Labels

Tuesday, April 9, 2024

Σταυροπροσκυνήσεως

Σταυροπροσκυνήσεως σήμερα στον άη Νικόλα τον Ορφανό κι ένας σταυρός πνιγμένος στην οδύνη και στα ανοιξιάτικα άνθη…
Η Λειτουργία τελειώνει, οι ψάλτες ψέλνουν το «Είη το όνομα Κυρίου ευλογημένον» και μια μικρομάνα βαστά στο μάρσιπο που φορά το δυο μηνών βρέφος της. 
Το βρέφος πανευτυχές χτυπά παλαμάκια ακούγοντας το ελπιδοφόρο μέλος, αλλά το τέλος του τού προκαλεί δυσφορία και αρχίζει τη γκρίνια. 
Η μανούλα το πλησιάζει στην εικόνα του άη Νικόλα και το μωρό ενώ στην αρχή χαϊδεύει την εικόνα και γελάει, μετά από λίγο ξεκινά να τη βαράει όλο και πιο δυνατά ωσάν να ξυλοφορτώνει τον άγιο. 
Η μανούλα του δεν το απομακρύνει. 
Βαθιά μέσα της ξέρει πως μια μυστική συνομιλία ή κάποιο ιερό παιχνίδι εκτυλίσσεται εκείνη την ώρα. 
Δεν τους χωρίζει μέχρι να ησυχάσει και πάλι το χιλιοτρισέγγονο του αγίου…
Βοήθειά μας ο Σταυρός, χρόνια πολλά σε όλους και με το καλό να φτάσουμε στην Ανάσταση.

Άνοιξη

Αλάτι χοντρό, αλάτι ψιλό, ξινό, κουκουνάρι, πιπέρια ανάμεικτα.
Ξηροκαρπάδικο, σούπερ μάρκετ, Επταπυργίου, 
δρόμος, γειτονιά, ουρανός.
Αλάτι χοντρό, αλάτι ψιλό, κουκουνάρι, 
αεράκι απαλό, ήλιος χαϊδευτής, άνοιξη.
Πιπέρια ανάμεικτα, σκέτο πουκαμισάκι κι ένα φουλάρι,
η γειτονιά είναι πιο όμορφη την άνοιξη.
Αλάτι χοντρό, αλάτι ψιλό, 
κι οι πωλητές στα μαγαζιά είναι πιο όμορφοι την άνοιξη.
Κουκουνάρι, αλάτι χοντρό, αλάτι ψυλό, 
ακόμα κι ο Θεός που έπλασε την ομορφιά
είναι ομορφοτερος την άνοιξη.

Monday, April 1, 2024

Καλημέρα, Κεμαλ!

Στην πατρίδα ξημερώνει Κυριακή του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά. Εδώ ξημερώνει Πάσχα των Καθολικών. Αλλού στον κόσμο αργεί να ξημερώσει κι αλλού έχει ξημερώσει ήδη. Κάπου αλλού ίσως να μην ξημερώνει πια.

Μένουμε στην καρδιά μιας γειτονιάς Αράβων προσφύγων. Η οικοδομή σαν στοιχειωμένη, λες πως την κατοικούνε φαντάσματα. Αλλά δεν είναι φαντάσματα. Άνθρωποι είναι με σάρκα και οστά, όνειρα ναυαγισμένα. Άνθρωποι που έφυγαν από την πατρίδα τους να γλιτώσουν από την κακιασμένη τους μοίρα κι εκείνη τους περίμενε ήδη στον τόπο του ονείρου τους μ’ ένα μαστίγιο στο χέρι. Τους τιμωρεί καθημερινά ανελέητα. Τους μεταμορφώνει από κυρίους σε επαίτες και από ανθρώπους σε γουρούνια. Τους θρέφει με αποφάγια χειρότερα απ’ αυτά που δίνει στα σκυλιά της. Κι όμως ακόμα κι έτσι οι πρόσφυγες προτιμούν αυτόν τον τόπο από την πατρίδα τους. Πόσο χειρότερα μπορεί να ήταν εκεί; Αυτοί μονάχα το ξέρουν. Η Γαλλία δέχθηκε περισσότερους μετανάστες από αυτούς που μπορούσε να σηκώσει. Κάτω από το βάρος τους λύγισε, όπως ήταν φυσικό. Η αρχόντισσα Μασσαλία, η πανέμορφη αριστοκράτισσα του παρελθόντος στέκεται ανήμπορη, γερασμένη. Σχεδόν απελπισμένη κλείνεται στον εαυτό της σαν γριά που βλέπει τη ζωή της να τελειώνει, το αρχαίο της κάλλος να αμαυρώνεται. Οι έφηβοι Άραβες κάτω από το μπαλκόνι μας φωνάζουν όλη τη νύχτα, παίζουν τάβλι, ακούν στο ζενίθ τα τραγούδια τους ανάμεικτα με γαλλικές επιτυχίες. Θέλουν να ζήσουν, να ξοδέψουν το αίμα τους που βράζει και δεν έχουν πού να το ξοδέψουν. Τρώνε τις σάρκες τους μέχρι να έρθει η ώρα που δεν θα τους χορταίνουν και θα φάνε τις σάρκες των άλλων. Μα ποιος μπορεί να ξέρει; Η ζωή είναι πολύ πιο ευφάνταστη από τις πολιτικές, τα συστήματα, τις οικονομίες. Κάνει την έκπληξη εκεί που δεν το περιμένεις.
Το διεφθαρμένο πολιτικό σύστημα της πατρίδας μου κλυδωνίζεται σοβαρά για πρώτη φορά. Αρκούσε μία μονάχα μάνα να ορθώσει το χαροκαμένο της ανάστημα απέναντί του απαιτώντας Δικαιοσύνη. Η Μαρία Καριστιανού ζωντανεύει μπροστά μας την Αντιγόνη, την Κασσιανή, τις Σουλιώτιςες, τη Μπουμπουλίνα. Έρχεται από τα βάθη των ελληνικών αιώνων φωτεινή, θαρραλέα, ανίκητη επειδή είναι αληθινή. Και μας εμπνέει και μας ενθαρρύνει και μας ενώνει. Λοιπόν, Κεμάλ, καλημέρα… αυτός ο κόσμος μπορεί να αλλάξει και να γίνει καλύτερος.