Labels

Sunday, January 31, 2016

Καλό ταξίδι θεία Σοφία...


Κυριακὴ ΙΕ᾽Λουκᾶ

(Λουκ. 19,1-10)

Τῷ καιρῷ ἐκείνω, διήρχετο ὁ Ἰησοῦς 
1. τὴν Ἱεριχώ· 
2. καὶ ἰδοὺ ἀνὴρ ὀνόματι καλούμενος Ζακχαῖος, καὶ αὐτὸς ἦν ἀρχιτελώνης, καὶ οὗτος ἦν πλούσιος, 
3. καὶ ἐζήτει ἰδεῖν τὸν Ἰησοῦν τίς ἐστι, καὶ οὐκ ἠδύνατο ἀπὸ τοῦ ὄχλου, ὅτι τῇ ἡλικίᾳ μικρὸς ἦν. 
4. καὶ προδραμὼν ἔμπροσθεν ἀνέβη ἐπὶ συκομορέαν, ἵνα ἴδῃ αὐτόν, ὅτι ἐκείνης ἤμελλε διέρχεσθαι. 5. καὶ ὡς ἦλθεν ἐπὶ τὸν τόπον, ἀναβλέψας ὁ Ἰησοῦς εἶδεν αὐτὸν καὶ εἶπε πρὸς αὐτόν· Ζακχαῖε, σπεύσας κατάβηθι· σήμερον γὰρ ἐν τῷ οἴκῳ σου δεῖ με μεῖναι. 
6. καὶ σπεύσας κατέβη, καὶ ὑπεδέξατο αὐτὸν χαίρων. 
7. καὶ ἰδόντες πάντες διεγόγγυζον λέγοντες ὅτι παρὰ ἁμαρτωλῷ ἀνδρὶ εἰσῆλθε καταλῦσαι.
8. σταθεὶς δὲ Ζακχαῖος εἶπε πρὸς τὸν Κύριον· ἰδοὺ τὰ ἡμίση τῶν ὑπαρχόντων μου, Κύριε, δίδωμι τοῖς πτωχοῖς, καὶ εἴ τινός τι ἐσυκοφάντησα, ἀποδίδωμι τετραπλοῦν. 
9. εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς ὅτι σήμερον σωτηρία τῷ οἴκῳ τούτῳ ἐγένετο, καθότι καὶ αὐτὸς υἱὸς Ἀβραάμ ἐστιν· 
10. ἦλθε γὰρ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ζητῆσαι καὶ σῶσαι τὸ ἀπολωλός.





Friday, January 29, 2016

Χάι κου του χειμώνα






Δεν είναι ξερά
τα δέντρα που κοιτάζεις,
παρά σιωπηλά


Δεν είν' αέρας
αυτό που σε κρυώνει,
μόνο κάθαρση


Μα ο χειμώνας
δεν σκοτώνει τη ζωή,
την αναγεννά




Thursday, January 28, 2016

ΛΟΓΟΣ ΑΓΙΟΥ ΕΦΡΑΙΜ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ Περί της Συντελείας του κόσμου και περίΑντιχρίστου και εις την Δευτέραν Παρουσίαν του Κυρίου μας






Ευλόγησον Πατερ.

Πως εγώ ο ελάχιστος και αμαρτωλός Εφραίμ, και πλήρης πλημμελημάτων, θέλω δυνηθή να διηγηθώ τα υπέρ την δύναμίν μου! 
Αλλ’ επειδή ο Σωτήρ δια της ευσπλαχνίας του τούς αγραμμάτους σοφίαν εδίδαξε, και δι’ αυτών τούς απανταχού πιστούς κατεφώτισε, θέλει ενδυναμώσει και ημών την γλώσσαν προς ωφέλειαν και οικοδομήν, και εμού του λέγοντος και πάντων των ακροατών.

Θα λαλήσω δε με οδύνας, και θα είπω με στεναγμούς, περί της συντελείας του κόσμου τούτου, και περί του αναιδεστάτου και φοβερού Δράκοντος, όστις μέλλει να ταράξη πάσαν την υπό τον ουρανόν κτίσιν, και να εμβάλη δειλίαν, και ολιγωρίαν, και δεινήν απιστίαν εις τας καρδίας των ανθρώπων, και να ποιήση τέρατα και σημεία και φόβητρα, ώστε, εάν δυνηθή, να πλανήση και τούς εκλεκτούς, και να απατήση πάντας δια ψευδών σημείων, και δια φανταστικών τεράτων, υπό αυτού γενομένων. Διότι κατά συγχώρησιν του αγίου Θεού λαμβάνει εξουσίαν ν’ απατήση τον κόσμον, διότι επληθύνθη η ασέβεια του κόσμου, και πανταχού διάφορα κακά πράττονται. Και επειδή οι άνθρωποι ηθέλησαν να απομακρυνθώσιν από του Θεού, και ν’ αγαπήσωσι τον Πονηρόν, δια τούτο ο άχραντος Δεσπότης συνεχώρησε να δοκιμασθώσι δια πνεύματος αποπλανήσεως.


Μέγας είναι ο αγών, αδελφοί, μάλιστα δε εις τούς πιστούς, κατά τούς καιρούς εκείνους, όταν γίνωνται σημεία και τέρατα υπ’ αυτού του Δράκοντος εν πολλή εξουσία· όταν πάλιν δεικνύει εαυτόν ως θεόν δια φοβερών φαντασμάτων, και ίπταται εις τον αέρα, και πάντες οι δαίμονες σηκώνονται εις τον αέρα, ως άγγελοι, έμπροσθεν του τυράννου· διότι φωνάζει μετά δυνάμεως, αλλάσσων μορφάς, και εκφοβίζων καθ’ υπερβολήν άπαντας τούς ανθρώπους· τότε, αδελφοί, ποιός θέλει ευρεθή τετειχισμένος, και μένων ασάλευτος, εάν δεν έχη το σημείον εν τη ψυχή του, δηλαδή την αγίαν παρουσίαν του μονογενούς Υιού του Θεού ημών; 

Όταν ίδη την απερίγραπτον εκείνην θλίψιν, η οποία γίνεται πανταχού εις πάσαν ψυχήν, η οποία δεν έχει τελείως παραμυθίαν, ούτε πάλιν άνεσιν εν γη και θαλάσση· όταν ίδη ότι συνταράσσεται ο σύμπας κόσμος, και φεύγει έκαστος δια να κρυβή εις τα όρη, και άλλος μεν αποθνήσκει της πείνης, άλλος δε λιώνει ως κερί εν δεινή θλίψει, και ουδείς υπάρχει ο ελεών· όταν ίδη άπαντα τα πρόσωπα δακρύοντα, και μετά πόθου ερωτώντας τούς ανθρώπους, μήπως ακούεται λόγος Θεού επί της γης; και ακούη ουδαμού. 

Ποιός θέλει υποφέρει τας ημέρας εκείνας; Ποιός δεν θα υπομείνη την θλίψιν την αφόρητον; όταν ίδη σύγχυσιν των λαών, οι οποίοι έρχονται από των περάτων της γης εις θέαν του ουρανού, και ίδη ότι πολλοί προσκυνούσιν έμπροσθεν του τυράννου, και κράζουσι μετά τρόμου, ότι συ είσαι ο Σωτήρ ημών· όταν ίδη ότι η θάλασσα ταράσσεται, και η γη ξηραίνεται, οι ουρανοί δεν βρέχουσι, τα φυτά μαραίνονται· άπαντες δε οι ευρισκόμενοι προς ανατολάς, φεύγουσι προς δυσμάς, εκ της πολλής δειλίας· και πάλιν δε οι ευρισκόμενοι προς δυσμάς, φεύγουσι προς ανατολάς μετά τρόμου, ο δε αναιδής λαβών τότε εξουσίαν θα αποστείλη δαίμονα εις πάντα τα πέρατα, ώστε να κηρύξη παρρησία, ότι βασιλεύς μέγας εφάνη μετά δόξης, έλθετε και ίδετε αυτόν. Ποιός είναι αυτός ο οποίος θα  έχη τέτοια αδαμαντίνην ψυχήν, ώστε να υποφέρη γενναίως άπαντα τα σκάνδαλα; Ποιός άρα ο άνθρωπος αυτός, ως προείπον, ώστε να μακαρίσωσιν αυτόν πάντες οι άγγελοι; 


Εγώ φιλόχριστοι και τέλειοι αδελφοί, εφοβήθην εξ αυτής της ενθυμήσεως του Δράκοντος, μελετών καθ’ εαυτόν την θλίψιν, ήτις μέλλει να γίνη εις τούς ανθρώπους κατά τούς καιρούς εκείνους· διότι αυτός ο Δράκων είναι μιαρός, και φοβερός εις το γένος των ανθρώπων, και μάλιστα γίνεται πικρότερος εις τούς δυναμένους να νικώσι τα φαντάσματα αυτού. Διότι τότε θα ευρεθώσι πολλοί ευάρεστοι εις τον Θεόν, δυνάμενοι να σωθώσι εις τα όρη, και εις τα βουνά, και εις τούς ερήμους τόπους, μετά πολλών δεήσεων και υπερβολικών κλαυθμών. Διότι ο άγιος Θεός, θεωρών αυτούς εις τοιούτον απερίγραπτον κλαυθμόν και ειλικρινή πίστιν, ευσπλαχνίζεται αυτούς, ως φιλόστοργος πατήρ, και διατηρεί αυτούς όπου εκρύβησαν· διότι ο παμμίαρος δεν παύει του να ζητή τούς αγίους κατά γην και θάλασσαν, νομίζων ότι θέλει βασιλεύσει του λοιπού επί της γης, και πάντας υποτάσσει. Και νομίζει ο άθλιος ότι θα αντισταθή κατά την ώραν εκείνην την φοβεράν, όταν έλθη ο Κυριος εκ των ουρανών, μη γινώσκων ο άθλιος την ασθένειαν και υπερηφάνειαν αυτού, δια την οποίαν και εξέπεσεν. Όμως ταράσσει την γην, εκφοβίζει τα σύμπαντα δια ψευδών και μαγικών σημείων.



Κατά τον καιρόν δε εκείνον, όταν έλθη ο Δράκων, δεν υπάρχει άνεσις επί της γης· αλλά θλίψις μεγάλη, ταραχή, και σύγχυσις, θάνατοι, και πείνα εις πάντα τα πέρατα· διότι αυτός ο Κυριος ημών δια του θείου αυτού στόματος είπεν, ότι τοιαύτα δεν έγειναν απ’ αρχής της κτίσεως. ημείς δε οι αμαρτωλοί, πως θα παρομοιάσωμεν το υπέρμετρον και ανέκφραστον αυτής, αφού τοιουτοτρόπως την ωνόμασεν ο Θεός; Ας συλλογισθή δε έκαστος ακριβώς τας αγίας λέξεις του Κυρίου και Σωτήρος πως δια την ανάγκην και την θλίψιν την μεγάλην, κολοβώνει τας ημέρας της θλίψεως καθ’ ο εύσπλαγχνος, συμβουλεύων ημάς και λέγων. "Προσεύχεσθε δια να μη γείνη η φυγή ημών εν καιρώ χειμώνος, μήτε εν ημέρα Σαββάτου". Και πάλιν· "Αγρυπνείτε πάντοτε δεόμενοι συνεχώς δια να καταξιωθήτε να εκφύγητε την θλίψιν, και να σταθήτε έμπροσθεν του Θεού, διότι ο καιρός είναι εγγύς". Ας δεηθώμεν συνεχώς με δάκρυα και προσευχάς νύκτα και ημέραν, προκόπτοντες ενώπιον του Θεού δια να σωθώσιν οι αμαρτωλοί.

Εαν κάποιος έχη δάκρυα και κατάνυξιν, ας δεηθή εις τον Κυριον, δια να ρυσθώμεν από την θλίψιν, η οποία μέλλει να έλθη εις την γην· διότι θα γείνωσι κατά τόπους λιμοί, σεισμοί, και θάνατοι διάφοροι επί της γης. Γενναία θα είναι η ψυχή, η οποία θα δυνηθή να κρατήση εαυτήν απηλλαγμένην από τα σκάνδαλα ταύτα. Διότι εάν ευρεθή άνθρωπος ν’ αδιαφορή ολίγον, εύκολα πολιορκείται και γίνεται αιχμάλωτος του δράκοντος του πονηρού και δολίου, και ο τοιούτος ευρίσκεται ασυγχώρητος εις την κρίσιν, διότι επίστευσεν εις τον Τυραννον εκουσίως. Πολλών προσευχών και δακρύων έχομεν ανάγκην, αγαπητοί, δια να ευρεθώμεν ακλόνητοι εις τούς πειρασμούς. Διότι πολλά είναι τα φαντάσματα, τα οποία γίνονται από το θηρίον. Διότι επειδή είναι Θεομάχον θέλει όλοι ν’ απολεσθώσι· διότι τοιούτον τρόπον μεταχειρίζεται ο Τυραννος, ώστε όλοι να βαστάζωσι την σφραγίδα του Θηρίου, όταν θα έλθη ν’ απατήση τα σύμπαντα.


Προσέχετε, αδελφοί μου, την υπερβολήν του Θηρίου· διότι μεταχειρίζεται διάφορα τεχνάσματα πονηρίας. Άρχεται από την γαστέρα· ίνα όταν τις στεναχωρηθή μη έχων φαγητά, αναγκασθή να λάβη την σφραγίδα εκείνου· όχι ως έτυχεν εις παν μέρος του σώματος, αλλ’ εις την δεξιάν χείρα και εις το μέτωπον, δια να μη έχη εξουσίαν ο άνθρωπος να κάμη με αυτήν το σημείον του σταυρού, μήτε πάλιν εις το μέτωπον να σημειώση το άγιον όνομα του Κυρίου. Διότι γνωρίζει ο άθλιος, ότι όταν ο Σταυρός του Κυρίου σφραγισθή επί του ανθρώπου λύει πάσαν την δύναμιν του Εχθρού, και δια τούτο σφραγίζει την δεξιάν του ανθρώπου.

Λοιπόν, αδελφοί μου, φρικτός είναι ο αγών εις όλους τούς φιλοχρίστους ανθρώπους, ίνα μέχρις ώρας θανάτου μη δειλιάσωσι, μηδέ αμελήσωσιν, όταν χαράση ο Δράκων την σφραγίδα του, αντι του σταυρού του Σωτήρος. Διότι πάντα τρόπον μεταχειρίζεται, ίνα ουδόλως ονομάζηται το όνομα του Κυρίου ημών και Σωτήρος εις τον καιρόν τούτον. Τούτο δε κάμνει φοβούμενος και τρέμων την αγίαν δύναμιν του Σωτήρος ημών. Διότι εάν κάποιος δεν σφραγίζηται με την σφραγίδα εκείνου, δεν γίνεται αιχμάλωτος εις τα φαντάσματα εκείνου, ούτε ο Κυριος απομακρύνεται απ’ αυτού αλλά τον φωτίζει και τον σύρει προς εαυτόν. Πρέπει να εννοήσωμεν, αδελφοί μου, μετά πάσης ακριβείας, ότι τα φαντάσματα του Εχθρού είναι αποτρόπαια. 


Ο δε Κυριος ημών έρχεται με γαλήνην δια ν’ αποκρούση δι’ ημάς τα τεχνάσματα του Θηρίου. Την στερεάν πίστιν του Χριστού ειλικρινώς βαστάζοντες, θα κάμωμεν την δύναμιν του Τυράννου ευκλόνιστον. Ας αποκτήσωμεν λογισμόν αμετάθετον και σταθερότητα, και τότε απομακρύνεται αφ’ ημών ο ασθενής Εχθρός, μη έχων τι να κάμη.
Εγώ ο ελάχιστος παρακαλώ εσάς, αδελφοί φιλόχριστοι, ας μη γινώμεθα μαλθακοί, αλλά μάλλον δυνατοί με την δύναμιν του Χριστού, διότι απαραίτητος αγών είναι επί θύρας· ας αναλάβωμεν λοιπόν τον θυρεόν της πίστεως. Έτοιμοι λοιπόν γίνεσθε καθώς πιστοί οικέται, μη δεχόμενοι άλλον· επειδή ο κλέπτης, και αλάστωρ, και άσπλαγχνος μέλλει να έλθη πρώτος εις ωρισμένους καιρούς, θέλων να κλέψη, να θύση, και να απολέση την εκλεκτήν ποίμνην του αληθινού ποιμένος Χριστού, και επί τούτω αναλαμβάνει σχήμα του αληθινού ποιμένος. 

Ας μάθωμεν, ω φίλοι, με ποίον σχήμα έρχεται εις την γην ο αναίσχυντος Όφις. Επειδή ο Σωτήρ, θέλων να σώση το ανθρώπινον γένος, ετέχθη εκ Παρθένου, και εν σχήματι ανθρώπου επάτησε τον Εχθρόν με την αγίαν δύναμιν της Θεότητος Αυτού, ηθέλησε και αυτός ν’ αναλάβη το σχήμα της αυτού παρουσίας δια να μας απατήση. Ο δε Κυριος ημών θα έλθη εις την γην εν νεφέλαις φωτειναίς, ως αστραπή φοβερά, ο δε Εχθρός δεν θα έλθη τοιουτοτρόπως διότι είναι αποστάτης. 

Γεννάται μεν ακριβώς εκ κόρης μιαράς, αλλά δεν σαρκούται τοιουτοτρόπως. Θα έλθη δε ο παμμίαρος εν σχήματι τοιούτω, ως κλέπτης, δια να απατήση τα σύμπαντα. Θα είναι ταπεινός, ήσυχος, θα μισή την αδικίαν, θα αποστρέφηται τα είδωλα, θα προτιμά την ευσέβειαν, αγαθός, φιλόπτωχος, ευειδής καθ’ υπερβολήν, ευκατάστατος, ιλαρός εις όλους, θα τιμά πολύ το γένος των Ιουδαίων, διότι αυτοί προσμένουσι την έλευσιν εκείνου. Μεταξύ δε πάντων τούτων, θα εκετελή σημεία και τέρατα, φόβητρα με πολλήν εξουσίαν, θα προσπαθή δολίως να αρέση εις όλους, δια να αγαπηθή ταχέως από πολλούς, δεν θα λάβη δώρα, δεν θα λαλήση μεθ’ ημών, θα φαίνηται κατηφής, θα εξαπατά τον κόσμον υπό το πρόσχημα της ευταξίας, έως ου βασιλεύση.


Όταν λοιπόν ίδωσι λαοί πολλοί και δήμοι τοιαύτας αρετάς και δυνάμεις, ενούνται όλοι συγχρόνως με μίαν γνώμην, και με χαράν μεγάλην κηρύσσουσιν αυτόν βασιλέα,λέγοντες μεταξύ των. Μήπως άρα ευρίσκεται άνθρωπος άλλος τόσον αγαθός και δίκαιος; Ανορθούται δε ευθέως η βασιλεία εκείνου, και θα πατάξη μεθ’ υμών τρεις βασιλείς μεγάλους. Έπειτα υψούται η καρδία του και θα εμέση ο Δράκων την πικρότητά του. Ταράσσων δε την οικουμένην κινεί τα πέρατα, θλίβει τα σύμπαντα, και μιαίνει τας ψυχάς. Όχι πλέον ως ευλαβής, αλλά πολύ αυστηρός εις όλα· απότομος, οργίλος, θυμώδης, ακατάστατος, φοβερός, αήδης, μισητός, βδελυκτός, ανήμερος, αλάστωρ, αναιδής, και προσπαθών να εμβάλη εις το βόθρον της ασεβείας όλον το ανθρώπινον γένος. 

Πληθύνει σημεία ψευδώς, και όχι αληθώς· και ενώ παρίσταται πολύς λαός και ευφημεί αυτόν, βάλλει φωνήν ισχυράν, ώστε να σαλευθή ο τόπος, επί του οποίου ίστανται οι όχλοι, λέγων. Γνωρίσατε όλοι οι λαοί την δύναμίν μου και την εξουσίαν· μεταθέτει όρη, και ανάγει νήσους από την θάλασσαν με πλάνην και φαντασίαν· και ενώ πλανά τον κόσμον και φαντάζει τα σύμπαντα, πολλοί θα δοξάζωσι και θα πιστεύσωσιν αυτόν ως θεόν ισχυρόν.
Τότε θα θρηνή δεινώς και θα στενάζη πάσα ψυχή· τότε όλοι θα υποφέρωσι θλίψιν απαραμύθητον, η οποία θα κατέχη αυτούς νύκτα και ημέραν, και δεν θα ευρίσκωσιν ουδαμού παρηγορίαν.


Τότε θα αποθνήσκωσι τα νήπια εις τούς κόλπους των μητέρων, και πάλιν η μήτηρ θα αποθνήσκη επάνω εις το παιδίον και ο πατήρ μετά της γυναικός και των τέκνων του θ’ αποθνήσκη εις τας αγοράς, και δεν θα υπάρχη κάποιος να θάψη αυτούς και να τούς βάλη εις μνήμα. Από τα πολλά δε θνησιμαία, τα οποία θα ρίπτωνται εις τας πλατείας, θα υπάρχη παντού δυσωδία, η οποία θα στενοχωρή πολύ τούς ζώντας. Το πρωϊ  όλοι θα λέγωσι μετ’ οδύνης και στεναγμών πότε θε γείνη εσπέρα δια ν’ αναπαυθώμεν ολίγον; Όταν δε θα έλθη πάλιν η εσπέρα θα λέγωσι με πικρότατα δάκρυα, πότε άρα θα φωτίση δια ν’ αποφύγωμεν την θλίψιν, η οποία μας κυριεύει; Και δεν θα υπάρχη τόπος να φύγη κάποιος και να κρυβή, διότι τα πάντα θα ταραχθώσι, και η θάλασσα και η ξηρά. 

Δια τούτο είπεν εις ημάς ο Κυριος· Γρηγορείτε δεόμενοι αδιαλείπτως να διαφύγητε την θλίψιν· θα είναι δυσωδία εν θαλάσση, δυσωδία επί της γης, λιμοί, σεισμοί, εν θαλάσση σύγχυσις, επί της γης σύγχυσις, εν θαλάσση φόβητρα, φόβητρα επί της γης. Χρυσός πολύς και άργυρος, και μεταξωτά ιμάτια, αλλά δεν θέλουσιν ωφελήσει εις την θλίψιν εκείνην, και πάντες οι άνθρωποι μακαρίζουσι όλους όσους απέθανον πριν έλθη η μεγάλη θλίψις επί γης. Διότι ρίπτεται και ο χρυσός και ο άργυρος εις τας πλατείας, και ουδείς εγγίζει αυτά· επειδή όλα είναι βδελυκτά. Παντες σπουδάζουσι να διαφύγωσι και να κρυβώσιν, αλλ’ ουδαμού ευρίσκουσι τόπον δια να κρυβώσιν εκ της θλίψεως. Προς δε τούτοις μετά λιμού και της θλίψεως, και του φόβου, ευρίσκονται θηρία και ερπετά δάκνοντα· έσωθεν φόβος, και έξωθεν τρόμος· και εν νυκτί και εν ημέρα θνησιμαία κείνται εις πλατείας.

Εις τας πλατείας δυσωδία, εις τας οικίας δυσωδία, εις τας πλατείας πείνα και δίψα, εις τας οικίας πείνα και δίψα· εις τας πλατείας φωνή κλαυθμού, εις τας πλατείας θόρυβος, και εις τας οικίας θόρυβος. Ένας έκαστος μετά κλαυθμού συναντά τον έτερον· πατήρ το τέκνον, και ο υιός τον πατέρα, μήτηρ την θυγατέρα· φίλοι μετά φίλων εναγκαλισθέντες εκλείπουσιν· και αδελφοί μετά αδελφών εναγκαλισθέντες αποθνήσκουσιν. Εμαράνθησαν και τα κάλλη του προσώπου πάσης σαρκός. Γινονται δε αι μορφαί των ανθρώπων ως νεκρού. Γινεται βδελυκτόν και μισητόν το κάλος των γυναικών. Θελει μαρανθή πάσα σαρξ, και η επιθυμία των ανθρώπων. Όλοι δε όσοι επείσθησαν εις το φοβερόν Θηρίον, και έλαβον την σφραγίδα εκείνου, τον δυσεβή χαρακτήρα του μιαρού, προστρέχοντες προς αυτόν θα λέγωσι μετ’ οδύνης. Δος εις ημάς να φάγωμεν και να πίωμεν, διότι πάντες αποθνήσκομεν της πείνης, και αποδίωξον αφ’ ημών πάντα τα ιοβόλα θηρία. Και μη έχων ο άθλιος αποκρίνεται πολύ αποτόμως λέγων· από που εγώ θα δώσω εις εσάς να φάγητε και να πίητε, ω άνθρωποι, ο ουρανός δεν θέλει δώση βροχήν εις την γην· η γη πάλιν δεν έδωκε διόλου θέρος η γεννήματα. Ακούοντες δε ταύτα οι λαοί, πενθούσι και κλαίουσι, μη έχοντες παντελώς παραμυθίαν θλίψεως· αλλά θα γίνη εις την θλίψιν αυτών θλίψις απερίγραπτος, διότι τόσον προθύμως επίστευσαν εις τον Τυραννον. Διότι εκείνος ο άθλιος δεν δύναται ουδέ εαυτόν να βοηθήση, και πως θα ελεήση αυτούς; 


Εις εκείνας τας ημέρας θα γίνη μεγάλη ανάγκη εκ πολλής στενοχωρίας του Δράκοντος, και του φόβου, και του σεισμού, και του ήχου της θαλάσσης, και του λιμού, και της δίψης και των δαγκωμάτων των θηρίων. Πάντες δε οι λαβόντες την σφραγίδα του Αντιχρίστου, και προσκυνήσαντες αυτόν, ως θεόν, δεν θέλουσι έχει μερίδα εις την Βασιλείαν του Χριστού, αλλά μετά του Δράκοντος θα βληθώσιν εις την γέενναν. Μακάριος ο ευρεθείς πανάγιος και πάμπιστος, και έχων δεδομένην την καρδίαν αυτού προς τον Θεόν αδιστάκτως· διότι αφόβως θα αποκρούση τας ερωτήσεις του Πονηρού, καταφρονών και τας βασάνους, και τας φαντασίας αυτού. 


Πριν δε ταύτα γίνωσι, θ’ αποστείλη ο Κύριος Ηλίαν τον Θεσβίτην και τον Ενώχ, ως εύσπλαχνος, δια να παρακινήσωσιν εις την ευσέβειαν το γένος των ανθρώπων, και κηρύξωσι παρρησία την θεογνωσίαν εις πάντας τούς ανθρώπους, δια να μη πιστεύσωσιν εις τον Τύραννον ένεκα φόβου, και θέλουσι κράζει και λέγει. 
Πλάνος είναι, ω άνθρωποι, ας μη πιστεύση κανείς εις αυτόν παντελώς, μηδέ να υπακούση εις τον θεομάχον· ας μη φοβηθή κανείς εξ υμών διότι ταχέως θα αφανισθή. Ιδού έρχεται εξ ουρανού ο Κύριος, δια να κρίνη πάντας, όσοι επείσθησαν εις τα σημεία αυτού· αλλ’ ολίγοι είναι τότε οι θέλοντες να υπακούσωσι, και να πιστεύσωσι εις το κήρυγμα των προφητών. Ταύτα δε ποιεί ο Σωτήρ, δια να δείξη την άφατον αυτού φιλανθρωπίαν· ότι ουδέ κατά τον καιρόν εκείνον δεν αφίνει το γένος των ανθρώπων άνευ κηρύγματος, δια να υπάρχουν πάντες αναπολόγητοι εις την κρίσιν.


Πολλοί δε των αγίων, όσοι τότε θα ευρεθώσιν εις την έλευσιν του μιαρού, χύνουσι ποταμηδόν τα δάκρυα μετά στεναγμών προς τον Θεόν τον άγιον, δια να λυτρωθώσιν από τον Δράκοντα· και φεύγουσι μετά μεγάλης σπουδής εις τας ερήμους, και κρύπτονται εις τα όρη, και τα σπήλαια μετά φόβου· και πασπαλίζουσι χώμα και στάκτην εις τας κεφαλάς, παρακαλούντες νύκτα και ημέραν μετά πολλής ταπεινώσεως. Και ο άγιος Θεός θέλει χαρίσει τούτο εις αυτούς· δηλαδή οδηγεί αυτούς η χάρις εις ωρισμένους τόπους, και σώζονται κρυπτόμενοι εις τας οπάς και τα σπήλαια μη βλέποντες τα σημεία και τα φόβητρα του Αντιχρίστου. 
Διότι η έλευσις τούτου γίνεται γνωστή εις τούς έχοντας τον νουν προσηλωμένον εις τα άνω· εις δε τούς έχοντας τον νουν εις βιωτικά πράγματα, και ποθούντας τα γήϊνα, δεν θα γίνη φανερόν τούτο. Διότι όποιος είναι δεδεμένος πάντοτε εις βιωτικά πράγματα, και αν ακούση απιστεί, και βδελύσσεται τον λέγοντα. Οι δε άγιοι θέλουσιν ενδυναμωθή, διότι πάντοτε απέρριψαν την μέριμναν του βίου τούτου. 


Τότε πενθεί πάσα η γη και η θάλασσα· και ο αήρ πενθεί, συγχρόνως δε και τα άγρια ζώα, μετά των πετεινών του ουρανού· πενθούσιν όρη, και βουνοί, και τα δένδρα των πεδιάδων· πενθούσι δε και οι φωστήρες του ουρανού δια το γένος των ανθρώπων, ότι πάντες εξέκλιναν από του αγίου Θεού, και επίστευσαν εις τον πλάνον, δεχθέντες το σημείον του μιαρού και θεομάχου, αντι του ζωοποιού Σταυρού του Σωτήρος.
Πενθεί η γη και η θάλασσα, διότι αιφνιδίως κατέπαυσεν η φωνή της ψαλμωδίας και της προσευχής εκ στόματος ανθρώπου. Πενθούσι πάσαι αι εκκλησίαι του Χριστού πένθος μέγα· διότι δεν λειτουργείται ο αγιασμός και η προσφορά. 


Όταν λοιπόν συμπληρωθώσι οι τρεις και ήμισυ καιροί της εξουσίας και πράξεως του μιαρού, και όταν εκπληρωθώσι πάντα τα σκάνδαλα πάσης της γης, θα έλθη επί τέλους ο Κυριος, ως αστραπή αστράπτων εξ ουρανού, ο άγιος, και άχραντος, και φοβερός, και ένδοξος Θεός ημών, μετά δόξης ακατανοήτου, προτρεχόντων ενώπιον της δόξης αυτού των ταγμάτων των αγγέλων και αρχαγγέλων, οι οποίοι είναι πάντες φλόγες πυρός, και ποταμός πλήρης πυρός μετά φοβεράς ανεμοζάλης. Τα χερουβείμ έχοντα το όμμα κάτω, και τα Σεραφείμ ιπτάμενα και κρύπτοντα τα πρόσωπα και τούς πόδας εις τας πυρίνας πτέρυγας, θέλουσι κράζει μετά φρίκης. Εγείρεσθε οι κοιμώμενοι. Ιδού, ήλθεν ο Νυμφίος. Ανοίγονται δε τα μνήματα, και ως εν ροπή οφθαλμού εγείρονται πάσαι αι φυλαί, και βλέπουσιν το κάλλος το άγιον του Νυμφίου· και μύριαι μυριάδες, και χίλιαι χιλιάδες αγγέλων και αρχαγγέλων, και αναρίθμητοι στρατιαί, χαίρουσι χαράν μεγάλην, άγιοι δε και δίκαιοι και πάντες οι μη λαβόντες την σφραγίδα του Δράκοντος και ασεβούς αγάλλονται. Και άγεται ο Τυραννος δεδεμένος υπό αγγέλων μετά πάντων των δαιμόνων ενώπιον του βήματος· και οι λαβόντες την σφραγίδα αυτού, και πάντες οι ασεβείς και αμαρτωλοί δεδεμένοι· και δίδει ο βασιλεύς την κατ’ αυτών απόφασιν της καταδίκης εις το πυρ το άσβεστον. 


Πάντες δε οι μη λαβόντες την σφραγίδα του αντιχρίστου, και πάντες οι εν σπηλαίοις, αγάλλονται μετά του Νυμφίου εις τον νυμφικόν θάλαμον τον αιώνιον και ουράνιον, μετά πάντων των αγίων, εις απεράντους αιώνας των αιώνων. Αμήν.


Αγίου Εφραίμ του Σύρου - Ασκητικά σελ. 330 - Ἐκδ. Ρηγόπουλος. Θεσ. 1996)


http://www.agioskosmas.gr/eshatologika.asp?isue=108&artid=4129


Wednesday, January 27, 2016

Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου γράμμα από την εξορία προς τον εξόριστοεπίσκοπο Κυριακό.

γ. Προς τον εξόριστο επίσκοπο Κυριακό.


Από τις τρεις επιστολές – 64, 125, 202- προς τον πολύ στενό φίλο του επίσκοπο Συνάδων Κυριακό, που είχε αρχίσει να τον συνοδεύει στην εξορία, αλλά συνελήφθη στη Νίκαια της Βιθυνίας, φυλακίστηκε και εξορίστηκε στη Χαλκηδόνα, η δεύτερη- 125- που ακολουθεί είναι λίαν εκτενής. Και, αποτελεί ένα μεγαλειώδη ύμνο στη δοκιμασία και το μαρτύριο, ένα υπέροχο εκ βαθέων του ακατάβλητου μαρτυρικού βιώματος του Αγίου, και έναν τρόπο κοινωνίας με αυτό του δοκιμαζόμενου φίλου του!
«Έλα να γιατρέψω και πάλι, την πληγή της λιποψυχίας σου, αδελφέ, να διαλύσω τους λογισμούς που θολώνουν το νου σου. Αλήθεια, τι είναι εκείνο που σε κάνει να στενοχωριέσαι και να αγωνιάς; Ότι βρήκε την Εκκλησία φοβερή συμφορά και ναυάγιο θλιβερό; Το ξέρω κι εγώ, και κανένας δεν μπορεί το αντίθετο να πει. Κι αν θέλεις μπορώ να σου τα παρουσιάσω με εικόνα φοβερή. Βλέπω να αναμοχλεύεται η θάλασσα σε βάθος πολύ. Βλέπω τους ναύτες αντί να κρατούν τα πηδάλια και τα κουπιά γερά, να έχουν δέσει τα χέρια γύρω από τα γόνατα, και να έχουν σαστίσει από το αναπότρεπτο κακό. Δε βλέπουν ουρανό, ούτε στο πέλαγο μακριά, ούτε διακρίνουν στεριά, έχουν ξαπλώσει στο κατάστρωμα, και θρηνούν, και κλαίνε με μαύρη απελπισιά! Αυτά διαδραματίζονται στη θάλασσα…
Στη θάλασσα της Εκκλησίας η αναταραχή είναι χειρότερη, η φουρτούνα πιο φοβερή. Γι’ αυτό να προσεύχεσαι και να παρακαλείς τον Κύριό μας Ιησού Χριστό, που δεν επιβάλλεται στην τρικυμία δακτυλουργικά, μα την καταπαύει μ’ ένα νεύμα μοναχά. Κι αν τον παρακάλεσες ως τώρα πολλές φορές και δεν εισακούστηκες , μην αμελήσεις, συνέχισε, ο φιλάνθρωπος Θεός έτσι συνηθίζει να ενεργεί. Μη και δεν μπορούσε να γλιτώσει τους τρεις παίδες κάνοντας να μη ριχτούν στο καμίνι της φωτιάς; Όμως, άφησε να αιχμαλωτιστούν, να εξοριστούν σε βάρβαρη χώρα, να αποξενωθούν από την πατροπαράδοτη κληρονομιά, να απογοητευτούν από όλους, τίποτα να μην τους έχει απομείνει, και τότε ο Χριστός ο αληθινός Θεός ημών, να κάνει το θαύμα , να σκορπίσει τη φωτιά. Να την κάνει, μη υποφέροντας των δικαίων εκείνων την αρετή, έξω από το καμίνι να βγει, και να κάψει όλους τους Χαλδαίους που ήταν συναγμένοι γύρω από κει.
Το καμίνι γι’ αυτούς ήταν η Εκκλησία απ’ όπου καλούσαν κι αγκάλιαζαν όλη την κτίση, ορατή και αόρατη, τους αγγέλους , τις δυνάμεις του ουρανού, και υμνούσαν . «Ευλογείτε πάντα τα έργα Κυρίου τον Κύριο»- Δαν. 3, 28. Βλέπεις πώς η υπομονή των δικαίων μετέβαλε τη φωτιά σε δροσιά, πώς ντρόπιασε τον τύραννο, πώς τον υποχρέωσε να στείλει γραφή που να λέει: «Μέγας ο Θεός των Σεδράχ, Μισάχ, και Αβδεναγώ», και αυστηρή διαταγή να δημεύεται το σπίτι, και να κατάσχονται τα υπάρχοντα όποιου μιλάει εναντίον αυτού;
Μη λιποψυχήσεις λοιπόν μήτε να εγκαταλείψεις την προσευχή Όταν εκδιώχτηκα από την πόλη δεν είχα ανησυχία ή μέριμνα καμιά, έλεγα μέσα μου. «Αν η βασίλισσα θέλει να με στείλει εξορία, ας με στείλει, «του Κυρίου είναι η γη, και ό,τι τη γεμίζει». Αν πάλι θέλει να με πριονίσει , έχω για παράδειγμα τον Ησαΐα. Αν να με πετάξει στο πέλαγο, φέρνω στο νου τον Ιωνά. Αν να με ρίξει στο καμίνι του πυρός, οι τρεις παίδες έπαθαν το ίδιο, είπα. Αν να με ρίξει στα θηρία, θυμήθηκα το Δανιήλ ριγμένο στο λάκκο των λεόντων. Αν να με λιθοβολήσει, ας το κάνει, έχω για παράδειγμα τον πρωτομάρτυρα Στέφανο. Αν να μου πάρει το κεφάλι, ας το πάρει, παράδειγμά μου, Ιωάννης ο Βαπτιστής. Αν τα υπάρχοντά μου να πάρει, ας τα πάρει. «Γυμνός βγήκα απ’ την κοιλιά της μάνας μου, γυμνός και θα γυρίσω στη μάνα γη»- Ιώβ 1,2. Σύμβουλος ο Απόστολος , που λέει στην προς Γαλάτες Επιστολή. «Ο Θεός δεν ξεχωρίζει πρόσωπα»- 2,6. Αν λοιπόν επιζητούσα να αρέσω και να είμαι ευχάριστος στους ανθρώπους, δε θα ήμουν υπηρέτης του Χριστού- 1,10. Τέλος ο Δαυίδ με οπλίζει καλά λέγοντας. «Για τις βουλές σου θα μιλώ μπροστά σε βασιλιάδες, και δεν θα ντροπιαστώ»- 118, 46.
Πολλές σκευωρίες επινόησαν εις βάρος μου, πώς τάχα κοινώνησα κάποιους που είχαν φάει πριν. Αν βέβαια το έκανα αυτό, δεν έχει παρά να διαγραφεί το όνομά μου από το βιβλίο των επισκόπων , να μη γραφτεί στο βιβλίο της ορθόδοξης πίστης και Εκκλησίας, γιατί αν έκανα κάτι τέτοιο θα με αποβάλει από τη βασιλεία του ο Χριστός. Όμως μια και το διαδίδουν εις βάρος μου και φιλονικούν, ας καθαιρέσουν και τον Παύλο που μετά το δείπνο βάπτισε ολόκληρη οικογένεια, και τον ίδιο τον Κύριο βέβαια, που μετά το Μυστικό Δείπνο κοινώνησε τους Αποστόλους. Διαδίδουν ακόμα τη συκοφαντία πως κοιμήθηκα με γυναίκα. Γδύστε μου το σώμα, και θα βρείτε τη νέκρωση όλων των μελών μου»! Δε χωρεί αμφιβολία ότι από φθόνο τα διαδίδουν όλα αυτά.
Από την άλλη αδελφέ μου, στενοχωριέσαι, για το ότι αυτοί που με εξόρισαν έχουν το θράσος να εμφανίζονται και να μιλούν στην αγορά, και να τους ακολουθεί πλήθος πολύ; Για θυμήσου όμως τον πλούσιο και το Λάζαρο, ποιος από τους δύο δοκίμασε θλίψεις σε τούτη τη ζωή, και ποιος την πέρασε μέσα σε απολαύσεις υλικές. Σε τι έβλαψε η φτώχεια τον πρώτο; Δε μεταφέρθηκε ο αθλητής νικητής στην αγκαλιά του Αβραάμ; Και σε τι ωφέλησε ο πλούτος τον άλλο, που αναπαυόταν σε πορφυρά ρούχα και λινά; Πού πήγαν οι ραβδούχοι συνοδοί, πού οι σωματοφύλακες, πού τα άλογα με τα χρυσά χαλινάρια, πού οι υψηλοί ομοτράπεζοι και τα βασιλικά δείπνα; Δεν κατέβηκε στον τάφο, όπως ένας ληστής, ενώ έβγαινε η ψυχή του γυμνή, και κενή η φωνή. «Πατέρα μου Αβραάμ σπλαχνίσου με και στείλε το Λάζαρο να βρέξει με νερό την άκρη του δακτύλου του και να μου δροσίσει τη γλώσσα γιατί τηγανίζομαι φοβερά»;
Πώς όμως αποκαλείς πατέρα τον Αβραάμ , όταν το βίο του δεν έχεις μιμηθεί; Εκείνος στο σπίτι του φιλοξενούσε κάθε άνθρωπο, ενώ εσύ δεν φρόντισες ούτε ένα φτωχό. Δεν είναι να πενθεί και να κλαίει κανείς που αυτός με τα τόσα πλούτη του δε στάθηκε άξιος ούτε για μια σταγόνα νερό; Αφού ούτε τα ψίχουλα δεν έδωσε στον φτωχό, δεν έλαβε ούτε μια σταγόνα νερό. Αφού στη χειμωνιά του κόσμου , δεν έσπειρε ελεημοσύνη , στο καλοκαίρι του Θεού δεν είχε να θερίσει καρπό! Εδώ ακριβώς ,κύριέ μου, έγκειται η μεγάλη οικονομία του Κυρίου, ότι τοποθέτησε κατάντικρυ, την κόλαση για τους ασεβείς, και την ανάπαυση για τους δικαίους, να βλέπονται ο ένας με τον άλλο και να αναγνωρίζονται. Γιατί τότε αλήθεια κάθε μάρτυρας θα αναγνωρίσει το δικό του τύραννο, και κάθε τύραννος το μάρτυρα που είχε βασανίσει!...
… Να μη στενοχωριέσαι λοιπόν, αλλά να θυμάσαι τον προφήτη που λέει: « Οι προσβολές των ανθρώπων να μην σαν φοβίζουν, ούτε να σας ταράζουν οι ειρωνείες τους. Σαν ρούχο θα τους φάει το σκουλήκι, ο σκόρος θα τους φάει σαν το μαλλί» - Ησ. 51,7 . Σκέψου και τον Κύριό μας, που όλο τον κόσμο κρατεί, όντας στα σπάργανα ακόμα διωκόταν και εξοριζόταν σε βάρβαρη χώρα, αφήνοντας υπόδειγμα να μη λιποψυχούμε στις δοκιμασίες κι εμείς…
Θυμήσου ότι τον αποκαλούσαν δαιμονισμένο, λαίμαργο, ψευδοπροφήτη… του φόρεσαν χλαμύδα και αγκάθινο στεφάνι, τον προσκυνούσαν, τον κορόιδευαν, τον υπέβαλαν σε κάθε είδους εμπαιγμό, τον ράπιζαν , τον σταύρωσαν. Τον πότισαν ξύδι και χολή… ότι οι μαθητές του τον εγκατέλειψαν , ο ένας τον είχε προδώσει, κι ο άλλος τον είχε αρνηθεί… και ότι ξεστόμισαν εναντίον του τη βαριά κατηγορία, πως τον έκλεψαν οι μαθητές του και δεν είχε αναστηθεί!
Θυμήσου τους Αποστόλους που διώχνονταν από παντού και κρύβονταν, και δεν μπορούσαν σε πόλη να φανούν. Θυμήσου που ο Πέτρος κρυβόταν στο σπίτι του Σίμωνα του βυρσοδέψη, κι ο Παύλος στο σπίτι της γυναίκας που ήταν έμπορος πορφυρών υφασμάτων, γιατί δεν είχαν το θάρρος να προσφύγουν σε πλούσιους. Όμως αργότερα όλα βγήκαν σε δρόμο ομαλό. Έτσι θα γίνει και τώρα, και να διώξεις την αθυμία που σε τυραννεί, γιατί άκουσα κι εγώ για εκείνο τον Αρσάκιο, που εγκατέστησε η βασίλισσα στο θρόνο, ότι πίεσε όλους τους αδελφούς που δεν ήθελαν να έχουν κοινωνία μαζί του. Και μάλιστα πολλοί από αυτούς πέθαναν για μένα στη φυλακή. Αλλά είναι λύκος με ένδυμα προβάτου, έχει βέβαια σχήμα επισκόπου, μα είναι μοιχός. Γιατί όπως η γυναίκα που συνάπτει σχέση με άλλον άνδρα, ενώ ο νόμιμος σύζυγός της ζει, έτσι κι αυτός είναι πνευματικός μοιχός , καθώς η στιγμή που εγώ ζω, άρπαξε τον επισκοπικό θρόνο μου…
… Γι’ αυτό σε παρακαλώ, σε ικετεύω, πέφτω στα γόνατά σου, αποδίωξε το πένθος της αθυμίας σου, μην παραλείπεις να με θυμάσαι στις προσευχές σου, και γράφε μου τακτικά».




Από το βιβλίο: «ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΞΟΡΙΑ»
Εισαγωγικά- Νεοελληνική απόδοση
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΚΟΤΤΑΔΑΚΗΣ
ΕΚΔΟΣΗ
«ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΤΕΓΗ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ»









Tuesday, January 26, 2016

Ο Αχτιδοϋφαντής - blog Αγαπημένα παιδικά βιβλία

Ένα όμορφο παραμύθι, για τα όνειρα, την ομορφιά και την καλοσύνη, που σαν ήλιος ζεσταίνει τις καρδιές των ανθρώπων.
Ένα παραμύθι για όλα εκείνα που κάνουν την κάθε μέρα να ξημερώνει με λαχτάρα. Για όλα εκείνα τα μικρά ή τα μεγάλα, τα δύσκολα ή τα αυτονόητα που κάνουμε και γεμίζουν χαρά τις ζωές μας και τις ζωές των άλλων.
Ένα παραμύθι για τα χαρίσματα και τις δωρεές που μας δίνονται. Για την αόρατη σκέπη της θείας πρόνοιας, αλλά και την ελευθερία της θέλησης και της βούλησης του καθενός. Για την επιλογή που έχουμε στα χέρια μας και τον δρόμο που ακολουθεί η καρδιά μας. Για την καλοσύνη που επιστρέφει να μας βρει πολλαπλασιασμένη, μπολιασμένη με την ευτυχία, την ευγνωμοσύνη και τα χαμόγελα εκείνων που τη δέχτηκαν. 
Μια μαγευτική, ποιητική αφήγηση, ένα επεισόδιο από όνειρο. Το όνειρο που μοιραζόμαστε όλοι οι άνθρωποι. Το όνειρο για ένα κόσμο ειρηνικό, χαρούμενο, φωτεινό, που η ηλιαχτίδα του καθενός, αυτή που κρύβεται βαθιά στην καρδιά του, θα μπορέσει να ανθίσει και να πλέξει μια όμορφη, αληθινή ζωή. Kαι μακάρι να συναντήσει κι άλλες ηλιαχτίδες στο ταξίδι της και με αυτές να ανάψει τη φλόγα της δημιουργίας, της αλληλεγγύης, της συνύπαρξης.
Μια μαγευτική ιστορία για την ελπίδα. Πως κάποτε θα ξημερώσει η μέρα που η καλοσύνη θα βρει τρόπο να τρυπώσει στην καρδιά του καθενός μας και θα μπορέσουν επιτέλους οι άνθρωποι να γείρουν στο πλευρό του διπλανού τους ευτυχισμένοι, παραδομένοι στην ασφάλεια της συντροφικότητας.
Συγγραφέας: Βασιλική Νευροκοπλή
Εικονογράφος: Αιμίλία Κονταίου
Εκδόσεις: Λιβάνη


Monday, January 25, 2016

Ανθρώπινη φύση - Ἃγιος Γρηγὸριος ὁ Θεολὸγος




Μόνος μου χτες από τις πίκρες στραγγισμένος
Σε δάσος σύσκιο βαρύθυμος καθόμουν.
Μ᾿ αρέσει, αλήθεια, αυτό το φάρμακο στις θλίψεις,
με την ψυχή μου στη σιγαλιά να κρυφοκουβεντιάζω.
Αύρες ψιθύριζαν μ αηδόνια καλλικέλαδα
κι απ’ τα κλαδιά γλυκό αποκάρωμα χυνόταν,
στη μαύρη μου βαρυθυμιά. Και πάνω απ’ τα δέντρα
φίλοι του ήλιου, γλυκύφθογγοι του στέρνου τραγουδιστάδες
φλύαρα τζιτζίκια πλημμύριζαν το δάσος.
Κοντά, ανάμεσα στο δάσος, ρυάκι δροσερό 
μού ’βρεχε τα πόδια γλυκά γλυκά κυλώντας.
Πώς με συνείχε ωστόσο δυνατή η οδύνη
κι έτσι δε με τραβούσαν διόλου ετούτα. 
Ο νους, σαν τον στομώνει ο πόνος, τέρψεις δε γυρεύει.
Κι εγώ μέσα στις συστροφές της ταραγμένης σκέψης
σ αντίμαχες ιδέες παραδομένος:
Ποιος ήμουν, ποιος είμαι, τι θα γενώ; Δεν ξέρω καθαρά.
Κι άλλος σοφότερός μου ούτε κι εκείνος.
Κι έτσι μέσα σε σύννεφο μπλεγμένος
μάταια προχωρώ, μη έχοντας ούτε στ’ όνειρο όσα ποθεί η ψυχή μου
[...]
Είμαι μηδέν. Μα γιατί οι συμφορές με δέρνουν έτσι, 
σαν να ‘μαι κάτι;
Το πρώτο κλάμα έριξα, σαν γλίστρησα απ’ της μάνας μου 
τα σπλάχνα,
για όλα όσα μου μέλλονταν να συναντήσω πάθια
πριν κιόλας τη ζωή αγγίξω. 
 [...]
Όλη η γενιά μας πλημμύρισε με θλίψη
κομμάτι γης δε μένει ειρηνικό, πέλαγο χωρίς ανέμους.
Οι εποχές σπαρασσόμενες, τη μια διώχνει η άλλη
τη μέρα η νύχτα ρούφηξε, τα ουράνια η σκοτεινή αντάρα,
ο ήλιος έσβησε των αστεριών τη λάμψη, 
το νέφος εκάλυψε  κι εκεινού τη φαύση,
παλεύει το φεγγάρι σε ουρανό μισάστερο.
Τριάδα, Βασίλισσα σοφή, λυπήσου με. Δεν έχεις ούτε συ
την ασυλλόγιστη των θνητών γλώσσα ξεφύγει.
Πρώτα ο Πατέρας κι ύστερα κι ο Μέγας Γιος και τρίτο
το Πνεύμα του μεγάλου Θεού τη φλυαρία μου δεχθείτε.
Μέριμνα κακόγνωμη που θα με πάς ακόμη;
Σταμάτα, κι άκουσέ με. Μπρος στο Θεό όλα δεύτερα.
Μάταια δε μ έπλασε ο Θεός. 
Πάλι στον ύμνο βρίσκομαι μικρόψυχος και λίγος.
Σκοτάδι εδώ, κι εκεί ο Λόγος, 
όλα θα τα κατανοήσεις ή τον Θεό αντικρίζοντας ή στη φωτιά να τυραννιέσαι.
Έτσι σαν μου μίλησε ο νους, μαλάκωσε κι ο πόνος.
Κι από το σκιερό δάσος χτες γυρίζοντας στο σπίτι, 
μια χαμογέλαγα παράξενα
και μια σιγόκαιγε η καρδιά με σκέψη ανταριασμένη.
Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος
Ποιήματα Ηθικά
(ατελής μτφρ.: π.Βασίλειος Χριστοδούλου ) 

Κλείνομαι στη σκιά - Γιώργος Σαραντάρης - Καλή ηβδομάδα!



Κλείνομαι στη σκιά
κι ακούω:

Τη μαγική περιπέτεια
Να διασχίζει κα να ανακατώνει τους κάμπους
Σηκώνοντας θόρυβο από στριγκλιές
Κραυγές στεναχωρημένος που πονούν
Εξαναγκασμένες σ' έναν αέρινο κύκλο
Εκλιπαρούν 
Ανακαλούν απόντες
Ξερνούν κακομοιριά
Κι επιστρέφουν στη φωτιά που ξανανάβει
Μ' ένα φύσημα του αέρα
Απομακρύνοντας τους πλάνητες
Την εισβολή υπάρξεων
Λαίμαργοι σιωπής
Σκοτεινά φαντάσματα

Πλησιάζω στον ύπνο μου
Συμμετέχω σ' αυτή τη ζωή
Αλλά δε νιώθω την περηφάνια που ένιωθα κάποτε


24 Μάη 1935

Sunday, January 24, 2016

Κυριακὴ ΙΔ᾽Λουκᾶ

(Λουκ. 18,35-43)

Τῷ καιρῷ ἐκείνω, 
35. ἐγένετο δὲ ἐν τῷ ἐγγίζειν αὐτὸν εἰς Ἱεριχὼ τυφλός τις ἐκάθητο παρὰ τὴν ὁδὸν προσαιτῶν· 
36. ἀκούσας δὲ ὄχλου διαπορευομένου ἐπυνθάνετο τί εἴη ταῦτα. 
37. ἀπήγγειλαν δὲ αὐτῷ ὅτι Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος παρέρχεται. 
38. καὶ ἐβόησε λέγων· Ἰησοῦ υἱὲ Δαυΐδ, ἐλέησόν με. 
39. καὶ οἱ προάγοντες ἐπετίμων αὐτῷ ἵνα σιωπήσῃ· αὐτὸς δὲ πολλῷ μᾶλλον ἔκραζεν· υἱὲ Δαυΐδ, ἐλέησόν με. 
40. σταθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς ἐκέλευσεν αὐτὸν ἀχθῆναι πρὸς αὐτόν. ἐγγίσαντος δὲ αὐτοῦ ἐπηρώτησεν αὐτὸν λέγων· 
41. τί σοι θέλεις ποιήσω; ὁ δὲ εἶπε· Κύριε, ἵνα ἀναβλέψω.
42. καὶ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ· ἀνάβλεψον· ἡ πίστις σου σέσωκέ σε. 
43. καὶ παραχρῆμα ἀνέβλεψε, καὶ ἠκολούθει αὐτῷ δοξάζων τὸν Θεόν· καὶ πᾶς ὁ λαὸς ἰδὼν ἔδωκεν αἶνον τῷ Θεῷ.



https://aerapatera.wordpress.com/2016/01/24/κυριακὴ-ιδ᾽λουκᾶ/

Thursday, January 21, 2016

Μια γυναίκα... Γιώργος Σαραντάρης



Μια κομψή γυναίκα είναι μια κρυμμένη θλίψη

1 Δεκέμβη 1932





Γιώργος Σαραντάρης, Τα ιταλικά ποιήματα, Μτφ Τηλέμαχος Χυτήρης, Εκδ. Γαβριηλίδης, Αθήνα 2015

Wednesday, January 20, 2016

Συνέντευξη στον Γιώργο Κιούση της Press Publica - Βασιλική Νευροκοπλή: Το παραμύθι είναι η γλώσσα του παιδιού





-Ο Αχτιδουφαντής, το νέο σας βιβλίο; Μιλήστε μας για αυτό.

Όταν διάβασα τον Φεγγαροσκεπαστή του Ερικ Πιμπάρετ, είπα μέσα μου: "ο Έρικ έγραψε ένα πολύ ωραίο παραμύθι για το φεγγάρι, εγώ θα γράψω ένα για τον ήλιο". Δεν ήξερα βέβαια αν θα ήταν και το δικό μου τόσο ωραίο. Ήξερα όμως, πως σαν Ελληνίδα, θα μπορούσα να γράψω για τον ήλιο. Σε τούτο το μικρό αλωνάκι που μας έλαχε να γεννηθούμε, είμαστε όλοι παιδιά του ήλιου: του φυσικού ήλιου, του ήλιου ενός λαμπρού πολιτισμού και του Ήλιου της δικαιοσύνης. Έτσι ξεκίνησα να γράφω τον Αχτοδοϋφαντή. Φτάνοντας όμως στο κρίσιμο σημείο της δράσης που θα έπρεπε να εφεύρω το κατόρθωμα του μικρού ήρωα που θα τον έχριζε νέο Αχτιδοϋφαντή, σταμάτησα. Δεν ήξερα πώς να συνεχίσω. Έτσι το άφησα στην άκρη. Αν το παραμύθι ήθελε να συνεχιστεί, θα ερχόταν σίγουρα η κατάλληλη στιγμή. Δεν θέλω να εκβιάζω τη γραφή, προτιμώ να της υποτάσσομαι. Αυτή με κρατά στα χέρια της, δεν την κρατώ εγώ. Η στιγμή ήρθε όταν ξέσπασε ο πόλεμος στη Γάζα. Οι εικόνες των τραυματισμένων παιδιών χαράχτηκαν βαθιά στην καρδιά μου. Όταν φάνηκε πως τελείωσε ο πόλεμος, ολοκλήρωσα κι εγώ το παραμύθι. Και πάλι όμως το άφησα στην άκρη. Δεν ήμουν καθόλου σίγουρη πως ήθελα να εκδοθεί. Το αποφάσισα όταν ξέσπασε ο πόλεμος στη Συρία. Τότε το επεξεργάστηκα από την αρχή και το παρέδωσα προς έκδοση στον εκδοτικό οργανισμό Λιβάνη με τον οποίο συνεργάζομαι.
Ο Αχτιδοϋφαντής, με το παράδειγμά του, σιγοψιθυρίζει πως τα δικά μας όπλα, δεν μπορεί να είναι άλλα από τα όπλα του Φωτός. Τα μόνα που μπορούν να νικήσουν τα σκοτεινά όπλα οποιουδήποτε πολέμου...

-Τρυφερός και ρομαντικός ο τίτλος του;

Δεν ξέρω... Έτσι είναι, αν έτσι νομίζετε, όπως λέει κι ο  Πιραντέλλο. Για μένα είναι φυσικός. Γεννήθηκε αυθόρμητα την ώρα της συγγραφής. Είναι μια καινούργια λέξη που ακολουθεί τη μεγάλη παράδοση που έχουμε στη γλωσσοπλασία.

-Με υπέροχη εικονογράφηση....

Πράγματι, υπέροχη! Με την Αιμιλία Κονταίου συνεργαστήκαμε στενά. Ηταν πολύ δύσκολο εγχείρημα από άποψη εικονογράφησης. Έπρεπε να φτιαχτούν ήρωες πρωτότυποι που δεν προϋπήρχαν. Αποδείχτηκε εξαιρετική συνεργάτης και το αποτέλεσμα δικαίωσε το μεγάλο της κόπο.

-Εχει θέση η φαντασία στο σημερινό σχολείο;
Αν δεν έχει θέση η φαντασία στο σχολείο, τότε δεν έχει θέση ούτε το σχολείο στη ζωή του παιδιού ούτε το παιδί στο σχολείο. Το παραμύθι ως ενσάρκωση της φαντασίας, είναι η γλώσσα του παιδιού. Μέσα απ' αυτό κατανοεί και αντιλαμβάνεται τον κόσμο, τοποθετεί τον εαυτό του μέσα σ' αυτόν και τον εξηγεί. Το παιδί δεν υπάρχει έξω από το παραμύθι, το φανταστικό και συμβολικό του πλαίσιο, την παρηγοριά και την ελπίδα που του δίνει, γιατί το ίδιο το παιδί είναι η παρηγορριά και η ελπίδα μας, είναι το ολοζώντανο και το πλέον μαγευτικό παραμύθι της ζωής.
Είναι ζήτημα ανθρώπων η φαντασία, ας μην τα περιμένουμε όλα από τους θεσμούς και τα αναλυτικά τους προγράμματα. Είναι στο χέρι των εκπαιδευτικών να δώσουν “θέση εργασίας” στη  φαντασία. Είναι βέβαια μια θέση ακριβή. Κοστίζει αγάπη, κέφι και αυτοθυσία.

-Ειστε και πολυβραβευμένη. Ενα βραβείο από τον Κύκλο Παιδικού Βιβλίου και ένα από το ΔΙΑΒΑΖΩ για το παραμύθι σας “Αν τ’ αγαπάς ξανάρχονται”, ένα διεθνές από την Αργεντινή για το διήγημά σας “Τα μάρμαρα του Παρθενώνα - Η ιστορία της κλοπής ή η κλοπή της ιστορίας”, ένα δεύτερο διεθνές βραβείο στη Σεούλ από την Παγκόσμια Ένωση Βιβλικών Εταιρειών για τη σειρά του Καλλίστρατου και πρόσφατα τιμηθήκατε για την προσφορά σας στην Παιδική λογοτεχνία από την Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών. Τι σημαίνουν για σας αυτά τα βραβεία;

Τα βραβεία βοηθούν κυρίως το έργο και όχι τον δημιουργό. Είναι πολύ εύκολο να αψηλώσει ο νους μας κι αν αψηλώσει, μετά δεν μπορεί να κάνει τίποτα καλό. Τα βραβεία τα χαίρομαι και την επόμενη μέρα τα ξεχνώ. Προτιμώ να αισθάνομαι πως ξεκινώ πάντα από την αρχή. Πως κανείς δε με ξέρει. Πως κάθε βιβλίο που γράφω είναι το πρώτο. Εξάλλου, το θέμα δεν είμαι εγώ, αλλά το έργο μου. Ο χρόνος θα δείξει τι αξίζει να μείνει και τι όχι. Υπάρχουν βραβευμένα έργα που τα κατάπιε η λήθη και έργα πολύ σημαντικότερα από τα δικά μου που δεν βραβεύθηκαν ποτέ και ζουν στους αιώνες. Υπό αυτό το πρίσμα, μάλλον δε θα έπρεπε να βιαζόμαστε. Ίσως να απονέμονται βραβεία μόνο μετά το θάνατο του δημιουργού και να τα παραλαμβάνουν οι συγγενείς του.
Το μεγαλύτερο βραβείο για μένα είναι η χαρά της δημιουργίας και το ακόμα μεγαλύτερο η επίπονη και επίμονη δουλειά που κάνει το έργο ολοένα καλύτερο. Αυτό είναι το βραβείο που δε θέλω ποτέ να χάσω.


-Ιδαίτερο το www.animusanimus.blogspot.gr. Ειναι δημιούργημά σας;

Δεν ξέρω τι ιδιαίτερο του βρίσκετε. Το 2009 έφτιαξα αυτό το blog υπό τον τίτλο “ψυχή μου” επειδή ήθελα να μιλήσω και να μ’ ακούσουν. Δεν είχαν αρχίσει ακόμη να εκδίδονται τα κείμενά μου και είχα μεγάλη ανάγκη να μοιραστώ όσα έγραφα. Έγραφα πολύ και μέσω της γραφής συνειδητοποιούσα τον εαυτό μου. Διατήρησα όμως το blog και μετά τις πρώτες εκδόσεις βιβλίων μου γιατί η δημόσια έκθεση ήταν για μένα ένα στάδιο καθημερινής προπόνησης με θεατές, έστω αόρατους, ώστε όταν ερχόταν απροσδόκητα η ευλογημένη στιγμή της έμπνευσης, να βρίσκομαι σε ετοιμότητα και να μπορώ να τη διαχειριστώ. Το ότι κάποιοι αναγνώστες περίμεναν να διαβάσουν τι γράφω, αύξανε την ευθύνη μου απέναντί τους και με κρατούσε σε εγρήγορση.
Σήμερα, κοιτάζοντας πίσω, λυπούμαι που τα περισσότερα απ’ αυτά τα κείμενα είναι πρωτόλεια, αδούλευτα, μισά. Θα ήθελα να έχω δώσει κάτι καλύτερο στους αναγνώστες του blog. Αλλά έτσι ήταν τότε.
Τώρα πια δεν ανεβάζω συχνά δικά μου κείμενα ή ανεβάζω μόνο ποιήματα και χάι κου. Αφενός το εξωτερικό αφτί των άλλων έγινε εσωτερικό δικό μου και προτιμώ να εργάζομαι εν κρυπτώ. Αφετέρου, έγινα αυστηρότερη με τον εαυτό μου και θέλω να δίνω το καλύτερο δυνατό σοτυς αναγνώστες μου.

-Τι θεματολογία έχει;

Εχει τη θεματολογία του πολυσχιδούς χαρακτήρα ενός ανθρώπου που τον ενδιαφέρουν πάρα πολλά πράγματα γιατί είναι παράφορα ερωτευμένος με τη ζωή. Ποίηση, μουσική, κινηματογράφο, πολιτική, φωτογραφίες, δοκίμια, λογτεχνία, συναξάρια, μεταγραφές βίων αγίων, κριτικές, αφιερώματα στο έργο σπουδαίων ανθρώπων και πολλά άλλα. Είναι συγκεντρωμένα όλα ανά κατηγορίες. Έχει μεγάλο μέρος ανέκδοτων κειμένων μου, διηγημάτων, ποιημάτων και παραμυθιών. Κάποια απ' αυτά έγιναν βιβλία αφού εκ των υστέρων τα επεξεργάστηκα. Ο Αχτιδοϋφαντής, γα παράδειγμα, ξεκίνησε από το blog. Οταν εκδόθηκε ως βιβλίο, τον διέγραψα για να μη δημιουργείται μπέρδεμα στην αναζήτηση.

-Τι σας θλίβει στις μέρες μας;

Με θλίβει ο πόλεμος, ο θάνατος του ανθρώπου από άνθρωπο. Με θλίβει όμως εξίσου ο άκρατος ατομικισμός που γέννησε στις μέρες μας τα ψυχολογικά προβλήματα και τα διαζύγια.  Αξόδευτη αγάπη είναι τα ψυχολογικά προβλήματα και καρπός της θεοποίησης του εγώ μας μας τα διαζύγια. Τα διαζύγια με πονούν πολύ όταν υπάρχουν μικρά παιδιά. Ο αιώνας μας, για μένα, είναι ο αιώνας των ορφανών παιδιών. Τη στιγμή που θρηνούμε τα ορφανά των πολέμων, αφήνουμε ορφανά τα δικά μας, επειδή δεν μπορούμε να ταπεινωθούμε, να σκύψουμε λίγο το κεφάλι, να κάνουμε πίσω στα θέλω μας, -έστω για χάρη τους. Επιτρέπουμε τον πόλεμο στο σπίτι μας, στη σχέση μας, στην καρδιά μας και ταυτόχρονα απορούμε γιατί γίνονται πόλεμοι στα κράτη. Τόσα χρόνια στα σχολεία δεν συνάντησα ούτε ένα παιδί χωρισμένων γονιών που να μην περιμένει πως την επόμενη μέρα οι γονείς του θα ενωθούν και πάλι. Όσο κι αν χρυσώνουμε το χάπι ενός διαζυγίου, είναι πάντα ένα φαρμακερό χάπι για ένα παιδί που εκτός των άλλων, του ακυρώνει μέσα του την πίστη στην απόλυτη και αιώνια αγάπη που όλα τα παλεύει, όλα τα νικά και όλα τα υπομένει. Τι ανθρώπους φτιάχνουμε χωρίς πίστη στην αιώνια αγάπη; Δεν ξέρω. Αν δεν πίστευα πως ο Θεός είναι ο Θεός των ορφανών, θα είχα απελπιστεί. Όμως τώρα ελπίζω πως αυτά τα παιδιά θα μας ξαναδώσουν το φως της αγάπης και μάλιστα καθαρότερο.

-Πως θα κάνουμε τα παιδιά μας στα σχολεία χαρούμενα;

Δύο τρόποι υπάρχουν να είναι ένας άνθρωπος χαρούμενος. Ο ένας είναι να συνειδητοποιήσει το χάρισμά του και να μάθει να εργάζεται πάνω σ’ αυτό για να βελτώνεται. Αυτή είναι η αξιοζήλευτη χαρά που έχουν τα κυπαρίσσια που ανεβαίνουν ολοένα ψηλότερα. Αυτά όμως είναι που θα τα χτυπήσει μετά αλύπητα ο βοριάς, οι καταιγίδες, το χαλάζι. Ας μην το ξεχνάμε κι αυτό. Ο άλλος τρόπος είναι, ενώ δεν μπορεί κάποιος, για διάφορους λόγους, να αξιοποιήσει το χάρισμά του και να κάνει αυτό που αγαπά, να κάνει κάτι άλλο που να το αποδέχεται και να μάθει να το αγαπά. Να το κάνει καλά, με υπευθυνότητα και σεβασμό, χωρίς γκρίνια. Αργά ή γρήγορα θα ανακαλύψει μέσα σ’ αυτό που δεν επέλεξε ο ίδιος, κρυμμένους θησαυρούς. Αυτή είναι η χαρά που έχουν τα κρίνα του αγρού. Ακόμη και η κακοκαιρία θα τα λυπηθεί περισσότερο από τα ψηλά λυγερόκορμα κυπαρίσσια.
Άρα στο σχολείο οφείλουμε καταρχάς να βοηθήσουμε τα παδιά να συνειδητοποιήσουν τα ταλέντα τους. Όλοι είμαστε ποιητές. Γεννιόμαστε ποιητές. Δεν δικαιούμαστε να δίνουμε στα παιδιά εύπεπτα σκουπίδια και απλώς διασκεδαστικά με ημερομηνία λήξης. Οφείλουμε να τους δώσουμε υψηλή λογοτεχνία, ευφάνταστο παιχνίδι, δημιουργική γραφή και να τα μυούμε στις τέχνες.
Είχα δάσκαλο τον αείμνηστο Χρίστο Τσολάκη. Το συναρπαστικότερο μάθημα που έκανε ήταν γραμματική και συντακτικό γιατί τα έκανε μέσα από ποιήματα του Σολωμού και του Καβάφη που λάτρευε. Χωρίς την πνοή που σου χαρίζει το όμορφο, το υψηλό και θεόπνευστο, το παιδί δεν θα χαρεί ποτέ αληθινά. Και η πνοή υπάρχει στα σπουδαία έργα. Έτσι θ' ανάψει η φωτιά στην ψυχή του παιδιού. Αν ανάψει, το παιδί θα μάθει ν' ανακαλύπτει μόνο του τη χαρά, είτε σ’ αυτό που επέλεξε το ίδιο και του ταιριάζει, είτε σ’ αυτό που το υποχρέωσαν οι συνθήκες να αποδεχθεί. Έτσι θα μάθει να υπομένει και τον πόνο, την κακοκαιρία που προαναφέραμε, και που αν της επιτρέψει να το αλλοιώσει καλώς,οδηγεί σε ακόμα μεγαλύτερη και γνησιότερη χαρά.



Δημοσιεύτηκε το Σάββατο 16 Ιανουαρίου 2016 στην Press Publica 
http://www.presspublica.gr/βασιλική-νευροκοπλή-το-παραμύθι-είν/