Labels

Sunday, June 5, 2011

"Τα Μάρμαρα του Παρθενώνα" - Διήγημα β΄μέρος - Βασιλικής Νευροκοπλή




- Σήκω όρθιος και πες μου το όνομά σου, τον προστάζει.
- Λόρδος Έλγιν, απαντά σχεδόν ξέπνοα ο ξένος.
Ο Μέγας Κριτής τώρα γνωρίζει περί τίνος πρόκειται. Δεν του αρκεί όμως αυτό που ο ίδιος γνωρίζει. Απευθύνεται και πάλι στο πλήθος. Πρέπει να ειπωθούν όλα δημόσια για να λάβουν γνώση και όλοι όσοι λησμόνησαν.
- Διαλέξτε ανάμεσά σας, τον πλέον ικανό που θα σας αντιπροσωπεύσει όλους για να απαγγείλει την κατηγορία απέναντι σ’ αυτόν τον άνθρωπο, διότι απέναντι σ’ έναν άνθρωπο, όποιος κι αν είναι αυτός κι ό, τι κι αν έχει κάνει, μόνον άλλος ένας ταιριάζει να σταθεί.
Κένταυροι και Γίγαντες, Αμαζόνες και Νύμφες, άνθρωποι, θεοί, ημίθεοι, αξιωματούχοι και ταπεινοί, μ’ ένα στόμα, σαν να ήταν από καιρό αποφασισμένο, φωνάζουν: ο Φειδίας!
Ο Φειδίας ξαφνιάζεται. Κανείς δεν τον είχε προειδοποιήσει γι’ αυτήν την εξέλιξη. Με βήμα αβέβαιο προχωρεί προς την όχθη του ποταμού και τον Μέγα Κριτή διασχίζοντας το πλήθος που του ανοίγει δρόμο. Ανεμίζουν οι περίτεχνες πτυχές του φορέματός του, τα καλοχτενισμένα του μακριά ξανθά μαλλιά. Ανεμίζει και το βλέμμα του σαν να ταξιδεύει σε περασμένους χρόνους, κι ο Μέγας Κριτής διακρίνει σ’ αυτό τις υγρές αναλαμπές μιας ανυποχώρητης θλίψης.
- Φειδία, ποια κατηγορία έχεις να απαγγείλεις στον λόρδο Έλγιν;
Στο πρόσωπο του γλύπτη διαγράφεται μία έντονη αμηχανία. Το πλήθος περιμένει με κομμένη την ανάσα κι αυτός αγωνίζεται να βρει τις κατάλληλες λέξεις. Μα αυτός μόνο ποιήματα γνωρίζει να απαγγέλλει. Πώς να απαγγείλει τώρα μια κατηγορία; Γιατί να πέσει σ’ αυτόν ένας τόσο αταίριαστος κλήρος; Στη θέση του θα ’ταν πολύ καταλληλότερος ο Περικλής. Ο ίδιος ούτε την τέχνη της πολιτικής κατέχει ούτε τη ρητορεία εξάσκησε ποτέ. Μα ο Μέγας Κριτής πρόσταξε, κι ο λαός που με νύχια και δόντια συγκρατεί την οργή του υπακούοντας το πρόσταγμα του Κριτή, αδημονεί. Λίγο περισσότερο αν καθυστερήσει κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί με βεβαιότητα πως δεν θα ξεσπάσει τελικά ο πόλεμος. Αφού λοιπόν, τον επέλεξαν, θα μιλήσει. Ποτέ δεν αρνήθηκε τις προκλήσεις και πάντα γενναίος στάθηκε απέναντί τους. Θα μιλήσει όμως, όπως γνωρίζει αυτός να μιλά, κι ας βγάλει στο τέλος ο Μέγας Κριτής το κατηγορητήριο και την καταδίκη που αρμόζει στον ένοχο.
Κι ο μαθητής του Ηγία, του Αγέλαδου και του Πολύγυστου στο χαλκό και στη ζωγραφική, ο πρώτος γλύπτης που συνδύασε το ελεφαντόδοντο με το χρυσό για να ντύσει τα ξύλινα γλυπτά του, αρχίζει να ιστορεί τα περασμένα πιάνοντας το νήμα της αφήγησης από τα πρώτα παιδικά του χρόνια. Τότε που διψασμένο για γνώση παιδί άκουγε αχόρταγα τα κατορθώματα των ηρώων, τα πάθη των θεών και τους πολέμους των υπερφυσικών πλασμάτων με τους θνητούς, που τραγουδούσαν οι ραψωδοί στους δρόμους, κι ύστερα ξαγρυπνούσε πλάθοντας με το νου του τα πρόσωπα που δεν συνάντησε ποτέ. Θυμήθηκε τα χρόνια που σαν έφηβος παρακολουθούσε τους αγώνες των ποιητών στα θέατρα και φλέγονταν τα σωθικά του αποζητώντας να δώσουν εικόνα στις λέξεις που άκουγε και μορφές στα άμορφα πλάσματα που τον μάγευαν. Με τον καιρό ο πόθος του να ανυψώσει στη θέα του φωτός τα σκοτεινά κι αθέατα βάθη της Ιστορίας του τόπου του, μεγάλωνε. Σαν να ήταν χρισμένος από κάποια Μοίρα ένιωθε μέρα με τη μέρα τον προορισμό του αδυσώπητα να τον καλεί. Για να ονειρευτεί επικαλούνταν τις Μούσες όπως ο Όμηρος κι αυτές που όλα τα γνωρίζουν όχι μονον τον βοηθούσαν αλλά του υπενθύμιζαν διαρκώς πως ήταν εκλεκτός τους. Πως τον είχαν οι ίδιες επιλέξει να διατηρήσει τη μνήμη του κόσμου που τον γέννησε. Να συμφιλιώσει στο έργο του λαούς αιματοκυλισμένους. Να πολεμήσει με τον καταπέλτη χρόνο για να μη σβηστούνε χνάρια ικανά να οδηγούσαν τις επερχόμενες γενιές στο δρόμο του μέλλοντος. Έτσι ξεκίνησε την γλυπτική πάνω στο μάρμαρο, ελπίζοντας πως σ’ αυτό το υλικό θα μπορούσε να αποτυπώσει το πνεύμα της ένδοξης Ιστορίας κι αυτό να μείνει αδιάβρωτο και ακέραιο στο πέρασμα των αιώνων.
Ταξίδεψε στην Αίγυπτο για να μαθητεύσει στα Μυστήρια των ιερέων της που γνώριζαν, μόνον αυτοί, τα μυστικά των αριθμών. Τα ακριβά και πολύτιμα μυστικά με τα οποία εκείνοι μπορούσαν να μετρούν τα παιχνίδια του φωτός με την ύλη. Επιστρέφοντας στην Αθήνα ήταν έτοιμος να ναυπηγήσει το παιδικό του όνειρο με απόλυτη ακρίβεια, βήμα προς βήμα, αν οι άνεμοι ήταν γι’ αυτό ευνοϊκοί. Και οι άνεμοι της Δημοκρατίας συμμάχισαν μαζί του. Όταν ο Περικλής ανακοίνωσε στους Αθηναίους το οικοδομικό του πρόγραμμα τον κάλεσε να αναλάβει τον γλυπτό διάκοσμο του Παρθενώνα που θα έχτιζε ο φίλος του, Ικτίνος. Αφού δίδαξε τους μαθητές του, που αποδείχθηκαν ισάξιοί του, ανέλαβαν όλοι μαζί το φιλόδοξο εγχείρημα.
Ατελείωτες ασκήσεις πάνω στα χαρτιά. Σχέδια πάνω στα σχέδια, διορθώσεις πάνω στις διορθώσεις και προπλάσματα σε μικρή κλίμακα. Χρειάστηκαν μόνον δεκαπέντε χρόνια για να ολοκληρωθεί το θαύμα των αιώνων. Τα ακούραστα ταλαντούχα χέρια του Αλκαμένη, του Αγοράκριτου και των άλλων μαθητών του, άρχισαν πρώτα σκαλίζοντας τις σαράντα δύο μετόπες. Σην ανατολική τη Γιγαντομαχία, στη δυτική την Αμαζονομαχία, τη βόρεια την άλωση της Τροίας και στη νότια την Κενταυρομαχία. Έπειτα ακολούθησε η ιωνική ζωφόρος σφυρηλατώντας πάνω της εκατόν δεκαπέντε ανάγλυφες παραστάσεις με τετρακόσιες μορφές που απεικόνιζαν την πρώτη πομπή των μεγάλων Παναθηναίων που μετέφερε στη θεά Αθηνά το καινούριο της πέπλο κεντημένο με παράσταση της Γιγαντομαχίας. Τελευταία ήρθαν τα τριγωνικά αετώματα με τη γέννηση της Αθηνάς από το κεφάλι του πατέρα της Δία, την έριδά της με τον Ποσειδώνα για την προστασία της πόλης, η Αθηνά με τον Δία και την Ήρα περιτριγυρισμένοι θεούς όρθιους, ξαπλωτούς ή καθισμένους ανάλογα με το πώς επέβαλλε το σχήμα των αετωμάτων και στις άκρες τα τέθριππα του Ήλιου που ανατέλλει και της Σελήνης που δύει για να οριστεί η αρχή και το τέλος της ημέρας γέννησης της Αθηνάς, κι αλλού οι δυο αντίπαλοι θεοί και η Νίκη να οδηγεί τα δυο άλογα του άρματος της Αθηνάς, ενώ η Αμφιτρίτη αυτά του Ποσειδώνα. Ξοπίσω τους να τρέχουν οι αγγελιοφόροι θεοί, Ερμής και Ίρις και ολόγυρά τους καθιστοί ή ξαπλωμένοι οι ήρωες της Αττικής.
Βούρκωσε ο γλύπτης ενθυμούμενος τα ρίγη που προκάλεσε η θέα του ολομάρμαρου καταστόλιστου ναού στους Αθηναίους στα εγκαίνιά του την εικοστή ογδόη του μήνα Εκατομβαιώνα.
Διατρέχοντας το πέρασμα των αιώνων, ο Φειδίας εξιστόρησε όλες τις τροποποιήσεις και αλλοιώσεις που υπέστη ο ναός από ρωμαίους και βυζαντινούς, κατακτητές ερχόμενους από ανατολή και δύση που, κάθε φορά ανάλογα με την πίστη τους, τον μετέτρεπαν, άλλοτε σε χριστιανική εκκλησία στο όνομα της αγίας του Θεού Σοφίας ή της Θεοτόκου κι άλλοτε σε τζαμί. Γιατί οι νεκροί όλα τα βλέπουν κι όλα τ’ ακούν κι ας μην το γνωρίζουν οι ζωντανοί.
Ξάφνου, η φωνή του ράγησε. Χαμήλωσε τα μάτια να μην προδώσει την ταραχή. Είχε έρθει η ώρα να μιλήσει για την πιο βαθιά πληγή. Τη δική του και όλων των πλασμάτων του αρχαίου κόσμου που στα γλυπτά του σφυρηλατήθηκαν κι έτσι συμφιλιώθηκαν και εξαγνίστηκαν από πάθη μακραίωνα. Στήλωσε το βλέμμα στα καθηλωμένα νερά του ποταμού κι άρχισε να διηγείται τις καταστροφές. Λίγο για να παρατείνει το άγγιγμα της πρόσφατης βαθιάς πληγής που ακόμα αιμορραγούσε και λίγο για να αποκαλύψει όλα τα προηγούμενα τραύματα του καλλιμάρμαρου ναού, ξεκίνησε πάλι από την αρχή.
..........................................................................................................................

Σημείωση:
Το διήγημα θα ολοκληρωθεί σε τέσσερα μέρη.

4 comments:

  1. Βασιλική! Αυτό το μπλογκ είναι από μόνο του ένα βιβλίο. Άλλωτε έχει παραμύθια, άλλωτε διηγήματα, ιστορίες... Και τα διηγείται ζωντανά ο συγγραφέας. Κάθομαι κι εγώ από κάτω κι ακούω. Και λέω καμιά φορά "Πες μας γι'αυτό, πες μας για 'κείνο, πες μας για σένα (όχι τα εξωτερικά γεγονότα), για το σύντροφο σου, για το πώς μεγαλώνεις τα παιδιά σου". (Ειδικά το τελευταίο με νοιάζει πολύ γιατί κι εγώ έγινα μανούλα.)

    ReplyDelete
  2. Σ' ευχαριστώ για την αγάπη και χαίρομαι που χαίρεσαι! Είναι αλήθεια πως αν κάτι αποφεύγω είναι να μιλήσω για την οικογενειακή μου ζωή, αφενός για λόγους προστασίας της, αφετέρου γιατί κανενός η προσωπική ζωή δεν μπορεί να αποτελεί πρότυπο για τη ζωή κάποιου άλλου, εκτός κι αν μιλάμε για τη ζωή εξαιρετικών ανθρώπων που έφυγαν πια απ' αυτόν τον κόσμο και μπορούμε να δούμε καθαρά το παράδειγμά τους, ή για τη ζωή των αγίων που φωτίζεται κάτω από άλλο φως...
    Και πώς να μιλήσω για το πώς μεγάλωσα τα παιδιά μου όταν τα έκανα τόσο μικρή που στην ουσία ήμουν ένα παιδί που μεγάλωνε παιδιά; Συχνά νομίζω πως αυτά τα παιδιά τα μεγάλωσε μόνον ο Θεός κι εγώ δεν έκανα τίποτα, ή έκανα κυρίως λάθη, αβλεψίες και βλακείες που θα έκανε ένα παιδί στα εικοσι-εικοσιπέντε του.... Αυτά είναι που μεγάλωσαν εμένα και όχι εγώ αυτά...
    Κάθε μανούλα όμως εμπιστεύεται κυρίως το ένστικτό της, οπότε εμπιστεύσου κι εσύ το δικό σου.... δε διδάσκεται η μητρότητα... Τα δικά μας τα μεγαλώσαμε στους δρόμους, στις σχολές που σπουδάζαμε ακόμα, στις συναυλίες και στα θέατρα... εκεί κοιμόνταν, εκεί έτρωγαν, σχεδόν πάντα μαζί μας από βρέφη... δεν μπορεί να αποτελεί πρόταση μια τόσο αλλόκοτη ζωή όσο κι αν φαίνεται πως λειτούργησε θετικά σε όλων μας τις ζωές και είναι και πολύ νωρίς να ξέρουμε τι ακριβώς έγινε, πραγματικά πόσο θετικό ή αρνητικό ήταν...
    Περνούν ποολά χρόνια και πρέπει πολύ να μεγαλώσει ο άνθρωπος ώστε να φτάσει γυρνώντας το βλέμμα πίσω να είναι σε θέση να διακρίνει με καθαρό μάτι το δρόμο που διάνυσε, τι έκανε και τι δεν έκανε... Εγώ τώρα μόλις αρχίζω και ψηλαφώ την δική μου παιδική ηλικία... έχω πολύ δρόμο ακόμα... Κατάλαβες;;;;

    ReplyDelete
  3. Καλά, γράψε για ότι θες εσύ, είτε από τη ζωή σου, είτε από τις ζωές άλλων. Κάτι όμορφο που να εμπνέει. Όπως κάνεις πάντα.

    ReplyDelete
  4. Και κάτι ακόμη για το πώς βλέπω εγώ μέσα από τα κείμενα σου την δική σου παιδική κι εφηβική ηλικία. Νομίζω ήταν πολύ ευλογημένη. Μεγάλωσες μέσα σε μία ευλογημένη καλλιτεχνική άγνοια. Όμως η Εκκλησία σου έδωσε τα π ά ν τ α, γι' αυτό και όταν σε μεγάλη ηλικία γνώρισες το θέατρο ήσουν έτοιμη να απορροφήσεις τα πάντα.
    Και με τη σειρά σου τώρα δίνεις κι εσύ στους άλλους ιστορίες και παραμύθια.

    ---------

    Νομίζω ότι τα παιδάκια που συμμετείχαν στην παράσταση ήταν πολύ τυχερά. Είναι ωραίο να συμμετέχουν τα παιδιά σε τέτοιες δραστηριότητες χωρίς ανταγωνισμό για το ποιός είναι ο πρωταγωνιστής.

    ReplyDelete

Σχόλια