Labels

Sunday, January 31, 2021

Κυριακὴ ΙΔ’ Λουκᾶ

 (Λουκ. 19,1-10)

Τῷ καιρῷ ἐκείνω, διήρχετο ὁ Ἰησοῦς 

1. τὴν Ἱεριχώ· 

2. καὶ ἰδοὺ ἀνὴρ ὀνόματι καλούμενος Ζακχαῖος, καὶ αὐτὸς ἦν ἀρχιτελώνης, καὶ οὗτος ἦν πλούσιος,

3. καὶ ἐζήτει ἰδεῖν τὸν Ἰησοῦν τίς ἐστι, καὶ οὐκ ἠδύνατο ἀπὸ τοῦ ὄχλου, ὅτι τῇ ἡλικίᾳ μικρὸς ἦν.

4. καὶ προδραμὼν ἔμπροσθεν ἀνέβη ἐπὶ συκομορέαν, ἵνα ἴδῃ αὐτόν, ὅτι ἐκείνης ἤμελλε διέρχεσθαι.

5. καὶ ὡς ἦλθεν ἐπὶ τὸν τόπον, ἀναβλέψας ὁ Ἰησοῦς εἶδεν αὐτὸν καὶ εἶπε πρὸς αὐτόν· Ζακχαῖε, σπεύσας κατάβηθι· σήμερον γὰρ ἐν τῷ οἴκῳ σου δεῖ με μεῖναι.

6. καὶ σπεύσας κατέβη, καὶ ὑπεδέξατο αὐτὸν χαίρων.

7. καὶ ἰδόντες πάντες διεγόγγυζον λέγοντες ὅτι παρὰ ἁμαρτωλῷ ἀνδρὶ εἰσῆλθε καταλῦσαι. 

8. σταθεὶς δὲ Ζακχαῖος εἶπε πρὸς τὸν Κύριον· ἰδοὺ τὰ ἡμίση τῶν ὑπαρχόντων μου, Κύριε, δίδωμι τοῖς πτωχοῖς, καὶ εἴ τινός τι ἐσυκοφάντησα, ἀποδίδωμι τετραπλοῦν. 

9. εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς ὅτι σήμερον σωτηρία τῷ οἴκῳ τούτῳ ἐγένετο, καθότι καὶ αὐτὸς υἱὸς Ἀβραάμ ἐστιν·

10. ἦλθε γὰρ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ζητῆσαι καὶ σῶσαι τὸ ἀπολωλός.



https://aerapatera.wordpress.com/2021/01/31/κυριακὴ-ιδ-λουκᾶ-4/


Saturday, January 30, 2021

Τρεις Ιεράρχες

 Τούς τρεῖς μεγίστους φωστῆρας τῆς τρισηλίου Θεότητος, τούς τήν οἰκουμένην ἀκτῖσι δογμάτων θείων πυρσεύσαντας, τούς μελιρρύτους ποταμούς τῆς σοφίας, τούς τήν κτίσιν πᾶσαν, θεογνωσίας νάμασι καταρδεύσαντας, Βασίλειον τόν μέγαν καί τόν θεολόγον Γρηγόριον, σύν τῷ κλεινῷ Ἰωάννῃ, τῷ τήν γλῶτταν χρυσορρήμονι, πάντες οἱ τῶν λόγων αὐτῶν ἐρασταί, συνελθόντες ὕμνοις τιμήσωμεν ̇ αὐτοί γάρ τῇ Τριάδι ὑπέρ ἡμῶν ἀεί πρεσβεύουσιν.

Απόδοση

Αυτά τα τρία φωτεινά αστέρια που παίρνουν λάμψη από τον Θεό αυτούς που φώτισαν την οικουμένη με τη θεϊκή διδασκαλία αυτά τα ποτάμια της σοφίας, που ξεδίψασαν όλη την πλάση με τη γνώση του Θεού τον Μέγα Βασίλειο, τον Γρηγόριο τον Θεολόγο και τον ξακουστό Ιωάννη που τα λόγια του ήταν χρυσάφι, όλοι εμείς που θαυμάζουμε τη σοφία τους, ας μαζευτούμε να τους τιμήσουμε με ύμνους, γιατί αυτοί πάντοτε παρακαλούν τον Θεό για μας.

Sunday, January 24, 2021

Κυριακὴ ΙΔ᾽Λουκᾶ

 

(Λουκ. 18,35-43)

Τῷ καιρῷ ἐκείνω,

35. ἐγένετο δὲ ἐν τῷ ἐγγίζειν αὐτὸν εἰς Ἱεριχὼ τυφλός τις ἐκάθητο παρὰ τὴν ὁδὸν προσαιτῶν· 

36. ἀκούσας δὲ ὄχλου διαπορευομένου ἐπυνθάνετο τί εἴη ταῦτα. 

37. ἀπήγγειλαν δὲ αὐτῷ ὅτι Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος παρέρχεται.

38. καὶ ἐβόησε λέγων· Ἰησοῦ υἱὲ Δαυΐδ, ἐλέησόν με. 

39. καὶ οἱ προάγοντες ἐπετίμων αὐτῷ ἵνα σιωπήσῃ· αὐτὸς δὲ πολλῷ μᾶλλον ἔκραζεν· υἱὲ Δαυΐδ, ἐλέησόν με. 

40. σταθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς ἐκέλευσεν αὐτὸν ἀχθῆναι πρὸς αὐτόν. ἐγγίσαντος δὲ αὐτοῦ ἐπηρώτησεν αὐτὸν λέγων· 41. τί σοι θέλεις ποιήσω; ὁ δὲ εἶπε· Κύριε, ἵνα ἀναβλέψω.

42. καὶ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ· ἀνάβλεψον· ἡ πίστις σου σέσωκέ σε. 

43. καὶ παραχρῆμα ἀνέβλεψε, καὶ ἠκολούθει αὐτῷ δοξάζων τὸν Θεόν· καὶ πᾶς ὁ λαὸς ἰδὼν ἔδωκεν αἶνον τῷ Θεῷ.


https://aerapatera.wordpress.com/2021/01/24/κυριακὴ-ιδ᾽λουκᾶ-2/

Thursday, January 14, 2021

Ανώνυμοι και «ανυπότακτοι»... - Μητροπολίτηα Αργολίδος Νεκτάριος

 Διάβαζα την επόμενη μέρα των Χριστουγέννων ένα άρθρο με τίτλο «Χριστούγεννα στο Λένινγκραντ 1979 - Χριστούγεννα στην Αθήνα 2020.» Στην αρχή μπορώ να πω η διήγηση με είχε συνεπάρει.

Οτιδήποτε διαβάζω χρόνια τώρα για τους νεομάρτυρες της Ρωσίας με συγκινεί αφάνταστα και πολλά πονήματα μου, ίσως τα περισσότερα, αναφέρονται στους μάρτυρες και ομολογητές του 20ου αιώνα. Μέσα από το κείμενο αυτό, αλλά και τόσα άλλα που έχω διαβάσει, πάντα θαύμαζα όχι μόνο το θάρρος και το μαρτυρικό φρόνημα των ανθρώπων αυτών, αλλά και την εφευρετικότητα να ζήσουν την πίστη τους σ' ένα καθεστώς που απέκλειε την εκκλησιαστική ζωή.

Στο κείμενο λοιπόν αυτό ο ανώνυμος «ανυπότακτος» διηγείται μια εμπειρία που έζησε τα Χριστούγεννα του 1978 στο Λένινγκραντ.και γιόρτασαν τα Χριστούγεννα, μακριά από τα μάτια της K.G.B. Πράγματι «στιγμές ιερές, ανεπανάληπτες, συγκινητικές».Από τα Χριστούγεννα του 1979 ο «ανυπότακτος» μας μεταφέρει στα Χριστούγεννα του 2020 γράφοντας:

«Ποιός το περίμενε ότι σε δημοκρατικό καθεστώς, μετά από σαράντα χρόνια θα ξαναζούσα λίγο διαφορετικά, αλλά κατ' ουσίαν την ίδια κατάσταση, με κλειστές εκκλησίες το Πάσχα και τα Χριστούγεννα; Και πού αυτό; Στην Ελλάδα». 

Στη συνέχεια περιγράφει πώς ο ίδιος με μερικούς φίλους του πήγαν σε κάποιο εξωκκλήσι στο βουνό για να γιορτάσουν τα Χριστούγεννα όπως έκαναν και τότε οι Χριστιανοί στη Σοβιετική Ένωση.

Δεν το κρύβω ότι ένιωσα μια φοβερή απογοήτευση. Αναρωτιέμαι, πώς είναι δυνατόν να ταυτίζεις τον εαυτό σου με τους όντως μάρτυρες και ομολογητές;

Είναι δυνατόν να συγκρίνεις τον εαυτό σου με αυτούς που γιόρτασαν τα Χριστούγεννα στο δάσος, διακινδυνεύοντας την καριέρα τους, την θέση τους, αλλά και τη ζωή τους ακόμη, με σένα που έφυγες στα βουνά για να μην πληρώσεις ένα πρόστιμο 300 ευρώ ! Τόσο πολύ ευτελίζουμε το μαρτύριο και τη μαρτυρία;

Κι ένα δεύτερο ερώτημα: Οι εκκλησίες τα Χριστούγεννα δεν ήταν κλειστές. Απλώς περιορίστηκε ο αριθμός των εκκλησιαζομένων για λόγους υγείας. Και απ' όσον ξέρω όλες οι μητροπόλεις μερίμνησαν ώστε να τελεσθούν και δύο και τρείς λειτουργίες ώστε κανείς να μην μείνει αλειτούργητος και ακοινώνητος. Προς τι λοιπόν η φυγή στα βουνά; Για να εκφράσουμε το μαρτυρικό μας φρόνημα; Τόση ανάγκη έχουμε για αυτοεπιβεβαίωση; Αν και διαφωνώ κάθετα, προτιμώ όσους παρέβησαν τους νόμους και δέχθηκαν να πληρώσουν το πρόστιμο. Τουλάχιστον ήταν πιο ειλικρινείς..

Κι ένα τρίτο. Μου κάνει εντύπωση ότι όλοι σχεδόν οι σύγχρονοι αυτοί «μάρτυρες» και «ομολογητές» καλύτερα «τζάμπα μάγκες» γράφουν και ξαναγράφουν, αλλά κρύβονται πίσω από την ανωνυμία. Γιατί άραγε; Τόσο πολύ φοβούνται μην εκτεθούν; Όταν ο Χριστός βρέθηκε μπροστά στον Άννα και ρωτήθηκε για τους μαθητές και τις διδαχές του απάντησε: «Ἐγώ παρρησία ἐλάλησα» (Ιω. 18,20). 

Δεν βλέπω, ειλικρινά,μια τέτοια «παρρησία» σ' όλους αυτούς τους ανώνυμους «ομολογητές» ή και το χειρότερο «λιβελογράφους». Πολλοί απ' αυτούς έχουν «σπουδάσει» και στην ανώτατη σχολή λασπολογίας, συκοφαντίας και παρερμηνείας..

Ας μου επιτρέψει ο ανώνυμος ανυπότακτος να τελειώσω μ' ένα περιστατικό που μου διηγήθηκαν στην Οδησσό πριν λίγα χρόνια και έχει δημοσιευτεί στο βιβλίο «Στη δίνη ενός κόσμου που άλλαζε - Οι νεομάρτυρες του Μπερντιάνσκ».

«Οδησσός 2002. 

Σε θάλαμο μεγάλου κρατικού νοσοκομείου της ουκρανικής πόλης ακούγονται τα βογκητά ενός ηλικιωμένου αρρώστου. Ο καρκίνος διάσπαρτος. Οι πόνοι φρικτοί. Τα παυσίπονα δεν επαρκούν, μέρες και νύχτες άγρυπνος. Ο ασθενής περιμένει τον θάνατο σαν λύτρωση. Πολλές φορές φτάνει στο χείλος του θανάτου, αλλά αυτός σαν να αδιαφορεί. Μήνες τώρα παλεύει μεταξύ ζωής και θανάτου. Οι απλοί άνθρωποι θα έλεγαν: «Δεν του βγαίνει η ψυχή».

Κάποια μέρα ο ταλαίπωρος αυτός άνθρωπος σαν να ανένηψε. Ζήτησε απεγνωσμένα έναν ιερέα. Οι δικοί του έτρεξαν σε κάποια εκκλησία και παρακάλεσαν τον εφημέριο να έρθει στο νοσοκομείο. Ο ιερέας, χωρίς χρονοτριβή, επισκέφθηκε τον ασθενή. Σοκαρίστηκε από τη θλιβερή όψη και κατάσταση του, περισσότερο όμως από όσα άκουσε. Ο ηλικιωμένος άρρωστος, χωρίς προλόγους και εισαγωγές, σαν να πιεζόταν από κάτι, άρχισε να ξεδιπλώνει τα κρίματα του στον άγνωστο ιερέα.

«Άκουσε παπά μου. Εγώ απ τα νιάτα μου ήμουν άθεος, μαχητικός άθεος. Ήμουν μέλος του κόμματος, ανέβηκα στην ιεραρχία και κάποτε έγινα διοικητής σε στρατόπεδο «αναμορφωτικής εργασίας» στη Σιβηρία. Μισούσα τους χριστιανούς και περισσότερο τους παπάδες. Στο στρατόπεδο είχα πολλούς κρατούμενους, αρχιερείς, ιερείς, μοναχούς και μοναχές. Έκανα ό, τι μπορούσα για να τους δυσκολέψω τη ζωή. Τους έστελνα στις πιο βαριές εργασίες, τους τιμωρούσα, τους βασάνιζα. Κάποτε έκανα και τούτο: Διέταξα τους κληρικούς να βιάσουν τις μοναχές! Όλοι τους αρνήθηκαν, αντιστάθηκαν και περισσότερο ένας αρχιερέας, ο οποίος μου είχε μπει στο μάτι. Αυτός επηρέαζε και τους άλλους και τους παρότρυνε να μη με ακούσουν. Θύμωσα πολύ ! Το βράδυ τον πήγα σ' ένα παγωμένο δωμάτιο. Τον έγδυσα και γυμνό τον έριξα σ' ένα τραπέζι. Τον έδεσα και τον άφησα όλη τη νύχτα. Όχι δεν πέθανε από το κρύο. Το δωμάτιο ήταν γεμάτο αρουραίους, οι οποίοι τον κατασπάραξαν ζωντανό. Το πρωί βρήκαμε μόνο τα κόκκαλα του μέσα στα αίματα. Να, τέτοια έχω κάνει γι αυτό δεν μου βγαίνει η ψυχή... θέλω να με συγχωρήσεις... Όταν την άλλη μέρα ο ιερέας πήγε πάλι να τον επισκεφθεί, το κρεβάτι του ήταν άδειο. Ο άρρωστος απεβίωσε το ίδιο βράδυ». 


Δυστυχώς ο νεομάρτυρας ή μάλλον μεγαλομάρτυρας αυτός Ιεράρχης παραμένει ανώνυμος. Γνωστός όμως στον Θεό. Σε τέτοιους «ανώνυμους» και πραγματικά «ανυπότακτους» μάρτυρες υποκλινόμαστε. Για τους άλλους θλιβόμαστε. Όπως έλεγε και ο P. Daco, θα ντρεπόμασταν για τις καλύτερες πράξεις μας αν γνωρίζαμε τα κίνητρα μας».

Ας μας ελεήσει ο Θεός. 

Καλή Χρονιά!


Ο Αργολίδος Νεκτάριος






*Μας το έστειλε ο π.βασίλειος Χριστοδούλου


Sunday, January 10, 2021

Κυριακὴ μετὰ τὰ Φὼτα

 (Ματθ. 4,12-17)

Τῷ καιρῷ ἐκείνω, ἀκούσας ὁ Ἰησοῦς 

12. ὅτι ὁ Ἰωάννης παρεδόθη, ἀνεχώρησεν εἰς τὴν Γαλιλαίαν, 

13. καὶ καταλιπὼν τὴν Ναζαρὲτ ἐλθὼν κατῴκησεν εἰς Καπερναοὺμ τὴν παραθαλασσίαν ἐν ὁρίοις Ζαβουλὼν καὶ Νεφθαλείμ, 

14. ἵνα πληρωθῇ τὸ ῥηθὲν διὰ Ἡσαΐου τοῦ προφήτου λέγοντος· 

15. γῆ Ζαβουλὼν καὶ γῆ Νεφθαλείμ, ὁδὸν θαλάσσης, πέραν τοῦ Ἰορδάνου, Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν, 

16. ὁ λαὸς ὁ καθήμενος ἐν σκότει εἶδε φῶς μέγα, καὶ τοῖς καθημένοις ἐν χώρᾳ καὶ σκιᾷ θανάτου φῶς ἀνέτειλεν αὐτοῖς. 

17. Ἀπὸ τότε ἤρξατο ὁ Ἰησοῦς κηρύσσειν καὶ λέγειν· μετανοεῖτε· ἤγγικε γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.

https://aerapatera.wordpress.com/2021/01/10/κυριακὴ-μετὰ-τὰ-φὼτα/

Saturday, January 9, 2021

Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος

 Τὴν χεῖρά σου τὴν ἁψαμένην,

τὴν ἀκήρατον κορυφὴν τοῦ Δεσπότου

μεθ᾽ ἧς καὶ δακτύλῳ αὐτόν, ἡμῖν καθυπέδειξας,

ἔπαρον ὑπὲρ ἡμῶν, Βαπτιστά,

ὡς παρρησίαν ἔχων πολλήν·

καὶ γὰρ μείζων τῶν Προφητῶν ἁπάντων,

ὑπ᾽ αὐτοῦ μεμαρτύρησαι.

Τοὺς ὀφθαλμούς σου πάλιν δέ,

τοὺς τὸ Πανάγιον Πνεῦμα κατιδόντας,

ὡς ἐν εἴδει περιστερᾶς κατελθόν,

ἀναπέτασον πρὸς αὐτὸν Βαπτιστά,

ἵλεων ἡμῖν ἀπεργασάμενος.

Καὶ δεῦρο στῆθι μεθ᾽ ἡμῶν

ἐπισφραγίζων τὸν ὕμνον,

καὶ προεξάρχων τῆς πανηγύρεως.

Χαῖρε, Προφήτα καί Πρόδρομε, τοῦ Παναγίου Πνεύματος ἱερόν καί ἁγιώτατον δοχεῖον καί τῆς Τρισηλίου Θεότητος ἄμωμον καί πανάσπιλον ἱερεῖον.

Χαῖρε, Προφήτα καί Πρόδρομε, τό στήριγμα τῆς εὐσέβειας καί τό καύχημα τῆς μοναδικῆς πολιτείας.

Χαῖρε, Προφήτα καί Πρόδρομε, στειρευούσης σεβασμιώτατον βλάστημα, καί πανόλβιον οἰκουμένης ἁπάσης ἀγλάισμα.

Χαῖρε, Προφήτα καί Πρόδρομε, τό κλέος τῆς παρθενίας καί τό σεμνολόγημα τῆς ὀρθοδοξίας.

Χαῖρε, Προφήτα καί Πρόδρομε, τῶν Προφητῶν ἀγλαοπυρσόμορφον ἄγαλμα, καί ἀργυροχρυσόπλοκον τῶν Μαρτύρων διάδημα.

Χαῖρε, Προφήτα καί Πρόδρομε, τῆς ἀσκητικῆς ζωῆς ἀδιάσειστον ἔρεισμα, καί τῆς ἐνθέου διαγωγῆς τό ὡράισμα.

Χαῖρε, Προφήτα καί Πρόδρομε, τῆς Παλαιᾶς τε καί Νέας Διαθήκης ἐνδοξότατε μεσίτα, καί τῶν ἁμαρτωλῶν ἀκατάπαυστε πρός Θεόν ἱκέτα.

Χαῖρε, Προφήτα καί Πρόδρομε, ἐπίγειε Ἄγγελε καί οὐράνιε ἄνθρωπε.

Χαῖρε, Προφήτα καί Πρόδρομε, τοῦ Χριστοῦ πολύφωτε λύχνε καί ἄσβεστε, καί ἁπάντων Ἁγίων ὑπέρτερε ἅγιε.

Χαῖρε, Προφήτα καί Πρόδρομε, στῦλε τῆς Ἐκκλησίας ἑδραιότατε, καί φίλε γνήσιε τοῦ Χριστοῦ προσφιλέστατε.

Χαῖρε, Προφήτα καί Πρόδρομε, ὄρθρε φαεινότατε, καί ἑωσφόρε λαμπρότατε.

Χαῖρε, Προφήτα καί Πρόδρομε, ἔκλαμπρε τοῦ κόσμου ἀστήρ, καί λαμπροφανέστατε τῆς οἰκουμένης φωστήρ.

Χαῖρε, Προφήτα καί Πρόδρομε, Ἠλία τῆς πρώτης τοῦ Χριστοῦ παρουσίας ζηλωτά ἐνθεότατε, καί τῶν τελωνῶν καί στρατιωτῶν διορθωτά συνετώτατε καί σοφώτατε.

Χαῖρε, Προφήτα καί Πρόδρομε, τοῦ Βασιλέως τῆς δόξης ἔνδοξε προμηνυτά καί τοῦ Θεοῦ Σωτῆρος ὑπέρτιμε Βαπτιστά.

Χαῖρε, Προφήτα καί Πρόδρομε, τοῖς ἐν τῷ Ἅδη εὐκταιότατε εὐαγγελιστά, καί τῆς Παναγίας Τριάδος μακαριώτατε παραστάτα καί θεατά.

Χαῖρε, Προφήτα καί Πρόδρομε, θεοδόξαστε χοροστάτα τῆς ἀΰλου ταξιαρχίας καί πρῶτε κληρονόμε τῆς οὐρανίου Βασιλείας.

Χαῖρε, Προφήτα καί Πρόδρομε.

Ὕμνος στόν ἅγιο Ἰωάννη

τὸν Πρόδρομο καὶ Βαπτιστὴ

Τριάντα χρόνια νηστείας καὶ σιωπῆς!

Αὐτό, οὔτε τὰ θηρία τοῦ δρυμοῦ δέν μποροῦν νά τὸ ἀντέξουν.

Τὸ λιοντάρι ξεγελάει τὴν πεῖνα του μέ τοὺς ἤχους τοῦ βρυχηθμοῦ του,

Καὶ τὸ δέντρο θροΐζει, ὅταν πλησιάζει ὁ ἄνεμος

Ἐσὺ ὅμως οὔτε θροΐζεις οὔτε βρυχᾶσαι οὔτε βογγᾶς,

Οὔτε θρηνεῖς, οὔτε τὸ τραγούδι σου ἠχεῖ μέσα στήν ἐρημιά!

Πές μου, εἶσαι ἄνθρωπος; Ποιό εἶναι τὸ ὄνομά σου;

Θὰ θελήσεις ποτέ μέ κάποιον νά μιλήσεις;

Ἡ Φωνή, ἡ φωνή, ἡ φωνή:

 Ἐγὼ εἶμαι ἡ φωνὴ· ὅμως Ἐκεῖνος εἶναι ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ.

Ἀπεστάλμένος εἶμαι στά παιδιὰ τοῦ Ἰσραήλ, γιά νά τοὺς φωνάξω:

Μετανοεῖτε, ὢ ἄνθρωποι, δεῖτε, ἔρχεται Ἐκεῖνος!

Καλοὺς καρποὺς ποιεῖτε, ὁ καθένας κατὰ τήν δύναμή του.

Ἰδού, ἰδοὺ ἔρχεται Αὐτὸς-ὢ Θαῦμα Θαυμάτων,

καταμεσής τῶν ὑδάτων κρύβεται τὸ πῦρ ἐξ οὐρανοῦ!

Ἰδού, ὁ Ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ, βαδίζει ἐν μέσῳ λύκων.

Λύκοι, καθαρίστε στό νερὸ τήν θηριώδη φύσῃ σας!

Τριάντα χρόνια σιωπῆς καὶ νηστείας,

τὶ ἀπομένει ἀπὸ τὸ σῶμά σου, ἐκτὸς ἀπὸ τήν φωνῇ σου;

Τὸ ξεραμένο σῶμα σου δέν εἶναι παρὰ

Μιά σκιά τῆς φωνῆς σου,

ἡ ὁποία κηρύσσει τὸ νέο: Ἰδού, ὁ Θεὸς ἔρχεται σὲ ἐμᾶς!

Τὸ ξεραμένο σῶμά σου, ἦταν ἕνα καλάμι, πού ὁ Ἡρῴδης τὸ ἔσπασε

Ἀλλὰ ἡ φωνὴ συνεχίζεται, συνεχίζεται. Κανεὶς δέν μπορεῖ νά τήν φιμώσει.

Τίνος φωνὴ εἶναι αὐτή, πού στό ἄκουσμά της ἀκόμη καὶ οἱ αἰῶνες τρέμουν;

Ἑνὸς πεινασμένου λιονταριοῦ; Ὄχι, Ὄχι· ἑνὸς ἀνθρώπου τῆς πίστεως.

«Γενηθήτω τὸ θέλημά σου, ὡς ἐν οὐρανῷ, καὶ ἐπὶ τῆς γῆς·», (Ματθ. 6:10).

Δόξα στόν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Βαπτιστή, διότι ἐκπλήρωσε τὸ Εὐαγγέλιο πρὶν ἀπὸ τὴν ἔλευση τοῦ Εὐαγγελίου! Εἰσερχόμενος στήν ἔρημο, παρέδωσε τὸν ἑαυτὸ του τελείως στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ψυχή τε καὶ σώματι. Τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ἐνήργησε στό ἴδιο του τό σῶμα στήν γῆ, καθὼς καὶ στόν οὐρανό, τῆς ψυχῆς του. Οὔτε πεῖνα, οὔτε ἄγρια θηρία ἔβλαψαν τὸ σῶμα του κατὰ τήν διάρκεια τόσων ἐτῶν πού ἔζησε στήν ἔρημο. 

Ἡ ψυχὴ του δέν τρώθηκε ἀπὸ τὴν ἀπελπισία λόγῳ τῆς μοναξιᾶς, οὔτε ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνεια στήν θέα οὐρανίων ὁραμάτων. Δέν ἀναζητοῦσε οὔτε ψωμὶ οὔτε γνώση ἀπὸ ἄνθρωπο. 

Ὁ Θεὸς τοῦ ἔδινε ὅλα ὅσα τοῦ χρειάζονταν, γιατὶ ὁ ἴδιος παρέδωσε τελείως τὸν ἑαυτὸ του στό θέλημα τοῦ Θεοῦ.

Δέν ὁδήγησε ὁ ἴδιος τὰ βήματά του στήν ἔρημο, οὔτε μακριὰ ἀπὸ αὐτήν. Ἕνα ἀόρατο πηδάλιο ἄνωθεν κατεύθυνε τὴν ζωὴ του.

Διότι ὅταν ἦταν ἀπαραίτητο γι’ αὐτὸν νά βγεῖ ἀπὸ τὴν ἔρημο καὶ νά πάει νά συναντήσει τὸν Κύριο, τότε, ὅπως ῥητὰ ἀναφέρεται: «ἐγένετο ῥῆμα Θεοῦ ἐπὶ Ἰωάννην» (Λουκ. 3: 2). Σὰν ἀθῶος νέος, ὁ Ἰωάννης, μίλησε ἁπλᾶ γιά τὴν ἐπικοινωνία του μέ τίς δυνάμεις τοῦ Οὐρανοῦ: «κἀγὼ οὐκ ᾔδειν Αὐτόν, ἀλλ’ ὁ πέμψας με βαπτίζειν ἐν ὕδατι, Ἐκεῖνός μοι εἶπεν· ἐφ’ ὃν ἂν ἴδῃς τὸ Πνεῦμα καταβαῖνον καὶ μένον ἐπ’ αὐτόν, οὗτός ἐστιν ὁ βαπτίζων ἐν Πνεύματι ῾Αγίῳ.

Κἀγὼ ἑώρακα καὶ μεμαρτύρηκα ὅτι οὗτός ἐστιν ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ» (Ἰωάν. 1: 33-34). Πόσο τρυφερὰ καὶ ἁπλὰ μιλάει γιά πράγματα οὐράνια! Ἀλλὰ πόσο τρομακτικὸς εἶναι σὰν λιοντάρι, ὅταν μιλάει ἐναντίον τῆς ἀδικίας τῶν ἀνθρώπων, ἐναντίον τοῦ Ἡρῴδη καὶ τῆς Ἡρῳδιάδος! 

Τὸ ἀρνί καὶ τὸ λιοντάρι συγκατοικοῦν ἐντός του. Ὁ παράδεισος εἶναι τόσο κοντά του, ὅπως ἡ μητέρα στό παιδὶ της. Τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ τοῦ εἶναι προσιτὸ καὶ ξεκάθαρο, ὅπως εἶναι καὶ γιά τοὺς ἀγγέλους στόν οὐρανό.

Ἁγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς


https://aerapatera.wordpress.com/2021/01/07/ἃγιος-᾽ιωὰννης-ὁ-πρὸδρομος/






Tuesday, January 5, 2021

Αποχαιρετώντας το 2020

 Ακούγοντας και διαβάζοντας τις ιστορίες των παλιών ανθρώπων για τους πολέμους που έζησαν, την πείνα, τις κακουχίες, τις στερήσεις και τους θανάτους πολλές φορές όλοι οι νεότεροι σκεφτήκαμε πως οι δικές μας οι γενιές ευτυχώς δεν έζησαν τίποτα απ’ αυτά. Οι προσωπικές μας δοκιμασίες από τις οποίες απαλλαγμένος δεν γεννήθηκε ακόμα άνθρωπος στον κόσμο και λίγο ή πολύ όλοι ζήσαμε και τις ζούμε στο διάβα της ζωής μας, βαραίνουν τόσο διαφορετικά από μια συλλογική συμφορά που συχνά μας ρίχνουν στην παγίδα της ψευδαίσθησης πως μόνο εμείς υποφέρουμε και πονούμε, πράγμα που κάνει τον πόνο μας αβάσταχτο οδηγώντας μας στην ατομική απελπισία. Γιατί η απελπισία και η απόγνωση είναι ατομικά χαρακτηριστικά. Τόσο ατομικά που καταντούν σκουριασμένα επτασφράγιστα κλουβιά για τη μοναξιασμένη μας ύπαρξη.

Ο χρόνος όμως που πέρασε μας χάρισε ένα ασύλληπτο δώρο. Κατάφερε μέσω την πανδημίας να μεταμορφώσει τον ατομικό πόνο μας σε συλλογικό. Έτσι, μας ελευθέρωσε από τα προσωπικά μας κλουβιά και ελεύθεροι ανοίξαμε τα πληγωμένα φτερά μας για να πετάξουμε στους αδερφούς μας, στους γείτονές μας, σ’ όλους τους τόπους της πατρίδας μας και σ’ όλες τις πατρίδες της γης. Η συλλογική συμφορά, θέλοντας και μη, μάς ένωσε όλους. Θρηνήσαμε και θρηνούμε τα απανταχού τέκνα της Ραχήλ που ο ιός ως άλλος Ηρώδης έδρεψε και δρέπει. Προσευχηθήκαμε και προσευχόμαστε κάθε μέρα για τους τεθνεώτες, τους συγγενείς τους, τους ασθενείς και τους ιατρούς τους. Δεσμεύσαμε την ελευθερία μας όχι μόνο επειδή αυτό μάς διέταξαν, αλλά γιατί για πρώτη φορά το νιώσαμε πως μπορεί η ελευθερία μας να οδηγήσει στον θάνατο τον αδερφό μας κι εμείς φονιάδες ποτέ δε θέλαμε να γίνουμε. Κρατήσαμε την ανάσα μας, σφραγίσαμε το στόμα, κλειδώσαμε τα χέρια προκειμένου να μη βλάψουμε τον διπλανό και να μη μας βρει κι εμάς το κακό. Κι έμειναν μόνο τα βουρκωμένα μάτια μας ν’ αγκαλιάζουν τους αγαπημένους και τ’ αφτιά μας ν’ ακούν την φωνή τους. Και διεστάλησαν τόσο οι αισθήσεις της ακοής και της όρασης που τ’ αφτιά μας κατάφεραν ν’ ακούσουν ακόμη και τα φτερουγίσματα των αγγέλων και τα μάτια μας να δουν μια αχτίδα από το Φως της Φάτνης.

Ανεπαίσθητα, αν και σχεδόν βίαια και ερήμην μας, εισήλθαμε στην ασκητική της αγάπης.  Κανείς δε μας ρώτησε. Και ποιος θα συγκατένευε αν τον ρωτούσαν; Κανείς μας βέβαια, αφού κανείς δε θέλει να πονά, να περιορίζεται, να στερείται, να θυσιάζεται. Οι καιροί της ευμάρειας, του βολέματος, της ατομικής μας ικανοποίησης και του υπερκαταναλωτισμού στους οποίους παραδοθήκαμε άνευ όρων, μας μεταμόρφωσαν σε νευρωτικά πλάσματα που καλπάζουν ανικανοποίητα για να προλάβουν, να επιδείξουν, να κατοχυρώσουν, να υπάρξουν συνήθως σ’ ένα φαντασιακό και εικονικό πεδίο. Η δυστυχία μας τις περισσότερες φορές πηγάζει από την αποτυχία μας επί του φαντασιακού και όχι του πραγματικού.

Η ευλογία του 2020 συνίσταται στο γεγονός ότι μας αφαίρεσε το φαντασιακό και το μάταιο κυνήγι του. Οι επίπλαστες ανάγκες μας κατέρρευσαν σαν χάρτινος πύργος. Αναγκαστήκαμε να περιοριστούμε στα εντελώς απαραίτητα. Μα κυρίως εξαναγκαστήκαμε να σταθούμε στον ίδιο τόπο. Ποιος μπορεί να πει πως δεν είχε ανάγκη αυτή τη στάση; Πόσοι άνθρωποι δεν δούλευαν ακατάπαυστα από τα μικρά τους χρόνια και μισούσαν τις αργίες που άνοιγαν στη ζωή τους ένα κενό τρομακτικό που ήταν παντελώς ανίκανοι να το ζήσουν και πόσο μάλλον να το γιορτάσουν; Σε πόσους γονείς δεν έλειπαν τα παιδιά τους και πόσα παιδιά δεν προλάβαιναν να γνωρίσουν τους γονείς τους; Πόσα ζευγάρια για χρόνια δεν προλάβαιναν ούτε ν’ ανταμώσουν; Πόσοι δεν στερήθηκαν την ανάγνωση ενός βιβλίου, την ενατένιση του ουρανού, την πληθωρική σιγή μπροστά σ’ ένα καντήλι; Πόσους δεν απορόφησε η εξαντλητική εξωστρέφεια και  πόσους δεν συνεπήρε το κυνήγι του πλούτου ή της δόξας με κάθε μέσο; Μα και πόσοι δεν αγνοήσαμε τον θάνατο που ήταν η μόνη βεβαιότητα της ζωής μας;

 

Η χρονιά που πέρασε μας χάρισε μια υποχρεωτική επανεκκίνηση χάριν μιας επανεκτίμησης των δεδομένων. Δεδομένων αγαθών, ανθρώπων, ιδεολογιών, συνηθειών, μέχρι και του δεδομένου Θεού. Το σπίτι μας από τόπος προσωρινής ανάπαυλας, έγινε το ασκητήριό μας. Μέσα σ’ αυτό, όπως συμβαίνει με τις σκήτες και τους ασκητές τους, εκπαιδευόμαστε πλέον πώς να αγαπάμε τον κόσμο όλον χωρίς γλυκερά λόγια, τετριμμένες αγκαλιές και ψεύτικα χαμόγελα. Τώρα εκπαιδευόμαστε στην ψηλάφηση του Αοράτου που δε ζητά τίποτα λιγότερο από την πάσχουσα καρδιά μας που φλέγεται σιωπηλά σταυρούμενη. Δεν παραιτούμαστε απ’ το ξαναβρούμε το σώμα των αγαπημένων και να το σφίξουμε πάνω στο δικό μας. Αλλά αυτή η αγκαλιά θα είναι πιο αληθινή και πιο γνήσια από ποτέ έχοντας περάσει από την πυρά της στέρησης.

 

Η χρονιά που πέρασε, όπως κι αυτή που ήδη ήρθε, είναι μια μοναδική ευκαιρία να συμμετάσχουμε από κοινού με όλο μας το πραγματικό και όχι φαντασιακό είναι, στο μέγα θαύμα, αλλά και δράμα, της ζωής και του θανάτου. Του έρωτα που συνέχει την κτίση. Την αιωνιότητα που χτυπά την πόρτα μας και για να την ανοίξουμε και να την υποδεχθούμε μπορούμε να το κάνουμε μόνο παραιτούμενοι από τις ψευδαισθήσεις μας και τις ματαιότητες στις οποίες επενδύσαμε ως τώρα. Γυμνοί και τετραχηλισμένοι, αλλά και ταπεινά ευτυχείς, μπορούμε όλοι μαζί και καθένας μόνος του να κάνουμε το άλμα το μεγαλύτερο από τη φθορά.

Καλή χρονιά!

Sunday, January 3, 2021

Mνήμη Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη , 4 Μαρτίου 1851 - 3 Ιανουαρίου 191 — από τον Δημήτρη Μαυρόπουλο

 Τὸ διήγημα «Ἀγάπη στὸν κρεμνὸ» πρωτοδημοσιεύθηκε τὸ 1913, δύο χρόνια μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Παπαδιαμάντη. Τὸ ἀπόσπασμα τῆς διήγησης τοῦ Γιαννιοῦ μᾶς δείχνει ὅτι ὁ Παπαδιαμάντης εἶχε τὸ χάρισμα νὰ καταργεῖ τὰ ὅρια ἀνάμεσα στὸν πεζὸ καὶ ποιητικὸ λόγο – ὅλα τὰ γραπτά του νὰ εἶναι ποιήματα.

Μὲ τὴν εὐκαιρία τῆς ἐπετείου τοῦ θανάτου του, 3 Ἰανουαρίου 1911, θυμίζω ὅτι κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς κηδείας του χιόνιζε, καὶ τὸ φέρετρο ποὺ μεταφερόταν ξεσκέπαστο ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν στὰ Μνημούρια, στρώθηκε μὲ χιόνι, σὰν σάβανο. Τὴ συνθήκη αὐτὴ εἶχε περιγράψει ὁ ἴδιος στὸ διήγημα «Ὁ Ἔρωτας στὰ χιόνια», ὅπου ὁ μπαρμπα–Γιαννιός, ὁ ἥρωας τοῦ διηγήματος, πεθαίνει σαβανομένος ἀπὸ τὸ χιόνι: «Καὶ ὁ μπαρμπα-Γιαννιὸς ἄσπρισεν ὅλος, κ᾽ ἐκοιμήθη ὑπὸ τὴν χιόνα, διὰ νὰ μὴ παρασταθῇ γυμνὸς καὶ τετραχηλισμένος, αὐτὸς καὶ ἡ ζωή του καὶ αἱ πράξεις του, ἐνώπιον τοῦ Κριτοῦ, τοῦ Παλαιοῦ Ἡμερῶν, τοῦ Τρισαγίου»

Δημήτρης Μαυρόπουλος

Mε αφορμή την επέτειο του θανάτου του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη,
ο εκδότης του ΔΟΜΟΥ και των ΑΠΑΝΤΩΝ Δημήτρης Μαυρόπουλος διαβάζει απόσπασμα από το διήγημα "Αγάπη στον κρεμνό".


https://m.youtube.com/watch?v=2Q50BZUidlo&feature=youtu.be