Ανεβάζω αυτή την εικόνα του Αγ.Γρηγορίου του Παλαμά, διά χειρός Ν.Γ.Πεντζίκη, από τη συλλογή του φίλου μου Αλέξανδρου Κοσματόπουλου και σκέφτομαι:
Ο κυρ Νίκος έφτιαχνε αριστουργήματα υπομονής. Πίσω από αυτά όμως υπήρχε η αθόρυβη γυναίκα του, η κυρά Νίκη, που μεριμνούσε για όλα. Ο ίδιος ήταν παντελώς ανίκανος για οποιαδήποτε βιοτική μέριμνα. Εκείνη μαγείρευε, έπλενε, σιδέρωνε, αναλάμβανε όλες τις εξωτερικές δουλειές και συχνά περιποιούνταν και τους φίλους του. Σαν πουλάκι ζει σήμερα στο χωριό του Αγ.Αντωνίου, έξω από τη Θεσσαλονίκη, προσευχόμενη, τρώγοντας χορταράκια.
Πήγα χθες στον κρεοπώλη να αγοράσω τα κρέατα των ημερών. Ήξερα πως έχω στο πορτοφόλι μου σαράντα ευρώ. Πήρα ρολό κοτόπουλο για την Κυριακή, τέσσερις χοιρινές μπριζόλες λαιμού, ένα χειροποίητο λουκάνικο που το μαγείρεψα σπετσοφάι και ένα τέταρτο κιμά που κι αυτό το έκανα χθες με μακαρόνια. "Εικοσιέξι ευρώ", μου είπε ο χασάπης. Ανοίγω το πορτοφόλι και βλέπω πως δεν έχω δύο, αλλά ένα εικοσάευρο. Δεν εκπλήσσομαι ιδιαίτερα. Δεν είναι η πρώτη φορά που μου συμβαίνει. Αυτό είναι ένα πορτοφόλι από το οποίο τα μέλη της οικογένειας παίρνουν τα χρήματα που κάποια στιγμή χρειάζονται. Τους λέω, βέβαια, να με προειδοποιούν, αλλά για διάφορους λόγους δεν είναι πάντα εφικτό αυτό. "Με συγχωρείτε", λέω στον χασάπη, "θα σας χρωστώ τα έξι ευρώ, νόμιζα πως είχα παραπάνω χρήματα". "Δεν πειράζει, την άλλη φορά, Βάσω", μου απαντά, και ακούω αυτό το Β τόσο βαρύ και ογκώδες, όπως θα το έλεγε μόνο ένας Βίγκινγκ.
Φεύγω και στο δρόμο για το σπίτι σκέφτομαι τι σημαίνει να έχεις οικογένεια. Βρίσκεσαι συχνά μπροστά σε εκπλήξες που έχεις να αντιμετωπίσεις. Την πλέον ακατάλληλη στιγμή λείπουν χρήματα από το πορτοφόλι, οι παντόφλες σου δεν είναι στη θέση τους, το ποτήρι που έπινες νερό δεν βρίσκεται εκεί που το άφησες, το σαλόνι γέμισε ξαφνικά ασιδέρωτα, το τραπέζι πάλι γέμισε ψίχουλα από κάποια ψυχούλα που έφαγε βιαστικά, δεν έχεις γάλα να πιεις σοκολάτα γιατί κάποιο παιδί έφαγε κορν φλέικς, και μια ατελείωτη σειρά μικρών πραγμάτων που ανά πάσα στιγμή ανατρέπουν τις προθέσεις σου, ζητούν τη διαθεσιμότητά σου, ακυρώνουν το πρόγραμμά σου, διεκδικώντας το παρόν σου. Πρόκειται για μια εσωτερική, αλλά και εξωτερική εκγύμναση που αν επέλεξες τη συμβίωση, οφείλεις να αναλάβεις. Σ' αυτήν βρίσκω μια χάρη. Μια χάρη που τροφοδοτεί το πνεύμα μ' ένα ολωσδιόλου παράδοξο τρόπο.
Ξημέρωσε Τριών Ιεραρχών, πήγαμε να λειτουργηθούμε στη μονή Βλατάδων. Κάποια στιγμή μου φαίνεται πως ακούω να χτυπά ένα κινητό. "Ποιος ξέχασε ανοιχτό το κινητό του μέσα στην εκκλησία;", αναρωτιέμαι. Ξαφνικά πιάνω το τσαντάκι μου και καταλαβαίνω πως είναι το δικό μου. Βγαίνω έξω και το κλείνω. Πάντα το κλείνω το βράδυ και το ανοίγω το πρωί. Το πάντα όμως χωράει αμφισβήτηση, όση και το ότι στο πορτοφόλι μου έχω σαράντα ευρώ. Αυτός που αφαιρεί χρήματα χωρίς να με προειδοποιήσει, είναι ο ίδιος άνθρωπος που ξεχνά το κινητό του ανοιχτό και χτυπά μέσα στην εκκλησία. Εγώ είμαι και ο ένας και ο άλλος κι ας διαφέρουν τα σουσούμια, η ηλικία, το φύλο κι ένα σωρό ασήμαντες άλλες διαφορές.
Βοήθειά μας οι Τρεις Ιεράρχες, οι χωρισμένοι τω σώματι και συνημμένοι τη ψυχή.
Υποσημείωση:
Όχι, δεν είναι ασκήσεις γραφής αυτές, έκανα λάθος. Δεν υπάρχει καμιά φιλοδοξία γραφής, σ' αυτά τα κείμενα. Είναι ασκήσεις πραγματικότητας, ή για να το πω λίγο καλύτερα, ασκήσεις εδάφους. Κάτι σαν αυτό που επί χρόνια έκανε η κυρά Νίκη.
No comments:
Post a Comment
Σχόλια