Labels

Friday, September 28, 2007

Καληνύχτα!



Καληνύχτα
Την ώρα που ένας κόσμος σώματα σκεπάζεται, κι άλλος τις μνήμες του σεντόνια, βγαίνω στους δρόμους, η ορφανή εγώ, ασώματη και ασκεπής πνοή σας, μ’ ένα σακούλι φορτωμένο όνειρα.
Γυρνώ κι αρχίζω να φυσώ, να τα σκορπώ στους ύπνους σας, αγάπες μου όλες.
Όνειρα τρυφερά, όνειρα χάδια, όνειρα πουλιά. Άλλα για άγονα πετρώδη στρώματα κι άλλα για χωράφια έτοιμα να δεχθούν. Άλλα για λίμνες σιωπηλές κρυμμένες σε παρθένα δάση. Κι άλλα για αγκάθια αιχμηρά και άσπλαχνα. Σπόρους σπέρνω τα όνειρα.
Κι αν δεν ανθίσουν όλα όπως θα ποθούσαν, δεν πεθαίνουν. Αν μαραθούν στην αβροχιά, ποτέ τους δεν πεθαίνουν. Κανένα όνειρο δεν πέθανε ποτέ. Καθένα σμιλεμένο υπομονή αιώνια. Χρώμα γαλάζιο απέραντο με ακαθόριστη μια πινελιά βαθύ πορτοκαλί που όλο ποικίλλει σε σχήμα, κυματισμό, σε ένταση και βάθος από όνειρο σε όνειρο.
Όχι το γαλάζιο. Απαράλλαχτο μένει το γαλάζιο ίδια φωτεινό σε όλα. Αθάνατο σαν την υπομονή. Σαν το όνειρο. Γιατί το όνειρο είναι ο κήπος που μας βλάστησε όλους. Όλους μας, αγάπες μου όλες. Άνθη αμάραντα μας βλάστησε ουράνιου αγρού. Άνθη μονάκριβα, μοναδικά και σπάνια.
Το σακούλι που κρατώ δεν πρόκειται ν’ αδειάσει, το υπόσχομαι. Τα όνειρα που εγώ κερνώ δεν έχουν τελειωμό. Ήσυχα τώρα κοιμηθείτε. Αναπαυμένα κοιμηθείτε πνοές της πνοής μου. Καληνύχτα σας παιδιά. Καληνύχτα!

Monday, September 24, 2007

Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης (1908-1993)



Ειδήσεις για ένα παράξενο πουλί, είδος σταυραετού, που όλο το σώμα του και τα φτερά, είναι από δώδεκα λογής πολύτιμους λίθους καμωμένα. Λέγεται κοινώς Νερουλάς και από το λαιμό του κρέμεται ένα κλειδί, με το οποίο ανοίγει τις βρύσες όλων των τρεχούμενων νερών και γεμίζουν οι ποταμοί, κατεβαίνοντας στη βυζάστρα θάλασσα, αργυρές και χρυσές κλωστές που υφαίνουν το λαμπρό φόρεμα της Παναγίας Κόρης, που χωρώντας το εν παντί αχώρητο φως, την πήρε ο Υιός της και Κύριος στους Ουρανούς, ψηλότερα από των Αγγέλων τα πρόσωπα, δίχως η στοργική και φιλεύσπλαχνη να εγκαταλείψει την φτωχιά γη έρημη, αφήνοντας χάρισμα την εσθήτα της θάλασσα.
Αυτά όλα έγιναν γνωστά από τις αφηγήσεις ενός εξωμότου, που υπηρετώντας την αρμάδα του Καπουντάν Πασά γλίτωσε από τον πνιγμό, μετά την καταβύθιση του στόλου παρά τη νήσο Σαπίέντζα.
Βλέποντας τα σακιά, μέσα στα οποία είχαν προηγουμένως ρίξει στο βυθό τους σκλαβωμένους χριστιανούς, η θάλασσα να τα έχει μεταβάλλει σε στολές πάμφωτες, επανήλθε μετανοημένος στη σαφώς διερμηνεύουσα τα επέκεινα Ορθόδοξη πίστη.
Ευχαρίστησε τότε το Δελφίνι, που με την χάρη του Θεού, τον έβγαλε επί στερεού εδάφους να πατήσει και προχώρησε στα ενδότερα. Μπροστά του ανοιγόταν ένας κάμπος άγουρος, σαν σώμα εφήβου 16 ετών, γεμάτος από κουρέλια βλαστήσεως, σαν κομματιασμένο φόρεμα, που αφήκε το παρελθόν στα τέλη του χρόνου, σημάδια πένθους.
Ήταν, κατ’ άλλους καταχωρητάς των συμβάντων, η τελευταία ημέρα του έτους, που τιμάται η μνήμη του Αγίου Γεωργίου στον Αχλιόντα της Κύπρου. Του επιλεγομένου μαχαιρωμένου θαυματουργού Αγίου, του οποίου η μνήμη δεν αναφέρεται στους Συναξαριστές, αλλα στον Πατμιακό κώδικα 266.
Άλλοι πάλι ορίζουν την 29 του δωδεκάτου μήνα του Χρόνου, ότι έφτασε ο μετανοημένος στο Παρεκκκλήσι του Άι-Γιωργιού σιμά στ’ αμπέλι όπου συνάντησε τον πρώτο άνθρωπο, που του μίλησε. Έτερος Άγιος Γεώργιος τιμάται την άλλη αυτή ημερομηνία. Ο της Νικομηδείας με τον μέγα αριθμό Μαρτύρων του Χριστού Επίσκοπος «Πανηγυριστής των υπέρ νουν πραγμάτων».
Εκεί, πίνοντας επανειλημμένες φορές αγιασμό, από το μπουκαλάκι, που το είχε γεμίσει, αντλώντας από το φωτεινό ζόφο του φρέατος, ο Χριστιανός που έτυχε μπροστά του, συνετελέσθη η αλλαγή της ψυχής του εξωμότου και του καιρού της περιβαλλούσης ατμόσφαιρας, που πήρε να ζεσταίνει, προαναγγέλοντας τις καλές ημέρες του επερχόμενου μέλλοντος.


Από το cd Πεζογράφοι αυτοανθολογούμενοι, εκδ. Εν Χορδαίς σε συνεργασία με τον 9,58fm και τον οργανισμό Θεσσαλονίκη πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης 1997.

Saturday, September 22, 2007

Θωμάς Κοροβίνης - cd "Τακίμια"



Θέλει ντερβίσια ο τεκές
Κι η Μέκκα τους χατζήδες
Και το κρασί το μπρούσικο
Γκαρντάσια μερακλήδες
Θέλει το μάγκα η παρθενιά
Κι η φυλακή τον κλέφτη
Και το τραγούδι το βαρύ
Της μοναξιάς το ντέρτι
Κι εγώ εσένα αγαπώ
Τακίμι μου χρυσό
Κι εγώ εσένα αγαπώ
Τακσίμι μου γλυκό
Ο αφέντης θέλει τ’ άδικο
Το δίκιο του ο ριγμένος
Ασίκη θέλει σύντροφο
Του κόσμου ο πικραμένος
Η μάνα θέλει το παιδί
Και η γιαγιά τ’ αγγόνι
Κι η ορφάνια το τακίμι της
Παρηγοριά στημόνι
Κι εγώ εσένα αγαπώ
Τακίμι μου χρυσό
Κι εγώ εσένα αγαπώ
Τακσίμι μου γλυκό
Αγάπη θέλει ο μισεμός
Η θάλασσα κουράγιο
Θέλει και το κορμάκι μου
Εσένα για μουράγιο
Ο πόθος θέλει το κορμί
Το πάθος θέλει αίμα
Κι όσοι δεν αγαπήσανε
Ζήσαν για ένα ψέμα
Κι εγώ εσένα αγαπώ
Τακίμι μου χρυσό
Κι εγώ εσένα αγαπώ
Τακσίμι μου γλυκό.


Το τραγούδι αυτό είναι σε στίχους, μουσική και απόδοση του πολυτάλαντου φίλου μου,
Θωμά Κοροβίνη, από το ομώνυμο cd του "Τακίμια".

Thursday, September 20, 2007

Γιώργος Ιωάννου - "Η μόνη κληρονομιά¨"



Δεν ξέρω πια τι γίνεται με την ομίχλη κι αν εξακολουθεί να πέφτει τόσο πηχτή, ή μήπως χάθηκε ολότελα κι αυτή όπως η πάχνη πάνω απ’ τα πρωινά κεραμίδια.
Βλέποντας την παρθενική πάχνη να γυαλίζει παντού, λέγαμε: «είχε κρύο τη νύχτα», ή «τα λάχανα θα γίνουν με την πάχνη πιο γλυκά, πρέπει να κάνουμε ντολμάδες».
Όταν ερχόταν ο καιρός της ομίχλης είχα πάντα το νου μου σ’ αυτήν. Μέρα τη μέρα περίμενα να με σκεπάσει κι εγώ να χώνομαι αθέατος μέσα της.
Θλιβόμουν όμως πολύ όταν έπεφτε τις καθημερινές την ώρα που βασανιζόμουν με τα χαρτιά στο γραφείο. Παρακαλούσα να κρατήσει ως το βράδυ, συνήθως όμως γύρω στο μεσημέρι διαλυόταν από έναν ήλιο ιδιαίτερα δυσάρεστο.



Μα καμιά φορά, όταν ξυπνώντας τ’ απόγευμα, την ώρα που έλεγα αν θα πάω στο σινεμά ή στο καφενείο, έβλεπα αναπάντεχα από το παράθυρο το απέραντο θέαμα της ομίχλης, άλλαζα αμέσως σχέδια και πορείες.
Σήκωνα το γιακά της καμπαρτίνας, κατέβαινα με σιγουριά τα σκαλιά κι έφευγα για την παραλία χωρίς ταλαντεύσεις.
Η ομίχλη είναι για να βαδίζεις μέσα σ’ αυτήν.
Διασχίζεις κάτι που είναι πυκνότερο από αέρας και σε στηρίζει. Αλλά και κάτι ακόμα. Ομίχλη χωρίς λιμάνι είναι πράγμα αταίριαστο.


Η ομίχλη ήταν ακόμα πιο γλυκά όταν την ψιλοκεντούσε εκείνη η βροχή, η πολύ ψιλή βροχή του ουρανού μας, αυτή που δε σε βρέχει, μα σε ποτίζει μονάχα και φυτρώνουν πιο λαμπερά τα μαλλιά σου την άλλη βδομάδα.
Και τότε έπαιρναν νόημα τα φώτα και τα τραμ και τα κορναρίσματα. Ακόμα και οι πολυκατοικίες γίνονταν ελκυστικές μες στην αχνάδα.


Κι ύστερα έφτανα στο καφενείο του λιμανιού, αυτό που από χρόνια είναι γκρεμισμένο, να ξαναβρώ την παρέα μου. Κι όταν δεν ήταν εκεί, -και δεν ήταν ποτέ εκεί-, καθόμουν ώρες και καρτερούσα.
Πίσω από τα τζάμια διαβαίναν αράδα οι σκιές αυτών που τώρα έχουν πεθάνει. Κολλούσαν το μούτρο τους για μια στιγμή στο θαμπό τζάμι κι άλλοι έμπαιναν μέσα, ενώ άλλοι τραβούσαν ανατολικά για τον Πύργο του αίματος.
Κι αν δεν μου έγνεφε κανείς, έβγαινα κι ακολουθούσα μια σκιά που ποτέ δεν μπορούσα να προφτάσω.

Από το cd "Πεζογράφοι αυτοανθολογούμενοι", εκδ. Εν Χορδαίς σε συνεργασία με τον ραδιοφωνικό σταθμό 9,58 fm, Θεσσαλονίκη πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης 1997

Monday, September 17, 2007

Τι είναι οι 'εκλογές' παιδιά;


Εκλογές είναι εκεί που, εκεί που πάνε και ψηφίζουν πολλοί άνθρωποι.
Γιώργος, Β΄ Δημοτικού.

Εκλογές είναι κάποιοι άνθρωποι που θέλουν να κατακτήσουν την Ελλάδα για να την αλλάξουνε και να την κάνουνε προς το καλό.
Ευτυχία, Δ΄Δημοτικού.

Οι εκλογές εγώ πιστεύω ότι είναι για να επιλέξουμε ποιος θα μας κυβερνεί, ας πούμε ο Καραμανλής, η Παπαρήγα ή ο Παπανδρέου.
Εριέττα, Δ΄Δημ.

Οι εκλογές νομίζω ότι είναι μια συζήτηση μεταξύ υπουργού, πρωθυπουργού και δημάρχου.
Κυριάκος, Δ΄Δημ.

Οι εκλογές είναι όταν ψηφίζουν έναν άνθρωπο για να βγει πρωθυπουργός κάθε χρόνο.
Αρετή, Δ΄ Δημ.

Εκλογές είναι η διάλεξη του προέδρου μιας χώρας.
Γεωργία, Δ΄ Δημ.

Εκλογές είναι μια συνάντηση μεταξύ προέδρων για την εξουσία.
Μπάμπης, Δ΄Δημ.

Οι εκλογές είναι κάτι που δεν είναι ωραίο γιατί όλοι φωνάζουν συνέχεια για να δουν ποιος θα βγει πρωθυπουργός.
Κώστας, Δ΄Δημ.

Εκλογές σημαίνουν ότι κάποιος ψηφίζει αυτό που υποστηρίζει, μα ό,τι και να ψηφίσει δεν πρόκειται να γίνει τίποτα.
Πηνελόπη, Δ΄Δημ.

Οι εκλογές είναι βαρετές.
Μαρία, Στ΄Δημ.

Εκλογές.
Θα... θα... θα... όλο θα... (Αυτό ακούω εγώ). Όχι εμένα, όχι εμένα, εμένα, εμένα...
Τάσος, Στ΄ Δημ.

Οι εκλογές είναι καλές για μένα γιατί θα μπει μια τάξη στη χώρα.
Απόστολος, Στ΄Δημ.

Οι εκλογές έχουν πολλούς ανθρώπους και κάτι ψηφίζουν.
Χάρης, Δ΄ Δημ.

Εκλογές είναι κάτι σαν να ψηφίζουμε.
Δημήτρης, Δ΄Δημ.

Δεν ξέρω τι είναι οι εκλογές.
Στέλλα, Δ΄Δημ.

Οι εκλογές είναι όταν ψηφίζουμε διάφορα.
Κωνσταντίνα, Δ΄Δημ.

Εκλογές είναι να ψηφίζεις, δηλαδή να αποφασίζεις για το μέλλον το δικό σου και το μέλλον του άλλου.
Ανώνυμο

Πιστέω ότι οι κλογές είναι συνανταγωνισμός ανάμεσα στα κόμματα.
Ανώνυμο

Πιστεύω ότι οι εκλογές έχουν καταντήσει χαζές!
Χαζοί, χαζοί, χαζοί! Όλοι τους είανι χαζοί!
Δεν θα κατέβω ποτέ υποψήφια!
Σοφία, Στ΄ Δημ.

Οι εκλογές πιστεύω ότι είναι η περίοδος που ο άνθρωπος ψηφίζει ποιο κόμμα πρέπει να κυβερνήσει τη χώρα, για τον δικό του λόγο.
Μαμά, δεν το έσπασα εγώ! (Ψέμα!)
Αλέξανδρος, Στ΄Δημ.

Οι εκλογές είναι όταν εμείς ψηφίζουμε για να βγει κάποιος πρωθυπουργός και όποιος βγει κάνει καλύτερη την Ελλάδα.
Β.Λ.

Οι εκλογές γίνονται για μια καλύτερη Ελλάδα.
Σπύρος, Δ΄Δημ.

Εκλογές είναι όταν ψηφίζει ο κόσμος για να βγει κάποιος πρωθυπουργός και αυτός αποφασίζει για ένα καλύτερο αύριο.
Κατερίνα, Δ΄Δημ.

Τι είναι οι εκλογές; Μία συνάντηση που κάνουν οι υποψήφιοι για να δουν ποιος θα βγει πρόεδρος.
Γιώργος, Δ΄Δημ.

Οι εκλογές έχουν πολλούς ανθρώπους και κάτι ψηφίζουν.
Δημήτρης, Β΄Δημ.

Οι εκλογές είναι άνθρωποι που ψηφίζουν.
Σοφία, Β΄Δημ.

Εκλογές είναι ένα τραπέζι. Η κυρία Μαίρη, η κυρία Ευαγγελία, ο διευθυντής, η διευθύντρια πίνουν καφέ και μιλάνε.
Ιωάννα, Β΄Δημ.



Σημείωση: Αυτές είναι μερικές από τις απαντήσεις που μου έδωσαν τα παιδιά την περασμένη Πέμπτη στο σχολείο.

Sunday, September 9, 2007

Εγώ 'ψηφίζω' Πολύκαρπο!



Ο άρχοντας των υγειών και των αναπήρων του κόσμου. Εκ γενετής τυφλοκωφάλαλος. Παιδί ακόμα, τον βρήκαν άνθρωποι πονετικοί, σε κάποιο χωριό της Κρήτης και τον έφεραν στη σχολή τυφλών Θεσσαλονίκης, όταν ακόμα η σχολή βρίσκονταν στις δόξες της με τους «Φιλάνθρωπους».
Αυτοί, έφεραν μια δασκάλα από την Αμερική που ή είχε φτιάξει η ίδια, ή γνώριζε την γλώσσα των τυφλοκωφαλάλων, δηλαδή τη γλώσσα της αφής.



Όλα τα γράμματα παρασταίνονται από συνδυασμούς δαχτύλων του ενός χεριού που μιλά μέσα στην παλάμη του άλλου που την αγκαλιάζει. Αν κάνεις λάθος, φυσάς πάνω στα χέρια κι ο αέρας τα σβήνει όλα. Ξεκινάς απ’ την αρχή. Όταν θέλει να σου μιλήσει ο άλλος αλλάζουν θέση τα χέρια. Μια διαδικασία αργή και σιωπηλή.
Αυτή η περίφημη δασκάλα έβαζε ολόκληρο το χέρι της μέσα στο στόμα του προκειμένου να τοποθετήσει τη γλώσσα στις θέσεις που παράγονται φωνήματα και με τη βοήθεια αναπνοών του έμαθε να βγάζει ήχους. Ύστερα ο ίδιος έμαθε το σύστημα «Μπρέιλ», καθώς και να σχεδιάζει τα κεφαλαία γράμματα στο εσωτερικό της ανοιχτής παλάμης για να συνομιλεί με όσους δεν γνωρίζουν τη δική του γλώσσα.



Έμαθε τόσο καλά να υφαίνει στον αργαλειό ώστε γρήγορα έγινε δάσκαλος και απέκτησε τη φήμη μεγάλου μάστορα. Απ’ αυτή τη δουλειά πήρε τη σύνταξή του. Σήμερα είναι ο νοικοκύρης της σχολής. Σηκώνεται από τα χαράματα, περνάει και μαζεύει τα άπλυτα ρούχα των παιδιών σε ένα καλάθι, βάζει πλυντήριο, τα απλώνει, τα μαζεύει κι αν κάποιος χάσει κάτι, αυτός το βρίσκει αμέσως, σαν τον άγιο Μηνά. Όλα τα ρούχα των τυφλών έχουν κεντημένα σε μια άκρη τα αρχικά τους.
Το πρωί φτιάχνει το καφεδάκι του καθώς και τους καφέδες που του παραγγέλνουν οι φίλοι του και κάθεται να απολαύσει το τσιγαράκι του έχοντας τον δείκτη του χεριού ακριβώς εκεί που τελειώνει η κάφτρα.
Είναι ακόμα ο κουρέας της σχολής. Τους ξυρίζει και τους κουρεύει όλους κι αν κάποιος κουνηθεί την ώρα του ξυρίσματος του δίνει και καμιά σφαλιάρα έχοντας πλήρη συναίσθηση της επικινδυνότητας της δουλειάς του.
Συμμαζεύει τα ξεχαρβαλωμένα καλώδια που κρέμονται στις γωνιές των διαδρόμων και στους τοίχους των δωματίων.


Η σχολή τυφλών, αποτελεί σήμερα ένα από τα καλύτερα και αντιπροσωπευτικότερα δείγματα απουσίας της κοινωνικής μέριμνας της χώρας μας. Βγαίνοντας από εκεί ο επισκέπτης το μόνο που θέλει είναι να κάνει εμετό. Τα σπασμένα κρεβάτια στα οποία δεν μπορούν οι άνθρωποι να κοιμηθούν, οι διαλυμένες ντουλάπες των οποίων οι πόρτες κρέμονται ανοιχτές και που οι τυφλοί χτυπούν επάνω τους με κίνδυνο να βγάλουν τα χαλασμένα τους μάτια, τα διαλυμένα πόμολα που επιτρέπουν σε επιτήδειους να μπαίνουν και να κλέβουν -αφού κανείς δεν τους βλέπει-, τα σκόρπια καλώδια των τηλεοράσεων και οι παλιές σαπσμένες τουαλέτες, είναι μόνο μερικά από αυτά που σε κάνουν να αναρωτιέσαι για το έγκλημα αυτών των ανθρώπων σύμφωνα με το οποίο η πολιτεία τους τιμώρησε με μια τέτοια βάναυση τιμωρία.


Να γκρεμιστούν όλα τα επιτεύγματα των σπουδαίων πολιτισμών της αρχαιότητας, του Βυζαντίου και τα σύγχρονα, να γίνουν όλα σκόνη, αν ο άνθρωπος, η κοινωνία και η πολιτική καταδικάζουν τους αδύναμους και ανήμπορους να ζουν σαν τα ζώα.
Ο Πολύκαρπος φαίνεται πως δεν έχει ανάγκη κανέναν από αυτούς που δίνουν υποσχέσεις. Κάποιοι άλλοι, όμως, τους έχουν. Από τότε που του έβαλαν ένα ακουστικό βαρηκοΐας το αφτί του πιάνει κάποιες συχνότητες κι έτσι αγόρασε ένα ραδιοφωνάκι για να ακούει μουσική και μια τηλεόραση ν’ ακούει την... Βουλή! Όταν κάνει τις βόλτες του στην αυλή φυσάει μια φυσαρμόνικα. Δεν παίζει βέβαια μελωδίες που θα αναγνωρίζαμε. Όχι. Εισπνέει και εκπνέει χορεύοντας. Είναι το τραγούδι της δικής του ευτυχίας που αν δεν έχεις ανάλογα αφτιά στην καρδιά σου ποτέ δεν θα το ακούσεις και δεν θα μαγευτείς απ’ αυτό.


Το σχολικό έρχεται να πάρει τα παιδάκια από το σχολείο για το σπίτι τους. Ο Πολύκαρπος είναι πάντα εκεί. Κάθε τόσο ανοίγει το καπάκι από το ρολόι του να ψηλαφίσει τους δείκτες, να βεβαιωθεί πως ήρθε η ώρα. Στέκεται στην έξοδο του σχολείου, τα πιάνει ένα ένα από το χέρι και τα βοηθά να ανέβουν. Τα παιδάκια αυτά δεν είναι μόνο τυφλά. Τα περισσότερα έχουν και άλλα προβλήματα υγείας, αυτισμό, παραλυσίες σε άκρα κλπ.
Περνάω λίγο πιο μακριά του και τον κοιτώ, εγώ που ακόμα έχω το προνόμιο της όρασης. Γυρνάει το κεφάλι προς το μέρος μου. Έχει αντιληφθεί το άρωμά μου και χαμογελά. Το σχολικό φεύγει κι εγώ πηγαίνω, τον αγκαλιάζω και τον φιλώ. Παίρνω γλυκά το χέρι του και το βάζω στον χνουδωτό γιακά του μπουφάν μου. Όχι μόνο για να σιγουρευτεί για το ποια είμαι –στην πραγματικότητα να σιγουρευτώ εγώ πως με αναγνώρισε, γιατί εκείνος είναι σίγουρος-, αλλά, και γιατί του αρέσει πολύ να τον χαϊδεύει.



Όταν τον πρωτοσυνάντησα κράτησε για ώρα τα χέρια μου σαν αλαβάστρινο εύθραυστο βάζο. Ύστερα, ακούμπησε απαλά το σβέρκο μου. Αυτή είναι η δική του χειραψία. Από το σβέρκο ξεχωρίζει τους ανθρώπους. Στην επόμενη συνάντησή μας ήθελε να καταλάβει το πρόσωπό μου. Αφού άνοιξε όλη την παλάμη και αγκάλιασε το σαγόνι μου, έβαλε πολύ προσεκτικά το δείκτη του ακριβώς κάτω από τα χείλια και παράλληλα προς αυτά, –θαρρείς και δεν ήθελε να μου χαλάσει το κραγιόν-, κούνησε καταφατικά το κεφάλι και χαμογέλασε. Γύρισε κι έγραψε στο χέρι του κοινού μας φίλου που έπαιζε τον ρόλο του διερμηνέα, «Είναι όμορφη!». Ποτέ δεν συγκινήθηκα τόσο από αυτή την τόσο απλή και τόσο κοινότυπη φιλοφρόνηση. Ο τυφλοκωφάλαλος Πολύκαρπος είπε πως είμαι όμορφη.


Όταν κάθομαι δίπλα του με ακουμπά στην πλάτη. Έτσι ξέρει πότε μιλώ ή γελώ, βήχω ή κλαίω. Μπορεί να μη ρωτήσει ποτέ τι λέμε όταν τον έχουμε στη μέση και συνομιλούμε με τον κοινό μας φίλο. Αλλά όταν καταλάβει ότι γελάμε –και πάντα το καταλαβαίνει- θέλει οπωσδήποτε να μάθει τον λόγο, τρελαίνεται για αστεία και ανέκδοτα. Έχει μια απίστευτη αίσθηση του χιούμορ.
Αν σου χαϊδέψει ο Πολύκαρπος τα μαλλιά, μένει ανεξίτηλο το χάδι του αγγέλου πάνω σου. Είναι τόσο λεπτό το άγγιγμά του που ενδέχεται και να μην το αντιληφθείς καθόλου αν δεν σε έχουν ξαναχαϊδέψει άγγελοι.
Λένε πως οι τυφλοί δεν γερνούν ποτέ ή τουλάχιστον δεν αποκτούν ποτέ συνείδηση της ηλικίας τους. Νομίζουν πως πάντα είναι νέοι. Βλέπεις τον Πολύκαρπο και δεν μπορείς να προσδιορίσεις την ηλικία του κι ας έχει άσπρα τα μαλλιά. Το δέρμα του είναι λείο και τα μάγουλά του ροδοκόκκινα. Είναι ο πιο χαρούμενος, ο πιο ευγενής, ο πιο ταλαντούχος και ο πιο τρυφερός άνθρωπος που γνώρισα μέχρι σήμερα.

Περπατώ. Βλέπω. Ακούω. Μυρίζω. Αισθάνομαι.
Το σώμα μου ενώνεται με τα σώματα των ανάπηρων και παραπληγικών. Πιο πολύ με τα σώματα των τυφλών. Κουτσαίνω. Δεν έχω χέρια. Εγκαύματα γεμάτο το σώμα μου.
Τυφλή. Μουγκή. Κουφή. Περπατώ.
Σέρνομαι. Αρκουδίζω στους δρόμους του κόσμου. Υποφέρω για όλους. Χλευάζόμαι από τους υγιείς. Ζητιανεύω την αγάπη, όχι των ακέραιων και ισχυρών, μα των ανάπηρων, αδύναμων και ανυπεράσπιστων.


Οι φωτογραφίες είναι του ποιητή φωτογράφου μας.
Το κείμενο είναι κεφάλαιο του ανέκδοτου πεζογραφήματος: ' ψυχή μου'.

Thursday, September 6, 2007

Ο έρωτάς μου





Ποτάμια έρωτα πλημμυρίζω για τη ζωή.
Σπάνε μέσα μου τα φράγματα ηλικιών, όψεων, φύλων,
έμψυχων και άψυχων όντων.
Συντριβάνια ορθώνονται τα ποτάμια μου στους ουρανούς.
Εκτοξεύονται στο σύμπαν, το ξεπερνούν,
ορμούν σε απόμακρους, άγνωστους γαλαξίες.
Το μάτι δεν τους φτάνει, ο έρωτας τους αγκαλιάζει.
Τα ποτάμια μου μεθούν τους γαλαξίες.
Στάλα δεν εξατμίζεται, τίποτα δεν τα σταματά.
Χαϊδεύουν κι όλο χαϊδεύουν τ’ άστρα.
Στο διάβα τους το φως τους κλέβουν.
Χρυσάφι χαμόγελα ντύνονται και στροβιλίζονται,
όλα τα ξεπλένουν,
απ’ όλα βάφονται.
Κι αφού τα ζήσουν, τ’ αγκαλιάσουν όλα,
μα όλα τα ουράνια σώματα ορμούνε πίσω
ξανά και ξανά τα ποτάμια μου καταρρακτώδη βροχή
επιστρέφουν στη γη του είναι μου.
Φτερά και όνειρα βροχή χρυσή, κήποι ολάνθιστοι και χώμα
κάτω απ’ το χώμα και παρακάτω κάτω απ’ τη φλούδα,
τον φλοιό, στη ζέστη εκεί, βαθιά στον πυρήνα τον καυτό,
στη φωτιά του μέσα.
Στη φωτιά που καίει όλη τη γη.
Μες στη φωτιά ορμούν τα ποτάμια μου Εγώ
να με κάψει, να με πνίξει, να με χωνέψει.
Ναι, να με χωνέψει επιτέλους ένα στοιχειό της φύσης.
Ν’ ανοίξει την πυρωμένη αγκαλιά του
και να με εξαφανίσει.
Να ησυχάσω, να γλιτώσω από το αχώρητο είναι μου,
τον έρωτά μου.



Η μουσική είναι από το cd constantinople