Αν περιμένεις λεωφορείο στην αφετηρία του, έχεις πολλές ελπίδες μια βροχερή μέρα με πολλή κίνηση να βρεις ένα κάθισμα, αν περιμένεις σε μια οποιαδήποτε άλλη στάση οι ελπίδες να βρεθεί κενή καρέκλα είναι μηδαμινές. Μα καλύτερο απ' όλα είναι να προλαβαίνεις αυτό που δεν πρόλαβε ο άλλος για να μπορείς να του το δώσεις, όταν το έχει μεγαλύτερη ανάγκη από σένα.
Η ηλικιωμένη γυναίκα με δυσκολία ανεβαίνει το σκαλί του λεωφορείου υποβοηθούμενη από τον νεαρό συνοδό της. Της δίνω την καρέκλα μου και μ' ευχαριστεί ξανά και ξανά κοιτάζοντάς με βαθια στα μάτια. Από τη στιγμή αυτή δεν μπορώ να πάρω τα δικα μου από πάνω της. Στο πρόσωπό της είναι συμπυκνωμένη όλη η εγκαρτέρηση του κόσμου. Η μακρυά διαδρομή θα την ξεδιπλώσει σαν τραπουλόχαρτα που ανοίγουν ένα ένα σ' ένα παιχνίδι γεμάτο εκπλήξεις χωρίς νικητές και ηττημένους, αλλά μεγάλους παίχτες, αγωνιστές επάξιους του ονόματός τους. Η κυρία Σταυρούλα, άγνωστή μου πριν από ένα λεπτό, θα γίνει γνωστή και αγαπημένη οσο κι ένα σύμβολο απιαστο για τα δικά μου μέτρα.
"Τα πόδια μου δε με κρατούν, τα χέρια μου έχασαν τη δύναμή τους" επαναλαμβάνει δυο τρεις φορές, "ευτυχώς που έρχεται μαζί μου ο εγγονός μου και με βοηθά". "Τι έκαναν αυτά τα χέρια κι αυτά τα πόδια άραγε..." της λέω χαμογελώντας. Κουνά το κεφάλι, βουρκώνουν τα καστανά της μάτια. "Ο γιος μου, ο Νίκος, έπαθε εγκεφαλική αιμορραγία, πενηντατεσσάρων χρονών, με δυο γιους, δουλευταράς, μια ζωή απ' το πρωί ως το βράδυ στη δουλειά, τώρα, δόξα τω Θεώ, περπατά, πηγαίνει τουαλέτα, μα έξω δε θέλει με τίποτα να βγει. Του κλείνουμε ραντεβού στο γιατρό, αλλά δεν πάει. Εγώ τον έχω..." "Η γυναίκα του;" "Άστα, άστα..." Με ξανακοιτά βαθια στα μάτια. Αποφασίζει να μ' εμπιστευθει. "Έφυγε την πρώτη μέρα της αρρώστειας. Άφησε και τα παιδιά κι έφυγε. Μα είναι μεγάλος ο Θεός, είναι πολύ μεγάλος. Τώρα ήρθε η εικόνα της Παναγίας της Ιεροσολυμίτισσας, εγώ γι' αυτό κατέβηκα. Πήγα κι αγόρασα μια φανέλλα του Νίκου, να πάω στην εικόνα της Παναγίας, να τη σταυρώσω πάνω της, να βοηθήσει το παιδί μου". "Ο άντρας σας;" "Πέθανε πενήντα χρονών, τώρα θα ήταν εβδομήντα... Δεν πήρα ούτε μία δραχμή σύνταξη, του έλειπαν εβδομήντα πέντε ένσημα, βγήκα στη δουλειά, ό,τι θέλεις έκανα, τα μεγάλωσα τα παιδά μου, τα πάντρεψα... Παιδί μου, μεγάλη υπόθεση ο άντρας, πολήυ μεγάλη! Πόσα παιδιά έχεις;" Η ερώτηση με ξαφνιάζει για τη βεβαιότητά της. "Δύο κόρες", απαντώ "και έναν καλό άντρα" "Αυτό δε χρειάζεται να μου το πεις, φαίνεται ότι έχεις καλό άντρα, παιδί μου, φαίνεται" και κουνά πάλι το κεφάλι. "Πώς σας λένε;" "Σταυρούλα" "Εμένα Βασιλική... Με τέτοιο όνομα αναμενόμενο ήταν να έχετε μεγάλους σταυρούς" της λέω και την ίδια στιγμή το μετανιώνω. "Έχει ο Θεός, παιδί μου, θα σου ανάψω ένα κεράκι κι εσένα στην Παναγία που θα πάω να σταυρώσω τη φανέλλα του Νίκου" Λίγο για να μη μ' έχει κι εμένα έννοια, λίγο γιατί κατάλαβα πως θα χαιρόταν της λέω πως ο πατέρας μου είναι ιερέας. "Να του πεις για τον Νίκο, να εύχεται" "Εντάξει, θα του πω" "Τ' άφησε η μάνα τα παιδιά, δε θέλουν ούτε τη λέξη "μάνα" ν' ακούσουν, τα μεγάλωσα, τους έδωσα το από κάτω σπίτι και το πάνω που μένω εγώ, είναι καλά παιδιά τα εγγόνια μου, κι όταν έρχεται η κόρη μου ερχόμαστε εδώ στη Μονή Βλατάδων, αλλιώς δε με βαστούν τα πόδια, πάω στους Αγίους Αναργύρους που είναι δίπλα μου. Μα όταν κάνω κόλλυβα της λέω να με φέρνει εδώ, εδώ είναι πολύ ωραία, ερχόμουν κάθε Σάββατο κάποτε. Έχει ο Θεός, έχει, πονάω κάθε μέρα, κλαίω κάθε μέρα, αλλά έχει ο Θεός, ξέρει, Αυτός ξέρει για όλους μας..."
Φτάνουμε στη στάση των Αγίων Αναργύρων, έρχεται ο εγγονός της που κουβαλά τα ψώνια, της απλώνει το χέρι. Σηκώνεται αργά, πολύ αργά και βαριά. "Σας παρακαλώ" φωνάζει προς τον οδηγό "μη βιάζεστε, λίγο περιμένετε" Εκείνος περιμένει. Κατεβαίνει και του φωνάζει απ' το δρόμο "Σας ευχαριστώ, σας ευχαριστώ πολύ". Με κοιτάζει και μου κουνά το χέρι. Το κουνώ κι εγώ. Το κουνώ και χαμογελώ. Η κυρία Σταυρούλα δεν μπορεί να χαμογελάσει, δεν μπορεί, αυτό δεν γίνεται. Κι όμως έχει ένα μόνιμο χαμόγελο που θαρρείς έχει βρει μια μόνιμη θέση που δεν αλλάζει με τίποτα. Δεν είναι θλιμμένο το πρόσωπό της, είναι γλυκό, συγκαταβατικό και αστραφτερό. Ναι, αστράφτει. Γιατί το λευκό της πρόσωπο, αυτό το πρόσωπο το γεμάτο εγκαρτέρηση πράγματι αστράφτει μ' ένα φως που βγαίνει απευθείας από τους τόσους σταυρούς που κουβαλά. Από το ίδιο το όνομά της.
No comments:
Post a Comment
Σχόλια