Labels

Thursday, September 15, 2011

Το Βουκουρέστι του Αυγούστου / 2011


Ρολόι σε πάρκο του Βουκουρεστίου


Μετά το 2007 -όπου μπορείτε να διαβάσετε εδώ την τότε ανάρτησή μου-, δεύτερη φορά φτάνω στο Βουκουρέστι, το «Μικρό Παρίσι».


Απομεινάρια από πέτρες στη ρίζα δέντρου της μονής Σταυρουπόλεως

Αν έπρεπε να επιλέξω σε ποιο από τα δύο Παρίσια θα ήθελα, -αλλά και θα μπορούσα- να κατοικήσω, δε θα επέλεγα το κανονικό, μεγαλεπήβολο, στοιχειωμένο από το φως ενός τρανού παρελθόντος Παρίσι, αλλά αυτό το μικρό, αρχοντικό και ολοζώντανο, βγαλμένο απ’ τα βασανιστήρια του καθεστώτος «Μικρό Παρίσι». Θα το επέλεγα εν τέλει όπως ένας σώφρον άντρας θα επέλεγε την πιστή -αν και γερασμένη ή άρρωστη- οικεία του σύζυγο, εις βάρος της καθ’ όλα ελκυστικής, νέας και ωραίας, πλην ξένης, ερωμένης του.


Πιθάρια κοντά στο ρολόι του πάρκου

Ακόμα και στο τρίτο Παρίσι θα μπορούσα να ζήσω, στο «Παρίσι της Ανατολής», την αγαπημένη μου Βηρυτό. Μετά από τόσα ταξίδια στα Παρίσια του κόσμου τώρα πια ξέρω πως αυτός εδώ είναι ο κόσμος μου, σ’ αυτόν ανήκω, αυτός με χωρά και με αναγνωρίζει σαν αυτό που είμαι, -ό, τι κι αν είμαι. Όλα τ’ άλλα παραμένουν άξια θαυμασμού, φλογερού έρωτα ενδεχομένως, όχι όμως και συνύπαρξης, συγκατοίκησης, ή πόσο μάλλον σύζευξης.


Σύγχρονο οικοδόμημα στο κέντρο του Βουκουρεστίου

Το οικονομικό ξενοδοχείο, που κλείστηκε μέσω ίντερνετ, είναι ένα απομεινάρι ξεπεσμένης αριστοκρατίας -πιθανότατα υπό ανακαίνιση. Διασχίζοντας τους σκοτεινούς διαδρόμους προσπερνάς φθαρμένους δερμάτινους καναπέδες, ογκώδεις πορσελάνινες σόμπες, παλιά γραμμόφωνα, ηλεκτρικές σκούπες, τεράστια σαν πιθάρια βάζα, όλα φύρδην μύγδην ριγμένα στο πάτωμα. Μπαίνοντας στο δωμάτιο η εντύπωση μεταστρέφεται.


Όψη από ψηλά της παλιάς πόλης του Βουκουρεστίου

Ασυνήθιστα μεγάλο σαν σουίτα, ψηλοτάβανο, με παράθυρα μεγάλα και έπιπλα φτιαγμένα από βαριά ξύλα, καθρέφτες στις δρύινες ντουλάπες και χειροποίητα χαλιά. Οι σκούρες μπλε ταπετσαρίες με τα καφε-κόκκινα ξύλα των καναπέδων σε αντίθεση με τους άσπρους τοίχους αναδεικνύουν την αλλοτινή αρχοντιά του χώρου σχεδόν ανέγγιχτη από το πέρασμα του χρόνου.


Όψη από ψηλά της πόλης μέσα από συρμάτινο πλέγμα του παραθύρου

Το φιλικό ζευγάρι των νεαρών Ρουμάνων έρχεται μ’ ένα ταξί προκειμένου να μας οδηγήσει στο δείπνο. Δεν έχει αυτοκίνητο δικό του, ούτε σπίτι. Φτάνουμε σε μια κομψότατη ιταλική tratoria με μεγάλη αυλή που σε κάνει να νιώθεις ολίγον αποικιοκράτης -αίσθημα πολυτέλειας και ισχύος, επικίνδυνα ηδονικό κι ως τέτοιο άκρως παραπλανητικό.


Το κτίριο διοίκησης του Τσαουσέσκου, μέχρι σήμερα το μεγαλύτερο στην Ευρώπη

Ενώ τρώμε τις γευστικότατες μακαρονάδες και το ρουμάνικο ζευγάρι μας ξαφνιάζει παραγγέλνοντας αντί κρασιού παγωμένη λεμονάδα, οι κύριοι της συντροφιάς συζητούν για τα μακάμια της Ανατολικής μουσικής και τους ήχους της Βυζαντινής. Έχει ξεκινήσει πρόσφατα η αναζήτηση της αυθεντικής παραδοσιακής ρουμανικής μουσικής που συνδεόταν -όπως εξάλλου και η δική μας- με τη βυζαντινή παράδοση που τα ίχνη της σχεδόν κατάφερε να εξαφανίσει το καθεστώς του Τσαουσέσκο επιβάλλοντας στη θέση της το λάιτ κατασκεύασμα που λίγο πολύ όλοι γνωρίζουμε σαν χαζοχαρούμενη «βαλκανική μουσική», αρκετά κοινή σε Ρουμανία, Βουλγαρία, Αλβανία και Σκόπια.


Τμήμα οικοδομήματος παραπλεύρως ναού

Το πρωινό του Σαββάτου ξεκινά με μια βόλτα σε ένα μεγάλο πανέμορφο πάρκο. Πηγαίνοντας διασχίζουμε δρόμους και σοκάκια με ελληνικά ονόματα. Από πού κι ως πού; Τι μας συνδέει εμάς μ’ αυτόν τον κόσμο και γιατί πέρα από τα ελληνικά ονόματα των οδών αισθανόμαστε τέτοια οικειότητα;


Παλιό κτίριο με νεότερες αρχιτεκτονικές επεμβάσεις

Φίλος που με αφορμή το διδακτορικό του έχει μελετήσει πρόσφατα την ιστορία, μου εξηγεί. Μετά τον Σουλεϊμάν τον Νομοθέτη, τον 16ο αι., αρχίζει μια βαθμιαία συρρίκνωση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας που συνίσταται τόσο σε απώλεια εδαφικών κτήσεων όσο και σε απώλεια ισχύος. Οι συνθήκες Κάρλοβιτς 1699, Πασσάροβιτς 1718 και Κιουτσούκ Καϊναρτζή 1774, δημιουργούν μια νέα κοινωνική και πολιτική κατάσταση, ευνοώντας άλλοτε σε μικρότερο κι άλλοτε σε μεγαλύτερο βαθμό τους Ρωμιούς.


Νεοκλασικό στο κέντρο

Παράλληλα η ανάληψη των καθηκόντων του Μεγάλου Διερμηνέα από τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, τον Παναγιώτη Νικούσιο και άλλων Ρωμιών από τα τέλη του 17ου αιώνα, και η τοποθέτηση Φαναριωτών ηγεμόνων στη Μολδαβία και τη Βλαχία από το 1709 και μετά, μέχρι και το 1821, δημιουργούν συνθήκες όσμωσης ανάμεσα στους δύο λαούς μέσα από τα γράμματα, τις τέχνες, την αρχιτεκτονική κά.


Επιβλητικό οικοδόμημα στο κέντρο

Περνούμε πάλι από τον προσφιλή ναό του Κρατσουλέσκου και τη γυναικεία μονή Σταυρουπόλεως.


Ταβέρνα

Περιδιαβαίνουμε στους μεγάλους δρόμους, χαζεύουμε τα παλιά επιβλητικά κτίρια που ανακαινίζονται,


Χαρακτηριστικό κτίριο του παρεθλόντος με υαλωτά

και τους δρόμους που από το 2007 είδα να σκάβονται -με χρήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης,



Οργασμός σκαψίματος

τα καινούρια καφέ που άνοιξαν, τους πάγκους με τα χειροποίητα στολίδια, τις ξύλινες κουτάλες, τα πολύχρωμα φουλάρια και τις δερμάτινες τσάντες.


Πίτσα Hut σε μια από τις κεντρικές πλατείες


Πάγκοι με χειροποίητα καλούδια

Ένα προς τέσσερα η σημερινή αντιστοιχία του Λέι με το Ευρώ. Διαιρείς με το τέσσερα για να βρεις περίπου σε ποιο ποσό αντιστοιχεί η τιμή που βλέπεις.


Το νέο πλακόστωτο υπό κατασκευήν απαγορευτικό στα τακούνια


Αρχαία ευρήματα που θα αξιοποιηθούν

Είναι όλα φτηνά, εκτός κι αν τολμήσεις να μπεις στις επώνυμες μπουτίκ ή τα γνωστά φιρμάτα πολυτελή Αρμάνι και Γκούτσι.



Το ωραίο πάρκο όπου κάνιες βαρκάδα -ή χαζεύεις αυτούς που κάνουν- πίνοντας καφέ


Ο ναός του Κρατσουλέσκου


Κοντινό πλάνο του ναού του Κρατσουλέσκου



Ιερά Μονή Σταυρουπόλεως


Εσωτερική αυλή Μονής Σταυρουπόλεως

Καταλήγουμε στο περίφημο Χάνι. Είναι κρίμα να βρεθείς στο Βουκουρέστι και να μην πιεις μια μπύρα σ’ αυτό το ασύλληπτης ομορφιάς χνάρι του παρελθόντος.


Το Χάνι

Ό, τι κι αν έχεις διαβάσει για τα χάνια, εδώ παίρνεις την πλέον σαφή εικόνα ίσως του μεγαλύτερου της εποχής τους.
Σήμερα βέβαια το ισόγειό του δεν είναι γεμάτο στάβλους για τα ζώα των ταξιδιωτών, ούτε στον πρώτο και στον δεύτερο όροφο αυτοί διανυκτερεύουν. Είναι όμως άριστα συντηρημένο και φιλοξενεί δύο εστιατόρια, ένα ρουμάνικο κι ένα λιβανέζικο, καθώς και μπαρ.







Με δεκαπέντε ευρώ μπορούν να φάνε δύο άτομα εξαιρετικό χοιρινό με φασόλια στη γάστρα, φρέσκια σαλάτα, γλυκό, και κόκκινο κρασί.



Ο χώρος έχει τόση άπλα και ομορφιά, η περιποίηση τόση ευγένεια, που αποτελεί έναν σταθμό ανάπαυλας ακόμη και για τον σημερινό ταξιδιώτη.


Το Χάνι απέξω

No comments:

Post a Comment

Σχόλια