Στο κάμα του καλοκαιριού,
στο φως το ανελέητο του μεσαυγούστου,
η κοίμηση,
αποθέωση της Χώρας του Αχωρήτου,
ελπίδα και καταφυγή πάντων των γεννημένων,
άχρονη, ωραία, ευειδής
-της πίκρας και του πόνου η θλίψη ανεπαίσθητη, σταλάζει ένδον
βουρκωμένη, τί να 'δεις;-
μας σκέπει όλους, ασκεπής,
φωτοστεφανωμένη,
άσπιλη, αμόλυντη, άφθορη,
άχραντη, θεονύμφη,
ένδοξη,
-πόσο ακριβά έχεις πληρωμένη αυτή τη δόξα!-
κόρη ες αεί ανύμφευτη,
αειπάρθενη μητέρα, ελεούσα,
συμπάσχουσα, δεομένη, γρηγορούσα,
το μήλο το εύοσμο, η μηλιά,
άκαυτη καιομένη,
άνθος αμάραντο, αγκαλιά,
στις μαύρες νύχτες μέρα,
στέργουσ' αστροφεγγιά πανένδροσος,
αγγέλων υπερτέρα,
χαίρε αναναπαράστατη,
χαίρε η θαυματοτόκος,
η κοντινή κι απόμακρη, η πανταχού ευχομένη,
η αύρα, η ανάσα, η πηγή,
χαίρε η ούσα νυν και αεί,
χαίρε γυναίκα...
Χαίρε!
*από ‘να νεκρικό πορτραίτο της Αιγύπτου, αιώνες πριν, άρχισ’ η ζωγραφιά, έβαλα φωτοστέφανο μετά και στίγματα χρωματιστά, το ‘καψα ύστερα με φως, δε λέει ακόμα να τελειώσει, αλλάζει συνεχώς… κι έφτασε ολοταχώς Δεκαπενταύγουστος.
https://www.facebook.com/christosbokoros
No comments:
Post a Comment
Σχόλια