Labels

Saturday, October 12, 2013

Χίλια μακεδονικά φιλιά. Παύλος Μελάς




Είναι που σαν σήμερα, στις 13 Οκτωβρίου του 1904, πέθανε ο Παύλος Μελάς, στα τριάντα τέσσερα χρόνια του. Είναι που αν δεν ήταν αυτός, ο εμπνευστής του Μακεδονικού αγώνα, ίσως η Μακεδονία, η Θεσαλονίκη κι εγώ η ίδια, να ήμασταν ακόμα σκλαβωμένοι στους Βουλγάρους ή στους Τούρκους. Είναι που αυτός ξεχώριζε απ’ όλους, θαρρείς και ήταν ένας “πρίγκιπας πολεμιστής”, ερχόμενος από τη Μασσαλία, τα Γιάννενα και την Αθήνα, ένας μεγαλοαστός, που άφησε πίσω του ό, τι αγαπούσε και ταίριαζε στη μεγάλη του ευγένεια και καλλιέργεια, για να ελευθερώσει τον υπόδουλο ελληνισμο του Βορρά. Που έδωσε ό, τι είχε και δεν είχε σ’ αυτόν τον αγώνα. Που όταν τον κατηγόρησαν στην Αθήνα πως πασχίζει για τη φήμη του, ζήτησε να παραιτηθεί από αξιωματικός και να συνεχίσει δίχως αξιώματα. Και είναι που οι υπόδουλοι Μακεδόνες τόσο εμπνεύστηκαν  από το καθαρό του ήθος που τελικά ξεσηκώθηκαν ορκιζόμενοι στο όνομά του. Πώς να τον λησμονήσουμε και πώς να μην τον ευγνωμονούμε για πάντα;

Παίρνω και διαβάζω το κεφάλαιο “Το τέλος του Παύλου Μελά” από το βιβλίο του Αλέξανδρου Κοσματόπουλου, “Ο αγρός του αίματος”, εκδ. Κέδρος.
Κατά την τρίτη και τελευταία άνοδό του στη Μακεδονία γράφει το ακόλουθο γράμμα στην αγαπημένη του Νάτα.

“3 Αυγούστου 1904
Και εσύ και οι δύο άγγελοί μας, κοιμώμενοι ησύχως κατά την πρωινήν εκείνην ώραν, εσυμβολίζετε την αγάπην, την ειρήνην και την ευτυχίαν. Αισθάνομαι πολύ, ο δυστυχής, την ευτυχία που αφήνω΄ αισθάνομαι ότι μ’ όλον τον ανήσυχον και νευρικόν χαρακτήραν μου, ο βίος ο οποίος μου αρμόζει περισσότερον είναι ο ήσυχος και ο οικογενειακός. Αλλά από τινος δεν ηξεύρω τι έπαθα. Έγινα όργανο δυνάμεως πολύ μεγάλης, ως φαίνεται, αφού έχει την ισχύν να κατασιγάσει όλα τ’ άλλα αισθήματά μου και να με ωθεί διαρκώς προς την Μακεδονίαν. Συλλογίζομαι τ’ αγγελάκια μου από τα οποία δεν μπορούσα να αποσπαστώ. Μ’ έσφιγγαν τα καημένα με τα χεράκια τους γύρω εις τον λαιμόν μου κι εγώ τα έσφιγγα εις το στήθος μου με απελπισία. Σε βεβαιώ ότι υπέφερα τόσο πολύ ώστε, αν ο Θεός είναι δίκαιος θα μου επιτρέψει να σας ξαναϊδώ και θα με ανταμείψει επιτρέπων να βοηθήσω τους δυστυχείς εκείνους και να τους ενθαρρύνω.”

Σε άλλο σημείο του βιβλίου, ο συγγραφέας του γράφει:
“Ο Παύλος Μελάς ξεκινά την πορεία για την τρίτη και τελευταία είσοδό του στη Μακεδονία χωρίς να ξέρει πως βαδίζει στο άγνωστο, έχοντας αφήσει πίσω του ό, τι πιο πολύ αγαπούσε. Σε κάθε βήμα μέσα στα δάση και στα βουνά πλέκει μέσα του την τελική έκβαση. Δεν είναι συνηθισμένος σε τέτοιες πορείες. Υποφέρει και υπομένει. Το όνειρό του φθίνει με την πάροδο των ημερών. Κάθε μέρα που περνά και μια διάψευση. Φονεύει ανθρώπους που βλέπει για πρώτη φορά κι αυτό τον φέρνει σε απελπισία. Στη Μονή του Τσιριλόβου αισθάνεται τον τρόμο του ανθρώπου του παγιδευμένου στη βία που παγώνει το αίμα, και είναι πλέον ανθρώπινη, χωρίς αναγωγή σε θεό. Νιώθει ανίκανος για επιχειρήσεις φονικές, την εκμηδένιση του άλλου ανθρώπου ως παρουσίας. Στην παλαιά εκκλησία της Μονής που πηγαίνει να προσευχηθεί στέκει στο χείλος της αβύσσου. Σκέφτεται την οικογένειά του, τους ανθρώπους που θ’ αφήσει ορφανούς σκοτώνοντας τους δικούς τους. Τον πλημμυρούν τα μαύρα ύδατα της απόγνωσης. Είναι ανίκανος για παγίδες, φόνους, προδοσίες. Ήδη τον σκεπάζει η σκιά του θανάτου. Με ποια φτερά να πετάξει πάνω από την άβυσσο όταν τα φτερά δεν τα προσφέρει το υψιπετές φρόνημα; Δεν μπορεί να δικαιολογήσει τον φόνο εν ονόματι οποιουδήποτε ιδανικού. Περπατά κλαίγοντας, ενώ οι άλλοι θεωρούν αυτονόητο πως μόνο με τη βία θα σταματήσουν τα κακουργήματα των εχθρών και θα πάρουν εκδίκηση. Καταλαβαίνει ότι ο λόγος του αγώνα έχει ξεχασττεί, και τη θέση του έχουν πάρει αποτρόπαιοι φόνοι. Τα βήματά του θα τον οδηγήσουν στη Στάτιστα. Περικυκλώνεται από τους Τούρκους. Βγαίνει κάποια στιγμή στον περίβολο του σπιτιού που είναι κλεισμένοι κι ακούγεται ένας πυροβολισμός, μόνον ένας…”

“Χίλια Μακεδονικά φιλιά” είναι το φινάλε προηγούμενου γράμματος στη γυναίκα του, τη Ναταλία. Κι άλλες χίλιες χιλιάδες του στέλνουμε εμείς σήμερα πλημμυρισμένοι ευγνωμοσύνη για την ελευθερία που μας χάρισε και δεν πρόλαβε ο ίδιος να γευτεί, όσο ζούσε…



Δημοσιεύτηκε στο:
http://www.toportal.gr/?i=toportal.el.kosmos&id=474




No comments:

Post a Comment

Σχόλια