Labels

Monday, March 23, 2009

Ένα αντίο κι ένα καλώς όρισες


Όταν κάτι φεύγει, κάτι άλλο έρχεται.
Είναι σα νόμος της ζωής.
Ακόμα κι αν αυτό που έρχεται είναι το κενό.



Άκουσα την εξώπορτα ν' ανοίγει. Σηκώθηκα τρομαγμένη απ' το βαρύ κρεβάτι μου να δω ποιος είναι και είδα την πλάτη του καμπουριασμένη, τα μαλλιά  λευκά, τρεμάμενα τα πόδια με δυσκολία τον κρατούσαν.

-Ήρθα να σε αποχαιρετίσω, μου είπε σχεδόν ράθυμα.
-Στο καλό να πας, του απάντησα και είχε μια σκληρότητα η φωνή μου ασυνήθιστη. Του χρόνου να είσαι πιο τρυφερός μαζί μου σε παρακαλώ.
-Μη μου θυμώνεις. Κακία μη μου κρατάς. Δεν είναι όλο το φταίξιμο δικό μου. Μερικά γεγονότα διαλέγουν από μόνα τους τη στιγμή τους. Εγώ δεν διάλεξα τίποτα...
-Όταν ήρθες ήσουν νέος και γεμάτος υποσχέσεις. Θα δουλέψουμε με δύναμη μου είχες πει, θα δημιουργήσουμε, θα γεννήσουμε παρέα. Δε λέω, όλα έτσι έγιναν ή περίπου έτσι. Μα για τα άλλα δεν μου είπες τίποτα. Καμία υπόνοια, προειδοποίηση καμιά. Ντρέπομαι για σένα. Αφού ήξερες...
-Ήξερα, είναι αλήθεια. Στην αγκαλιά μου κρατούσα δυο από τους αγαπημένους σου και έκανα το παν για να τους κρύψω, να μην τους δεις, να μην πονέσεις.
-Δεν έκανες όμως και το παν για να μου τους ξαναδώσεις πάλι πίσω. Άνοιξες την αγκαλιά σου και πέταξαν με τα φτερά που εσύ ο ίδιος τους έδωσες.
-Μα αφού εσύ καταλαβαίνεις, δεν καταλαβαίνεις; Δεν φτιάχνω εγώ τα φτερά των ανθρώπων. Μόνοι τους τα φτιάχνουν όταν φτάνουν ήδη να συνομιλούν και να συνεργάζονται με τα φτερωτά. Δεν ορίζω εγώ την αγκαλιά μου, δεν διαλέγω αυτούς που κουβαλώ. Ό,τι μου δοθεί κρατώ. Δεν απλώνω χέρι σε κανέναν. Μόνο κρατώ.
-Μα εμένα δεν με κράτησες.
-Σε κράτησα μικρή μου, δεν το ένιωσες; Σου έδωσα χίλια χρώματα να παρηγορηθείς και μουσικές για να χορεύεις.
-Λόγια όμως δεν είχα πια...
-Κάποτε δεν υπάρχουν λόγια κι ίσως δεν ήμουν εγώ που θα μπορούσα να σου τα δώσω τέτοιες ώρες. Κοίταξέ την, την βλέπεις; Αυτή θα σου τα δώσει. Θα σου χαρίσει ακόμα και την ηλικία την νέα, αυτήν που σου ταιριάζει, την πιο αθώα παιδική μαζί με μια τουλίπα κόκκινη.

Την είδα τότε την ωραία, την πάγκαλη Άνοιξη, θεά του έρωτα της πρώτης νιότης να μου χαμογελά γλυκά και να μου δίνει την τουλίπα.
Ναι, ήταν αυτή η τουλίπα που φύτεψα με τα χεράκια μου το φθινόπωρο ελπίζοντας πως μια μέρα θα γίνει λουλούδι που θα ευαγγελιστεί την άνοιξη. 

Πήρα με συγκίνηση το άνθος, το κοίταξα βαθιά μες στα μωρουδιακά του μάτια και χαμογέλασα μετά από καιρό. Πάνω που ξεμάκραινε ο γέροντας με σκυμμένο το κεφάλι κι όλη τη θλίψη που αμείλικτα του έδωσα αντίο, τον πρόλαβα και του έβαλα στο γηρασμένο χέρι το ανήμπορο, το λουλουδάκι.
-Πάρε την τουλίπα μαζί σου να σου δείχνει τον δρόμο. Στα χέρια σου τα κρύα δεν θα μαραθεί και θα 'σαι εσύ που θα μου την προσφέρεις του χρόνου, έτσι για να φέρουμε τούμπα τον καιρό. Συγχώρεσέ με, Χειμώνα, του είπα. Σπλαχνίσου την σκληρότητά μου. Δεν ήξερα αλλοιώς να αντέχω. Έπρεπε κάπου να αποδώσω την ευθύνη των δυο θανάτων που έζησα στις μέρες σου, η φτωχή, σαν να 'φταιγαν οι μέρες σου που τα πουλιά μου γίναν μες στο καταχείμωνο αίφνης από κατοικίδια αποδημητικά. Με κράτησες κι ας μην κατάφερα να αποδεχθώ τις απώλειες. Με κράτησες όμως, είναι αλήθεια κι όσο μπορούσες με παρηγόρησες, το παραδέχομαι. Και τώρα όρθια ξανά, εδώ σ' αυτό το κατώφλι, υποδέχομαι την Άνοιξη. Εδώ στα μέσα της Σαρακοστής, και μες στο πλήθος λογισμών ανόητων, θλιβερών και απέλπιδων, όρθια πάλι. Ανάμεσα σε βέλη που χτυπούν όλες τις αχίλλειες πτέρνες μου που είναι πολλές, όρθια ακόμα, είμαι εδώ, παρ' όλα αυτά, ελπίζοντας πως θα 'ρθει η Ανάσταση που κι αυτήν εσύ την προετοίμασες αγαπημένε...

Αυτά του είπα και χάθηκε η σεβάσμια μορφή του μέσα στην ομίχλη και τη βροχή.

Έβαλα την Άνοιξη στο σαλόνι. Της πρόσφερα ροδάκινο κομπόστα και αρχίσαμε σαν από πάντα φιλενάδες να τα λέμε... Στην αγκαλιά της έγειρα κι έκλαψα πικρά μέχρι που αποκοιμήθηκα και τότε είδα στον ύπνο μου τόσα πολύχρωμα πουλιά που τ' άκουγα ολοζώντανα να κελαηδούν πάνω από τα δέντρα κι απ' τους εφτά ουρανούς  πιο πάνω, και μέσα τους ξεχώρισα όλα τα δικά μου και τα πλέον αγαπημένα γιατί φορούσαν το καθένα στο μικρό του κεφαλάκι φωτοστέφανο κόκκινο που φανέρωνε στα μάτια μου τα διψασμένα, πως ο γερο-Χειμώνας είχε προφτάσει κιόλας και δίχως να του το ζητήσω, τους χάρισε από ένα πέταλο της κόκκινης τουλίπας μου μη μου περάσει από το νου πως γίνεται να με ξεχάσουν...

Wednesday, March 18, 2009

Paul Claudel



Δεν είναι
τ' αγκάθια μου

η προστασία μου
λέει το ρόδο
eίναι
το άρωμά μου

Monday, March 16, 2009

Είμαι ένας ανάποδος άνθρωπος.


Δεν υπάρχει ουδεμία αμφιβολία. Είμαι ένας ανάποδος άνθρωπος.
Για να γίνω πιο συγκεκριμένη: Δεν εννοώ ότι έχω μια καλή πλευρά και μία ανάποδη. Καθόλου.
Δεν έχω καμία καλή πλευρά κι αυτό ας μην προκαλέσει αισθήματα περιττά, γιατί δεν είναι καθόλου θλιβερό. Ούτε έχω μία ανάποδη πλευρά. Τουναντίον. Έχω πολλές πλευρές ανάποδες.
Κι αυτό είναι πολύ μαγευτικό, αν και άκρη εύκολα δεν βγαίνει.
Δεν τα λέω καλά και θα σας μπερδέψω. Πρέπει να γίνω πιο σαφής.
Η καλή πλευρά ενός εαυτού είναι σαν ένα ρούχο ταιριαστό στο σώμα.
Η ανάποδη πλευρά ενός εαυτού είναι αντιστοίχως σαν ένα ρούχο που το φοράς από την ανάποδη. ΄Ολες οι ατέλειες φαίνονται, οι ραφές, τα ξέφτια. Έχει σίγουρα ενδιαφέρον, γιατί όλη η δουλειά του ράφτη είναι εκεί, αλλά και όλη η ατέλεια.
Αυτό είμαι λοιπόν, στην νιοστή!
Γεμάτη ανάποδες πλευρές. Ρούχα πολλά που μόλις τα δω ξετρελαμένη από την χαρά του καινούριου και αφόρετου, τα φοράω δίχως σκέψη, γεμάτη από μία παιγνιώδη χαρά.
Δεν μ' ενδιαφέρει τίποτα περισσότερο από το να τα δω πάνω μου. Να τα δοκιμάσω. Να τα ταιριάξω όπως μπορώ.
Μόλις φορέσω ένα τέτοιο ρούχο η χαρά μου δεν περιγρ'αφεται. Το φροντίζω πάρα πολύ. Όσο δύσκολα μπορεί να φανταστεί κάποιος. Αρχίζω τις διορθώσεις, τις επεμβάσεις, τα συγιρίσματα. Θέλω όχι μόνο να μου ταιριάζει. Απαιτώ να είναι άψογο αισθητικά. Και μετά; Εδώ είναι το αστείο, το παράδοξο και ενδιαφέρον, αλλά και το ανερμάτιστο. Το βγάζω και το αφήνω στην ντουλάπα γιατί δεν μ' ενδιαφέρει πια καθόλου. Δηλαδή, πάνω που γίνεται άξιο μιας μεταστροφής προς την καλή πλευρά, εγώ το παρατάω αδιάφορη. Χάνω ολότελα όλο μου το ενδιαφέρον. Πάνω που οι άλλοι λένε, για κοίτα τι ωραίο που το έκανες τώρα αυτό και πώς τα κατάφερες, εγώ ήδη κοιτάω γύρω γύρω να δω τι άλλο ανάποδο μπορώ να φορέσω.
Μη νομίζετε πως λέω παλαβομάρες. Παρ' όλο το συμβολικό του περιεχόμενο, αυτό το κείμενο είναι αληθινό. Όσο ξέρουμε και όσο καταλαβαίνουμε τι είναι το αληθινό. Σιγά να μην ξέρουμε!
Μιλώ βέβαια για όλα όσα κατά καιρούς στη ζωή μου ασχολήθηκα και ασχολούμαι.
Ποτέ δεν κατάφερα να αποκτήσω μια ιδιότητα. Πάνω που πήγαινα να την αποκτήσω την έστριβα κανονικά. Είμαι άνθρωπος χωρίς ιδιότητες. Ή άνθρωππος με όλες τις ιδιότητες. Πήγα να γίνω ηθοποιός και μόλις άγγιξα την επιτυχία, κατέβηκα τρέχοντας από το σανίδι. Πήγα να γίνω μουσικός και μια από τα ίδια. Πήγα να γίνω ποιήτρια και κατέβασα τα ρολά μετά την πρώτη δημοσίευση. Τραγουδίστρια μετά από σκληρή δουλειά μόνο για δύο συναυλίες. Και πάνω που είπα πως, φτάνει πια, έλεος, λυπήσου λίγο τον εαυτό σου, φαίνεται πως είσαι συγγραφέας, τώρα αρχίζω και γράφω μουσική. 
Μα σήμερα που όλοι έχουν ανάγκη να είναι κάτι, εγώ δεν αντέχω να είμαι τίποτα από όλα αυτά τα κάτι. Με μια ελαφρότητα παιδιού, απλώς παίζω. Δεν αντέχω κανένα βάρος μεγαλύτερο από αυτό του παιχνιδιού. Δεν υποκίπτω σε καμία ιδιότητα. Πάω όπου τραβά η καρδιά μου, πιστεύοντας ακράδαντα πως έχω δικαίωμα σ' αυτό το παιχνίδι, όπως όλοι οι άνθρωποι που συνήθως βέβαια φοβούνται να παίξουν. 
Μα επιτέλους θα το πω: Όλη η χαρά και η χάρη, όλος ό έρωτας κι όλο το πάθος είναι στο ξεκίνημα. Είναι στην πρόβα αυτού του άγνωστου ρούχου κάθε φορά. Κι εγώ φαίνεται πια καθαρά πως είμαι ένας ανάποδος άνθρωπος που όλο θέλει να αρχίζει ένα παιχνιδι δίχως να νοιάζεται αν θα χάσει ή αν θα κερδίσει. Μου κάνει ακριβώς το ίδιο. Τίποτα δεν μειώνει την χαρά μου και κανείς δεν μπορεί να με πείσει να γίνω... επαγγελματίας. Φευ!
Καθόλου καλό πρότυπο δεν είμαι για κανέναν. Οποιαδήποτε μίμησις μπορεί να αποβεί καταστροφική, σας προειδοποιώ!

Η φώτο, Ηλιογράφος βέβαια.

Thursday, March 12, 2009

Γιάννης Ζήκας (1945-2008) Το χαμένο μου χέρι



Υπάρχει ο κόσμος που φαίνεται
κι ο κόσμος που δε φαίνεται
υπάρχει ένα σώμα που βυθίζεται
κι ένα σώμα που βαπτίζεται

Υπάρχει ο νους που τρώει τα έτοιμα
κι ο νους που πολεμά για της στιγμής τη σπίθα
υπάρχουν δυο λευκά σημεία
το κύμα και το μνήμα

Υπάρχει ένα άλλο επίπεδο
που λάμπει ο Ήλιος 
της αγνής μας ουσίας

Από την ποιητική συλλογή του Γιάννη Ζήκα 'Φύλλο και φτερό', εκδόσεις Μυγδονία, 2009

Tuesday, March 10, 2009

Κάτι σαν τραγούδι,, λίγο σαν προσευχή




Φοβάμαι να μιλήσω για το τραύμα
ούτε να το κοιτάξω το μπορώ, ούτε να ψηλαφισω.
Μόλις πιστέψω πως σαρκώθηκε το θαύμα
το αίμα πίδακας ορμά, πώς να το κρύψω;

Άλλοτε αρκεί ένα άγγιγμα βοριά
άλλοτε -πιο παράδοξα- κάποιου νοτιά το χάδι
κάποτε μόνον μια απρόσεχτη περαστική ματιά,
ή ένα χαστούκι ανάλγητο απ' τα άδυτα του Άδη.

Δε σου ζητώ να κάνεις μαγικά
ούτε προσπάθειες υπεράνθρωπες για μένα
μείνε μόνο κοντά μου τώρα που ο πόνος αλυχτά
κι έμεινα πλειγωμένη δίχως άνθρωπο κανένα.


Δε σου ζητώ παλάτια ούτε και πύργους
τι να τους κάνω τους πολύτιμους τους λίθους
που ξεριζώνουν με τη βία οι εραστές
απ' τη φιλεύσπλαχνη τη γη τους;

Μπορείς μονάχα όταν ανοίγει αυτή η πληγή
να στέκεσαι στο πλάι μου, κοντά μου
με το 'να χέρι περασμένο από τη μέση τη λεπτή
και τ' άλλο να σφουγγίζει την καρδιά μου;

Μπορείς να με φυλάγεις απ' τα βλέμματα,
τα ύπουλα χτυπήματα, τις κατακρίσεις,
τις ερωτήσεις τις αχρείαστες, τα ψέμματα
αυτών που δεν αντέχουν τις υπόγειες πτήσεις;

Μείνε κοντά μου σιωπηλός λατρεία μου
ασπίδα  μου και τείχος προστασίας
για την ανυπεράσπιστη την Τροία μου
κατά του δούρειου ίππου της απελπισίας.

Η αρχαία μου πληγή που πάλι τρέχει
ξεπλένεται στης αγκαλιάς σου το νερό
κι όταν η νύχτα άλλη νύχτα δε θα αντέχει
ίσως ανθίσει το καινούριο μου φτερό.




Tuesday, March 3, 2009

"Το δέντρο" του Διονυσίου Σολωμού




Δεν είναι χόρτο ταπεινό, χαμόδεντρο δεν είναι
βρύσες απλώνει τα κλαδιά το δέντρο στον αέρα
μην καρτερεις εδώ πουλί και μην προσμένεις χλόη
γιατί τα φύλλ' αν είν' πολλά, σε κάθε φύλλο πνεύμα.
Το ψηλό δέντρ' ολόκληρο κι ηχολογά κι αστράφτει
μ' όλους της τέχνης τους ηχούς, με τ' ουρανού τα φώτα.
Σαστίζ' η γη κι η θάλασσα κι ο ουρανός το θάμα,
και μέγα πολυκάντηλο μες στο ναό της φύσης,
κι αρμόζουν διάφορο το φως χίλιες χιλιάδες άστρα,
χίλιες χιλιάδες άσματα μιλούν και κάνουν ένα.


Καλό μήνα, ανθισμένη άνοιξη, βιωμένη Σαρακοστή
και αναστημένοι Ανάσταση!

Η φωτογφραφία είναι του Ηλιογράφου που πάντα ευχαριστώ για την ευγενική χορηγία.