Labels

Friday, December 19, 2008

"Το Παραμύθι της Μουσικής" τώρα και σε cd από το Εν Χορδάίς



Έχω την μεγάλη χαρά να σας ανακοινώσω και εν μέρει να σας παρουσιάσω την νέα μας δουλειά."Το παραμύθι της μουσικής" που μέχρι τώρα ήταν γνωστό ως βιβλίο που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Λιβάνη, μέσα στην ερχόμενη εβδομάδα κυκλοφορεί σε βιβλιοπωλεία και δισκοπωλεία και σε cd.


Τα τέσσερα πρώτα track του cd περιλαμβάνουν το κείμενο του Παραμυθιού αφηγούμενο από τη συγγραφέα και την ηθοποιό Δέσποινα Σαραφείδου και συνοδευμένο από τις νέες μουσικές συνθέσεις του Κυριάκου Καλαϊτζίδη, ερμηνευμένες από το μουσικό σχήμα «Εν Χορδαίς», καθώς και γνωστά κομμάτια της Μεσογειακής μουσικής από ξένους δεξιοτέχνες. Τα υπόλοιπα track συνιστούν κατ’ ουσία ένα β΄ μέρος όπου περιέχει μόνον τη μουσική, ώστε να μπορεί ο ακροατής να την ακούσει και αυτόνομα ή ο εκπαιδευτικός να την διδάξει σε συνδυασμό με το ομώνυμο βιβλίο που κυκλοφορεί από τον εκδοτικό οργανισμό Λιβάνη.

Μία ακόμα ξεχωριστή παραγωγή του βραβευμένου, από το RADIO FRANCE για το 2008 με το Prix France Musique des Musiques Du Monde, μουσικού σχήματος «Εν Χορδαίς» που εδρεύει στη Θεσσαλονίκη, και τον ομώνυμο Πολιτιστικό Οργανισμό. Οι νέες συνθέσεις του Κυριάκου Καλαϊτζίδη συνταιριάζονται αρμονικά με γνωστά κομμάτια της Ανατολικής και Δυτικής Μεσογείου (Do zarbi Bayât-e tork, Ya mersal el marasil και Ya soi desposado, Pavana) όπως και η ερμηνεία τους από το μουσικό σχήμα «Εν Χορδαίς» «παντρεύεται» αυτή των προσκεκλημένων μουσικών από τη Μεσόγειο (Imane Homsy – κανονάκι, Misirli Ahmet – τουμπελέκι, Lluis Coll – κορνέτο, Pietro Prosser μεσαιωνικό λαούτο κ.α.).


Αν ανοίξετε τον ηχο του υπολογιστή σας θα πάρετε μια γεύση από το cd μας. Είναι το πρώτο τρακ, η αρχή του παραμυθιού δηλαδή.
Μέσα στις τελευταίες δύο εβδομάδες είχα την μεγάλη χαρά να παρουσιάσω το Παραμύθι ως προσκεκλημένη συγγραφέας από διάφορα σχολεία στα παιδιά.
Επισκέφτηκα μ' αυτήν την αφορμή σχολεία της Θεσσαλονίκης, αλλά και της Κατερίνης, της Επανωμής και του αγ.Βασιλείου τελευταίο σήμερα το πρωί.
Οι παρουσιάσεις γίνονταν με την αφήγηση του παραμυθιού από εμένα παράλληλα με την μουσική από το cd και την προβολή των εικόνων του βιβλίου.
Συνάντησα μεγάλη ποικιλλία κτιριακών υποδομών, τεχνικής υποστήριξης, φιλοξενίας και παιδιών που νομίζω πως φτάσανε περίπου τα χίλια στο σύνολό τους.
Κάποιες φορές οι δυσκολίες ήταν μεγάλες, αλλά τις παλέψαμε όλες.
Αυτό όμως που θεωρώ σημαντικό να ειπωθεί εδώ είναι πως όποιες και να ήταν οι συνθήκες, από τις πλέον ευοίωνες μέχρι τις πλέον δύσκολες, ένα ήταν το κοινό χαρακτηριστικό σε όλες αυτές τις παρουσιάσεις και αυτό αξίζει να σημειωθεί:
Παιδιά και δάσκαλοι τις παρακολουθούσαν με κρατημένη την ανάσα, ακόμα και όσοι δεν ήταν καθόλου υποψιασμένοι ή προσήλθαν χωρίς ιδιαίτερη διάθεση.
Όλοι στο τέλος ήταν σαν μαγεμένοι και συγκινημένοι βαθιά. Είδα όλους τους μεγάλους να αλλάζουν, να μεταμορφώνονται. Είδα τα παιδιά να μεθούν και να χαίρονται πάρα πολύ και εντυπωσιάστηκα από το μουσικό τους αίσθημα όπως και από τις μοναδικές ερωτήσεις που μου έκαναν στο τέλος.
Κάποια παιδιά μού είπαν πως είναι η πρώτη φορά που σκέφτονται να γίνουν συγγραφείς όταν θα μεγαλώσουν και αυτό με συγκίνησε πολύ.
Ενδεχομένως σε άλλο ποστ να γράψω τις απορίες των παιδιών που ήταν σπουδαίες καθώς και την προσπάθειά μου να τις απαντήσω.
Προς το παρόν σταματώ εδώ. Και από εδώ ευχαριστώ με όλη μου την καρδιά όλους τους εξαιρετικούς συνεργάτες μου για την φοβερή δουλειά που έκαναν. Όχι μόνον τους μουσικούς όλους, αλλά και τον Νικόλα που παραχώρησε την εικόνα του εξωφύλλου, τον Νίκο που σχεδίασε το cd και τους τεχνικούς του στούντιο του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών που εργάστηκαν ατελείωτες ώρες, ώστε αυτό το cd να είναι ένα εργόχειρο ψηλοκεντημένο νότα νότα, λέξη λέξη. Τον Θωδ που επιμελήθηκε την εκφορά του λόγου μας, την Δέσποινα που μοιράστηκε μαζί μου την αφήγηση. Πρώτα και πάνω από όλους τον Θεό, που μας έδωσε την δύναμη και την αγάπη να πραγματοποιήσουμε ένα μεγάλο μας όνειρο.

Εύχομαι ολόψυχα σε όλους
ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ!

Monday, December 15, 2008

Γιάννης Ζήκας 1945-2008











« Λόγος πο χω ρθει
δ εναι
γι ν νάψω τ κεράκι
μου π τ κτιστον
τ Φς.»
........................................................................
Ο αγαπημένος μας Γιάννης Ζήκας, το άναψε το κεράκι
που τόσο λαχταρούσε.
Χθες ανάψαμε κι εμείς απ' αυτόν τα δικά μας.
Να γλυκαθεί η λύπη του αποχωρισμού.
Να μεταλαμπαδευτεί μέσα μας -παρακαλούμε
το Φως που λάτρεψε. Το Φως που ενώθηκε μαζί του.
Την ευχούλα σου Γιαννάκη μας...
Και καλήν αντάμωση...


Monday, December 8, 2008

Είναι κάτι πουλιά… (Στη μνήμη του Αλέξη)


Έχουν στο πρόσωπο ζωντανό ένα ζωγραφιστό χαμόγελο. Έχουνε φως. Μια καλοσύνη στα γλυκά τους μάτια. Κάποτε συλλογή πάνω στη φευγαλέα ματαιότητα του κόσμου. Πάνω στη θλίψη των ανθρώπων που βαστάζουν.
Στα σώματά τους όλοι οι πόροι είναι ορθάνοιχτοι. Κάθε τους πόρος μια αγκαλιά στους στερημένους. Σώματα υποταγμένα σε χάδια παιδικά. Κι ανθεκτικά σε όλα τα χτυπήματα κι ας είναι εύθραυστα ξεχωριστά και όχι , καθόλου ρωμαλέα.
Τόσο μικρό το βάρος τους, ποιος θα το πει με βεβαιότητα ό,τι πατούν στη γη;
Αόρατα περνούν από τις μάχες. Αόρατα κι απ’ το κακό. Αλώβητα απ’ τα βέλη της σκληρότητας κι ας φαίνεται πως τα σκοτώνουν. Της ασπλαχνίας ξένα κι αμίαντα απ’ το μίασμα της άρνησης και το άλλο που το είπαν προδοσία.
Και τρυφερά αθεράπευτα. Σαν κόκκινη ηλιαχτίδα πριν βουτήξει στα νερά της θάλασσας και γίνει ένα με το αλμυρό νερό. Σαν άστρου βρεφικού φωτάκι πριν το ξημέρωμα. Γραμμή ορίζοντα άναρχη και ατελής. Απέραντη και διάφανη σχεδόν.
Πολλοί δεν θα τα δουν ποτέ καθώς πετούν έξω απ’ τα τείχη τους. Έξω από όλα τα τείχη πετούνε όμορφα. Έξω από την υπεροχή, τη δύναμη, την κατοχύρωση του ψεύδους.
Άλλοι αδιάφοροι θα προσπεράσουν μέσα στο χλιαρό βάδισμα των αισθημάτων τους. Μέσα στη μετριότητα της άγευστης ζωής τους που ρίχνει ολόγυρα ένα πέπλο ομίχλης κι εξομοιώνει τα ανόμοια, τα άνισα εξισώνει, συμπαρασύρει στη φθορά τους το άφθαρτο.
Άλλοι θα σηκώσουν τα βέλη τους ψηλά και θα τα κυνηγήσουν. Νομίζουν πως κάτι πουλιά σαν κι αυτά γίνεται να πεθάνουν. Γίνεται να εξαφανιστούν. Και χαίρονται οι αιμοβόροι το αίμα που έσταξε στα χέρια τους, αγνοώντας πως το αίμα αυτό μόνο τους ίδιους θα κηλιδώνει ανεξίτηλα. Εκείνα είτε εδώ είτε εκεί, πάντα ξεχωριστά πουλιά θα είναι.
Άλλοι θα τα αντιληφθούν σαν αστραπή και θα τρομάξουν. Γρήγορα θα κρυφτούν. Το φως τους δεν το αντέχουν που ταράζει λίγο τη συνείδησή τους. Δεν είναι αυτοί για ερωτήματα, για νέα ζωή, αλλαγή κατεύθυνσης. Γρήγορα φροντίζουν να λησμονήσουν πως κάποτε είδαν κάτι που σε τίποτα δεν θύμιζε τον εαυτό τους.
Είναι κάτι πουλιά που μοιάζουν άνθρωποι. Στα δυο τους πόδια περπατούν κι είναι σαν να πατούν και δεν πατούν. Σαν να πετούν ψηλά. Πολύ πιο πάνω από την αιματοκυλισμένη μας πατρίδα. Σκορπίζουν την ελπίδα κι ας κρατούν στα δάχτυλα το αίμα των αιώνων. Έχουν τα δάχτυλά τους πάντοτε στραμμένα προς τον ουρανό. Μπορούν κι ελκύουν την ουράνια Χάρη, την ιαματική στον πόνο και στην αδικία. Ακόμα και στον θάνατο.
Είναι κάτι πουλιά στο πλάι μας, στο δρόμο μας, στη γειτονιά μας. Αθόρυβα βουβά πουλιά, χωρίς στολίσματα φανταχτερά, αμακιγιάριστα και έξω από φώτα τεχνητά.
Είναι φτωχά, ίσως γυμνά, ίσως παιδιά. Ίσως κοινά στο βλέμμα που αναζητά το εξαίσιο.
Μα είναι τούτα τα πουλά που αν τυχόν στα πόδια τους προσπέσεις, αν γείρεις στην καρδιά τους σαν προσκέφαλο την κούρασή σου όλη, γλυκαίνεσαι απαράμιλλα. Ξαναγεννιέσαι βρέφος της πρώτης μητρικής στοργής που μόνο αυτή σού δίνει και τίποτα δεν σου ζητά.
Ανάμεσά μας περπατούν, πετούν, γελούν και κλαίνε μυστικά. Μας ομορφαίνουν τις στιγμές, γεμίζουν με όνειρα τις νύχτες κι οδηγούν τον ήλιο στο παράθυρό μας κάθε ξημέρωμα.
Μακάριοι όσοι μπορούν να τα κοιτάξουν, να τ’ αγγίξουν, να τ’ αναγνωρίσουν.
Μακάριοι αυτοί που θα φυλλομετρήσουν τα φτερά τους την ώρα που θα σκεπάσουν στοργικά το πρόσωπο τους το χλωμό να το γλιτώσουν από τον εφιάλτη.
Μακάριοι αυτοί που μπόρεσαν να τα αντικρύσουν, γιατί μόνον αυτοί τα αγάπησαν βαθιά.
Μόνον αυτοί αδύνατον να τα ξεχάσουν.
Και δεν μπορούν παρά μέχρι το τέλος της ζωής τους να τα αποζητούν.

Thursday, November 27, 2008

Οι πυτζαμούλες



Μόλις βγήκαν από το στεγνωτήριο. Τις διπλώνω για να μπουν στο ντουλάπι. Λίγο προτού τις αποθέσω στη στίβα των ρούχων που δεν χρειάζονται σιδέρωμα τις φέρνω κοντά στο πρόσωπό μόυ. Μοσχοβολάνε όνειρα.
Χρόνια συντροφικότητας ύπνου και ξαγρύπνιας που τις έφθειρε, τις πάλιωσε κι ακόμα τις κρατά σα μνήμη αγαπημένη, -αφού της ανήκει. Σαν παρόν ανεξίτηλο.
Στα δυο μου χέρια οι λουλουδάτες πυτζάμες μου, διπλωμένες απλά μα προσεκτικά, γίνονται το παρελθόν μου μέσα στο οποίο σήμερα άνετα χωρώ, αφού το παλιό λάστιχο που κάποτε έσφιγγε τη μέση χαλάρωσε με την πάροδο των χρόνων.Γίνονται ρούχο που επιτρέπει το παρόν να αγγίζει το γυμνό σώμα χάδι απαλό του καιρού, του παρόντος, του τώρα.Κόντυναν τα μανίκια από τα τόσα πλυσίματα, ασκήσεις πτώσης, μετάνοιας και βάφτισης στο καθαρό νερό.Εξέχουν τώρα οι καρποί των χεριών μου, καρποί της τωρινής μου ηλικίας, λεπτοί και τρυφεροί, πιο νέοι από ποτέ, πιο δεκτικοί στην κάθε απροσδόκητη στιγμή.Τη στιγμή που ζητά την υποταγή μου ή την έξαρσή μου, την παρουσία μου όλη, την προσοχή μου. Το βλέμμα του νου και της καρδιάς μου. Την κάθε στιγμή που ακόμα κι αν έχει φαινομενικά το ίδιο επαναλαμβανόμενο πρόσωπο, δεν είναι ποτέ ίδιο. Μάλλον είναι κάθε φορά καινούριο, έτοιμο να μου αποκαλύψει τα μυστικά του, σα ρούχο παλιό, φορεμένο, κάποτε απόλυτα ταιριαστό, τώρα απλόχωρα γενναιόδωρο.
Τίποτα απαράλλαχτα ίδιο στη σχέση μου με τα πράγματα και τους ανθρώπους. Καμιά απουσία, εκτός από την εσκεμμένη της συνείδησης, όταν αυτή αρνείται το εγκάρδιο δόσιμό της στην Στιγμή. Γιατί μόνον η απουσία μου σκηνοθετεί την άψυχη Συνήθεια, ζωγραφίζοντας στον παλμογράφο της ζωής αυτήν την παγωμένη ευθεία, την μονότονη γραμμή που αποδεικνύει τον θάνατό μου. Αυτός είναι ο θάνατος.Ο μόνος θάνατος που υπάρχει είναι αυτός που κατασκευάζω απέχοντας από τη Στιγμή, αρνούμενος την έκπληξη που με περιμένει, το θαύμα που κρύβεται πίσω από το ερωτικό δόσιμό μου στο ελάχιστο και μέγα.
Οι πυτζαμούλες θα μπούνε ήσυχα στο ντουλάπι. Θα με περιμένουν να κάνω μπάνιο και να τις φορέσω καθαρές. Μαζί μου θα κοιμηθούν. Μαζί μου θα ονειρευτούν ή θα στριφογυρίσουν άγρυπνες στο στρώμα. Παρέα θα ξυπνήσουμε να υποδεχθούμε τη νέα μέρα. Μαζί θα χαλαρώσουμε, μαζί θα ιδρώσουμε, μαζί θα πλυθούμε και πάλι από την αρχή.Θα δώσουν αγόγγυστα τη θέση τους στα ρούχα της εξόδου και θα περιμένουν υπομονετικά να ντύσουν και πάλι το σώμα της νέας μέρας, των νέων στιγμών, του νέου δέρματος που θα επιστρέψει κοντά τους να συνομιλήσουν μυστικά και να τα πούνε όλα.
Κι εγώ επιτρέποντας το άγγιγμα του παρόντος που την ίδια στιγμή κουβαλά πάνω του όλο το παρελθόν σαν γίγαντας που όλα τα σηκώνει, όλα τα μπορεί, θα προχωρώ στην επόμενη ανάσα, στο επόμενο παρόν, στο επόμενο θαύμα, εξαγοράζοντας τον θάνατο με όλο μου το είναι.Αυτό το είναι της διαθεσιμότητας και υποταγής. Του θαυμασμού και της έκπληξης.Του Είναι του Άλλου, που εισχωρώντας μέσα μου γίντεται Εγώ παλλόμενο, ζωντανό και φωτοφόρο.Πάντοτε αγέραστο.

......................................................................................................................................

Η μουσική είναι το "Όνειρο", του Κυριάκου Καλαϊτζίδη, από το cd "Το Παραμύθι της Μουσικής" που θα κυκλοφορήσει σε λίγες μέρες. Στην κιθάρα ο Θανάσης Τσίτσαρης και η προσαρμογή της σύνθεσης για κιθάρα του Βασίλη Βέτσου.

Tuesday, November 25, 2008

Τα ποιήματα του Μανόλη Ξεξάκη παρουσιάζονται στον Ιανό της Θεσσαλονίκης

Παρασκευή, 28 Νοεμβρίου 2008 20:00
IANOS, Αριστοτέλους 7, Θεσσαλονίκη

Παρουσίαση βιβλίου



Μανόλης Ξεξάκης, «ΠΟΙΗΜΑΤΑ»

εκδόσεις ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΟΡΙΖΟΝΤΕΣ.

Θα μιλήσουν οι: Θανάσης Γεωργιάδης, συγγραφέας, Κώστας Ζουράρις, πολιτειολόγος, Γιάννης Αντωνίου, Καθηγητής, Πρόεδρος Μαθηματικού Τμήματος Α.Π.Θ.
Ο ποιητής αντλεί υλικό από τα μέχρι σήμερα δημοσιευμένα ποιητικά βιβλία του· προσθέτει, ξαναπλάθει και δημιουργεί, όπως πιστεύει, μορφές ικανές να αντέξουν το “χειμώνα του χρόνου”.


Σημείωμα
Τα ποιήματα του Μανόλη τα διάβαζα το καλοκαίρι που μας πέρασε. Δεν είναι μόνον έξοχα ως προς την τεχνική τους, καθώς ο Μανόλης είναι μγάλος τεχνίτης του λόογου. Είναι ποιήματα βαθιάς κατανόησης της ζωής, μεγάλης ευαισθησίας και γεμάτα από τα λεπτά αρώματα της καρδιάς του.
Το ξεχωριστό ενδιαφέρον αυτής της παρουσίασης, εκτός από τους εξέχοντες ομιλητές της, θα είναι ότι ο ποιητής θα αναλήσει κάποια ποιήματά του που βασίζονται στα μαθηματικά, καθόλτι ο ίδιος είναι μαθηματικός.

Φίλε μου, καλή επιτυχία, για την οποία ουδόλως αμφιβάλλω!

Sunday, November 23, 2008

Ο «Ήχος Πλάγιος. Μόνος…» στο Πολυβιβλιοπωλείο Μαλλιάρης Παιδεία – Ανατόλια


Οι εκδόσεις Ηλίας Μπαρτζουλιάνος
και το βιβλιοπωλείο Μαλλιάρης Παιδεία
σας προσκαλούν
στην παρουσίαση της συλλογής ποιημάτων
του Ιωάννη Τσιουράκη
με τίτλο
«Ήχος Πλάγιος. Μόνος…»


Για το βιβλίο θα μιλήσουν οι:
Τόλης Νικηφόρου, ποιητής – συγγραφέας
Κατερίνα Καριζώνη, ποιήτρια – συγγραφέας



Ποιήματα και κείμενα της συλλογής θα διαβάσει
η Κυβέλη Δραγούμη, ηθοποιός


Η παρουσίαση θα γίνει την Παρασκευή 28 Νοεμβρίου 2008 και ώρα 19:00
στον χώρο του Πολυβιβλιοπωλείου Μαλλιάρης Παιδεία – Ανατόλια.
Δ. Γούναρη 39, τηλ. 2310277113, Θεσσαλονίκη


Εκδόσεις Ηλίας Μπαρτζουλιάνος
Σοφοκλέους 5, Αθήνα 10559, τηλ. 2103835421, 6977306160


Την διασκευή του τραγουδιού «Φίλε» ερμηνεύει η Ιωάννα Μητσιάκη.
Ιωάννα μου σ’ ευχαριστώ πολύ για το τραγούδι.

Καλή επιτυχία Γιάννη μας!

Tuesday, November 18, 2008

Βίκυ, Κριστίνα, Μπαρτσελόνα του ιδιοφυούς Γούντι Άλλεν


"Δραματική κομεντί, αμερικανικής και ισπανικής παραγωγής, σε σκηνοθεσία Γούντι Άλεν, με τους Χαβιέ Μπαρδέμ, Πενέλοπε Κρουζ, Σκάρλετ Γιόχανσον, Ρεμπέκα Χωλ.
Η ιστορία : Δυο νεαρές Αμερικανίδες, η Βίκι και η Κριστίνα, αποφασίζουν να περάσουν το καλοκαίρι τους στην ηλιόλουστη Βαρκελώνη. Η πρώτη είναι σοβαρή και στα πρόθυρα γάμου. Ενώ η δεύτερη είναι σεξουαλικά απελευθερωμένη. Και οι δυο θα γοητευτούν από τον αρρενωπό ζωγράφο Χουάν Αντόνιο, ο οποίος όμως ακόμη δεν έχει ξεπεράσει την πρώην σύζυγό του, Μαρία Έλενα". Αυτά αναφέρονται στο : http://www.cosmo.gr/Cinema/Hellas/215465.html

Διαλέγω να γράψω γι' αυτήν την ταινία γιατί με εντυπωσίασε από διάφορες πλευρές.
Καταρχάς με εντυπωσίασε το σενάριο, ως γραφή, του Γούντι Άλλεν. Είναι σαν να ξεφυλλίζεις ένα καλό βιβλίο και ταυτόχρονα να ονειρεύεσαι, να φαντάζεσαι τους ήρωες και την δράση. Η ίδια ακριβώς ταινία όμως αν γυριζόταν στην Αμερική δεν θα ήταν καθόλου η ίδια. Ενδεχομένως να ήταν και σχετικά αδιάφορη. Το ότι την γυρίζει στην Βαρκελώνη δίνει όλον τον ζεστό τόνο του Μεσογειακού κόσμου και επιπροσθέτως του καλλιτεχνικού. Έτσι η συντηρητικότητα των δύο Αμερικανίδων έρχεται σε μεγάλη αντιπαράθεση με το ελεύθερο πνεύμα των Ισπανών και η ξεχωριστή ομορφιά αυτής της πόλης με τα σπουδαία υπαίθρια αρχιτεκτονικά αριστουργήματα του Γκαουντί αναδεικνύουν την εξαιρετική φωτογραφία της ταινίας σε σημειό να την κάνουν παραμυθένια.
Αυτό όμως που με εντυπωσίασε ξεχωριστά είναι οι ανατροπές της ταινίες. Το πώς ο έρωτας μπορεί να αλλοιώσει έναν άνθρωπο και να αλλάξει την ζωή του. Το πόσο καταρρεύουν στα δίχτυα του οι ιδεολογίες που πάνω τους μπορεί κάποιος να χτίζει την ζωή του. Και δεν είναι στιγμιαίο γεγονός αυτό. Ο Γούντι Άλλεν καταφέρνει να μας αποκαλύψει το τι σημαίνει η επιμονή στην προσπάθεια να κρατήσεις και να προχωρήσεις μια σχέση. Το πώς μπορεί έστω και για λίγο διάστημα να λειτουργήσει ένα ερωτικό τρίγωνο σαν αυτά για τα οποία κάποτε έγραφε ο Ίψεν.
Δεν καλλιεργεί ψευδαισθήσεις, ούτε παραμυθιάζει τον κόσμο. Η ταινία του είναι μια ταινία μεγάλης αλήθειας. Αρκεί μια ψυχική μετατόπιση, αρκεί μόνο μια ερωτική σπίθα για να ανατραπούν οι θεωρίες, όπως αρκεί και ένας ικανός χρόνος για να συνειδητοποιήσει ο άνθρωπος τι αντέχει και τι δεν αντέχει, για ποιο πράγμα είναι πλασμένος και για ποιο όχι.
Θα μπορούσε αυτή η ταινία κάλλιστα να είναι μόνον δραματική και να βγαίνεις από την αίθουσα απολύτως ψυχοπλακωμένος έως απελπισμένος. Δεν βγαίνεις όμως έτσι. Αντιθέτως βγαίνεις με μια βαθιά κατανόηση του ανθρώπινου ειδιους και της ερωτικής δύναμης που είτε αντέχει είτε δεν αντέχει στον χρόνο, σου δίνει ένα νόημα ύπαρξης και ένα εφόδιο για να συνεχίσεις να ζεις με τρόπο ουσιαστικότερο από πριν. Πάρα πολύ σπουδαίο ρόλο σ' αυτό το γεγονός παίζει το βασικό μοτίβο ενός ελαφρού τραγουδιού που επαναλαμβάνει σχεδόν σαν παιδικό τραγουδάκι: Μπαρτσελόνα, Μπαρτσελόνα... και που καταφέρνει να κρατήσει από την αρχή μέχρι το τέλος της ταινίας -όπου τα δύο κορίτσια επιστρέφουν στην Αμερική φαινομενικά όπως είχαν φύγει, η μία ξεκαθαρισμένη για την σχέση της και σταθερή, η άλλη γνωρίζοντας μόνον ό,τι δεν θέλει και αναζητώντας αυτό που δεν ξέρει τι είναι και θα την ικανοποιήσει,- μία ισχυρή κόντρα στην θλίψη που προκαλει το ανέφικτο που επιθυμούμε. Αυτή η κόντρα της μουσικής κάνει την ταινία, όχι κωμωδία όπως αναγράφεται στα διάφορα σάιτ, αλλά βαθιά ανθρώπινη και ελπιδοφόρα.
Το βλέμμα του σκηνοθέτη-σεναριογράφου δεν είναι μόνο τολμηρό, ακραίο και ριψοκίνδυνο. Είναι τρυφερό, επιεικές και γεμάτο συμπάθεια στην ανθρώπινη αδυναμία και το υπαρξιακό αδιέξοδο που βιώνουν οι άνθρωποι στις σχέσεις τους. Κατά την γνώμη μου είναι ένα βλέμμα ιδιοφυές και άκρως ποιητικό, ένα βλέμμα φωτεινό και γλυκό, γεμάτο θαλπωρή.
Το πάθος που κάποτε ζήσαμε δεν οδηγεί στην καταστορφή ή στην αυτοκτονία όταν πάψει να υπάρχει ή όταν οι συνθήκες ή ο ίδιος ο οργανισμός μας δεν το αντέξει. Το πάθος έτσι κι αλλοιώς έχει μικρή διάρκεια ζωής. Όμως αν σου έτυχε να το ζήσεις αποτελεί στην πραγματικότα ένα εφόδιο για να συνεχίσεις να ζεις, ενθυμούμενος, αλλά και λησμονώντας. Αξίζει να το υπερβείς προκειμένου να συνεχίσεις να ζεις γιατί η ίδια η ζωή έχει μεγαλύτερη αξία και απ' αυτό. Ο έρωτας είναι ένας θησαυρός που στο χέρι σου είναι να τον κρατήσεις όπως του αξίζει.
Όσο με απέλπισε και με θύμωσε η προηγούμενη ταινία που είδα: Ανάμεσα στους τοίχους, που βραβεύτηκε μάλιστα στο φεστιβάλ των Καννών, άλλο τόσο αυτή η ταινία με γέμισε ελπίδα και θάρρος. Να χαιρόμαστε τέτοιους ανθρώπους σαν τον σπουδαίο Γούντι Άλλεν!



Saturday, November 15, 2008

Τι λέει ο ¨Αρης Δαβαράκης για τις φυλακές Κορυδαλλού



Η συνέντευξη του Άρη Δαβαράκη στο TVXS του Στέλιου Κόλουγλου.
Δεν χρειάζεται εγώ να προσθέσω τίποτα. Κάντε κλικ πάνω στα κόκκινα γράμματα και θα ακούσετε με τον πλέον ζωντανό και ανάγλυφο τρόπο την σοκαριστική αλήθεια, που εμείς αγνοούμε ή απλά εικάζουμε, για τις συνθήκες ζωής στις φυλακές.
Γιατί μια τέτοια αλήθεια μπορεί να ειπωθεί ως έχει, με τον καλύτερο τρόπο, από έναν πνευματικό άνθρωπο που αδίκως και παρανόμως προφυλακίστηκε και έμεινε για έξι ολόκληρους μήνες μέσα στις φυλακές Κορυδαλλού.


Wednesday, November 12, 2008

Μανόλης Ξεξάκης 'Σε Τέμπο Κόκκινο', στο βιβλιοπωλεό ΙΑΝΟΣ της Θεσσαλονίκης, 13/11/08, 20.30μμ


Ο Εκδοτικός Οργανισμός Λιβάνη
και το βιβλιοπωλείο ΙΑΝΟΣ
έχουν την ευχαριστηση να σας προσκαλέσουν
στην παρουσίαση του νέου βιβλίου
της Βασιλικής Νευροκοπλή
με τίτλο
ΣΕ ΤΕΜΠΟ ΚΟΚΚΙΝΟ

Για το βιβλίο θα μιλήσει
ο Μανόλης Ξεξάκης, συγγραφέας
Αποσπάσματα από το βιβλίο θα διαβάσει η συγγραφέας


Η παραουσίαση θα γίνει την Πέμπτη 13 Νοεμβρίου 2008
στις 20.30, στο βιβλιοπωλείο ΙΑΝΟΣ
(Αριστοτέλους 7, τηλ. 2310 276 447)

Πληροφορίες: Εκδοτικός οργανισμός Λιβάνη
Σόλωνος 98, 106 80 Αθήνα
http://www.livanis.gr, e mail webmaster@livanis.gr
τηλ. 210 366 12 12, 210 366 12 09, Μαρία Κουκουβίνου και Ευτυχία Χατζοπούλου.



Ο Μανόλης Ξεξάκης γεννήθηκε το 1948 στο Ρέθυμνο Κρήτης. Το 1966 εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη, όπου και ζει. Σπούδασε μαθηματικά στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και εργάστηκε διαδοχικά ως καθηγητής φροντιστηρίου, ως διευθυντής ραδιοφωνίας της ΕΡΤ-2 Θεσσαλονίκης (1983-19869 και ως συνεργάτης διαφημιστικής εταιρίας. Από το 1982 έως το 1987 παρουσίαζε την εκπομπή "Ο κόσμος του βιβλίου" στη ραδιοφωνία της ΕΡΤ-2. Στα γράμματα πρωτοεμφανίστηκε το 1971 και υπήρξε στενός συνεργάτης του περιοδικού "Το τραμ". Κυκλοφόρησε τα εξής βιβλία : "Ο θάνατος του ιππικού" (αφηγήματα, 1977), "Ασκήσεις μαθηματικών" (ποιήματα, 1980), "Πλόες ερωτικοί" (ποιήματα, 1980), "Κάτοπτρα μελαγχολικού λόγου" (ποιήματα, 1987), "Πού κούκος, πού άνεμος" (μυθιστόρημα,1987), "Σονάτα κομπολογιών" (διηγήματα και μικρά πεζά, 2000). Διηγήματά του έχουν μεταφραστεί στα γερμανικά και στα αγγλικά.

Tuesday, November 11, 2008

Άρης Δαβαράκης, μπλογκ Πρόσωπα, για την παρουσίαση στον Ιανό του 'Σε Τέμπο Κόκκινο'


"…Μα πώς πηδάω έτσι από το ένα θέμα στο άλλο;
Είχαμε το Σάββατο στον ΙΑΝΟ και την παρουσίαση του βιβλίου τής Βασιλικής Ναυροκοπλή «Σε Τέμπο Κόκκινο» που πάει και πολύ καλά και μας έδωσε την ευκαιρία να βρεθούμε κιόλας κάποιοι άνθρωποι εκεί στον φιλόξενο ΙΑΝΟ και να σφίξουμε τα χέρια. Τέτοιοι άνθρωποι, απ’ αυτούς που εννοούσα εδώ πιο πάνω, άνθρωποι του «ανοίγματος» και τής αγάπης, του «δοσίματος» και όχι τού «θέλω κι άλλο, δικαιούμαι, απαιτώ απ’ τη ζωή εδώ και τώρα τα πάντα».
Εγώ ήμουνα στο πάνελ και είπα λίγες κουβέντες από καρδιάς για το βιβλίο που το διάβασα με μεγάλη χαρά, δυο και τρεις φορές, και το περιεχόμενό του με ξεδίψασε από πολλές απόψεις – γιατί είχα μια δίψα απαρηγόρητη γύρω απ’ αυτά που αγγίζει η Βασιλική και με ταλαιπωρούσε αυτή η δίψα.
Τίποτα. Το πρόβλημα ήταν πως προς στιγμήν νόμισα πως το περνάω μόνος μου όλο αυτό το τούνελ με το αναμμένο φωτάκι στην άκρη του, παρατηρώ όμως πως είμαστε πολλοί που προχωράμε μπρος και νοιώθουμε ότι, ναι, βεβαίως και μπορούμε να φτάσουμε στην έξοδό του και να ξεριζώσουμε απ’ το στήθος μας ένα μεγάλο λουλούδι που θα ’χει ανθίσει μέσα σ’ αυτήν την σκιερή υγρασία της μετριότητας που μας έχει πνίξει – αλλά δεν την αφήνουμε να κάνει την δουλειά της, τής πάμε κόντρα με δύναμη και την στέλνουμε από εκεί που ’ρθε τελικά, φροντίζοντας τον εσωτερικό μας κήπο όσο πιο στοργικά μπορούμε, ξεριζώνοντας κάθε μέρα αγριόχορτα και «μπάομπαμπς»,
ποτίζοντας, συχνά με δάκρυα αρμυρά, τα πολύτιμα αποκτήματά μας που δεν είναι ευδιάκριτα στο τρισδιάστατο, ζουν όμως και αναπτύσσονται στον μέσα κήπο, μέχρι ν’ ανθίσουν δυνατά και να καρποφορήσουν – αν ο κηπουρός, εμείς δηλαδή, δεν το βάλουμε κάτω και δεν τ’ αφήσουμε όλα να χορταριάσουν και να ξεραθούνε από αμέλεια ή - μακριά από μας - καμιά φορά και από απελπισία..."
Από το ποστ του Άρη:

Η Φρίντα Κάλο σε Τέμπο Κόκκινο και αύρα Obama!


ΥΓ1. Σ' ευχαριστώ πολύ Άρη. Όχι μόνο γι' αυτό που έγραψες στο μπλογκ σου και που εμπεριέχει και την δική σου αγωνία που καταθέτεις για μια ακόμη φορά με ειλικρίνεια, αλλά και για όσα είπες για το βιβλίο στην παρουσίαση, μιλώντας πράμγατι με όλη σου την καρδιά, αυτήν την πλούσια.
ΥΓ2. Ευχαριστώ την Νηφάλιο Μέθη για την παρουσίαση του βιβλίου στο μπλογκ της, από όπου πήρα και την ωραία αυτή φωτογραφία που αναρτώ εδώ. Ήταν μεγάλη μου χαρά που ήρθε στην παρουσίαση και γνωριστήκαμε από κοντά.

Monday, November 3, 2008

Για το βιβλίο 'ΣΕ ΤΕΜΠΟ ΚΟΚΚΙΝΟ' θα μιλήσουν οι: Θανάσης Αγγέλου, Άρης Δαβαράκης και Ιωάννης Τσουκαλάς, στον ΙΑΝΟ Αθηνών, 8/11/08, στις 12.30μ.


Ο Εκδοτικός Οργανισμός Λιβάνηκαι το βιβλιοπωλείο ΙΑΝΟΣέχουν την ευχαριστηση να σας προσκαλέσουνστην παρουσίαση του νέου βιβλίουτης Βασιλικής Νευροκοπλήμε τίτλοΣΕ ΤΕΜΠΟ ΚΟΚΚΙΝΟ
Για το βιβλίο θα μιλήσουν οι:Θανάσης Αγγέλου, Κοσμήτορας Φιλοσοφικής ΣχολήςΠανεπιστημίου ΙωαννίνωνΆρης Δαβαράκης, Στιχουργός - ΣυγγραφέαςΙωάννης Τσουκαλάς, Ομότιμος Καθηγητής ΑΠΘ.
Η παραουσίαση θα γίνει το Σάββατο 8 Νοεμβρίου 2008στις 12.30 το μεσημέρι, στο βιβλιοπωλείο ΙΑΝΟΣ(Σταδίου 24, τηλ.210 32 17 917)
Πληροφορίες: Εκδοτικός οργανισμός ΛιβάνηΣόλωνος 98, 106 80 Αθήναhttp://www.livanis.gr, e mail webmaster@livanis.grτηλ. 210 366 12 12, 210 366 12 09, Μαρία Κουκουβίνου και Ευτυχία Χατζοπούλου.

Friday, October 31, 2008

Τα μεγάλα μυστικά των αληθινών παραμυθιών.


... - Τούτο το παλικάρι κυρά, είπε ο γερο-καπετάνιος, θέλει να δει και να γνωρίσει τον κόσμο ολάκερο. Όμως, απ' όσα ξέρω εγώ, αυτό δεν είναι μπορετό να το κατορθώσει ένας άνθρωπος μονάχος, ούτε κι αν ταξιδέψει σ' ολάκερη τη ζωή του....
Η σοφή γερόντισσα... είπε:

... -
Όποιος άκουγε τώρα δα όσα λαχταράς, θα σου 'λεγε πως χάνεις τα χρόνια σου πιστεύοντας σε τρελά όνειρα. Μα εγώ δε σου το λέω γιατί ξέρω καλά πως όνειρα τρελά και απραγματοποίητα δεν υπάρχουν. Υπάρχουν μόνο μεγάλες, μικρές και μικρότερες καρδιές, και τα όνειρα είναι φτιαγμένα για να χωρούν μέσα σ' αυτές. Είμαι σίγουρη πως δεν υπάρχουν όνειρα που γίνονται και όνειρα που δεν γίνονται, μα μεγάλα όνειρα και μικρότερα. Κι όσοι λεν σαν ακούσουν ένα όνειρο πως δε γίνεται, είναι γιατί η δικιά τους καρδιά που τ' ακούει δεν μπορεί να το χωρέσει. Αυτή είναι η αλήθεια για τα όνειρα, η μοναδική Αλήθεια.


Η δικιά σου καρδιά παιδί μου, με το να χωράει ένα τέτοιο τρανό όνειρο, μου 'δειξε πόσο μεγάλη είναι. Γι' αυτό και θα μπορέσει να σηκώσει όλες τις θυσίες που θα χρειαστεί να κάνεις, για να το πραγματοποιήσεις. Γι' αυτό τα μεγάλα όνειρα χρειάζονται μεγάλη καρδιά για να χωρέσουν. Γιατί τα μεγάλα όνειρα θέλουν τρανή καρδιά που να αντέχει τις μεγάλες θυσίες που χρειάζονται για να φτιαχτούν.


Όμως, όλα τούτα που άκουσες εσύ, επειδή είσαι νέος, δεν τα καταλαβαίνεις καλά. Για τούτο εγώ που είμαι γριά και μπορώ να σε βοηθήσω, θα σε φυλάξω από ένα μεγάλο κίνδυνο, που δεν μπορείς τώρα να τον δεις εσύ, μα μήτε κι εγώ να σου τον εξηγήσω. Λοιπόν, σου υπόσχομαι να σε βοηθήσω να πραγματοποιήσεις το όνειρό σου, μόνο αν μου δώσεις όρκο βαρύ, πως το μόνο αντάλλαγμα που δεν θα δώσεις για την πραγματοποίηση του ονείρου σου, θα είναι η Ψυχή σου. Αυτήν θα την κρατήσεις ως το τέλος δική σου....


Απόσπασμα από το παραμύθι: 'Πώς γεννιούνται τα παραμύθια, οι ιστορίες και τα τραγούδια', από το βιβλίο "Παραμύθια Αγάπης και Σοφίας", της Αλίκης Τέλογλου, εκδ. Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 1997.

Ένα αριστουργηματικό βιβλίο με τα ωραιότερα και πιο αληθινά παραμύθια που διάβασα ποτέ μου.

Η ζωγραφιά είναι του Goivanni Norri.

Thursday, October 23, 2008

Είναι κάτι πουλιά...


Συμβαίνει ένα παράξενο τον τελευταίο καιρό. Πολύ παράξενο.Συχνά, κι όλο και συχνότερα, πιάνω κάτι να ξεκινήσω να γράφω ή πάω να πάρω ένα τηλέφωνο σ' ένα φίλο και πριν καλά καλά κάνω την κίνηση, μια φράση ξεπηδά από μέσα μου, μισή, ανολοκλήρωτη, ατέλειωτα επαναλαμβανόμενη που λέει:είναι κάτι πουλιά...Αυτό. Μόνον αυτό. Αυτές οι τρεις μικρές λεξούλες στοιχημένες η μία πίσω από την άλλη, πάντα στην ιδια σειρά, που μόλις έρθουν γεμίζουν από πίσω σιωπηλά αποσιωπητικά, σε σημείο που δεν έχω τι άλλο να πω κι έτσι αναβάλλω και το γράψιμο, αναβάλλω και το τηλέφωνο.Όλα τα αναβάλλω σαν να τελειώνουν εκεί όλες μου οι λέξεις, σαν να μην έχω τίποτα άλλο να πω, εκτός από αυτές τις τρεις ελάχιστες λέξεις, αυτή την μικρή αμφίσημη, απροσανατόλιστη φράση: είναι κάτι πουλιά...Πώς να ολοκληρώσεις ένα βήμα όταν αυτό επιμένει να μένει μετέωρο στην ίδια του την εκκίνηση;Όταν καλά καλά δεν γνωρίζεις τι είναι αυτό που θέλεις να πεις, πού θέλεις, τέλος πάντων, να καταλήξεις, και όταν αυτό που νόμιζες πως ήθελες υποτάσσεται με αδιαμφισβήτητο τρόπο σ' αυτές τις τρεις λέξεις και σιγά;
Κι όμως αυτή η ανάπηρη, αυτή η ανυπεράσπιστη μικρή φρασούλα ξεπηδά δυναμικά και εντελώς αυθέρετα μπροστά μου, απαιτώντας κάτι που δεν γνωρίζω. Για κάτι διψά, σε κάποιον θέλει να απευθυνθεί, ακόμα κι έτσι όπως είναι, αστόχαστη, ανόητη κι αναποφάσιστη ίσως, μα τόσο πηγαία όσο το κελάηδημα του αηδονιού τη νύχτα που κανείς δεν θα μπορέσει ποτέ να ερμηνεύσει το τραγούδι του και ούτε να υποψιαστεί ποτέ κανείς για ποιον τραγουδά μονάχο μέσα στης νύχτας το κενό. Παρ' όλα αυτά, τραγουδά...
Δεν μπορώ να πω τίποτα άλλο εκτός από αυτήν την αλήθεια, γιατί οπωσδήποτε είναι μια αλήθεια κι ας μένει ακόμα μισή:
είναι κάτι πουλιά...

Sunday, October 19, 2008

Ένα παιχνίδι αφορμή για δυο αλήθειες που μας καθόρισαν

Το παιχνίδι, μάς ζητά να πούμε ποιο ποίημα ή ρητό και ποιος ζωγραφικός πίνακας μας έχουν επηρεάσει. Ευχαριστώ την Φλώρα για την πρόσκληση και απαντώ:



Όσον αφορά το ρητό ή το ποίημα, που με επηρέασε στη ζωή μου, θα ανατρέξω στην παιδική μου ηλικία, γιατί βρίσκω πως εκεί συντελέστηκαν όλες οι μεγάλες αλλαγές που με καθόρισαν ως άνθρωπο. Είναι το ποίημα για την αγάπη, του Αποστόλου Παύλου:
"Εάν ταις γλώσσαις των ανθρώπων λαλώ και των αγγέλων, αγάπην δε μη έχω γέγονα χαλκός ηχών ή κύμβαλον αλαλάζον. και εάν έχω προφητείαν και ειδώ τα μυστήρια πάντα και πάσιν την γνώσιν και εάν έχω πάσαν την πίστιν, ώστε όρη μεθιστάνειν, αγάπην δε μη έχω, ουδέν ειμί.και εάν ψωμίσω πάντα τα υπάρχοντά μου και εάν παραδώ το σώμα μου ίνα καυθήσομαι, αγάπην δε μη έχω, ουδέν ωφελούμαι.Η αγάπη μακροθυμεί, χρηστεύεται, η αγάπη ου ζηλοί, η αγάπη ου περπερεύεται, ου φησιούται, ουκ ασχημονεί, ου ζητει τα εαυτοίς, ου παροξύνεται, ου λογίζεται το κακόν, ου χαίρει επί τη αδικία, συγχαίρει δε τη αληθεία. πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, . πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει. η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει.... (Προς Κορινθίους Α΄κεφ.13)
Ήμουν στο δημοτικό, όταν ο πατέρας μου υπηρετούσε ως ιερέας στον ναό των Δώδεκα Αποστόλων. Ήταν πολύ νέος τότε και έκανε πολλά ευχέλαια, δέκα, δώδεκα, δεκαπέντε την ημέρα. Επειδή αυτά είχαν πολλά αναγνώσματα και κουραζόταν πολύ, όποτε μπορούσε έπαιρνε τα δυο μου μεγάλα αδέρφια να τον βοηθούν διαβάζοντας τους αποστόλους. Κάποτε αυτοί βαριόνταν και δυσανασχετούσαν, γιατί είχαν κουραστεί και γιατί μάλλον είχαν κι ένα σωρό άλλα πράγματα στο νου τους, όπως όλα τα παιδιά. Εγώ όμως πάντα ήθελα να διαβάζω δυνατά στους άλλους. Μάλλον το θεατρικό κουσούρι το είχα από τα γεννοφάκια μου. Τον θερμοπαρακαλούσα να παίρνει εμένα και να αφήνει τα αδέρφια μου. Έτσι έγινα κάτι σαν αναγνώστης ανεπίσημος του μπαμπά, και μ' έπαιρνε μαζί του με πολλή χαρά.Δεν θα ξεχάσω ποτέ την πρώτη φορά που διάβασα αυτό το κείμενο. Και είναι παράξενο, γιατί ήμουν μια σταλιά παιδί, γλώσσα με δυσκόλευε, αλλά δεν το έβαζα κάτω. Το συγκεκριμένο όμως απόσπασμα, το διάβαζα και προσπαθούσα να το καταλάβω με το μικρό μου μυαλουδάκι γιατί από την πρώτη φορά μου έκανε βαθιά εντύπωση. Το διάβαζα ξανά και ξανά και δεν το χόρταινα. Το διάβαζα και μεθούσα. Με συνέπαιρνε ολοκληρωτικά. Με συγκινούσε και κάθε φορά ένιωθα μια μεγάλη δύναμη να εισέρχεται μέσα μου. Να πλημμυρίζω ευτυχία. Μια μέρα κάθησα και το έμαθα απέξω.
Ναι, νομίζω, σήμερα, πως αυτό το ποίημα με καθόρισε παντελώς. Νομίζω πως ό,τι παραμύθι γράφω, για οτιδήποτε κι αν μιλώ, όλα έχουν να κάνουν με την αγάπη. Τα πάντα μου έχουν να κάνουν με την αγάπη. Και ό,τι δεν έχει να κάνει μ' αυτήν, ό,τι είναι έξω από τη σφαίρα της, νομίζω εν τέλει, πως δεν με ενδιαφέρει καθόλου, μα καθόλου.


Η 'ζωγραφιά' που με καθόρισε με τρόπο ανεπίστρεπτο και πολύ ουσιαστικό, είναι η τοιχογραφία που φωτογραφία της έχω αναρτήσει παραπάνω, η Ανάσταση του Κυρίου, από τη Μονή της Χώρας στην Κωνσταντινούπολη.Ήμουν 16 χρονών όταν πρωτοπήγα στην Πόλη με τα δυο μεγάλα μου αδέρφια, για πρώτη φορά. Τα γυμνασιακά χρόνια είχαν ήδη προλάβει να με γεμίσουν μεγάλες πληγές.Ταξιδέψαμε με τρένο, και νομίζω πως ήταν τουλάχιστον καμιά δέκα-δώδεκα ώρες ταξίδι. Ήταν η πρώτη φορά που έβγαινα από την χώρα και από το πατρικό μου σπίτι. Ήταν ένα ταξίδι σταθμός στη ζωή μου.Θυμάμαι πως όταν είδα αυτήν την τοιχογραφία, στην δεξιά κόγχη αυτού του μικρού ναού του οποίου τα ψηφιδωτά είναι τέχνης απαράμιλλης, κεραυνοβολήθηκα, όπως αργότερα μου συνέβη μόνο με πολύ μεγάλους έρωτες. Κόπηκε η ανάσα μου, πάγωσε το αίμα μου, έτρεχαν δάκρυα τα μάτια μου.Δεν ξέρω πόση ώρα έμεινα εκεί εκστατική, δίχως να μπορώ να κουνηθώ. Με μάγεψε πρώτα αυτό το μοναδικό μπλε του φόντου και μετά η έκρυθμη ισορροπία του Χριστού που πατά πάνω στις σπασμένες ταφόπλακες, μαζί με τον τρόπο που πιάνει τα χέρια των πρωτόπλαστων.Αυτό το 'άρπαγμα', το γεμάτο δύναμη και βεβαιότητα, που τους βγάζει από τα τάρταρα, ζωγραφίστηκε μέσα μου.Το Φως αυτής της τοιχογραφίας, νομίζω πως εγγράφηκε ανεξίτηλο πάνω μου. Η ελπίδα της Ανάστασης έγινε βεβαιότητα και πυξίδα στη ζωή μου, με τρόπο που δεν αναλύεται σε άλλες λέξεις. Με θεράπευσε τότε. Με θεραπεύει πάντα.

ΥΓ. Όποιος θα ήθελε να το παίξει αυτό το παιχνίδι ας το παίξει σαν να τον έχω καλέσει. Διστάζω πολύ να προτείνω μόνη μου. Καλή εβδομάδα!

Tuesday, October 14, 2008

Ένα... κομψό σχόλιο στην επικαιρότητα, από τον Μικρό Πρίγκιπα του Μεγάλου Αντουάν Ντε Σεντ Εξιπερί


Ο τέταρτος πλανήτης ανήκε σ' έναν επιχειρηματία. Αυτός ο άνθρωπος ήταν τόσο απορροφημένος, που ούτε καν σήκωσε το κεφάλι του να κοιτάξει τον μικρό πρίγκιπα που τον πλησίαζε.
- Καλημέρα σας, τον χαιρέτισε. Το τσιγάρο σας έσβησε.- Τρία και δύο κάνουν πέντε. Πέντε κι εφτά κάνουν δώδεκα. Δώδεκα και τρία κάνουν δεκαπέντε. Δεκαπέντε κι εφτά κάνουν εικοσιδύο. Εικοσιδύο κι έξι κάνουν εικοσιοχτώ. Καλημέρα, δεν έχω χρόνο να το ξανανάψω. Εικοσιέξι και πέντε κάνουν τριάντα ένα. Ουφ! Βγαίνει, λοιπόν, πεντακόσια ένα εκατομμύρια εξακόσιες εικοσιδύο χιλιάδες εφτακόσια τριάντα ένα.- Πεντακόσια ένα εκατομμύρια τι πράγμα;- Τι; Εδώ είσαι ακόμα; Πεντακόσια ένα εκατομμύρια από... δε θυμάμαι πια... έχω τόση δουλειά! Είμαι σοβαρός άνθρωπος εγώ, δε χαραμίζω το χρόνο μου με σαχλαμάρες! Δύο και πέντε κάνουν εφτά...- Πεντακόσια ένα εκατομμύρια τι πράγμα, ξαναρώτησε ο πρίγκιπας που ποτέ δεν ξεχνούσε μια ερώτησή του που έμενε χωρίς απάντηση.
Ο επιχειρηματίς τότε σήκωσε το κεφάλι του.- Πενήντα τέσσερα χρόνια είμαι εδώ και με διέκοψαν τρεις μόνο φορές. Η πρώτη φορά ήταν πριν είκοσι δύο χρόνια που έπεσε εδώ μια χρυσόμυγα, ποιος ξέρει από πού. Το ζουζούνισμά της ήταν τόσο ενοχλητικό που έκανα τέσσερα λάθη στις προσθέσεις μου. Η δεύτερη φορά ήταν πριν έντεκα χρόνια με μία κρίση ρευματισμών που μου παρουσιάστηκε. Δεν πολυκινούμαι, ξέρεις, γιατί δεν έχω χρόνο να σπαταλήσω γι' αυτό. Ασχολούμαι με σοβαρά πράγματα εγώ. Τέλος, η τρίτη φορά... η τρίτη φορά είναι τώρα! Λοιπόν, τι έλεγα; Α, πεντακόσια ένα εκατομμύρια...- Εκατομμύρια τι πράγμα;
Ο επιχειρηματίας κατάλαβε ότι δεν υπήρχε περίπτωση να τον αφήσει ήσυχο.- Εκατομμύρια απ' αυτά τα πραγματάκια που βλέπουμε μερικές φορές στον ουρανό!- Μύγες;- Όχι, μιλάω γι' αυτά τα πραγματάκια που λάμπουν.- Μέλισσες;- Όχι, αφού σου λέω. Εννοώ εκείνα τα πραγματάκια που χρυσίζουν και κάνουν τους τεμπέληδες να γίνονται ονειροπόλοι. Εγώ, όμως, είμαι σοβαρός άνθρωπος. Δεν έχω καιρό για ρομαντισμούς.- Α, για τ' αστέρια μιλάς.- Το βρήκες. Αστέρια είναι.- Και τι τα κάνεις τέλος πάντων αυτά τα πεντακόσια ένα αστέρια;- Πεντακόσια ένα εκατομμύρια εξακόσιες εικοσιδύο χιλιάδες εφτακόσια τριάντα ένα. Εγώ είμαι σοβαρός άνθρωπος, δίνω σημασία στην ακρίβεια.- Και τι τα κάνεις αυτά τα αστέρια;- ΤΙ τα κάνω;- Ναι.- Τίποτα. Απλώς μου ανήκουν.- Είναι δικά σου τα αστέρια;- Μάλιστα.- Μα, εγώ γνώρισα προηγουμένως έναν βασιλιά που...- Οι βασιλιάδες δεν κατέχουν, βασιλεύουν. Είναι ολότελα διαφορετικό.- Και τι κερδίζεις που 'ναι δικά σου τα αστέρια;- Γίνομαι πλούσιος.- Και τι κερδίζεις που 'σαι πλούσιος;- Μπορώ ν' αγοράζω κι άλλα αστέρια, αν βρω.
Αυτός εδώ, συλλογίστηκε ο μικρός πρίγκιπας, σκέφτεται παρόμοια με τον μπεκρή μου.Κι όμως συνέχισε τις ερωτήσεις του.- Πώς είναι δυνατόν να θεωρεί κανείς ιδιοκτησία του τ' αστέρια;- Και σε ποιον ανήκουν; ρώτησε θιγμένος ο επιχειρηματίας.- Δεν ξέρω. Σε κανέναν μάλλον.- Τότε είναι δικά μου, αφού πρώτα εγώ το σκέφτηκα.- Κι αυτό είναι αρκετό;- Φυσικά. Αν ανακαλύψεις ένα διαμάντι που δεν είναι κανενός, τότε είναι δικό σου. Αν βρεις ένα νησί που δεν είναι κανενός, τότε είναι πάλι δικό σου. Επίσης αν το μυαλό σου πρωτοκατεβάσει κάποια πρωτότυπη ιδέα, το δίπλωμα ευρασιτεχνίας δίνει μόνο σε σένα τα δικαιώματα εκμετάλλευσης αυτής της ιδέας σου. Το ίδιο, λοιπόν, ισχύει και για μένα: τ' αστέρια μού ανήκουν γιατί κανένας πριν από μένα δεν είχε την ιδέα να τα κάνει δικά του.- Αυτό είναι αλήθεια, παραδέχτηκε ο μικρός πρίγκιπας. Και τι τα κάνεις τέλος πάντων;- Τα διαχειρίζομαι. Τα μετράω και τα ξαναμετράω, απάντησε ο επιχειρηματίας. Είναι δύσκολη δουλειά. Εγώ όμως είμαι σοβαρός άνθρωπος.Ο μικρός πρίγκιπας δεν είχε πειστεί ακόμα μέσα του.- Εγώ αν έχω κάποιο μεταξωτό μαντίλι μπορώ να το τυλίξω στο λαιμό μου και να το πάρω μαζί μου. Εσύ όμως δεν μπορείς να πάρεις μαζί σου τ' αστέρια!- Όχι, μπορώ όμως 'να τα καταθέσω στην τράπεζα'.- Και τι θα πει αυτό;- Σημαίνει πως καταγράφω το σύνολο των αστεριών μου σ' ένα χαρτί κι έπειτα αυτή την 'απόδειξη' την κλειδώνω και την φυλάω σ' ένα συρτάρι.- Αυτό είναι όλο κι όλο;- Φτάνει και παραφτάνει.'Φαίνεται διασκεδαστικό' συλλογίστηκε ο μικρός πρίγκιπας και 'αρκετά ποιητικό. Δεν είναι όμως για να το παίρνεις και πολύ στα σοβαρά.'Ο μικρός πρίγκιπας είχε πολύ διαφορετικές αντιλήψεις για τα σοβαρά πράγματα απ' ότι οι μεγάλοι.
- Εγώ, του παρατήρησε ο μικρός πρίγκιπας, έχω ένα λουλουδάκι που το ποτίζω κάθε μέρα. Έχω επίσης τρία ηφαίστεια που τα καθαρίζω κάθε βδομάδα, μιας και καθαρίζω και το σβησμένο, γιατί ποτέ δεν μπορείς να ξέρεις τι θα απογίνει. Και το ότι είναι δικά μου είναι καλό και για τα ηφαίστειά μου και για το λουλούδι μου που τα περιποιούμαι. Εσύ όμως με το να κατέχεις τα αστέρια δεν τα κάνεις σε τίποτα καλό.
Ο επιχειρηματίας άνοιξε το στόμα του, μα δεν βρήκε κανένα επιχείρημα για να υποστηρίξει τον εαυτό του κι έτσι ο μικρός πρίγκιπας αναχώρησε κι από κει.'Οι μεγάλοι είναι πέρα για πέρα παράξενοι', βεβαίωνε μέσα του καθώς απομακρινόταν.

Friday, October 10, 2008

Ο αμήχανος άνθρωπος


Μετέωρη στάση. Εκκρεμής. Αναποφάσιστη.
Η αμηχανία είναι μία στάση ψυχής που δεσμεύει τον λόγο του προσώπου, την σωματική του έκφραση, την οποιαδήποτε αντίδραση μπροστά στο γεγονός, μη έχοντας τρόπο να ανταποκριθεί.
Τι γεννά την αμηχανία; Τι την αντίδραση;
Σε τι έγκειται η χαώδης απόσταση ανάμεσα στην μη-έκφραση και στην έκφραση;
Ποια φύση ανθρώπου ακινητοποιείται, αδυνατώντας να απαντήσει άμεσα στο συμβάν, και ποια όχι;
Είναι μόνο ζήτημα εύστροφου, ή αντιθέτως, αργόστροφου νου; Απειρίας ή εμπειρίας; Άγνοιας ή γνώσης; Ή μήπως αφορά την υφή της ψυχο-πνευματικής μας οντότητας;
Δεν γνωρίζω.
Μόνον υποψιάζομαι.
Όσο περισσότερο υποψιάζομαι τόσο αυξάνουν οι αμήχανες στιγμές μου,
ή μήπως, όσο αυξάνουν οι αμήχανες στιγμές μου τόσο υποψιάζομαι;
Όσο πιο βαθιά προχωρά κανείς στο βαθύ μυστήριο της ζωής, άρρονται ως άχρηστα τα παραδεδομένα εργαλεία μιας μιμητικής κοινωνικής αντίδρασης: λέξεις, εκφράσεις, συνήθεις διατυπώσεις, συμβουλές, χειρονομίες, το γέλιο και το κλάμα. Τη θέση όλων καταλαμβάνει η απορία.
Η αναπάντητη απορία μπροστά στο θαύμα της ζωής. Η απορία μπροστά στο ανερμήνευτα θαυμαστό των άπειρων στιγμών της.
Τον χώρο της γνωστής και οικείας συμπεριφοράς τώρα κατακλύζει μία λεπτή ακινησία ψυχής, μία αδρανής ισορροπία πνεύματος γεμάτη ενάργεια, μαζί με μία βουβή στάση σώματος. Η αμηχανία είναι μία γεμάτη παύση που αργά ή γρήγορα θα γεννήσει μουσική.
Ίσως να έχει τις ρίζες της σε κάποιο τραύμα παιδικό, που παραμένοντας ανοιχτό, διατηρεί τον άνθρωπο σε μια στάση αδυναμίας και μεγάλης εσωτερικής ευαισθησίας, που εκφράζεται ως αχώρητη -στον ίδιο τον εαυτό- τρυφερότητα μπροστά στο λυπηρό και ως έκπληξη –αχώρητη επίσης- μπροστά στο χαρμόσυνο.
Ενδέχεται όμως να μην υπάρχει μια τέτοια προϋπόθεση ή αν υπάρχει να μην οδηγεί ποτέ σε αμηχανία. Ίσως να είναι ζήτημα της διορατικής ματιάς, αυτής που καλείται ‘ποιητική’, και που έχει ως χαρακτηριστικό της την αναγνώριση του διττού προσώπου της ζωής, του διττού θανάτου, της κάθε στιγμής το αμφίρροπο πρόσωπο.
Μέσα στην δίνη αυτού του δυϊσμού ο άνθρωπος ταλαντεύεται με τρόπο τέτοιον που του διασφαλίζει την ισορροπία του σχοινοβάτη. Η αμηχανία, λοιπόν, είναι ένας τρόπος να ζεις. Είναι μια στάση ζωής, που αν δεν σε επέλεξε εξ ολοκλήρου, πάντως της απάντησες καταφατικά και προσπάθησες να την ακολουθήσεις. Μέσα της απαρνιέσαι την βία, -όχι μόνο ως έκφραση αρνητικών αλλά και ιδιαίτερα θετικών συμπεριφορών- κι έτσι αφοπλίζεις ολόκληρο πολιτισμικό οπλοστάσιο δράσεων και αντιδράσεων.
Γι’ αυτό, ο αμήχανος άνθρωπος, ως ένας άοπλος άνθρωπος, είναι ελαφρύτερος από τους άλλους. Μετέχει σε όλα, απέχοντας από όλα. Παντού καταδέχεται να πηγαίνει, αλλά δεν έχει τόπο να σταθεί. Όλοι τον αποζητούν, γιατί μόνο στο απαλό κενό του μπορούν να αποθέσουν το βάρος τους, και ο ίδιος βαθιά μοναχικός πορεύεται. Αναπαύεται μόνον στον άλλον αμήχανο. Ακόμα παραπάνω στον περισσότερο αμήχανο. Το είδος των αμήχανων ανθρώπων είναι εξαιρετικά σπάνιο. Είναι είδος εύθραυστο -ως ξεχωριστά ευαίσθητο. Όπως ακριβώς το μικρό παιδί, ο αμήχανος άνθρωπος, τρομάζει εύκολα, πληγώνεται με το παραμικρό, το βάζει στα πόδια αν τον πειθαναγκάσουν να διακόψει το παιχνίδι του, τα ξεχνάει όλα και ξαναρχίζει από την αρχή.
Την γλώσσα του δύσκολα την καταλαβαίνουν. Για τους περισσότερους είναι ακατανόητη. Τη στάση του την παρεξηγούν. Την διαρκή απορία του την παρερμηνεύουν. Μ’ αυτός εκεί. Μακραίνει τα μαλλιά του, να τυλίγει μέσα τους δάχτυλο περιστρεφόμενο την αμηχανία του χαμογελώντας.

Friday, October 3, 2008

Ο ιδανικός ακροατής



Τη δύσκολη ώρα του άλλου, τον ακούς, όπως και τα πουλά.
Η στάση του σώματός σου, ίδια γονυκλισία της ψυχής,
μεταγγίζει την ουράνια δύναμη που διασχίζει το άδειο μονοπάτι της αδυναμίας σου να μιλήσεις.

Κάθε άνθρωπος διψά να μιλήσει σε κάποιον που θα τον ακούσει.
Αν βρει κανείς τον ιδανικό του ακροατή, έχει ήδη βρει τον προσανατολισμό του. Μέχρι να πάψει να μιλά.
Ο ιδανικός ακροατής όλα τα ξέρει πριν του τα πεις. Γρήγορα θα το καταλάβεις.
Και το μονοπάτι αρχίζει κι ανθίζει μέσα στο καταχείμωνο.
Σ’ αυτό περπατάς χέρι χέρι, εσύ που θέλεις να μιλήσεις κι ο ακροατής σου. Κάποια στιγμή θα σ’ εγκαταλείψει. Λίγο θα τρομάξεις στην αρχή, μα γρήγορα θα καταλάβεις.
Εσύ που πρώτα γύρευες τον ιδανικό σου ακροατή, έγινες τώρα ο ιδανικός ακροατής των άλλων.
Η καρδιά σου μεταμορφώθηκε σε κοίτη του ποταμού της ζωής. Γίνεται το νερό της.
Κι ο πόνος απέραντος. Μόνο όποιος έγινε νερό γνωρίζει τον απέραντο πόνο του.

Γιατί μέχρι να μιλήσουν αληθινά οι άνθρωποι πολλά θα πουν πριν τον αληθινό τους λόγο.
Μέχρι να μπουν να ξεπλυθούν στο ποτάμι της καρδιά σου, πολλά ρούχα έχουν να βγάλουν από πάνω τους. Όλο θαρρούν πως επιτέλους έμειναν γυμνοί κι όλο βγαίνουν βιαστικοί στις όχθες μόλις βραχούν τα πόδια τους στο καθαρό νερό σου. Κι αν πρόλαβαν να βραχούν λιγάκι και τα ρούχα, έντρομοι δραπετεύουν
ανακαλύπτοντας πως φορούνε ρούχα που δεν γνώριζαν και τα βγάζουν βιαστικά για να στεγνώσουν πάνω στα δέντρα της φαντασίας τους.
Κάνουν έναν μακρύ περίπατο στο δάσος των επιθυμιών τους, μακριά από σένα, κι είναι για να ξεχάσουν ό,τι έγινε, όσα με τόσο καημό θέλησαν να σου πουν και δεν κατάφεραν.
Μόνο εσύ, ποτάμι, μένεις εκεί. Στην ίδια θέση. Στην κοίτη σου την αγέρωχη. Ακάθεκτο να προχωράς.

Δεν λοξοδρομείς εσύ. Το ποτάμι πάντα θα περιμένει αγόγγυστα.
Πάντα θα ταξιδεύει παρασέρνοντας ή ίσως και καταχωνιάζοντας όλα τα περιττά λόγια, τα φλύαρα και μυστικά λόγια των ανθρώπων που σκεπάζουν την αλήθεια τους επιμελώς και εν αγνοία.

Η ελάχιστη αλήθεια που θα αρθρώσουν ίσως κάποτε, δεν έχει μάζα.
Κανένα μάτι δεν θα την αντιληφθεί.
Γιατί η αλήθεια είναι η δύναμη που κάνει το νερό να ρέει ακατάπαυστα. Αυτή που οδηγεί το ποτάμι.
Είναι η ενέργεια που κάνει το νερόμυλο της ζωής των ανθρώπων -που τόλμησαν να μιλήσουν και να ξεπλυθούν μέσα στο ποτάμι-, να περιστρέφεται για να αλέσουν το σιτάρι τους.
Ένα κομμάτι ψωμί χειροποίητο για να φάνε.

Για να ερωτευθούν μέσα στο πάλευκο δωμάτιο του μύλου της ζωής, εξαγνισμένοι. Σκεπασμένοι το τρυφερό λευκό της άσπρης σκόνης που η μυλόπετρα ελευθερώνει αλεύρι γνήσιας ζωής.
Κρυμμένοι κάτω από το υφάδι της λευκής σκόνης στολισμένοι το αραχνοϋφαντο λευκό, ενωμένοι μαζί του,
να γίνουν ένα, γιατί κατάλαβαν πια πως δυο σάρκες δεν μπορούν ποτέ να γίνουν ένα αν δεν γίνουν πρώτα σκόνη.
Πως μόνο αλεσμένες στον μύλο της αλήθειας σαν σιτάρι, σαν σκόνες λευκές ολόλευκες, πάλευκες σκόνες,
μπορούν να ενωθούν.
Σκόνες λευκές ολόλευκες, πάλευκες σκόνες που βγάζει η μυλόπετρα αλεύρι γνήσιας ζωής.
Αλεύρι από το νερόμυλο που κίνησε ο ιδανικό ς ακροατής των ανθρώπων, Ποτάμι.

Χαρισμένο στο παιδί με τα μαύρα ρούχα. Τον ιδανικό μου ακροατή.

Wednesday, October 1, 2008

Καλό μήνα και καλή μας όρεξη!


Μανιτάρια γεμιστά με γαρίδες και κολοκυθάκια, με σως από μαυροδάφνη.


"Μια γλυκόπικρη ισορροπία σε σκούρο φόντο με θαλασσινά αρώματα"



Υλικά για 4 άτομα:

16 μανιτάρια μέτρια, 400γρ. γαρίδες μεγάλες
1 σκελίδα σκόρδο, 1 πράσο, 2 φρέσκα κρεμμυδάκια
2 κολοκυθάκια, 2 κουτάλια σούπας άνηθο
1 ποτήρι κρασιού μαυροδάφνη, 1/4 ποτηριού κονιάκ
1/2 κουτάλι δυόσμο, 1/2 κουτάλι θυμάρι
λίγη κρέμα γάλακτος, ελαιόλαδο

Καθαρίζουμε τα μανιτάρια και βγάζουμε τα κοτσανάκια τους. Τα σοτάρουμε ελαφρά σε λίγο ελαιόλαδο, αλατοπιπερώνουμε και τα αφήνουμε στην άκρη για να ετοιμάσουμε τη γέμιση.
Καθαρίζουμε τις γαρίδες και σοτάρουμε τα κελύφη και τα κεφάλια τους σε λίγο ελαιόλαδο. Σβήνουμε με το κονιάκ, αλατοπιπερώνουμε και προσθέτουμε μισό ποτήρι νερό. Αφήνουμε να σιγοβράσουν για δέκα λεπτά, στραγγίζουμε και κρατάμε τα υγρά τους για να κάνουμε τη σάλτσα.
Σε ένα άλλο κατσαρολάκι σοτάρουμε το σκόρδο, τα κρεμμυδάκια, το πράσο και τα κολοκυθάκια, όλα κομμένα πολύ ψιλά. Βάζουμε και τις γαρίδες και σβήνουμε με μαυροδάφνη. Προσθέτουμε τη σάλτσα από τις γαρίδες, αλατοπιπερώνουμε και αφήνουμε 10' στη φωτιά. Στραγγίζουμε ξανά το μείγμα κρατώντας τη σάλτσα σε ένα άλλο κατσαρολάκι. Ανακατεύουμε το μείγμα με τις γαρίδες με τον άνηθο και γεμίζουμε τα μανιτάρια.
Ξαναβάζουμε τη σάλτσα της μαυροδάφνης στη φωτιά, προσθέτουμε το δυόσμο και το θυμάρι και τέλος συμπληρώνουμε την κρέμα γάλακτος και τέλος αφήνουμε άλλα 5΄ λεπτά μέχρι να πήξει.


Σημείωμα:
Η συνταγή αυτή κυκλοφόρησε σ' ένα ημερολόγιο συνταγών του 2002, μία για κάθε μήνα, από το εστιατόριο Καλλίστη, Ασκληπιού 137, Αθήνα.
Είναι ένα από τα εστιατόρια που σέβομαι και εκτιμώ ιδιαίτερα, τόσο για το εκλεπτυσμένο περιβάλον του, όσο και για την κουζίνα του. Η καλή μαγειρική, για μένα, είναι εφάμιλλη ενός καλού ποιήματος. Η αγάπη μου γι' αυτήν αντιστοίχως. Και η χαρά που μου προσφέρει η ανάγνωση των συνταγών, καθώς και η πραγματοποίησή τους, μεγάλη.
Αυτή η συνταγή προτείνεται για τον Σεπτέμβριο. Σύντομα θα ανεβάσω και του Οκτωβρίου. Το Φθινόπωρο είναι θησαυρός από φρούτα και λαχανικά ξεχωριστά που αξίζει να γευθούμε. Τώρα που το σκέφτομαι, μάλλον η επόμενη συνταγή πρέπει να είναι το καταπληκτικό 'χοιρινό κυδωνάτο' της Κριεζή. Είδωμεν!

Καλή επιτυχία!



Friday, September 26, 2008

Τα παράθυρα των ζωγράφων, σπιτιού μου παράθυρα φωτεινά


Εργάστηκα πολύ για το σπίτι όπου σήμερα κατοικώ, όταν ακόμα ήταν στα τούβλα, καθώς λένε. Με απασχολούσαν όλες οι λεπτομέρειες. Μικρές και μεγάλες. Συζητούσα καθημερινά με τους μάστορες, έπαιρνα τηλέφωνο τους φίλους που γνωρίζουν από τέτοιες δουλειές, έσπαζα το κεφάλι μου να βρω λύσεις όταν οι εργολαβικές ήταν πρόχειρες. Έκανα σχέδια, έψαχνα υλικά, ζητούσα αυτό που θεωρούσα καλύτερο με επιμονή και πείσμα. Παρακολουθούσα τη δουλειά των εργατών να τη μάθω, γιατί η φιλομάθειά μου για όλα, είναι κάτι που με κυριεύει περισσότερο κι από τη δίψα τις ζεστές μέρες του καλοκαιριού.
Αυτό όμως που περισσότερο από όλα με ενδιέφερε και για το οποίο κατανάλωσα και χρόνο πολύ, αλλά και ενέργεια, ήταν τα χρώματα του σπιτιού και τα παράθυρά του. Δοκιμές επί δοκιμών στα βαφεία και τα τζαμτζίδικα, συζητήσεις επί συζητήσεων, ώσπου όλοι στο τέλος νόμιζαν πως είμαι αρχιτεκτόνισσα ή διακοσμήτρια. Τους άφηνα να το πιστεύουν γιατί αυτό με διευκόλυνε αφάνταστα. Οι απλοί άνθρωποι, όπως οι μάστορες, εύκολα υποτάσσονται σ’ έναν τίτλο ακαδημαϊκού τύπου.
Έτσι, έγιναν όλα όπως τα είχα ονειρευτεί. Όχι εξ αρχής, στην πορεία. Γιατί το όνειρο το δικό μου δεν υπάρχει αφ’ εαυτού του. Φτιάχνεται σαν παζλ, γεννιέται λίγο λίγο λαμβάνοντας υπόψη του πρώτα τους ανθρώπους κι ύστερα τα πράγματα, ώστε να μπορεί να πραγματοποιηθεί.
Το σπίτι έχει χρώματα ζεστά, κόκκινα, κεραμιυδιά, απαλά πράσινα ξεκούραστα και άλλα. Έχει και παράθυρα μεγάλα, σαν αυτό του σαλονιού όπου έπρεπε να γκρεμιστεί ένας τοίχος που βρισκόταν ανάμεσα σε δυο μπαλκονόπορτες και σκότωνε το φως, χωρίζοντάς το στη μέση, για να φτιαχτεί μια συρόμενη πεντάφυλλη τζαμαρία που όταν ανοίγει σε βγάζει κατευθείαν στον ουρανό. Επιτρέπει όλη τη μέρα και όλη τη νύχτα να φιλοξενηθούν στη σαλοκουζίνα, όπου περνώ τις περισσότερες ώρες της μέρας.
Μα τα σημαντικότερα παράθυρα και τα ωραιότερα χρώματα δεν είναι αυτά για τα οποία κοπίασα προσωπικά εγώ και οι μάστορες.
Τα αληθινά παράθυρα της κατοικίας μου είναι οι πίνακες των φίλων μου ζωγράφων:
‘Η Αγία Τριάδα’ της Όλγας, αντίγραφο αυτής του Ρουμπλιώφ, που στέκεται πάνω από το τζάκι. Έχει μέσα της το φως της αιωνιότητας. Τα απαλά της χρώματα, όλη η τρυφερότητα της ζωγράφου, διαρρηγνύουν το παρόν πινελιά πινελιά, σβήνουν τις λύπες όλες στο άγγιγμα του πινέλου που ελπίζει στην αιώνια θαλπωρή. Την θαλπωρή που δεν έχει παρελθόν και μέλλον, παρά μόνο ανεξίτηλο παρόν χαρμόσυνο.

Ο κόκκινος πίνακας του Δημήτρη στην κρεβατοκάμαρα, φτιαγμένος από άμμο και πευκοβελόνες που σχηματίζουν καραβάκια, δάχτυλα που αιωρούνται στους ανέμους προσπαθώντας να αγγίξουν το άπειρο, κύματα του ζωγράφου που διάβηκε τον Άδη και ξαναβγήκε, αγωνιζόμενος σκληρά, στο φως της ζωής και τώρα τη ζει σαν επισκέπτης ευγνώμων για κάθε στιγμή της.

Είναι ο πίνακας την Καλλιόπης που τώρα θα εκθέσει στο Βερολίνο και είναι όλη χαρά και που πραγματοποίησε το παιδικό της όνειρο να σπουδάσει ζωγραφική στα σαράντα της, αφού μεγάλωσε πρώτα τα δυο της παιδιά. Μια γυναίκα λυπημένη κάθεται σε μια καρέκλα με το ένα πόδι να πατά επάνω στο κάθισμα και το κεφάλι της βυθισμένο μέσα στο γόνατο, μ’ ένα σώμα σχεδόν ασβεστωμένο λευκό και περίγραμμα από αδρές καφέ πινελιές μέσα σε πράσινο φόντο, αναρτημένο στον κεραμιδί διάδρομο που οδηγεί στα δωμάτια. Μια γυμνή γυναίκα που περιμένει τον άντρα που θα την κρατήσει αγκαλιά και θα της πάρει όλη την λύπη.

Ένας πίνακας δικός μου, -ανάξιος λόγου-, όταν ήμουν μαθήτρια του Δημήτρη στη σχολή. Ένα αντρίκελο σε προφίλ σε άσπρο φόντο με λαδιά και καφέ χρώματα, όπου το σώμα σβήνει από τη μέση και κάτω σε μικρούς σταυρούς μέχρι να χαθεί.
Ο πίνακας του Γιάννη που έχω πάνω από το κεφαλάρι του κρεβατιού, με τα πουλιά. Πουλιά που κοιτάζονται και συνομιλούν, απαγγέλουν το ένα στο άλλο στίχους χάι κου μέσα στον κυανό ουρανό τους, καθισμένα πάνω σε φρέσκα ανοιξιάτικα κλαδιά.
Τα βλέμματα των ζωγράφων είναι τα παράθυρα του σπιτιού μου. Της καρδιάς μου παράθυρα. Ερωτηματικά και ερωτικά βλέμματα που επιτρέπουν το φως χλωρό να περνά ακόμα και τις πιο βαθιές χειμωνιάτικες νύχτες.
Μόνο που δυο μήνες τώρα τα πουλιά του Γιάννη μοιάζει να σωπαίνουν. Δεν τα ακούω πια να κελαηδούν. Τα πουλιά αυτά που συντρόφευαν τα όνειρά μου καθώς είναι πάνω από το κεφάλι μου, δεν τ’ ακούω να απαγγέλουν στίχους. Αναρωτιέμαι μήπως κελαηδούν όταν λείπω και όσο περισσότερο αναρωτιέμαι τόσο βεβαιώνομαι πως μάλλον αυτό συμβαίνει. Το τραγούδι τους το ποιητικό θαρρώ πως έγινε προσευχή μυστική για τον δημιουργό τους που είναι άρρωστος, και η προσευχή, -τα πουλιά το γνωρίζουν καλά- παύει να είναι προσευχή όταν διατυμπανίζεται. Δέονται μυστικά τώρα για την υγεία του, δεν έχουν περιθώρια για ωδές χαρωπές, άσματα ελαφρά, χορευτικά. Και τα καταλαβαίνω απόλυτα.
Σκέφτομαι πως είμαι ακόμα στο στάδιο ψυχικής και πνευματικής ανάπτυξης ενός τρίχρονου παιδιού. Σύμφωνα με την ψυχολογία, είναι εντελώς παράλογο και βασανιστικό για ένα μικρό παιδί να του ζητάμε να χαρίσει τα παιχνίδια του σε άλλα παιδιά, να τα αποχωριστεί. Πρέπει πρώτα να εμπεδώσει πως είναι δικά του για να δώσει. Πρέπει πρώτα να ολοκληρώσει την ανάπτυξη του Εγώ του και ύστερα να το παρέχει στους άλλους.
Έτσι κι εγώ. Βρίσκομαι ακόμα στη διαδικασία που κάνω δικά μου τα πράγματα και τους ανθρώπους. Τίποτα δεν μπορώ να αποχωριστώ και κανέναν.
Κι είναι τόσο μεγάλος ο κόσμος… Τόσο πολλά τα πράγματα… τόσοι οι άνθρωποι… Μα και τα παράθυρα των ζωγράφων τόσο φωτεινά που θέλω να τα κατοικήσω… και λίγο παραπάνω απ' όλους σαν πουλί στο παράθυρο του Γιάννη...


ΥΓ. Προτίμησα να μην βάλω τα επίθετα των ζωγράφων για ευνόητους λόγους. Είναι όλοι φίλοι και θα καταλάβουν το γιατί.