Labels

Thursday, August 18, 2011

Ο Ιούλιος Βερν 1828 - 1905 και "Ο Ναυαγός της Κυνθίας" 1885



Επιτέλους! Έφθασα στην κατάλληλη ηλικία να διαβάσω Ιούλιο Βερν! Πολλοί θα πουν, καλά τώρα άρχισες να διαβάζεις τον πλέον κλασικό συγγραφέα των εφηβικών μας χρόνων; Ντροπή ξεντροπή, αυτό έτσι είναι. Στην δική μου περίπτωση υπάρχει μια αντίστροφη ανάπτυξη. Ηλικιακά διαρκώς κατεβαίνω... και δεν έχω και κανένα ψυχολογικό ζήτημα μ' αυτή μου την αναποδιά, το ομολογώ με θάρρος. Εξάλλου, δεν το κάνω εγώ, μόνο του γίνεται.
Ξεκίνησα λοιπόν, από τον Ναυαγό της Κυνθίας, ένα βιβλίο που ο Ιούλιος - τι όνομα θαυμάσιο κι ας το φέρει ακόμα και ο Καίσαρ -, γράφει στην ώριμη, καθώς λέγεται, ηλικία των εξήντα. Μαγεύτηκα από την τεχνική του ικανότητα, συγκινήθηκα πολύ από τη μεγάλη του ευαισθησία. Φτάνοντας στις τελευταίες σελίδες δεν άντεχα άλλο, ειχα λιώσει. Το έβαλα στην τσάντα μου και πήρα το λεωφορείο να κατέβω στο λιμάνι να περπατήσω λίγο και να το τελειώσω εκεί που του έπρεπε. Κάθισα στο παλιό λιμάνι που το έχουν ανακαινίσει ωραιότατα, πάνω σε κάτι σαν κάβο, κι αφού κάπνισα ένα τσιγάρο, το άνοιξα και το τελείωσα. Με τα μάτια γεμάτα αρμυρό νερό έμεινα να κοιτάζω τη θάλασσα και να σκέφτομαι τον Ναυαγό και τον Ιούλιο.
Είναι η ιστορία ενός παιδιού που έξι μηνών βρίσκεται μαζί με τη μητέρα του σ' ένα ακατανόητο ναυάγιο και την αποχωρίζεται μυστηριωδώς πλέοντας δεμένο πάνω σ' ένα σωσίβιο για να το βρει λίγο μετά και να το σώσει ένας φτωχός ψαράς που έχει άλλα δύο παιδιά και το κρατά για να το μεγαλώσει σαν παιδί του. Ένα παιδί που διαφέρει στα φυλετικά χαρακτηριστικά του ολοφάνερα από όλους τους υπόλοιπους, που η φιλομάθειά του και η καλή καρδιά του γρήγορα το κάνουν να ξεχωρίσει στο σχολείο, όπου τυχαίνει να έχει έναν εξαιρετικό δάσκαλο. Κάποτε ξεκινά η ανίχνευση του μυστηρίου της υπάρξεώς του και αφού μαθαίνει πλέον την παράξενη ιστορία του αρχίζει με πάθος να αναζητά τα ίχνη της οικογένειάς του, που δεν είναι καθόλου βέβαιο πως μετά από εκείνο το ναυάγιο υπάρχει ακόμα.
Το μυθιστόρημα αυτό είναι ένα υψηλό έργο τέχνης. Μεγάλη η μαστοριά του συγγραφέα του. Εκεί που σε οδηγεί στο αποκορύφωμα της αγωνίας ή της συγκίνησης, σου δίνει μια γερή δόση περιγραφών που γειώνουν τη συναισθηματική σου φόρτιση. Εκεί που περιμένεις τη λύση, κάνει την ανατροπή. Σε ξαφνιάζει διαρκώς, σε κάνει να κρέμεσαι από κάθε λέξη, να χάνεις τον ύπνο σου πλάθοντας σχεδόν υποχρεωμένος τη δική σου συνέχεια. Δεν υπάρχει τίποτα γραμμένο στην τύχη. Στο τέλος μένεις έκθαμβος απ' αυτό που ονομάζουμε "κουμπώματα". Όλα κουμπώνουν, όλα κάνουν τον κύκλο τους και δε μένει τίποτα να αιωρείται εκκρεμές. Πλήθος ακριβείς ιστορικές, γεωγραφικές και ναυτικές πληροφορίες που όχι μόνον δεν κουράζουν, αλλά εισχωρούν στο δίχτυ της περιπέτειας με δόσεις θαρρείς μετρημένες με μεζούρα, τόσες όσες αντέχεις για να μη χάσεις τη ροή των γεγονότων.
Σηκώθηκα πρωί πρωί σήμερα να διαβάσω τη βιογραφία του. Το πρώτο από τα πέντε παιδιά - να και κάτι κοινό σκέφτομαι, μιας κι εγώ είμαι ένα από τα πέντε παιδιά του πατέρα μου, αλλά το τρίτο, όχι το πρώτο- του εφοπλιστή πατέρα του -καμία σχέση εδώ μ' εμένα- που προόριζε τον πρωτότοκό του για συνεχιστή της επιχείρησης. Ο Ιούλιος λατρεύει τη θάλασσα, θέλει να γίνει ναυτικός, αλλά όχι και να αναλάβει το ναυτιλιακό γραφείο. Κι επειδή η τέχνη είναι αυτό το μαγικό υποκατάστατο της ζωής που συνήθως γεννιέται μέσα από ένα έλλειμα ή ένα τραύμα, ο Ιούλιος αρχίζει να γράφει προκειμένου να ταξιδεύει διαρκώς, μιας και ο αυστηρός πατέρας του τού απαγορεύει τα ταξίδια. Στο Παρίσι όπου πηγαίνει για Νομικά γνωρίζει και συνδέεται με τον Βίκτωρα Ουγκώ και τον Αλέξανδρο Δουμά, πατέρα και υιό. Τα περισσότερα έργα του τα δημοσιεύει σε συνέχειες σε περιοδικά της εποχής. Είναι ασυγκράτητος. Το έργο του είναι πράγματι τεράστιο, ασύλληπτο σε όγκο στα μάτια μας. Σχεδόν κάθε χρονιά έχει δύο ή και τρία βιβλία. Πολλές από τις μηχανές που γεννά η φαντασία του προκειμένου να προχωρήσουν οι ιστορίες του δε θ' αργήσουν να πραγματοποιηθούν χρόνια μετά. Κατάφερε εν ζωή να γίνει παγκοσμίως γνωστός και να μεταφραστεί σε πάρα πολλές γλώσσες, ζώντας αποκλειστικά και πλούσια από τα βιβλία του. Άθλος! Στο τέλος της ζωής του και αφού έχει κάνει το γύρο του κόσμου άπειρες φορές γράφοντας, μένει κωφός και τυφλός. Τι παράξενη που είναι αυτή η παλαβιάρα ζωή και πώς σε χτυπά αργά ή γρήγορα στην αχίλλειο πτέρνα σου... αλλά τι να πεις; Τι άλλο μπορείς να πεις παρά να υποκλιθείς μπροτά το μεγαλείο του ταλέντου, της δουλειάς, της αφιέρωσης ενός ανθρώπου σ' αυτό που η ίδια η ζωή τον έταξε. Όλα τα υπόλοιπα είναι Αλλουνού δουλειά και σίγουρα έχει τους λόγους Του...


Wednesday, August 17, 2011

H Amy, η Φλέρυ και η δασκάλα μου στο τραγούδι Αναστασία Κουμπάκη


Στίχοι: Μιχάλης Μαρματάκης - Μουσική - Τερμίτες- Μιτζέλος - Σπουρόπουλος - Μαχαιρίτσας - Κιρκιλής Ερμηνεία Φλέρυ Ντανωνάκι, από το άλμπουμ "Τσιμεντένια τρένα" 1986

Κάθε πρωινό ξυπνώ με κάτι...
Ψίθυρο, άρωμα, εικόνα, σκέψη, αχτίδα ονείρου...
Σήμερα ξύπνησα με την Amy, κάτι απ' τη φωνή, κάτι απ' την εικόνα αυτού του σπάνιου αποδημητικού πουλιού... Κατέβηκα στο γραφείο μου, άνοιξα τον υπολογιστή. Την άκουσα πάλι και πάλι, την είδα ξανά και ξανά, στα 19 της, στα 20 της, στα οριστικά 27 της... Κι ύστερα ασυνείδητα έγραψα στην Αναζήτηση το όνομα της Φλέρυς. Την είδα ξανά και ξανά, την άκουσα πάλι και πάλι, σε διάφορες ηλικίες, συνομήλική μου στην Αμερική να της ζητούν να τραγουδήσει κι εκείνη να δηλώνει ελεύθερα και άφοβα, πώς θέλετε να τραγουδήσω; Σήμερα μας έκλεψαν την ελευθερία... Είχαν έρθει οι συνταγματάρχες... Άρχισα να διαβάζω τη βιογραφία της. Από τα δέκα της στη σκηνή σαν ηθοποιός και από μια "τυχαία ανακάλυψη" φίλων της που της ζήτησαν να πει κι ένα τραγούδι, τραγουδίστρια...
"Δείτε με σαν έναν ηθοποιό που παριστάνει τον καλλιτέχνη"
Τα πρώτα της βήματα στη σκηνή τα πραγματοποίησε στο Μπρόντγουεϊ.
Τότε οι «New York Times» παραλλήλισαν το ταλέντο της με εκείνο της Μινέλι.
Το 1971 αντικατέστησε μια Αμερικανίδα τραγουδίστρια σ’ ένα αφιέρωμα στον Ζακ Μπρελ. Στο διάλειμμα αυτής της συναυλίας, χτύπησε την πόρτα του καμαρινιού της και της ζήτησε συνεργασία ο Μάνος Χατζιδάκις, που παρακολουθούσε τη συναυλία. Ο Μάνος Χατζιδάκις άκουγε για πρώτη φορά την Φλέρυ.

Το 1972, η φωνή της Νταντωνάκη, μαζί με εκείνη του Δημήτρη Ψαριανού, άγγιζε τις πιο ευαίσθητες χορδές μας με την ερμηνεία της στον «Μεγάλο Ερωτικό» του Μάνου Χατζιδάκι. Ο ίδιος έλεγε για εκείνη ότι «είναι ανεπανάληπτη, δεν σκέφτεται το κοινό. Σκέφτεται τον απόλυτο έλεγχο της φωνής της και δίνεται ολόκληρη σε αυτό το κυνήγι της τελειότητας».
«Πέρασα κλινικές, φυλακές... για να βρω τον εαυτό μου. Και κινδύνεψα να χάσω την ψυχή μου. Έβλεπα δαίμονες και τέρατα, πνεύματα και αγγέλους. Αυτά τα πράγματα όταν τα ζεις είναι τρομερά, γιατί ξεφεύγουν από τα ανθρώπινα. Σ' αυτή την κατάσταση ήρθα το 1971 από την Αμερική να τραγουδήσω τον «Μεγάλο Ερωτικό». 18 Ιουλίου του 1998 θα αφήσει την τελευταία της πνοή στο Νοσοκομείο του Μεταξά, στον Πειραιά και θα αναπαυθεί στο κοιμητήριο της Παιανίας, πλάι στο μνήμα του Μάνου Χατζιδάκι, του ανθρώπου με του οποίου το έργο ταυτίστηκε περισσότερο από κάθε άλλον καλλιτέχνη, ξεχασμένη από όλους και με λάθος γραμμένο το επίθετό της στην πλάκα του μνήματος...
Στους Τερμίτες είναι η τελευταία της δισκογραφική εμφάνιση. Ως τελευταία δημόσια εμφάνιση της, θα ανέφερα τη σύμπραξη της με τη Δήμητρα Γαλάνη στη συναυλία στη Ρωμαϊκή Αγορά, με τη γνωστή πλέον ιστορία, να εγκαταλείπει τη σκηνή σαν τρομαγμένο μικρό παιδί, σοκαρισμένη από τα πλήθη του κόσμου που είχαν συρρεύσει στο χώρο για να την ακούσουν. Τελικά όμως επιστρέφει και τραγουδά, χαρίζοντας στο κοινό της άλλη μια αλησμόνητη ερμηνεία.
Και μετά σιωπή...
...................
Συγκινήθηκα. Βγήκα να πάρω τσιγάρα που τέλειωσαν και συγκίνηση χωρίς τσιγάρο είναι πράγμα αβάσταχτο για μένα την εξαρτημένη. Το περίπτερο της γειτονιάς κλειστό. Έχει κι ο περιπτεράς μας δικαίωμα στις διακοπές. Περπατώ αρκετά να βρω το επόμενο ψιλικατζίδικο που μένει πάντα ανοιχτό γιατί είναι φραγκοφονιάς ο ιδιοκτήτης του. Επιστρέφοντας αστράφτει μια μνήμη από καιρό ξεχασμένη. Δεν θυμάμαι χρονολογιες, δεν αποτυπώνονται σ' αυτό το ξερό κεφάλι μου. Αποφάσισα επιτέλους να αρχίσω μαθήματα τραγουδιού. Άκουσα για την Αναστασία Κουμπάκη, την περίφημη δασκάλα του Σύγχρονου Ωδείου. Κανονίζουμε ραντεβού στο ωδείο, μπαίνουμε σε μια αίθουσα μ' ένα πιάνο. Πες μου κάτι να σ' ακούσω, μου λέει. Δεν ήμουν προετοιμασμένη γι' αυτό. Διάλεξα ένα του Μάνου, δε θυμάμαι ποιο. Ενώ παίζει με κοιτά επίμονα. Τελειώνω και συνεχίζει να με κοιτά χωρίς να μιλά γεμάτη φανερή έκπληξη. Έχω μεγάλη αμηχανία, δεν ξέρω τι θ' ακούσω. Πρώτη φορά ακούω φωνή που μου θυμίζει τόσο τη Φλέρυ, μου λέει. Εκείνη τη χάσαμε, ας μη χάσουμε κι εσένα...
Τρομάζω μ' αυτό που ακούω, θέλω να το βάλω στα πόδια... Μα η Αναστασία μ' αρπάζει και συνεχίζει να παίζει και να παίζει κι εγώ τραγουδώ... Να γραφτείς στο ωδείο, συνεχίζει, και να έρχεσαι και στη χορωδία. Δεν έχω λεφτά για ωδειο, απαντώ γεμάτη ντροπή και συστολή. Ποιος σου ζήτησε λεφτά; Νομίζεις πως όλα γίνονται με λεφτά; Δε θα πληρώνεις τίποτα και μην το ξαναθέσεις το ζήτημα...
Ένα χρόνο κράτησε. Ώρες αμέτρητες μαθημάτων χωρίς τέλος, χωρίς ώρα λήξης, ώρες χορωδίας που συχνά όταν ερχόταν η σειρά μου και τραγουδούσα σταματούσε κι έλεγε: όλα τα αλλάζεις κι όλα τα λες διαφορετικά, ακόμα και τη μουσική αλλάζεις, μα το κάνεις τόσο δικό σου που είναι αξιοζήλευτο...
Μετά η Αναστασία έφυγε... μέσα σε δυο μήνες από καλπάζουσα λευχαιμία... Εκεί τελείωσε και το τραγούδι για μένα. Μαζί της έφυγε κι αυτό. Έκανα τουλάχιστον δυο χρόνια ν' ανοίξω το στόμα μου. Άκουγα κάτι στο ραδιόφωνο και στην πρώτη συλλαβή που έβγαινε από το στόμα μου βούρκωνα ενθυμούμενη τη δασκάλα που με λάτρεψε και τη λάτρεψα... σταματούσα πριν αρχίσει το κλάμα. Ακόμα δεν μπορώ...
Παράλογα κι αυθαίρετα πριν ξαναμπώ στο καταφύγιο του αγαπημένου μου γραφείου που στεγάζει το είναι μου, σκέφτηκα πως η Φλερυ έζησε τον διπλάσιο χρόνο από την Amy ίσως γιατί κάποιοι απ' αυτούς με τους οποίους δούλεψε την αγάπησαν πολύ και της στάθηκαν φύλακες άγγελοι, σαν τον Μάνο που τη λάτρεψε.
Δε μπορείς αλλιώς. Το έζησα και το ξέρω κι ας έδωσα μόνο τρεις συναυλίες, χωρίς να φτάσω ποτέ στο επίπεδο που έφτανα στα μαθήματα με τη δασκάλα μου. Η πρώτη στη Μονή Λαζαριστών, ίσως το 2006, η δεύτερη στον Ιανό το 2008 και η τρίτη κάπου εκεί γύρω στο Πλατώ, όπου στο τέλος ήρθε το αφεντικό του και μου είπε την ίδια κουβέντα: μου θύμισες σε όλα σου πολύ την Φλέρυ, όπως στέκεσαι, όπως τραγουδάς, δεν τραγουδούν έτσι οι τραγουδίστριες...
Μα χωρίς τη δασκάλα μου δεν μπορούσα. Εκείνη με κρατούσε εκεί που έφτανα, ενωνόταν μαζί μου και με φύλαγε από τους γκρεμούς που απλώνονται κάτω από τον ήχο της ψυχής που αφήνεις ολόκληρη να πετάξει ψηλά. Έτσι εγκατέλειψα το τραγούδι κι αφοσιώθηκα στη γραφή που η απόλυτη μοναξιά της είναι το κουκούλι μέσα στο οποίο ζω μέχρι να γίνω πεταλούδα.
Δεν ξέρω τι έχει το τραγούδι. Ακόμα δεν ξέρω τι συμβαίνει ακριβώς με το κοινό που αν δεν το αγνοήσεις με σεβασμό σε κατασπαράζει, θαρρείς και κλέβει την ψυχή σου για να ζήσει. Συμβαίνει κάτι μυστήριο με τη φωνή, ένα βαθύ ανεξιχνίαστο μυστήριο που αν τυχόν βρεθείς στην καρδιά του, όπως βρέθηκε και η Φλέρυ και η Amy, χρειάζεσαι τη βοήθεια τουλάχιστον μιας μεγάλης αγάπης για να μη χαθείς...
Ας είναι αναπαυμένες και η Φλέρυ και η Amy και η δασκάλα μου η Αναστασία...

Monday, August 15, 2011

Ερωταπάντηση


- Τι θέλεις να γίνεις όταν μεγαλώσεις;
- Φως!

Kοίμηση της Υπεραγίας Θεοτόκου - Χρόνια πολλά!




Ὅπως εἶναι γνωστό, ἐπάνω ἀπὸ τὸ Σταυρὸ ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, ἔδωσε ἐντολὴ καὶ τὴν Παναγία μητέρα τοῦ παρέλαβε ὁ Ἰωάννης ὁ Εὐαγγελιστὴς στὸ σπίτι του, ὅπου διέμενε μαζὶ μὲ τὸν ἀδελφό του Ἰάκωβο καὶ τὴ μητέρα τοῦ Σαλώμη, συγγενῆ της Θεοτόκου.
Ὅταν δὲ ἦλθε ἡ στιγμὴ νὰ τελειώσει τὴν ἐπίγεια ζωή της, ἄγγελος Κυρίου (ἡ παράδοση λέει ὅτι ἦταν ὁ Ἀρχάγγελος Γαβριὴλ) τῆς τὸ ἔκανε γνωστὸ τρεῖς μέρες πρίν.
Ἡ χαρὰ τῆς Θεοτόκου ὑπῆρξε μεγάλη, διότι θὰ συναντοῦσε τὸ μονογενῆ της Υἱὸ καὶ Θεὸ ὅλων τῶν ἀνθρώπων.
Πῆγε, λοιπόν, καὶ προσευχήθηκε στὸ ὅρος τῶν Ἐλαίων, ὅπου συνήθιζε νὰ προσεύχεται καὶ ὁ Κύριος Ἰησοῦς.
Ἔπειτα, γύρισε στὸ σπίτι τοῦ Ἰωάννη, ὅπου ἔκανε γνωστὴ τὴν ἐπικείμενη κοίμησή της.
Ἡ παράδοση ἀναφέρει ὅτι τὴν τρίτη ἥμερα ἀπὸ τὴν ἐμφάνιση τοῦ ἀγγέλου, λίγο πρὶν κοιμηθεῖ ἡ Θεοτόκος, οἱ Ἀπόστολοι δὲν ἦταν ὅλοι στὰ Ἱεροσόλυμα, ἀλλὰ σὲ μακρινοὺς τόπους ὅπου κήρυτταν τὸ Εὐαγγέλιο.
Τότε, ξαφνικὰ νεφέλη τοὺς ἅρπαξε καὶ τοὺς ἔφερε ὅλους μπροστὰ στὸ κρεβάτι, ὅπου ἦταν ξαπλωμένη ἡ Θεοτόκος καὶ περίμενε τὴν κοίμησή της.
Μαζὶ δὲ μὲ τοὺς Ἀποστόλους ἦλθε καὶ ὁ Ἀρεοπαγίτης Διονύσιος, ὁ Ἅγιος Ἰερόθεος ὁ διδάσκαλος τοῦ Διονυσίου, ὁ Ἀπόστολος Τιμόθεος, καὶ οἱ λοιποὶ θεοσοφοὶ Ἱεράρχες.
Ὅταν ἐκοιμήθη, μὲ ψαλμοὺς καὶ ὕμνους τὴν τοποθέτησαν στὸ μνῆμα τῆς Γεσθημανῆ.
Ἐπειδή, κατὰ θείαν οἰκονομίαν, ἕνας ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους (ὁ Θωμὰς ὅπως λέει ἡ παράδοση) δὲν ἦταν παρὼν στὴν κηδεία τῆς Θεομήτορος, ζήτησε νὰ ἀνοιχτεῖ ὁ τάφος ὥστε νὰ προσκυνήσει καὶ αὐτὸς τὸ Σῶμα τῆς Θεοτόκου.
Ἔτσι, μετὰ ἀπὸ τρεῖς ἥμερες, ἄνοιξαν τὸν τάφο καὶ ἔκπληκτοι διαπίστωσαν ὅτι ἡ Παναγία ἀναστήθηκε σωματικὰ καὶ ἀνελήφθη στοὺς οὐρανούς.
Καὶ βέβαια, ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα, μὲ εὐγνωμοσύνη γιὰ τὶς πρεσβεῖες της στὸ Σωτήρα Χριστό, ἀναφωνεῖ: «Χαῖρε, ὢ Μῆτερ τῆς ζωῆς».
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’.
Ἐν τὴ Γεννήσει τὴν παρθενίαν ἐφύλαξας,
ἐν τὴ Κοιμήσει τὸν κόσμον οὐ κατέλιπες Θεοτόκε·
μετέστης πρὸς τὴν ζωήν,
μήτηρ ὑπάρχουσα τῆς ζωῆς,
καὶ ταῖς πρεσβείαις ταῖς σαῖς λυτρουμένη,
ἐκ θανάτου τὰς ψυχᾶς ἠμῶν.
Κοντάκιον
Ἦχος πλ. β’. Αὐτομελον.
Τὴν ἐν πρεσβείαις ἀκοίμητον Θεοτόκον,
καὶ προστασίαις ἀμετάθετον ἐλπίδα,
τάφος καὶ νέκρωσις οὐκ ἐκράτησεν,
ὡς γὰρ ζωῆς Μητέρα, πρὸς τὴν ζωὴν μετέστησεν,
ὁ μήτραν οἰκήσας ἀειπάρθενον.
Ὁ Οἴκος
Τείχισόν μου τὰς φρένας Σωτήρ μου·
τὸ γὰρ τεῖχος τοῦ κόσμου ἀνυμνῆσαι τολμῶ,
τὴν ἄχραντον Μητέρα σου,
ἐν πύργω ρημάτων ἐνίσχυσον μέ,
καὶ ἐν βάρεσιν ἐννοιῶν ὀχύρωσον μέ·
σὺ γὰρ βοᾶς τῶν αἰτούντων πιστῶς τὰς αἰτήσεις πληροῦν.
Σὺ οὒν μοὶ δώρησαι γλώτταν,
προφοράν, καὶ λογισμὸν ἀκαταίσχυντον·
πάσα γὰρ δόσις ἐλλάμψεως παρά σου καταπέμπεται φωταγωγέ,
ὁ μήτραν οἰκήσας ἀειπάρθενον.
Μεγαλυνάριον
Παρέστης Παρθένε ἐκ δεξιῶν,
τοῦ Παμβασιλέως, ὡς Βασίλισσα τοῦ παντός,
περιβεβλημένη, ἀθανασίας αἴγλην,
ἀρθεῖσα μετὰ δόξης, πρὸς τὰ οὐράνια.
(Πηγή:Ορθόδοξος Συναξαριστής) μέσω του blog aera patera

Saturday, August 13, 2011

EN ΜΕΓΑΛΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΙΚΙΑι, 200 π. Χ. Κ. Π. Καβάφης


Ὅτι τὰ πράγματα δὲν βαίνουν κατεὐχὴν στὴν ποικία
δὲν μέν ἐλαχίστη ἀμφιβολία,
καὶ μὅλο ποὺ ποσοῦν τραβοῦμἐμπρός,
ἴσως, καθὼς νομίζουν οὐκ ὀλίγοι, νὰ ἔφθασε καιρὸς
νὰ φέρουμε Πολιτικὸ Ἀναμορφωτή.
Ὅμως τὸ πρόσκομμα κ δυσκολία
εἶναι ποὺ κάμνουνε μιὰ ἱστορία
μεγάλη κάθε πρᾶγμα οἱ Ἀναμορφωταὶ
αὐτοί. (Εὐτύχημα θὰ ἦταν ἂν ποτὲ
δὲν τοὺς χρειάζονταν κανείς). Γὰ κάθε τί,
γιὰ τὸ παραμικρὸ ρωτοῦνε κἐξετάζουν,
κεὐθὺς στὸν νοῦ τους ριζικὲς μεταρρυθμίσεις βάζουν,
μὲ τὴν παίτησι νὰ ἐκτελεσθοῦν ἄνευ ἀναβολῆς.
Ἔχουνε καὶ μιὰ κλίσι στὲς θυσίες.
Παραιτηθεῖτε π τὴν κτῆσιν σας ἐκείνη·
κατοχή σας εἶνπισφαλής:
τέτοιες κτήσεις ἀκριβῶς βλάπτουν τὲς ποικίες.
Παραιτηθεῖτε π τὴν πρόσοδον αὐτή,
κι π τὴν ἄλληνα τὴν συναφῆ,
κι π τὴν τρίτη τούτην: ὡς συνέπεια φυσική·
εἶναι μὲν οὐσιώδεις, ἀλλὰ τί νὰ γίνει;
σᾶς δημιουργοῦν μιὰ πιβλαβῆ εὐθύνη.
Κι ὅσο στὸν ἔλεγχό τους προχωροῦνε,
βρίσκουν καὶ βρίσκουν περιττά, καὶ νὰ παυθοῦν ζητοῦνε·
πράγματα ποὺ ὅμως δύσκολα τὰ καταργεῖ κανείς.
Κι ὅταν, μὲ τὸ καλό, τελειώσουνε τὴν ἐργασία,
κι ὁρίσαντες καὶ περικόψαντες τὸ πᾶν λεππτομερῶς,
πέλθουν, παίρνοντας καὶ τὴν δίκαια μισθοδοσία,
νὰ δοῦμε τί πομένει πιά, μετὰ
τόση δεινότητα χειρουργική.-
Ἴσως δὲν ἔφθασεν ἀκόμη καίρος.
Νὰ μὴ βιαζόμεθα· εἶνπικίδυνον πρᾶγμα βία.
Τὰ πρόωρα μέτρα φέρνουν μεταμέλεια.
Ἔχει ἄτοπα πολλά, βεβαίως καὶ δυστυχῶς, ποικία.
Ὅμως πάρχει τί τὸ ἀνθρώπινον χωρὶς ἀτέλεια;
Καὶ τέλος πάντων, νά, τραβοῦμἐμπρός.
ΥΓ. Μου το έστειλε ο καλός μου φίλος Μ.Τη σύγχρονη ανάγνωση του ποιήματος την αφήνω σ' εσάς...