Labels

Monday, March 16, 2015

Το σχόλιο της Δευτέρας: Το υπαίθριο καφενείο των αντρών - Καλή βδομάδα!


Εμείς σηκωνόμασταν απ' το χάραμα. Ανοίγαμε τα παράθυρα να μπει η ευλογία του Θεού στο σπίτι. Τινάζαμε κουβέρτες και παπλώματα, σκοουπίζαμε, σφουγγαρίζαμε, μαγειρεύαμε. Οι άντρες στα χωράφια, στο λιομάζωμα, στο θέρισμα, στα καπνά. Κι όταν έρχονταν όλα στη σειρά τους, εμείς στα κατώφλια των σπιτιών να μαζωνόμαστε οι γειτόνισσες και να τα λέμε. Έτσι η μια, έτσι η άλλη, αυτό ακούστηκε, εκείνο έγινε και ξεδίναμε, περνούσαμε την ώρα μας, ξαποσταίναμε, ξεσκάζαμε, ξεσπούσαμε. Λέγαμε, λέγαμε, ώσπου να 'ρθουν οι άντρες και να βάνουμε τραπέζι. Αυτοί μετά τη δουλειά πήγαιναν στον καφενέ πριν έρθουν σπίτι. Έπιναν το ούζο τους, έτρωγαν και το μεζέ τους, έπαιζαν ένα τάβλι με το κομπλόι στο χέρι, ρουφούσαν το τσιγάρο κι έλεγαν τα δικά τους. Εμείς τα δικά μας κι αυτοί τα δικά τους. Έτσι ζούσαμε.
Μέχρι που αλλάξαν οι καιροί. Βγήκε η γυναίκα στη δουλεά, φτιάχτηκαν τα μοντέρνα καφενεία για γυναίκες κι άντρες, σχολεία μικτά. Παντού όλοι μαζί ανακατωμένοι. Αλλά οι καιροί ξέρουν, οι άνθρωποι δεν ξέρουν. Ξέρουν οι αιώνες. Αυτοί μας θυμίζουν στοιχεία της φύσης, γιατί ό,τι και να κάνεις, η φύση του άντρα δεν αλλάζει, ούτε της γυναίκας. Εμείς τρέχουμε σαν βουρλισμένες από τη δουλειά στο σπίτι, στα παιδιά, στα μαγειρέματα, στα καθαρίσματα. Φαϊ για τα παιδιά, φαϊ για τα παιδιά των παιδιών μας που δουλεύουν κι αυτά ολημερίς. Πάνε τα κατώφλια, πάνε οι γειτονιές και τα κουτσομπολιά και το αλισβερίσι κι όλα. Όλα μπήκαν στα κουτιά. Η λαχτάρα μας έμεινε. Η έννοια για όλους κι η κούραση. Χαλάλι. 
Μα οι άντρες, δεν τους βλέπεις; Δεν αντεχουν, θέλουν το χώρο τους, την παρέα τους. Άλλο εμείς. Εφτάψυχες είμαστε. Οι άντρες θέλουν να πούνε τα δικά τους, να βρίσουνε, να μαλώσουνε, να πούνε τα πολιτικά, να λύσουν το Κυπριακό, τα βρώμικα λόγια τους, τα πρόστυχα αστεία τους. Πώς να τα πούνε αυτά μπροστά μας; Γίνεται; Δε γίνεται. Ούτε στα μοντέρφνα καφενεία γίνεται. Έχουν συναίσθηση. Ντρέπονται κιόλας σαν τα παιδιά. Γι' αυτό βγαίνουν στα πάρκα. Όπου δεις παγκάκι, να 'σου και μια παρεα τριγύρω. Δε μπα να 'χει κρύο και λιοπύρι, δε σκιάζονται. Εκεί μαζώνονται, τα λένε και ξεδίνουν, νιώθουν πως κάτι είναι, κάτι κάνουν, τους κάνει καλό. Έτσι δεν ήτανε και στην Αρχαία Αγορά; Και στο Βυζάντιο μαθές που πήγαιναν στα λουτρά και τα 'λεγαν αναμεταξύ τους; Ο άντρας είναι άντρας. Θέλει τον τόπο του. Τον αέρα του. Και σήμερα δεν του 'μεινε τόπος ούτε αέρας. Δεν του αφήσαμε. Τα πήραμε όλα εμείς. Γι' αυτό, παιδί μου, άμα δεις στα πάρκα μαζωμένους άντρες μην τους περάσεις γι' άχρηστους. Να χαίρεσαι. Παίρνουνε το αέρα τους, μιλάνε, βρίζουν, ησυχάζουν. Καλό είναι. Και γι' αυτούς και για μας. Όλη τη μέρα μέσα στα φουστάνια ο άντρας χάνεται. Να 'ναι γεροί, αυτό μονάχα. Μοιάζει να μη κάνουνε τίποτα στο σπίτι, μα όποια έχασε το νοικοκύρη της το ξέρει. Έχασε τον ακρογωνιαίο λίθο του σπιτιού της. Αόρατος είναι, μα κρατά το σπίτι ολάκερο, κι ας μη του φαίνεται.

Αυτά μου είπε η γριά γυναίκα που το σπίτι της έχει ένα ντουβάρι λειψό. Είναι από κάστρα παλιά κι από κείνα έμαθε να στηρίζεται στους αιώνες που πέρασαν κι έχουν αρμολογηθεί από τη σοφία της αγάπης.


No comments:

Post a Comment

Σχόλια