Labels

Wednesday, January 30, 2008

'Ο Άβελ' του Δ. Καπετανάκη και η συναυλία του Constandinople


Ο Άβελ

Ο αδελφός μου ο Κάιν ο πληγωμένος, αγαπούσε να κάθεται
Χαϊδεύοντας τον ώμο μου κοντά στον καθρέφτη του νερού
Της ζωής ή του θανάτου, σε κινηματογράφυς μισοφωτισμένους
Από ειρηνικές σκηνές που τελειώναν πάντα με φόνους.

Του άρεσε να μου μιλάει. Η άπληστη φωνή του
Μουρμούριζε το αίνιγμα της ματωμένης δίψας του,
'Η με παρακαλούσε να μην κάνω την οριστική εκλογή μου
Πριν τα πούμε πρώτα οι δυο μας.

Και στο τέλος διάλεξε τον ύστατο για μένα πόνο.
Δεν κατηγορώ το φυσικό του: είναι ο αδελφός μου'
Ούτε αυτό που λένε καιρούς: η αγάπη μας ήταν ελεύθερη,
Θα 'ταν η ίδια σε κάθε εποχή' μα πιο πολύ

Την άχρονη διφορούμενη έννοια των πραγμάτων
Που κάνει τη ζωή μας θάνατο, την αγάπη μας μίσος.
Το αίμα μου που πλημμυράει στην κρεββατοκάμαρα τραγουδάει:
"Είμαι ο αδελφός μου ανοίγοντας τη θύρα."

Δημ. Καπετανάκη, 'Μυθολογία του ωραίου', εκδ. Χάρβεϋ, Λίμνη - Αθήνα 1988


Η μουσική είναι από το cd Memoria Safardi του μουσικού σχήματος Constantinople


............................................................................................................



Συναυλία του μουσικού σχήματος Constantinople

Αγαπητοί Φίλοι

Την Πέμπτη 31 Ιανουαρίου και Παρασκευή 1 Φεβρουαρίου θα έχουμε την χαρά να βυθιστούμε στους ήχους του μουσικού σχήματος Constantinople και να μας ταξιδέψει η εκπληκτική φωνή της Francoise Atlan.
Οι Constantinople είναι ένα δημιουργικό μουσικό σύνολο εμπνευσμένο από τις παραδόσεις τόσο της Μεσαιωνικής και Αναγεννησιακής Ευρώπης όσο και της Μέσης Ανατολής και της Μεσογείου. Oι συναυλίες που έχει δώσει αποκαλύπτουν μια πρωτότυπη και έντονη όψη της μουσικής, ένα νέο τρόπο έκφρασης που γεννήθηκε μέσα από τη συνεύρεση, τη μεταμόρφωση και την ενοποίηση διαφόρων λόγιων παραδόσεων στο παρόν και το παρελθόν.
Γεννημένη από οικογένεια Εβραίων Σεφαρδιτών, η Françoise Atlan σπούδασε πιάνο και τραγούδι καθώς και μουσικολογία. Διακρίθηκε για την ερμηνεία της μουσικής του Maurice Ohana. Ο συνθέτης της εμπιστεύτηκε το ρόλο της σολίστ στις ‘Cantigas’ του, η ηχογράφηση των οποίων βραβεύθηκε με το Grand Prix de l' Académie du Disque (1987). Από το 1987 ως το 1989 ήταν η βασική σολίστ στο φωνητικό σύνολο Musicatreize, με ειδίκευση στη σύγχρονη μουσική (Ohana, Ligeti, Nono).
Οι εβραιο-βερβερικές της ρίζες επεξηγούν το πάθος της για την παραδοσιακή μουσική και ιδίως από το γεωγραφικό χώρο της Μεσογείου. Το πρώτο της CD, ‘Sephardi Romances’ (1992), αποθεώθηκε από τους κριτικούς ενώ το δεύτερο, ‘Between the Rose and the Jasmin’, κέρδισε ένα Diapason d’ Or το 1994.

Με φιλικούς χαιρετισμούς,

Χρήστος Ι. Καρράς - Christos J. Carras
Ίδρυμα Εικαστικών Τεχνών & Μουσικής Β και Μ Θεοχαράκη
B and M Theocharakis Foundation for the Fine Arts & Music
Τ: +3021 03611206 ext. 1040
F: +3021 03611349
E: ckarras@theocharakis-foundation.gr

Σημείωση:
Δεν είναι που το ποίημα συνδέεται με κάποιον τρόπο με την συναυλία.
Είναι που ήθελα να παρουσιάσω και τα δύο και τα έβαλα μαζί.

Thursday, January 24, 2008

'Ostrov' - 'Το νησί' του Λουγκίν


Από φόβο μην χάσει την ζωή του τολμά να αφαιρέσει την ζωή του άλλου. Από υπερβολική αγάπη για τον εαυτό του, πυροβολεί τον πλοίαρχο, για να σωθεί ο ίδιος, όπως τον προστάζει το γερμανός αξιωματικός. Ο χτυπημένος πλοίαρχος πέφτει στην θάλασσα.


O θερμαστής σχεδόν αλλόφρων δεν πιστεύει πως πράγματι πάτησε την σκανδάλη.



Ξυπνά πεσμένος μπρούμυτα σ’ ένα λασπότοπο όπου τον βρίσκουν και τον μαζεύουν οι καλόγεροι κάποιου παρακείμενου μοναστηριού.



Γίνεται ο θερμαστής του μοναστηριού. Μέρα νύχτα φτυαρίζει κάρβουνο μένοντας έξω από την Mονή, σ’ ένα μικρό νησί.
Κάθεται πάνω στα κάρβουνα, κοιμάται πάνω στα κάρβουνα, τρώει και πίνει εκεί.
Το βάρος του φόνου είναι αβάσταχτο στην καρδιά του. Δεν τον αφήνει στιγμή ήσυχο. Τον οδηγεί σε ανεξάντλητη μετάνοια και αδιάλειπτο προσευχή.



Δεν συναναστρέφεται τους άλλους μοναχούς από αίσθημα αναξιότητας που του συντρίβει το εγώ. Όχι μόνο τους αποφεύγει, αλλά με κάθε τρόπο προσπαθεί να τους απομακρύνει, να μην ασχολείται κανένας μαζί του. Κάνει χωρατά, φάρσες, μιλά παράξενα και παράλογα, φωνάζει, προσεύχεται τραγουδώντας, παίζοντας, είναι πάντα βρώμικος και ατημέλητος.
Το αποτέλεσμα είναι σχεδόν όλοι να τον παρεξηγούν και να τον αποφεύγουν. Παραπονούνται διαρκώς στον ηγούμενο για την σκανδαλώδη συμπεριφορά του.



Όμως η συντριβή της καρδιάς του ελκύει την Χάρη του Θεού που του παρέχει χαρίσματα να διαβάζει τις καρδιές των ανθρώπων, να θεραπεύει τους ασθενείς, να βλέπει πιο μακριά από το παρόν τους. Το αποτέλεσμα είναι, λίγο λίγο η φήμη του πάτερ Ανατόλιου, να εξαπλώνεται, και από διάφορα μέρη του κόσμου να τον επισκέπτονται άνθρωποι πονεμένοι που ζητούν την βοήθειά του.
Αυτός δεν δείχνει συνήθως το πραγματικό του πρόσωπο. Στους περισσότερους εμφανίζεται ως ο υπηρέτης του αγίου. Ακούει τους ανθρώπους και μετά μπαίνει μέσα σ’ ένα δωμάτιο και κάνει πως τάχα μιλά στον άγιο. Μετά, με άλλη φωνή απαντά στον εαυτό του και βγαίνει έξω να δώσει τις απαντήσεις.



Η χήρα πιστεύει πως άντρας της πέθανε στον πόλεμο, αυτός όμως είναι αιχμάλωτος σ' ένα στρατόπεδο και αργοπεθαίνει.




Στα ποικίλα περιστατικά διαγράφεται η ψυχοσύνθεση των ανθρώπων που προσφεύγουν για βοήθεια ζητώντας ένα θαύμα ή μια προφητεία και μόλις γίνει το θέλημά τους δεν είναι διαθέσιμοι να κάνουν καμιαά υποχώρηση σε ό,τι θεωρούν πολύτιμο και σημαντικό. Η ολιγοπιστία φαίνεται συνυφασμένη με τον φόβο μην χαθεί αυτό που ο άνθρωπος θεωρεί συμφέρον του, είτε αυτό είναι η δουλειά του, είτε τα ζώα του, είτε οι ιδεολογίες του. Όταν ο Ανατόλιος συμβουλεύει την χήρα να πάει στην Γαλλία και να βρει τον άνδρα της που την επισκέφτεται στον ύπνο της γιατί θέλει να την δει πριν πεθάνει, εκείνη δεν μπορεί να υποχωρήσει μπροστά στην ιδέα ότι θα επισκεφτεί ένα καπιταλιστικό κράτος και ότι για να κάνει ένα τέτοιο ταξίδι θα πρέπει να πουλήσει τα ζώα της.



Και ο πατήρ Ανατόλιος στο τέλος πάντα πονάει. Πονάει τον πόνο της μεγάλης αγάπης που σηκώνει τις αδυναμίες των ανθρώπων. Αυτόν τον πόνο που δεν απελπίζει, αλλά εντείνει την ελπίδα και φωτίζει ακόμα περισσότερο την καρδιά και τον νου.
Όταν ο πάτερ Ιώβ, αγανακτισμένος από την συμπεριφορά του, του εξηγεί γιατί τον αντιπαθεί, ο πάτερ Ανατόλιος ζητά συγχώρεση.




Όταν ο ηγούμενος πηγαίνει να φιλοξενηθεί στο καμαράκι του, ξαπλώνει αφού πρώτα βγάλει τις όμορφες μπότες του και στρώσει την ωραία του κουβέρτα πάνω στη σωρό με τα κάρβουνα. Ο ηγούμενος αισθάνεται πως αυτός ο άνθρωπος δεν είναι έτσι ακριβώς όπως δείχνει. Τον συμπαθεί χωρίς να ξέρει ακριβώς το γιατί. Καταμεσής της νύχτας ο Ανατόλιος κλείνει τον εξαερισμό, αφού σχίσει τις μπότες και τις πετάξει στη φωτιά. Έχει βάλει το μάνταλο στην πόρτα και ο ηγούμενος φοβάται πως θα πεθάνει από ασφυξία από τις αναθυμιάσεις. Σπάει το μάνταλο ο Ανατόλιος, βγαίνουν έξω και αφού χτυπά με μένος τον δαίμονα που είδε να φωλιάζει στην κουβέρτα του ηγουμένου την πετάει στη θάλασσα.




Στην αρχή ο ηγούμενος θυμώνει, αλλά μετά τα κααλαβαίνει όλα.



Είναι η στιγμή που ο π. Ανατόλιος αναρωτιέται γιατί διάλεξε αυτόν ο Θεός να ηγηθεί του μοναστηριού -κατ' ουσίαν. Γιατί αυτόν που έκανε φόνο και νιώθει τόσο δυσώδεις τις αμαρτίες του. Γιατί τον έκανε σχεδόν άγιο.




Προς το τέλος του έργου έρχονται προς αυτόν ένας πατέρας με την δαιμονισμένη κόρη του. Προσευχόμενος ο πάτερ Ανατόλιος εκβάλλει το δαιμόνιο και η γυναίκα θεραπεύεται.
Αποκαλύπτεται πως ο πατέρας του κοριτσιού είναι ο πλοίαρχος που κάποτε είχε πυροβολήσει και που τελικά είχε σωθεί, έχοντας τραυματιστεί ελαφρά στο χέρι.
Η καρδιά του Ανατόλιου, όπως λέει ο ίδιος, την στιγμή εκείνη γεμίζει αγγέλους.
Μετά από αυτό το περιστατικό, που φανερώνει πως "άδικα" τόσα χρόνια θρηνούσε για έναν φόνο που ποτέ δεν έκανε στην πραγματικότητα, δεν αλλάζει σε τίποτα την ζωή του.



Ενώ έβλεπε τόσον καιρό τα μυστικά της ζωής των άλλων, δεν είχε δει μέχρι εκείνη την ώρα πως ο πλοίαρχος ζούσε. Προσευχόταν διακαώς για την ψυχή του τεθνεώτος. Αυτή φαίνεται πως ήταν η αναγκαία πορεία της καρδιάς του. Ο Ανατόλιος, λοιπόν, συνεχίζει, όπως ακριβώς και πριν την αποκάλυψη, τον αγώνα του, την προσευχή του και την μετάνοιά του. Ο ηγούμενος του προτείνει να τον χειροτονήσει μεγαλόσχημο μοναχό. Εκείνος αρνείται.
Έρχεται η ώρα να πεθάνει. Μπαίνει μέσα στο φέρετρο. Ο πατήρ Ιώβ συναισθάνεται πως ο Ανατόλιος ήταν ένας άγιος άνθρωπος. Και τον ρωτά πώς να ζήσει.









Η μουσική είναι το τρακ Έρημος Ήχος, από το cd Εξορία του Κυριάκου Καλαϊτζίδη, εκδ. Εν Χορδαίς.

Tuesday, January 22, 2008

Περί Αγάπης από τον άγ. Μάξιμο τον Ομολογητή

λα΄
Όσπερ μνήμη πυρός ου θερμαίνει το σώμα, ούτω πίστις άνευ αγάπης
ουκ ενεργεί εις την ψυχήν τον της γνώσεως φωτισμόν.

νγ΄
Εάν θέλης της κατά Θεόν αγάπης μη εκπέσειν, μήτε τον αδελφόν αφής κοιμηθήναι λυπούμενον κατά σου, μήτε συ κοιμηθείς λυπούμενος κατ' αυτού
διαλλάγηθι τω αδελφώ σου, και ελθών πρόσφερε Χριστώ τω Θεώ τω συνειδότι
δι' εκτενούς της ευχής το δώρον της αγάπης.

ξα΄
Εγώ δε λέγω υμίν, φησίν ο Κύριος, αγαπάτε τους εχθρούς υμών, καλώς ποιήτε τοις μισούσιν υμάς, προσεύχεσθε υπέρ των επηρεαζόντων υμάς. Διατί ταύτα προσέταξεν;
Ίνα σε μίσους και λύπης και οργής και μνησικακίας ελευθερώση και του μεγίστου κτήματος της τελείας αγάπης καταξιώση, ην αμήχανον έχειν τον μη πάντας ανθρώπους εξ ίσου αγαπώντα κατά μίμησιν Θεού,
τους πάντα ανθρώπους εξ ίσου αγαπώντος και θέλοντος σωθήναι
και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν.

ξβ΄
Εγώ δε λέγω υμίν, μη αντιστήναι τω πονηρώ,
αλλ' όστις σε ραπίσει επί την δεξιάν σιαγόνα στρέψον αυτώ και την άλλην
και τω θέλοντί σοι κριθήναι και τον χιτώνα σου λαβείν, άφες αυτώ και το ιμάτιον
και τω αγγαρεύοντί σε μίλιον εν, ύπαγε μετ' αυτού δύο.
Δια τι;
Ίνα και σε αόργητον και ατάραχον διαφυλάξη και άλυπον,
κακείνον διά της σης ανεξικακίας παιδεύση και αμφοτέρους, ως Πατήρ αγαθός,
υπό τον ζυγόν της αγάπης αγάγη.

ξδ΄
Των παθών τα μεν εστί σωματικά, τα δε ψυχικά
και τα μεν σωματικά, εκ του σώματος έχει τας αφορμάς
τα δε ψυχικά, εκ των έξωθεν πραγμάτων.
Αμφότερα δε περικόπτει αγάπη και εγκράτεια,
η μεν τα ψυχικά, η δε τα σωματικά.

Αποσπάσματα από τα τετρακόσια κεφάλαια περί αγάπης του αγίου Μαξίμου του Ομολογητού, από την Φιλοκαλία, τόμος Β΄, εκδ. Αστήρ.
Εχθές 21 Ιανουαρίου γιόρταζε ο άγ. Μάξιμος ο Ομολογητής και με την ευκαιρία της εορτής του επέλεξα λίγα από τα κεφάλαια περί αγάπης που έχει συγγράψει,
με την παράκληση να παρακαλεί πάντα για μας στον Εύσπλαχνο Κύριο να μας διδάσκει με τρόπους που μόνο ο Ίδιος γνωρίζει της αληθινή αγάπη.
Δεν τόλμησα την μετάφραση από δέος προς το κείμενο και φόβο για την ανεπάρκειά μου, ελπίζοντας πως είναι αρκετά κατανοητά.
Η φωτογραφία είναι από τον ιερό ναό αγ. Παντελεήμονα Θεσσαλονίκης.

Monday, January 14, 2008

"Της Ανατολής τα χρώματα" στον Ιανό

Α΄ ΜΕΡΟΣ
Διάφανη βροχή
μουσική: Κυριάκος Καλαϊτζίδης
Οριένταλ Βαλς
μουσική: Κυριάκος Καλαϊτζίδης
Νύχτα
μουσική: Άλκης Ζοπόγλου
Το δικό μας
μουσική: Γιώργος Κοκκινάκης
Χελιδόνισμα
μουσική: Κυριάκος Καλαϊτζίδης
Το ταγκό της φωτιάς
μουσική: Κυριάκος Καλαϊτζίδης
Βουτιά η ζωή
μουσική: Βασίλης Βέτσος
Η μπαλάντα τ’ ουρανού
μουσική: Yurdal Tokcan
Της Χαλιμάς
μουσική: Ara Dinkjian
Θα ’ρθω
μουσική: Charbel Ruhana
Για σένα κλαίω
Αστικό τραγούδι της Πόλης και της Σμύρνης
Καροτσέρης
Αστικό τραγούδι της Πόλης και της Σμύρνης
Εξορία
μουσική: Κυριάκος Καλαϊτζίδης


Β΄ ΜΕΡΟΣ
Νιχαβέντ Σαζ Σεμάι
Σύνθεση του Meşud Cemil Bey
Χειμερινό Ηλιοστάσιο
μουσική: Γιώργος Κοκκινάκης
Αν τ’ αγαπάς ξανάρχονται
Παραμύθι της Βασιλικής Νευροκοπλή
Αποχωρισμός
μουσική: Γιώργος Κοκκινάκης
Διάφανη βροχή
μουσική: Κυριάκος Καλαϊτζίδης
Μοσκώφ Σελίμ
μουσική: Βασίλης Βέτσος
Τ’ αστέρι του εσπερινού
μουσική: Haig Yazjian
Στοιχιθείτε
μουσική: Θανάσης Τσίτσαρης
Γύρνα φτερωτή του μύλου
μουσική: Μάνος Χατζηδάκης
στίχοι: Federico Garcia Lorca, μτφρ. Νίκος Γκάτσος
Στης αγάπης τον τρελό ρυθμό
μουσική: Άλκης Ζοπόγλου

Όπου δεν αναγράφεται άλλο όνομα στιχουργού, οι στίχοι είναι της Βασιλικής Νευροκοπλή
........................................................................................................................................................................
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Το Βιβλιοπωλείο IANOS παρουσιάζει τη μουσική παράσταση Της Ανατολής τα χρώματα, το Σάββατο 19 Ιανουαρίου 2008, στις 22.00, στο café του βιβλιοπωλείου (Σταδίου 24).
Της Ανατολής τα χρώματα ... αποχωρισμός, νόστος, προσμονή...
η Βασιλική Νευροκοπλή στο τραγούδι
με τον Γιώργο Κοκκινάκη στο πιάνο
και τον Κυριάκο Καλαϊτζίδη στο ούτι
παρουσιάζουν συνθέσεις και τραγούδια των ίδιων, αλλά και των: Άλκη Ζοπόγλου, Βασίλη Βέτσου, Ara Dinkjian, Yordal Tokcan, Rshanben Rouhana και Haig Yazdjian σε στίχους της Βασιλικής Νευροκοπλή.
Συμμετέχει ο Θανάσης Τσίτσαρης στην κιθάρα και το τσέλο.
Η βραδιά θα μεταδοθεί ζωντανά από το ianosradio.gr
Είσοδος 10€
Ελάχιστη κατανάλωση 10€
Τηλέφωνο κρατήσεων: 2103217917 (7 203)
Άφιξη: 21.30.



.......................................................................................................................................

Της Ανατολής τα χρώματα

Ξημερώνει.
Της Ανατολής τα χρώματα κουβαλούν κάτι από τις Λάμψεις της Νύχτας που σβήνει.
Κάτι που ντύνεται τις απαλές ανταύγειες του Ήλιου της Νέας Ημέρας.
Ξημερώνει.
Της Ανατολής τα χρώματα φέρνουν μυρωδιές της πατρίδας μας.
Της χθεσινής πατρίδας που ντύνεται τον δρόμο του Σήμερα, του Αύριο, του Πάντα.
Χώρος και χρόνος η Ανατολή.
Μητέρα της πολύχρωμης ζωής μας γενά παιδιά
μνήμες μαβιές, ονείρατα χρυσά, βαθυκόκκινο φιλί, μια προσευχή γαλάζια.
Παιδιά τραγούδια που μας οδηγούν
στην παντοτινή Ανατολή, το ατελείωτο Τραγούδι, την Πατρίδα που όλους μας χωρά.



Η μουσική που ακούγεται τώρα στο μπλογκ ειναι του τούρκου ουτίστα Yordal Tokcan από το cd Bende Can και είναι το τραγούδι που στην συναυλία μας έχει τον τίτλο "Η μπαλάντα του ουρανού". Τα στιχάκια ια ανεβούν σε επόμενο ποστ.
Θα είναι μεγάλη μου χαρά και τιμή να σας δω στην συναυλία μας! Να εύχεσθε!

Saturday, January 12, 2008

Το 99% του Άρη Δαβαράκη

Οι αθώοι στις φυλακές έχουν βλέμμα διαυγές


Της ΝΑΤΑΛΙ ΧΑΤΖΗΑΝΤΩΝΙΟΥ


Στα 22 του, γνώρισε τον Χατζιδάκι. Στα 24, δούλευε στο Γ' Πρόγραμμα ως παραγωγός. Στα 25 του, ήταν στιχουργός και είχε ήδη στο ενεργητικό του την «Μπαλάντα των Αισθήσεων και των Παραισθήσεων», την «Πορνογραφία» ή την «Μπλανς Επιφανί», με τη μουσική του Χατζιδάκι. Λίγο αργότερα, αρθρογραφούσε στον «Ταχυδρόμο» και ήταν ο πρώτος face-controler στην πόρτα αθηναϊκού κλαμπ, του περίφημου «Εργοστασίου». «Μετά, την πάτησα κι εγώ. Εχω φάει πόρτα μέχρι και σε ένα κλαμπ της Καβάλας», λέει σήμερα γελώντας ο 55χρονος πια Αρης Δαβαράκης.


Τα επόμενα χρόνια συνέχισε να αρθρογραφεί σποραδικά και να δίνει στίχους σταθερά, συνυπογράφοντας μερικές μεγάλες επιτυχίες του Νικολόπουλου, της Ρεμπούτσικα (με διασημότερη την «Αλεξάνδρεια»), του Καλαντζόπουλου.


«Η ζωή, με όλα τα τρελά και παλαβά της, είναι κουκλάρα», λέει ο Αρης Δαβαράκης
Αλλά δεν ήταν όλα ωραία στη ζωή του. Πέρασε περιπέτειες, μια σοβαρή με την υγεία του, μια παράλογη με τη Δικαιοσύνη, που από μια παρεξήγηση τον οδήγησε 6 μήνες στις φυλακές του Κορυδαλλού, συγκρατούμενο τριών ακόμη ανθρώπων στα 15 τετραγωνικά του κελιού 58.

Στο κελί 58 διαδραματίζεται και το πρώτο του θεατρικό έργο, το «99%», που κάνει πρεμιέρα την Παρασκευή στο «Χυτήριο» και έχει ήρωες 4 συγκρατούμενους, οι οποίοι μια Κυριακή βράδυ περιμένουν το πρωινό της αποφυλάκισής τους. Το έργο γράφτηκε με προτροπή και ουσιαστική συμμετοχή της Ρουμπίνης Βασιλακοπούλου και του Νίκου Σούλη - γνωστός από τη σκηνοθεσία πολλών βίντεο-κλιπ, δοκιμάζεται κι αυτός για πρώτη φορά στη θεατρική σκηνοθεσία, στη σκηνογραφία και στους φωτισμούς.


Ας καλωσορίσουμε τον Τάκη Μόσχο (δεύτερο από δεξιά), που επέστρεψε έπειτα από χρόνια, για τον ρόλο τού «Δημήτρη». Η Ρουμπίνη Βασιλακοπούλου ερμηνεύει μια τρανσέξουαλ και το καστ συμπληρώνουν ο Γιώργος Τριανταφυλλίδης (αριστερά) και ο Περικλής Ασημακόπουλος
Το «99%» έχει μία ακόμη έκπληξη: την επιστροφή στη σκηνή τού Τάκη Μόσχου. Το καστ συμπληρώνουν η Ρουμπίνη Βασιλακοπούλου (στον ρόλο μιας τρανσέξουαλ), ο Περικλής Ασημακόπουλος και ο Γιώργος Τριανταφυλλίδης. Τα τραγούδια της παράστασης, ως «εσωτερικοί μονόλογοι των ηρώων», είναι σε στίχους του Δαβαράκη και μουσική του παλιού του φίλου (και συγκατηγορούμενου) Τάσου Μελετόπουλου.

Το «99%» ήταν για τον Δαβαράκη μια δημιουργική πρόκληση για την πλήρη επιστροφή σε μια υγιή καθημερινότητα, που περιλαμβάνει ακόμα την αρθρογραφία του (στο «Αρθρο»), τις εκπομπές του (στον «9,84»), το μπλογκ του («Πρόσωπα», το λέει, όπως το παλιό του περιοδικό). Περιλαμβάνει όμως και μια διαφορετική άποψη της ζωής, που ξέρει πια να χαίρεται με έναν εσπρέσο, με μια βόλτα, μ' ένα χαμόγελο, με την ύπαρξη του πλυντηρίου ρούχων και βέβαια με τις πρόβες, που «ήδη φώτισαν πράγματα που δεν είχα καν υποψιαστεί ότι υπήρχαν στο κείμενό μου...».

- Δηλαδή, έχει διαφορά ο τρόπος με τον οποίο ερμηνεύει ένας τραγουδιστής τον στίχο σας από τον τρόπο που ερμηνεύει ένας ηθοποιός το κείμενό σας;

«Μεγάλη. Ο τραγουδιστής κάνει έναν μονόλογο. Το θέατρο είναι ομαδικό και διαδραστικό παιχνίδι. Εκεί, όλα, οι ατάκες, οι παύσεις, οι μουσικές, οι γέφυρες, ένα κλικ, ένα χτύπημα του χεριού, δημιουργούν ένταση και ατμόσφαιρα».

- Για τη συγκεκριμένη ατμόσφαιρα, πώς δούλεψε ο Νίκος Σούλης; Στα βίντεο-κλιπ τουλάχιστον έχει high-tech σκηνοθετική ματιά.

«Κι όμως, έχει κάνει ακριβώς το αντίθετο. Δεν υπάρχει τίποτε τεχνολογικό. Ολα είναι εντελώς ανθρώπινα, κλασικά και συναισθηματικά».

- Και ο ρόλος τής τρανσέξουαλ, που την ερμηνεύει η Ρουμπίνη Βασιλακοπούλου;

«Ο "Σπύρος", ο μόνος αθώος από τους φυλακισμένους, είναι ένα πολύ ιδιαίτερο πλάσμα. Δεν είναι μονοσήμαντος. Η ζωή του δεν είναι μόνο το πεζοδρόμιο. Αγαπάει τη λογοτεχνία και τη μουσική και ονειρεύεται να γίνει συγγραφέας. Είναι ένας διανοούμενος, όπως ήταν ο Ταχτσής, κι όχι όπως είναι ένας σοβαροφανής, που θέλει με τα ρούχα και τη στάση του σώματός του να υπογραμμίσει ότι είναι καθηγητής πανεπιστημίου».

- «Σπύρους» έχετε συναντήσει στη ζωή σας;

«Οχι μόνον έναν. Υπήρξε ένας "Σπύρος" σε κάθε δεκαετία της ώριμης ζωής μου. Ο ρόλος έχει βέβαια στοιχεία κι από την εμπειρία μου στη φυλακή».

- Κι ολόκληρο το έργο;

«Ναι, αν και το θέμα αφορά κυρίως τις ανθρώπινες σχέσεις. Οταν κλείσει η μεταλλική πόρτα και δεν έχεις τρόπο διαφυγής, αρχίζεις και συνειδητοποιείς σιγά-σιγά ότι είναι απαραίτητο να επικοινωνήσεις με τον άλλον. Πρέπει να βρεις τον τρόπο, να ρίξεις μια γέφυρα και να συνεννοηθείς. Είναι σαν το crash-test ενός μαθήματος που αφορά και την καθημερινότητά μας. Αλλά εκεί μέσα δεν μπορείς παρά να το εφαρμόσεις».

- Τελείωσε η περιπέτειά σας;

«Εκκρεμεί το Εφετείο, τον Μάιο. Ηδη αθωωθήκαμε σε μια πρόσφατη δίκη. Φάνηκε ότι οι δικαστές κατάλαβαν πως δεν είμαστε ελέφαντες. Πέρασε η κακή συγκυρία και, για να επανέλθουμε στο πνεύμα της συζήτησής μας, ίσως για κάποιον λόγο έπρεπε να τα ζήσω όλα αυτά. Αλλά δεν θα 'θελα να μιλήσουμε για νομικά ζητήματα».

- Ηταν όμως μια πτώση;

«Στο Αγιον Ορος, όπου πάω συχνά, λένε ότι σημασία δεν έχει να πέφτεις, αλλά να σηκώνεσαι. Η φυλακή δεν ήταν, όμως, πτώση, γιατί δεν ήταν κάτι που δημιούργησα ή προκάλεσα εγώ. Αντίθετα, ένας αθώος στη φυλακή έχει καταπληκτικά διαυγές βλέμμα».

- Η ενδοσκόπηση που κάνατε εκεί, είχε σχέση με την ενδοσκόπηση στο Αγιον Ορος;

«Καμία. Ο εγκλεισμός είναι βάναυση διαδικασία. Δεν υπάρχει τίποτε σκληρότερο - εκτός ίσως από το να είσαι βαριά άρρωστος και να πονάς. Σε τρελαίνει η στέρηση της ελευθερίας. Σκεφτόμουν: "Αποκλείεται να είμαι εγώ σε έναν τόσο μικρό χώρο, με τη λεκάνη μέσα, το τραπέζι, την καφετιέρα, τα ξυριστικά, τα ρούχα, τα κρεβάτια και τις τηλεοράσεις 3 ακόμη ανθρώπων". Είχαμε ένα τόσο δα παραθυράκι με κάγκελα κι από πίσω άλλα κάγκελα, και βαθιά-βαθιά μπορεί να έπιανε το μάτι σου και 1-2 αστεράκια. Καθόμουν εκεί και σκεφτόμουν ότι παραπέρα είναι η πλατεία του Κορυδαλλού, όπου μπορείς να πιεις έναν εσπρέσο και να παραγγείλεις μια σοκολατίνα ή ένα τοστ. Θεωρούσα μυθικό ό,τι ήταν μέχρι τότε δεδομένο».

- Περάσατε λοιπόν στιγμές «τρέλας»;

«Για να μην κάνω τον Κλιντ Ιστγουντ, υπήρξαν στιγμές που έσπασα και έκλαψα. Δεν κράτησαν πολύ. Οι άνθρωποι είμαστε πολύ δυνατά ζώα. Τελικά, ανασυγκροτείσαι -οι καθημερινές διαδικασίες σε κρατούν σε εγρήγορση-, τηλεφωνείς στους φίλους σου. Καθόμουν ακόμα και δύο ώρες στην ουρά για να τηλεφωνήσω, να ακούσω μια φωνή απ' έξω να μου λέει "είμαι στην Υδρα ή στο σπίτι ή στη δουλειά". Κι έτσι, έφτιαχνα μια εικόνα και χαιρόμουν. "Κάποτε", έλεγα, "όλο αυτό θα τελειώσει και θα ξαναβρώ τους φίλους μου"».

- Και ήρθε η αποφυλάκισή σας. Μια τέτοια στιγμή, λίγες ώρες πριν από την αποφυλάκιση των 4 συγκρατουμένων, διαδραματίζεται και το έργο σας...

«Θεατρική αδεία, βέβαια, διότι τυπικά δεν μπορεί να συμβεί αυτό. Πάντως, ναι, ξημερώνει η ημέρα που 4 άνθρωποι, οι οποίοι έζησαν κάποια χρόνια μαζί σε ένα κελί, επιστρέφουν στις ζωές τους. Αλλοι δεν έχουν ζωές, άλλοι έχουν κι άλλοι θέλουν να τις αλλάξουν. Και εν τω μεταξύ έχουν αποκτήσει άλλα όνειρα. Γιατί, όλες εκείνες τις ατέλειωτες ώρες στη φυλακή, σκέφτεσαι και τα τρισεκατομμύρια ενδεχόμενα της ελευθερίας. Λες, π.χ., "αν ήμουν ελεύθερος, με τα τελευταία μου λεφτά θα πήγαινα στην Κούβα και θα καθόμουν να κοιτάζω τη θάλασσα"».

- Κι αυτό το 99% του τίτλου τι είναι;

«Είναι τα πάντα. Η πηγή κάθε αγαθού, το σύμπαν, εκεί απ' όπου προερχόμαστε κι όπου θα πάμε και απ' το μέρος όπου εκπορεύονται όλα τα καλά. Από το 99% έρχονται ένα χαμόγελο, ένα χάδι στο κεφαλάκι ενός παιδιού, αν κοιτάξεις κάποιον και χτυπήσει η καρδιά σου, αν κάνεις καλά έρωτα, αν σου 'ρθει μια καλή ιδέα ή μια καλή δουλειά, αν κολυμπάς κι αισθάνεσαι χαρούμενος. Το 1% είναι το υπόλοιπο, όλο αυτό το αποπνικτικά στενό που ζούμε. Κι όμως, πολλοί προτιμούν το 1% ενός τρισεκατομμυρίου σε cash κι αφήνουν το 99% για διάφορους ανόητους, που νομίζουν ότι υπάρχουν όσα λέω εγώ».


-Η καθημερινότητά σας συνδέεται με το 99%;

«Είναι ένας εσωτερικός αγώνας με πολλές πτώσεις, αλλά και γρήγορες ανακάμψεις. Δεν αφήνω τον εαυτό μου να γκρινιάζει, να μαυρίζει, να αποσύρεται, να ντρέπεται, να φοβάται και να θυμώνει. Οταν τον βλέπω έτσι τού λέω, "άι γαμήσου. Πάμε στο Λυκαβηττό να πιούμε ένα διπλό εσπρέσο". Κατεβαίνω μετά κανονικός άνθρωπος. Αυτές οι μικρές καθημερινές προκλήσεις της ζωής είναι η χαρά μου. Ακόμα και το να βάλω πλυντήριο ρούχων...».

-Οταν πρωτοσυναντήσατε τον Χατζιδάκι το 1977, σας αποκάλεσε «αστέρι του Εσπερινού». Τότε είχατε αναρωτηθεί γιατί δεν σας είπε «αστέρι της Αυγής»...

«Ημουν ψώνιο, όπως όλα τα νέα παιδιά που έχουν το ναρκισσισμό των 20 τους χρόνων. Θεώρησα ότι ο Εσπερινός είναι μελαγχολικός και σκοτεινός».

-Και εκ των υστέρων;

«Δεν ξέρω πώς του βγήκε τότε του Μάνου και το είπε, αλλά ο Εσπερινός έχει παίξει τεράστιο ρόλο στο χαρακτήρα μου και τη ζωή μου. Ξέρετε, χρόνια τώρα κάνω κάθε απόγευμα τον Εσπερινό μου. Εννοώ την Ακολουθία της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Την έχω μάθει απ' έξω και βρέξει - χιονίσει τη λέω όπου κι αν βρίσκομαι. Στη φυλακή έκανα τον Εσπερινό μου στον προαυλισμό. Πήγαινα γύρω γύρω και, όπως έμπαινε ο Μάρτης, σταματούσα μπροστά σε 2-3 δεντράκια ελπίζοντας να δω να σκάει στα φυλλώματά τους η άνοιξη. Και μια μέρα ήρθε στο κελί ένας φίλος και μου λέει "Ρε Αρη, όλοι λένε ότι παραμιλάς ή μιλάς στα δέντρα"».

-Θα ξαναγράφατε τώρα εκείνο τον στίχο από τον «Πωλητή Ιδανικών Στιγμών»: «Μονάχος χτίζω φυλακές, μονάχος δραπετεύω»;

«Οχι βέβαια. Γιατί τώρα έζησα την εμπειρία να μπω σε μια φυλακή που δεν την έχτισα μόνος μου και από όπου δεν μπόρεσα να δραπετεύσω».

-Πάντως τώρα είστε ξανά μπροστά σε καινούργια, δημιουργικά πράγματα.

«Γι' αυτό λέω ότι η ζωή, με όλα τα τρελά και παλαβά της, είναι κουκλάρα».



ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 11/01/2008




Κ Α Λ Η Ε Π Ι Τ Υ Χ Ι Α!!!!!!!!!!!!

Tuesday, January 8, 2008

"Στης αγάπης τον τρελό ρυθμό" - Μουσική: Άλκης Ζοπόγλου, Στίχοι: Βασιλική Νευροκοπλή



Στης αγάπης τον τρελό ρυθμό
λιώστε πόδια και παπούτσια
Στη φωτιά της κάψτε τον καημό
ν' αρχινήσουν τα τραγούδια

Στης αγάπης το λαμπάδιασμα
γίνε κάρβουνο και στάχτη
Σπίθα χόρεψε μες στον καπνό
και πυρπόλησε τον ουρανό.

Άσε τον πόνο, ξέχνα τη λύπη
το σιτάρι που 'θαψες βαθιά
σκάει στο χώμα, στον ήλιο ανοίγει
και στον κόσμο φέρνει τη χαρά.

Ξέχνα τη θλίψη, σβήσε το δάκρυ
το τραπέζι γέμισε ξανά
Όλα γιορτάζουν απ' άκρη σ' άκρη
το σκοτάδι φώτισαν κεριά.

Στης αγάπης το ξεφάντωμα
στείλε αγγέλους στα χωράφια
Στείλε γράμμα και στην ξενιτιά
τον ντελάλη μες στην αγορά

Και τον ξένο κάλεσε
τα παλιά κρασιά άνοιξε
Να μεθύσουν οι άγγελοι
ν' αγκαλιάσουνε τη γη.


Η σύνθεση αυτή, με τον τίτλο Beyoglou tango, συμπεριλαμβάνεται στο καινούριο cd που μόλις κυκλοφόρησε ο Άλκης Ζοπόγλου με τον τίτλο Elephant και έχει έναν ωραίο ελέφαντα για εξώφυλλο.

Είναι ένα από τα τραγούδια που θα ακούσετε στην συναυλία μας το Σάββατο 19 Ιανουαρίου στον Ιανό της Αθήνας, στις 10.00 το βράδυ. Όσοι ενδιαφέρεστε να έρθετε θα πρέπει να κλείσετε τραπέζι στο τηλ. 210 321 9717. Για όσους δεν μπορέσουν να έρθουν θα υπάρχει αναμετάδοση από το ραδιόφωνο του Ιανού: Ianosradio.gr. Στο επόμενο ποστ με το καλό θα σας έχω και την αφίσα και το δελτίο τύπου αναλυτικά και όλους τους ςσυντελεστές. Προς το παρόν.... ένα μεζεδάκι...

Sunday, January 6, 2008

Ρωμανός Μελωδός - Ύμνοι - Στα Άγια Θεοφάνεια



5
ΣΤΑ ΑΓΙΑ ΘΕΟΦΑΝΕΙΑ
....β΄Δεν περιφρόνησε ο Θεός τον άνθρωπο που ύπουλακυριεύτηκε μέσα στον παράδεισοκαι έχασε την θεοϋφαντη στολή.Γιατί ήρθε κοντά του και πάλι με θεϊκή φωνή καλείτον παραβάτη."Πού είσαι, Αδάμ; Από εδώ και πέρα μη μου κρύβεσαι.Θέλω να σε βλέπω.Και αν είσαι γυμνός, κι αν είσαι φτωχός να μη ντραπής,γιατί όμοιος έγινα με σένα.Μιας και δεν έγινες θεός, που το επιθυμούσες,ωστόστο Εγώ το θέλησα και άνθρωπος έγινα.Λοιπόν, πλησίασέ με και γνώρισε με για να πης"ήρθες, εφάνης, Συ,το Φως το Απρόσιτο.".......
ς΄
Θέλω να Σου παραχωρήσω τ' αξίωμα του Βαπτιστήγιατί αυτό Σου πρέπει.Αφού εγώ έχω ανάγκη να βαπτιστώ από Εσένα.Έρχεσαι όμως Συ σε μένα και προλαβαίνεις και ζητάςόσα να Σου ζητήσω θέλω.Από άνθρωπο τι ζητάς , Φιλάνθρωπε; Γιατί το κεφάλι Σουβάζεις κάτω από το χέρι μου; Αφού δεν μπορεί φωτιάνα βαστάηδεν ξέρει το φτωχό Πλούσιο να δανείζη.Τον Δυνατό τ' αδύνατο δεν Τον συναγωνίζεται.Στους κριματισμένους θα χρειαστεί που το 'χουν ανάγκη.Εσύ όντως είσαιτο Φως το Απρόσιτο........
θ΄Τώρα εφοβήθης, Βαπτιστή, και σε συγκίνησε τοπράγμα σαν μεγάλο. Κι όντως μεγάλο είναι.Και μεγαλύτερο απ' αυτό γνώρισε η συγγενής σου.Κοίταξε τη Μαρία και σκέψου πως Εκείνη μεβάσταξε.Μα θα μου πης: 'τότε το θέλησες'. Έτσι και τώρα θέλω.Μη διστάσεις, βάφτισέ με. Το δεξί σου χέρι μονάχαδάνεισέ μου.Κατοικώ στην ψυχή σου και όλον σε κατέχω.Πώς λοιπόν την παλάμη σου δεν μου δανείζεις;Μέσα κι έξω σου είμαι, γιατί μ' αποφεύγεις;Στάσου και κράτατο Φως το Απρόσιτο.........
ιζ΄Δεν λέω πια τα ίδια σαν και πριν: "δεν λύνω το λουρίτων παπουτσιών Σου".Γιατί να, απ' τα πόδια στο Κεφάλι προχωράω.Δεν πατάω πια τη γη αλλά τον ίδιο τον ουρανό, γιατίαυτά που κάνω είν' ουράνια.Μάλλον δε και τα ουράνια ξεπέρασαν. Αφού αυτάβαστάνε,μα δε βλέπουν Αυτόν που βαστάνε. Εγώ όμως τώραβλέπω και βαφτίζω.Εφραίνου ουρανέ και σκίρτα γη.Αγιασθήτε πηγές των νερών.Γιατί εφάνηκε και όλα μ' ευλογίες τα γέμισε,όλους τους φωτίζειτο Φως το Απρόσιτο.

6ΣΤΟΝ ΠΡΟΔΡΟΜΟ ΣΤΟ ΒΑΠΤΙΣΜΑ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΑΔΑΜ
.......
ιη΄Τραγούδησα τον ερχομό Σου. Ένα σημάδι δείξε μουδικό Σου.Από τα πάθη τα κρυφά καθάρισέ με, γιατί οι μυστικέςμε καταστρέφουνε πληγές μου.Στείλε αθέατα στην κρυμμένη πληγή μου το αόρατοφάρμακο.Προσπέφτω, Σωτήρα, σε Σένα όπως η γυναίκαη αιμορροούσα,πιάνω κι εγώ την άκρη του φορέματος και λέω:"Και μονάχα να το κρατήσω, θα σωθώ".Μην αφήσης, λοιπόν, να πέσω έξω στην πίστη μου,Εσύ, Γιατρέ των ψυχών.Ξεσκεπάζω την πληγή να με γιατρέψης. Εσύπου φάνηκες κι εφώτισες τα πάντα.


Επιλογή στρφοών από το βιβλίο: "Ύμνοι" Ρωμανού του Μελωδού, εκδ. Αρμός, απόδοση στα Νέα Ελληνικά Αρχιμανδρίτης Ανανίας Κουστένης.
Άγιε Ρωμανέ να εύχεσαι για μας να μας φωτίζει ο Θεός κι εσύ π. Ανανία να μας δίνεις την ευχούλα σου που πολύ σ' ευχαριστούμε που έφερες τόσο κοντά μας τον μεγάλο ποιητή και τον έκανες, Ρωμανό μας.

Wednesday, January 2, 2008

Ο άγγελος της Πρωτοχρονιάς


Το ρολόι χτύπησε δώδεκα. Ήταν μεσάνυχτα.
Δεκάδες φωτοβολίδες υψώνονταν να φιλήσουν τα σύννεφα που πλανιόνταν στο παγωμένο ουρανό, μα λίγο προτού τ’ αγγίξουν καίγονταν και καπνός επέστρεφαν στη γη.
Η νύχτα μηνούσε στους ξενύχτηδες πως για ένα φιλί δεν αρκεί ή τόλμη, μα θέλει συντροφιά την αρετή. Πήρε, τότε, η νύχτα από το θρόνο του το φεγγάρι και το οδήγησε σ’ ένα φτωχικό καλύβι. Το παρακάλεσε να χύσει όλο το γλυκό του φως στο παραθύρι του.
Έπρεπε τη βραδιά αυτή την ξεχωριστή να μάθουν αυτοί που ξαγρυπνούσαν, πού έσμιγε η τόλμη με την αρετή, και ποιο θα ήταν το μοναδικό φιλί που εκείνη την παγερή Πρωτοχρονιάτκη νύχτα θα δεχόταν ο ουρανός.
Το φεγγάρι τους βρήκε καθισμένους πλάι πλάι.
Αυτή, ακουμπούσε το κάτασπρο κεφάλι της πάνω στο κυρτό τόξο της ζωής του, που κάποιοι το ονομάζουν καμπούρα. Αυτός της ζέσταινε τα χέρια, τα σημαδεμένα απ’ τις ανάγκες της ζωής. Φωτίστηκαν, τότε, τα γέρικα μυαλά κι άρχισαν ν’ αναθυμούνται τα παλιά.
- Θυμάσαι, πώς σφύριζες το σούρουπο για να βγω από το πατρικό μου να παίξουμε κρυφτό;
- Μμμ… θυμάμαι, πώς δε θυμάμαι, ξεχνιούνται αυτά; Σαν όνειρο μου φαίνεται…, είπε ο παππούς και βυθίστηκε στο όνειρο το παιδικό.
- Για σφύριξε λίγο, μπορείς; τον παρακάλεσε.
Και πάνω που ο παππούς προσπάθησε πάλι να σφυρίξει, τον έπνιξαν τα γέλια καθώς ένιωσε τον αέρα να ψάχνει το σωστό δρόμο, σκοντάφτοντας πάλι και πάλι στις κουφάλες των δοντιών του.
- Ξεμωραθήκαμε, μελένια μου, της είπε.
Ήταν τα μάτια της διάφανο μελί.

Σουρούπωνε, και πάνω που ο αέρας γυροβολούσε τις μυρωδιές των γιασεμιών, ένας δαιμονισμένος ήχος έσπαζε τη σιωπή. Άρχιζαν τα σφυρίγματα. Ο Κώστας, σφύριζε έξω απ’ το σπίτι της Γεωργίας και μόλις αυτή ξεπρόβαλε, έτρεχαν στο χαμηλό μπαλκόνι του Νίκου και μετά στου Αλέξη, στης Όλγας, στου Μήτσου, ώσπου η παρέα να συμπληρωθεί.
-Πέντε, δέκα, δεκαπέντε, είκοσι, εικοσπέντε…
Μελένιες αχτίδες διαπερνούσαν από τα μάτια της τους τοίχους και τους έβρισκε όλους με το πρώτο. Όλους τους έβρισκε, δίχως να το κουνήσει ρούπι από τη θέση της. Όλους, εκτός από τον Αλέξανδρο, γιατί αυτόν τον είχε στην καρδιά της κι ας μην το ήξερε.
- Άντε, φτάνει τόσο, ώρα για ύπνο, πώς θα ξυπνήσετε αύριο για το σχολείο, φώναζαν οι μανάδες απ’ τα παραθύρια και πάσχιζαν να μαζέψει η καθεμιά τα παιδιά της.
Πάσχιζε κι ο δάσκαλος, το πρωί, να συμμαζέψει τα μυαλά που δεν σκέφτονταν παρά τις καινούριες κρυψώνες για το βραδινό τους παιχνίδι. Πίσω απ’ το βαρέλι του κυρ Ανέστη, μέσα στον αχυρώνα του κυρ Κώστα ή μήπως καλύτερα μέσα στην κουφάλα του γερο πλάτανου; Οι τιμωρίες έδιναν κι έπαιρναν κι έσκαζε η Όλγα που ήταν τόσο ζωηρός ο Αλέξανδρος και τον έβαζε ο δάσκαλος να στέκεται όρθιος στη γωνία, με το ένα πόδι σηκωμένο. Ράγιζε η καρδιά της, όταν κοιτούσε τα ματωμένα του δάχτυλα που αυστηρά τιμωρούσε η βέργα του. Έτρεχε στο διάλειμμα να του τα σκουπίσει με το μαντήλι της, ενώ αυτός παρίστανε τον άντρα. Στεναχωριόταν η μάνα της σαν έβρισκε ματωμένο το μαντήλι κι απορούσε που η μύτη της κόρης της άνοιγε τόσο συχνά στο σχολείο.

Το βλέμμα των παππούδων έπεσε στο μπαστούνι που κρεμόταν στον τοίχο. Όλο παραπονιόταν για τα αρθριτικά του που τα χειροτέρευε η υγρασία του σπιτιού.
- Αχ, βρε πατέρα, ο Θεός να σ’ αναπαύσει, είπε, κοιτώντας το ιερό κειμήλιο, που κρατούσε απ’ τον πατέρα της η κυρά Όλγα.
Το μπαστούνι λησμόνησε τα αρθριτικά του στη στιγμή κι άρχισε να μουρμουρίζει πως ο γάμος ήταν βιαστικός, πως αν δεν τελείωναν κι οι δυο τους το σχολείο δεν είχε στεφάνι, πως στο τέλος τέλος αφού τα ’χε κιόλας συμφωνήσει μια χαρά με τον πατέρα του Νικόλα του ψαρά.
- Ήτανε Πρωτοχρονιά σαν και δαύτη, είπε ο μπαρμπα Αλέκος. Αφήσαμε τη γειτονιά να μεγαλώνει και πήραμε τα μάτια μας παίρνοντας μαζί όρκο να μείνουμε για πάντα παιδιά, έτσι όπως το ’λεγε πάντα ο ζητιάνος της αγια Μαρίνας: Παιδάκια μου, αν αγαπιέστε να παντρευτείτε, αλλά να μη γίνετε κόσμος, να μείνετε για πάντα παιδιά.

Έγειραν τ’ άσπρα κεφάλια να στηριχτούν το ένα στο άλλο, τη στιγμή που μια φεγγαραχτίδα φώτισε απ’ τη μισάνοιχτη πόρτα το μέσα δωμάτιο. Μια κούνια σκεπασμένη αστραποβόλησε κι έφερε στ’ αφτιά τους το κλάμα ενός μωρού, που δεν πρόλαβε να μεγαλώσει.
- Μπορεί και να γιορτάζαμε την Πρωτοχρονιά με τα εγγόνια μας σήμερα, να μας τραγουδούσαν τα κάλαντα, μονολόγησε ο παππούς.
- Μπορεί κι ο γιος μας να μη τα ’βλεπε ποτέ να μεγαλώνουν τον παρηγόρησε η γριά.
Έπειτα, το ’νιωσαν καλά σαν και τόσες άλλες φορές, πως αν είχαν τον γιο τους, θα ’ταν όλη η αγάπη τους γι’ αυτόν και ίσως τότε να μίκραινε η ψυχή τους. Γιατί, μετά από κείνη την καταχνιά, όλα φωτίστηκαν περίσσια.
Τα χέρια τους χάιδεψαν πολλά κακορίζικα ξυρισμένα κεφαλάκια και τα λόγια τους ήτανε πάντοτε στοργικά αντίδοτα στη δυστυχία των παιδιών που δεν ήτανε δικά τους.
-Καλημέρα θεια Όλγα! Να σας έρθουμε στο σχόλασμα;
Έτσι ξεκινούσε η κάθε μέρα τους σαν τα παιδιά της γειτονιάς περνούσαν μπροστά από το καλύβι για να πάνε στο σχολείο.
Το απόγευμα, έλεγε, τάχα σοβαρός, ο κυρ Αλέξανδρος:
-Θα διαβάσετε πρώτα τα μαθήματά σας, ύστερα θα σας πω το παραμύθι κι μετά θα συνεχίσουμε τη ζωγραφιά στην κουζίνα.
Σηκώθηκαν τα κουρασμένα κεφάλια και κοίταξαν τους τοίχους της κουζίνας. Δεν υπήρχε ούτε μια γωνίτσα που να μην ήταν ζωγραφισμένη από τα παιδιά.
Σπίτια, άνθρωποι, δέντρα, ουρανοί, θάλασσες, βουνά, όνειρα, όνειρα, ψυχές αποτυπωμένες στο γαλάζιο, το κόκκινο, το κίτρινο, το λαχανί.
Ψυχές που μιλούσαν, γελούσαν, έκλαιγαν, τραγουδούσαν, τσακώνονταν και πάλι μόνιαζαν. Οι ψυχές που συντρόφεψαν μια ζωή ολάκερη τους δύο γέροντες.
- Πώς περίμενα κάθε νύχτα να έρθω κοντά σου να πλαγιάσω, να σου εμπιστευτώ τα μυστικά της μέρας, να μου χαρίσεις τα δικά σου, είπε ο παππούς.
- Πώς περίμενα την στιγμή που όλα θα γίνονταν αγάπη και συγχώρεση στο αγκάλιασμά μας, είπε η γιαγιά.
Χαμήλωσαν πάλι τα κεφάλια.
Πόσες φορές η ζωή δεν πήγε να τους μπερδέψει, να τους χαλάσει, να χτίσει τοίχους ανάμεσά τους. Πόσες φορές δεν κινδύνεψαν να χαθούν στην ομίχλη της καθημερινής μέριμνας. Μα πάντα σώζονταν. Πάντα κατέληγαν μαζί γιατί κατάφεραν να μείνουν παιδιά. Παιδιά, που όταν το ένα γκρέμιζε το άλλο έχτιζε. Παιδιά που όταν το ένα έπεφτε, το άλλο έτρεχε και σκούπιζε με το μαντήλι του το αίμα.

- Είσαι σίγουρη πως θα ’ρθει σήμερα; Ρώτησε ο μπαρμπα Αλέξανδρος.
- Μου το ’πε καθαρά ψες βράδυ ο άγγελος. Τον είδα ολοζώντανο στον ύπνο μου, απάντησε με βεβαιότητα η κυρά Όλγα, και γονάτισε αμέσως μπροστά του όπως έκανε κάθε βράδυ, για να του ζητήσει συγχώρεση για τις πίκρες που του έδωσε τη μέρα που πέρασε.
Κι εκείνος την σήκωσε, και τη φίλησε στο μέτωπο. Έπειτα, έπεσε με τη σειρά του μπροστά της. Πάνω που πήγε εκείνη να τον ανασηκώσει τους βρήκε ο άγγελος.
Σήμαναν μεσάνυχτα.
Ο άγγελος γυρνούσε σ’ όλες τις άκρες του ουρανού να βρει τη δεύτερη ψυχή, μα δεύτερη ψυχή δεν έβρισκε.
Τρομαγμένος αγκάλιασε τη μία και μοναδική ψυχή και πέταξε ψηλά.
Προτού προλάβει ν’ απολογηθεί για το μυστήριο, η ζυγαριά ζύγιζε της ψυχής τα βάρη.
Κι έσκαζε ο διάολος. Ευφραίνονταν ο Κύριος. Απορούσε ο άγγελος.

- Πού να ’βρεις δεύτερη ψυχή, έξω απ’ αυτή, αφού η μία είναι τόσο αξεχώριστα πλεγμένη με την άλλη, είπε ο Κύριος στον άγγελο.
- Πώς να περισσέψει διάβολε, το κακό του ενός, αφού γίνονταν αρετή στην αγάπη του άλλου, είπε μετά στον διάβολο.
Και λέγοντας αυτά, πήρε ο Θεός με ευλάβεια την ψυχή τους και την έβαλε πλάι σε μια μικρή παιδική ψυχούλα που χρόνια τους περίμενε και δεν την χόρτασαν.

Στο αγκάλιασμά τους τρεις αστραπές φιλήθηκαν κι έβρεξε έλεος στη γη.

Το διήγημα 'Ο άγγελος της Πρωτοχρονιάς' δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Πανδοχείο τον Ιούνιο του 2001.