Labels
- Εορτή (818)
- Ποίηση (492)
- Διήγημα (211)
- Παρουσίαση βιβλίου (200)
- Σκέψεις (196)
- Παραμύθι (191)
- φωτογραφία (173)
- Φωτογραφικό αφιέρωμα (152)
- χάι κου (148)
- Αφιέρωμα βίντεο (128)
- Μουσική (124)
- Προβληματισμοί (108)
- Πατέρες (96)
- φωτογραφια (93)
- Βιογραφία (89)
- Τραγουδι (75)
- Ταξιδιωτικά (67)
- Ημερολόγιο (63)
- Αποχαιρετισμός (59)
- Συνέντευξη (51)
- Αφιέρωμα λογοτεχνικό (50)
- Δοκίμιο (47)
- Συναυλία (46)
- Ο Αχτιδοϋφαντής (44)
- Ιστορία (40)
- Πολιτική (36)
- Πολιτισμός (35)
- Κριτική (34)
- Ως την άκρη του νερού (34)
- toportal (32)
- Ο τρελός του χωριού (29)
- Ζωγραφική (27)
- Ποιηση (27)
- Μυθιστόρημα (26)
- Αφιέρωμα κινηματογράφος (25)
- Διάφορα (24)
- Ερμηνεία Ευαγγελικών περικοπών (20)
- Σχόλιο της Δευτέρας (20)
- Μεγάλη Εβδομάδα (18)
- Παραβολή (17)
- Ημεροστίχιο (16)
- Ο μικρός μονομάχος (15)
- Γράμμα (14)
- Μέγας Βασίλειος (14)
- Χάι κου φωτογραφια (14)
- Τραγούδι (13)
- Αφιέρωμα Θέατρο (12)
- Νύχτα θαυμάτων (12)
- Οδύσσεια (12)
- Βραβεία (10)
- Ο λαμπερός πολεμιστής (10)
- fairy taile (9)
- Δοκκίμιο (8)
- Μαγειρική (7)
- Μικρές ιστορίες (7)
- ψηφιδωτό (7)
- Αφιέρωμα Εορτή (4)
- Εικόνα (4)
- Προσωνύμια Παναγίας (4)
- Φωτογραφίες (4)
- Όμηρος (3)
- Πόίηση (3)
- Αποφθεύγματα (2)
- Καληνύχτα Μαρία (2)
- Παλαιά Διαθήκη (2)
- Πρόσφυγες (2)
- αφήγημα (2)
- Απόδοση κειμένου (1)
- Βιβλία μου σε άλλες γλώσσες (1)
- Δημιουργική γραφή (1)
- Διασκευή παραμυθιού (1)
- Δοκί (1)
- Ευχή της ημέρας (1)
- Κυριακή του Πάσχα (1)
- Οι ιστορίες του Καλλίστρατου (1)
- Συνέδριο (1)
- Ταινία (1)
- ποί (1)
Saturday, April 26, 2008
Thursday, April 24, 2008
Καλή Ανάσταση!
Monday, April 14, 2008
Αν τ' αγαπάς ξανάρχονται - Συγγραφή, έκδοση, βράβευση - ένα flash back
Σήμερα και ένα χρόνο μετά την έκδοσή του, θεωρώ πως αυτό το βιβλίο ολοκλήρωσε κατά κάποιον τρόπο τον κύκλο του με τον πλέον ευχάριστο τρόπο και μπορώ να μιλήσω για την περιπέτειά του –και δική μου συνάμα-, την διαδρομή του που ακόμα βέβαια συνεχίζεται και μακάρι να συνεχίζεται για πολύ ακόμα.
Σχεδόν για δεκαπέντε χρόνια έγραφα πολλών ειδών κείμενα, αλλά κυρίως ποίηση. Είχα μέσα μου αποφασίσει πως ό,τι κι αν εκδώσω θα έρθει μετά από την έκδοση μιας τουλάχιστον ποιητικής συλλογής. Πίστευα πως αυτό ήταν το κύριο χαρακτηριστικό μου. Οι απόπειρες έπεφταν στο κενό. Τυποποιημένα αρνητικά γράμματα από τους εκδοτικούς οίκους κατέφταναν, στα οποία βέβαια απαντούσα ουδόλως τυπικά. ΄Ελεγα πως μια μέρα θα εκδώσω τα εκδοτικά μου ‘όχι’! Κάθε φορά απογοητευόμουν, αλλά και κάθε φορά κάτι μέσα μου σιγομουρμούριζε πως όλοι αυτοί μια μέρα θα με παρακαλούν και τότε θα είμαι εγώ που θα λέω ‘όχι’. Είναι γνωστό πως για να εκδώσεις ποίηση πρέπει να πληρώσεις, αλλά εγώ αυτό είχα υποσχεθεί στον εαυτό μου πως δεν θα το κάνω. Το 1999 εκδόθηκε το Εγώ ο Άλλος, από τις εκδόσεις Νησίδες, το θεατρικό μου μονόπρακτο, που ήταν η δική μου απάντηση στο τι είναι Θέατρο, μιας και ο τρόπος που συνάντησα το θέατρο ήταν ολωσδιόλου παράδοξος και σε μεγάλη ηλικία.
Μια μέρα κάποιος φίλος μου μίλησε για έναν εκδοτικό οίκο της Θεσσαλονίκης προκειμένου να δώσω κάποια μικρά παραμύθια που είχα γράψει. Νομίζω πως ήταν εφτά οχτώ κείμενα. Τα πήγα και ουδέποτε απάντησαν αφού ουδέποτε πιθανόν τα διάβασαν. Άρχισα όμως έτσι να μεταστρέφομαι μέσα μου. Αποφάσισα πως αφού δεν εκδίδεται η ποίηση και αφού 'έτσι είναι ο κόσμος' και δεν αλλάζει, θα αλλάξω εγώ. Ένιωθα πως μου ταιριάζει το παραμύθι και πως παρ’ όλη την απογοήτευση θα ήταν μάλλον ένας δρόμος πιο φωτεινός. Απ’ την αρχή γνώριζα πως δεν γράφω για μένα. Γράφω για να επικοινωνώ με τον κόσμο. Αυτό μου ήταν απολύτως ξεκάθαρο.
Κατόπιν παραγγελίας του Κυριάκου Καλαϊτζίδη γράφω πριν από τρία χρόνια ‘Το Παραμύθι της Μουσικής’. Ένα μεγάλο πλήρες παραμύθι που το γράφω έναν χρόνο και το διορθώνω για άλλον έναν. Με πίστη μεγάλη αποφασίζω πως αυτό οφείλει να εκδοθεί και το προτείνω σε μεγάλο εκδοτικό οίκο της Αθήνας. Πριν κάνω την πρόταση επιλέγω τον εικονογράφο της αρεσκείας μου, τον Νικόλα Ανδρικόπουλο που θαύμαζα την δουλειά του. Το έστειλα πρώτα στον Νικόλα χωρίς να τον γνωρίζω καθόλου, έχοντας τον πάρει ένα τηλέφωνο ως μία Χ. Το διάβασε και ενθουσιάστηκε, οπότε μετά το πρότεινα στον εκδότη. Η απάντηση ήταν πως τους αρέσει το παραμύθι, αλλά θα ήθελαν να το βγάλουν με μαλακό εξώφυλλο σε μικρό μέγεθος και άλλον εικονογράφο. Αρνήθηκα κατηγορηματικά. Ήμουν ξεκαθαρισμένη γι’ αυτό που ήθελα. Δεν ήταν το ζήτημα να το εκδώσω όπως όπως. Ο Νικόλας μου πρότεινε τότε να γράψω ένα μικρό παραμύθι που θα είχε περισσότερες ελπίδες να εκδοθεί. Πάντα ακούω τους φίλους και συνεργάτες μου σ’ αυτό που μου λένε, -όταν αυτό δεν σημαίνει υποχώρηση στις αρχές μου.
Το καλοκαίρι του 2007 στη Χίο όπου παραθέριζα αρχίζω και γράφω το ‘Αν τ’ αγαπάς ξανάρχονται’. Είχα ήδη χάσει τον εξάχρονο ανιψιό μου, τον Κωστή, από καρκίνο. Μέσα από την αλληλογραφία μου με τον φίλο μου τον Άρη συχνά διάβαζα με συγκίνηση όσα μου έγραφε για τις γιαγιάδες και τους παππούδες του με τον μοναδικό του τρόπο, μια σχέση που εγώ δεν είχα ποτέ, μιας και μόνο μία γιαγιά μου έζησα κι αυτή για πολύ λίγο. Ήταν και όλη η άδικη περιπέτεια που είχε τραβήξει ο ίδιος με την παράνομη φυλάκισή του, -αυτή η περιπέτεια που μας έφερε κοντά-, που εν τέλει ήθελα να γράψω κάτι που να τον αφορά. Κάτι που να του ανταποδίδει έστω και λίγο, αυτό το φως που τον διακρίνει και μοιράζει απλόχερα, την πίστη και την αγάπη που μου είχε δώσει και που μου έδινε μεγάλη έμπνευση και δύναμη τόση που με αλλοίωνε προς το καλύτερο.
Μόλις το έγραψα του το έστειλα με μέηλ από την Χίο. Του άρεσε πάρα πολύ και χάρηκα διπλά. Κατόπιν το έστειλα και στον Νικόλα. Με πήρε κατασυγκινημένος αμέσως τηλέφωνο και με ρώτησε αν του επιτρέπω να το προτείνει στον Λιβάνη. Η εμπειρία μου από τους εκδότες ήταν αρκετά πικρή κι έτσι δέχτηκα με μεγάλη χαρά να κάνει αυτή την κίνηση ο ίδιος αντί για μένα. Μέσα σε μια βδομάδα το πήγε στην Γιώτα Λιβάνη που το διάβασε την ίδια στιγμή. Η μεγάλης ευαισθησίας κυρία του εκδοτικού οίκου συγκινήθηκε και το παρέδωσε στον Νικόλα να το ζωγραφίσει και η δουλειά ξεκίνησε πριν καλά καλά το αντιληφθώ. Όταν βγήκε το βιβλίο βρέθηκαν κάποιοι να πουν πως δεν θα πάει καθόλου καλά. Ποιος θα αγοράσει ένα παιδικό βιβλίο που μιλάει για τον θάνατο; Μα διαψεύστηκαν. Το βιβλίο πήγε και πηγαίνει πάρα πολύ καλά, δόξα τω Θεώ!
Πριν από λίγες μέρες, στις 2 Απριλίου, την Παγκόσμια Ημέρα Παιδικού βιβλίου, το ‘Αν τα’ αγαπάς ξανάρχονται’ τιμήθηκε με το βραβείο του 2008 ως βιβλίο προσχολικής και πρωτοσχολικής ηλικίας από τον Κύκλο του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου που είναι το Ελληνικό τμήμα της IBBY (International board on books for young people) που εδρεύει σε 72 χώρες του κόσμου. Προκρίθηκε ανάμεσα σε 44 βιβλία που είχαν προταθεί για βράβευση, ενώ την περασμένη χρονιά δεν δόθηκε πουθενά το αντίστοιχο βραβείο. Η απονομή που έγινε στην κατάμεστη Στοά του Βιβλίου είχε για μένα μεγάλη συγκίνηση μιας και από κάτω ήταν μεγάλα ονόματα του χώρου του παιδικού βιβλίου, άνθρωποι που άσπρισαν τα μαλλιά τους γράφοντας. Ακόμα μεγαλύτερη συγκίνηση ήταν που αμέσως μετά από μένα βραβεύτηκε ο Χρήστος Μπουλώτης. Ο παραμυθάς που θεωρώ ως τον καλύτερο στην Ελλάδα και μ’ έχει καθορίσει πολύ στην γραφή μου. Στα λίγα λόγια που είπα μετά την απονομή ήταν και η αναφορά μου σ’ αυτόν τον σπουδαίο συγγραφέα χωρίς να ξέρω πως κι αυτός επρόκειτο να βραβευτεί.
Ένα βραβείο σαν αυτό είναι βέβαια μια μεγάλη χαρά, αλλά είναι κι ένα κίνητρο μαζί με μια αίσθηση ευθύνης. Οφείλεις γρήγορα να το ξεχάσεις και να συνεχίσεις σαν να μην έχει συμβεί τίποτα. Και αυτό κάνεις γιατί ο πήχης διαρκώς ανεβαίνει και η προσπάθεια αυξάνεται για να ανταποκριθείς. Ένιωσα την ανάγκη να γράψω αυτό το ποστ γιατί τις τελευταίες μέρες με κάλεσαν σε διάφορα σχολεία για να παρουσιάσω στα παιδιά το παραμυθάκι και δέχθηκα τόσες πολλές ερωτήσεις από τα παιδιά που με ανάγκασαν να θυμηθώ ξανά όλη την πορεία αυτού του βιβλίου.
Ας μείνει εδώ τώρα καταγεγραμμένη γιατί είναι καλό να μην ξεχνάμε. Κι ας συνεχίσουμε την εργασία μας για άλλα, γιατί είναι καλό να μην κολλάμε σ’ αυτά που ήδη κάναμε, αλλά να προχωράμε συνέχεια. Σήμερα δεν θα εξέδιδα τις ποιητικές μου συλλογές ούτε αν μου τις ζητούσαν. Άργησα λίγο αλλά κατάλαβα πως η ποίηση ήταν μια σκληρή άσκηση που με ωφέλησε πολύ και ως άσκηση μπορεί μια χαρά να μείνει στο πρόχειρο. Όπως κατάλαβα πως, το πώς έρχονται τα πράγματα στη ζωή μας είναι πάντα σοφότερο από το πώς τα θέλουμε και τα επιδιώκουμε οι ίδιοι. Το ζήτημα είναι να δουλεύουμε με όλες μας τις δυνάμεις μας και με όλη την καρδιά μας και έχει ο Θεός!
Ετικέτες
Βραβεία,
Παραμύθι,
Παρουσίαση βιβλίου,
Σκέψεις
Monday, April 7, 2008
Τα σώματα
Σκέφτομαι με πόσα ψέματα μεγαλώσαμε. Πως η ομορφιά του σώματος, για παράδειγμα, έγκειται στις αναλογίες του. Κάποιοι, πέρα από μας, ερήμην μας, -εμείς δεν ήμασταν εκεί-, όρισαν την ομορφιά με μετρήσεις, γραμμές και σχήματα. Την φαντάστηκαν, τη σχεδίασαν, την κατασκεύασαν, την πλάσαραν και στο τέλος μας την πούλησαν πανάκριβα. Κι εμείς τους εμπιστευτήκαμε και η ομορφιά πλανεύτηκε. Πόση εμπιστοσύνη δείξαμε σ’ αυτούς τους άγνωστους εμπόρους κι άλλη πόση στην όρασή μας! Κάτι που μπορεί να σώσει τον κόσμο έγινε μαζί μ’ ένα σωρό άλλα, αντικείμενο εξειδίκευσης. Εμείς όμως, πώς αφήσαμε την ομορφιά μας να γλιστρήσει έτσι μέσα από τα χέρια μας;
Γείρε το κεφάλι σου στο στέρνο του άλλου κι ανάσανε την ανάσα του. Άκουσε το σώμα του πώς γέρνει στο κρεβάτι, πώς ξυπνά, πώς κλείνει τα βλέφαρα. Άγγιξε τη φλέβα κάτω απ’ το αφτί, κολύμπησε στην κοιλιά του.
Τι είναι το ωραίο σώμα; Ποιο είναι αυτό; Ποιος μπορεί να μου το δείξει; Δεν πιστεύω κανέναν. Το γνωρίζει κανείς προτού το δει να στέκεται πλάι στο δικό του; Ωραίο είναι το σώμα που σου ταιριάζει. Αυτό που ακούει, αισθάνεται, που είναι έτοιμο για τις χαρές και τις λύπες της ζωής. Για το θάνατο.
Η ετοιμότητα είναι γεγονός μυστικό. Δε φαίνεται στο γυμνό μάτι, στη γρήγορη γλώσσα, στο αρπακτικό χέρι. Είναι ανείπωτης ομορφιάς το έτοιμο σώμα. Φανερώνεται στη σιωπή τη στιγμή της αδράνειας. Την ώρα που τα σχήματα ρευστοποιούνται. Οι λέξεις κομματιάζονται. Την ώρα ακριβώς εκείνη που μπορεί να κοιτά πέρα από το σώμα.
Αν είναι πραγματικά ωραίο ένα σώμα μεγαλώνοντας ανθίζει. Πάντοτε ανθίζει. Ακόμα και με ρυτίδες κι άσπρα μαλλιά ανθίζει. Αν όχι, δεν πρόκειται ν’ ανθίσει ποτέ. Θα συρρικνώνεται και θα μαζεύει. Θα σφίγγεται και θα σκληραίνει. Θα μαραίνεται. Και μόνο τους εμπόρους θα πλουτίζει που θα πασχίζουν να εφευρίσκουν διαρκώς τρόπους να φτιασιδώνουν τις μάσκες για να δείχνουν πρόσωπα, πάντοτε ανεπιτυχώς.
Απόσπασμα από το Πεζογράφημα Ψυχή μου, που θα κυκλοφορήσει τον Ιούνιο απο τις εκδόσεις Λιβάνη.
Tuesday, April 1, 2008
Το δικό μου Παρίσι σε αμοντάριστα στιγμιότυπα ενός Σαββατοκύριακου
Το είδα με ήλιο. Το περπάτησα και με βροχή. Με ουρανό καθαρό το Σάββατο, γεμάτο απειλητικά σύννεφα την Κυριακή. Αστραφτερό στις ανταύγειες του φωτός. Σκιασμένο από τα νέφη.Μα όπως και να το δεις το Παρίσι, αυτό που πρώτα απ' όλα σου επιτίθεται με ερωτικό πάθος μανιώδους εραστή, είναι ο ουρανός του. Και όπως και να εκφραστεί αυτό το πάθος τρυπά τα μύχια της ύπαρξής σου. Τίποτα δεν το σταματά. Ε;iτε το δέρμα σου είναι αραχνοϋφαντο, είτε σκληρό, ο ουρανός σε τυλίγει και σε διαπερνά χωρίς να προλάβεις να το αντιληφθείς.
Αυτή την φορά δεν έβγαλα ούτε μία φωτογραφία. Δεν κράτησα ούτε μία σημείωση. Ήταν τόσο μεγάλη η δίψα μου να το ζήσω χωρίς επιλογές, διακρίσεις, στόχους προαποφασισμένους, που είπα μέσα μου: περπατώ και επτιτρέπω πάνω μου τα πάντα. Γι' αυτό και ό,τι γράφω είναι στιγμές που ρέουν αφεαυτού τους ανεπεξέργαστες.
Τέλη Μαρτίου στο Παρίσι τα περισσότερα δέντρα είναι ακόμα γυμνά. Δέντρα ψηλά στις νησίδες των δρόμων, στις όχθες του Σηκουάνα που καθορίζει την πόλη. Το κρύο είναι ακόμα δυνατό κι ας λάμπει ο ήλιος. Μα οι άνθρωποι κι εδώ διψούν την άνοιξη. Την απαιτούν. Τους βλέπεις με τα κοντομάνικα μπλουζάκια ή με τα μπουφάν και σαγιονάρες στα ξυπόλυτα πόδια τους. Μα τα τεράστια πάρκα είναι καταπράσινα από αειθαλή δέντρα και πολλά λουλούδια τώρα πρωτανοίγουν τα βλέφαρα πολύχρωμα.
Ατέλειωτοι άνθρωποι χαίρονται την βόλτα τους στα πάρκα. Ατέλειωτοι ποδηλάτες εκμεταλλεύονται το δημοτικό ποδήλατο για να πάνε στη δουλειά τους με το κουστουμάκι, το ταγεράκι ή το τζιν. Οι κήποι του Λούβρου είναι γεμάτοι ζουμπουλάκια που αρωματίζουν ξέφρενα τον αέρα. Τα γκρουπ των επισκεπτών κι αυτά καβάλα στα ποδήλατα περιηγούνται στους δρόμους και στα μεγαλεπήβολα κτίρια. Κοχλάζει ο Σηκουάνας σηκώνοντας λάσπη από τα βάθη του και πλημμυρίζουν οι όχθες Οι μικρές μπουτίκ στην περιοχή του Μαραί γεμάτες από τις τελευταίες νότες της ανοιξιάτικης μόδας τραγουδούν υφάσματα λεπτά, χρώματα μαβιά, ασπρόμαυρα πουά, λαδιά τρυφερά και κόκκινα πυρωμένα.Οι ωραίες γαλλιδες περήφανες για τα γαλάζιες χάντρες των ματιών τους κάνουν πως δεν τις αφοράς. Η κομψότητα στο ντύσιμό τους αποκαλύπτει μια ελευθερία κουλτούρας που δεν γνωρίζει κόμπλεξ, σαν να είναι το πιο φυσικό πράγμα του κόσμου ο συνδυασμός των ρούχων και το στυλ.Όλες οι φυλές της γης σε όλων των ειδών τις δουλειές και στα μετρό οι άνθρωποι κοιμούνται κατάκοποι. Ένας πλανόδιος μουσικός μπαίνει με την κιθάρα και τον ενισχυτή του, με το μικρόφωνο καλά στερεωμένο στο στήθος και τραγουδά παλιά γαλλικά τραγούδια. Λίγες οι κυλιόμενες σκάλες και τα ασανσέρ στο μετρό. Τις περισσότερες σκάλες πρέπει να τις ανέβεις με τα ποδαράκια σου.Η Σανζ Ελιζέ παραμένει ο ωραιότερος δρόμος του κόσμου. Είναι ένας τόσο φαρδύς δρόμος με τόσο όμορφα επώνυμα μαγαζιά, τόσα δέντρα, τόσο φως και κατήφορο, που λες πως ένας τέτοιος δρόμος είναι μόνο για να τον κατεβαίνεις. Δεύτερη σε σειρά έρχεται η μεγάλη οδός του Πέραν της Κωνσταντινούπλης.Λίγο πριν τον άγιο Στέφανο, την Ορθόδοξη εκκλησία του Παρισιού, μέσα σ' ένα τηλεφωνικό θάλαμο βλέπω έναν μπόγο ρούχα τυλιγμένο. Πλησιάζω και προσέχω καλύτερα. Ένα πόδι μ' ένα τρύπιο παπούτσι εξέχει προς τα πάνω αφού δεν χωρά. Ένας άλλος ανθρώπινος μπόγος κοιμάται στο βάθος μιας στοάς. Απαγορεύτηκε η διαμονή των άστεγων στους σταθμούς του μετρό. Εκεί θα συναντήσεις μόνο πλανόδιους μουσικούς που παίζουν ξυλόφωνο ή κιθάρα ή ό,τι άλλο.Ανεβαίνω στο πολύχρωμο καρουζέλ που βρίσκεται μπροστά στο Δημαρχείο για να ικανοποιήσω επιτέλους μια παιδική μου λαχτάρα. Και θα γελάσω σαν μωρό παιδί μέσα από την καρδιά μου έτσι καθώς το αλογάκι μου ανεβοκατεβαίνει, τα φωτάκια αναβοσβήνουν και το παιδικό τραγουδάκι τραλαλί τραλαλό. Είναι ωραίο να επιστρέφεις και να ξεδιψάς διψασμένα όνειρα.Ο μαύρος ταξιτζής δεν παίρνει τέσσερα άτομα κι ας βρέχει τώρα δυνατά. Όχι όμως επιδή είναι μαύρος. Δεν τους αρέσει να κάθεται δίπλα τους κανείς. Πολλά ταξί δεν σταματούν επειδή είμαστε τέσσερις. Στο κάθισμα του συνοδηγού έχουν το πανωφόρι τους, τις εφημερίδες και τα περιοδικά τους.Αυτή τη φορά θα περιμένω μισή ώρα στην ουρά να μπω στο Μπομπιντού που δεν πήγα τον Οκτώβρη. Φτάνω στον 4ο όροφο με τις κλασσικές συλλογές. Εκεί με περιμένουν οι δικοί μου άνθρωποι, γνωστοί μου από παλιά. Τους έχω συναντήσει και σε μουσεία της Ιταλίας και της Ισπανίας. Πρώτη φορά ανταμώνουμε στην Γαλλία. Μου είναι τόσο γνωστά τα πρόσωπά τους, οι γραμμές των ρυτίδων τους, το χτένισμα στα μαλλιά τους και τα σχέδια των ρούχων τους. Μου είναι τόσο οικεία τα διαμερίσματά τους, τα σαλόνια, οι κουζίνες, οι διάδρομοι, οι καναπέδες και οι μπερζέρες τους που δεν μου χρειάζεται να πλησιάζω και να βλέπω το ονοματεπώνυμο στην εξώπορτα του σπιτιού τους. Τους αισθάνομαι όπως τους πλέον αγαπημένους μου φίλους. Με την πλάτη, τον αυχένα, το άρωμα. Κι έτσι επισκέπτομαι τους παλιούς μου συγγενείς για μια καλησπέρα. Μπαίνω στην παιδική χαρά του Καντίνσκι, στις λαβυρινθώδεις στοές του Πικάσο, τρώω στα πολύχρωμα τραπεζομάντηλα του Mατίς, πετώ στο γαλάζιο ουρανό του Σαγκάλ, σκαρφαλώνω στις κλίμακες του ρουμάνου γλύπτη του Μπρανκούζι μου που σηκώθηκε και πήγε από το χωρίο του στη Ρουμανία στο Παρίσι με τα πόδια για να τον θαυμάσει ολόκληρος δέκατος ένατος αιώνας, και πάω, πάω, φεύγω, τους γλυκοφιλώ, τους χαϊδεύω και τους λέω πως πια θα αργήσω να τους ξαναδώ. Θα αλληλογραφούμε υπόσχομαι, μιας και οι σύγχρονοι άνθρωποι δεν αγαπούν πια την αλληλογραφία που εγώ κι αυτοί οι παλιοί μου φίλοι λατρεύουμε, κι έτσι θα κρατούμε για πάντα την αγάπη μας και την σχέση μας ακέραιη. Μα από δω και μπρος οφείλω να γνωρίσω και τους νέους μου συγγενείς που μέσα στην παραζάλη του σήμερα τους έχω παραμελήσει και τους περισσότερους τους αγνοώ.Μπαίνω σ' ένα παιχνιδάδικο. Όπου κι αν ταξιδεύω πάντα μπαίνω μέσα σ' ένα παιχνιδάδικο. Με αφορά περισσότερο από κάθε άλλου τύπου εμπορικό μαγαζί. Όλα τα κοιτώ και όλα τα περιεργάζομαι. Το ηλικιακό μου κοντέρ κατεβαίνει πιο γρήγορα κι από τα φρουτάκια στα κερδοφόρα μηχανάκια. Βρίσκω ένα τεράστιο χαρτονένιο σπίτι από λευκό χαρτόνι που ακόμα κι εγώ χωρ'αω. Το αγοράζεις και παίρνεις και τα κατάλληλα χρώματα να το χρωματίσεις, να το ζωγραφίσεις, να το φτιάξεις όπως το ονειρεύεσαι εσύ και όχι όπως θα αποφασίσουν οι άλλοι για σένα. Βρίσκω δυο υπέροχα εικονογραφημένα παραμύθια μιας και αναζητώ πολύ καλούς εικονογράφους για τα δικά μου. Ο ένας μου αρέσει πάρα πολύ και είναι παράλληλα και ο συγγραφέας του βιβλίου. Όταν βρίσκω ωραία πράγματα χαίρομαι περισσότερο από το να τα έφτιαχνα εγώ. Όταν κάποιοι ανεβάζουν ψηλά τον πήχη χαίρομαι αφάνταστα γιατί έτσι κινητοποιούμαστε και προχωράμε ακόμα παραπάνω. Όπως χάρηκα που βρήκα κι ένα παραμύθι που έγραψε η γνωστή ως τραγουδίστρια κόρη του Ραβί Σαγκάρ. Όταν μου πρωτομίλησε ο άγγελός μου γι' αυτήν ένιωσα μια περίεργη σχέση να με συνδέει μαζί της και να που δεν άργησε πολύ να αποδειχθεί. Και είπα μέσα μου, κοίτα τώρα πώς ενώνονται οι δρόμοι των ανθρώπων από την μία άκρη του κόσμου στην άλλη. Αυτή η κυρία κάνει ό,τι κι εγώ. Για την ακρίβεια συνδυάζει ό,τι κι εγώ. Το παραμύθι και το τραγούδι. Το κάνει βέβαια και η Μαντόνα, δεν παραξενεύομαι, αλλά αυτή είναι πολύ σπουδαία κυρία για να την βάλω στο πλάι μας.Υπάρχει διάχυτη μια ξεχωριστή ευγένεια κι ας λένε για του γάλλους πως είναι εκκεντρικοί και εθνικιστές. Σε καλημερίζουν στην στάση του λεωφορείου, σε βοηθούν πρόθυμα μόλις τους ρωτήσεις για πληροφορίες ακόμα και στα αγγλικά, σε χαιρετούν μόλις μπεις στο ταξί, σου ζητούν συγνώμη αν σε σπρώξουν.Τα σαλιγκάρια τα μαγειρεύουν με πέστο βασιλικού και σκόρδο και σου τα σερβίρουν σε ειδικό πιατάκι με οχτώ θήκες και ειδικό πιρουνάκι για να τα ξετρυπώνεις. Τα εκλαίρ παραμένουν θανατηφόρα. -Αυτό το έχω ξαναγράψει και χρωστάω ένα στον Ηλιογράφο, δεν το ξεχνώ.Τα πάρκα με απόλυτη γεωμετρική συμμετρία. Οι άντρες με λεπτά χαρακτηριστικά και φινέτσα. Τα συντριβάνια με πρωτότυπες κατασκευές και χρώματα, ποικίλλους και απροσδόκητους συνδυασμούς. Οι σοφίτες γοητευτικές στις οροφές των κτιρίων αν και οι περισσότερες χωρίς ασανσέρ, θέρμανση και μπάνιο αφού φτιάχνονταν για το υπηρετικό προσωπικό.Το Σαββατιάτικο δείπνο θα γίνει στο δωμάτιο τριών αδερφών Ιορδανών μουσικών. Στις συγκεκριμένες φοιτητικές εστίες όπου μένουν μόνο φοιτητές μουσικής πληρώνοντας αδρό ενοίκιο, υπάρχουν μονά, διπλά και τριπλά δωμάτια σαν αυτό που έχουν ο Ηλίας, ο Βασίλης και Οσάμα. Ορθόδοξοι Παλαιστίνιοι μουσικοί, ούτι, βιολί και κανονάκι κατά σειρά. Άφησαν πριν μισό χρόνο περίπου την πατριδα τους όπου δεν μπορούσαν να ζήσουν ως μουσικοί και ήρθαν στο Παρίσι να παλέψουν για μια καλύτερη ζωή. Είκοσι με τριάντα κάτι οι ηλικίες τους. Εκεί είχαν διακόσια τετραγωνικά σπίτι και κήπο άλλο τόσο. Εδώ ένα επί ένα κουζίνα, τέσσερα σκαλιά για το δύο επί δύο καθιστικό με το τραπέζι του φαγητού και το γραφείο με τον υπολογιστή, εφτά σκαλιά για το υπνοδωμάτιο με ένα διπλό κρεβάτι κι ένα μονό και το μπάνιο. Τρεις ήδη πολύ προχωρημένοι μουσικοί που άρχισαν να δίνουν συναυλίες και να κάνουν μουσική για κινηματογράφο. Τρία αδέρφια μπροστά στα οποία υποκλίνεσαι για το δέσιμό τους, την πειθαρχία τους, την αποφασιστικότητά τους και τον μουσικό τους έρωτα. Τις συνθέσεις που γράφουν τις υπογράφουν και οι τρεις μαζί και τώρα ο Βασίλης αλλάζει κατεύθυνση στο μεταπτυχιακό του για να σπουδάσει τις τεχνολογίες του ήχου και της εικόνας που θα βοηθήσει το σχήμα τους. Πάλι θαυμασμός μεγάλος. Γι' αυτό που σε ξεπερνά. Γι' αυτό που είναι καλύτερο από εσένα, δυναμικότερο, ταλαντούχο, δημιουργικό, φωτεινό σε πείσμα των δυσκολιών, της φτώχιας, της κάθε αντιξοότητας. Ακούγοντας τη μία από τις δύο συνθέσεις τους, γεννιούνται μέσα μου στίχοι. Τους ζητώ να μου παραχωρήσουν το μεγάλης ευαισθησίας και πολύ ενδιαφέρουσας ανάπτυξης κομμάτι να το κάνω τραγούδι και μου το δίνουν με χαρά και σοβαρότητα. Τα βλέμματα και των τριών είναι καθαρά. Ίσια και σταράτα. Και αυτό είναι το τελευταίο που αφήνω εδώ ως το κυριότερο για μένα. Γιατί όταν μέσα σε τόση φυσική και αρχιτεκτονική ομορφιά, μέσα σε τόση περιρέουσα ερωτική διάθεση που διάχυτη κυκλοφορεί στους δρόμους, ε, άμα συναντήσεις κι ένα ζευγάρι μάτια καθαρά τότε... τι άλλο μένει να πεις; Πόσο μάλλον που εδώ είχαμε τρία τέτοια ζευγάρια σε ένα!Κι έτσι είδα την μέρα να μεγαλώνει εις βάρος της νύχτας. Το είδα και το έζησα στο Παρίσι. Και έμεινε μέσα μου χνάρι ανεξίτηλο.
Αυτή την φορά δεν έβγαλα ούτε μία φωτογραφία. Δεν κράτησα ούτε μία σημείωση. Ήταν τόσο μεγάλη η δίψα μου να το ζήσω χωρίς επιλογές, διακρίσεις, στόχους προαποφασισμένους, που είπα μέσα μου: περπατώ και επτιτρέπω πάνω μου τα πάντα. Γι' αυτό και ό,τι γράφω είναι στιγμές που ρέουν αφεαυτού τους ανεπεξέργαστες.
Τέλη Μαρτίου στο Παρίσι τα περισσότερα δέντρα είναι ακόμα γυμνά. Δέντρα ψηλά στις νησίδες των δρόμων, στις όχθες του Σηκουάνα που καθορίζει την πόλη. Το κρύο είναι ακόμα δυνατό κι ας λάμπει ο ήλιος. Μα οι άνθρωποι κι εδώ διψούν την άνοιξη. Την απαιτούν. Τους βλέπεις με τα κοντομάνικα μπλουζάκια ή με τα μπουφάν και σαγιονάρες στα ξυπόλυτα πόδια τους. Μα τα τεράστια πάρκα είναι καταπράσινα από αειθαλή δέντρα και πολλά λουλούδια τώρα πρωτανοίγουν τα βλέφαρα πολύχρωμα.
Ατέλειωτοι άνθρωποι χαίρονται την βόλτα τους στα πάρκα. Ατέλειωτοι ποδηλάτες εκμεταλλεύονται το δημοτικό ποδήλατο για να πάνε στη δουλειά τους με το κουστουμάκι, το ταγεράκι ή το τζιν. Οι κήποι του Λούβρου είναι γεμάτοι ζουμπουλάκια που αρωματίζουν ξέφρενα τον αέρα. Τα γκρουπ των επισκεπτών κι αυτά καβάλα στα ποδήλατα περιηγούνται στους δρόμους και στα μεγαλεπήβολα κτίρια. Κοχλάζει ο Σηκουάνας σηκώνοντας λάσπη από τα βάθη του και πλημμυρίζουν οι όχθες Οι μικρές μπουτίκ στην περιοχή του Μαραί γεμάτες από τις τελευταίες νότες της ανοιξιάτικης μόδας τραγουδούν υφάσματα λεπτά, χρώματα μαβιά, ασπρόμαυρα πουά, λαδιά τρυφερά και κόκκινα πυρωμένα.Οι ωραίες γαλλιδες περήφανες για τα γαλάζιες χάντρες των ματιών τους κάνουν πως δεν τις αφοράς. Η κομψότητα στο ντύσιμό τους αποκαλύπτει μια ελευθερία κουλτούρας που δεν γνωρίζει κόμπλεξ, σαν να είναι το πιο φυσικό πράγμα του κόσμου ο συνδυασμός των ρούχων και το στυλ.Όλες οι φυλές της γης σε όλων των ειδών τις δουλειές και στα μετρό οι άνθρωποι κοιμούνται κατάκοποι. Ένας πλανόδιος μουσικός μπαίνει με την κιθάρα και τον ενισχυτή του, με το μικρόφωνο καλά στερεωμένο στο στήθος και τραγουδά παλιά γαλλικά τραγούδια. Λίγες οι κυλιόμενες σκάλες και τα ασανσέρ στο μετρό. Τις περισσότερες σκάλες πρέπει να τις ανέβεις με τα ποδαράκια σου.Η Σανζ Ελιζέ παραμένει ο ωραιότερος δρόμος του κόσμου. Είναι ένας τόσο φαρδύς δρόμος με τόσο όμορφα επώνυμα μαγαζιά, τόσα δέντρα, τόσο φως και κατήφορο, που λες πως ένας τέτοιος δρόμος είναι μόνο για να τον κατεβαίνεις. Δεύτερη σε σειρά έρχεται η μεγάλη οδός του Πέραν της Κωνσταντινούπλης.Λίγο πριν τον άγιο Στέφανο, την Ορθόδοξη εκκλησία του Παρισιού, μέσα σ' ένα τηλεφωνικό θάλαμο βλέπω έναν μπόγο ρούχα τυλιγμένο. Πλησιάζω και προσέχω καλύτερα. Ένα πόδι μ' ένα τρύπιο παπούτσι εξέχει προς τα πάνω αφού δεν χωρά. Ένας άλλος ανθρώπινος μπόγος κοιμάται στο βάθος μιας στοάς. Απαγορεύτηκε η διαμονή των άστεγων στους σταθμούς του μετρό. Εκεί θα συναντήσεις μόνο πλανόδιους μουσικούς που παίζουν ξυλόφωνο ή κιθάρα ή ό,τι άλλο.Ανεβαίνω στο πολύχρωμο καρουζέλ που βρίσκεται μπροστά στο Δημαρχείο για να ικανοποιήσω επιτέλους μια παιδική μου λαχτάρα. Και θα γελάσω σαν μωρό παιδί μέσα από την καρδιά μου έτσι καθώς το αλογάκι μου ανεβοκατεβαίνει, τα φωτάκια αναβοσβήνουν και το παιδικό τραγουδάκι τραλαλί τραλαλό. Είναι ωραίο να επιστρέφεις και να ξεδιψάς διψασμένα όνειρα.Ο μαύρος ταξιτζής δεν παίρνει τέσσερα άτομα κι ας βρέχει τώρα δυνατά. Όχι όμως επιδή είναι μαύρος. Δεν τους αρέσει να κάθεται δίπλα τους κανείς. Πολλά ταξί δεν σταματούν επειδή είμαστε τέσσερις. Στο κάθισμα του συνοδηγού έχουν το πανωφόρι τους, τις εφημερίδες και τα περιοδικά τους.Αυτή τη φορά θα περιμένω μισή ώρα στην ουρά να μπω στο Μπομπιντού που δεν πήγα τον Οκτώβρη. Φτάνω στον 4ο όροφο με τις κλασσικές συλλογές. Εκεί με περιμένουν οι δικοί μου άνθρωποι, γνωστοί μου από παλιά. Τους έχω συναντήσει και σε μουσεία της Ιταλίας και της Ισπανίας. Πρώτη φορά ανταμώνουμε στην Γαλλία. Μου είναι τόσο γνωστά τα πρόσωπά τους, οι γραμμές των ρυτίδων τους, το χτένισμα στα μαλλιά τους και τα σχέδια των ρούχων τους. Μου είναι τόσο οικεία τα διαμερίσματά τους, τα σαλόνια, οι κουζίνες, οι διάδρομοι, οι καναπέδες και οι μπερζέρες τους που δεν μου χρειάζεται να πλησιάζω και να βλέπω το ονοματεπώνυμο στην εξώπορτα του σπιτιού τους. Τους αισθάνομαι όπως τους πλέον αγαπημένους μου φίλους. Με την πλάτη, τον αυχένα, το άρωμα. Κι έτσι επισκέπτομαι τους παλιούς μου συγγενείς για μια καλησπέρα. Μπαίνω στην παιδική χαρά του Καντίνσκι, στις λαβυρινθώδεις στοές του Πικάσο, τρώω στα πολύχρωμα τραπεζομάντηλα του Mατίς, πετώ στο γαλάζιο ουρανό του Σαγκάλ, σκαρφαλώνω στις κλίμακες του ρουμάνου γλύπτη του Μπρανκούζι μου που σηκώθηκε και πήγε από το χωρίο του στη Ρουμανία στο Παρίσι με τα πόδια για να τον θαυμάσει ολόκληρος δέκατος ένατος αιώνας, και πάω, πάω, φεύγω, τους γλυκοφιλώ, τους χαϊδεύω και τους λέω πως πια θα αργήσω να τους ξαναδώ. Θα αλληλογραφούμε υπόσχομαι, μιας και οι σύγχρονοι άνθρωποι δεν αγαπούν πια την αλληλογραφία που εγώ κι αυτοί οι παλιοί μου φίλοι λατρεύουμε, κι έτσι θα κρατούμε για πάντα την αγάπη μας και την σχέση μας ακέραιη. Μα από δω και μπρος οφείλω να γνωρίσω και τους νέους μου συγγενείς που μέσα στην παραζάλη του σήμερα τους έχω παραμελήσει και τους περισσότερους τους αγνοώ.Μπαίνω σ' ένα παιχνιδάδικο. Όπου κι αν ταξιδεύω πάντα μπαίνω μέσα σ' ένα παιχνιδάδικο. Με αφορά περισσότερο από κάθε άλλου τύπου εμπορικό μαγαζί. Όλα τα κοιτώ και όλα τα περιεργάζομαι. Το ηλικιακό μου κοντέρ κατεβαίνει πιο γρήγορα κι από τα φρουτάκια στα κερδοφόρα μηχανάκια. Βρίσκω ένα τεράστιο χαρτονένιο σπίτι από λευκό χαρτόνι που ακόμα κι εγώ χωρ'αω. Το αγοράζεις και παίρνεις και τα κατάλληλα χρώματα να το χρωματίσεις, να το ζωγραφίσεις, να το φτιάξεις όπως το ονειρεύεσαι εσύ και όχι όπως θα αποφασίσουν οι άλλοι για σένα. Βρίσκω δυο υπέροχα εικονογραφημένα παραμύθια μιας και αναζητώ πολύ καλούς εικονογράφους για τα δικά μου. Ο ένας μου αρέσει πάρα πολύ και είναι παράλληλα και ο συγγραφέας του βιβλίου. Όταν βρίσκω ωραία πράγματα χαίρομαι περισσότερο από το να τα έφτιαχνα εγώ. Όταν κάποιοι ανεβάζουν ψηλά τον πήχη χαίρομαι αφάνταστα γιατί έτσι κινητοποιούμαστε και προχωράμε ακόμα παραπάνω. Όπως χάρηκα που βρήκα κι ένα παραμύθι που έγραψε η γνωστή ως τραγουδίστρια κόρη του Ραβί Σαγκάρ. Όταν μου πρωτομίλησε ο άγγελός μου γι' αυτήν ένιωσα μια περίεργη σχέση να με συνδέει μαζί της και να που δεν άργησε πολύ να αποδειχθεί. Και είπα μέσα μου, κοίτα τώρα πώς ενώνονται οι δρόμοι των ανθρώπων από την μία άκρη του κόσμου στην άλλη. Αυτή η κυρία κάνει ό,τι κι εγώ. Για την ακρίβεια συνδυάζει ό,τι κι εγώ. Το παραμύθι και το τραγούδι. Το κάνει βέβαια και η Μαντόνα, δεν παραξενεύομαι, αλλά αυτή είναι πολύ σπουδαία κυρία για να την βάλω στο πλάι μας.Υπάρχει διάχυτη μια ξεχωριστή ευγένεια κι ας λένε για του γάλλους πως είναι εκκεντρικοί και εθνικιστές. Σε καλημερίζουν στην στάση του λεωφορείου, σε βοηθούν πρόθυμα μόλις τους ρωτήσεις για πληροφορίες ακόμα και στα αγγλικά, σε χαιρετούν μόλις μπεις στο ταξί, σου ζητούν συγνώμη αν σε σπρώξουν.Τα σαλιγκάρια τα μαγειρεύουν με πέστο βασιλικού και σκόρδο και σου τα σερβίρουν σε ειδικό πιατάκι με οχτώ θήκες και ειδικό πιρουνάκι για να τα ξετρυπώνεις. Τα εκλαίρ παραμένουν θανατηφόρα. -Αυτό το έχω ξαναγράψει και χρωστάω ένα στον Ηλιογράφο, δεν το ξεχνώ.Τα πάρκα με απόλυτη γεωμετρική συμμετρία. Οι άντρες με λεπτά χαρακτηριστικά και φινέτσα. Τα συντριβάνια με πρωτότυπες κατασκευές και χρώματα, ποικίλλους και απροσδόκητους συνδυασμούς. Οι σοφίτες γοητευτικές στις οροφές των κτιρίων αν και οι περισσότερες χωρίς ασανσέρ, θέρμανση και μπάνιο αφού φτιάχνονταν για το υπηρετικό προσωπικό.Το Σαββατιάτικο δείπνο θα γίνει στο δωμάτιο τριών αδερφών Ιορδανών μουσικών. Στις συγκεκριμένες φοιτητικές εστίες όπου μένουν μόνο φοιτητές μουσικής πληρώνοντας αδρό ενοίκιο, υπάρχουν μονά, διπλά και τριπλά δωμάτια σαν αυτό που έχουν ο Ηλίας, ο Βασίλης και Οσάμα. Ορθόδοξοι Παλαιστίνιοι μουσικοί, ούτι, βιολί και κανονάκι κατά σειρά. Άφησαν πριν μισό χρόνο περίπου την πατριδα τους όπου δεν μπορούσαν να ζήσουν ως μουσικοί και ήρθαν στο Παρίσι να παλέψουν για μια καλύτερη ζωή. Είκοσι με τριάντα κάτι οι ηλικίες τους. Εκεί είχαν διακόσια τετραγωνικά σπίτι και κήπο άλλο τόσο. Εδώ ένα επί ένα κουζίνα, τέσσερα σκαλιά για το δύο επί δύο καθιστικό με το τραπέζι του φαγητού και το γραφείο με τον υπολογιστή, εφτά σκαλιά για το υπνοδωμάτιο με ένα διπλό κρεβάτι κι ένα μονό και το μπάνιο. Τρεις ήδη πολύ προχωρημένοι μουσικοί που άρχισαν να δίνουν συναυλίες και να κάνουν μουσική για κινηματογράφο. Τρία αδέρφια μπροστά στα οποία υποκλίνεσαι για το δέσιμό τους, την πειθαρχία τους, την αποφασιστικότητά τους και τον μουσικό τους έρωτα. Τις συνθέσεις που γράφουν τις υπογράφουν και οι τρεις μαζί και τώρα ο Βασίλης αλλάζει κατεύθυνση στο μεταπτυχιακό του για να σπουδάσει τις τεχνολογίες του ήχου και της εικόνας που θα βοηθήσει το σχήμα τους. Πάλι θαυμασμός μεγάλος. Γι' αυτό που σε ξεπερνά. Γι' αυτό που είναι καλύτερο από εσένα, δυναμικότερο, ταλαντούχο, δημιουργικό, φωτεινό σε πείσμα των δυσκολιών, της φτώχιας, της κάθε αντιξοότητας. Ακούγοντας τη μία από τις δύο συνθέσεις τους, γεννιούνται μέσα μου στίχοι. Τους ζητώ να μου παραχωρήσουν το μεγάλης ευαισθησίας και πολύ ενδιαφέρουσας ανάπτυξης κομμάτι να το κάνω τραγούδι και μου το δίνουν με χαρά και σοβαρότητα. Τα βλέμματα και των τριών είναι καθαρά. Ίσια και σταράτα. Και αυτό είναι το τελευταίο που αφήνω εδώ ως το κυριότερο για μένα. Γιατί όταν μέσα σε τόση φυσική και αρχιτεκτονική ομορφιά, μέσα σε τόση περιρέουσα ερωτική διάθεση που διάχυτη κυκλοφορεί στους δρόμους, ε, άμα συναντήσεις κι ένα ζευγάρι μάτια καθαρά τότε... τι άλλο μένει να πεις; Πόσο μάλλον που εδώ είχαμε τρία τέτοια ζευγάρια σε ένα!Κι έτσι είδα την μέρα να μεγαλώνει εις βάρος της νύχτας. Το είδα και το έζησα στο Παρίσι. Και έμεινε μέσα μου χνάρι ανεξίτηλο.
Subscribe to:
Posts (Atom)