Ξημερώνει Δευτέρα 4 Σεπτεμβρίου.
Δεν μπορώ να κοιμηθώ. Δεν ξέρω γιατί δεν μπορώ να κοιμηθώ.
Ίσως επειδή κοιμήθηκα δυο ώρες το μεσημέρι.
Ίσως επειδή μ’ αρέσει να σε βλέπω να κοιμάσαι.
Ίσως πάλι επειδή η καρδιά μου που ο ύπνος ησυχάζει είναι ήδη ήσυχη.
Είναι που η νύχτα άρχισε να μεγαλώνει.
Και είναι αβάσταχτο να μεγαλώνεις μονάχος.
Θέλεις μια συντροφιά. Κάποιον στο πλάι σου να μεγαλώνετε μαζί. Όταν είμαστε μαζί είναι λιγότερο οδυνηρό. Είναι σαν να μη μεγαλώνουμε πια. Σαν να σταματά ο χρόνος. Να καταργείται. Θαρρείς κι ο χρόνος αφορά αποκλειστικά τη μοναξιά και καθόλου τη συντροφικότητα. Βλέπεις όταν είμαστε μαζί τίποτα άλλο εκτός από το μαζί δεν έχει σημασία.
Βγαίνω στο μπαλκόνι να κρατήσω συντροφιά στη νύχτα.
Ανάβω ένα κερί, κοιταζόμαστε στα μάτια.
Μένουμε για ώρα σιωπηλές σαν γνώριμες από καιρό.
Ζούμε τη στιγμή. Ποιος ξέρει αν αύριο θα είμαστε πάλι μαζί…
No comments:
Post a Comment
Σχόλια