδερο που παλεύει. Μόνον αυτός δικαιούται να έχει ένα τέτοιο αμάξι. Κάθε σταγόνα ιδρώτα που ρίχνουμε έχει αντίκρυσμα στα πράγματα. Αυτός ιδρώνει πολύ. Το αξίζει. Το σώμα του ιδρώνει. Γι’ αυτό και το αντίκρυσμα δεν μπορεί παρά να είναι υλικό. Αν ιδρώνει με ανάλογο τρόπο η ψυχή σου –και όχι το σώμα σου- μην περιμένεις υλικό αντίκρυσμα, ούτε ορατό. Και για να πούμε την αλήθεια… αν ιδρώνει η ψυχή σου καλύτερα μην περιμένεις τίποτα.
Θα ζήσουμε, λέει η Σόνια στο θείο της, το θείο Βάνια, λίγο αφότου φεύγουν οι πλούσιοι αστοί που ανακάτωσαν τη ζωή τους γεμίζοντάς την φρούδες ελπίδες με τη ματαιότητα των επιθυμιών τους για την ικανοποίηση των οποίων δουλεύουν η Σόνια κι ο Βάνιας πολύ σκληρά. Θα ζήσουμε, λέει.
Κι εμένα που πάντα μέχρι τώρα με συγκινούσε αυτή η φράση του Τσέχωφ, τώρα μου γεννά ερωτηματικά. Όσο τη σκέφτομαι τόσο περισσότερο μου προκαλεί κάτι περισσότερο από ερωτήματα, κάτι σαν ανομολόγητη απέχθεια που τώρα ομολογώ.
Είναι υπόσχεση; Ελπίδα; Προοπτική στην αντανάκλαση της ζωής πάνω σ’ ένα ανοιχτό παράθυρο; Μου ακούγεται σχεδόν σαν καταδίκη. Σαν εξαγγελία ποινής από τον δικαστή. Είμαστε καταδικασμένοι να ζήσουμε, μην ανησυχείς θείο... μοιάζει να λέει.
Όχι Σόνια μου, της απαντώ με θράσος.
Ζούμε!
Και δεν είναι λίγο…
Και θα ζήσουμε μόνο εφόσον τώρα ζούμε…
Παύση πληκτρολογίου.
Κοιτάζει τις λέξεις που έπεσαν στη σελίδα. Πέντε λεπτά ζωής του πρωινού της. Της έξω ζωής, των αντανακλάσεών της στο ανοιχτό παράθυρο, της μέσα ζωής του γραφείου της, του ύπνου και του ξύπνιου, των αναμνήσεων και της επιθυμίας. Τις λέξεις που δεν θα αρθρωθούν ποτέ από το στόμα της και μόνο από τα δάχτυλα θα γλιστρούν μέσω της τριβής στα πλήκτρα.
Ζει. Όταν γράφει.
Ζει. Εφόσον γράφει.
Ζει. Δίχως να ξέρει αν θα ζήσει.
Δεν απορεί. Ούτε ελπίζει να ζήσει. Ελπίζει να ζει.
Ζει. Και δεν είναι λίγο…
Μόνο άηχο είναι κι ίσως λιγάκι μοναχικό…
Ζούμε κι ελπίζουμε. Ελπίζουμε κάτι ν' αλλάξουμε για να συνεχίσουμε να ζούμε. Καλή βδομάδα όσο δύσκολη κι αν είναι.
ReplyDeleteΚαλή βδομάδα και σ' εσένα φίλε μου! Ζούμε κι ελπίζουμε, αυτό είναι, το λες καλύτερα από μένα.
ReplyDelete